Για τον Μαρξ και τον μαρξισμό

Standard

Μια συνέντευξη  του  Κώστα Αξελου στον Χρήστο Μέμο

Ο Κώστας Αξελός. Πίνακας του F. Gilot

Ο Κώστας Αξελός. Πίνακας του F. Gilot

«Το μόνο πράγμα που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος», όπως θα γράψει με το μοναδικό του τρόπο ο Ελύτης, «είναι […] κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές∙ δυο τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι∙ […] ένα τραγούδι βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος∙ και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντοτε». Και τι αφήνει πίσω του αυτός που «φεύγει»; Τι αφήνει πίσω του o Κώστας Αξελός; Ποια ίχνη από το πέρασμά του μας αφορούν και θα μπορούσαν να αποδειχθούν γόνιμα και δημιουργικά για τη ριζοσπαστική σκέψη και πράξη; Το έργο του Αξελού και κυρίως η στάση του απέναντι στον Μαρξ και τον μαρξισμό –σε μια παράλληλη πορεία με τον Καστοριάδη και τον Παπαϊωάννου, με τους οποίους ο Αξελός θα μοιραστεί όχι μόνο κοινούς θεωρητικούς προβληματισμούς, αλλά και κοινές ανεπάρκειες και αδυναμίες– θα μπορούσε να ενταχθεί στην προσπάθεια μιας κριτικής και «αριστερής» επαναπροσέγγισης του Μαρξ και του μαρξισμού που θα λάβει χώρα στη μεταπολεμική Γαλλία .

Ο Αξελός θα υπερασπισθεί με αποφασιστικότητα τη σκέψη του Μαρξ από τις «ορθόδοξες» και δογματικές ερμηνείες και εφαρμογές της, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι ο Μαρξ δεν είναι ορθόδοξος μαρξιστής. Παράλληλα, ο Αξελός θα ασκήσει κριτική σ’ εκείνα τα στοιχεία της μαρξικής σκέψης που διευκόλυναν την εμφάνιση των σοβιετικού τύπου κοινωνικών σχηματισμών. Σύμφωνα με τον Αξελό, η επανεξέταση της σχέσης του Χέγκελ με τον Μαρξ μας δείχνει ότι ο Μαρξ αντιτάχθηκε στη μεταφυσική σκέψη του Χέγκελ αποδίδοντας μεταφυσική σημασία στην έννοια της τεχνικής. Η ιστορία δεν νοείται, πλέον, ως εκδήλωση του απόλυτου πνεύματος, αλλά μετατρέπεται σε ιστορία της ανάπτυξης της τεχνικής. Ο τεχνικισμός του Μαρξ αναδύεται στα νεανικά του έργα μέσω της ιδιαίτερης έμφασής του στις έννοιες της «εργασίας», «βιομηχανίας» και «ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» και διαπερνά όλο το μετέπειτα έργο του. Ο Μαρξ στηρίζεται σε μεταφυσικές προϋποθέσεις και δίνοντας προτεραιότητα στον υλικό και πρακτικό κόσμο, αναπαράγει το δυϊσμό θεωρίας-πράξης και τον ευρωκεντρισμό της δυτικής μεταφυσικής σκέψης. Ο Αξελός θα διερευνήσει την προβληματική της αλλοτρίωσης στον Μαρξ, και θα υπερασπισθεί τη λειτουργία της αρνητικότητας και της φιλοσοφίας ως κριτικής, ανοιχτής και ερωτηματικής σκέψης, σε μια προσπάθεια να θέσει τα πάντα υπό ερώτημα και να διατηρήσει το ερώτημα ανοιχτό. Oδηγώντας τη σκέψη του Μαρξ, ως μέρος μιας νέας ριζοσπαστικής σκέψης/πράξης, σε μια βαθιά περιπλάνηση, καταλήγει σε μια πλανητική σκέψη που υπερβαίνει (με την έννοια της χεγκελιανής «Aufhebung») όλες τις μαρξιστικές, λενινιστικές, σταλινικές, τροτσκιστικές και αναρχικές σχηματοποιήσεις, τη στενότητα και το σεχταρισμό. Τέλος, αντλώντας από την προσωκρατική φιλοσοφική παράδοση, κι όχι μόνο, ο Αξελός θα μας υπενθυμίσει την ανάγκη μιας ποιητικής διάστασης της ερωτηματικής και ανατρεπτικής σκέψης που αντιτίθεται αποφασιστικά στον ξύλινο και εξουσιαστικό λόγο της «αριστερής μελαγχολίας» του περασμένου αιώνα.

Το εγχείρημα του Αξελού για τη δημιουργία μιας νέας ριζοσπαστικότητας εναντιώνεται στη μετατροπή της κριτικής σκέψης σε κλειστό φιλοσοφικό σύστημα, καθώς και στη γραμμική αντίληψη της ιστορίας, στον τεχνικισμό, στο θετικισμό και στη «θετικοποίηση» της σκέψης. Η νέα ριζοσπαστικότητα αντιλαμβάνεται την επανάσταση ως περιπλάνηση, αβεβαιότητα, αγωνιστική αισιοδοξία και ελπίδα. Ζει τα ερωτήματά της (Ρίλκε) και θα μπορούσε να ιδωθεί ως μια διαρκής αμφισβήτηση του κεφαλαίου, του αστικού κράτους και των θεσμών του, αλλά και κάθε «αριστερής» διαχείρισής τους. Μ’ αυτή την έννοια, η αντικαπιταλιστική σκέψη και δράση χρειάζεται τα «θερμά ρεύματα» της κριτικής σκέψης του Αξελού ως μια ανεξάντλητη πηγή ερωτημάτων ενάντια στα δόγματα και τις απολυτότητές μας. Θα γυρίζουμε στον Αξελό όχι για να βρούμε κατηγορηματικές απαντήσεις στα ερωτήματά μας, αλλά για να στοχαστούμε και να αναπτύξουμε τα ερωτήματα που αυτός μας κληροδότησε. Σύμφωνα με τον Λεφέβρ, o Aξελός ανοίγει τον ορίζοντα, μας δείχνει το δρόμο. Δυστυχώς (ή μήπως ευτυχώς;), μετά το 1945, οι δρόμοι της κομματικής αριστεράς δεν ξανασυναντήθηκαν με τη σκέψη του Αξελού. Παραφράζοντας τον ποιητή, θα λέγαμε πως δεν λυπόμαστε τον στοχαστή που έμεινε χωρίς την αριστερά, αλλά την αριστερά που έμεινε χωρίς στοχαστές.

Κώστα Αξελέ, καλή περιπλάνηση στον ανοιχτό Κόσμο του μεγάλου Όλου…

Χρήστος Μέμος

Η συνέντευξη δόθηκε στα ελληνικά τον Ιούλιο του 2006 στο Παρίσι και πήρε την τελική της μορφή την άνοιξη του 2007 έπειτα από μια σειρά επιστολών που ανταλλάξαμε με τον Κώστα Αξελό. Δημοσιεύθηκε δε, μεταφρασμένη στα αγγλικά, στο διεθνούς κύρους θεωρητικό περιοδικό Τhesis Eleven τον Αύγουστο του 2009 (Christos Memos, “For Marx and Marxism: An Interview with Kostas Axelos”, Thesis Eleven, τχ. 98, Aύγουστος  2009, σ. 129-139). Θα ήθελα να ευχαριστήσω το περιοδικό Thesis Eleven και τον καθηγητή Peter Beilharz, όπως και τον Fern Bryant των SAGE Publications για τη συγκατάθεσή τους στην ελληνική δημοσίευση της συνέντευξης, καθώς και τα «Ενθέματα» της Κυριακάτικης Αυγής για το ενδιαφέρον και τη φιλοξενία.

Χρ. Μ.

 

Το κείμενο της συνέντευξης 

Χρήστος Μέμος: Ποιες ήταν οι ιδιαίτερες ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες στην Ελλάδα που καθόρισαν τη στάση σας απέναντι στον Μαρξ και τον μαρξισμό;

Κώστας Αξελός: Μεγάλωσα σε μια φιλελεύθερη ο

ικογένεια και σε ηλικία δεκαεφτά χρονών οργανώθηκα στην ΟΚΝΕ. Υπήρξα καθοδηγητής και θεωρητικός στη σπουδάζουσα νεολαία. Έτσι, μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με τον λεγόμενο έμπρακτο μαρξισμό. Η συμμετοχή μου στο κομμουνιστικό κίνημα ήταν μια πολύτιμη εμπειρία ζωής. Μου έδωσε να καταλάβω κάπως τον παλμό της ιστορίας, όχι μόνο της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας. Ταυτόχρονα, βίωσα την εμπειρία της συντροφικότητας, αφού ζούσαμε μαζί με τους συντρόφους πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Είχα μπουχτίσει από την αστική τάξη και νόμιζα πως ο μαρξισμός είναι μια ανοιχτή κοινωνία, αλλά είδα ότι υπήρχε πάρα πολύ δογματισμός και γραφειοκρατία, κυρίως λόγω του σκληρού σταλινικού μοντέλου του ΚΚΕ. Αργότερα, πήρα μέρος στα «Δεκεμβριανά». Ήμασταν στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Πολυτεχνείο και χτυπούσαμε την Ασφάλεια που ήταν απέναντι. Ήρθαν αγγλικά τανκς και μας περικύκλωσαν. Δοκιμάσαμε μια έξοδο και εκεί άλλοι τραυματίστηκαν και άλλοι συνελήφθησαν. Τελικά, μια ομάδα καταφέραμε να δραπετεύσουμε και να ξαναβρούμε τους μαχητές του ΕΛΑΣ.

Με άλλα λόγια, είχα μια διπλά αρνητική εμπειρία της Ελλάδας. Πρώτα, την εμπειρία της αστικής τάξης από την οποία προερχόμουν και την οποία έβρισκα αποπνικτική: οι ιδέες της, τα πρέπει και μη πρέπει, η αστική ηθική. Πριν ακόμα μπω στο κομμουνιστικό κίνημα ήμουν εναντίον της αστικής τάξης. Έλεγα να «πεθάνει αυτή η τάξη». Και δεύτερο, είχα την κακή εμπειρία της σταλινικής γραφειοκρατίας. Έτσι, όταν έφυγα από την Ελλάδα έριξα δύο πέτρες πίσω μου, όχι μία, δύο. Από την περίοδο της παρανομίας ήθελα να φύγω από την Ελλάδα. Μου φαινόταν «στενή» η Ελλάδα και είχα την αίσθηση ενός μεγάλου εθνοκεντρισμού, προερχόμενου τόσο από τη Δεξιά όσο και από την Αριστερά. Τελικά, ήρθε η υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης και με διπλωματική παρέμβαση και στέγαση κατορθώσαμε να φύγουμε.

Χ.Μ.: Πώς ήταν το περιβάλλον, η ατμόσφαιρα της μεταπολεμικής Γαλλίας;

Αντρέ Μπιζέ, «Άποψη της οδού Λα Σαντέ»

Αντρέ Μπιζέ, «Άποψη της οδού Λα Σαντέ»

Κ.Α.: Το περιβάλλον ήταν φιλικό. Αμέσως άρχισα να σπουδάζω φιλοσοφία στη Σορβόνη. Μελέτησα συστηματικά Ηράκλειτο, Χέγκελ, Mαρξ, Νίτσε και Χάιντεγκερ. Στο πολιτικό επίπεδο, όταν έφθασα στη Γαλλία ετοιμαζόταν εκλογές και υπήρχαν παντού αφίσες του ΓΚΚ που έλεγαν: «Ψηφίστε Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, το κόμμα της μικρής ιδιοκτησίας». Και αναρωτήθηκα: «Γι’ αυτό παλέψαμε, για τη μικρή ιδιοκτησία;». Το Μάρτιο του 1946 το ΚΚΕ με διέγραψε επειδή, όπως ανέφεραν, είχα πει πως το κόμμα είναι δογματικό και είχα εναντιωθεί στην πολιτική του ΓΚΚ. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι στη μεταπολεμική Γαλλία το ΓΚΚ είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της πολιτικής του επιρροής, προσπαθώντας να επιβάλλει και την ιδεολογική του κυριαρχία παράλληλα με την κυριαρχία του σαρτρισμού και του αριστερού καθολικισμού. Αισθανόμουν πάντα έξω από τα ρεύματα και το 1956 συναντηθήκαμε ορισμένοι άνθρωποι που είχαμε την ίδια εμπειρία, ήμασταν πρώην στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος που δεν είχαμε γίνει αντικομμουνιστές και εκδώσαμε το περιοδικό Arguments.

Χ.Μ.: Στο άρθρο σας με το οποίο ανακοινώνετε το τέλος της έκδοσης του περιοδικού Arguments, σημειώνετε, μεταξύ των άλλων, ότι «είναι πολύ δύσκολο να μάθουμε να μιλάμε και να σκεπτόμαστε, και όσο για τη δράση, χρειάζεται ακόμα πολύς δρόμος για να καταλάβουμε τι σημαίνει “μετασχηματισμός του κόσμου”(Μαρξ) ή “αλλαγή της ζωής” (Ρεμπώ).Ούτε είναι εύκολο να εγκαταλείψουμε τις κακές συνήθειες, να ξεπεράσουμε τα τραυλίσματα και τις υλακές, τα κλισέ και τα σλόγκαν, τους ευσεβείς πόθους και τις “μελλοντικές αυταπάτες”». Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που επικαλούνται τον μαρξισμό παραμένουν «κλειστοί» τόσο στη σκέψη όσο και στη δράση τους;

Κ.Α.: Σε κάθε ιστορική εποχή και εποχή της σκέψης, επικρατεί μια εντελώς μέτρια νοοτροπία, ένα συνονθύλευμα διαφόρων μικρών -ισμών. Οι μεγάλες σκέψεις περνούν πάνω απ’ τα κεφάλια των ανθρώπων και των κοινωνιών, σαν να μην τους αφορούν, κι αυτό που κυριαρχεί είναι μια φθηνή εκλαΐκευσή τους. Σήμερα λίγοι είναι εκείνοι που επικαλούνται τη σκέψη του Μαρξ και τον μαρξισμό. Αλλά και αυτοί δεν έρχονται σε επικοινωνία με τον παλμό της, παρά ζητούν μικρές οδηγίες, θεωρητικές ή πρακτικές, ενώ στη δράση τους ακολουθούν άλλα κινήματα που ταιριάζουν πιο εύκολα με τη μετριότητα της εποχής.

Χ.Μ.: Έχετε γράψει ότι «ο μαρξισμός ενεπλάκη μέσα σε μια περίπλοκη αυστηρότητα. Έγινε ξερός σαν ξύλο έτοιμο να πέσει απ’ το άλλοτε πράσινο δέντρο. […] Πρέπει σίγουρο να είναι πολύ επίπονο το να δεχτούμε ν’ απελευθερώσουμε τις ακμαίες δυνάμεις που περιέχει ο μαρξισμός» («Υπάρχει μια μαρξιστική φιλοσοφία;», σελ. 243). Ποιες νομίζετε ότι είναι αυτές οι ακμαίες δυνάμεις και πώς θα μπορούσαν να συμβάλουν στο άνοιγμα του μαρξισμού;

Κ.Α.: Για να γίνει ένας παραγωγικός διάλογος με τη σκέψη του Μαρξ περισσότερο παρά με τη θεωρία του μαρξισμού, θα  ’πρεπε να ερωτηθούν και άλλοι μεγάλοι στοχαστές (ο Χέγκελ, ο Νίτσε, ο Χάιντεγκερ), όχι για να ανανεώσουν συμβατικά τον μαρξισμό, αλλά για να κρατήσουν ανοιχτό το προβληματικό στοιχείο της σκέψης του Μαρξ και να την θέσουν υπό ερώτηση ενιαία και πολλαπλά. Θα έπρεπε επίσης να φωτιστεί ο αστικός ορίζοντας που εν πολλοίς παραμένει ο ορίζοντας του Μαρξ.

Χ.Μ.: Μιλήσατε ήδη από τη δεκαετία του ’60 για έναν «Ανοιχτό Μαρξισμό».Τι ακριβώς εννοούσατε με τον όρο «Ανοιχτός Μαρξισμός»; Με ποιο τρόπο αυτό το άνοιγμα του μαρξισμού θα μπορoύσε να οδηγήσει «ως τη διάσπαση των μαρξιστικών, λενινιστικών, σταλινικών, τροτσκιστικών, αναρχικών σχηματοποιήσεων και πέρα απ’  αυτές»; (ό.π., σελ. 242)

Κ.Α.: Ανοιχτό μαρξισμό εννοούσα ένα ρεύμα –που ποτέ δεν παγιώθηκε σαν κίνημα– το οποίο, σε αντίθεση με τον μαρξισμό-λενινισμό-σταλινισμό-μαοϊσμό, δεν έκανε τον μαρξισμό ιδεολογία εξουσίας, αλλά προσπαθούσε να του θέσει γόνιμα ερωτήματα και να απομυθοποιήσει τις λεγόμενες πραγματώσεις. Ο Λούκατς και ο Κορς έκαναν μια μικρή προσπάθεια, τα στοχαστικά τους μέτρα, όμως, ήταν περιορισμένα. Την ίδια την πολιτική, και όχι μόνον πολιτική, δράση που θα επήγαζε δεν μπορεί κανείς να την ορίσει εκ των προτέρων. Ίσως το ερώτημα της εποχής είναι: Γιατί δεν μπορούμε να βγούμε από το καπιταλιστικό και μικροαστικό, τεχνικο-γραφειοκρατικό σχήμα που επικρατεί;

Χ.Μ.: Πώς θα ορίζατε την «κρίση του μαρξισμού»; Μήπως η κρίση αυτή οφείλεται στο ότι ο μαρξισμός δεν αποτελεί παρά μέρος της σύγχρονης και ευρωπαϊκής σκέψης η οποία «είναι ουσιωδώς και διηνεκώς σε κρίση»; Αναδεικνύει,τελικά,η κρίση αυτή την ανάγκη μιας «νέας ριζοσπαστικότητας»;

Κ.Α.: Η κρίση του μαρξισμού εγγράφεται στη γενικότερη κρίση. Η ιστορική φάση την οποία διατρέχουμε είναι και θα είναι σε κρίση. Ως πότε; Αυτό δεν μπορεί να το προείδει κανείς. Η κρίση είναι και στο εσωτερικό του μαρξισμού –η στοχαστική του ανεπάρκεια– και στην «εφαρμογή» του που απέτυχε οικτρά. Η ανάγκη μιας νέας ριζοσπαστικότητας φαίνεται να υπάρχει. Λέω, φαίνεται. Γιατί το ερώτημα μένει: Υπάρχει γενικότερα; Ίσως θα ήταν αρκετά ριζοσπαστικό το να επιμείνουμε στο ερώτημα και να δούμε τις προϋποθέσεις και τις συνέπειές του.

 Χ.Μ.: Τι συνδέει και τι αποσυνδέει τη σκέψη του Μαρξ και τον μαρξισμό;Υπάρχει μεταξύ τους κάποια ενότητα και κάτι μέσα στον Μαρξ που επέτρεψε την ανάπτυξη και πραγματοποίηση συγκεκριμένων ερμηνειών-εκδοχών της σκέψης του (σοσιαλδημοκρατία, μαρξισμός-λενινισμός, μαοϊσμός κ.τ.λ);

Κ.Α.: Αυτό που συνδέει μια σκέψη με την «εφαρμογή» της μένει πάντα προβληματικό. Θα ήταν άραγε δυνατή μια άλλη εφαρμογή; Θα έλεγα πως ανάμεσα στον Μαρξ και τον μαρξισμό υπάρχει και συνέχεια και λύση συνεχείας. Στον ίδιο τον Μαρξ, όμως, υπάρχει ένα δογματικό στοιχείο, το κλείσιμο πολλών ερωτημάτων.

Χ.Μ.: Με δεδομένη την άποψή σας, ότι η σκέψη του Μαρξ, όπως και κάθε μεγάλη σκέψη, είναι πολυσήμαντη και πολυδιάστατη, καθώς και ότι καμία κατανόηση και καμία ερμηνεία δεν εξαντλούν την πηγή τους, με ποιον τρόπο, πιστεύετε, ότι πρέπει να προσεγγίζουμε και να «διαβάζουμε» τον Μαρξ;

Σκίτσο του Ντέιβιντ Ληβάιν

Σκίτσο του Ντέιβιντ Ληβάιν

Κ.Α.: Δεν μπορεί κανείς να προτείνει έναν και μόνον τρόπο προσέγγισης και διαβάσματος του Μαρξ. Αν το έκανε, θα ήταν δογματικός. Αυτό που προτείνω είναι να εντάξουμε τον Μαρξ στη σειρά των στοχαστών της νεωτερικότητας –που πάει από τον Ντεκάρτ στον Χάιντεγκερ– στην οποία ανήκει και ο Μαρξ. Δηλαδή, να δούμε και το ρεύμα στο οποίο εντάσσεται (άθελά του) και τη δική του προσφορά: την κριτική της θεωρητικής σκέψης, που μένει κυρίως –αλλά όχι μόνον– θεωρητική, και την κριτική της πράξης, της ιδιωτικής και της δημόσιας, την οποία διστάζουμε πάντοτε να κάνουμε με τη δέουσα ένταση, εντάσσοντας και τους εαυτούς μας σ’ αυτό που κρίνεται.

Χ.Μ.: Όπως έχετε γράψει, στόχος σας υπήρξε «να ανακαλύψετε την πρόθεση της σκέψης του Μαρξ, και να την ακολουθήσετε ως τις ακραίες συνέπειες της», αφού «προσπαθώντας να εννοήσουμε το λόγο του Μαρξ […] προετοιμαζόμαστε επίσης να κάνουμε να εκραγεί η αλήθεια του» («Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής», σελ. 36). Ποια είναι η αλήθεια της σκέψης του Μαρξ που πρέπει να κάνουμε να εκραγεί; Ποια είναι η κύρια διάσταση, ο κεντρικός άξονας,το επαναστατικό στοιχείο της μαρξικής σκέψης που οφείλουμε να αναδείξουμε, να απελευθερώσουμε και να διατηρήσουμε ως μέρος μιας «νέας, ανοιχτής και ριζοσπαστικής» σκέψης-δράσης που θα αποτελεί εναλλακτική λύση απέναντι στo καπιταλιστικό σύστημα;

Κ.Α.: Ο κεντρικός πυρήνας μιας σκέψης δεν είναι ακίνητος. Πολλαπλές ερμηνείες αντλούν την έμπνευσή τους απ’ αυτόν. Και αυτός ανθίσταται. Θα έπρεπε να καταστήσουμε κάθε στοχαστή ακόμα πιο προβληματικό απ’ ό,τι είναι. Μπορούμε άραγε να καταλάβουμε ένα στοχαστή καλύτερα απ’ ό,τι κατάλαβε ο ίδιος τον εαυτό του; Το ερώτημα μένει ανοιχτό. Το ρήγμα που υπέδειξε ο Μαρξ, το ρήγμα αυτού που σκεφτόμαστε και αυτού που πράττουμε, πρέπει να το ανοίξουμε ακόμα πιο πολύ, τόσο ώστε το άνοιγμά του να μπορεί να είναι παραγωγικό. Στο ρήγμα αυτό έχουμε να εμβαθύνουμε –πέρα από τις ψευδαισθήσεις, τις αυταπάτες, τα ψέμματα που λέμε στους άλλους και στον εαυτό μας– να αντέξουμε την οδύνη του χωρίς να επιθυμούμε εύκολες λύσεις. Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι εποχιακό, περιλαμβάνει δηλαδή ακόμα και λαούς και κοινωνίες, και είναι αμφίβολο αν έχει τεθεί ως ερώτημα, σε όλο του το βάθος και τις προεκτάσεις. Υπάρχει και μπορεί να υπάρχει, μέσα στον ορατό χρόνο, εναλλακτική λύση, ή μήπως η υπάρχουσα κατάσταση έχει ακόμα πολύ χρόνο μπροστά της ώσπου να γενικευθεί, να τα παρασύρει όλα, να εξαντληθεί;

Χ.Μ.: Σε ποια θεμέλια στηρίξατε την κριτική σας στον Μαρξ; Ασκήσατε κριτική σε συγκεκριμένα στοιχεία της σκέψης του ή η κριτική σας υπήρξε καθολική; Τι συγκεκριμένα αρνηθήκατε στη θεωρία του και ποιο ρόλο διαδραμάτισαν οι έννοιες της τεχνικής, της αλλοτρίωσης και του φετιχισμού στο έργο του Μαρξ; 

Κ.Α.: Ο Μαρξ περιόρισε τον ανοιχτό και πολυδιάστατο κόσμο στον υλικό κόσμο, στον κόσμο ως παράγωγο της υλικής εργασίας και στο ιδεολογικό εποικοδόμημα. Άρα, και η απελευθέρωση που ζητούσε ήταν και έμεινε μερική. Ο στοχαστικός αυτός περιορισμός και η έλλειψη ποιητικότητας στη σκέψη του θεμελιωτή του μαρξισμού είναι εμφανής για όλους όσοι θέλουν να τον αντιμετωπίζουν ριζικά περισσότερο, παρά κριτικά. Την τεχνική την είδε ο Μαρξ ως κινητήρια δύναμη, δεν είδε όμως την μακρινή της προέλευση και την κυριαρχία της ακόμα και επάνω στη δική του σκέψη και δράση. Η αλλοτρίωση μένει μια αμφίβολη έννοια. Μπορεί να αποφευχθεί ποτέ μια αποξένωση του ανθρώπου από τον κόσμο, πέρα από την οικονομική και κοινωνική αλλοτρίωση; Όσο για το φετιχισμό του εμπορεύματος, αυτός θριαμβεύει ελεεινά, εις βάθος, εις μήκος και εις πλάτος.

Χ.Μ.: Με ποιον τρόπο διαβάσατε τον Μαρξ μέσα από τον Χάιντεγκερ;

Κ.Α.: Δεν διάβασα τον Μαρξ μέσα από τον Χάιντεγκερ, αλλά διάβασα μαζί τον Μαρξ και τον Χάιντεγκερ. Μου έκανε εντύπωση μια εποχιακή συγγένεια –αυτού που ο ένας ονομάζει αποξένωση και ο άλλος λήθη τού είναι— παρ’ όλες τις μεγάλες τους διαφορές. Η διπλή αυτή ανάγνωση με έκανε να δω ότι και ο Μαρξ ανήκει στην ιστορία της μεταφυσικής, που στη νεώτερη φάση θεωρεί το υποκείμενο, τον άνθρωπο, ως βάση. Ο Μαρξ απλώς κοινωνικοποιεί το υποκείμενο-άνθρωπος, πρεσβεύει την πανανθρώπινη κοινωνία, αλλά αυτή παραμένει στερημένη κόσμου, μένει πολύ πεζή.

Χ.Μ.: Μας παρέχει ο Μαρξ τα μεθοδολογικά και θεωρητικά εργαλεία για να προχωρήσει κανείς πέρα από αυτόν ή και εναντίον του;

Κ.Α.: Μέθοδος και σκέψη δεν χωρίζονται στεγανά, δεν αποτελούν καν δύο οντότητες. Αν αντί για μέθοδο μιλούσα για οδό, θα έλεγα ότι φιλικά, μαζί με τον Μαρξ, μπορεί κανείς να βαδίσει όχι εναντίον του, αλλά πέρα από αυτόν.

Χ.Μ.: Στο βιβλίο σας Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής (σελ. 37) σημειώνετε ότι «η σκέψη του Μαρξ περιέχει επίσης την αρνητικότητα –αυτή την κίνηση ξεπεράσματος– και η αρνητικότητά της περιμένει τη στιγμή της έκρηξης της. Κινητοποιώντας την αρνητικότητα που εμπεριέχει η ίδια η κίνηση της μαρξικής σκέψης, κλονίζουμε τα φράγματα που μπλοκάρουν την αρνητικότητα, καθιστούμε ρευστή την παγίωση της μαρξικής σκέψης». Με βάση τα παραπάνω, πιστεύετε ότι έχετε κινητοποιήσει στο έργο σας και στην κριτική σας στον Μαρξ αυτήν την αρνητικότητα της σκέψης του;

Κ.Α.: Ποτέ κανείς δεν κινητοποιεί αρκετά τη σκέψη αυτού με τον οποίο διαλέγεται. Πάντοτε μένουν σημαντικά κρυφά στοιχεία που δεν έρχονται στο φως. Καμιά σκέψη δεν «ξεπερνιέται». Όλες μαζί μένουν –συνδεδεμένες και χωριστές– στο στερέωμα της σκέψης. Αυτό που μπορούμε να πετύχουμε, χωρίς να ξεχνάμε ότι επιτυχία και αποτυχία δεν χωρίζονται από ένα βάραθρο, είναι να δείξουμε και όχι να αποδείξουμε, ότι πέρα από κάθε σταθμό, μια σκέψη όπως αυτή που δουλεύω μπορεί να οδηγήσει, ανατρέχοντας στην ποιητική σκέψη του Ηράκλειτου, και πέρα από τον Χέγκελ, τον Μαρξ, τον Νίτσε και τον Χάιντεγκερ, σε μια ερωτηματική σκέψη και σε αινιγματικές απαντήσεις.

Χ.Μ.: Ποια νομίζετε ότι υπήρξε η συμβολή σας στην κριτική και ριζοσπαστική σκέψη; Ποια ίχνη, κατά τη γνώμη σας, έχετε αφήσει που μπορούν να φανούν γόνιμα;

Κ.Α.: Προσπάθησα, και λέω προσπάθησα γιατί κάθε σκέψη είναι μια προσπάθεια, να προτείνω μια σκέψη που, μέσα στον ορίζοντα της περιπλάνησης, αποτελεί σκέψη του παιχνιδιού του κόσμου, σκέψη ιστορική, συστηματική και αποτελεσματική, ανοιχτή και πολυδιάστατη, ποιητική και πλανητική, που αντιμετωπίζει κυρίως το διακύβευμα της εποχής:την τεχνική. Το μέλλον αυτής της προσπάθειας δεν μου ανήκει. Ανήκει στο χρόνο.

Χ.Μ.: Έχετε γράψει ότι ο Μαρξ θεωρεί «την υλική ζωή σαν την μόνη αληθινά ανθρώπινη, ενώ η σκέψη και η ποίηση δεν συλλαμβάνονται παρά υπό τις συμβατικές και ιδεολογικές τους μορφές. Έτσι δεν καταλαβαίνει τη σημασία της σκέψης που θέτει τα πάντα υπό ερώτημα και διατηρεί το ερώτημα ανοιχτό, της σκέψης που τολμά να δει ότι κάθε μεγάλη νίκη είναι το πρελούδιο μιας ήττας» («Θέσεις για τον Μαρξ», σελ. 225). Δεδομένου ότι γίνεται λόγος για «ήττα της σκέψης του Μαρξ» ή για «ήττα του σοσιαλιστικού κινήματος», θα μπορούσαμε –με βάση την κατάλληλη διαχείριση της ήττας– να ισχυριστούμε και το αντίθετο, δηλαδή, ότι κάθε μεγάλη ήττα είναι και το πρελούδιο μιας νίκης;

Κ.Α.: Νίκη και ήττα είναι και μένουν αδιαχώριστες, όπως κι αν τοποθετήσει κανείς την καθεμιά τους ως προς την άλλη. Τα μεγάλα πράγματα επιτυγχάνουν αποτυγχάνοντας. Ο ανοιχτός κόσμος που περιέχει κάθε ατομική και ιστορική εμπειρία είναι το λίκνο και ο τάφος κάθε στοχασμού, κάθε εμπειρίας. Και το παιχνίδι συνεχίζεται.

Χ.Μ.: Στο κείμενό σας με τίτλο «Υπάρχει μια μαρξιστική φιλοσοφία» (σελ. 260), διατυπώνετε την άποψη ότι «η Αριστερά στέρεψε μη θέλοντας ή μη μπορώντας ν` αναφέρεται πλέον στο θεμέλιο της παγκόσμιας ιστορίας». Ποιο είναι αυτό το θεμέλιο; Πώς μπορεί  ένα κίνημα που αμφισβητεί τον καπιταλισμό να γνωρίσει πάνω σε τι θεμελιώνεται και σε τι στοχεύει; Μήπως σ’ αυτό το σημείο εστιάζεται και η αδυναμία του «κινήματος ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση» σε σχέση μ’ αυτό που θέλει να κατασκευάσει, να προτείνει ως εναλλακτική λύση;

Κ.Α.: Η παγκόσμια ιστορία ξετυλίγεται από μας, τους ανθρώπους, και συγχρόνως ξεπερνάει αποφασιστικά τις θεωρίες μας, τα σχέδιά μας, τις βουλήσεις μας. Αυτό που ονομάζουμε θεμέλιο ή κίνητρό της χάνεται το ίδιο μέσα στη δίνη της ιστορίας και στην αφάνταστη κούραση αυτής της τόσο εξαντλημένης φάσης της ιστορίας που μέσα της ζούμε, σκεφτόμαστε, δρούμε και πεθαίνουμε. Η υπάρχουσα παγκοσμιοποίηση –στην τρέχουσα έννοια της λέξης, γιατί από την παγκοσμιοποίηση αυτή λείπει αποφασιστικά ο ανοιχτός κόσμος– συμπεριλαμβάνει και αποδυναμώνει τις εναλλακτικές λύσεις. Γιατί αυτές οι ίδιες κινούνται στο ίδιο επίπεδο μ’ εκείνο που καταπολεμούν. Τι μας μένει λοιπόν; Μια ζωντανή επαφή με τη φύση, η φιλικότητα που συμβαδίζει με μια μαχητικότητα, η προσπάθεια μιας ριζικής σκέψης που δεν κλείνεται μέσα στα όρια της, η ερωτική περιπλάνηση, το ξεγύμνωμα του πολιτικού θεάτρου που δεν είναι μόνο θέατρο. Μας μένει η εναργής και κριτική πολιτική συμμετοχή και η ενεργητική ή παθητική πάλη, όπου και όποτε αυτή είναι δυνατή και εφόσον δεν ζητάει αυταπάτες, η αλλαγή επιπέδου από αυτό στο οποίο θέλουν να μας τοποθετήσουν, η άγρυπνη συμμετοχή μας σ’ ένα παιχνίδι που δεν κλείνει κάθε άνοιγμα. Δεν θα έπρεπε να αποφεύγουμε να κάνουμε την εμπειρία αυτού που μας δίνεται και μεταμορφώνεται.

Ο Χρήστος Μέμος διδάσκει Πολιτική Θεωρία στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου York (Μεγάλη Βρετανία), στο οποίο και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα την κριτική των Αξελού, Καστοριάδη και Παπαϊωάννου στον Μαρξ και τον μαρξισμό. Τα πιο πρόσφατα κείμενά του για την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 δημοσιεύθηκαν στα αγγλοσαξωνικά θεωρητικά περιοδικά “Ephemera: theory and politics in organization” και “International Journal of Urban and Regional Research”∙ επίσης, μεταφράστηκαν και δημοσιεύθηκαν στα ισπανικά στο “Herramienta: debate y critica marxista” (Αργεντινή) και “Bajo el Volcán” (Μεξικό)

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s