Η δικαίωση των μεταρρυθμιστών ενός αιώνα

Standard

της Θήντα Σκόπκολ

Η Θήντα Σκόπκολ (γενν. 1947) είναι μια από τις σημαντικότερες αμερικανίδες κοινωνιολόγους. Ένα από τα βασικά  θέματα του έργου της είναι το κοινωνικό κράτος και η δημόσια υγεία στις ΗΠΑ. Το άρθρο (που παρατίθεται εδώ με μικρές περικοπές) δημοσιεύθηκε στο μπλογκ της στις 22.3.2010, λίγες ώρες μετά την υπερψήφιση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων του νομοσχεδίου για την υγεία.

«Ε»

Αλή πασάς: ένας Αλβανός-Οθωμανός πασάς σε μια πόλη του ελληνικού διαφωτισμού

Standard
συνέντευξη του Βασίλη Παναγιωτόπουλου

Ο Αλή πασάς (1788-1822) αποτελεί μια από τις πλέον ισχυρές και ταυτόχρονα αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της ελληνικής (και ασφαλώς και της αλβανικής, οθωμανικής και  βαλκανικής) ιστορίας. Πολλά είναι αυτά που έχουν γραφτεί, από Έλληνες και ξένους, σύγχρονους και μεταγενέστερους, περιηγητές και μελετητές. Ο αντιφατικός χαρακτήρας του, η βαρβαρότητα, τα επιτεύγματα και οι ικανότητές του εξακολουθούν να απασχολούν τους μελετητές και να συντηρούν τον θρύλο του.
Ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού αρχείου του Αλή Πασά (1500 έγγραφα) έχει διασωθεί και φυλάσσεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Πολύ πρόσφατα, έπειτα από εργασία που υπερέβη τα 25 χρόνια,  χάρη στο μόχθο, την επιμονή και την ικανότητα του Βασίλη Παναγιωτόπουλου και των συνεργατών του Δημήτρη Δημητρόπουλου και Παναγιώτη Μιχαηλάρη, το αρχείο αυτό  εκδόθηκε: τέσσερεις επιβλητικοί τόμοι (οι τρεις πρώτοι περιέχουν τα σχολιασμένα έγγραφα, ενώ ο τέταρτος περιέχει την εισαγωγή του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, μια εισαγωγή που έχει αξία αυτοτελούς μελέτης,  το Γλωσάριο και τα Ευρετήρια), που εξέδωσε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Με την πιστή μεταγραφή των εγγράφων, τον συστηματικό υπομνηματισμό, τα εξαντλητικά ευρετήρια και γλωσσάρια, η συνολική αυτή έκδοση του Αρχείου αποτελεί πρώτον, μια μεθοδολογική πρόταση και, δεύτερον,  μια σημαντική συνεισφορά στην ιστορική έρευνα, καθώς φωτίζει μια από τους σπουδαιότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας — ενώ η ελληνοφωνία του Αρχείου (ένα μίγμα δημώδους και  λόγιας γλώσσας,  διάσπαρτο από ελληνοποιημένες τουρκικές και αλβανικές λέξεις) αποτελεί ένα ακόμα παράγοντα που κινεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Με την ευκαιρία της έκδοσης μιλήσαμε με τον ιστορικό Βασίλη Παναγιωτόπουλο.

Η εξέγερση του Αλή πασά και η Ελληνική Επανάσταση: Μια παράλληλη θεώρηση

Standard
του Αλέξη Πολίτη
στον Βασίλη Παναγιωτόπουλο
αντιδάνειο

Joseph Cartwright, Ο Αλή πασάς 1819

Μέρος πρώτο: Από το 1801 μέχρι την Επανάσταση

Να φανταστούμε για λίγο τον χώρο της νότιας βαλκανικής χερσονήσου, από τα μέρη της νότιας Αλβανίας έως τη σημερινή Ελλάδα μαζί και τα παράλια της Μικρασίας, και να μεταφερθούμε νοητά δύο αιώνες και κάτι πιο πίσω, ας πούμε στα 1801. Ο προηγούμενος αιώνας που μόλις έκλεισε είχε φέρει σημαντικές αλλαγές σ’ ολόκληρη την περιοχή: ο πληθυσμός πύκνωσε, κάποιοι μικροί ορεινοί οικισμοί μετατράπηκαν σε πολιτείες, καινούρια χωριά έκαναν την εμφάνισή-τους, καινούρια καλλιεργήσιμα εδάφη είχαν προστεθεί στα παλιά, καθώς οι πλαγιές των βουνών ξεχερσώνονταν και αποκτούσαν πεζούλες, καινούριες καλλιέργειες δημητριακών, όπως το καλαμπόκι, επέτρεπαν περισσότερα πλεονάσματα για το εμπόριο. Και το εμπόριο, άλλωστε, είχε κι αυτό αλλάξει: είχαν πια δημιουργηθεί ελληνόφωνες παροικίες και στη κεντρική Ευρώπη, γύρω από τον Δούναβη και τους παραποτάμους-του, από το Μόναχο και τη Βιέννη ώς το Βουκουρέστι και το Γαλάτσι, και πιο πέρα, ώς το Κισνόβι και την Οδησσό ανατολικά, και ώς τη Λιψία στα δυτικά, καθώς και σε πολλά λιμάνια της Μεσογείου· Τεργέστη, Βενετία, Ανκόνα, Λιβόρνο, Μασσαλία. Ένα δίκτυο ελληνόφωνων εμπόρων στην κεντρική Ευρώπη, λοιπόν, με ανταποκριτές στα ελληνικά κέντρα –Θεσσαλονίκη, Γιάννινα, Πήλιο, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη– αλλά και στην ενδοχώρα, που στα 1801, τη συμβατική-μας χρονιά, είχε επαρκώς στερεωθεί, παρά τον διαρκή ανταγωνισμό με τους Ευρωπαίους, καθώς μια εμπορική τάξη διαμόρφωνε τώρα ένα ισχυρό δικό-της πρόσωπο.

Ν.Μπελογιάννης: Ο ρόλος του ΔΟΕ

Standard

Ο ΔΟΕ είναι ένα από τα δώρα που χάρισε στην Ελλάδα η πολιτική των αστοκοτζαμπάσηδων και το ξένο κεφάλαιο. Είναι το σήμα κατατεθέν της ιεράς συμμαχίας των ντόπιων με τους ξένους κεφαλαιούχους. Όλος ο κόσμος βουίζει πως η επιβουλή του αποτέλεσε και αποτελεί σοβαρή μείωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας. Και όμως εμείς, η «επίσημη» Ελλάδα, καμαρώνουμε γιατί τάχα ο ΔΟΕ έσωσε την Ελλάδα!

Δεν είναι λίγοι οι αστοί πολιτικοί και οικονομολόγοι που τον υμνήσανε και τον δοξολογήσανε επειδή, καθώς λένε, έσωσε τον τόπο μας από την οικονομική καταστροφή.

Ανάφερα αρκετά στο κεφάλαιο που περιγράφω τον τρόπο της επιβολής του. Ακόμα κι ο Άγγελος Αγγελόπουλος το 1937 έγραφε ότι «η εγκαθίδρυσις του ελέγχου είχεν αναμφισβητήτως αγαθά αποτελέσματα επί της ελληνικής οικονομίας». Συνέχεια ανάγνωσης

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Ο Νίκος Μπελογιάννης και το ξένο κεφάλαιο

Standard

του  Γιάννη Αντωνίου

Τις μέρες αυτές κυκλοφορεί, σε νέα επιμελημένη έκδοση, από τις εκδόσεις «Άγρα», η μελέτη του Νίκου Μπελογιάννη Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα, έκδοση η οποία βασίζεται σε δύο νέα χειρόγραφα (το πρωτότυπο του Νίκου Μπελογιάννη και ένα αντίγραφο), που βρέθηκαν το 2006: την περιπέτεια αυτή αφηγείται γλαφυρά στον Πρόλογο ο γιος του συγγραφέα, Νίκος Μπελογιάννης. Με μεγάλη χαρά και συγκίνηση, δημοσιεύουμε σήμερα ένα άρθρο του Γιάννη Αντωνίου, ο οποίος έχει γράψει και την εισαγωγή στον τόμο, καθώς και ένα απόσπασμα από το κείμενο Μπελογιάννη.
Τη Μεγάλη Τρίτη 30 Μαρτίου, στη Στοά του Βιβλίου (ώρα 12.30) θα παρουσιαστούν Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα και το Σχέδιο για μια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας του Νίκου Μπελογιάννη, καθώς και το βιβλίο της Έλλης Παππά «Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία και εκτός μαυσωλείου». Η εκδήλωση έχει χαρακτήρα φιλολογικού μνημοσύνου, καθώς πραγματοποιείται την επέτειο της εκτέλεσης του Νίκου Μπελογιάννη. Θα μιλήσουν ο Γιάννης Αντωνίου (ιστορικός), η Χριστίνα Ντουνιά (συγγραφέας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων) και ο Νίκος Μπελογιάννης (χημικός μηχανικός), ενώ αποσπάσματα θα διαβάσει ο ηθοποιός Νίκος Καραμίχος.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αντιφάσεις του νεοφιλελεύθερου κράτους

Standard

του Τζων Γκραίυ

Ο Τζων Γκραίυ (γενν. 1948) πολιτικός φιλόσοφος και μέχρι πρόσφατα καθηγητής ευρωπαϊκής σκέψης στο London School of Economics, ξεκίνησε την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του μελετώντας το έργο του Τζων Στιουαρτ Μιλ και του Φρήντριχ Χάγιεκ. Τη δεκαετία του 1980 υπήρξε ένθερμος οπαδός του φιλελευθερισμού και της κυβέρνησης Θάτσερ, στη συνέχεια όμως αποτέλεσε έναν από τους πιο σφοδρούς κριτικούς της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Στα ελληνικά κυκλοφορούν πέντε βιβλία του,  με γνωστότερο την Απατηλή αυγή (εκδ. Πόλις). Το βιβλιοκριτικό δοκίμιο που ακολουθεί εκκινεί από το έργο τού Raymont Plant The Neoliberal State (Oxford University Press, 2009) και δημοσιεύθηκε, με τίτλο «The nanny diaries», στο New Statesman, στις 7.1.2010. Συνέχεια ανάγνωσης

Της αμύνης τα λεφτά

Standard

Έργο του Ντέιβιντ ΜακΚή από το βιβλίο του «Οι κατακτητές», Εστία, Αθήνα 2004.

του Δημήτρη Χασάπη

Η οικονομική ύφεση και οι δυσμενείς επιπτώσεις της στη δημοσιονομική κατάσταση, ιδίως των αναπτυγμένων χωρών, δεν είχε καμία επίπτωση στις στρατιωτικές δαπάνες.  Όπως διαπιστώνεται σε πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI Yearbook 2009. Armaments, Disarmament and International Security, Stockholm International Peace Research Institute), το συνολικό ποσό των στρατιωτικών δαπανών αυξάνεται σταθερά και σημαντικά, ανεπηρέαστο από τις οικονομικές κρίσεις, παρουσιάζοντας κατά την τελευταία δεκαετία αύξηση σε παγκόσμιο επίπεδο κατά 45%, με σημαντικές βέβαια διακυμάνσεις κατά περιοχή. Συνέχεια ανάγνωσης

Βρετανία: τα πανεπιστήμια ως φαστ φουντ

Standard

Hans Sebald Beham, «Η Αφροδίτη κρατά το νεκρό σώμα του Άδωνη», 16oς αι. (Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι).

του Άντονυ Γκράφτον

Τα βρετανικά πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν  μια ιδεολογική και πνευματική. Εδώ και τριάντα χρόνια, οι πολιτικοί του Συντηρητικού και του Εργατικού Κόμματος, γραφειοκράτες, και «μάνατζερ» έχουν πελεκήσει τα παραδοσιακά θεμέλια της ακαδημαϊκής ζωής. Αν οι πανεπιστημιακές πολιτικές και πρακτικές δεν αλλάξουν σύντομα, η ζημιά θα είναι ανεπανόρθωτη.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 βρέθηκα για λίγο, με ένα πρόγραμμα ανταλλαγών φοιτητής, στο University College του Λονδίνου ενώ αργότερα ήμουν τακτικός επισκέπτης στο Warburg Institute την Οξφόρδη και το Καίμπριτζ: τότε –όπως και πολλοί άλλοι Αμερικανοί στον κλάδο των ανθρωπιστικών επιστημών–ζήλευα τους συναδέλφους που δίδασκαν στα βρετανικά πανεπιστήμια. Τα γραφεία μας είχαν πλαστικά δάπεδα· τα δικά τους ήταν στρωμένα με χαλιά. Καθόμασταν άβολα στα κλασικά ξύλινα γραφεία· αυτοί κάθονταν με τους φοιτητές τους σε άνετες πολυθρόνες, προσφέροντάς τους τσέρι και άλλα ηδύποτα. Πάνω απ’ όλα όμως, αισθανόμασταν διαρκώς τη μόνιμη  πίεση να κάνουμε πάντα το πιο καινούργιο, και μόνο αυτό, δείχνοντας σε όλο τον κόσμο ότι είμαστε αενάως καινοτόμοι, έχουμε διεπιστημονικό πνεύμα και υψηλή παραγωγικότητα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ποιος φοβάται τη σεξουαλικότητα;

Standard

της Βενετίας Καντσά

Ανιόλο Μπροντζίνο, «Αλληγορία του χρόνου» (λεπτομέρεια), 1545

Η ενασχόληση με τη σεξουαλικότητα δεν είναι κάτι νέο. Στο πλαίσιο του «δεύτερου» κύματος του φεμινισμού, τα ζητήματα της σεξουαλικότητας και της ετεροφυλοφιλίας αναδείχθηκαν σε κεντρικό ζήτημα συζητήσεων και αντιπαραθέσεων ανάμεσα στις φεμινίστριες. Aν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 τα θέματα τα οποία απασχολούσαν το γυναικείο κίνημα σχετικά με τη σεξουαλικότητα ήταν κυρίως η υπεράσπιση του δικαιώματος των γυναικών στην προσωπική ερωτική τους ικανοποίηση και η νομική κάλυψη απέναντι σε ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, δηλαδή το δικαίωμα στην άμβλωση, η συζήτηση για την πολιτική διάσταση της σεξουαλικότητας στη δεκαετία του 1970 αφορούσε τον τρόπο με τον οποίο η πατριαρχία δομεί τη γυναικεία σεξουαλικότητα και ενδιαφερόταν για τη δυνατότητα και δυναμική μιας αυτόνομης γυναικείας σεξουαλικής επιθυμίας.

Την ίδια περίοδο, ο χώρος των κοινωνικών επιστημών γνωρίζει, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές του 1970, στην Ευρώπη και κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα έντονο ενδιαφέρον για θέματα που σχετίζονται με την ομοφυλοφιλία, ως συνέπεια, σε μεγάλο βαθμό, των πολιτικών κινητοποιήσεων, των αγώνων και των διεκδικήσεων του ομοφυλόφιλου κινήματος. Συνέχεια ανάγνωσης

Ασκήσεις στη «Δημόσια Οικονομική Ι» και κατευθύνσεις πολιτικής

Standard
του Γαβριήλ Σακελλαρίδη

Αμεντέο Μοντιλιάνι, «Καθιστή Καρυάτιδα που ακουμπάει στα τακούνια της», 1911-1913

Το άρθρο αντλεί την έμπνευσή του από μια άσκηση που καλούνται να λύσουν οι φοιτητές στο πλαίσιο του μαθήματος «Δημόσια Οικονομική», το οποίο διδάσκεται σε κάποιο τμήμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σκοπός του δεν είναι να ασκήσει κριτική επιστημονικού τύπου σε όσα διδάσκονται στα Πανεπιστήμια, αλλά να καταδείξει ότι ο τρόπος με τον οποίο τελικά τίθενται τα ερωτήματα –είτε σε εκκολαπτόμενους οικονομολόγους από τους καθηγητές τους είτε σε υπουργούς Οικονομικών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή– είναι καθοριστικός για τις απαντήσεις που θα δοθούν. Και το σημείο αυτό είναι εξαιρετικά σοβαρό, όχι τόσο όταν από την απάντηση εξαρτάται ο βαθμός κάποιου φοιτητή σε μια εξεταστική, αλλά όταν αυτή η απάντηση δεσμεύει την κατεύθυνση μιας ολόκληρης οικονομικής πολιτικής μιας χώρας.
Πιο συγκεκριμένα λοιπόν, η άσκηση δίνει έναν μαθηματικό τύπο που συνδέει το πραγματικό χρέος μιας οικονομίας με τα επιτόκια, τον πληθωρισμό, το δημοσιονομικό έλλειμμα και τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Και αφού δίνει στην εκφώνηση το μέγεθος του χρέους, τα επιτόκια, τον πληθωρισμό και τον ρυθμό μεγέθυνσης της Ελλάδας, ρωτάει ποιο πρέπει να είναι το δημοσιονομικό πλεόνασμα ή έλλειμμα, ώστε το δημόσιο χρέος να πιάσει το όριο του Συμφώνου Σταθερότητας, που είναι 60% του ΑΕΠ. Συνέχεια ανάγνωσης

Η διαμόρφωση του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη:

Standard

της Αριαδνης Βοζανη

 

Εργασίες εκχωμάτωσης για τη διαμόρφωση του μνημείου, 1929 (Συλλογή Π. Πουλίδη-Αρχείο ΕΡΤ)

Εργασίες εκχωμάτωσης για τη διαμόρφωση του μνημείου, 1929 (Συλλογή Π. Πουλίδη-Αρχείο ΕΡΤ)

Την ημέρα της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου του 1932 αποδίδεται στην πόλη της Αθήνας το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Η ολοήμερη τελετή των εγκαινίων του μνημείου, με παρόντες όλους τους θεσμικούς εκπρόσωπους του κράτους, περιελάμβανε αρχικά δοξολογία και κατάθεση στεφάνων από τον Πρόεδρο της Βουλής και τους υπουργούς Ενόπλων Δυνάμεων της Ελλάδας, αλλά και αντιπρόσωπους πολλών ξένων κρατών. Ακολούθησε παρέλαση, και τα αποκαλυπτήρια του μνημείου συνόδευσαν 21 κανονιοβολισμοί από τον Λυκαβηττό και πτήση 38 αεροπλάνων. Ο εορτασμός συνεχίστηκε το βράδυ με στρατιωτική λαμπαδηφορία 3.000 οπλιτών και 500 ευζώνων μετά μουσικής και επιπλέον με τη φωταγώγηση, για πρώτη φορά, του Παρθενώνα, του Ερεχθείου και του Ναού της Απτέρου Νίκης.

Ο λαμπρός αυτός εορτασμός επιχειρεί να «κλείσει την αυλαία» σε μια σειρά διαμάχες που προκλήθηκαν με αφορμή το μνημείο, αλλά ουσιαστικά αντανακλούσαν σε μεγάλο βαθμό ιδεολογικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής και συνοδεύουν αναπόφευκτα τις επιλογές σχεδιασμού δημόσιου χώρου, ιδιαίτερα όταν επιχειρεί να διαχειριστεί ζητήματα μνήμης. Συνέχεια ανάγνωσης

Η επιστροφή του δόγματος «business as usual»

Standard

Έπειτα από μακρά περίοδο κυοφορίας και προεργασιών, κυκλοφορεί το «Μπλόκο», περιοδική έκδοση του ΣΥΡΙΖΑ. Το «τεύχος 0» (όπως ονομάζεται το πρώτο, δοκιμαστικό τεύχος) θα βρίσκεται από αύριο Δευτέρα 22 Μαρτίου στα περίπτερα. Από την πλούσια ύλη του, σημειώνουμε τις ακόλουθες θεματικές: για το μέτωπο πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων στην Ευρώπη, τον νόμο για την ιθαγένεια, την καμπάνια για την επισφάλεια, το τρίπτυχο κρατική καταστολή-επιτήρηση-αστικός έλεγχος. Επίσης, τον φάκελο για την οικονομική κρίση και τις απαντήσεις της Αριστεράς, το «Μπλοκ Ιδεών» (με άρθρα για τον Χάουαρντ Ζιν και τον Ντανιέλ Μπενσαΐντ) και την ενότητα για τον Γιάννη Μόραλη. Τέλος, την εκτενή κάλυψη τοπικών δραστηριοτήτων του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την Ελλάδα, καθώς και των παρεμβάσεων για το περιβάλλον.

Μαζί με τις ευχές μας για μακροημέρευση του εγχειρήματος, προδημοσιεύουμε σήμερα μετά χαράς το άρθρο του Bob Jessop (καθηγητή κοινωνιολογίας και πολιτικής θεωρίας στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, γνωστού στην Ελλάδα, εκτός των άλλων από την ενασχόλησή του με το έργο του Νίκου Πουλαντζά), το οποίο γράφτηκε ειδικά για το «Μπλόκο».

«E»

του Μπομπ Τζέσοπ

Ανρί Ματίς, «Αυτός που καταπίνει σπαθιά», 1943-1946

Ανρί Ματίς, «Αυτός που καταπίνει σπαθιά», 1943-1946

Η παγκόσμια οικονομική κρίση έφερε στο προσκήνιο αμέτρητες ερμηνείες, στρατηγικά σχέδια και πολιτικές προτάσεις. Όλα αυτά συγκρότησαν ένα ευρύ φάσμα, που περιλαμβάνει από ισχυρισμούς περί τελικής κρίσης του καπιταλισμού μέχρι ευφάνταστα ιδεολογήματα που μιλούν για μια προσωρινή κατάσταση στο εσωτερικό μιας, κατά τα άλλα, εύρυθμης και αυτορυθμιζόμενης αγοράς. Το πιο ενδιαφέρον πολιτικό αποτέλεσμα είναι ότι η οικονομική κρίση ευνόησε τη συγκέντρωση ισχύος στα χέρια ενός μικρού αριθμού τεχνοκρατών, δηλαδή στους «συνήθεις υπόπτους», οι οποίοι ήξεραν πού ήταν θαμμένα τα πτώματα γιατί τα είχαν θάψει οι ίδιοι. Επιπλέον, οι τεχνοκράτες αυτοί προώθησαν τη συγκέντρωση του χρηματιστικού κεφαλαίου και έστρεψαν το κόστος της κρίσης προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και τις λαϊκές μάζες. Η συνθήκη αυτή αποτελεί σχεδόν πιστή εφαρμογή εγχειριδίου οικονομίας για τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό. Επίσης, αποτελεί παραδειγματική εφαρμογή αυτού που ονομάζεται, με την κλασική ορολογία, «δικτατορία» μικρής διάρκειας, κατά την οποία το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη διαχείριση κρίσεων, με σκοπό, υποτίθεται, την επιστροφή στην κανονικότητα μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, έχω την αίσθηση πως η κατάσταση αυτή θα συμβάλει περαιτέρω στην τάση προς τον «αυταρχικό κρατισμό» κατά την ορολογία του Πουλαντζά. Συνέχεια ανάγνωσης

Από δω και πέρα, εμπρός για μια Ελλάδα νέα…

Standard

Του Νίκου Κοταρίδη

Μια από τις πλέον δοκιμασμένες μεθόδους της εξουσίας είναι η απονομιμοποίηση των κοινωνικών διεκδικήσεων, μέσω της δημιουργίας εντάσεων στο εσωτερικό των εργαζομένων. Έγινε πια του συρμού και η πλέον ακραία εκδοχή αυτής της προπαγάνδας, το σκοτεινό μοτίβο «Έλληνες που χάνουν τη δουλειά τους – Ξένοι που παίρνουν τις δουλειές». Τώρα υποδαυλίζουν την ένταση ανάμεσα σε «δημοσίους υπαλλήλους, μήνας μπαίνει-μήνας βγαίνει» και «ξεκρέμαστους, εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα». Η Αριστερά βεβαίως αντιστάθηκε σθεναρά σε παρόμοιες προπαγανδιστικές εκστρατείες. Άξια Εστί η Αριστερά μας, και να το λέμε, που σηκώνει τις σημαίες της αλληλεγγύης και αποστρέφεται τη χαζομάρα εκείνων των αναλύσεων που ενοχοποιούν τα θύματα. Κι ας χάσουμε πάλι, τώρα που η ενοχοποίηση των εργαζομένων φέρνει και πάλι την Αριστερά στην τραγική θέση να εξαντλείται σε αυτονόητα.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, εξαγγέλλοντας πανηγυρικά την καταπολέμηση της διαφθοράς, θεσμοθετεί την απεχθή και αδιανόητη για τον πολιτισμό μας «ρουφιανιά του απατεώνα», η οποία εκτείνεται πλέον πέραν της συνδρομής στον Χρυσοχοΐδη και εγγίζει το σκασιαρχείο των υπαλλήλων. Και επειδή η Αριστερά ούτε υπέρ των τρομοκρατών ήταν τότε ούτε υπέρ των κοπανατζήδων είναι τώρα, είμαι βέβαιος ότι οι νομικοί μας θα απαντήσουν δεόντως.

Φερνάν Λεζέ, "Αφηνιασμένη αγελάδα"

Φερνάν Λεζέ, «Αφηνιασμένη αγελάδα»

Βέβαια, καμιά από τις διαδικασίες που προτείνει ο κ. υπουργός δεν μπορεί να εντοπίσει, να κατονομάσει και να καταλογίσει ευθύνες για το «πώς και πόθεν έσχεν» τη δύναμή του το ΠΑΣΟΚ ούτε το «πόθεν έσχε το δικό του πολιτικό κεφάλαιο» καθένας από αυτούς. Ούτε βεβαίως θα αναζητήσει (για να μην ξεχνάμε και τη Ζήμενς) «πρόθυμους πληροφοριοδότες» στα κόμματα. Όμως, τα αμφίβολης δημοκρατικής νομιμοποίησης μέτρα του υπουργού έχουν εδραίες αναφορές στην καθημερινότητα, στο σκοτεινό, τηλεοπτικό και ανορθολογικό πίσω μέρος του μυαλού των ανθρώπων. Η εξουσία ξέρει, εξού και η διατύπωση του παράδοξου διλήμματος: «υπέρ της τιμωρίας των διεφθαρμένων διά της ρουφιανιάς» ή «υπέρ της διαιώνισης της διαφθοράς», ανάλογο του μπερλοσκουνικού: «Κυκλοφορία του μαύρου χρήματος» ή «έλλειψη ρευστότητας στην αγορά»; Συνέχεια ανάγνωσης

Άμετρα μέτρα

Standard

του Νίκου Σαραντάκου

Άλλες φορές ψάχνεις πολύ να βρεις μια λέξη που να ξεχωρίζει από την τρέχουσα επικαιρότητα, τούτον το μήνα όμως είναι πανεύκολο, μια και υπάρχει μια λέξη πανταχού παρούσα: μέτρα. Μέτρα πρόσθετα απαιτούν οι Βρυξέλλες, μέτρα σκληρά έφερε στις βαλίτσες του ο Επίτροπος Όλι Ρεν, και τελικά η αναμενόμενη για τον Μάρτη (και γδάρτη) νέα ομοβροντία μέτρων, «με όποιο κόστος και πόνο», έπεσε προχτές: αύξηση φόρων, περικοπή επιδομάτων κι αποχαιρέτα τον, τον δέκατο τέταρτο που χάνεις· κι αν αυτά δεν φτάσουν, το πρόγραμμα προβλέπει άρση μονιμότητας και ορίου απολύσεων και αύξηση χρόνου συνταξιοδότησης.

 Μέσα σ’ αυτή τη μετρολαγνεία των κυβερνώντων –και πριν μας πιάσει μετροφοβία– ας διερευνήσουμε την ιστορία της λέξης. Η λέξη είναι αρχαία, ήδη ομηρική. Στον Όμηρο τα μέτρα είναι μονάδα μέτρησης της χωρητικότητας, όμως αλλού η λέξη χρησιμοποιείται στη στιχουργική (όπως και σήμερα), σημαίνει επίσης το μέτρο σύγκρισης, τον κανόνα· αλλά η διασημότερη αρχαία σημασία της λέξης μέτρον είναι η αρμόζουσα αναλογία, η συμμετρία, και το «μέτρον άριστον» που είπε ο Κλεόβουλος ο Λίνδιος και που εσείς κι εγώ το μάθαμε στο σχολείο «παν μέτρον άριστον» και που μπορεί σήμερα κάποιος λαθοθήρας να σας πει πως είναι λάθος να το λέτε έτσι.

Θα διαφωνήσω, διότι ναι μεν η αρχική μορφή της έκφρασης ήταν «μέτρον άριστον», αλλά αν κοιτάξουμε στην αρχαία και βυζαντινή γραμματεία θα δούμε ότι η έκφραση «παν μέτρον άριστον» είχε γίνει παροιμιακή ήδη από τα χρόνια του Μεγάλου Βασιλείου (ο οποίος τελειώνοντας μια επιστολή του γράφει: Αλλ’ ευχαριστήσαντες Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι πέρας επιθώμεν τω γράμματι, επειδή παν μέτρον άριστον, και η παροιμία φησίν, και επίσης «παν μέτρον άριστον» βρίσκουμε σε μια σειρά συγγραφείς (Ιωάννης Δαμασκηνός, Γ. Χοιροβοσκός, Μ. Ψελλός, Ν. Γρηγοράς), που μας πείθουν ότι εδώ και 1600 χρόνια η έκφραση είναι στο στόμα του λαού με τη μορφή «παν μέτρον άριστον», οπότε το να τη θεωρούμε λάθος δείχνει, θαρρώ, έλλειψη του μέτρου. Αλλά παρασύρθηκα. Συνέχεια ανάγνωσης

Η επιστροφή του Κατοχικού Δανείου: Ποιος έχει δίκιο σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο;

Standard

Του Αντώνη Μπρεδήμα

Τις τελευταίες μέρες, και με αφορμή τα γραφέντα σε μέρος του γερμανικού Τύπου σε βάρος τις Ελλάδας, ανασύρθηκαν από τα παλιά τεφτέρια οι απαιτήσεις της Ελλάδας από τη Γερμανία για τις πολεμικές επανορθώσεις και το Κατοχικό Δάνειο. «Παλιά τεφτέρια» για τις εκάστοτε, μετά το 1997, κυβερνήσεις, αν και σταθερά στην ατζέντα οργανώσεων όπως αυτή της οποίας προεδρεύει ο Μανώλης Γλέζος. Από την άλλη πλευρά, τη γερμανική, επαναπροβλήθηκε το χιλιομασημένο επιχείρημα της εξόφλησης των ελληνικών απαιτήσεων το 1961, ύψους 115 εκ. μάρκων. Σε κυβερνητικό επίπεδο είχαμε μια –πιθανότατα «στημένη»– απόκλιση θέσεων, με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης να θέτει το θέμα της επιστροφής του Κατοχικού Δανείου και την κυβέρνηση να «κρατά ανοικτό» το θέμα για το μέλλον. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν το ζήτημα του Κατοχικού Δανείου έχει πολιτική και μόνο διάσταση, όπως η περίπτωση των πολεμικών επανορθώσεων, ή εδράζεται σταθερά στους κανόνες του διεθνούς δικαίου.

Η σβάστικα κυματίζει στην Ακρόπολη (Βundesarchiv, Koblenz)

Η σβάστικα κυματίζει στην Ακρόπολη (Βundesarchiv, Koblenz)

Καταρχάς, θα πρέπει να λεχθεί ότι το Κατοχικό Δάνειο αποτελεί πράγματι «δάνειο», παρά το γεγονός ότι επιβλήθηκε στην Ελλάδα από τις δυνάμεις κατοχής (αναγκαστικό δάνειο). Στο νομικό επίπεδο, οι δυνάμεις κατοχής (Γερμανία, Ιταλία) είχαν τη δυνατότητα να αποσπάσουν από την Ελλάδα τα ποσά του δανείου ως «έξοδα κατοχής». Όμως, η ίδια η Γερμανία συνειδητοποίησε ότι η διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας στην Ελλάδα ήταν η προϋπόθεση για την ισχυροποίησή της στη χώρα, ιδιαίτερα μετά τις εξελίξεις στο μέτωπο της Β. Αφρικής. Και αυτό δεν θα ήταν κατορθωτό με τη συνέχιση της αφαίμαξης από την Ελλάδα αυτών των τεράστιων ποσών (το κόστος κατοχής για την Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 114% του ΑΕΠ της, ενώ σε άλλες κατεχόμενες χώρες το ποσοστό αυτό ήταν: 18% για την Ολλανδία, 24% για το Βέλγιο και 69% για τη Νορβηγία). Έτσι, προκειμένου να συνεχιστεί η χρηματοδότηση των στρατιωτικών δυνάμεων της Γερμανίας στην Ελλάδα (αλλά στην πράξη και σε άλλες περιοχές, όπως λ.χ. στη Βόρεια Αφρική), χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος του δανείου, ώστε να «ελαφρυνθεί» η κοινωνική πίεση σε βάρος των Ελλήνων, αφού τα δανεικά θα επιστρέφονταν κάποια στιγμή. Συνέχεια ανάγνωσης

Τα διλήμματα μιας αριστερής στρατηγικής για την Ευρώπη και ο ΣΥΡΙΖΑ

Standard

Μια συζήτηση των «Ενθεμάτων» με τον Γεράσιμο Μοσχονά

Το δίλημμα «προγραμματική» ή «αντισυστημική» αντιπολίτευση είναι ψευδές

Ένα από τα θέματα που απασχολούν τη συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα είναι «προγραμματική» ή «αντισυστημική» αντιπολίτευση. Το θίξατε πρόσφατα σε μια ομιλία σας.

Οι εκλογείς δεν διαβάζουν τα μακροσκελή προγράμματα. Επηρεάζονται όμως από τα «μεγάλα θέματα», από τις μεγάλες κεντρικές προτάσεις ενός κόμματος, όπως αυτές αναδεικνύονται από τους ηγέτες και τη δημόσια δράση του κόμματος, επηρεάζονται από τους ξεκάθαρους στόχους και τις ισχυρές ιδέες για την πορεία μιας χώρας ή ενός κοινωνικού τομέα. Οι πολιτικές ταυτότητες συγκροτούνται και μεταλλάσσονται γύρω από προγραμματικά και ιδεολογικά «κομβικά σημεία» που προσφέρουν στη κοινωνία προτάσεις πολιτικής για το παρόν και το μέλλον. Μια από τις διαδεδομένες πλάνες της εποχής μας είναι ότι τα προγράμματα «δεν μετράνε». Νομίζω ότι τα κομματικά προγράμματα μετράνε σήμερα περισσότερο από ποτέ. Έστω και αν τα διαβάζουν ελάχιστοι, διότι πράγματι μόνο ελάχιστοι τα διαβάζουν.

Καθώς οι ισχυροί δεσμοί που ιστορικά έδιναν ταυτότητα και συνοχή στα αριστερά κόμματα, δεσμοί ταξικοί, ιδεολογικοί, πολιτισμικοί και οργανωτικοί, έχουν σημαντικά υποχωρήσει, το πρόγραμμα, οι προτάσεις και δεσμεύσεις πολιτικής γίνονται, περισσότερο απ’ ό,τι στο παρελθόν, φορείς του συλλογικού «εμείς». Γίνονται κρίσιμα στοιχεία της κομματικής ταυτότητας, όπως και της εκλογικής δυναμικής ενός χώρου. 

Όμως τα προγραμματικά κείμενα συχνά περιλαμβάνουν τα πάντα και τίποτα…

6neoΤο «έχουμε πρόγραμμα» είναι από τις μεγάλες παρανοήσεις που κυκλοφορούν στην πολιτική αγορά. Το πρόγραμμα που «χάνεται» σε πολλά μικρά «project» χωρίς κεντρικό στόχο, που δεν έχει υψηλή «συγκέντρωση πυρός», που δεν έχει αιχμηρό κέντρο και συμπαγείς –δηλαδή επεξεργασμένες– προτάσεις πολιτικής, στερείται πολιτικού «μύθου» αλλά και εκλογικής αποτελεσματικότητας. Το πρόγραμμα πρέπει να έχει λίγες και μεγάλες κεντρικές αιχμές (3-4, όχι παραπάνω), «big issues» θα έλεγαν οι Αμερικανοί. Εάν δεν έχει κεντρικές αιχμές δεν είναι πρόγραμμα, εάν έχει πολλές είναι σαν να μην έχει καμία. Συνέχεια ανάγνωσης

Για τη σεξουαλικότητα και το φύλο: μαθήματα στο πανεπιστήμιο

Standard

Δημοσιεύουμε σήμερα το κείμενο της Αλεξάνδρας Μπακαλάκη «Για τη σεξουαλικότητα και το φύλο: μαθήματα στο πανεπιστήμιο», επεξεργασμένη μορφή ομιλίας στο δεύτερο πανελλήνιο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Γυναικών Πανεπιστημιακών με τίτλο «Το φύλο στη διδασκαλία. Επιστημολογικά και παιδαγωγικά ζητήματα» (Θεσσαλονίκη, 5-6.2.2010). Την προηγούμενη Κυριακή είχε δημοσιευτεί στα «Ενθέματα» το κείμενο της Ελένης Γιαννακοπούλου «Από το φεμινιστικό κίνημα στο θεσμοθετημένο  φεμινισμό». Πρόθεσή μας είναι, το επόμενο διάστημα, να ακολουθήσουν και άλλα κείμενα, πρωτότυπα και μεταφρασμένα, σε μια προσπάθεια στοχασμού γύρω από ζητήματα σχετικά με το κοινωνικό φύλο, τις έμφυλες ταυτότητες και το σύγχρονο φεμινιστικό κίνημα.

«Ε»

της Αλεξανδρας Μπακαλακη

 

Έργο του Ρόμπερτ Μπέρενυ

Έργο του Ρόμπερτ Μπέρενυ

Τα πανεπιστημιακά μαθήματα που αφορούν τη σεξουαλικότητα και το φύλο θεωρούνται συνήθως «λίγα». Ως προς αυτό συμφωνούν τόσο εκείνοι/ες που ανησυχούν για την ενδεχόμενη αύξησή τους, όσο και εκείνοι/ες που τη θεωρούν ευκταία. Ανήκοντας στη δεύτερη κατηγορία, και με βάση τη διδακτική μου εμπειρία, θα προσπαθήσω να εξετάσω κριτικά την αντίληψη ότι, ως εκ του ιδιαίτερου αντικειμένου τους, τα μαθήματα αυτά αφορούν, και πρέπει να αφορούν, κυρίως τα προσωπικά βιώματα και τις σχέσεις των φοιτητ(ρι)ών και να υποστηρίξω ότι η ιδέα αυτή ανταποκρίνεται σε ορισμένες κυρίαρχες πολιτισμικές αντιλήψεις, τις οποίες θα πρέπει να επανεξετάσουμε.

Ο αριθμός των φοιτητ(ρι)ών που επιλέγουν τα μαθήματα κοινωνικής ανθρωπολογίας του φύλου, του σώματος και της σεξουαλικότητας, τα οποία διδάσκω, δεν διαφέρει από εκείνον των εγγεγραμμένων σε μαθήματά μου που έχουν περισσότερο «συμβατικούς» τίτλους. Και στις δυο περιπτώσεις, τα παιδιά γράφονται στα μαθήματα χωρίς προηγουμένως να έχουν διαβάσει τις περιγραφές τους στον οδηγό σπουδών. Όπως και στα άλλα μαθήματα, τα περισσότερα δεν παρακολουθούν. Στην περίπτωσή μου τουλάχιστον λοιπόν, η «διαφορετικότητα» των μαθημάτων για το φύλο και τη σεξουαλικότητα δεν αντανακλάται σε ποσοτικές ή ποιοτικές διαφορές σε ό,τι αφορά τη ζήτησή τους εν σχέσει με άλλα μαθήματα. Συνέχεια ανάγνωσης

Γιατί οι Πακιστανοί δεν είναι Έλληνες;

Standard

Του Γιώργου Φουρτούνη

H έννοια του έθνους διαρκώς αμφιρρέπει ανάμεσα σε δύο σημασίες: από τη μια πλευρά, το έθνος ως ομογενοποίηση και αποκλεισμός, ως αιτία και αποτέλεσμα εθνοκάθαρσης (ως διαρκής εθνοκάθαρση ενδεχομένως), που αναζητά φαντασιακά τη θεμελίωσή της σε μια υπερβατική ουσία του έθνους και της εθνικότητας (φυλετική, πολιτισμική ή ό,τι άλλο)∙ από την άλλη, το έθνος ως έννοια της οποίας η ένταση και η έκταση (που θα έλεγαν οι φιλόσοφοι), δηλαδή το τι είναι έθνος και το ποιοι ανήκουν σε αυτό, ορίζεται από πολιτικές διαδικασίες, μια οντότητα ή ένα «σώμα» που συγκροτείται και διαρκώς ανασυγκροτείται πολιτικά (το έθνος ως διαρκής «συνέλευση»). Παρόλο που οι δύο σημασίες μοιάζουν αξεδιάλυτες, έτσι που το έθνος να μην μπορεί να ξεφύγει από το πεδίο έντασης που ορίζουν, ωστόσο αυτές είναι, τουλάχιστον στην λογικώς αμιγή εκδοχή τους, απολύτως αντιτιθέμενες: η μια αποκλείει την άλλη. Το έθνος ως πολιτική κοινότητα ή πολιτικό σώμα είναι η ριζική άρνηση του έθνους ως ουσίας, η άρνηση της υποστασιοποίησης του έθνους και κατ’ επέκταση της εθνικότητας: δεν είναι κατά κανένα τρόπο δεδομένο ότι κάποιοι δεν (μπορούν να) ανήκουν στο έθνος∙ αντιθέτως, αυτό είναι πάντοτε ένα ανοικτό πολιτικό ζήτημα και διακύβευμα.

Φωτογραφία του Izis, Παρίσι 1950

Φωτογραφία του Izis, Παρίσι 1950

Βεβαίως, δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με ολόκληρη την ιστορία και την πραγματικότητα του έθνους∙ αντιλήψεις είναι όλα αυτά, ιδέες, με μια λέξη: ιδεολογίες. Και γνωρίζουμε ότι οι ιδεολογίες δεν καταλαβαίνουν από λογικές καθαρότητες και αντιφάσεις. Γνωρίζουμε επίσης ότι οι ιστορικές ιδεολογίες είναι πάντοτε συγκροτητικές των αντίστοιχων πραγματικοτήτων. Υπαινίσσομαι εδώ, με όλες τις οφειλόμενες επιφυλάξεις κάποιου που δεν διεκδικεί αρμοδιότητα επί του θέματος, ότι η σημασιολογική αμφισημία του έθνους συστοιχεί με την καταστατική και αέναη, πραγματική πόλωση των νεωτερικών εθνών ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντιτιθέμενες εκδοχές, και ότι η πόλωση αυτή είχε και έχει πάντα τον τροπισμό της κοινωνικής σύγκρουσης, του πολιτικού και ιδεολογικού αγώνα. Η Αριστερά είναι (ή οφείλει να είναι) μονίμως εμπλεκόμενη σε αυτή τη διαρκή διελκυστίνδα, εάν δεν αποτελεί μονίμως τον έναν πόλο της. Η Αριστερά οφείλει να καταφάσκει και να ριζοσπαστικοποιεί την πολιτική συγκρότηση του έθνους, να υπερασπίζεται και να διευρύνει τη δημόσια σφαίρα, να εντείνει και να επεκτείνει την πολυσύνθετη δημοκρατική διαδικασία που ορίζει το πολιτικό σώμα, την πολιτεία και τους πολίτες. Συνέχεια ανάγνωσης