Γιατί οι Πακιστανοί δεν είναι Έλληνες;

Standard

Του Γιώργου Φουρτούνη

H έννοια του έθνους διαρκώς αμφιρρέπει ανάμεσα σε δύο σημασίες: από τη μια πλευρά, το έθνος ως ομογενοποίηση και αποκλεισμός, ως αιτία και αποτέλεσμα εθνοκάθαρσης (ως διαρκής εθνοκάθαρση ενδεχομένως), που αναζητά φαντασιακά τη θεμελίωσή της σε μια υπερβατική ουσία του έθνους και της εθνικότητας (φυλετική, πολιτισμική ή ό,τι άλλο)∙ από την άλλη, το έθνος ως έννοια της οποίας η ένταση και η έκταση (που θα έλεγαν οι φιλόσοφοι), δηλαδή το τι είναι έθνος και το ποιοι ανήκουν σε αυτό, ορίζεται από πολιτικές διαδικασίες, μια οντότητα ή ένα «σώμα» που συγκροτείται και διαρκώς ανασυγκροτείται πολιτικά (το έθνος ως διαρκής «συνέλευση»). Παρόλο που οι δύο σημασίες μοιάζουν αξεδιάλυτες, έτσι που το έθνος να μην μπορεί να ξεφύγει από το πεδίο έντασης που ορίζουν, ωστόσο αυτές είναι, τουλάχιστον στην λογικώς αμιγή εκδοχή τους, απολύτως αντιτιθέμενες: η μια αποκλείει την άλλη. Το έθνος ως πολιτική κοινότητα ή πολιτικό σώμα είναι η ριζική άρνηση του έθνους ως ουσίας, η άρνηση της υποστασιοποίησης του έθνους και κατ’ επέκταση της εθνικότητας: δεν είναι κατά κανένα τρόπο δεδομένο ότι κάποιοι δεν (μπορούν να) ανήκουν στο έθνος∙ αντιθέτως, αυτό είναι πάντοτε ένα ανοικτό πολιτικό ζήτημα και διακύβευμα.

Φωτογραφία του Izis, Παρίσι 1950

Φωτογραφία του Izis, Παρίσι 1950

Βεβαίως, δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με ολόκληρη την ιστορία και την πραγματικότητα του έθνους∙ αντιλήψεις είναι όλα αυτά, ιδέες, με μια λέξη: ιδεολογίες. Και γνωρίζουμε ότι οι ιδεολογίες δεν καταλαβαίνουν από λογικές καθαρότητες και αντιφάσεις. Γνωρίζουμε επίσης ότι οι ιστορικές ιδεολογίες είναι πάντοτε συγκροτητικές των αντίστοιχων πραγματικοτήτων. Υπαινίσσομαι εδώ, με όλες τις οφειλόμενες επιφυλάξεις κάποιου που δεν διεκδικεί αρμοδιότητα επί του θέματος, ότι η σημασιολογική αμφισημία του έθνους συστοιχεί με την καταστατική και αέναη, πραγματική πόλωση των νεωτερικών εθνών ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντιτιθέμενες εκδοχές, και ότι η πόλωση αυτή είχε και έχει πάντα τον τροπισμό της κοινωνικής σύγκρουσης, του πολιτικού και ιδεολογικού αγώνα. Η Αριστερά είναι (ή οφείλει να είναι) μονίμως εμπλεκόμενη σε αυτή τη διαρκή διελκυστίνδα, εάν δεν αποτελεί μονίμως τον έναν πόλο της. Η Αριστερά οφείλει να καταφάσκει και να ριζοσπαστικοποιεί την πολιτική συγκρότηση του έθνους, να υπερασπίζεται και να διευρύνει τη δημόσια σφαίρα, να εντείνει και να επεκτείνει την πολυσύνθετη δημοκρατική διαδικασία που ορίζει το πολιτικό σώμα, την πολιτεία και τους πολίτες.

Αυτό σημαίνει ότι για την Αριστερά το πολιτικό σώμα οφείλει να ανασυγκροτείται διαρκώς στη βάση του μη αποκλεισμού∙ για την Αριστερά υπάρχουν μόνο πολίτες, μόνο συμπολίτες μας. Η Αριστερά (οφείλει να) αγωνίζεται διαρκώς για την ένταξη στη δεύτερη σημασία του έθνους όσων αποκλείει η πρώτη (και άρα διαρκώς να την ακυρώνει). Έτσι, μπορεί η Αριστερά να συναντηθεί με τους αγώνες για ένταξη των ίδιων των αποκλεισμένων∙ και μόνον έτσι οι αγώνες αυτοί παύουν να είναι και να βιώνονται ως μια ακόμα εκδοχή της διαμάχης του έθνους με το άλλο του ή το έξω του, και μετασχηματίζονται σε εσωτερικούς, ταξικούς και πολιτικούς αγώνες (ένας τρόπος να μετατρέψουμε σήμερα έναν ακήρυχτο εθνικό «πόλεμο» σε εμφύλιο…). Η Αριστερά (οφείλει να) επιδιώκει πλήρως και ανεπιφύλακτα την ένταξη των «άλλων» στο εθνικό πολιτικό σώμα, στα δημόσια και δημοκρατικά εγγυημένα αγαθά και δικαιώματα, και ταυτόχρονα την ένταξή τους στην κοινωνική και πολιτική πάλη που τα διεκδικεί και τα υπερασπίζεται. Πρόκειται για την αντίθεση, ή μάλλον τη σύγκρουση, ανάμεσα σε δύο «έθνη»: από τη μια πλευρά, την εθνικιστική και οντολογική εκδοχή του έθνους (ο Ψωμιάδης, από τη σκοπιά του, την έχει διατυπώσει τέλεια: Έλληνας δεν γίνεσαι, γεννιέσαι …) και, από την άλλη, την αντιεθνικιστική, πολιτική και δημοκρατική εκδοχή, που απαιτεί πολιτικά να γίνουν Έλληνες αυτοί που δεν γεννήθηκαν τέτοιοι.

Είναι βεβαίως εύλογη και αναγκαία η κριτική προς κάποιες εξ αριστερών παρεμβάσεις που συγχέουν (ως μη όφειλαν) αυτές τις δύο εκδοχές έθνους, αγοράζοντας (ή πουλώντας) την πρώτη μαζί με τη δεύτερη, με τα γνωστά εθνικιστικά αποτελέσματα. Αλλά η απόλυτη σύγχυση των δύο είναι η ταύτισή τους, η αναγωγή της δεύτερης στην πρώτη ή η αναγόρευση της πρώτης σε λανθάνουσα αλήθεια της δεύτερης. Νομίζω ότι εδώ έγκειται μια ελλείπουσα προκείμενη, χωρίς την οποία δεν μπορεί να προκύψει ότι το έθνος ως πολιτική, δημοκρατική και συντακτική συγκρότηση, ως πλαίσιο και πεδίο άμυνας της κοινωνίας και της πολιτικής απέναντι στην νεοφιλελεύθερη οικονομία, έχει αναγκαστικά αποκλεισμένους και εξοβελισμένους. Γιατί θεωρούμε αυτονόητο ότι οι «άλλοι» αποκλείονται από το εθνικό πολιτικό σώμα, ότι προφανώς δεν είναι συμπολίτες μας, ότι είναι μη πολίτες; Μήπως επειδή δίνουμε ουσιολογική βαρύτητα σε αυτό το «είναι»; Μήπως αναπαράγουμε τον ταυτολογικό αρχαϊσμό του «επειδή δεν είναι Έλληνες»; Γιατί δεν είναι Έλληνες; Με δυο λόγια, εάν δεν βλέπουμε τη διηνεκή σύγκρουση ανάμεσα στα δύο «έθνη», και εάν δεν παίρνουμε θέση σε αυτήν, υπάρχει ο κίνδυνος να διακηρύξουμε, σε μια απροσδόκητη αντίστιξη με τον ακραιφνή εθνικισμό, ότι ένα μόνο έθνος (μπορεί να) υπάρχει: και αυτό, πράγματι, δεν μπορεί παρά να είναι το έθνος της καταγωγής.

Ο Γιώργος Φουρτούνης διδάσκει φιλοσοφία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Σημείωση των «Ενθεμάτων»: To κείμενο είναι απόσπασμα παλαιότερου άρθρου του Γιώργου Φουρτούνη, που είχε δημοσιευθεί στα «Ενθέματα» στις 29 Απριλίου 2007. Το αναδημοσιεύουμε σήμερα, καθώς το θεωρούμε άκρως διαφωτιστικό και επίκαιρο στη σημερινή συγκυρία της συζήτησης (του νομοσχεδίου αλλά και της γενικότερης) για την ιθαγένεια και τα πολιτικά δικαιώματα των μεταναστών.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Γιατί οι Πακιστανοί δεν είναι Έλληνες;

  1. Πίνγκμπακ: Κείμενα και συνεντεύξεις για την ιθαγένεια στα Ενθέματα | ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s