Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις στη Βρετανία:«You marketise our education, we educate your market»

Standard

Συνέντευξη του Γιάννη Χαμηλάκη από το Λονδίνο

Ποιες ήταν οι βασικές αλλαγές που προξένησαν τις αντιδράσεις;

 

Από την κατάληψη της αίθουσας Jeremy Bentham στο UCL: o Καρτέσιος («Σκέφτομαι, άρα αγωνίζομαι») και ο Μπένθαμ («Ο Τζέρεμυ λέει Όχι!») συμπαρίστανται στον αγώνα των φοιτητών.

Υπήρξαν πρόσφατα δύο μεγάλες εξελίξεις. Πρώτον, ο προϋπολογισμός του 2011, όπου, ως απάντηση στην οικονομική κρίση, προβλέπεται η περικοπή των κονδυλίων για τα πανεπιστήμια κατά 40%. Δεύτερον, η δημοσιοποίηση της έκθεσης Browne, που είχε ζητήσει η προηγούμενη κυβέρνηση των Εργατικών. Η έκθεση προτείνει το κόστος της εκπαίδευσης, ειδικά στις ανθρωπιστικές επιστήμες, να το αναλάβουν οι φοιτητές, μέσω των διδάκτρων. Η κρατική χρηματοδότηση συνεχίζεται, και αυτή μόνο εν μέρει, στις ιατρικές, τις θετικές και τις μηχανολογικές σπουδές, ίσως και στις γλώσσες (με την έννοια της εκμάθησης μιας γλώσσας, όχι της γλωσσολογίας ή της λογοτεχνίας). To κράτος αποσύρεται εντελώς από τη χρηματοδότηση των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών, που πρέπει να καλύψουν το κόστος από τα δίδακτρα. Έτσι εξαγγέλθηκε ο τριπλασιασμός των διδάκτρων (είχαν εισαχθεί αρχικά επί κυβέρνησης Μπλερ, στα τέλη της δεκαετίας του 1990), τα οποία θα φτάσουν τις 9.000 λίρες το χρόνο.

Υπάρχουν και άλλες περικοπές στο χώρο της παιδείας. Για παράδειγμα, η περικοπή του επιδόματος Education Maintenance Allowance (ΕΜΑ), που απευθύνεται κυρίως σε μαθητές από φτωχές οικογένειες, που έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση: τους δίνει 30 λίρες τη βδομάδα, για να εξασφαλίσουν τα μικροέξοδά τους ένα-δυο χρόνια, διαβάζοντας για να δώσουν εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Επίσης, καταργείται το AimHigher, ένα πολύ επιτυχημένο πρόγραμμα, που είχε στόχο να φέρει σε επαφή τους μαθητές υποβαθμισμένων περιοχών με τα πανεπιστήμια: καθηγητές, διοικητικό προσωπικό, ακόμα και φοιτητές πήγαιναν στα σχολεία και μιλούσαν για το πανεπιστήμιο, εξηγώντας στους μαθητές γιατί αυτό έπρεπε να είναι μέσα στους ορίζοντές τους, σε μια προσπάθεια να αμβλυνθεί το λεγόμενο «culture barrier», που υπάρχει ιστορικά στη Βρετανία.

Επομένως, μιλάμε για μια συνολικότερη αλλαγή, έτσι δεν είναι;

Ο συνδυασμός της περικοπής της κρατικής χρηματοδότησης, των επιδομάτων και του τριπλασιασμού των διδάκτρων δίνει το στίγμα της όλης μεταρρύθμισης στην παιδεία: είναι ξεκάθαρα μια μεταρρύθμιση ταξικού χαρακτήρα, που θα πλήξει κυρίως τα παιδιά από χαμηλά στρώματα. Η κυβέρνηση βέβαια, για να χρυσώσει το χάπι, λέει ότι υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες, λ.χ. ότι τα δίδακτρα θα έχουν τη μορφή δανείων, τα οποία θα αποπληρώνουν οι φοιτητές μετά την αποφοίτησή τους, όταν αρχίσουν να δουλεύουν. Είναι ένα τέχνασμα, οι φοιτητές φοβούνται, και δικαίως, ότι θα είναι χρεωμένοι όλη τους τη ζωή. Κάποιος, αποφοιτώντας, θα χρωστάει τουλάχιστον 27.000 λίρες, αυτό είναι το ύψος των διδάκτρων — και λέω τουλάχιστον, γιατί πιθανόν να έχει πάρει και κάποιο άλλο δάνειο, για τα έξοδά του, όσο σπουδάζει.

Δεν μιλάμε λοιπόν απλώς για μια πολύ μεγάλη αύξηση των διδάκτρων, αλλά για μια συνολική αλλαγή, που ουσιαστικά ιδιωτικοποιεί τα πανεπιστήμια, και ειδικά τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές. Υπάρχει κίνδυνος να επιστρέψουμε στην κατάσταση του 1950-1960 όπου μόνο οι εύποροι σπούδαζαν ανθρωπιστικές επιστήμες.

Συνέχεια ανάγνωσης

Η ιρλανδική κρίση

Standard

του Γιώργου Σταθάκη

 

Λούσιαν Φρόυντ, "Πλούτων", 1988

Τη χρυσή εικοσαετία 1950-1970 η Ιρλανδία θεωρείται ότι έμεινε πίσω σε σχέση με τις νοτιοευρωπαικές χώρες (Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα) που είχαν επιδείξει εκρηκτικούς ρυθμούς οικονομικής ανόδου, ταχύτερους από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες, δικαιώνοντας τη θεωρία ότι οι χώρες που μπαίνουν αργότερα στη διαδικασία ανάπτυξης έχουν γρηγορότερους ρυθμούς από τις πιο ώριμες οικονομίες και, για ένα διάστημα, τουλάχιστον συγκλίνουν. Έτσι υπερκεράστηκε τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Ισπανία, στους συμβατικούς οικονομικούς δείκτες.

Η Ιρλανδία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 ήταν σχεδόν απόλυτα προσδεδεμένη στην οικονομία της Αγγλίας (83% των εξαγωγών της). Η προσφιλής πολιτική του «ανοίγματος της οικονομίας» άρχισε να κλιμακώνεται εκείνα τα χρόνια. Έφτιαξε ενιαία αγορά με την Αγγλία το 1966 και μπήκε στην ΕΟΚ το 1973. Δημιούργησε ένα προνομιακό καθεστώς για ξένες επενδύσεις με εξαιρετικά χαμηλή φορολογία ήδη από τις αρχές του ’60 και προσπάθησε να επιλύσει το χρονίζον εκπαιδευτικό πρόβλημα με την καθιέρωση του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης το 1966.

Συνέχεια ανάγνωσης

Οι εξεγέρσεις και το ξέσπασμα του Δεκέμβρη

Standard

του Βασίλη Κρεμμυδά

 

Αφίσα της Σταυρούλας Β. Οικονόμου για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλουτη

Τον Γενάρη του 2010, ο Όμιλος Μελέτης Ιστορίας και Κοινωνίας (o γνωστός μας ΟΜΙΚ, μια ελπιδοφόρα συλλογικότητα νέων κοινωνικών επιστημόνων, που από το 2006 αναπτύσσει έντονη δράση, συνδυάζοντας τον επιστημονικό με τον πολιτικό προβληματισμό) οργάνωσε την εκδήλωση «Οι ιστορικοί μιλάνε για τον “Δεκέμβρη” του 2008» και ομιλητές τους ιστορικούς Βασίλη Κρεμμυδά (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Παρασκευά Ματάλα (Πανεπιστήμιο Κρήτης) και Χρήστο Χατζηιωσήφ (Πανεπιστήμιο Κρήτης). Οι τρεις ομιλητές κλήθηκαν να απαντήσουν σε τρία ερωτήματα που έθεσαν οι οργανωτές:

1. Μπορεί ο ιστορικός της νεότερης ιστορίας να συνεισφέρει στην κατανόηση των σύγχρονων κοινωνικών φαινομένων και με ποιον τρόπο; 2. Ποιος ή ποιοι άξονες συνδέουν το φαινόμενο του Δεκέμβρη του 2008 με το ιστορικό παρελθόν του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού; 3. Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της σύγκρουσης που εκδηλώθηκε με τη μορφή των γεγονότων του Δεκέμβρη;

Οι εισηγήσεις και η ανοιχτή συζήτηση που ακολούθησε περιλαμβάνονται σε έναν τόμο που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις «Ασίνη». Δημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα από τις τρεις εισηγήσεις. Οι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων», ενώ έχουν απαλειφθεί οι υποσημειώσεις.

«Ε»

 

Αφίσα του tilo1για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου

[…]. Θα πάω αμέσως, με δυο λόγια πάλι, στο τι ήταν αυτό το πράγμα. Αυτό, δηλαδή, που ονομάσατε εσείς «φαινόμενο». Δεν θα έλεγα τόσο βαρύγδουπη λέξη. Είναι γεγονός ότι διατυπώθηκε ένα αίτημα για κάποια αλλαγή. Αλλαγή σε κάτι. Προφανώς, για μένα, στην κοινωνία. Για μια γενικότερη, δηλαδή, αλλαγή. Εξέφρασε μια χρόνια πίεση προς τη νεολαία, και εκδηλώθηκε με αφορμή μια δολοφονία. Δεν θα το έλεγα «εξέγερση». Γιατί πιστεύω ότι η «εξέγερση» είναι κάτι οργανωμένο, υπάρχει μια κεντρική κατευθυντήρια γραμμή που, με παρεκκλίσεις ή όχι, οδηγεί τα πράγματα. Εδώ, απ’ όσο μπορώ να ξέρω, κάτι τέτοιο δεν υπήρξε. Θα το έλεγα «ξέσπασμα», «ξεσηκωμό», «έγερση», όχι όμως «εξέγερση».

Αυτή η μαθητική έγερση, το ξέσπασμα, θα μπορούσε να είχε κινητοποιήσει την κοινωνία, αν δεν είχε παρέμβει η βία. Η βία που δεν ήταν, όπως ξέρετε, σχεδόν καθόλου, κρατική. Και που, κατά τη γνώμη μου, ίσως πρέπει να τη μελετήσουμε αυτόνομα από τον μαθητικό ξεσηκωμό. Για να ενισχύσω λίγο αυτή την άποψή μου, θέλω να πω ότι, όπως εγώ το είδα, ο συγκεκριμένος ξεσηκωμός είχε μια δυναμική και προμήνυε και διάρκεια. Και η βία που μεσολάβησε αφαίρεσε και από τη δυναμική, και περίπου ακύρωσε τη διάρκεια. Αν το καλοσκεφτούμε, έκτοτε, αφού πέρασε το ίδιο το γεγονός και άρχισε να «κρυώνει», να γίνεται δηλαδή ανάμνηση, θα παρατηρήσουμε ότι μέσα στη σκέψη μας, όταν θέλουμε να το ανακαλέσουμε στη μνήμη μας, πρώτα θα θυμηθούμε τις φωτιές και τις καταστροφές, και μετά το ίδιο το μαθητικό κίνημα (κίνημα θα το ’λεγα εύκολα). Τώρα, αν είμαστε δέκα, εκατό ή διακόσιοι άνθρωποι που δεν λειτουργούμε μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν είναι και σπουδαία συγκομιδή.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ο ιστορικός μπροστά στην κρίση: τολμώντας να γνωρίσουμε

Standard

του Χρήστου Χατζηιωσήφ

Αφίσα του Beekeeper για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου

[…] Τα ελλιπή δεδομένα δεν εμποδίζουν τον ιστορικό και τον κάθε κοινωνικό επιστήμονα να εξαγάγει ως πολίτης τα πολιτικά συμπεράσματά του. Η μαζικότητα της συμμετοχής στα γεγονότα, η διάρκειά τους, η βία που ασκήθηκε επί πραγμάτων και προσώπων μάς επιβάλλει να αναρωτηθούμε τι ήταν αυτό που συνέβη και γιατί. Δεν θα δίσταζα να χαρακτηρίσω αυτό που συνέβη τον Δεκέμβρη του 2008 «εξέγερση» (κι εδώ θα διαφοροποιηθώ από τον κ. Κρεμμυδά, δίνοντας ενδεχομένως έναν διαφορετικό ορισμό στην εξέγερση), γιατί, κατά τη γνώμη μου, αυτό που συνέβη συνδύαζε την εμφανή και έμπρακτη απόρριψη της κρατικής εξουσίας, όπως αυτή εκδηλωνόταν με τη σύγκρουση με την αστυνομία, με τις επιθέσεις εναντίον ενός βασικού θεσμού του κοινωνικού καθεστώτος: της ιδιοκτησίας. […]

Ασφαλώς δεν χρειάζεται να είναι κανένας ιστορικός για να διαπιστώσει ότι από τη Νομική και το Πολυτεχνείο του 1973, η διαμαρτυρία και η εξέγερση των μεγαλύτερων αποτελεί ένα πρότυπο πολιτικής συμπεριφοράς για τους νεώτερους: αδέλφια, παιδιά, κ.ο.κ. Η φοιτητική ή μαθητική εξέγερση έχει εξελιχθεί σε ένα είδος διαβατήριας τελετής των εφήβων στην Ελλάδα, πριν την ενηλικίωσή τους και την παράδοσή τους στις κανονικότητες του συστήματος. Υπάρχει μια ζωντανή παράδοση της εξέγερσης που είναι δραστική πολιτικά. Ως ένα σημείο όμως. Γιατί, όπως είπα, η διαβατήρια αυτή τελετή καταλήγει στην ένταξη των νέων στο σύστημα. Μέχρι τώρα, το σύστημα τους έχει απορροφήσει και έχει χωνέψει και τις εξεγέρσεις. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, η αναφορά στις προηγούμενες και ο εκθειασμός των εξεγέρσεων της κάθε στιγμής εκφυλίζεται συχνά σε ένα φετιχισμό της εξέγερσης. Καταλήγει σε μια αποπολιτικοποιημένη και αισθητική αντιμετώπιση της εξέγερσης. Το ημερολόγιο με φωτογραφίες και συνθήματα από τον παρισινό Μάη του 1968 ή από τον ελληνικό Δεκέμβρη του 2008, που εξέδωσε η Αυγή καταλήγει να περιέχει τόσο λίγη πολιτική δυναμική, όσο η μορφή του Τσε Γκεβάρα στα μπλουζάκια και τους τοίχους των φοιτητικών δωματίων. Η αισθητικοποίηση της εξέγερσης διευκολύνει την αφομοίωσή της από το σύστημα, μέσω της παραγωγής και της κατανάλωσης εικόνων και κειμένων. Αυτή η αφομοίωση δεν εμποδίζει, βέβαια, τους υπερασπιστές του συστήματος να καταδικάζουν με κάθε ευκαιρία τις εξεγέρσεις και τους εξεγερμένους.

Αφίσα του Νάσου Κάπα για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου

[…] Δεν χρειάζεται όμως η ιστορική μελέτη για να αναγνωρίσει κανένας ότι, σήμερα, η αναπαραγωγή του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού συναντά σοβαρά εμπόδια. Το δημοσιονομικό πρόβλημα, στο οποίο επικεντρώνεται η συζήτηση, αποτελεί μια μόνο διάσταση των δυσκολιών του συστήματος. Η διαγραφόμενη κατάρρευση της πραγματικής οικονομίας αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή. Από αυτήν προέρχεται τόσο η δημοσιονομική δυσπραγία όσο και η ανεργία. Η αποκαλυπτόμενη γύμνια της πραγματικής οικονομίας κάνει ένα σωρό κοινωνικές αξίες, που στηρίχθηκαν πάνω στις δομές της και τη στήριξαν με τη σειρά τους, να φαίνονται εκτός τόπου και χρόνου και, επίσης, κάνει τους πολιτικούς θεσμούς να λειτουργούν στο κενό. Το σύστημα κλονίζεται, αλλά δεν συνεπάγεται ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει τις δυσκολίες του και να μετασχηματισθεί. Ο μετασχηματισμός, έστω και με τη συρρίκνωσή του, είναι πιθανότερος από την ανατροπή του. Επειδή οι δυσκολίες αναπαραγωγής του καπιταλιστικού συστήματος είναι διεθνείς και ο ελληνικός οικονομικός σχηματισμός είναι ένας αδύναμος κρίκος του, μπορούμε να διακρίνουμε ορισμένα χαρακτηριστικά του μετασχηματισμού που βρίσκεται σε εξέλιξη. Διεύρυνση και ένταση των οικονομικών ανισοτήτων, εξώθηση μεγάλου μέρους των πολιτών προς τη φτώχεια, μετατόπιση της παραγωγής σε διεθνή κλίμακα, σύμπλεξη του οργανωμένου εγκλήματος με την οικονομία και την πολιτική, εκχώρηση σε ιδιώτες του κρατικού μονοπωλίου στη νόμιμη βία, συγκέντρωση της γνώσης, υπονόμευση των αντιπροσωπευτικών θεσμών με τον κατακλυσμό τους από άμεσες, αλλά μη αντιπροσωπευτικές πολιτικές εκφράσεις.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ο λόγος των κοινωνικών επιστημόνων και ο Δεκέμβρης

Standard

του Παρασκευά  Ματάλα

 

Αφίσα του tilo1 για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου

Ας δούμε κάποια παραδείγματα απ’ τον λόγο ορισμένων κοινωνικών επιστημόνων, που ασχολήθηκαν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με τον Δεκέμβρη. Σε ένα κοινό τους κείμενο, επτά από αυτούς έγραφαν: «Η κακοδιαχείριση, οι ιδεολογικές αυταπάτες, οι αμέλειες της μεταπολίτευσης συμπυκνώθηκαν σ’ ένα τερατώδες πραγματικό Συμβάν καταστροφής και αδιέξοδου». Κατήγγελλαν «το “χάιδεμα” ορισμένων πολιτικών κομμάτων, διανοούμενων και μέσων μαζικής ενημέρωσης», και απαιτούσαν «μηδενική ανοχή σε κάθε τρομοκρατία» και «να υπάρξουν δημοκρατικοί άνθρωποι και δημοκρατικοί θεσμοί με κύρος, που να μπορέσουν να εμπνεύσουν με λόγια και με έργα εμπιστοσύνη στους πολίτες και στη νεολαία». Ο Θάνος Βερέμης, σε ένα κείμενο που μιλούσε για τους «επαγγελματίες του ολέθρου», «τα όρνεα των λαφυραγωγούντων» και το «ελπιδοφόρο που έγινε στην Πάτρα», κατέληγε ότι: «πρέπει τα κόμματα να αυτοκαθαρθούν από τα άχρηστα στοιχεία που τα απαρτίζουν και να αναζητήσουν την ανανέωσή τους σε εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα, κατά προτίμηση αριστείς» και ακολούθως «να συγκροτήσουν κυβέρνηση εθνικής ενότητας», ελπίζοντας ότι όλη αυτή η αναταραχή μπορεί να φέρει «τελικά ένα νέο σωτήριο 1909-1910».

 

Αφίσα της Vlada Podroushnyack για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου

Εκείνο που θέλω να επισημάνω στα παραπάνω δεν είναι τόσο ότι επιτίθενται στο γεγονός «Δεκέμβρης», αλλά ότι το χρησιμοποιούν για να το συνδέσουν με όλους εκείνους και όλα εκείνα που είχαν ήδη ως αντιπάλους, και να προβάλλουν τον δικό τους ρόλο ως «εξωκοινοβουλευτικοί αριστείς», κ.τ.λ. Στο κείμενο του Βερέμη είναι πολύ εμφανής και η χρήση της ιστορίας (αν βλέπατε τη σειρά του ΣΚΑΪ για τους «Μεγάλους Έλληνες», όπου παρουσίασε τον Καποδίστρια, ήταν σαφές πως ο ίδιος ταυτιζόταν με τον Καποδίστρια, ενώ στο παραπάνω απόσπασμα τον βλέπουμε και να αναζητεί ένα νέο Γουδί).

Ο Στάθης Καλύβας απέδωσε αυτήν την «αυτοκαταστροφή» της Ελλάδας στην «κουλτούρα», «στο σύστημα αξιών που μας κληροδότησε η μεταπολίτευση», που μπλοκάρει κάθε αλλαγή και από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε. Έναν χρόνο μετά, ο ίδιος θα αναλύσει «τι δεν ήταν» ο Δεκέμβρης, και μαζί του και ο Νίκος Μαραντζίδης θα μιλήσει για μια «εξέγερση-φάρσα», για την οποία φταίει η κυρίαρχη «“λαϊκο-δημοκρατική” κουλτούρα της Μεταπολίτευσης».

Έτσι, ο Δεκέμβρης μπορεί να γίνει το όνομα, το σύμπτωμα για τα πιο διαφορετικά πράγματα: αλλού για αυτή την «κυρίαρχη λαϊκο-δημοκρατική κουλτούρα της μεταπολίτευσης», αλλού και για την «κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη κουλτούρα», αλλού για τη «νέα τάξη πραγμάτων», για τον κακό «λαϊκισμό», για το «πελατειακό κράτος», για το «άρρωστο κρατικό πανεπιστήμιο», για τον «ρώσικο σοσιαλφασισμό», για τον «μεταμοντερνισμό»· αλλού για την «έλλειψη Θεού από την κοινωνία» και αλλού για «την κουλτούρα που έχει επιβάλλει η ορθοδοξία» κ.ο.κ. Συνέχεια ανάγνωσης

Με αφορμή, και όχι αιτία, τις εκλογές

Standard

του Νικόλα Βαγδούτη και της Δανάης Τζήκα

Έργο του Πάμπλο Πικάσο

Τα μηνύματα των εκλογών είχαν πολλαπλούς αποδέκτες. Καταρχάς, η κυβέρνηση, παρά τη φθορά που υπέστη, διασώθηκε και είναι σε θέση να ισχυρίζεται ότι έχει τη συναίνεση να πάρει νέα μέτρα. Από την άλλη, η Αριστερά συνολικά, παρά την εκλογική αύξηση κομματιών της, αλλά και ειδικά η δική μας Αριστερά δεν κατάφερε να διαρρήξει τη συναίνεση ή την ανοχή στην πολιτική του Μνημονίου. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της αποτίμησης των αποτελεσμάτων, οφείλουμε να επανεξετάσουμε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τακτική μας αλλά και συνολικά με το πολιτικό μας υποκείμενο και τη λειτουργία του.

Η συζήτηση πρέπει, κατά την άποψη μας, να ξεκινήσει από μια πιο συνολική τοποθέτηση επί της στρατηγικής του χώρου, μετά το συνέδριο του κόμματος. Ένα συνέδριο του οποίου η διεξαγωγή διεκδικήθηκε με επίταση από τα μέλη, ακριβώς για να σταματήσουν τα φαινόμενα εκφυλισμού και προσωπικών στρατηγικών στον ΣΥΡΙΖΑ και στο κόμμα, και για να βαθύνουμε τη στροφή στο κοινωνικό και την Αριστερά του αποτελέσματος.

Συνέχεια ανάγνωσης

Wikileaks: Πέραν της συνωμοσιολογίας

Standard

του Μιχάλη Σκομβούλη

 

Χένρυ Μουρ, "Γυναίκα που κρατάει μια γάτα", 1949.

Ο ιστότοπος Wikileaks λειτουργεί από το 2006, αναρτώντας έγγραφα που αφορούν κρατικές κυρίως παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων. Έγινε διάσημος τον Απρίλιο του 2010, όταν δημοσίευσε ντοκουμέντα για εγκληματικές ενέργειες εναντίον αμάχων από τον αμερικάνικο στρατό στο Ιράκ, ενώ τον Ιούλιο ακολούθησε η ανάρτηση ενός πολύ μεγάλου όγκου απόρρητων εγγράφων για το Αφγανιστάν. Για μια ανάλυση των προηγούμενων αναρτήσεων του ιστότοπου, καθώς και για τον φερόμενο ως ιδρυτή της Τζούλιαν Ασσάντζ (ο οποίος, εν τω μεταξύ, έγινε ένας από τους πλέον καταζητούμενους ανθρώπους στον κόσμο), παραπέμπουμε σ’ ένα προηγούμενο άρθρο της Αυγής (Ν. Κυριακίδης, «wikileaks.org: Ασύμετρες απειλές, μη συμβατικά media, ένας ρευστός κόσμος», Η Αυγή, 1.8.2010). Η υπόθεση της έκθεσης των «μυστικών» εγγράφων της αμερικάνικης διπλωματίας από την ιστοσελίδα Wikileaks είναι ιδιαίτερα σοβαρή και, όπως θα φανεί, αφορά και την Αριστερά, για αρκετά διαφορετικούς λόγους όμως από αυτούς που σχετίζονται με το «ξεγύμνωμα» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και άλλα παρόμοια. Όσο σοβαρή είναι η υπόθεση άλλο τόσο κρύβει και κινδύνους.

Ο πρώτος κίνδυνος είναι αυτός της γελοιοποίησης και της «σάτιρας». Πόσο πολύ, αλήθεια, ξεφτίζει μια τέτοια υπόθεση όταν περιορίζεται στο μπότοξ και την Ουκρανέζα του Καντάφι, στα πάρτι του Μπερλουσκόνι, στην παρομοίωση του Σαρκοζί με γυμνό βασιλιά, των Πούτιν και Μεντβέντεφ με τον Μπάτμαν και τον Ρόμπιν; Σε μια τέτοια περίπτωση, οι κοινωνικές-οικονομικές συνισταμένες διαμόρφωσης της διεθνούς πολιτικής θα έμπαιναν στο περιθώριο μπροστά στις προσωπικότητες των «μεγάλων ανδρών» και, ακόμα χειρότερα, στα καπρίτσια τους. Η κυβερνοεπίθεση που δέχθηκε η ιστοσελίδα λίγο πριν την ανάρτηση των εγγράφων εμπόδισε αυτή τη φορά την άμεση πρόσβαση σ’ αυτά. Οι διαχειριστές της ιστοσελίδας επέλεξαν να αποστείλουν τα έγγραφα σε μεγάλες διεθνείς εφημερίδες, πράγμα που σημαίνει όμως ότι η διάχυση της πληροφορίας έγινε μέσα από μεγάλα συγκροτήματα (The Guardian, Le Monde κλπ.), και γι’ αυτό υπέστη σημαντικό φιλτράρισμα ως προς την πολιτική ουσία της και τη σειρά παρουσίασης της. Ένα φιλτράρισμα με όρους αγοράς των ΜΜΕ, που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη.

Συνέχεια ανάγνωσης

«Το Βήμα» ανοίγει τα φτερά του… διακόπτοντας την έκδοσή του

Standard

«Και την ειωθυίαν αξίωσιν των ονομάτων ες τα έργα αντήλλαξαν τη δικαιώσει»

(Θουκυδίδης, Γ 82, 4)

του Στρατή  Μπουρνάζου

Το καθημερινό Βήμα διέκοψε την έκδοσή του την προηγούμενη Παρασκευή — το γνωρίζετε όλοι, φαντάζομαι. Δεν είμαι όμως βέβαιος αν γνωρίζετε τον πανηγυρικό τρόπο με τον οποίο η ίδια η εφημερίδα ανακοίνωσε την είδηση. Παραθέτω λοιπόν, από το κύριο άρθρο εκείνης της μέρας:

 

Χαρακτικό του Commère

«Χθες Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010 διάβασαν “Το Βήμα” περίπου 90.000 αναγνώστες. Εξ αυτών μόνον 8.000 διάβασαν την έντυπη έκδοση της εφημερίδας. Οι συντριπτικώς περισσότεροι, πλέον των 82.000, αναγνώστες προτίμησαν την ηλεκτρονική έκδοση. Συμβαίνει δηλαδή και στην Ελλάδα ό,τι από ετών έγινε σε όλες τις προηγμένες δημοκρατικές χώρες. Εκατομμύρια πολίτες εγκαταλείπουν τις καθημερινές εφημερίδες και ενημερώνονται από τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης μέσω του Ιnternet. Στα διάφορα sites του Διαδικτύου βρίσκουν εύκολα, άνετα, χωρίς να μετακινηθούν από το σπίτι ή το γραφείο τους, είτε και μετακινούμενοι με διάφορα μεταφορικά μέσα, όλες τις ειδήσεις και πληροφορίες που χρειάζονται για την πληροφόρησή τους αλλά και για την εργασία τους ή τη διασκέδασή τους.

“Το Βήμα” αποδέχεται την απόφαση των αναγνωστών του οι οποίοι προτιμούν την ηλεκτρονική ενημέρωση. […] διακόπτει την έντυπη έκδοσή του ανταποκρινόμενο στο φανερό αίτημα των αναγνωστών του. “Το Βήμα” αποδέχεται την πρόκληση. Και ετοιμάζεται για τη μεγάλη ημέρα του. Όταν θα ανοίξει τις πύλες της μια εντελώς νέα ηλεκτρονική εφημερίδα, η απάντηση του “Βήματος” στα αιτήματα των καιρών.

Ενενήντα σχεδόν χρόνια από την ίδρυση του “Βήματος” από τον Δημήτριο Λαμπράκη και ένα έτος μετά τον αδόκητο θάνατο του Χρήστου Δ. Λαμπράκη, ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, τον οποίο θεμελίωσε ο πρώτος και ο δεύτερος κατέστησε Κιβωτόν της Ενημέρωσης, ανοίγει τα φτερά του. Και πιστεύουμε ότι Τα Στερνά Τιμούν τα Πρώτα« (οι υπογραμμίσεις δικές μου).

***

Είναι εύλογο ότι κάθε εκδότης που κλείνει ένα έντυπο αναζητά έναν κάποιον τρόπο να δικαιολογήσει την απόφασή του — επικαλούμενος, λ.χ., τη δυσκολία των καιρών για ποιοτικά έντυπα, ανακοινώνοντας την προσωρινή αναστολή της έκδοσης, μεμφόμενος όσους δεν στήριξαν το εγχείρημα κλπ. κλπ. Σ’ αυτό το πλαίσιο είναι αναμενόμενες, ίσως και συγγνωστές, οι ωραιοποιήσεις, οι αποσιωπήσεις, τα στρογγυλέματα. Το δημοσίευμα όμως του Βήματος ξεπερνάει κάθε όριο: το γεγονός ότι η δωρεάν ηλεκτρονική έκδοση είχε πολλαπλάσιους αναγνώστες μετατρέπεται σε «απόφαση» και «φανερό αίτημα των αναγνωστών», στο οποίο σπεύδει να «ανταποκριθεί η εφημερίδα», η οποία και «ανοίγει τα φτερά της», σταματώντας την έκδοσή της — και τοιουτοτρόπως «τα στερνά τιμούν τα πρώτα»! Όπερ έδει δείξαι.

Αυτή η πλήρως αντεστραμμένη εικόνα της πραγματικότητας δεν είναι μόνο καταγέλαστη· είναι και εξοργιστική. Η διαστρέβλωση των γεγονότων, η απώλεια κάθε μέτρου και της αίσθησης του γελοίου, η αυθαιρεσία, είναι αποκαλυπτικά για το είδος δημοσιογραφίας που υπηρετεί ο ΔΟΛ, για το δημόσιο ήθος και την πολιτεία του. Γιατί δεν πρόκειται για αποτέλεσμα της ιδιορρυθμίας ή για φαεινή ιδέα κάποιου «περίεργου» συντάκτη, αλλά τεκμήριο της οίησης και της αλαζονείας του ΔΟΛ, δείγμα γραφής αδιάψευστο για τον τρόπο με τον οποίο εικονίζει την πραγματικότητα το κυρίαρχο «νιουσπήκ» των μήντια. Γι’ αυτό και αναδίδει μια αποφορά χυδαιότητας.

***

Συνέχεια ανάγνωσης

Με γεια το κούρεμα!

Standard

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ

του Νίκου Σαραντάκου

Τη φράση αυτή τη λέμε σε κάποιον φίλο που παρουσιάζεται φρεσκοκουρεμένος, και στα μαθητικά μου χρόνια, επί χούντας, όπου κουρευόμασταν συχνά, όσο κι αν προσπαθούσαμε, βρέχοντας με λεμόνι τα μαλλιά μας, να αναβάλουμε το μοιραίο για λίγες μέρες, τότε λοιπόν η φράση «με γεια το κούρεμα» συνοδευόταν απαραιτήτως από μια φάπα στο αποψιλωμένο σβέρκο, συνήθως χαϊδευτική και φιλική, αλλά κάποτε γερή από κανέναν άγαρμπο συμμαθητή. Όμως η Αυγή δεν μου παραχωρεί γενναιόδωρα τις στήλες της για να παρουσιάζω τις παιδικές μου αναμνήσεις αλλά για να λεξιλογώ — και αυτό ακριβώς σκοπεύω να κάνω και να σας μιλήσω για το κούρεμα και για άλλα συναφή.

Η λέξη «κούρεμα» πράγματι βρίσκεται στην επικαιρότητα, αλλά όχι με την κυριολεκτική της σημασία, αφού όλο και συχνότερα διαβάζουμε, στην Αυγή και αλλού, ότι το κούρεμα του χρέους, με άλλα λόγια η αναδιάρθρωσή του με γενναία περικοπή του, είναι η πιθανότερη εξέλιξη όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, ίσως και άλλες χώρες της ευρωζώνης (και αναρωτιέμαι τι να λένε τώρα όσοι εγχώριοι αναλυτές μάς επέπλητταν που δεν αδράξαμε την ευκαιρία να γίνουμε Ιρλανδία).

Το κούρεμα λοιπόν του χρέους είναι απόδοση του αγγλικού haircut, που σημαίνει το ίδιο. Στην πιο καθωσπρέπει οικονομική ορολογία λέγεται «περικοπή» αλλά στη γλώσσα της δημοσιογραφίας το «κούρεμα» είναι ακαταμάχητο, όσο κι αν το ψαλίδισμα θα ήταν σωστότερο. Κούρεμα λοιπόν, λέξη που ανήκει σε μια πολύ μεγάλη αρχαία οικογένεια λέξεων. Από το ρήμα κείρω, που δεν σήμαινε μόνο «κουρεύω» αλλά και γενικώς «κόβω», έχουμε το κέρμα, το κομματάκι δηλαδή, που γρήγορα εξειδικεύτηκε στη σημασία του μικρού νομίσματος. Από εκεί και η κουρά, που σήμαινε ακριβώς το κούρεμα, π.χ. των προβάτων, και που τη διατηρούμε στη σημερινή μας γλώσσα για την τελετή χειροτονίας των μοναχών πριν μπουν στο μοναστήρι — και χρησιμοποιούμε, τότε, τον άχρηστο πια αόριστο του ρήματος, όταν λέμε «εκάρη μοναχός», που μας θυμίζει και την απολιθωμένη μετοχή παρακειμένου κεκαρμένος, που έδωσε τον τίτλο στο μυθιστόρημα του Νίκου Κάσδαγλη για τη ζωή στο στρατό.

Από την ίδια οικογένεια και ο κουρεύς, και το κουρείον, που όλα τους είναι αρχαία, και το ρήμα κουρεύομαι και κουρεύω, αλλά υπάρχουν και μερικά απρόσμενα ξαδερφάκια. Καταρχάς, αν θυμάστε τη Βαβυλωνία, ο μεγάλος καβγάς ανάμεσα στον Κρητικό και τον Αλβανό έγινε όταν ο Κρητικός του είπε ότι οι Αλβανοί  «έφαγαν κουράδια» στην Κρήτη, εννοώντας κοπάδια με αιγοπρόβατα — και φυσικά ο Αλβανός κατάλαβε το κακέμφατο ομόηχό του. Αυτά τα κρητικά κουράδια μάλλον, αν και όχι σίγουρα, προέρχονται από την κουρά, αφού τα πρόβατα τα κουρεύουμε για το μαλλί τους. Επειδή όμως στον Μεσαίωνα το κούρεμα, είτε του δόκιμου μοναχού που αμάρτησε είτε της γυναίκας που λοξοκοίταξε στον έρωτα, ήταν μια επίπονη και εξευτελιστική τιμωρία (δεν θα γινόταν και με τις ανέσεις των σημερινών κομμωτηρίων, αλλά μάλλον με την προβατοψαλίδα), από την κουρά βγήκε το ρήμα κουράζω με σημασία τιμωρώ, ταλαιπωρώ, για να πάρει αργότερα τη σημερινή σημασία της καταπόνησης. Κι επειδή οι ευτυχείς θεατές της κουράς και της διαπόμπευσης αποκαλούσαν κουρόγιδο, κουρεμένο γίδι, τον δύστυχο ή τη δύστυχη που υπέφερε, πιθανώς να βγήκε από εκεί η λέξη κορόιδο και το ρήμα κοροϊδεύω.

Τους προηγούμενους αιώνες, τον κουρέα τον είπαμε μπαρμπέρη και το κουρείο μπαρμπέρικο, λέξεις που είχαν προσωρινά επικρατήσει — είναι δάνειο από το ιταλικό barbiere, που ανάγεται στο barba, τη γενειάδα. Από εκεί είναι και ο βαρβάτος αλλά και ο μπάρμπας, ο θείος δηλαδή, όμως αν ξεστρατίσουμε δεν θα μας πάρει ο χώρος. Πάντως, ενώ ο μανάβης και ο μπακάλης και άλλες δάνειες ονομασίες επαγγελματιών διατηρήθηκαν, ο μπαρμπέρης δεν τα κατάφερε, ίσως επειδή το ρήμα κουρεύομαι παρέμεινε πάντοτε σε χρήση.

Και μάλιστα, πρόκειται για ρήμα που έχει έντονη φρασεολογική και παροιμιακή παρουσία. Ακριβώς από το κούρεμα της διαπόμπευσης βγήκε η περιφρονητική φράση άστον να κουρεύεται ή άντε να κουρεύεσαι!, δήλωση αδιαφορίας για πρόσωπα που δεν αξίζουν προσοχή ή σεβασμό. Και ίσως επειδή τα μαλλιά είναι ένδειξη αφθονίας και πλούτου, όταν κάποιος στήνει μια (συνήθως όχι πολύ καθαρή) επιχείρηση για να κερδίσει αλλά τελικά βγαίνει ζημιωμένος, λέμε ότι πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος. Για μπερδεμένα ή παράλογα πράγματα από τα οποία δεν βγαίνει νόημα, λέμε πιάσ’ τ’ αυγό και κούρεφ ’το — οι αρχαίοι έλεγαν «Ωόν τίλλεις». Και για τον αρχάριο επαγγελματία που πειραματίζεται με αποτέλεσμα να υποφέρουν οι πελάτες του, λέμε ότι μαθαίνει κουρευτική στου κασίδη το κεφάλι, φράση που θα μπορούσαμε κάλλιστα να τη χρησιμοποιήσουμε για τους κυβερνώντες μας, τους τωρινούς και τους περασμένους.

Όπως και κάμποσες άλλες από τις παραπάνω φράσεις. Και για να μην υποστούν κι άλλο κούρεμα τα κεκτημένα δεκαετιών, η λύση ίσως είναι ένα γενναίο κούρεμα του χρέους, αλλά με τέτοιους όρους ώστε να φύγουν κουρεμένοι όσοι ήρθαν για μαλλί. Μ’ άλλα λόγια, να τους στείλουμε να κουρεύονται. Και να πούμε στο τέλος «Με γεια το κούρεμα!».

Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και http://www.sarantakos.com