Συνέντευξη του Γιάννη Χαμηλάκη από το Λονδίνο
Ποιες ήταν οι βασικές αλλαγές που προξένησαν τις αντιδράσεις;

Από την κατάληψη της αίθουσας Jeremy Bentham στο UCL: o Καρτέσιος («Σκέφτομαι, άρα αγωνίζομαι») και ο Μπένθαμ («Ο Τζέρεμυ λέει Όχι!») συμπαρίστανται στον αγώνα των φοιτητών.
Υπήρξαν πρόσφατα δύο μεγάλες εξελίξεις. Πρώτον, ο προϋπολογισμός του 2011, όπου, ως απάντηση στην οικονομική κρίση, προβλέπεται η περικοπή των κονδυλίων για τα πανεπιστήμια κατά 40%. Δεύτερον, η δημοσιοποίηση της έκθεσης Browne, που είχε ζητήσει η προηγούμενη κυβέρνηση των Εργατικών. Η έκθεση προτείνει το κόστος της εκπαίδευσης, ειδικά στις ανθρωπιστικές επιστήμες, να το αναλάβουν οι φοιτητές, μέσω των διδάκτρων. Η κρατική χρηματοδότηση συνεχίζεται, και αυτή μόνο εν μέρει, στις ιατρικές, τις θετικές και τις μηχανολογικές σπουδές, ίσως και στις γλώσσες (με την έννοια της εκμάθησης μιας γλώσσας, όχι της γλωσσολογίας ή της λογοτεχνίας). To κράτος αποσύρεται εντελώς από τη χρηματοδότηση των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών, που πρέπει να καλύψουν το κόστος από τα δίδακτρα. Έτσι εξαγγέλθηκε ο τριπλασιασμός των διδάκτρων (είχαν εισαχθεί αρχικά επί κυβέρνησης Μπλερ, στα τέλη της δεκαετίας του 1990), τα οποία θα φτάσουν τις 9.000 λίρες το χρόνο.
Υπάρχουν και άλλες περικοπές στο χώρο της παιδείας. Για παράδειγμα, η περικοπή του επιδόματος Education Maintenance Allowance (ΕΜΑ), που απευθύνεται κυρίως σε μαθητές από φτωχές οικογένειες, που έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση: τους δίνει 30 λίρες τη βδομάδα, για να εξασφαλίσουν τα μικροέξοδά τους ένα-δυο χρόνια, διαβάζοντας για να δώσουν εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Επίσης, καταργείται το AimHigher, ένα πολύ επιτυχημένο πρόγραμμα, που είχε στόχο να φέρει σε επαφή τους μαθητές υποβαθμισμένων περιοχών με τα πανεπιστήμια: καθηγητές, διοικητικό προσωπικό, ακόμα και φοιτητές πήγαιναν στα σχολεία και μιλούσαν για το πανεπιστήμιο, εξηγώντας στους μαθητές γιατί αυτό έπρεπε να είναι μέσα στους ορίζοντές τους, σε μια προσπάθεια να αμβλυνθεί το λεγόμενο «culture barrier», που υπάρχει ιστορικά στη Βρετανία.
Επομένως, μιλάμε για μια συνολικότερη αλλαγή, έτσι δεν είναι;
Ο συνδυασμός της περικοπής της κρατικής χρηματοδότησης, των επιδομάτων και του τριπλασιασμού των διδάκτρων δίνει το στίγμα της όλης μεταρρύθμισης στην παιδεία: είναι ξεκάθαρα μια μεταρρύθμιση ταξικού χαρακτήρα, που θα πλήξει κυρίως τα παιδιά από χαμηλά στρώματα. Η κυβέρνηση βέβαια, για να χρυσώσει το χάπι, λέει ότι υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες, λ.χ. ότι τα δίδακτρα θα έχουν τη μορφή δανείων, τα οποία θα αποπληρώνουν οι φοιτητές μετά την αποφοίτησή τους, όταν αρχίσουν να δουλεύουν. Είναι ένα τέχνασμα, οι φοιτητές φοβούνται, και δικαίως, ότι θα είναι χρεωμένοι όλη τους τη ζωή. Κάποιος, αποφοιτώντας, θα χρωστάει τουλάχιστον 27.000 λίρες, αυτό είναι το ύψος των διδάκτρων — και λέω τουλάχιστον, γιατί πιθανόν να έχει πάρει και κάποιο άλλο δάνειο, για τα έξοδά του, όσο σπουδάζει.
Δεν μιλάμε λοιπόν απλώς για μια πολύ μεγάλη αύξηση των διδάκτρων, αλλά για μια συνολική αλλαγή, που ουσιαστικά ιδιωτικοποιεί τα πανεπιστήμια, και ειδικά τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές. Υπάρχει κίνδυνος να επιστρέψουμε στην κατάσταση του 1950-1960 όπου μόνο οι εύποροι σπούδαζαν ανθρωπιστικές επιστήμες.