Για μια διαφορετική εμπειρία της πολιτικής

Standard

του Μικαέλ Φεσέλ

 

Δεν πιστεύουμε πλέον ότι η πολιτική εμπειρία είναι δυνατή. Λυτρωμένοι από τα πάντα, και πρωτίστως από τις αυταπάτες, δυσπιστούμε απέναντι στα συλλογικά σχέδια και στα συλλογικά αισθήματα: υπερβολικά ρομαντικά, ασύμβατα με τη μετριοπαθή διαύγεια του 21ου αι., ενίοτε εγκληματικά.

Το έργο και το ύφος του Κλωντ Λεφόρ ορθώνονται ενάντια σε αυτή την έλλειψη πίστης που τις περισσότερες φορές τρέπεται σε κυνισμό. Η αντιολοκληρωτική σκέψη έχει συχνά κατηγορηθεί ως υπεύθυνη για τον θρίαμβο του εμπορικού ρεαλισμού. Δεν υπάρχει χειρότερη διαστρέβλωση. Πρώτον διότι ο αντιολοκληρωτισμός δεν συγκροτεί σύστημα: δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στον βεβιασμένο μοραλισμό των νέων φιλοσόφων και σε αυτόν τον υπομονετικό γεωμέτρη του πολιτικού που ήταν ο Κλωντ Λεφόρ. Έπειτα, επειδή συγχέουμε την πολιτική εμπειρία με την επανάσταση, και την επανάσταση με τον ενωτικό ξεσηκωμό των μαζών. Το πρώτο, λοιπόν, δίδαγμα του Λεφόρ είναι ότι η επανάσταση έχει πραγματοποιηθεί, ότι είναι δημοκρατική και ότι  προεκτείνεται σήμερα, παρά τις απόπειρες να αποδυναμωθούν τα αποτελέσματά της.

Σε μια δημοκρατία, ούτε ο διανοούμενος ούτε ο  ειδικός κατέχουν τα μυστικά της κοινωνίας: είναι μια επίπονη κατάσταση για αυτούς που ισχυρίζονται ότι καθοδηγούν το πραγματικό από τη θέση των βεβαιοτήτων τους.

Υπάρχουν λοιπόν ακόμη πολιτικές εμπειρίες, αλλά δεν ανήκουν κατ’ αποκλειστικότητα ούτε σε ορισμένους τόπους ούτε σε ορισμένους δρώντες.

Ο αγώνας των γυναικών στη σφαίρα που καταχρηστικά ονομάζουμε ιδιωτική, οι κοινωνικοί αγώνες σε ένα εργοστάσιο, η επιμονή των οργανώσεων για να επιτραπεί στους μετανάστες να αποκτήσουν νομική υπόσταση: τόσες εκφράσεις της σύγκρουσης που ορίζουν έναν δημοκρατικό χώρο όπου όλοι απολαύουν πλήρη δικαιώματα.

Η νομιμοποίηση της αντιπαράθεσης σχετικά με το θεμιτό και το αθέμιτο εκδηλώνεται πέρα από τις επίσημες συνελεύσεις και με τρόπο που διαπερνά τις κοινωνικές τάξεις. Οι επαναστάτες, εναντίον των οποίων στρέφεται ο Λεφόρ, δεν θέλουν να καταλάβουν τίποτε από αυτές τις εμπειρίες που κατηγορούνται ότι διχάζουν τον λαό. Όπως οι ομόλογοί τους συντηρητικοί, δεν μεταπείθονται ως προς το ότι ο διχασμός βρίσκεται μέσα στον λαό και ότι η αξία της δημοκρατίας είναι να τον φέρνει στην επιφάνεια.

Από αυτή την τύφλωση γεννιούνται όλες οι παρανοήσεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η αριστερά θεώρησε τα ανθρώπινα δικαιώματα ως μια ηθική που αποσκοπεί στο να απαγορεύει την χρήση βίας στους εξουσιαζόμενους. Η δεξιά, τα θεώρησε μια πολιτική ατομικιστική πρόσφορη στον κατακερματισμό της κοινωνίας. Όσο για τον Λεφόρ, βλέπει στα δικαιώματα του ανθρώπου αυτό που μας προσφέρουν να δούμε, δηλαδή την ανάδυση μιας νέας μορφής συλλογικής ζωής. Αυτά τα δικαιώματα ξεπερνούν «οποιαδήποτε λεκτική διατύπωση» διότι, σε μια δημοκρατία, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει το νόημα της «ελευθερίας», της «ισότητας» ή της «ιδιοκτησίας».

Σε αυτές τις τόσο γνωστές έννοιες του πολιτικού λεξιλογίου, ο Λεφόρ θέτει διαρκώς ερωτήματα, εκτιμώντας τις χρήσεις που τους γίνονται. Κυρίως, εφιστά την προσοχή απέναντι στον πειρασμό να πιστέψουμε ότι οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν πλήρως πραγματώσει αυτά τα δικαιώματα. Μια ζωντανή δημοκρατία είναι ακριβώς το αντίθετο από μια δημοκρατία αγκυλωμένη που ατενίζει τον εαυτό της και τα έργα της.

Τα δικαιώματα του ανθρώπου είναι πολιτικά διότι πολιτική υπάρχει κάθε φορά που ο λόγος γίνεται γεγονός. Παύουν να είναι πολιτικά όταν τα χρησιμοποιούμε για να περιορίσουμε το λόγο εν ονόματι αδιαμφισβήτητων αρχών. Τα ψευδή αυτονόητα της στιγμής (παραδείγματος χάριν, η πρωτοκαθεδρία της ασφάλειας έναντι όλων των άλλων δικαιωμάτων, οι φυσικές αρετές του ανταγωνισμού ή το πλαίσιο  που προστατεύει αυτόματα το έθνος)  θέλουν να θέσουν ένα τέρμα στη σύγκρουση και να καταστήσουν αδύνατες τις πολιτικές εμπειρίες της αντιπαράθεσης. Μπορούμε να κρίνουμε, χάρη στον Λεφόρ, τι αξίζει αυτή η στερεοτυπική επίκληση των δικαιωμάτων, όπως στην περίπτωση που λέμε ότι η ασφάλεια είναι η κύρια ελευθερία αποδυναμώνοντας τη δημοκρατία με το πρόσχημα ότι την υπερασπιζόμαστε.

Η κριτική του κομμουνισμού δεν απαλλάσσεται της ευθύνης για τις σημερινές εξελίξεις στον κόσμο. Αυτοί που έβλεπαν στην πτώση του τείχους του Βερολίνου την αυγή ενός ευτυχούς, απρόσκοπτου, εκδημοκρατισμού, απλούστατα σταμάτησαν να σκέφτονται αυτό που σημαίνουν τα δικαιώματα του ανθρώπου. Ωστόσο, έχει καταστεί σαφές ότι ο θρίαμβος ενός τρόπου παραγωγής, όποιος κι αν είναι αυτός, δεν συνεπάγεται τον θρίαμβο της δημοκρατίας. Ο Λεφόρ, τον οποίο απασχολούσε πάντα το κινεζικό πολιτικό μοντέλο, είχε προαισθανθεί ότι ο κυριότερος αυριανός κίνδυνος θα είναι ο αυταρχικός καπιταλισμός.

Στην πραγματικότητα, η συναίνεση γύρω από την αναζήτηση του κέρδους είναι μια νέα απόπειρα να ξεπεραστεί ο κοινωνικός διχασμός και να εγκαταλειφθεί η εμβάθυνση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι άρα εχθρική προς τη δημοκρατία για λόγους αρχής, όχι συμπτωματικά. Πεπεισμένη για την νομιμοποίηση του χρήματος, μερίδα πολιτικών ούτε καν αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων στην ανάμειξη των λειτουργιών. Όλο και περισσότεροι πολίτες γίνονται εχθρικοί απέναντι στους δημοκρατικούς θεσμούς διότι θέτουν εμπόδια στην προσωπική τους επιτυχία. Είναι ωστόσο το ιδιαίτερο γνώρισμα μιας κοινωνίας πλουραλιστικής να μην αναγνωρίζει καμία πηγή απόλυτης νομιμοποίησης: αυτό ισχύει σήμερα για την αγορά όπως ίσχυε χθες για το Κόμμα.

Είναι ίσως ανακριβές (όχι καταχρηστικό, αλλά λάθος) να μιλάμε για ολοκληρωτισμό προκειμένου να χαρακτηρίσουμε την εποχή μας, ωστόσο αληθεύει ότι υπάρχει πάντα ο πειρασμός να προσχωρήσουμε εκ νέου σε αξίες, τις οποίες ιεροποιεί το παρόν. Εδώ ο Λεφόρ μπορεί να μας βοηθήσει. Η σκέψη του, επειδή ήταν ευαισθητοποιημένη σε όσα μας μαθαίνει η λογοτεχνία για τις πολιτικές εμπειρίες, μας αναγκάζει να σκεφτούμε τις λέξεις μέσω των οποίων οι άνθρωποι εκφράζουν τις προσδοκίες τους. Η επιθυμία της ελευθερίας ή της ισότητας είναι τόσο αμφίσημη σε βαθμό που ενίοτε  οι αρχές να την καταχρώνται και να την χρησιμοποιούν προς όφελός τους.

Γνωρίζουμε καλά ότι η ελευθερία μπορεί να συρρικνωθεί στην υποχρέωση του επιχειρείν και ότι η ισότητα μπορεί να είναι απλώς ένα δικαίωμα εισόδου σε έναν άδικο κόσμο. Πρέπει όμως να απογοητευόμαστε από τη δημοκρατία; Ας αναγνωρίσουμε τουλάχιστον μαζί με τον Λεφόρ ότι είναι η μόνη μορφή κοινωνίας που ενθαρρύνει την ίδια της την αμφισβήτηση.

 

μετάφραση: Σοφία Ζουμπουλάκη

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s