Λαϊκή Τζαμαχιρία* της Λιβύης

Standard

* Τζαμαχιρία: εξουσία, κράτος των μαζών

του Στρατή Μπουρνάζου

Κι αν η μισή μας καρδιά βρίσκεται, αναγνώστες μου, όπως πάντα, εδώ (στη διαδήλωση της Τετάρτης, στους απεργούς πείνας της Υπατίας, στην εφιαλτική προφυλάκιση της Φέι Μάγερ), η άλλη μισή, βδομάδες τώρα, βρίσκεται στο Μαγκρέμπ και τη Μέση Ανατολή, στους δρόμους της Τύνιδας και στην πλατεία Ταχρίρ, στην Υεμένη και το Μπαχρέιν. Και, βέβαια, στη Λιβύη. Στη Λιβύη, στα πλήθη που ξεχύνονται σ’ όλη τη χώρα, στην απελευθερωμένη Βεγγάζη, στον Καντάφι, πατέρα και υιό –ο πρώτος να δηλώνει ότι θα πεθάνει σαν οσιομάρτυρας και ο δεύτερος να τάζει μεταρρυθμίσεις, απειλώντας ταυτόχρονα με εμφύλιο–, στα αεροπλάνα που βομβαρδίζουν πολίτες. Δεν νομίζω ότι υπάρχει αριστερός, δημοκράτης, ευαίσθητος άνθρωπος, που η καρδιά του, τις μέρες αυτές, να μη χτυπάει στη Λιβύη. To γιατί είναι προφανές, εγώ όμως στέκομαι σε τρία σημεία.

Πρώτα απ’ όλα, τους νεκρούς. Εκατοντάδες, χιλιάδες, κανένας δεν ξέρει με ακρίβεια, κι ο αριθμός καθημερινά μεγαλώνει. Και, πέρα από τον αριθμό, εκείνο που σοκάρει είναι ο τρόπος με τον οποίο βρήκαν τον θάνατο: ριπές στο ψαχνό και, η αποθέωση του τρόμου, στρατιωτικά αεροπλάνα που ρίχνουν βόμβες στον κόσμο. Την Πέμπτη το πρωί κυκλοφόρησε η πληροφορία ότι υπήρχαν 10.000 νεκροί και 50.000 τραυματίες. Προφανώς, και ευτυχώς, δεν ήταν πραγματική· ωστόσο, και μόνο το ότι για ώρες διερωτόμασταν μήπως αληθεύει, καθώς και ότι την υιοθέτησαν ειδησεογραφικά μέσα όπως το in.gr ή η ΝΕΤ, μας δίνει ένα μέτρο για το πού έχει φτάσει το κακό.

Έπειτα, είναι η υποκρισία των κυβερνήσεων, αλλά και γενικότερα της δυτικής «κοινής γνώμης», που κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα. Εννοώ την ανακάλυψη, εν μια νυκτί, και τον «αποτροπιασμό», αίφνης, για το ότι ο Καντάφι είναι δικτάτωρ, παράφρων, λαομίσητος, αιμοσταγής κ.ο.κ. — κι ας υπήρχαν εδώ και δεκαετίες οι λεπτομερέστατες καταγγελίες όχι μόνο διαφόρων αντιφρονούντων ή «περίεργων», αλλά και καθ’ όλα αξιοσέβαστων οργανώσεων όπως η Διεθνής Αμνηστία ή το Human Rights Watch. To φαινόμενο βέβαια είναι πολύ γενικότερο, ισχύει και για τον Μπεν Άλι και τον Μουμπάρακ (ας θυμηθούμε ότι διαγράφτηκαν από τη Σοσιαλιστική Διεθνή λίγες στιγμές πριν την πτώση τους), ενώ πιθανόν αύριο, εξίσου «κατάπληκτοι», θα ανακαλύψουμε ότι και ο φιλλέλην εμίρης του Κατάρ[1] που μας επισκέπτονταν συχνά πυκνά ή ο αειθαλής σαουδάραβας μονάρχης δεν αποτελούν ακριβώς την επιτομή της δημοκρατίας και το πρότυπο του λαοφιλούς ηγέτη. Παραπέμπω, επ’ ευκαιρία, στο κείμενο «VIP δικτάτορες στην παρέλαση για τη γιορτή της Γαλλικής Δημοκρατίας», από το εξαίρετο μπλογκ L’Enfant de la Haute Mer (http://inconue.wordpress.com/2010/07/15/very-important-dictateurs-au-defile-du-14-juillet/). Εκεί μαθαίνουμε πώς μια ντουζίνα δικτάτορες εκπροσωπήθηκαν στη γιορτή-σύμβολο της Γαλλικής Δημοκρατίας, την περίφημη 14η Ιουλίου, ενώ στρατιωτικά αγήματα των χωρών τους παρέλασαν, την ίδια μέρα, στα Ηλύσια Πεδία. Συνέχεια ανάγνωσης

Αν αυτό είναι δημοκρατία…

Standard

του Δημήτρη Αρβανιτάκη

 

Ρόυ Λιχτενστάιν, "Νεκρή φύση με μπαμπού", 1973

Οι λέξεις βεβαίως ονομάζουν τον κόσμο, αλλά οι λέξεις επίσης καλύπτουν τα πράγματα: ένα εκκρεμές που πάει κι έρχεται μπροστά από τη φλόγα ενός κεριού — αυτό είναι οι λέξεις. Είναι ο μηχανισμός κάλυψης-εξοικείωσης με την (απεχθή ή όχι, χυδαία ή όχι, σκληρή ή όχι…) πραγματικότητα. Λοιπόν, ας μην ακούσουμε κι ας μην διαβάσουμε τις λέξεις των φερέφωνων, ας προσπαθήσουμε ν’ αγγίξουμε, καθένας μόνος του, την εικόνα: μόλις είδαν ότι το πράγμα ξεφεύγει, μόλις είδαν ότι τα αφεντικά τους δεν τήρησαν τη συμφωνία, μόλις είδαν ότι οι σκλάβοι καταλαβαίνουν (πριν τη συμφωνημένη ώρα) το παιγνίδι, μόλις είδαν ότι οι σκληροί νόμοι του Monopoly αποκαλυπτόμενοι άκαιρα μπορεί να δείξουν πιο αποκρουστική τη χυδαιότητα του παιχνιδιού τους, έτρεξαν, μέσα στη νύχτα, οι «δημοκρατικά εκλεγμένοι»· τηλέφωνα και συνεννοήσεις, πίτσι-πίτσι πίσω από τις κουίντες, ανακοινώσεις, διαμαρτυρίες και επικλήσεις της εθνικής αξιοπρέπειας, λεονταρισμοί και στύλωμα ποδιών, «ποιοι είναι αυτοί που θα μας υπαγορεύσουν την πολιτική μας;», «ο κυρίαρχος λαός και η εκλεγμένη κυβέρνηση θα αποφασίσουν για την εκμετάλλευση του δημόσιου πλούτου της χώρας» και τα τέτοια — και την άλλη μέρα, ιδού, η αποκάλυψη! Κοντά ποδάρια που έχει καμιά φορά το ψέμα! Δείλαιοι μπροστά στ’ αφεντικά τους και «τζάμπα μάγκες», που θα ’λεγε και ο αλήστου μνήμης, απέναντι σε μας, που μας βλέπουνε σαν τους υπηκόους του βασιλιά Μοντεζούμα. Αυτή είναι η δημοκρατία τους — αν αυτό είναι δημοκρατία…

Δεν ξέρω πόσοι πιστέψανε τον πυρήνα του Κοινωνικού Συμβολαίου, ξέρουμε όμως πια πολύ καλά ότι είναι αφέλεια να δεχτούμε ότι η γενεσιουργός αιτία της εξουσίας ήταν η κοινωνική συναίνεση: ήταν η βία. Ο λόγος γένεσης της θεωρίας αυτής, άλλωστε, δεν ήταν τόσο η πραγματολογική ερμηνεία του ιστορικού φαινομένου της εξουσίας όσο η ηθική και πολιτική νομιμοποίηση του δικαιώματος ανατροπής των απόλυτων, των ελέω θεού μοναρχιών. Αυτός, όμως, ο μύθος του Κοινωνικού Συμβολαίου ύφανε σιγά-σιγά ένα ιδεολογικό κάλυμμα, έναν κώδικα που υποτίθεται πως ορίζει και νοηματοδοτεί τη «δημοκρατική πολιτεία»: κι αυτός ο κώδικας θέτει κάποια όρια στο ψέμα και την υποκρισία, πέρα από τα οποία έρχεται η υπερβολή (να πούμε: ύβρις;) — δηλαδή, η αποσάθρωση! Είναι βεβαίως πάντα πιο εύκολο να αντιληφθείς την υπέρβαση των ορίων, παρά να πεις το πού βρίσκονται αυτά. Λοιπόν, τίποτα απ’ αυτόν τον κώδικα δεν έχει απομείνει, η εξουσία έχει αθετήσει προ πολλού όσα δυνητικά θα τη νομιμοποιούσαν στις συνειδήσεις της κοινωνίας· ασκείται ερήμην και εις βάρος εκείνων που ονομάζει πολίτες, αλλά θεωρεί υπηκόους. Αυτή είναι η δημοκρατία τους — αν αυτό είναι δημοκρατία…

Το τέλος της μικρής μας πόλης

Ο Αισχύλος, πάντως, μας είχε κι αυτός προειδοποιήσει: ο τόπος νοηματοδότησης, ο τόπος πραγμάτωσης του Δικαίου είναι η πόλη. Αλλά και το ανάποδο μας είπε: η πόλη δεν υπάρχει, δεν έχει τόπο, αν αυτός δεν ορίζεται από το Δίκαιο. Η ανθρώπινη κοινωνία, η πόλη είναι οι ίδιοι οι θεσμοί της — κι έτσι έγραψε την Ορέστειά του, κληροδοτώντας μας τους όρους για το μεγάλο στοίχημα της θεσμισμένης ανθρώπινης συμβίωσης: της πολιτικής. Αν αυτό έχει να πει κάτι είναι ότι τα θεμέλια της πόλης δεν είναι αυτά που ρίχνουνε οι εργολάβοι, αλλά αυτά που συντελούν στη διαμόρφωση των συνειδήσεων, συγκροτώντας ό,τι στις εκθέσεις ιδεών ονομάζαμε κοινωνικό ιστό. Αν αυτός διαλυθεί, τότε πόλη δεν υπάρχει: γιατί δεν υπάρχει το Δίκαιο που προϋποτίθεται, που υπόκειται στη θεμελίωσή της. Συνέχεια ανάγνωσης

Take five

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Είναι μέρες τώρα που βλέπω και ακούω αυτή την ανεκδιήγητη διαφήμιση της Τράπεζας Κύπρου, όπου δυο ευτυχισμένοι συνταξιούχοι διασταυρώνονται στο δρόμο, και χαιρετιόνται δίνοντας ο ένας στον άλλον πέντε. Και μου έρχεται και μένα να δώσω πέντε, όχι στους έρμους τους ηθοποιούς αλλά στους δημιουργούς της διαφήμισης, μόνο που το χέρι μου να είναι ανοιχτό, κοινώς να φασκελώνει. Γιατί όποιος νοσηρός διαφημιστικός εγκέφαλος δημιούργησε αυτό το έκτρωμα δεν σκέφτηκε σε ποιους ανθρώπους απευθύνεται, δεν σκέφτηκε όλους εκείνους τους εργαζόμενους που είδαν τις ελπίδες τους για αξιοπρεπείς συντάξεις να καταρρακώνονται. Μάλλον, για να είμαστε πιο ειλικρινείς, αυτούς ακριβώς σκέφτηκε για να προωθήσει τα χρηματοπιστωτικά του προγράμματα, ποντάροντας για άλλη μια φορά στην ανασφάλεια, στο φόβο της εξαθλίωσης.

Αν κάτι με τρελαίνει αυτόν τον καιρό είναι η αδυναμία όσων υποτίθεται ότι ηγούνται της ελληνικής κοινωνίας, σε όλα τα επίπεδα, να καταλάβουν τι συμβαίνει. Αυτό το βουβό μέχρι πρότινος και οργισμένο υπόγειο κύμα που έχει τη δύναμη να γκρεμίσει ό,τι χτίστηκε στη μεταπολίτευση. Δεν το γράφω με καμιά χαρά ούτε με καμία επαναστατική διάθεση. Η βία, η τυφλή επιθετικότητα, η έκρηξη συμπαρασύρει τα πάντα, καλά και κακά στο διάβα της, κατακτήσεις και εμπόδια. Μα πώς να συγκρατήσεις την οργή εκείνων που νιώθουν ότι τελικά δεν τους ακούει κανείς; Κανείς από όλους όσους νομίζουν ότι μπορούν μονίμως να δείχνουν το δέντρο και όχι το δάσος. Το τζιπ που περνάει χωρίς να πληρώνει τα διόδια, και όχι τους χιλιάδες ανθρώπους που τα πληρώνουν δυο και τρεις φορές την ημέρα για να διασχίσουν λίγα χιλιόμετρα από το σπίτι στη δουλειά τους. Το κτίριο της Νομικής και όχι τους χιλιάδες μετανάστες που ζουν σε άθλιες συνθήκες σε όλα τα υπόγεια τής κάτω από την Ομόνοια Αθήνας. Τις βίαιες αντιδράσεις μεμονωμένων ανθρώπων, και όχι ένα κράτος που για να επιβάλλει τη θέληση του αποκλείει αυθαίρετα με τα ΜΑΤ μια ολόκληρη πόλη για εβδομάδες.

 

Τζορτζ Γκρος, «Οι βάτραχοι ιδιοκτήτες», από το λεύκωμα «Το πρόσωπο της άρχουσας τάξης» (Βερολίνο 1921)

Ας φύγουμε λοιπόν από το δέντρο, κι ας δούμε το ημικατεστραμένο δάσος. Και δεν έχω εδώ πρόθεση να αντιδικήσω με τον κύριο αντιπρόεδρο της κυβέρνησης. Προφανώς όλοι μαζί το καταστρέψαμε αυτό το δάσος, όλοι μαζί τα φάγαμε. Όχι και όλοι ακριβώς, κάποιοι είναι πάντα μονίμως αποκλεισμένοι από το τραπέζι μας. Μόνο που ο καθένας μας έφαγε τη δική του μερίδα, το δικό του πιάτο. Είμαι λοιπόν έτοιμος να απολογηθώ για ό,τι έφαγα. Για το βύσμα μου στο στρατό, για τις κλήσεις που προσπάθησα να σβήσω, ακόμη και το μέσον που έβαλα για να βρω κάποτε μια δουλειά. Μέχρι εκεί όμως. Αυτή είναι η δική μου ευθύνη, η δική μου ενοχή. Και επειδή στη δημοκρατία συλλογικές ενοχές δεν υπάρχουν ας πάρει ο καθένας τη δική του. Και τότε ας δούμε τι του αναλογεί.

 

 

 

Τζορτζ Γκρος, «Οι βάτραχοι ιδιοκτήτες», από το λεύκωμα «Το πρόσωπο της άρχουσας τάξης» (Βερολίνο 1921)

Το ρεζίλεμα της υψηλής διπλωματίας της Γαλλίας

Standard

του Στέφαν Ζίμονς

μετάφραση: Ιωάννα Μεϊτάνη

Κατέφθασε με 100 λιμουζίνες, υποσχέθηκε μπίζνες δισεκατομμυρίων και κατασκήνωσε μες στο κέντρο του Παρισιού: για τους γάλλους διπλωμάτες, ο Μουαμάρ αλ-Καντάφι ήταν ο εξαγνισμένος ηγεμόνας, ένας καλοδεχούμενος επισκέπτης. Η εικόνα αυτή άλλαξε ριζικά μετά τη δολοφονική επίθεση ενάντια στον ίδιο του το λαό.

Τιμητική υποδοχή, επίσημο δείπνο στο Μέγαρο των Ηλυσίων και δύο προσωπικές συναντήσεις με τον πρόεδρο Νικολά Σαρκοζύ — η επίσκεψη του Καντάφι το 2007 ήταν μια πενθήμερη υπόκλιση διαρκείας στον ηγέτη της λιβυκής επανάστασης. Έφτασε με συνοδεία 400 ατόμων και με στόλο από 100 λιμουζίνες, έστησε βεδουίνικο αντίσκηνο στο προαύλιο ενός μεγάρου στο κέντρο του Παρισιού και έκανε το γύρο της πόλης με πλοίο — εκείνες τις ώρες απαγορεύτηκε η κυκλοφορία στις γέφυρες του Σηκουάνα.

Για να συμπληρωθεί το ρεζίλεμα του πρωτοκόλλου, ο Καντάφι έγινε δεκτός στη χώρα «της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφοσύνης» ακριβώς την «Παγκόσμια Ημέρα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

Ο υπουργός Εξωτερικών Μπερνάρ Κουσνέρ, που μεταπήδησε στην κυβέρνηση από το Σοσιαλιστικό Κόμμα, κόμπιασε σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη, προσπαθώντας να αποφύγει τον χαρακτηρισμό «δικτάτορας» για τον Καντάφι. Η Ραμά Γιαντ, τότε υφυπουργός για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων (στον επόμενο ανασχηματισμό έγινε υφυπουργός Αθλητισμού και αργότερα δεν περιλήφθηκε ξανά στο κυβερνητικό σχήμα [Σ.τ.Μ.]), κατέκρινε έντονα την επίσκεψη του λίβυου ηγέτη, λέγοντας ότι «η χώρα μας δεν είναι χαλάκι για να σκουπίζει ο κάθε ηγέτης τα πόδια του από το αίμα των εγκλημάτων του» και κλήθηκε έπειτα από τον Σαρκοζύ να δώσει λογαριασμό για αυτά της τα λόγια.

Δεν είναι ν’ απορεί κανείς: ο Καντάφι είχε υποσχεθεί στον γάλλο ομόλογό του την αγορά πολεμικών αεροσκαφών και στρατιωτικών ελικοπτέρων, για την οποία τα συμβόλαια, όπως ήλπιζε ο Σαρκοζύ, θα έφταναν «στο ύψος των 10 εκατομμυρίων ευρώ».

Απερίσκεπτος πραγματισμός

 

Σκίτσο του Λατούφ

Στην επίσκεψη εκείνη, το Παρίσι είχε τιμήσει τον ηγεμόνα της ερήμου επειδή είχε απελευθερώσει τις βουλγάρες νοσοκόμες, τις οποίες είχε πρώτα φυλακίσει αυθαίρετα η λιβυκή δικαιοσύνη. Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, ένα μούδιασμα απλώνεται στους διπλωματικούς κύκλους — όχι μόνο γιατί η παραγγελία των εξοπλισμών εξέπεσε σε αγορά 20 μόνο Αίρμπας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και προκάτοχοι του Σαρκοζύ στο προεδρικό μέγαρο, όπως ο Ζωρζ Πομπιντού, είχαν πουλήσει την Τρίπολη αεροσκάφη Μιράζ· αναμφίβολα, επίσης, ορισμένοι γάλλοι αριστεροί θεωρούσαν τον χαμαιλέοντα δικτάτορα μπροστάρη στη μάχη κατά του ιμπεριαλισμού.

Τώρα, μια ομάδα διπλωματών καταγγέλλει δημοσίως και με ασυνήθιστα έντονο ύφος τον «ερασιτεχνισμό» και τον «παρορμητισμό» της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία καθορίζεται κυρίως από την ατζέντα δημοσίων σχέσεων του Μεγάρου των Ηλυσίων. Μια ομάδα ειδικών του υπουργείου Εξωτερικών, που διατηρούν την ανωνυμία τους, περιγράφουν σε άρθρο τους στη Le Monde την πορεία του Σαρκοζύ στην εξουσία ως μια αλληλουχία από ήττες και αποτυχίες, η οποία, τώρα, ενόψει της κρίσης στη βόρεια Αφρική, αναδεικνύεται πάλι ανάγλυφα και φανερώνει την αδυναμία της Γαλλίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Κατάληψη στο LSE για να σταματήσει η χρηματοδότηση από τον Καντάφι

Standard

 

Από την κατάληψη: "Το LSE παίρνει 300 χιλιάδες ματωμένεςλ λίρες από τον Καντάφι. Λέμε Όχι!"

Την Τρίτη 22 Φεβρουαρίου, φοιτητές του London School of Economics (LSE), κατέλαβαν μια αίθουσα στο Παλαιό Κτίριο, απαιτώντας το σταμάτημα κάθε σχέσης της Σχολής με το καθεστώς της Λιβύης. Πέτρα του σκανδάλου, η επιχορήγηση του LSE, το 2009, από το Διεθνές Φιλανθρωπικό και Αναπτυξιακό Ίδρυμα Καντάφι (GICDF) με 1,5 εκατομμύρια λίρες, με σκοπό τη δημιουργία ενός ερευνητικού προγράμματος για την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία της Βόρειας Αφρικής. Ας σημειωθεί επίσης ότι ο γιος και «διάδοχος» του Καντάφι, Σαΐφ, έχει πάρει το διδακτορικό του από το LSE, με θέμα τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και των διεθνών οργανισμών στον εκδημοκρατισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, η διοίκηση του LSE, είχε αναγκαστεί να ανακοινώσει, μια μέρα πριν, ότι θα αρνηθεί στο εξής χορηγίες συνδεόμενες με το καθεστώς Καντάφι.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η προκήρυξη των φοιτητών

Ζητάμε:

α) Η διοίκηση του LSE να καταγγείλει δημόσια την πρόσφατη βάναυση καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το καθεστώς Καντάφι, καθώς τις απειλές που εκτόξευσε ο Σαΐφ Καντάφι εναντίον των διαδηλωτών στη Λιβύη.

Σκίτσο του Τζων Σπρινγκς, από το NYRB

β) Το LSE να δεσμευτεί επισήμως ότι θα σταματήσει κάθε συνεργασία με το καθεστώς της Λιβύης, όπως και οποιοδήποτε άλλο δικτατορικό καθεστώς που είναι γνωστό ότι ευθύνεται για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

γ) Το LSE να αρνηθεί το υπολειπόμενο ποσό της χορηγίας του Διεθνούς Φιλανθρωπικού και Αναπτυξιακού Ιδρύματος Καντάφι (GICDF), που ανερχόταν συνολικά σε 1,5 εκατομμύριο λίρες· και να εργαστεί

για τη δημιουργία ενός κεφαλαίου για τη χορήγηση υποτροφιών σε άπορους λίβυους φοιτητές, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί από τις 300.000 λίρες που έχει ήδη λάβει το LSE από το Ίδρυμα Καντάφι και δεν τις έχει ακόμα αξιοποιήσει.

δ) Να διαγραφεί ο Σαΐφ Καντάφι από τον σύλλογο των αποφοίτων, διότι οι δημόσιες δηλώσεις του την Κυριακή 20 Φεβρουαρίου, αλλά και μια σειρά εκθέσεις διεθνών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα δείχνουν με σαφήνεια ότι εμπλέκεται στη δολοφονία αθώων πολιτών, καθώς και άλλες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ένταξή του στην κοινότητα του LSE, και κυρίως στο σώμα όσων σπούδασαν σε αυτό, είναι ένα όνειδος που δεν μπορούμε να ανεχθεί κανένας από εμάς, εργαζόμενους, φοιτητές και αποφοίτους του LSE. Συνέχεια ανάγνωσης

Το LSE και ο Καντάφι: για άλλη μια φορά στη λάθος πλευρά της Ιστορίας

Standard

του Τζέρομ Ρους

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης

Η εγκάρδια σχέση του LSE με το καθεστώς Καντάφι αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος: της μόνιμης αποτυχίας των φιλελεύθερων δυτικών υπερασπιστών της ελευθερίας και της δημοκρατίας να εφαρμόσουν στην πράξη αυτά που διακηρύσσουν. […]

 

Mνημείο στην Τρίπολη που αναπαριστά το «Πράσινο Βιβλίο» του Καντάφι. (The New York Times)

Οι φιλελεύθεροι της Δύσης μπορεί να πιστεύουν βαθιά ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι αναπαλλοτρίωτες, όπως και τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα, η καταπάτηση των οποίων είναι απαράδεκτη, αλλά αυτή η γνήσια ηθική αίσθηση παραβιάζεται συστηματικά όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις όσον αφορά τους συνομιλητές τους: α) είναι πλούσιοι, β) προσεγγίζουν οι ίδιοι την εξιδανικευμένη δυτική εικόνα του Άλλου ως αντανάκλαση του Εαυτού.

Πράγματι, σε αυτό το σημείο η ψυχολογία, η ανθρωπολογία, τα οικονομικά και η πολιτική συγκλίνουν. Όπως παρατήρησε εύστοχα ο Guardian, ο Σαΐφ αλ Καντάφι ήταν ένας άνθρωπος με τον οποίο οι Δυτικοί θα μπορούσαν να κάνουν μπίζνες. Εκτός του ότι ήταν πάμπλουτος, δεν είχε γένια, φορούσε κοστούμι και μιλούσε άπταιστα αγγλικά, ο Σαΐφ πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το LSE με θέμα «Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στον εκδημοκρατισμό της παγκόσμιας διακυβέρνησης», ενώ διακήρυσσε την ειλικρινή θέλησή του να μεταρρυθμίσει τη χώρα του σε μια φιλελεύθερη δημοκρατική κατεύθυνση. Με άλλα λόγια, ήταν ένας πραγματικός τζέντλεμαν, κι έτσι ο Λόρδος Μάντελσον, o Ναθάνιελ Ρότσιλντ, ο Δούκας του Γυορκ και ο Ντέιβιντ Χελντ μπορούσαν όλοι τους να συμφάγουν άνετα μαζί του, χωρίς να αισθάνονται άβολα με τη διαφορετικότητα του ομοτραπέζου τους. […]

Στην πραγματικότητα, όπως παρατήρησε πρόσφατα ο Ταρίκ Ραμαντάν σε μια διάλεξή του στο Άμστερνταμ η «Μεγάλη Φιλελεύθερη Προδοσία» βρίσκεται στο απώτατο σημείο της, κινούμενη από τον συνδυασμό της ξέφρενης επιδίωξης του κέρδους που έχει η Δύση, της επιθυμίας της να αναδημιουργήσει τον κόσμο κατ’ εικόνα της και του βαθιού τραύματος (και του βαθιά ριζωμένου φόβου) για τον μουσουλμάνο Άλλο. […] Συνέχεια ανάγνωσης

Περί κατάργησης της «εκτός σχεδίου δόμησης»

Standard

Aρκεί η πολιτική βούληση χωρίς επαρκή επιστημονική υποστήριξη;

της Μάρως Ευαγγελίδου

Στον πρόσφατο δημόσιο διάλογο για τη θέσπιση των 10 στρεμμάτων ως ορίου αρτιότητας και κατάτμησης στις περιοχές Natura, (ΣΝ βιοποικιλότητας) κάθε συνεπής οικολόγος θα συντασσόταν με την Υπουργό, και όχι με τις φωνές που συντήρησαν μέχρι σήμερα την οικοπεδοποίηση της ελληνικής υπαίθρου. Έτσι συμβαίνει πάντα στην πολιτική: οφείλεις να διαλέξεις με ποιον θα πας και ποιον θ’ αφήσεις

Επειδή όμως η πολιτική δεν προχωράει μόνο με επιλογές αλλά και με επεξεργασίες, γεννάται το ερώτημα αν αυτή η διλημματική στάση –που ανάγεται συνήθως σε μείζονες ιδεολογικές άρα προειλημμένες τοποθετήσεις– μας βοηθάει να προχωρήσουμε την πολιτική μας σκέψη και να υποστηρίξουμε την πολιτική μας θέση στον δημόσιο διάλογο. Η κατάργηση της Εκτός Σχεδίου Δόμησης (εφεξής ΕΣ) είναι ένα από συνθετότερα προβλήματα χωροταξικής πολιτικής με αναπτυξιακές, νομικές και πολεοδομικές διαστάσεις –πλην των περιβαλλοντικών– που δεν έχουν καν διαφανεί στην εισηγητική έκθεση του ΣΝ. Η αποδοχή από την Υπουργό της διατήρησης της αρτιότητας 4 στρεμμάτων ως παρέκκλιση –που χαρακτηρίστηκε συμβιβασμός– δεν συνιστά πολιτική υπαναχώρηση ενώ μπορεί, αντίθετα, να αποτελέσει στοιχείο ολοκληρωμένης θεώρησης, αρκεί να συμπληρωθεί με άλλα μέτρα, εντασσόμενο σε μια συνολική στρατηγική.

Τα στοιχεία της «εκτός σχεδίου δόμησης»: αρτιότητα, όροι δόμησης και χρήση

Η εμφανής και περισσότερο αναλυμένη αρνητική διάσταση της ΕΣ ανάγεται στις καταστροφικές επιπτώσεις της διάσπαρτης δόμησης στο τοπίο και την αγροτική γη. Εξ αυτής πηγάζει η θέση για αύξηση της αρτιότητας και του ορίου κατάτμησης (δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά), ώστε να περιοριστούν τα κτίσματα και η διάχυση χρήσεων που οδηγεί σε ενεργειακή σπατάλη και περιβαλλοντική επιβάρυνση λόγω έλλειψης υποδομών. Παράλληλα η αύξηση του ορίου αρτιότητας συμβάλλει, μεσοπρόθεσμα, στην ανάσχεση της υπερβολικής αύξησης των τιμών γης που συμπιέζει την αγροτική οικονομία και τη διατήρηση βιώσιμων κλήρων αγροτικής εκμετάλλευσης. Συνέχεια ανάγνωσης

Περί «δικαίου του αίματος»

Standard

(αναδημοσίευση από τα «Νέα», 12.2.2011)

του Κώστα Γεωργουσόπουλου

Τρέμω στην ιδέα πως θα μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ το σκεπτικό του Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας που εισηγείται στην Ολομέλεια να ληφθεί υπόψη για την παροχή ιθαγένειας σε μετανάστες αλλοδαπούς το κριτήριο του «δικαίου του αίματος». Γιατί αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, εκτός των άλλων, θα έπρεπε να ξαναγραφεί και η Αρχαία και η Βυζαντινή και η Νεοελληνική Ιστορία με αυτό το κριτήριο καθαρότητας.

Ο μεγάλος νικητής των Περσών στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Θεμιστοκλής, όπως αναφέρουν πολλές πηγές ήταν μη τέλειος αθηναίος πολίτης. Η μητέρα του ήταν Θρακιώτισσα, άρα βάρβαρη για τη νομοθεσία των Αθηνών, πιθανόν υπηρέτρια στο σπίτι του πατέρα του Θεμιστοκλή. Οι Θρακιώτισσες εκείνη την εποχή ήταν ένα είδος Φιλιππινέζες!

Ο Θεμιστοκλής όμως, όταν ψηφίστηκε στρατηγός-αυτοκράτωρ, πέρασε νόμο στη Βουλή και έδωσε την ιδιότητα του αθηναίου πολίτη σε όλους τους ομοίους του, με αποτέλεσμα να διπλασιαστεί το εκλογικό σώμα του Αστεως και να έχει εξασφαλίσει πλέον και γερή εκλογική πελατεία ευγνωμόνων. Συνέχεια ανάγνωσης

H πολιτική ανυπακοή και το κίνημα «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω»

Standard


του Γιώργου Μπάλια

Οι αστοχίες των ασκούμενων πολιτικών σε διάφορους τομείς και οι εμμένουσες ανησυχίες σημαντικής μερίδας πολιτών σχετικά με αυτές επέτρεψαν την ανάπτυξη κινημάτων που έχουν τα χαρακτηριστικά αυτού που ονομάζεται πολιτική ανυπακοή.

Το θεωρητικό πλαίσιο

Αλέξης Ακριθάκης, "Κόκκινες βαλίτσες", 1973

Το ζήτημα της ανυπακοής εντάσσεται, σύμφωνα με τον Γιούργκεν Χάμπερμας, στον ευρύτερο δημόσιο χώρο εντός του οποίου οι πολίτες ενισχύουν τη θέση τους μέσω των ολοένα και περισσότερο οξειών δημόσιων αντιπαραθέσεων, αποτελώντας ταυτόχρονα την κορύφωσή τους.[1] Επειδή η πολιτική ανυπακοή συνδέεται άμεσα με το περιεχόμενο των κανόνων δικαίου και τις πηγές του, είναι αναγκαίο να αναδειχθούν οι σημαντικότερες πλευρές του ζητήματος.

Εκείνο που πρέπει, καταρχάς, να υπογραμμιστεί είναι ότι όσοι προβαίνουν σε πράξεις πολιτικής ανυπακοής προβάλλουν επιχειρήματα σχετικά με το δίκαιο και τον τρόπο παραγωγής του. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως απλοί παραβάτες του νόμου όπως το απαιτεί η κατεστημένη αντίληψη περί τιμωρίας λόγω της παραβίασης του νόμου, η οποία ερείδεται στον νομικό θετικισμό.[2] Σύμφωνα με τον τελευταίο, η ισχύς του κανόνα δικαίου δεν εξαρτάται από την κοινωνική αποδοχή του, καθόσον περιορίζεται μόνο στο να επιβάλλει μια εξωτερική συμπεριφορά χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις εσωτερικές διεργασίες  αυτών στους οποίους απευθύνεται (ενστάσεις ή προβλήματα συνείδησης).[3] Ωστόσο, αυτή η αντίληψη έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση από σημαντικούς θεωρητικούς (Ρωλς, Χάμπερμας, Ντουόρκιν), οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι πολίτες έχουν υποχρέωση να τηρούν το νόμο αλλά μπορούν επίσης να τον αμφισβητούν –και να μην τον εφαρμόζουν– σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Αιγυπτιακή Εξέγερση, ένα κίνημα του 21ου αιώνα

Standard

H Mυρσίνη Ζορμπά και ο Αντώνης Λιάκος βρέθηκαν, επιτούτου, την προηγούμενη εβδομάδα, για λίγες μέρες στον Κάιρο, στην πλατεία που συγκλόνισε τον κόσμο, και έζησαν από κοντά την ατμόσφαιρα της Αιγυπτιακής Εξέγερσης. Με την ευκαιρία αυτή, τους καλέσαμε να συζητήσουν μαζί με τον Νικόλα Βουλέλη, άριστο γνώστη του αραβικού κόσμου, σε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε τι συμβαίνει στην Αίγυπτο όλη την ευρύτερη περιοχή, ποια είναι η σημασία του και πώς θα επηρεάσει τις εξελίξεις. Τους ευχαριστούμε θερμά για την ανταπόκρισή τους.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Συζητούν ο Νικόλας Βουλέλης, η Μυρσίνη Ζορμπά και ο Αντώνης Λιάκος

Πλατεία Ταχρίρ, 9.2.2011. Φωτογραφία του M. Soli, από το flickr

Μυρσίνη Ζορμπά: Εκείνο που κρατάω από τις τέσσερις μέρες στο Κάιρο είναι η αδιαμεσολάβητη πολιτική έκφραση των πολιτών, μια ατμόσφαιρα εξέγερσης, που όλοι εκεί τη χαρακτήριζαν επανάσταση. Αλλά αφοπλιστικά ειρηνική και εντυπωσιακά μαζική. Δεδομένου ότι λίγες μέρες πριν οι νεκροί στις διαδηλώσεις ήταν εκατοντάδες και η σκληρότητα της αστυνομίας άγρια, η ειρηνική διάθεση, η πολιτική στρατηγική και επαγρύπνηση της μη βίας ήταν κάτι που σε εντυπωσίαζε. Οι διαδηλωτές δεν ήταν ούτε φοβισμένοι, ούτε θρηνούσαν, ήταν κυρίως αποφασισμένοι πολιτικά. Η σταθερή τοποθέτηση όλων με τους οποίους μιλήσαμε ήταν ότι θέλουν Σύνταγμα, θέλουν δημοκρατία και ελευθερία, θέλουν να καταπολεμηθεί η διαφθορά και να αλλάξει το καθεστώς.

Δεν ακούσαμε συνθήματα αντιαμερικανικά ή εναντίον του Ισραήλ, παρά μόνο κατά του Μουμπάρακ και δεν είχαμε καμία αίσθηση πολιτικού ισλαμισμού αλλά, αντίθετα, ενός πλουραλισμού που εκφραζόταν και μέσα από τα πολλά μικρά αυτοσχέδια βήματα, όπου μαζεύονταν 100-200 άνθρωποι, κάποιος έβγαζε ένα λόγο, τραγουδούσε, φώναζε συνθήματα, διάβαζε ένα ποίημα κλπ. Η παρουσία των γυναικών ήταν πολύ έντονη και είχες μια αίσθηση οργάνωσης, αλλά όχι τη γνωστή σιδερένια πειθαρχία — νομίζω ότι εκ των υστέρων φτιάχτηκε μια μυθολογία της οργάνωσης. Το στοιχείο που μου φάνηκε κυρίαρχο ήταν μια αυθόρμητη αδιαμεσολάβητη πολιτική με αίτημα τη δημοκρατία, που ξεπερνούσε τις πολλές και διαφορετικές συνιστώσες αυτού του πάνδημου ξεσηκωμού μιας πόλης 20 εκατομμυρίων κατοίκων.

 

Ένα πανηγύρι της δημοκρατίας και της ελευθερίας

Πλατεία Ταχρίρ, 10.2.2011. Φωτογραφία του Αντώνη Λιάκου

Αντώνης Λιάκος. Μόλις φτάσαμε στη γέφυρα που οδηγούσε στην πλατεία Ταχρίρ νιώσαμε αμέσως ατμόσφαιρα γιορτής. Έβλεπες ολόκληρες οικογένειες, ανθρώπους με τα παιδιά στον ώμο. Μερικοί, όταν τους ρωτήσαμε αν ήταν επικίνδυνο να τα φέρουν, μας είπαν: –Είναι τόσο σπουδαίο αυτό που γίνεται, που θέλουμε τα παιδιά μας όταν μεγαλώσουν να λένε ότι βρέθηκαν κι αυτά εδώ.

Παρατηρώντας όλους αυτούς που έγραφαν ένα κομμάτι χαρτί, ένα πλακάτ, κουβεντιάζοντας μαζί τους, αισθανόσουν ακριβώς αυτό που λέμε θεωρητικά «ιδιότητα του πολίτη». Ήταν άνθρωποι διαφορετικοί, αλλά με ορατή μία ιδιότητα: ήταν πολίτες. Ο δήμος εν δράσει, η παρουσία των πολιτών στην πλατεία: αυτό ήταν που με εντυπωσίασε. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό αν το δούμε μέσα στην ιστορία του αραβικού κόσμου: ιστορία κυριαρχιών επί υποκειμένων χωρίς άλλη ιδιότητα παρά του κυριαρχούμενου. Η ιστορία της Αιγύπτου είναι μια μακρά ιστορία κυριαρχιών: Μαμελούκοι, Οθωμανοί, Χεδίβηδες, Άγγλοι, μεταποικιακές κυριαρχίες πριν από το 1952, Νασερισμός, Σαντάτ, Μουμπάρακ. Οι μάζες είχαν κάνει βέβαια αισθητή την παρουσία τους. Ήταν εξεγερμένοι φτωχοί, με τον Οράμπι Πασά ή τον Μάχντι, τον 19ο αι., είχαν απεργήσει και οργανωθεί στους κομμουνιστές και στους αναρχοσυνδικαλιστές το πρώτο μισό του 20ού αι., ήταν αντιιμπεριαλιστές, αντιαμερικανοί και αντιεβραίοι μετά το 1952, αγκάλιασαν τον πολιτικό ισλαμισμό, γιόρτασαν για τις επιθέσεις της τρομοκρατίας. Τα σημερινά κινήματα όμως, τόσο της Τυνησίας όσο και της Αιγύπτου, εμφανίζουν έναν πολύ διαφορετικό χαρακτήρα. Έχουμε, πιστεύω, μια υπέρβαση, της έννοιας του αντιαποικιακού κινήματος, καθώς θέτουν στο επίκεντρο βασικά ζητήματα πολιτικής, ελευθερίας αλλά και δικαιοσύνης. «I am here to reclaim my dignity», «We smell justice here», έγραφαν τα πλακάτ στα αγγλικά. Δηλαδή αναγνώριση, δικαιώματα και δικαιοσύνη. Δημοκρατία, κράτος δικαίου, καταδίκη της διαφθοράς και κοινωνική δικαιοσύνη. Η φτώχεια και η ανεργία είναι πολύ μεγάλη, η ανισοκατανομή του πλούτου σκανδαλώδης

Πλατεία Ταχρίρ, 9.2.2011. Φωτογραφία του M. Soli, από το flickr

Νικόλας Βουλέλης: Το πρώτο στοιχείο που θα ήθελα να προσθέσω –το λέω και με την εμπειρία του ανθρώπου που έζησε μέχρι τα δεκαοχτώ του στην Αλεξάνδρεια– είναι το σπάσιμο του φόβου. Αυτό πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο σοβαρών μελετών, το πώς έσπασε ο φόβος, μια κατάσταση πολύ παλιότερη από την τριακονταετία Μουμπάρακ. Δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εξήγηση πώς έσπασε ο φόβος, είναι η σπίθα της Τυνησίας, είναι το ποτήρι που ξεχειλίζει, υπάρχει όμως το γεγονός. Και το γεγονός ότι οι άνθρωποι πλημμυρίζουν τους δρόμους είναι εξαιρετικά σημαντικό, σημαίνει ότι ξεπεράστηκε το φράγμα του φόβου και της τρομοκρατίας.

Δεύτερον, από τις φωτογραφίες και βίντεο που είδα, η εικόνα είναι αντιπροσωπευτική του πληθυσμού: γενειοφόροι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, αυτοί με τη βούλα του πιστού στο μέτωπο, νεαροί, γυναίκες. Και σίγουρα η προετοιμασία γίνεται μέσα από τα κινήματα του περασμένου χρόνου, το κίνημα 6 Απρίλη, όπου κατέβαιναν στους δρόμους 2.000-3.000, τους τσάκιζαν, τους συλλάμβαναν, και ένας την πλήρωσε πολύ άγρια, τον έλιωσαν στο αστυνομικό τμήμα. Η εικόνα του έχει μείνει όμως, γι’ αυτό ένα από τα συνθήματα ήταν «Είμαστε όλοι Χάλεντ Σαΐντ».

Το τρίτο στοιχείο που θεωρώ πολύ σημαντικό είναι η αυτοοργάνωση, ειδικά αν λάβεις υπόψη σου και τη νοοτροπία της Μέσης Ανατολής, μια νοοτροπία κάπως παθητική, «εντάξει άσε», «μη στεναχωριέσαι», «όλα θα φτιάξουν». Όταν είδα να καθαρίζουν την πλατεία Ταχρίρ, να ξεχωρίζουν τα είδη, εδώ οι κονσέρβες, εκεί τα χαρτιά, να φτιάχνουν ομάδες περιφρούρησης, σκέφτηκα ότι αυτό είναι ένα θαύμα. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο νεοφιλελεύθερος «Λόγος του κόσμου»

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

Στη συνηθισμένη και ενίοτε πονηρή απορία «μα πως είναι δυνατόν να μιλούμε για νεοφιλελευθερισμό» ακόμα και σε κοινωνίες με έντονα πελατειακά, προσοδοθηρικά και «κρατικιστικά» γνωρίσματα, η απάντηση δεν μπορεί να είναι παρά μια νέα προσέγγιση στη νεοφιλελεύθερη λογική· μια προσέγγιση απαλλαγμένη από τον αφελή οικονομισμό αλλά και από την τετριμμένη καθαρολογική πρόσληψη σύμφωνα με την οποία ο νεοφιλελευθερισμός συμπίπτει με μια φιλοσοφία του συρρικνωμένου δημόσιου τομέα και ενός σχεδόν «ηρωικού» –για τους οπαδούς ή τους νοσταλγούς του– ατομικού επιχειρηματικού ρίσκου. Μια πλούσια σε ιστορικές και θεωρητικές αποχρώσεις ερμηνεία καταθέτουν εδώ και λίγα χρόνια οι Γάλλοι μελετητές Pierre Dardot και Christian Laval. O Νταρντό είναι φιλόσοφος με έντονο ενδιαφέρον για τον Μαρξ και τον Χέγκελ. Ο Λαβάλ είναι κοινωνιολόγος και συγγραφέας του βιβλίου L’Homme econonomique. Essai sur les racines du oliberalisme [Ο οικονομικός άνθρωπος. Δοκίμιο για τις ρίζες του νεοφιλελευθερισμού], εκδ. Gallimard, 2007. Kαρπός της συνεργασίας τους είναι το σημαντικό βιβλίο La nouvelle Raison du monde. Essai sur la sociéoliberale [Ο νέος Λόγος του κόσμου. Δοκίμιο για τη νεοφιλελεύθερη κοινωνία], εκδ. La Découverte, 2010. Πριν από αυτό το βιβλίο είχαν συμπράξει με τον El Mouhoub Mouhoud σε ένα κείμενο με τον τίτλο Sauver Marx?, [ Να σώσουμε τον Μαρξ;].

 

Λάιονελ Φάινινγκερ, "Άνθρωποι σε λίμνη, σχεδίασμα Β΄", 1949

Κατά τους Νταρντό και Λαβάλ, ο νεοφιλελευθερισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τη νατουραλιστική εκδοχή του laissez-faire, με την επιστροφή δηλαδή στο μοντέλο της φυσικής αυτορρύθμισης των αγορών και την αντίστοιχη ιδεολογική πίστη στην ελαχιστοποίηση της δημόσιας παρέμβασης. Η προσεκτική και σε βάθος χρόνου μελέτη των ποικίλων κρίκων στη σύνθετη μετάβαση από τον φιλελευθερισμό στον νεοφιλελευθερισμό επιτρέπει στους δυο κριτικούς διανοητές να προτείνουν μιαν άλλη υπόθεση εργασίας: ότι, σε αντίθεση για παράδειγμα με τον νεοσυντηρητισμό, ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι πρωτίστως μια ιδεολογία αλλά μια ορθολογικότητα, μια μορφή κυβέρνησης του σύγχρονου κόσμου στη βάση της νόρμας του ανταγωνισμού και της αποτελεσματικότητας. Δεν έχουμε έτσι να κάνουμε με μια εφήμερη μόδα η οποία υποτίθεται ότι ξεβάφει με την επάνοδο στην κρατική ρύθμιση, με τη δημιουργία θεσμών επιτήρησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή με τη συντονισμένη επιχείρηση διάσωσης των προβληματικών οικονομιών από πλευράς των κυβερνήσεων. Με άλλα λόγια, ο νεοφιλελευθερισμός συγκροτείται μέσα από τη δημιουργία θεσμών, μέσα από το ίδιο το σύγχρονο κράτος που πρέπει να είναι τόσο ισχυρό όσο απαιτείται για την εγχάραξη στις κοινωνίες της κυρίαρχης ορθολογικότητας, ενός νέου Λόγου του κόσμου. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κατασκευή ενός νεοφιλελεύθερου ατόμου

Standard

συνέντευξη του Πιερ Νταρντό και του Κριστιάν Λαβάλ

μετάφραση: Νικόλας Σεβαστάκης

Φράνσις Μπέικον, "Δεύτερη εκδοχή του 'Πίνακα 1946'", 1971

Ισχυρίζεστε ότι ο νεοφιλελευθερισμός «πριν να είναι μια ιδεολογία ή μια οικονομική πολιτική είναι κυρίως και θεμελιωδώς μια ορθολογικότητα». Τι αποκαλείτε «ορθολογικότητα»;

Πιερ Νταρντό: Ο Φουκώ ορίζει την ορθολογικότητα της διακυβέρνησης ως μια κανονιστική λογική η οποία πρυτανεύει στη δραστηριότητα του κυβερνάν, με την έννοια της άμεσης αλλά επίσης της έμμεσης κυβέρνησης των ανθρώπων: της καθοδήγησής τους ώστε να φέρονται με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Η ορθολογικότητα δεν είναι η άσκηση ενός εξαναγκασμού, μιας καταπίεσης. Από αυτή την άποψη, ο νεοφιλελευθερισμός δεν θα έπρεπε να ανάγεται μόνο στον τομέα της οικονομικής πολιτικής (οι ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση), ούτε σε ένα καθορισμένο δόγμα (Φρήντμαν, Χάγιεκ) ούτε βεβαίως στους ηγέτες οι οποίοι προσηλυτίστηκαν στο δόγμα προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70 (Ρήγκαν, Θάτσερ). Η νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα την οποία μελετούμε έχει μια πολύ ευρύτερη εμβέλεια και μπόρεσε να τεθεί σε εφαρμογή από κυβερνήσεις που ισχυρίζονται ότι είναι αριστερές.

Τι καθορίζει τη «νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα»;

Κριστιάν Λαβάλ: Ο τρόπος της είναι να οδηγεί τα υποκείμενα να δρουν σύμφωνα με τον τρόπο του ανταγωνισμού. Για παράδειγμα, στο πεδίο της εκπαίδευσης: ο νεοφιλελευθερισμός επιχείρησε παρεμβάσεις ώστε τα άτομα να αναζητούν τη μεγιστοποίηση του ιδίου συμφέροντος εις βάρος κάθε ηθικής περίσκεψης. Η σημερινή αναδιοργάνωση του πανεπιστημίου εδράζεται, στο σύνολό της, σε μια κανονιστική λογική σύμφωνα με την οποία οι πρακτικές συμπεριφορές των ατόμων, των εργαστηρίων και των ιδρυμάτων οφείλουν να υπακούν αποκλειστικά στην αρχή του ανταγωνισμού. Ο Φουκώ έδειξε ότι οι πρώτοι φιλελεύθεροι στοχαστές, ιδίως ο Άνταμ Σμιθ και ο Άνταμ Φέργκιουσον, σκέφτονταν την αγορά σύμφωνα με μια λογική της ισοδυναμίας: ανταλλάσσουμε ένα αγαθό με ένα άλλο, και ο καθένας από εμάς επωφελείται. Ο νεοφιλελευθερισμός, από την πλευρά του, ξανασκέφτεται την αγορά σύμφωνα με τη λογική του ανταγωνισμού, επομένως της ανισότητας.

Από πότε μπορούμε να χρονολογήσουμε αυτή τη στροφή;

Π. Νταρντό: Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ο άγγλος φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ προτείνει να επεκτείνουμε τον Δαρβίνο και την έννοια της φυσικής επιλογής σε άλλα πεδία, κυρίως στο κοινωνικό. Ο Σπένσερ επιχειρεί μια φυσικοποίηση του κοινωνικού. Για αυτόν, ο ίδιος βασικός εξελικτικός νόμος, αυτός ο οποίος δίνει πλεονεκτήματα στους πλέον ικανούς, εφαρμόζεται σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Οι νεοφιλελεύθεροι δεν θέλουν καθόλου να τους αναφέρει κανείς τον Σπένσερ εξαιτίας του βιολογισμού του. Παρ’ όλα αυτά, σε εκείνον βρίσκουμε την ιδέα ότι η αγορά είναι ο ανταγωνισμός. Εκεί όμως που ο Σπένσερ διακρίνει έναν φυσικό μηχανισμό, οι νεοφιλελεύθεροι εκτιμούν ότι πρόκειται για ένα σύστημα που πρέπει να κατασκευάσουμε, απαιτούν δηλαδή μια ενεργό και συνεχή παρέμβαση του κράτους. Αυτή είναι ιδίως η οπτική των γερμανών εκφραστών του ordoliberalismus, των οπαδών ενός συντηρητικού φιλελευθερισμού με επίκεντρο τη θεσμική οχύρωση της δημοσιονομικής αυστηρότητας.

Emil Nolde

 

K. Λαβάλ: Όταν προς το τέλος του 19ου αιώνα ο φιλελευθερισμός γνωρίζει κρίση εμφανίζονται δύο ρεύματα: ένας φιλελευθερισμός που δικαιολογεί την παρέμβαση του κράτους σε μια οπτική σταθεροποιητική και αναδιανεμητική, ρεύμα του οποίου η πιο γνωστή φιγούρα είναι ο Τζων Μέυναρντ Κέυνς. Και από την άλλη εμφανίζεται ο «νεοφιλελευθερισμός», ο οποίος ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’30 θα προτείνει την μετατροπή της ανταγωνιστικής αγοράς σε έσχατο σημείο αναφοράς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Μόνο που αυτό μπορεί να συμβεί μόνο με την ενεργό συμμετοχή του κράτους. Φυσικά ο κεϋνσιανισμός θα θριαμβεύσει μεταπολεμικά. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός δεν θα καταθέσει τα όπλα: οι γερμανοί θιασώτες του ordoliberalismus θα έχουν μια καθοριστική επίδραση στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση, αρχίζοντας από την Συμφωνία της Ρώμης καθώς αυτή προβλέπει την αρχή του «ελεύθερου και ανόθευτου ανταγωνισμού». Ας πάψουμε να βλέπουμε τον νεοφιλελευθερισμό ως κύμα προερχόμενο από τις αγγλοσαξονικές χώρες. Πρέπει να φέρουμε στο φως την ευρωπαϊκή γενεαλογία του φαινομένου.

 

Συνέχεια ανάγνωσης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Αριστερά

Standard

του Χρήστου Λάσκου

 

Πωλ Ντελβώ, "Γυμνές αγκαλιασμένες γυναίκες", 1935-1940

Σε μια συνέντευξή του στα «Ενθέματα», στις 7 Μαρτίου του 2010, ο Γεράσιμος Μοσχονάς υποστήριζε πως, σε ό,τι αφορά την τοποθέτηση της Αριστεράς έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν δύο και μόνο συνεκτικές στάσεις. Σημείωνε συγκεκριμένα: «Προσωπικά, μου προκαλούν μεγάλο σεβασμό οι προσεγγίσεις που διακρίνονται από εσωτερική συνοχή. Η Ευρώπη είναι, το επαναλαμβάνω, ένα βαθύτατα συντηρητικό θεσμικό και οικονομικό σύστημα. Μου προκαλεί συνεπώς σεβασμό, έστω κι αν διαφωνώ, η θέση “έξω η Ελλάδα από την Ε.Ε.”. Τη θεωρώ πνευματικά και πολιτικά συνεκτική, θεωρώ δε ότι έχει ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της. Μου προκαλεί επίσης σεβασμό η αντίθετη επιλογή, η στρατηγική για μια ομοσπονδιακή Ευρώπη και ο αριστερός ευρωπαϊσμός. Διαθέτει και αυτή το πλεονέκτημα της συνοχής, εκφράζει πολύ καλύτερα, κατά τη γνώμη μου, τα συμφέροντα της σημερινής Ελλάδας, έχει διαμορφωμένες εστίες και αιχμές κριτικής στο ευρωπαϊκό σύστημα, προσδιορίζει χωρίς διφορούμενα το πλαίσιο […]. Κατανοώ όμως λιγότερο τον ασπόνδυλο πολυσυλλεκτισμό –ο οποίος είναι ταυτόχρονα προϊόν και τακτικισμού και σύγχυσης– του κυρίαρχου λόγου του ΣΥΡΙΖΑ. Μου είναι λιγότερο κατανοητή η θέση “κριτική σε όλα και σε όλους, κριτική σε ο,τιδήποτε ευρωπαϊκό, αλλά παραμένουμε εντός Ε.Ε., είμαστε μια ευρωπαϊκή πολιτική δύναμη” […]. Αυτή η αμφισημία, που δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια (αυτό είναι ο ορισμός του πολυσυλλεκτισμού), εμποδίζει την παραγωγή συγκροτημένης και καινοτόμου πολιτικής είτε στη μία κατεύθυνση, την ευρωπαϊκή, είτε στην άλλη, την εκτός Ευρώπης». Συνέχεια ανάγνωσης

Το τέλος της πολυπολιτισμικότητας;

Standard

Με αφετηρία τις  πρόσφατες δηλώσεις του βρετανού πρωθυπουργού

του Χρήστου Ηλιάδη

Ο πρωθυπουργός της Αγγλίας σε μια πρόσφατη τοποθέτησή του στο Φόρουμ Ασφαλείας του Μονάχου, μιλώντας για την τρομοκρατία, ανακοίνωσε την «αποτυχία του πολυπολιτισμικού μοντέλου» πάνω στο οποίο στηριζόταν η επίσημη πολιτική της Μ. Βρετανίας απέναντι στις διάφορες μεταναστευτικές κοινότητες από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η αποτυχία αυτή, διευκρίνισε, αφορά τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πράγματι, στη Γερμανία η Α. Μέρκελ πρόσφατα δήλωσε ότι «η πολυπολιτισμική κοινωνία έχει αποτύχει», ενώ και στη Γαλλία ο Ν. Σαρκοζί ακολουθεί παρόμοια πολιτική στο θέμα της μαντίλας. Πολιτικές συντηρητικών κυβερνήσεων; Ίσως. Βέβαια, στη βιβλιογραφία, ήδη από το 2005 ο Κύμλικα παρατηρούσε ότι στα μεταναστευτικά ζητήματα υπάρχει «υποχώρηση της φιλελεύθερης πολυπολιτισμικότητας».[1]

Στην Ελλάδα η συζήτηση για το μεταναστευτικό εξαντλείται στα κριτήρια νομιμοποίησης των μεταναστών. Τι γίνεται όμως μετά; Με ποιους τρόπους θα πρέπει να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών για διατήρηση των θρησκευτικών και πολιτισμικών τους παραδόσεων; Θα μπορούν, π.χ., να διεκδικήσουν ίση αναγνώριση και ίσως κρατική βοήθεια για τη διατήρηση των πολιτισμικών και θρησκευτικών τους πρακτικών, χωρίς καμιά υποχρέωση να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, όπως π.χ. στην Αγγλία, ή θα πρέπει να διατηρήσουν τη διαφορετική τους πολιτισμική ταυτότητα στον ιδιωτικό τους χώρο, ενώ στον δημόσιο θα πρέπει να ακολουθούν τις αρχές και αξίες της πλειοψηφίας, όπως στη Γαλλία; Συνέχεια ανάγνωσης

Είναι «τρελή» αυτή η τέχνη;

Standard

ΚΟΜΗΤΕΣ ΚΑΙ ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΑΣΤΕΡΕΣ

«Αιτία Θανάτου: Ευθανασία». Έργα από τη Συλλογή Prinzhorn στο Μουσείο Μπενάκη

της Πατρίτσιας Καλαφατά

Υπήρξαν όλοι τους ψυχικά ασθενείς. Όλοι τους, στη διάρκεια του εγκλεισμού τους σε ιδρύματα, βρήκαν δημιουργική διέξοδο στη ζωγραφική. Άλλο κοινό στοιχείο: εξοντώθηκαν από τους ναζί στο πλαίσιο του προγράμματος «ευθανασίας» την περίοδο 1939-1944· άλλοι σε θαλάμους αερίων και άλλοι από συστηματικό υποσιτισμό. Θα περίμενε κανείς η ζωγραφική αυτών των ψυχικά ρημαγμένων ανθρώπων να προδίδει κάτι για την ψυχοπαθολογία τους, για το διασαλευμένο τους μυαλό. Ή μήπως όχι; Πάντως τα 96 έργα των 18 καλλιτεχνών/ψυχικά ασθενών από την περίφημη Συλλογή Πρίντσχορν, τα οποία εκτίθενται στο Μουσείο Μπενάκη, συγκινούν όχι λόγω της έτσι κι αλλιώς τραγικής ιστορίας των δημιουργών τους αλλά λόγω της εκφραστικής τους δύναμης. Κάνουν όμως και κάτι άλλο: θυμίζουν ότι σε μια αρκετά κοντινή εποχή κυκλοφορούσαν ελεύθεροι άνθρωποι που οραματίστηκαν τον μαζικό αφανισμό όσων περίσσευαν στην προκρούστεια κλίνη.

Ένας καθηγητής σε απόγνωση

Το 1896 ο διακεκριμένος μεταλλουργός Φραντς Καρλ Μπίλερ απομακρύνεται από τη θέση του καθηγητή στη Σχολή Καλλιτεχνικής Χειροτεχνίας του Στρασβούργου. Η ψυχική του υγεία παρουσιάζει σημάδια σοβαρού κλονισμού. Ακούει φωνές, αναπτύσσει διωκτικό παραλήρημα και ύστερα από επανειλημμένες κρίσεις πανικού εισάγεται σε ίδρυμα. Κατά διαστήματα το άγχος του τον παραλύει εντελώς και περιέρχεται σε κατάσταση πλήρους αυτισμού. Ζητάει όμως επίμονα υλικά για να ζωγραφίσει. Σε πολλά έργα του διακρίνει κανείς αλληλοεπικαλυπτόμενες μορφές, σαν να θέλει να συσκοτίσει το περιεχόμενο, σαν να μη θέλει να γίνει άμεσα αντιληπτό από τρίτους. Υποσιτισμένος στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, φαντασιώνεται και ζωγραφίζει λουκάνικα κρύβοντάς τα κάτω από άλλα μοτίβα που φτιάχνει πάνω σε σελίδες εφημερίδας. Κορυφαία του καλλιτεχνική στιγμή, η αυτοπροσωπογραφία του: μια μορφή σε απόγνωση, αλλά τόσο στοχαστικά δοσμένη που φέρνει στον νου ύστερο Βαν Γκογκ, αλλά και την Κραυγή του Μουνκ.

Ο Μπίλερ, ύστερα από 42 χρόνια εγκλεισμού, εκτελείται το 1940 στον θάλαμο αερίων των εγκαταστάσεων Γκράφενεκ.

Κάπως έτσι καταλήγουν και οι 18 ιστορίες των καλλιτεχνών/τροφίμων ψυχιατρικών ιδρυμάτων έργα των οποίων ανήκουν στη Συλλογή Πρίντσχορν της Ψυχιατρικής Κλινικής της Χαϊδελβέργης και παρουσιάζονται για πρώτη φορά στη χώρα μας στο πλαίσιο της έκθεσης Αιτία Θανάτου: Ευθανασία.

Πρόκειται για χρόνια έγκλειστους ασθενείς που έχουν διαρρήξει με τρόπο αμετάκλητο την επικοινωνία τους με τον έλλογο κόσμο. Ενδεικτικά αυτής της ακυρωμένης συναλλαγής είναι τα όσα αναφέρονται στους φακέλους ασθενείας τους: «τα έχει χαμένα, είναι ευερέθιστος», «η συμπεριφορά της είναι παιδαριώδης και ανόητη, γελάει χωρίς λόγο και κάνει μορφασμούς», «αναπτύσσει παραληρηματικές ιδέες μεγαλείου, υπογράφει ως πρίγκιψ», «ζητάει λεφτά από τον αδερφό του για να φτιάξει παλτό από πούπουλα περιστεριού για τον διευθυντή του ασύλου».

Δίχως άλλο είναι άνθρωποι ανυπόφοροι, α-νόητοι, παράφρονες, η επικοινωνία μαζί τους αδύνατη. Όμως να που με τη ζωγραφική τους καταφέρνουν να βρουν μια γλώσσα για να εκφραστούν, ανοίγοντας συγχρόνως ένα κανάλι διαλόγου με την άλλη πλευρά, των λογικών. Τα έργα τους δεν είναι παράφορα, ακατανόητα και οργιώδη, όπως ίσως θα περίμενε κανείς, αλλά μπορούν να σταθούν ισότιμα απέναντι σε έργα ψυχικά υγιών καλλιτεχνών. Με άλλα λόγια μόνο μια εκ των υστέρων ερμηνεία τους θα μπορούσε να ανιχνεύσει στοιχεία δηλωτικά της υφέρπουσας ψύχωσης. Αν κάποιος εντόπιζε, ας πούμε, στοιχεία σαλεμένου νου στην Αυτοπροσωπογραφία του Μπίλερ, γιατί όχι και στην Κραυγή του Moυνκ; Συνέχεια ανάγνωσης

Πλατεία Ταχρίρ

Standard

της Μυρσίνης Ζορμπά

Ετοιμάζοντας πικέτες, Πλατεία Ταχρίρ, 10.2.2011. Φωτογραφία της Μυρσίνης Ζορμπά

Κάιρο, Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου. Βγάζοντας το κεφάλι από τον ασφυκτικό κλοιό της ΔυΝηΤικής πραγματικότητας που μας περιβάλλει, μπορεί κάποιος σήμερα να πάρει μια χρήσιμη γεύση από πολιτικές προσδοκίες και δημοκρατικά αιτήματα σε απόσταση δύο ωρών από την Αθήνα, στο Κάιρο. Η μεταπολίτευση που τόσο λοιδoρήθηκε το τελευταίο διάστημα, σε σημείο που να υποτιμώνται τα βασικά της επιτεύγματα, είναι για τους Αιγύπτιους πολίτες σήμερα το βασικό αδιαμεσολάβητο πολιτικό τους αίτημα. Αίτημα ελευθερίας και δημοκρατίας, που το απαιτούν μαζικά και ειρηνικά, με δεκάδες νεκρούς και με σταθερή παρουσία στην καρδιά μιας πόλης είκοσι εκατομμυρίων ανθρώπων για τρεις συνεχείς εβδομάδες. Ένα αίτημα που  δεν μπορεί να καταπνιγεί πια, ούτε να λάβει σαν απάντηση το προχτεσινό πολιτικά φτωχό διάγγελμα του προέδρου της Αιγύπτου. Η Σοσιαλιστική Διεθνής μπορεί να ανέχεται πολλά τέτοια μέλη, αλλά δεν ξέρω πόσο περήφανη μπορεί να συνεχίσει να κάνει την ηγεσία της.

Εν χορδαίς και οργάνω, Πλατεία Ταχρίρ, 10.2.2011. Φωτογραφία της Μυρσίνης Ζορμπά

Η πλατεία Ταχρίρ, πλατεία της απελευθέρωσης, συγκέντρωσε τις τελευταίες μέρες πολύχρωμα πλήθη. Ο πυρήνας των πιο αποφασισμένων είχε κατασκηνώσει εκεί σε ένα πρόχειρο καταυλισμό με αντίσκηνα  και κουβέρτες, ενώ καθημερινά, μετά το μεσημέρι που έκλειναν τα μαγαζιά και τα γραφεία, κατέφθαναν κατά εκατοντάδες και χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, επαγγέλματος, γυναίκες  και άντρες. Οικογένειες ολόκληρες με μικρά παιδιά, ακόμη και στο καρότσι, παρέες ηλικιωμένων, γυναίκες με μαντίλια και μπούρκα αλλά μαζί και νεαρά  κορίτσια με ξέσκεπο κεφάλι και μπλουτζίν, φοιτητές και φοιτήτριες, γιατροί που είχαν στήσει πρόχειρα ιατρεία, ιμάμηδες, καλλιτέχνες, δικηγόροι που ξεχώριζαν από τις γραβάτες και τα κοστούμια, ορισμένοι με τη μαύρη τήβεννο του δικαστηρίου. Οι λέξεις που κυριαρχούσαν σε κάθε συζήτηση ήταν Δημοκρατία και Ελευθερία, Να φύγει το καθεστώς Μουμπάρακ και η διαφθορά, Επανάσταση για να νικηθεί η φτώχεια. Το νεαρό ζευγάρι που εργάζονταν σε διαφημιστική εταιρία, ο σοβαρός δικηγόρος που είχε έρθει με τον δεκάχρονο γιο του, η πολυπληθής οικογένεια με τις τρεις κόρες, οι γιατρίνες, ο σκηνοθέτης και οι φοιτήτριες του Πολυτεχνείου με τις οποίες κουβέντιασα δεν ανήκαν σε πολιτικό κόμμα ή ομάδα, ήξεραν όμως ότι η ελευθερία και η δημοκρατία είναι ζήτημα αξιοπρέπειας κάθε πολίτη, όπως έγραφε μια καρτέλα που κρατούσε κάποιος στα αγγλικά. Δημοκρατία και Ελευθερία, αλλά γιατί Επανάσταση; Γιατί ύστερα από τριάντα χρόνια ενός στρατιωτικού καθεστώτος πολιτικής καταστολής κάθε ελεύθερης έκφρασης, με τη διαφθορά του καθεστώτος να έχει αγγίξει το αποκορύφωμα, με την αστυνομική αυθαιρεσία και βιαιοπραγία, αλλά και τη φτώχεια να καταδικάζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού κυριολεκτικά στην πείνα και την αμάθεια, μόνο μια ριζική αλλαγή μπορεί να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα. Επανάσταση σημαίνει γι’ αυτούς ριζική αλλαγή, δημοκρατικό πολίτευμα, ανάπτυξη και πρόοδο, ελευθερία λόγου αλλά, κυρίως, καταπολέμηση της τεράστιας φτώχειας που μαστίζει τα λαϊκά στρώματα. Μια βόλτα στις συνοικίες του Καΐρου αλλά και μερικά χιλιόμετρα πιο έξω σε πείθει για το επίπεδο διαβίωσης του ενός και δύο δολαρίων τη μέρα, αλλά και για την τεράστια χρόνια ανεργία των ανθρώπων. Συνέχεια ανάγνωσης

To «Πειραματικό Εργαστήρι» και η κινηματογραφική παιδεία

Standard

Απάντηση στους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη

του Νίκου Πολίτη

Έργο του Φράνσις Μπέικον

Την Κυριακή 30.1.2011 δημοσιεύτηκε στα «Ενθέματα» απάντηση της «Ομάδας Παιδείας» των «Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη» (στο εξής ΚΣΟ), σε προηγούμενο άρθρο μου. Στην απάντηση, οι ΚΣΟ επισημαίνουν ανακρίβειες.

Γράφουν: «Ουδέποτε αμφισβητήσαμε την αξία του Τμήματος Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ το εγχείρημα που προτείνουμε δεν έχει καμιά πρόθεση να το υποκαταστήσει ή να το ανταγωνιστεί κ.λπ.». Ξαναδιάβασα τα σχετικά κείμενα, και όμως δεν βρήκα αποτίμηση του υπάρχοντος Τμήματος ούτε σοβαρή επιχειρηματολογία, γιατί χρειάζεται και δεύτερη, νέα Σχολή. Απ’ όταν εμφανίστηκαν οι ΚΣΟ, ακούω συνεχώς τέτοιου τύπου επιχειρήματα:  Δεν πήγαν πέρυσι τις ταινίες τους στο Φεστιβάλ — δεν ήθελαν όμως να το βλάψουν. Οργάνωσαν πανηγυρική προβολή τους στην Αθήνα τις ίδιες πάνω-κάτω μέρες — δεν ήθελαν όμως να το σαμποτάρουν. Όμως, το Φεστιβάλ  βλάφτηκε de facto και σαμποταρίστηκε.

Συνεχίζουν: «Πολλά απ’ τα μέλη της Ομάδας Παιδείας των ΚΣΟ διδάσκουν στο Τμήμα Κινηματογράφου του ΑΠΘ […] υπηρετούν με αφοσίωση το Τμήμα και ξέρουν καλά τις συνθήκες […] το αξιόλογο έργο που γίνεται, αλλά και τις σοβαρές αδυναμίες του». Γιατί λοιπόν κανένα απ’ αυτά τα μέλη που μετείχαν και στο διήμερο συνέδριο δεν είπε, πληροφόρησε, γνωστοποίησε, βροντοφώναξε –προτιμώ το τελευταίο– πως υπάρχει ήδη ανώτατη Σχολή Κινηματογράφου; Συνέχεια ανάγνωσης

Το τέλος του κομμουνισμού και η επιστροφή του Μαρξ

Standard

Το τελευταίο βιβλίο του Έρικ Χομπσμπάουμ, How to change the world: Tales of Marx and Marxism, που κυκλοφόρησε τον προηγούμενο μήνα, βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων και έγινε ήδη μπεστσέλερ. Δημοσιεύουμε τη συνέντευξη που έδωσε ο μεγάλος ιστορικός στον Gabriele Pantucci (Repubblica, 28.1.2011), καθώς και αποσπάσματα της κριτικής του καθηγητή λογοτεχνίας και ιστορίας των ιδεών στο Καίμπριτζ  Stefan Collini (Guardian, 22.1.2011).

συνέντευξη του Έρικ Χομπσμπάουμ

μετάφραση από τα ιταλικά: Στάθης Λουκάς

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου  γράφετε ότι ο Μαρξ παραμένει ένας μεγάλος διανοητής της εποχής μας». Και ότι, παραδόξως, «οι καπιταλιστές είναι αυτοί που τον ανακάλυψαν, όχι οι σοσιαλιστές».

 

Προς πώλησιν («Guardian», 22.1.2011)

Δύο είναι οι λόγοι που εξηγούν τη σημασία του. Πρώτα απ’ όλα, το τέλος του επίσημου μαρξισμού της ΕΣΣΔ απελευθέρωσε τον Μαρξ από την ταύτισή του με τον λενινισμό και τα λενινιστικά καθεστώτα. ΄Εγινε έτσι δυνατό να ανακτηθεί  η σκέψη του και εκείνο που είχε να πει σχετικά με τον κόσμο. Προπαντός, όμως, ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός που αναπτύχθηκε μετά το 1990 ήταν αυτό που είχε περιγράψει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, πράγμα που έγινε κατανοητό στην κρίση του 1998: μια πολύ δύσκολη χρονιά για την παγκόσμια οικονομία, και, ταυτόχρονα, η 150ή επέτειος από  την έκδοση αυτού του μικρού και καταπληκτικού βιβλίου. Αλλά, ακριβώς, αυτή τη φορά ήταν οι καπιταλιστές και όχι οι σοσιαλιστές εκείνοι που το ανακάλυψαν. Ίσως οι σοσιαλιστές βρίσκονταν σε μεγάλη αμηχανία για να γιορτάσουν αυτή την επέτειο.

Πότε αντιληφθήκατε αυτή την επιστροφή του Μαρξ;

Επικοινώνησε μαζί μου ο διευθυντής του περιοδικού  που εκδίδει η  United Airlines για τους επιβάτες της, που είναι σχεδόν όλοι αμερικανοί επιχειρηματίες. Είχα γράψει ένα άρθρο για το Μανιφέστο: με ρώτησε αν μπορούσαν να το δημοσιεύσουν, τους ενδιέφερε η συζήτηση. Έπειτα από κάποιο καιρό, ο Τζωρτζ Σόρος με ρώτησε τι γνώμη έχω για τον Μαρξ. «Αυτός ο άνθρωπος», μου είπε ο Σόρος, «ανακάλυψε, εδώ και 150 χρόνια, κάτι για τον καπιταλισμό που πρέπει να το λάβουμε υπόψη μας σήμερα». Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Μαρξ επέστρεψε στο κέντρο της σκηνής.

Υπάρχουν και άλλα σημάδια;

Βέβαια, ακόμα και ελαφρότερα, σύμβολα μιας μόδας. Μια δημοσκόπηση του BBC ανέδειξε τον Μαρξ σαν τον πιο μεγάλο φιλόσοφο, ενώ αν χτυπήσετε το όνομά του στο Google θα δείτε ότι, από τους διανοούμενους, τον ξεπερνούν μόνον ο Δαρβίνος και ο Αϊνστάιν,  και είναι μπροστά από τον  Άνταμ Σμιθ και τον Φρόυντ.

Στο βιβλίο αναφέρετε το μοντέλο ενός «καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο», που υπήρχε πριν από την εποχή Ρήγκαν-Θάτσερ. Υπάρχει ακόμα σήμερα;

Μια τέτοια θέση αποτελούν μέρος της παράδοσης πολλών καπιταλιστικών χωρών, από τα  ρεύματα της μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας μέχρι τις θεωρίας του χριστιανοκοινωνισμού. Τα οικονομικά κέρδη πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα που εξασφαλίζουν την ευημερία του λαού, αν μη τι  άλλο για να αποφευχθούν κοινωνικοί και πολιτικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από τις υπερβολικές ανισοτιμίες. Αυτές οι ιδέες γεννήθηκαν σαν αντίδραση στην ανάπτυξη των εργατικών και σοσιαλιστικών  κομμάτων, προς το τέλος του 19ου αιώνα,  και ακόμα και τώρα, για καλή μας τύχη, διαφοροποιούν τη Δυτική Ευρώπη από τις ΗΠΑ. Συνέχεια ανάγνωσης

Iστορίες του Μαρξ και του μαρξισμού

Standard

Φωτογραφία του αγάλματος του Μαρξ στο Τσέμνιτζ της Γερμανίας, «πειραγμένη» από τον CrankHunt3r.

 

του Στέφαν Κολίνι

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης

Η λέξη «ιστορίες» στον υπότιτλο του βιβλίου How to Change the World. Tales of Marx and Marxism μπορεί να είναι μια απόπειρα του ανήσυχου εκδότη να κάνει το περιεχόμενο πιο ελκυστικό για τους αναγνώστες, που ίσως τους αποθάρρυναν τα «δοκίμια» ή οι «μελέτες», αλλά, ευτυχώς,  ο όρος σε αυτή την περίπτωση δεν παραπέμπει σε φανταχτερές βιογραφικές αφηγήσεις ή χαμηλόφωνες εξομολογήσεις. Τα δοκίμια είναι διεισδυτικά και συνοπτικά, ενώ η ατόφια πνευματική τους αξία τα κάνει πιο συναρπαστικά ακόμα και από τις  πιο οργιαστικές «ιστορίες».

Το Πρώτο Μέρος περιέχει μελέτες που εξετάζουν διάφορες όψεις της σκέψης το Μαρξ και του Ένγκελς — από μια μικρή εισαγωγή στην Κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία μέχρι μια πυκνή ερμηνεία της μαρξικής αντίληψης για τους «προκαπιταλιστικούς σχηματισμούς» στο ημιτελές έργο του που είναι γνωστό ως Grundrisse.

Το Δεύτερο Μέρος, που ίσως παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον σύγχρονο αναγνώστη, προσφέρει ουσιαστικά μια επισκόπηση της τύχης του μαρξισμού στα –σχεδόν– 130 χρόνια από τον θάνατο του Μαρξ το 1883. Σε αυτά ακριβώς τα κεφάλαια εμφανίζεται ο συνδυασμός  που αποτελεί σήμα-κατατεθέν του Χομπσμπάουμ: διαυγής ανάλυσης και μαγευτική ανάπτυξη.  Σχεδόν όλοι οι ιστορικοί μοιάζουν τοπικιστές μπροστά του.  Ποιος άλλος θα μπορούσε, ενώ αποτιμά λεπτομερώς την ιστορία μεγάλων μαρξιστικών πολιτικών κινημάτων σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία,  να μας προσφέρει ταυτόχρονα αυθεντικές πινελιές σχετικά τις διαφορές μεταξύ του δανέζικου και του φινλανδικού μαρξισμού; Ποιον άλλον θα μπορούσαμε να εμπιστευθούμε, όταν, έχοντας καταγράψει τις μεταφράσεις του Das Kapital από τα αζέρικα μέχρι τα γίντις, καταλήγει να αποφανθεί βεβαιότητα «Το μοναδικό άλλο σημαντικό  βήμα για τη εξάπλωση του  Κεφαλαίου και σε άλλες γλωσσικές κοινότητες ήταν  οι μεταφράσεις  του στα μαράτι, τα χίντι και τη βεγγαλική γλώσσα, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 στην ανεξάρτητη Ινδία»; Συνέχεια ανάγνωσης

Με αφορμή την πρόσφατη απόφαση του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ: Οι μετανάστες μεταξύ «λαού» και «έθνους»

Standard

του Δημήτρη Χριστόπουλου

 

Νίκος Εγγονόπουλος, "Σύνθεσις από την Επανάσταση", 1939

[…] 9. Από τις παρατεθείσες διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος συνάγονται τα εξής α) ότι η νομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας βασίζεται μεν στη βούληση του λαού, αλλά υπάρχει και ασκείται προς το συμφέρον του έθνους, οντότητος υπερβαίνουσας χρονικά την εν ζωή κοινότητα των ανθρώπων […]. Τούτο δε, διότι το έθνος αναφέρεται τόσο στις παρελθούσες όσο και στις μέλλουσες γενέες, τα συμφέροντα των ορίων πρέπει να υπηρετεί η κρατική πολιτική. […] Το δίκαιο αυτό, εξ απόψεως εσωτερικών ορίων, πρέπει να μην προσβάλλει τις ως ανω συνταγματικές αρχές, δηλαδή ούτε να επιτρέπει την είσοδο στη λαϊκή κοινότητα (λαός) αλλοδαπών προσώπων χωρίς ουσιαστικό πραγματικό δεσμό με αυτή –ιδίως με την πρόβλεψη αθρόων πολιτογραφήσεων– εις τρόπον ώστε να συγκροτείται αυθαιρέτως το συνθετικό στοιχείο του Κράτους (λαός) και το ανώτατο όργανο αυτού (λαός εκλογικό σώμα) και, εν τέλει να αποσυντίθεται η έννοια του έθνους, ούτε και να θέτει διατάξεις, που να επιτρέπουν την ευχερή αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας.

16. […] ο τρόπος αυτός της απονομής της ελληνικής ιθαγένειας πρέπει να διενεργείται υπό προϋποθέσεις, οι οποίες δεν αναιρούν τον εθνικό χαρακτήρα του κράτους, ο οποίος κατοχυρώνεται στο άρθρο 1, παρ. 3 του Συντάγματος. […] Τούτο δε διότι οι τιθέμενες από το νομοθέτη ως άνω προϋποθέσεις απονομής της ελληνικής ιθαγένειας δύνανται να οδηγήσουν σε αναίρεση του κατοχυρωμένου από το Σύνταγμα εθνικού χαρακτήρα του Κράτους. […] Και τούτο διότι ούτε μόνη η παραμονή των γονέων στην Ελλάδα επί πενταετία ούτε η επιτυχής παρακολούθηση έξι τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα διασφαλίζουν άνευ ετέρου την ένταξη του ενδιαφερομένου στην ελληνική κοινωνία ως φορέα των αξιών του Ελληνικού Έθνους, όπως καταρχήν επιβάλλεται, κατά τις ως άνω συνταγματικές διατάξεις.

(από την απόφαση του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ που κήρυξε αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου 3838/2010)

Τα σημεία που χαρακτηρίζουν την απόφαση του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ σχετικά με το νόμο 3838/2010 είναι: α) η πρόσληψη του έθνους ως αυτοδύναμου νομικού γεγονότος – διάφορου του λαού – που πραγματώνεται μέσω του Συντάγματος, β) η αναγωγή του δικαίου του αίματος σε συνταγματική αρχή, γ) η εκτίμηση ότι, λόγω των παραπάνω, μόνο εξατομικευμένη κρίση περί της «συνείδησης» του αιτούντα την ελληνική ιθαγένεια μπορεί να του δώσει μια θέση στον ελληνικό λαό, εφόσον πληροί προϋποθέσεις σημαντικότερες των πέντε ετών παραμονής των γονέων και έξι ετών φοίτησης σε ελληνικό σχολείο, δ) και, τέλος, η αντίληψη ότι εφόσον και στις αυτοδιοικητικές εκλογές η διακύβευση είναι η δημόσια εξουσία, το δικαίωμα συμμετοχής περιορίζεται αποκλειστικά στους πολίτες. Τα εξετάζω ένα προς ένα:

α) Η διαφοροποίηση των εννοιών λαού και έθνους στην οποία στηρίζεται η απόφαση δεν αποτελεί νέα έμπνευση στο ελληνικό συνταγματικό δίκαιο, αλλά έχει δοκιμαστεί θεωρητικά από τους συνταγματολόγους της 4ης Αυγούστου, οι οποίοι έπρεπε, με κάθε τρόπο, να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι πηγή των εξουσιών στην Ελλάδα δεν είναι ο λαός, αλλά το έθνος, και άρα η εθνική μπορεί να εναντιωθεί στη λαϊκή βούληση. Πεμπτουσία του λεγομένου «παρασυντάγματος» είναι η διάκριση λαού και έθνους σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ενώ μετά τη μεταπολίτευση η διάκριση αρχίζει να χάνει την κανονιστική της σημασία. Το ότι «η έννοια του έθνους είναι διάφορος της έννοιας του λαού, νοουμένου ως αριθμητικού απλώς συνόλου»[1], όπως έλεγαν οι συνταγματολόγοι του Μεσοπολέμου πριν από τα μέλη του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ, δεν αναφέρεται στη διάκριση μεταξύ λαού ως σύνολο ανθρώπων που έχουν κοινή ιθαγένεια και έθνους ως κοινότητα πολιτικού ανήκειν, αλλά σε μια αντίληψη του έθνους ως βούλησης ποιοτικώς σημαντικότερης της λαϊκής βούλησης. Η αντίληψη αυτή αντιβαίνει στη δημοκρατική αντίληψη περί πολιτικής κοινότητας.

β) Το δίκαιο του αίματος, δηλαδή η κτήση της ιθαγένειας των γονέων από τα παιδιά τους, είναι νόμος της ελληνικής, όπως και σχεδόν όλων των εννόμων τάξεων ανά την υφήλιο. Ωστόσο,  είναι νομικά καινοφανές ότι το «δίκαιο του αίματος» είναι αρχή συνταγματικής περιωπής, η παράβαση της οποίας οδηγεί στην «αποσύνθεση του έθνους». Αν τα ελληνικά συντάγματα ακολουθούσαν αυτή την αντίληψη, τότε οι δικαστές του Δ΄ Τμήματος μπορούν να είναι βέβαιοι ότι το σύνολο των Ελλήνων πολιτών θα ήταν πολύ μικρότερο από το σημερινό και ότι τα ίδια τα μέλη του Δικαστηρίου δεν θα ήταν Έλληνες, καθώς με βεβαιότητα όλοι μας στο γενεαλογικό μας δένδρο έχουμε μη (έλληνες) πολίτες. Συνέχεια ανάγνωσης