Λιβύη και Αριστερά

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

Αφίσα του freestyle (Michael Thopmpson) για την αραβική επανάσταση, από το flickr

Εδώ και δυο μήνες στο χώρο της Αριστεράς, σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, περίσσεψαν οι αναλύσεις για τις αραβικές εξεγέρσεις. Πολλές και ενδιαφέρουσες ματιές, μεταφράσεις κειμένων που φώτιζαν ιστορικές καταβολές, κοινωνικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες. Και βέβαια όλα αυτά με έμφαση στο γεωπολιτικό βάρος των σημερινών ρηγμάτων, στις συσχετίσεις τους με την καπιταλιστική κρίση, το ενεργειακό πρόβλημα, τη σχέση των ηγετικών ελίτ της Δύσης με φαύλα καθεστώτα και εγκληματικές δυναστείες.

Αυτή όμως η κινητικότητα στο επίπεδο της ανάλυσης και της πληροφόρησης σημαδεύτηκε από την ανυπαρξία κάποιας –συμβολικής– κινηματικής διάθεσης για συμπαράσταση στις λαϊκές εξεγέρσεις των Αράβων. Πυρετός λόγου και απροθυμία ή περίεργες σιωπές στο επίπεδο της ορατής πράξης. Η «υψηλή πολιτική» –μέχρι και η λεπτομερής εξιστόρηση των φυλετικών διαστάσεων της σύγκρουσης στη Λιβύη– σα να κατάπιε τους λόγους της δέσμευσης και το επείγον της πολιτικής αλληλεγγύης. Και το άγχος για διαφοροποίηση από τον («αστικό»;) ανθρωπισμό και τη λιτανεία των αφηρημένων οικουμενικών αξιών να τροφοδοτεί, με λίγες εξαιρέσεις, προσεγγίσεις οι οποίες έψαχναν στις σχισμές της ζωντανής και θερμής Ιστορίας να βρουν τις «δομές» που θα τις δικαιώσουν.

 

Αφίσα του freestyle (Michael Thopmpson) για την αραβική επανάσταση, από το flickr

Ο ακραίος οικονομισμός, ο «ρεαλισμός», οι ασκήσεις ύφους στις θεωρίες του ιμπεριαλισμού σφράγισαν αυτή την παράδοξα αφ υψηλού στάση. Και με την έναρξη της στρατιωτικής επέμβασης τούτη η αναλυτική πολυπραγμοσύνη έδωσε γρήγορα τη θέση της στη μαγική απλούστευση. Για να προβληθεί σε όλους τους τόνους η πλέον κοινότοπη αλήθεια, μια αλήθεια που στην πραγματικότητα δεν διαφωτίζει κανέναν: ότι «όλα σε τελική ανάλυση» αφορούν τα πετρέλαια, τα συμβόλαια, τα deals, την αναδιοργάνωση των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Σα τους φοιτητές που συνηθίζουν να απαντούν –νομίζοντας ότι έτσι ξεφεύγουν από την επίπλαστη αγγελική ηθικολογία του Λυκείου- ότι όλα τελικά γίνονται για τα «συμφέροντα». Ατυχώς, μια τέτοια τετριμμένη «συμφεροντολογία» προσλαμβάνεται συχνά ως εισαγωγή στην καλή υλιστική ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων.

Απέναντι λοιπόν στον δυτικό επιλεκτικό «ιδεαλισμό» επιστρατεύεται ο ψυχρός και αληθινός αντιιμπεριαλιστικός «ρεαλισμός». Απέναντι σε όσους αγνοούν ή καμώνονται πως αγνοούν ότι υφίσταται ιμπεριαλισμός και καπιταλισμός και όχι μια υπερβατικά αθώα διεθνής κοινότητα, προβάλλεται η θέση ότι όλα ή περίπου τα πάντα είναι παιχνίδια ισχύος ανάμεσα σε μερίδες, στρατούς, συμφέροντα των ιμπεριαλιστών. Ο μυστικισμός του ιμπεριαλισμού και του αντι-αποικιοκρατισμού ορθώνεται απέναντι στην απατηλή αθωότητα των γαλλικών, βρετανικών και αμερικανικών χτυπημάτων. Και έτσι λύθηκε το πρόβλημα. Έτσι υπερβαίνονται οι αμηχανίες. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αριστερή αντίσταση στον νεοφιλελεύθερο λόγο

Standard

της Ιωάννας Τσιβάκου

 

Ρόυ Λιχτενστάιν, «Κοπέλα με μπάλα», 1961

Στο σύστημα «Ευρωπαϊκή ΄Ενωση», η ελληνική κοινωνία εμφανίζεται ως το πιο προβληματικό μέρος του, και συνεπώς ως το πιο ευεπίφορο σε ανατροπές ικανές να διαταράξουν ολόκληρο το σύστημα. Κι αυτό διότι η επικρατούσα εδώ αταξία ακυρώνει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τις πειθαρχικές δυνάμεις της ευταξίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η Ελλάδα προσφέρεται, αφενός, ως πειραματικό πεδίο επιτήρησης από τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής εξουσίας και, αφετέρου, ως πεδίο δυνητικής αντίστασης απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις. Με τον όρο «αντίσταση» δεν εννοείται, εν προκειμένω, η διαμαρτυρία για τη διατήρηση οικονομικών ωφελημάτων απ’ όσους ήδη τα νέμονται, αλλά η λαϊκή άρνηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών οι οποίες, εν ονόματι της ανταγωνιστικότητας, προωθούν τον ατομικισμό και την εξαφάνιση κάθε είδους συλλογικότητας. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το πρόσφατο σχετικό νομοσχέδιο

Standard

του Πάνου Παπαδόπουλου

Με τον όρο κοινωνική οικονομία ή τρίτος τομέας εννοούμε όλες εκείνες τις δραστηριότητες που, ακόμη και όταν έχουν οικονομικό αντικείμενο, δεν έχουν σκοπό το κέρδος, αλλά την προώθηση ενός κοινωνικού σκοπού. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων: από φιλανθρωπικά ιδρύματα, εθελοντικές ομάδες και μη κυβερνητικές οργανώσεις μέχρι συνεταιρισμούς και κοινωνικές επιχειρήσεις.

Βάσω Κατράκη, «Ψαράδες με καπέλα»

Στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι θεσμοί της κοινωνικής οικονομίας έχουν μακρά ιστορία και αξιοσημείωτη παρουσία στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, ο κοινωνικός τομέας απασχολεί το 10% του εργατικού δυναμικού και έχει κύκλο εργασιών που ανέρχεται σε δεκάδες δισ. Ευρώ, ενώ στην Ιταλία λειτουργούν αυτή τη στιγμή περίπου 7.500 περίπου κοινωνικοί συνεταιρισμοί. Στην Ελλάδα, αντίθετα, οι οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας έχουν μικρή επιρροή, αλλά κατά κοινή ομολογία υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης.

Κεντρικό ρόλο στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας έχει η κοινωνική επιχείρηση. Παρότι τυπικά πρόκειται για κερδοσκοπική επιχείρηση, η κοινωνική επιχείρηση προτάσσει τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, της βιώσιμης ανάπτυξης και της δημοκρατικής συμμετοχής σε βάρος της επιδίωξης κέρδους. Με αρχές όπως «ένα μέλος, μία ψήφος», περιορισμένη ή και καθόλου διανομή κερδών, και με σκοπούς την αλληλεγγύη των μελών του (π.χ. καταναλωτικοί συνεταιρισμοί), την κοινωνική και επαγγελματική ενσωμάτωση  ευπαθών ομάδων (άτομα με αναπηρία, μετανάστες, χρήστες ουσιών κ.λπ.) ή την επιδίωξη ενός γενικότερου σκοπού (π.χ. δίκαιο εμπόριο), οι κοινωνικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τα όποια κέρδη τους για την επίτευξη των σκοπών τους (π.χ. αύξηση των θέσεων εργασίας, επέκταση δραστηριοτήτων), και όχι το αντίστροφο. Συνέχεια ανάγνωσης

Προϋποθέσεις της Επανάστασης του 1821

Standard

του Σπύρου Ι. Ασδραχά

Ελληνική μαρτιγάνα, 1807 (J.L.S. Bartholdy, «Voyage en Grèce…», Ι, Παρίσι 1807, όπως παρατίθεται στο «Η Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα», Θεμέλιο, Αθήνα 1996)

Καθώς πλησίαζε η επέτειος της 25ης Μαρτίου, σκεφτήκαμε να απευθυνθούμε σε ορισμένους από τους πλέον ειδικούς, φίλους και συνεργάτες των «Ενθεμάτων». Ο Σπύρος Ι. Ασδραχάς, ο Νίκος Θεοτοκάς, ο Νίκος Κοταρίδης και ο Διονύσης Τζάκης ανταποκρίθηκαν πρόθυμα στο κάλεσμά μας. Βρεθήκαμε έτσι, πριν λίγες μέρες, στο φιλόξενο σπίτι του Νίκου Θεοτοκά, στη Νέα Σμύρνη, όπου οι συνομιλητές μας συζήτησαν, για ώρες, γύρω από το στρωμένο τραπέζι και συνοδεία του απαραίτητου οίνου, σχετικά με τις προϋποθέσεις, την προετοιμασία και τον χαρακτήρα της Επανάστασης του 1821. Καθώς για όσα ειπώθηκαν δεν επαρκούσε ο δεδομένος χώρος των «Ενθεμάτων» και κρίναμε ότι θα ήταν κρίμα να ακολουθήσουμε την οδό των δραστικών περικοπών, προτιμήσαμε το σύνολο της συζήτησης να κυκλοφορήσει σε αυτοτελές τευχίδιο, το επόμενο διάστημα. Ως μικρή πρόγευση του όλου, δημοσιεύουμε σήμερα κομμάτια από την παρέμβαση του Σπύρου Ι. Ασδραχά, με την επισήμανση ότι, παρά τις προσθήκες του συγγραφέα, έχει διατηρηθεί ο προφορικός χαρακτήρας του λόγου.

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

 

Έλληνας έμπορος, π. 1780 («Recueil des different costumes…», Παρίσι, chez Onfroy, π. 1780, όπως παρατίθεται στο «Η Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα», Θεμέλιο, Αθήνα 1996)

Επιμένω στην έννοια της κατάκτησης. Μόνο παρερμηνείες ή χρησιμοθηρίες υποβαθμίζουν, στην πρόσφατη ιστοριογραφία, την έννοια αυτή.

Η κατάκτηση έχει τα χαρακτηριστικά της. Συνεπέφερε ωσμώσεις,  εισχωρήσεις των κατακτημένων στο σύστημα των κατακτητών, δημιούργησε συνδετικούς κρίκους, αλλά και ανταρσίες. Ο Σάθας διατύπωσε ένα ερμηνευτικό σχήμα, που το ξαναβρίσκουμε στον Μακρυγιάννη, ότι ευθύς με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αρχίζει η «αντίσταση» στην κατάκτηση. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα.

Η έννοια της κατάκτησης και η σημασία της

Πριν προχωρήσουμε, ας υπενθυμίσουμε ότι μια κατάκτηση δεν μπορεί να εδραιωθεί εάν οι κατακτημένοι δεν έχουν δομή ή δομές. Η κατάκτηση της Αμερικής προσέκρουε στους indios bravos· αυτούς δεν μπορούσαν να τους ελέγξουν. Η κατακτημένη κοινωνία, στη δική μας  περίπτωση, είχε τις δομές της, και ως εκ τούτου μπορούσε να επικαθίσει  σε αυτήν η οθωμανική κατάκτηση.

Η κατάκτηση, χονδρικά, διανύει δύο φάσεις: τη φάση της οθωμανικής επέκτασης και τη φάση που έπεται της αποτυχίας της Βιέννης. Στην πρώτη φάση είναι έξεργος ο λεηλατικός χαρακτήρας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στη δεύτερη φάση, ο λεηλατικός αυτός χαρακτήρας κατά κάποιον τρόπο εσωτερικεύεται, με τους φόρους. Ωστόσο δεν είναι,  κατά τη γνώμη μου, ο φόρος το στοιχείο που επιδείνωνε την εκμετάλλευση­· είναι το  γεγονός ότι αλλάζει ο τύπος των προσόδων, συγκεκριμένα ότι πυκνώνεται ένας τύπος προσόδων, χρειάζεται συνεπώς να μελετήσουμε την εξέλιξη και διόγκωση των γαιοπροσόδων σε σχέση με τις φορολογικές προσόδους.

Βλέποντας το ζήτημα εκ των υστέρων, εκεί όπου έχουμε καταγραφές, προκύπτουν ορισμένα προφανή πράγματα: η κατακτητική κοινωνία ιδιοποιείται την οικονομία μέσω της δημιουργίας οιονεί ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία προϋπήρχε, αλλά διογκώνεται. Αν καταμετρήσουμε τον οθωμανικό πληθυσμό και την κατοχή γαιών, και μάλιστα των καλύτερων γαιών, θα δούμε ότι υπάρχει μια δυσαναλογία: η αριθμητικώς μικρότερη κοινωνία κατέχει τις περισσότερες γαίες — αυτό είναι το αποτέλεσμα των μετρήσεων που μπορεί να γίνουν επί τη βάσει των πρώτων στατιστικών που έχουμε μετά την Επανάσταση του 1821. Και αν κάνουμε και άλλες διακρίσεις, θα δούμε ότι οι αρδευόμενες γαίες κατέχονται πρωτίστως από τους Οθωμανούς, τους μουσουλμάνους. Καλλιεργούνται με διαφόρων τύπων διανεμητικά συστήματα, κυρίως από τους κατεχόμενους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και οι κατακτητές δεν είναι άμεσοι καλλιεργητές. Στην ουσία, η γαιοκτησία αυτού του τύπου είναι αποτέλεσμα ιδιοποιήσεων μέσω της καταχρέωσης των χωρικών που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις και να μετέχουν στην αγορά, υποκείμενοι, στο μέτρο όπου μετέχουν, σε μια άνιση ανταλλαγή. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο τουρκοκυπριακός χειμώνας της διαμαρτυρίας

Standard

Αντίδραση στα μέτρα λιτότητας ή κάτι περισσότερο;

της Ουμούτ Μποζκούρτ

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης

Οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων ενάντια στα μέτρα λιτότητας της  κυβέρνησης Έρογλου αποτελούν πολιτικό γεγονός με αντίκτυπο όχι μόνο για την τουρκοκυπριακή κοινότητα αλλά και όλη την Κύπρο. Το βασικό πολιτικό ερώτημα που τίθεται είναι: η διαμαρτυρία περιορίζεται στην οικονομική πολιτική ή μπορεί να προσλάβει ευρύτερες διαστάσεις; Σε συνέχεια του άρθρου του άρθρου του Νίκου Τριμικλινιώτη «Λευκωσία: η σημασία της παλλαϊκής απεργίας των Τουρκοκυπρίων» («Ενθέματα», 6.2.2011) δημοσιεύουμε σήμερα το άρθρο της τουρκοκύπριας καθηγήτριας στο πανεπιστήμιο του Γιορκ, Umut Bozkurt.  Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα «Επανένωση 2011, Διαδικτυακή πρωτοβουλία για την επανένωση της Κύπρου (www.epanenosi.com/index.php/archives/author/umut), στις 12.2.2011.

 

 

Διαδήλωση Τουρκοκυπρίων στην πλατεία Ινονού της Βόρειας Λευκωσίας

Το έναυσμα για το άρθρο αυτό έδωσε μια ερώτηση που μου έκανε ένας ελληνοκύπριος φίλος πριν έναν περίπου μήνα: «Τι συμβαίνει στον Βορρά; Θα ζήσουμε μια επανάληψη του 2002-2004;». Μια τέτοια ερώτηση υπονοεί ότι η τωρινή δυσαρέσκεια των Τουρκοκύπριων σημαίνει κάτι περισσότερο από αντίδραση στα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει από η Τουρκία και, επιπλέον, ότι μπορεί να εξελιχθεί σε μια κινητοποίηση με στόχο την επίλυση του Κυπριακού. Θα προσπαθήσω να δώσω μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, αναλύοντας  και συγκρίνοντας τη σημερινή κατάσταση με τις κινητοποιήσεις του 2002-2004, που κατέληξαν σε ένα ηχηρό «Ναι» υπέρ του Σχεδίου Ανάν.

Από διάφορες απόψεις, η σημερινή δυσαρέσκεια θα μπορούσε να παραλληλιστεί με τις κινητοποιήσεις του 2002-2003: και οι δύο πυροδοτήθηκαν από οικονομικούς λόγους. Σήμερα, ο κόσμος κατεβαίνει στο δρόμο για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στο πακέτο λιτότητας που επιβάλλει η τουρκική κυβέρνηση στους Τουρκοκύπριους. Η Τουρκία δεν θέλει πια να πληρώνει τον λογαριασμό για μια μη βιώσιμη οικονομική δομή, την οποία βέβαια δημιούργησε η ίδια, προκειμένου να διατηρήσει στην εξουσία μια πιστή σ’ αυτήν πολιτική ελίτ. Το πακέτο μέτρων λιτότητας που προωθεί η τουρκική κυβέρνηση συνεπάγεται την ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων –ανάμεσά τους και κάποιες σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ηλεκτρική ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες–,  τη συμπίεση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και τη φορολόγηση των συντάξεων. Συνέχεια ανάγνωσης

Οι «Ψηφίδες» του Δημήτρη Σκουλίδη

Standard

Οι Ψηφίδες του Δημήτρη Σκουλίδη, κρύβουν, στη μικρή και απέριττη φόρμα τους, έναν μεγάλο πλούτο. Πλούτο συναισθηματικό, γλωσσικό, αναμνήσεων, μα κυρίως πλούτο ανθρώπινο. Λιτές, ουσιαστικές και καίριες, όπως και ο δημιουργός τους. Όσοι ξέρουν, έστω και λίγο, αυτόν τον σπουδαίο και ευγενή  άνθρωπο της Αριστεράς δεν θα ξαφνιαστούν· οι υπόλοιποι θα τον ανακαλύψουν μέσα από τις σελίδες των Ψηφίδων. Οι Ψηφίδες («ανεπίδοτες επιστολές» σε φίλους, παρακαλεί να θεωρηθούν ο συγγραφέας), που κυκλοφορούν τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Εξάντας, αφιερωμένες στη μνήμη του Μανόλη Αναγνωστάκη, χωρίζονται σε εφτά ενότητες: Ερεθίσματα για συλλογισμούς, Ερανισμοί Α΄ και Β΄, Σχεδιάσματα δοκιμίων, Μαρτυρίες, Αλησμόνητοι, Ποιήματα (ούτως ειπείν). Προδημοσιεύουμε σήμερα λίγα αποσπάσματα με την προτροπή στον Δ. Σκουλίδη να μας χαρίσει και άλλα γραφτά, όπως την ιστορία της «Σερραίας», για την οποία, όπως λέει, επιμένει αδελφικός φίλος.

Στρ. Μπ.

Ψηφίδες

του Δημήτρη Σκουλίδη

ΕΡΕΘΙΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΥΣ

Αγώνες παλιοί, τελειωμένοι, νικηφόροι ή μη. Φράσεις ακυρωμένες από το Χρόνο, μη αντιπροσωπευτικές των τότε συμβάντων. Άνθρωποι θυσιασμένοι, ξεχασμένοι, άνθρωποι απλώς…

***

Λέξεις κι άλλες λέξεις, λέξεις ερημικές και ακατοίκητες…

***

Ορυμαγδός λέξεων. Δεινοπαθούν οι έννοιες

***

Θηρευτής εμπειριών. Ντιλετάντης…

***

Νεκρός με αναστολή

 

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

Ροδόπολη Σερρών

Η έκβαση του εμφύλιου πολέμου είχε ήδη κριθεί.

Όμως η διαταγή προς τους διοικητές των εγκαταστημένων σε κωμοπόλεις και χωριά ορεινών περιοχών μονάδων ζητούσε την εκκαθάριση των μετόπισθεν.

Στη Ροδόπολη Σερρών από πολύ καιρό δεν είχε μείνει ίχνος αριστερού. Άλλοι στο βουνό, άλλοι στη Μακρόνησο, άλλοι «ανανήψαντες» Μακρονησιώτες στον Γράμμο, «μαχητές» του Εθνικού Στρατού και άλλοι στη φυλακή.

Αλλά η διαταγή ήταν διαταγή και έπρεπε να υπάρξει αναφορά εκτέλεσης…

Γείτονες ανύπαρκτων αριστερών, μακρινοί συγγενείς τους, ο υπαρχηγός της γερμανόδουλης κατοχικής ΠΑΟ του Κιλκίς, ο Σοφουλικός φιλελεύθερος σταθμάρχης Εμμανουηλίδης και άλλοι πολλοί, βασανιζόμενοι με μεθόδους απερίγραπτης φρίκης (ακόμη και για την εποχή εκείνη) «ομολογούσαν» καθ’ υπαγόρευσιν βλακών, αν όχι ηλιθίων, «ανακριτών». Χαρακτηριστική περίπτωση: ο στρατιώτης Βασίλης Διπλός «ομολόγησε» ότι αμέσως το βραδινό σιωπητήριο περνούσε τα σύρματα του Στρατοπέδου, πήγαινε στη Σόφια, απ’ όπου έπαιρνε «οδηγίες και ντιρεκτίβες», στο δεν πρωινό προσκλητήριο δήλωνε παρών… Συνέχεια ανάγνωσης

Σχεδόν τριάντα χρόνια

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Να πάρεις την Εκδίκηση της γυφτιάς, μου είχε πει η Χαρά, είναι κάτι τύποι μάλλον από τη Θεσσαλονίκη. Αν και γενικά την άκουγα, δεν αγόρασα τον δίσκο αμέσως. Ήταν άλλες εποχές τότε, τέλη της δεκαετίας του 1970, για το χαρτζιλίκι μας η αγορά ενός δίσκου ήταν πραγματική γιορτή, και δεν μπορούσαμε να πάμε σε πολλές.

Τον αγόρασα όμως λίγους μήνες αργότερα. Όταν τα τραγούδια του είχαν πια πλημμυρίσει τη ζωή μας με ήχους που έως τότε ήταν κλεισμένοι στα σαρανταπεντάρια δισκάκια των γονιών μας, στις διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών εταιρειών στο ραδιόφωνο, στις κριτικές για τη φωνή του Καζαντζίδη που ήταν φοβερή, αλλά, βρε παιδί μου, οι επιλογές του… Ήχοι και μουσικές πειραγμένες που ερχόντουσαν να μπλεχθούν με τις αμήχανες εφηβείες μας, ανάμεσα στον Αφρό των Ημερών του Μπορίς Βιάν και την Παναγία των λουλουδιών, παραδίπλα στο Εγώ κι Αυτό της Μαρί Καρντινάλ που κρυφοδιαβάζαμε από τα πιο έξυπνα κορίτσια του φροντιστηρίου και μαθαίναμε για τα προβλήματα της περιόδου. Ήχοι και φωνές που έμπλεκαν με τους Scorpions και του Doors, επιρροές των μεγαλύτερων αδελφών μας, μαζί με γιάνκες και ό,τι έμενε ακόμη από Θεοδωράκη και Μικρούτσικο.

Αν η μουσική ήταν το επίδικο, οι στίχοι ήταν εκείνοι που έμοιαζαν να γεφυρώνουν την απόσταση. Έξυπνοι, σημερινοί, μίλαγαν με έναν τρόπο οικείο για εκείνα που μέχρι τότε ήταν έξω από αυτά που τραγουδάγαμε: το κοτλέ παντελονάκι που φοράς, ο χαβαλές, τα μπαράκια, οι φραπέδες. Λέξεις και σύμβολα από τη δική μας καθημερινότητα. Κι όταν λίγο αργότερα ήρθαν και τα Τραγούδια της Χαρούλας,  εμπλέκοντας τώρα κι εκείνους για τους οποίους τίποτα δεν πάει χαμένο στη χαμένη τους ωστόσο ζωή, αλλά περνούσαν γελαστοί μες στις πορείες, τότε πια η απόσταση από το λαϊκό είχε εκμηδενιστεί, δεν ερχόταν ενάντια ούτε καν στην αγωνιστική μας συνείδηση. Συνέχεια ανάγνωσης

Παίζοντας με την κονσόλα της Ιστορίας

Standard

Η Επανάσταση του 1821 στον ΣΚΑΪ

του Μαρίνου Σαρηγιάννη

Αφού προκάλεσε πολλά πάθη και εντάσεις, ολοκληρώθηκε η περίφημη σειρά του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ για το 1821. Δεν θα ήθελα εδώ να υπεισέλθω σε συγκεκριμένη κριτική επί της ουσίας, κάτι το οποίο έκαναν ήδη άλλοι καλύτερα από μένα (ενδεικτικά αναφέρω το εξαιρετικό άρθρο του Παναγιώτη Στάθη στα «Ενθέματα» της 13ης Μαρτίου). Προσωπικά μου προκάλεσε εντύπωση η παντελής απουσία ιστορικών ειδικευμένων στην οθωμανική ιστορία (δεν σπανίζουν πλέον). Η απουσία αυτή έγινε εμφανής ιδίως στο πρώτο επεισόδιο, το οποίο επαναλάμβανε το αμφισβητήσιμο –τουλάχιστον– σχήμα της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα τέλη του 16ου αιώνα και μετά, και το οποίο επέλεξε ουσιαστικά να πάρει την κυρίαρχη αφήγηση και να τη γυρίσει τα μέσα έξω, σαν να έπαιρνε ένα αρνητικό φωτογραφικό φιλμ –για όσους θυμούνται– και να το εμφάνιζε. Έτσι, από τους «σκοτεινούς αιώνες της δουλείας» το εκκρεμές πήγε στην άλλη άκρη, του καλοκάγαθου κράτους της ακμής και της πολυπολιτισμικότητας. Το περίφημο Παιδομάζωμα, για παράδειγμα, αντί να τεθεί έστω σε νέες βάσεις (εύκολα θα μπορούσε να καταρριφθεί ο μύθος των φανατισμένων γενιτσάρων που ξέχναγαν τις ρίζες τους και γίνονταν τάχα οι χειρότεροι εχθροί των πρώην συγχωριανών τους) απλώς εξαφανίστηκε, με μοναδικό αποτέλεσμα ένα ακόμα όπλο στα χέρια των υπερασπιστών των παλιών μύθων. Ασπρόμαυρες ερωτήσεις στις ίδιες λάθος ερωτήσεις, απλά το άσπρο άλλαξε σε μαύρο και τούμπαλιν. Προτιμώ δε να μην σχολιάσω την άτακτη υποχώρηση μπροστά στις επιθέσεις της Εκκλησίας (κυρίως), σε πολλές από τις συζητήσεις που ακολουθούσαν την προβολή των επεισοδίων.

 

"Η δικαία απόφασις του Θεού διά την απελευθέρωσιν της Ελλάδος". Πίνακας του Π. Ζωγράφου, με οδηγίες του Μακρυγιάννη

Υποτίθεται ότι η σειρά είχε κύριο στόχο της την αποδόμηση των «εθνικών μύθων», προβάλλοντας μια «αντικειμενική» ιστορία που δεν θα είχε ιδεολογικό χρωματισμό. Το ότι αυτό είναι τελικά μια ουτοπία φάνηκε από το αποτέλεσμα: όπως πολύ εύστοχα σημείωσε σε μια διαδικτυακή συζήτηση ο αγαπημένος τραγουδοποιός Βασίλης Νικολαΐδης, η ιστοριογραφία είναι σαν την κονσόλα της ηχοληψίας· ανεβάζεις ή κατεβάζεις τις στάθμες έντασης του κάθε όργανου ξεχωριστά (δηλ. του κάθε γεγονότος, μεταξύ των γεγονότων που εξελίσσονται χρονικά παράλληλα στον ιστορικό ρου), πετυχαίνοντας ένα διαφορετικό ενορχηστρωτικό αποτέλεσμα κάθε φορά. Ή και μιαν εντελώς άλλη σύνθεση. Πράγματι, οι επιστημονικοί επιμελητές της σειράς είχαν ανεβάσει στο μάξιμουμ τη στάθμη έντασης δύο, όχι ακριβώς γεγονότων, δύο εννοιών: του κράτους, και της Ευρώπης

Η αποθέωση του κράτους και της Ευρώπης

Του κράτους, γιατί η έννοια-κλειδί της σειράς ήταν η ανομία, από την ανομία των κλεφτών στα βουνά του 18ου αιώνα μέχρι εκείνη των αντιπάλων του Καποδίστρια. Ο φετιχισμός του κράτους δεν είναι κάτι καινούριο φυσικά, και σημαίνει κατά βάση ότι βλέπουμε την πορεία της ανθρωπότητας (του παρόντος συμπεριλαμβανομένου) ως μια ιστορία κρατών, όπου ισχυρό κράτος σημαίνει ευημερία. Με τη λογική αυτή, οι τούρκοι ακαδημαϊκοί ιστορικοί, για να το πω έτσι με μια γενίκευση που δεν παίρνει υπόψη της τις πάμπολλες πλέον εξαιρέσεις, εκθειάζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία επειδή ήταν ένα ισχυρό κράτος, με νόμους που εφαρμόζονταν· οι οθωμανοί χρονικογράφοι και πολιτικοί στοχαστές εκθείαζαν με παρόμοιο τρόπο τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή ή τον Μουράτ Δ΄ για τον ίδιο λόγο· πολλοί έλληνες ιστορικοί συνήθιζαν να εκθειάζουν τον Βασίλειο Β΄ (γνωστό και ως Βουλγαροκτόνο), όπως ο Νικίτα Μιχάλκοφ τον τσάρο, προσφάτως δε τον Μεταξά· οι ιστορικοί της σειράς του ΣΚΑΪ εκθειάζουν την ισχυρή Οθωμανική Αυτοκρατορία, και οικτίρουν την ανίσχυρη· οι δημοσιογράφοι του ΣΚΑΪ εκθειάζουν τα κράτη της Ευρώπης, που μπορούν και εφαρμόζουν τους νόμους, ενώ εδώ επικρατεί η ανομία. Και πάει λέγοντας: για τους Γάλλους, η καλύτερη στιγμή θα ήταν ας πούμε ο Ναπολέοντας, και όχι η Κομμούνα· μόνο που έτσι, για τους Γερμανούς θα ήταν ένας Χίτλερ. Η στάση των ιστορικών απέναντι στην εξουσία είναι κάτι σαν λυδία λίθος: πολλοί ιστορικοί τείνουν να θαυμάζουν τα ισχυρά κράτη· να περιφρονούν τις περιόδους σύγχυσης και, φυσικά, ανομίας· να βλέπουν, με λίγα λόγια, το παρελθόν μέσα από τα μάτια των κρατών. Συνέχεια ανάγνωσης

Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε

Standard

της Ιωάννας Μεϊτάνη

Blu + Os Gémeos, γκράφιτι στη Λισσαβώνα

Τα τελευταία είκοσι χρόνια ο δρ Σλόσερ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Γερμανικής Λογοτεχνίας και Διδακτικής του Πανεπιστημίου Γκαίτε της Φραγκφούρτης, έχει καθιερώσει το βραβείο για την «αντιλέξη» (Unwort) της χρονιάς, τη χειρότερη, την πιο άκυρη, δηλαδή, λέξη, από την άποψη της χρήσης της. Κάθε Γενάρη, μια ανεξάρτητη μόνιμη εξαμελής επιτροπή, αποτελούμενη από φιλολόγους, δημοσιογράφους και συγγραφείς, συνεδριάζει για να διαλέξει τη χειρότερη λέξη, αντλώντας υλικό από τις 1.700 περίπου επιστολές με προτάσεις πολιτών που δέχεται κάθε χρόνο. Οι υποψήφιες λέξεις και εκφράσεις πρέπει να προέρχονται από τον δημόσιο λόγο, η χρήση τους να είναι στρεβλή και ανάρμοστη, δηλαδή αναντίστοιχη με την έννοια που εκφράζουν, ή/και να είναι προσβλητικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Οι προτάσεις αντλούνται από οποιονδήποτε τομέα της δημόσιας ζωής, όπως την πολιτική, τη διοίκηση, την οικονομία, την τεχνολογία, την επιστήμη, τα ΜΜΕ κ.ά., και πρέπει πάντοτε να αναφέρουν την πηγή τους. Εκτός από την πιο άκυρη λέξη της χρονιάς, η επιτροπή διαλέγει και δυο-τρεις ακόμη λέξεις, τη χρήση των οποίων θεωρεί προβληματική.

* * *

 

Banksy, AL-crat

Από την ιστορία του θεσμού και τις λέξεις που αναδεικνύει κάθε χρόνο, φαίνεται ότι η κριτική επιτροπή δεν χαρίζει κάστανα. Η αιτιολογία που συνοδεύει κάθε χρόνο την πιο άκυρη λέξη είναι λακωνική, εύστοχη και τσουχτερή. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ως «αντιλέξη» της χρονιάς επιλέχθηκε μια λέξη ή μια έκφραση που είπε διακεκριμένο δημόσιο πρόσωπο. Το 1993 σχολίασαν την έκφραση του τότε καγκελάριου Χέλμουτ Κολ ότι η Γερμανία είναι «ένα απέραντο λούνα παρκ», επειδή οι Γερμανοί «θέλουν να έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο και να δουλεύουν λιγότερο απ’ ό,τι οι άλλοι λαοί» — πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα η επιτροπή να έρθει σε σύγκρουση με την Εταιρεία Γερμανικής Γλώσσας, στην οποία εντασσόταν ως τότε, και να συνεχίσει την πορεία της ως αυτόνομος θεσμός.

Για να πάρουμε μια εικόνα της κατεύθυνσης στην οποία κινείται η κριτική επιτροπή, ορισμένα παραδείγματα από προηγούμενες χρονιές: μια από τις εκφράσεις που κατακρίθηκαν το 1991 ήταν τα «έξυπνα όπλα», που χρησιμοποιήθηκε στον πόλεμο του Κόλπου· «παράπλευρες απώλειες» ήταν η χειρότερη λέξη της χρονιάς το 1999, όπως χρησιμοποιήθηκε από αξιωματικούς του ΝΑΤΟ στον πόλεμο του Κοσσόβου· «ανθρώπινο κεφάλαιο» το 2004, έκφραση που υποβιβάζει τους ανθρώπους σε μετρήσιμο μέγεθος σε οικονομικά συμφραζόμενα· την ίδια χρονιά, μια από τις λέξεις που κατέκρινε η επιτροπή ήταν τα «κέντρα υποδοχής», όπως ονομάστηκαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών· «εθελούσια έξοδος» το 2006, όπως χαρακτηρίστηκε η εκδίωξη προσφύγων από τη Γερμανία των οποίων η αίτηση ασύλου δεν είχε εγκριθεί, έπειτα από έντονη «φιλική παρότρυνση και συμβουλή» των αρχών στα λεγόμενα «κέντρα αναχώρησης»· «αναξιοπαθούσες τράπεζες» το 2008, λέξη η οποία αντιστρέφει εντελώς τη σχέση αιτίου και αιτιατού στην παγκόσμια οικονομική κρίση. Συνέχεια ανάγνωσης

Μια νέα ιστορική περίοδος για τον αραβικό κόσμο

Standard

συνέντευξη του Ναγίεφ Χαουάτμι στον Κώστα Ήσυχο

 

Από την εξέγερση στην Αίγυπτο

Με τον σ. Ν. Χαουάτμι, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ακούραστο σύντροφο που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πρόσφατη επίσκεψη του ΣΥΝ στην Ιορδανία και τη Συρία, συναντηθήκαμε στα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης, σε ένα ήσυχο προάστιο της Δαμασκού, κοντά στο ιστορικό της κέντρο. Ο φρουρός, ένας νεαρός Παλαιστίνιος σε ένα παραδοσιακό κουβούκλιο φύλαξης με την παλαιστινιακή μαντίλα και το καλάσνικοφ στον ώμο, μου σφίγγει το χέρι, λέγοντας στα αραβικά: «Καλώς ήρθες, σύντροφε». Προχωράμε στην αίθουσα όπου θα πραγματοποιηθεί η συνάντηση. Πίσω από το γραφείο, πάνω από είκοσι φωτογραφίες στελεχών της οργάνωσης που έχουν σκοτωθεί σε μάχες στα κατεχόμενα, αλλά και στο εξωτερικό από τη Μoσάντ. Μου εξιστορούν με λίγα λόγια την ιστορία του καθενός.

Ο σ. Χαουάτμι, μια μεγάλη προσωπικότητα της αραβικής και της παγκόσμιας Αριστεράς του 20ού αιώνα, μπαίνει στο γραφείο χαμογελαστός, με αγκαλιάζει και με καλοσωρίζει σε άψογα αγγλικά. Μου μιλά με θαυμασμό για την Ελλάδα, την ιστορία της, τους αγώνες του λαού της, τις διαχρονικές σχέσεις της με τον αραβικό πολιτισμό, ιδιαίτερα τους Παλαιστίνιους. Η κουβέντα μας προχωράει στις επαφές του με ιστορικούς ηγέτες του κομμουνιστικού και των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων: της πρώην ΕΣΣΔ, τον Φιντέλ Κάστρο, τον Τσε Γκεβάρα, τον Νάσερ κ.ά.

Κριτικός στα χρόνια του «υπαρκτού», αμετανόητος μαρξιστής και δημοκράτης, από τα 14 του χρόνια στην αντίσταση των Παλαιστινίων, με πολύχρονες φυλακίσεις και τρεις θανατικές καταδίκες σε Ισραήλ και Ιορδανία. Έχει τη σοφία των ανθρώπων που γεύτηκαν τις πικρίες μιας μεγάλης τραγωδίας του λαού τους, ενώ η ματιά του δηλώνει το πείσμα στον αγώνα, την προσήλωση σε μια στάση ζωής. Θεωρεί τον εαυτό του παιδί της Παλαιστίνης, της διασποράς του λαού της, που δεν τα βάζει κάτω, τρεις γενιές μετά τον μεγάλο διωγμό.

Κώστας Ήσυχος

Πώς βλέπετε τις ιστορικές αλλαγές που συντελούνται στον αραβικό κόσμο και ποιες είναι οι επιπτώσεις στο Παλαιστινιακό;

Οι επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις στην Αίγυπτο, την Τυνήσια, τη Λιβύη, την Υεμένη, το Μπαχρέιν, την Αλγερία, την Ιορδανία, το Μαρόκο, ακόμα και τη Σαουδική Αραβία, μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο για μια νέα επαναστατική ιστορική περίοδο. Αυτή η περίοδος βασίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες: στη δημοκρατία, στις ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες, σε μια καινούργια φάση της αστικής δημοκρατίας· στην πλήρη ισοτιμία και ισότητα των δυο φύλων· ο τρίτος πυλώνας μπορεί να εμπεριέχει καθοριστικά στοιχεία της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτές οι αλλαγές προκαλούν δομικές ανατροπές στα πιο συντηρητικά και τυραννικά καθεστώτα της ευρύτερης περιοχής μας, και μεγάλους πονοκέφαλους στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και το Ισραήλ. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο «ακροδεξιός μεσαίος χώρος»

Standard

του Νίκου Φίλη

Την περασμένη Τρίτη παρουσιάστηκε, στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ, το βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά Το κρυφό χέρι του Καρατζαφέρη. Η τηλεοπτική αναγέννηση της ελληνικής ακροδεξιάς (εκδ. Αλεξάνδρεια), μια σπουδαία μελέτη, που φέρνει στο φως πληθώρα στοιχείων και προσφέρει ερμηνευτικά σχήματα για την κατανόηση της πορείας του ΛΑΟΣ, στο πλαίσιο της διεθνούς συζήτησης για την ακροδεξιά.

Το βιβλίο, με συντονιστή τον Δημήτρη Χριστόπουλο, παρουσίασαν ο Αλέκος Αλαβάνος, η Βασιλική Γεωργιάδου, η Θάλεια Δραγώνα, ο Θανάσης Κούρκουλας και ο Νίκος Φίλης, του οποίου και δημοσιεύουμε την ομιλία.

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

Το εκκρεμές του Καρατζαφέρη: Ακροδεξιά και Μνημόνιο

Το τεκμηριωμένο βιβλίο του Δημήτρη Ψαρρά, που παρουσιάζουμε σήμερα, είναι ιδιαίτερα επίκαιρο. Δεν καταγράφει μια ιστορία που τελείωσε, αλλά ένα φαινόμενο που, όπως ο Ιανός, προσλαμβάνει πολλά και διαφορετικά πρόσωπα. Πρόκειται για το φαινόμενο του λαϊκισμού, ακριβέστερα του ακροδεξιού λαϊκισμού.

Δεν υποτιμώ τη δύναμη της τηλεόρασης και των συμφερόντων που κρύβονται πίσω από τις οθόνες. Όμως, παρά τη δύναμή της, που παραστατικά περιγράφεται ως δύναμη πλύσης εγκεφάλου, η τηλεόραση δεν μπορεί να δημιουργήσει ανθεκτικά κόμματα, δηλαδή κόμματα που θα ξεφύγουν από την εικονική πραγματικότητα και θα διεκδικήσουν θέση στο πολιτικό σύστημα, επί δεκαπέντε χρόνια, όπως συμβαίνει με τον Γ. Καρατζαφέρη. Το ΛΑΟΣ ξεκίνησε ως τηλεοπτική επιχείρηση, αλλά κατόρθωσε να αποκτήσει την αναγνώριση των τηλεοπτικών αντιπάλων του και να μεταλλαχθεί σε κόμμα  νέου τύπου. Το κόμμα ως μέρος του μηντιακού συστήματος.

Δύο στοιχεία προσδιόρισαν τον δυναμισμό του ΛΑΟΣ στο ξεκίνημά του:

Το πρώτο είναι η κρίση εκπροσώπησης αλλά και στρατηγικής που είχε καθηλώσει τη Ν.Δ. στην αντιπολίτευση. Το ΛΑΟΣ, δηλαδή, ξεπήδησε ως ριζοσπαστική-ακροδεξιά εκδοχή από τον συντηρητικό χώρο που βρισκόταν σε κρίση. Σε συνθήκες μάλιστα εύθραυστου εκλογικού ισοζυγίου ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. (στις εκλογές του 2000 κοιμηθήκαμε με κυβέρνηση Καραμανλή και ξυπνήσαμε και πάλι με κυβέρνηση Σημίτη), σ’ αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ διέβλεψε ότι η ακροδεξιά σφήνα στη Ν.Δ. θα μεταβάλει υπέρ του τον εκλογικό συσχετισμό. Ανοιχτά άλλωστε ο Κ. Σημίτης είχε χαρακτηρίσει πρόβλημα για το πολιτικό σύστημα της χώρας την ανυπαρξία αυτόνομου ακροδεξιού κόμματος, επικαλούμενος την ευρωπαϊκή πραγματικότητα των διαφορετικών πολιτικών οικογενειών του συντηρητικού χώρου. Σε αυτή την πολιτική υστεροβουλία πρέπει να αναζητήσουμε την τηλεοπτική πριμοδότηση του Καρατζαφέρη. Συνέχεια ανάγνωσης

Το νομοσχέδιο της εχθροπάθειας

Standard

του Νίκου Σαραντάκου

Η εχθροπάθεια μπήκε ορμητικά στη ζωή μας με το νέο νομοσχέδιο για την ποινική καταπολέμηση του ρατσισμού, που παρουσίασε το Υπουργείο Δικαιοσύνης και έχει γίνει στόχος αρκετών επικρίσεων. Πολλοί μάλιστα θεώρησαν πως πρόκειται για νεολογισμό, για λέξη που κατασκευάστηκε επί τούτου, ίσως και με πονηρό σκοπό. Εδώ οι επικριτές του νομοσχεδίου πέφτουν έξω. Η εχθροπάθεια δεν είναι ανύπαρκτη λέξη. Την έχουν όλα τα μεγάλα λεξικά μας, εκτός από το λεξικό Μπαμπινιώτη. Σύμφωνα με τον Κουμανούδη, που συμπεριέλαβε τη λέξη στη Συναγωγή νεολογισμών του, πρώτος φαίνεται να τη χρησιμοποίησε ο Ευγένιος Βούλγαρις, το 1817.

 

Χανς Μέμινντορφ, "Σπίτι-κεφάλι"

Υπάρχει λοιπόν η εχθροπάθεια, αλλά τι σημαίνει; Κατά το λεξικό του Παπύρου, εχθροπάθεια είναι «εχθρικό πάθος, εχθρική διάθεση εναντίον κάποιου, ισχυρή ή έμμονη έχθρα, μίσος». Ο ορισμός που δίνεται από το νομοσχέδιο δεν ξέρω αν βοηθάει και πολύ: Στον παρόντα νόμο, ο όρος «εχθροπάθεια» θα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενος τόσο στην καλλιέργεια όσο και στην εξωτερίκευση αισθημάτων μίσους και αντιπαλότητας.

Να προσθέσουμε ότι η εχθροπάθεια εμφανίζεται μία φορά στον ισχύοντα Ποινικό Κώδικα, στο άρθρο 196 (κατάχρηση εκκλησιαστικού αξιώματος): «Ο θρησκευτικός λειτουργός που κατά την ενάσκηση των έργων του ή δημόσια και με την ιδιότητά του προκαλεί ή διεγείρει τους πολίτες σε εχθροπάθεια κατά της πολιτειακής εξουσίας ή άλλων πολιτών τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών». Στην αιτιολογική έκθεση του Ποινικού Κώδικα του 1933, που πρωτοκαθιέρωσε τη σχετική διάταξη, αναφέρεται: «Η διάταξις αύτη θα είναι ίσως ιδιαζόντως χρήσιμος παρ’ ημίν όπου, μετά την επέκτασιν του Κράτους, υπάρχουσι μεγάλοι αλλόθρησκοι πληθυσμοί, των οποίων η εν δεδομένη περιστάσει θρησκευτική εκμετάλλευσις ενδέχεται βαρείας να έχη διά το Κράτος συνεπείας».

Από μια σύντομη έρευνα που έκανα στα σώματα των εφημερίδων, βρήκα ότι την περίοδο του Εμφυλίου η εχθροπάθεια φαίνεται να απασχόλησε πάνω από μία φορά τα δικαστήρια. Για παράδειγμα, τον Ιούνιο του 1947 καταδικάστηκε ο Νίκος Ζαχαριάδης, ο γραμματέας του ΚΚΕ, σε έξι μήνες φυλάκιση και 500.000 πρόστιμο, διότι με άρθρο του στον Ριζοσπάστη σχετικά με την δολοφονία Ζέβγου «επιδίωξε να προκαλέσει εχθροπάθεια μεταξύ των πολιτών» (To Βήμα, 3.6.1947), ενώ λίγους μήνες αργότερα, κλήθηκαν οι υπεύθυνοι της εφημερίδας Ελευθερία να παρουσιαστούν στον επίτροπο του έκτακτου στρατοδικείου, για παράβαση των ν. 5060 και 755, διότι διά σημειωμάτων και αρθριδίων «δημοσιευθέντων εις την εφημερίδα των ενέβαλον εις ανησυχίαν τους πολίτας και εγένοντο αφορμή να προηγηθή αμοιβαία καταφρόνησις και εχθροπάθεια καθώς και απείθεια προς τας αρχάς» (To Βήμα, 23.12.1947). Το έγκλημα της εφημερίδας; Όταν κάποιοι Χίτες στον Πειραιά έλεγχαν ταυτότητες και προσωρινά συνελήφθησαν αλλά αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι, η εφημερίδα το είχε επικρίνει. Σε επόμενο δημοσίευμα (To Βήμα, 4.4.1948) αναφέρεται ότι μόνο το στρατοδικείο είναι αρμόδιο να εκδικάσει «αδίκημα προκαλούν εχθροπάθειαν παρά τω λαώ».

Μ’ άλλα λόγια, η εχθροπάθεια ναι μεν δεν είναι νεολογισμός, αλλά δεν βοηθάει, διότι αφήνει πολλά περιθώρια ερμηνείας και επιπλέον έχει συνδεθεί με ζοφερές περιόδους της ιστορίας μας.

Αλλά δεν είναι αυτή η βασική ένστασή μου. Ας περάσουμε στην ουσία του νομοσχεδίου. Το βρίσκω αναποτελεσματικό και επικίνδυνο. Δεν θα σταθώ στην αναποτελεσματικότητα, διότι δεν είμαι νομικός, αλλά θα σημειώσω αυτό που γράφτηκε σε ένα σχόλιο στο ιστολόγιο του e-lawyer (http://elawyer.blogspot.com/2011/02/to.html) ότι, με τους όρους που βάζει το νομοσχέδιο, «η βούληση είναι να μην επιτραπεί στο μέλλον να γίνει δίκη για ρατσισμό».

Ωστόσο, εγώ κυρίως επικίνδυνο το βρίσκω. Επικίνδυνο για την ελευθερία του λόγου, που τη θεωρώ υπέρτατο αγαθό. Ξέρω ότι πολλοί φίλοι μου πιστεύουν πως οι ρατσιστές δεν δικαιούνται να επικαλούνται την ελευθερία του λόγου, θεωρούν «προσχηματική» την επίκληση της ελευθερίας του λόγου προς υπεράσπιση του Πλεύρη ή του Λεπέν. Τους κατανοώ, δεν τους ψέγω, αλλά διαφωνώ. Διαφωνώ παρόλο που ξέρω ότι στις ελευθεροκτόνες μέρες μας, δηλαδή μετά τις 11/9/2001, ακόμα και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει κάνει γενναίες εκπτώσεις στην υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου: για παράδειγμα, έχει εγκρίνει την παύση ισλαμιστών δημάρχων στην Τουρκία για αδικήματα γνώμης, κάτι που μας θυμίζει τα μολυβένια χρόνια της οκταετίας Καραμανλή, όταν αριστεροί δήμαρχοι στην Ελλάδα έκαναν δηλώσεις π.χ. για να γυρίσουν οι πολιτικοί εξόριστοι από τη Γυάρο, και τούς έπαυε ο νομάρχης. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο Γκοντζίλα και η πυρηνική καταστροφή στην Ιαπωνία

Standard

του Πήτερ Γ. Κίρμπυ

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης

"Γκοντζίλα 1954" του Arcan54

Βλέποντας τις εικόνες της καταστροφής μετά το τσουνάμι στα βιντεάκια του YouTube και στα ιαπωνικά μέσα ενημέρωσης, ένιωσα συγκλονισμένος και την ανάγκη να βοηθήσω· είχα όμως, επιπλέον, μια αναμφισβήτητη αίσθηση dejà vu. Ως μελετητής που ασχολούμαι με τη θέση της πυρηνικής ενέργειας στην ιαπωνική κουλτούρα, έχω δει πάμπολλες ταινίες τρόμου με τέρατα, τόσο της δεκαετίας του 1950 όσο και μεταγενέστερες, εμπνευσμένες από την πυρηνική καταστροφή· οι σκηνές των φλεγόμενων διυλιστηρίων, των ισοπεδωμένων πόλεων, των ομάδων διάσωσης, της φυγής των αμάχων, μου έφεραν στο νου ορισμένα σουρεαλιστικά στιγμιότυπα των ιαπωνικών ταινιών καταστροφής.

 

Αφίσα για τον "Γκοντζίλα" του 1954

Αυτή η κατηγορία B-movies αποτελεί σήμερα αντικείμενο γενικευμένου χλευασμού, και συχνά όχι άδικα. Αλλά οι πρώτες ταινίες «Γκοντζίλα» ήταν σοβαρές και σκληρές, ενώ τάσσονταν με σαφήνεια κατά της πυρηνικής ενέργειας: το τέρας προέκυψε έπειτα από μια ατομική έκρηξη. Ήταν επίσης αντιπολεμικές σε μια χώρα που είχε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεδομένου ότι στον «Γκοντζίλα» του 1954 το μεγάλο σαυροειδές θηρίο βγαίνει από τον κόλπο του Τόκιο για να λεηλατήσει την πρωτεύουσα, οι εκρήξεις, τα πτώματα και τα ποτάμια προσφύγων παρέπεμπαν ευθέως στις τρομακτικές σκηνές των τελευταίων ημερών του Πολέμου, εικόνες που παρέμεναν ακόμα ανεξίτηλες στο μυαλό των Ιαπώνων, οι οποίοι παρακολούθησαν το έργο μέσα σε νεκρική σιγή, που τη διέκοπταν μονάχα, κάπου κάπου, οι λυγμοί.

Το αντιπυρηνικό μήνυμα της ταινίας φαίνεται εντελώς αταίριαστο στη σημερινή Ιαπωνία, καθώς το ένα τρίτο σχεδόν της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας παράγεται από πυρηνικά εργοστάσια. Η ταινία είναι εμπνευσμένη από γεγονότα απολύτως πραγματικά, που είχαν συνταράξει τη χώρα. Τον Μάρτιο του 1954, στη δοκιμή μιας θερμοπυρηνικής βόμβας των ΗΠΑ κοντά στην ατόλη Μπικίνι, στον Ειρηνικό Ωκεανό, με την κωδική ονομασία «Bravo», απελευθερώθηκε 2,5 φορές μεγαλύτερη ισχύς από ό,τι αναμενόταν. Το τεράστιο νέφος που δημιουργήθηκε τύλιξε, σε μια λαίλαπα ραδιενεργού τέφρας, μια ιαπωνική μηχανότρατα με το όνομα «Τυχερός Δράκοντας αρ. 5», που ψάρευε τόνο μακριά από το σημείο της έκρηξης. Τα μέλη του πληρώματος επέστρεψαν στο λιμάνι, το Yaizu, με μαυρισμένο και φουσκαλιασμένο το δέρμα τους, με έντονα συμπτώματα ραδιενεργούς μόλυνσης και ένα φορτίο ραδιενεργού τόνου που είχαν ψαρέψει. Τα ρεπορτάζ έκαναν λόγο για τα ραδιενεργά ίχνη που άφησαν τα σώματά τους καθώς περπατούσαν στην πόλη, όπως για τον «πυρηνικό τόνο» που έφτασε στις ψαραγορές της Οσάκα και αργότερα στη φημισμένη Αγορά Tsukji στο Τόκιο. H Aυτού Eξοχότης ο αυτοκράτωρ Χιροχίτο είπε ότι εξόρισε διά παντός τα ψάρια και τα θαλασσινά από το πιάτο του. Συνέχεια ανάγνωσης

Η φρίκη της Μαργαρίτας

Standard

του Θόδωρου Παρασκευόπουλου

«Σώθηκε!». Από το βιβλίο του Peter Cornelius, «Εικόνες για τον Φάουστ του Γκαίτε»,1828. Η εικονογράφηση χρησιμοποιήθηκε και στην ελληνική μετάφραση του "Φάουστ" από τον Α. Προβελέγγιο

Στην τελευταία σκηνή του πρώτου μέρους του Φάουστ του Γκαίτε υπάρχει ένα μυστήριο. Ο πρώτος που το ανακάλυψε, όσο ξέρω, είναι ο Πέτρος Μάρκαρης, στον οποίο οφείλουμε την τελευταία μετάφραση του έργου. Σε αυτή υπάρχει και η προσπάθεια του Μάρκαρη να λύσει το μυστήριο, να απαντήσει δηλαδή στο ερώτημα που ο ίδιος έθεσε· απαντάει ερμηνεύοντας τον λόγο του συγγραφέα και μεταφράζοντάς τον διαφορετικά από το αναμενόμενο σύμφωνα με τη σημασία των λέξεων.

Η σκηνή διαδραματίζεται στη φυλακή, στο κελί όπου κρατείται μελλοθάνατη η Μαργαρίτα. Εκεί η Μαργαρίτα λέει στον Φάουστ, τον επώνυμο ήρωα και εραστή της που την καλεί για τελευταία φορά να φύγει μαζί του: «Heinrich, mir graut’ s vor Dir!». Ο Μάρκαρης μεταφράζει: «Ερρίκε, φοβάμαι για σένα!». Στην παρουσίαση της μετάφρασης στην αίθουσα του Ινστιτούτου Γκαίτε, ο μεταφραστής ρωτήθηκε από τουρκάλα γερμανίστρια που συμμετείχε στην παρουσίαση γιατί το είχε μεταφράσει έτσι, ενώ η προφανώς αρμόζουσα μετάφραση είναι: «Ερρίκε, μου προκαλείς φρίκη!» ή «με τρομάζεις!» ή έστω το πιο αδύναμο «με φοβίζεις!», όπως είχε μεταφραστεί παλιότερα. Στην απάντησή του ο Μάρκαρης διατύπωσε το ερώτημα που κανείς ίσαμε τότε δεν είχε σκεφτεί, δηλαδή το μυστήριο της τελευταίας σκηνής του πρώτου μέρους. Μα, είπε (και εκθέτω από μνήμης το νόημα των λόγων του), η Μαργαρίτα δεν έχει κανέναν λόγο να νοιώθει φρίκη ή να τρομάζει. Η ίδια έχει αποδεχτεί τη μοίρα της και έχει καλέσει τις ουράνιες δυνάμεις να την προστατεύσουν. Επομένως, γιατί να τρομάζει ή γιατί να νοιώθει φρίκη; Άρα, συμπεραίνει ο μεταφραστής, η προφανής μετάφραση δεν είναι η σωστή. Η Μαργαρίτα φοβάται για την τύχη του Φάουστ όταν αυτός θα φύγει με τον Μεφιστοφελή.

4-5-6. Αφίσα για την ταινία του Φ. Μούρναου «Φάουστ. Ένας γερμανικός λαϊκός θρύλος» (1926)

Αυτός είναι ο σωστός τρόπος να μεταφράζουμε: να συλλογιζόμαστε το κείμενο και να συμπεραίνουμε. Ωστόσο, ο συμπερασμός έχει όρια: το κείμενο παραμένει κυρίαρχο, κι αυτό ορίζει το φάσμα των ερμηνευτικών μας δυνατοτήτων. Ο Μάρκαρης έχει επισημάνει το λογικό πρόβλημα. Επειδή όμως παραμένει δέσμιος των ερμηνειών του έργου ως τραγωδίας κρίματος και εξιλέωσης, βρίσκεται μπροστά σε ένα μεταφραστικό αδιέξοδο, που πράγματι δεν το έχουν δει άλλοι μεταφραστές και σχολιαστές, και το οποίο λύνει σαν γόρδιο δεσμό: αλλάζει το νόημα των λέξεων. Αλλά ο οδηγός για την ερμηνεία δεν μπορεί να είναι άλλος από το κείμενο του έργου. Αν υπάρχει αντίφαση μεταξύ του κειμένου και της ερμηνείας, δεν μπορεί να είναι λάθος το κείμενο!

Η Μαργαρίτα έχει καταδικαστεί για τον φόνο του παιδιού της και θα εκτελεστεί το πρωί. Επομένως, δεν έχει λόγο να φοβάται παρά μόνο τον θάνατο. Πράγματι, στην αρχή της σκηνής του κελιού η Μαργαρίτα είναι τρελή από φόβο. Ο Φάουστ, την ώρα που πάει να ανοίξει την πόρτα του κελιού της, την ακούει να τραγουδάει:

Αχ, η πουτάνα η μάνα μου

Μ’ έσφαξε στο λεπτό,

Ο πονηρός μπαμπάς μου

Μ’ έκανε φαγητό.

Το μικρό μου αδελφάκι

Φύλαξε κάθε μου κοκαλάκι

Σε δροσερή μεριά.

Του δάσους έγινα πουλάκι

Πέτα, πέτα μακριά! (4412-4420)

ένα τραγούδι με απαραγνώριστη αναφορά στα μοτίβα των λαϊκών παραμυθιών που ο γερμανικός ρομαντισμός ανέδειξε σε λογοτεχνικό είδος. Το τραγουδάκι συνήθως ερμηνεύεται ως ένδειξη ότι η Μαργαρίτα αναγνωρίζει το κρίμα της και ως εισαγωγή στην αποδοχή της τιμωρίας. Κατά τη γνώμη μου μάλλον η Μαργαρίτα ταυτίζεται ψυχικά με το σκοτωμένο παιδί της –το θύμα της–, για να ξεφύγει. Συνέχεια ανάγνωσης

Στις γειτονιές του κόσμου

Standard

ΚΟΜΗΤΕΣ ΚΑΙ ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΑΣΤΕΡΕΣ

του Αριστείδη Καλαργάλη

Τάφος άγνωστου μετανάστη, με τη φράση «Αφανός», που στη συνέχεια κάποιος, προσθέτοντας ένα γάμα, διόρθωσε σε «ΑφΓανός». Φωτογραφία του Μπάμπη Στυλιανίδη, 2007.

Στέκομαι πλάι στο άγαλμα της μικρασιάτισσας Μάνας, στην Επάνω Σκάλα της Μυτιλήνης. Τη γειτονιά των προσφύγων. Κοιτώ τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Σφαλώ τα μάτια και βλέπω τα καΐκια και τις βάρκες κατάφορτα με πρόσφυγες του 1914, του 1922. Πολλές οι μάνες με τα παιδιά τους, γιατί οι άντρες έμειναν πίσω, είτε για να φροντίσουν την περιουσία, είτε απ’ το κυνηγητό και το λεπίδι. Στο γύρισμα της Ιστορίας δεν μπορείς να κάμεις σωστό υπολογισμό, να κρίνεις κατά πού πρέπει. Χωρίζεις την οικογένεια, τα υπάρχοντα. Κάποιοι να σωθούν, ώστε να βοηθήσουν, αν γίνει μπορετό τους άλλους. Αυτούς που μένουν πίσω και περιμένουν.

Στήθηκαν παράγκες και σκηνές, στις αυλές των σχολειών, στα τζαμιά, στις αλάνες. Φτιάχτηκαν υπαίθρια κουζινιά, στήθηκαν νοικοκυριά. Μια παράγκα ή ένα δωμάτιο έγινε το νέο σπίτι. Έπρεπε να τα χωρέσει όλα. Οι πιο τυχεροί εγκαταστάθηκαν στα σπίτια των Τούρκων που έφυγαν. Ανταλλαγή ονομάστηκε. Λες κι επρόκειτο για ζώα ή για παιχνίδια παιδιών. Δημιουργήθηκαν συσσίτια, από Επιτροπές βοήθειας  ντόπιων, Συνδέσμους Κυριών, Συλλόγους παροχής εργασίας και υπηρεσιών. Δόθηκαν επιδόματα, αποζημιώσεις για να σταθούν στα πόδια τους οι πρόσφυγες. Συνέχεια ανάγνωσης

Το γελεκάκι που φορείς…

Standard


της Σοφίας  Ζουμπουλάκη

Πριν από λίγες ημέρες (Δευτέρα 14.3.2011),  ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ Γιώργος Καρατζαφέρης, σε συνάντησή του με τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Χρήστο Παπουτσή, προσέφερε στην Ελληνική Αστυνομία 20 αλεξίσφαιρα γιλέκα για την ομάδα ΔΙΑΣ, και μάλιστα γιλέκα υψίστης ποιότητας, τα οποία, όπως επεσήμανε ο ίδιος, σταματάνε τις σφαίρες ακόμα και των καλάσνικοφ. Στην εκδήλωση αυτή ήταν παρόντες και ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μανώλης Όθωνας, και ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ, αντιστράτηγος Λευτέρης Οικονόμου.

Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη καλοδέχτηκε στο υπουργικό του γραφείο τον δωρητή και τη δωρεά, φωτογραφήθηκαν και βιντεοσκοπήθηκαν όλοι μαζί γελαστοί κρατώντας τα γιλέκα και εμείς απολαύσαμε στα κεντρικά δελτία ειδήσεων στιγμές πραγματικής πολιτικής γενναιοδωρίας. Ο υπουργός έπρεπε να κάνει και μια δήλωση, οπότε χαρακτήρισε την πρωτοβουλία Καρατζαφέρη «[…] συμβολική κίνηση, που στέλνει μήνυμα σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, αλλά και σε όλους τους επιφανείς Έλληνες», για να καταλήξει ότι «[…] η ασφάλεια της χώρας μας, η ασφάλεια των πολιτών είναι βασική προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη». Ο ακραία λαϊκιστικός χαρακτήρας της κίνησης του Καρατζαφέρη είναι αυτονόητος και δεν νομίζω ότι αξίζει περαιτέρω σχολιασμού.

Αυτό που μας εκπλήσσει είναι η στάση του υπουργού. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η πολιτεία παραιτείται από μία βασική της υποχρέωση, να παρέχει αυτά τα γιλέκα προστασίας στην Αστυνομία, και ο κ. Καρατζαφέρης, εκμεταλλευόμενος την πανελλήνια συγκίνηση για τον άδικο θάνατο των δύο αστυνομικών, έρχεται να καλύψει αυτό το κενό. Ο Χρήστος Παπουτσής, και στο πρόσωπό του η ελληνική πολιτεία, σε ρόλο σχεδόν κομπάρσου, όχι μόνο υποδέχτηκε τον πρόεδρο του ΛΑΟΣ και παρέλαβε χαρούμενος το πεσκέσι, αλλά με τις δηλώσεις του κατάφερε να εξυψώσει ακόμη περισσότερο τη δημαγωγική αυτή ενέργεια και σχεδόν να κατατάξει τον πρωταγωνιστή της στους «επιφανείς Έλληνες».

Η ασφάλεια της χώρας και των πολιτών της είναι αναμφίβολα κεντρικό ζήτημα για κάθε κράτος δικαίου, και για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν πρέπει να αφήνεται στα χέρια των λαϊκιστών δημαγωγών. Ο κ. Καρατζαφέρης όχι μόνο γίνεται δεκτός από τον ίδιο τον υπουργό μετά βαΐων και κλάδων ενώπιον τηλεοπτικών συνεργείων, αλλά σχεδόν τον υποκαθιστά στο κύριο έργο του — αυτό της προστασίας των αστυνομικών και των πολιτών. Οι δημοσκοπήσεις, η πολιτική αρθρογραφία[1] αλλά, εν προκειμένω, και ο ίδιος ο υπουργός προετοιμάζουν τον δρόμο για μια ενδεχόμενη συγκυβέρνηση με το ΛΑΟΣ;

 


[1] Βλ. για παράδειγμα, σχετικό άρθρο του Αλέξη Παπαχελά (εφ. Η Καθημερινή, 11.3.2011), όπου σημειώνεται : «[…] Εχει λοιπόν ενδιαφέρον να δει κανείς τι κάνει σωστά ο κ. Γιώργος Καρατζαφέρης. […] Συναίνεση, υπεύθυνη στάση όταν κρίνονται καίρια θέματα, κοινός νους και όχι ξύλινος κομματικός λόγος και νέα επαρκή πρόσωπα. Μήπως είναι αυτά τα συστατικά που περιμένει κάποιος από ένα αστικό κόμμα αντιπολίτευσης και τα οποία προφανώς δεν έχει η Νέα Δημοκρατία»;

Ο Άγιος Παντελεήμονας πριν από την αντιπαροχή

Standard

μια έρευνα και έκθεση της Αρχιτεκτονικής Ομάδας  της Κίνησης Κατοίκων του Έκτου Δημοτικού Διαμερίσματος

Από την  Τετάρτη 9 Μαρτίου και μέχρι τις 23 Μαρτίου  παρουσιάζεται  στον χώρο τέχνης Ηώς (Χέυδεν 38α, πλατεία Βικτωρίας,) η έκθεση «Κενά και πλήρη. Η δυναμική της πόλης. Η περίπτωση του Αγ. Παντελεήμονα», έρευνα του προ αντιπαροχής κτιριακού αποθέματος της περιοχής (Ιουλιανού-Πατησίων- Αγίου Μελετίου-Λιοσίων- Δομοκού- Κωνσταντινουπόλεως), από την Αρχιτεκτονική Ομάδα της Κίνησης Κατοίκων του Έκτου Δημοτικού Διαμερίσματος.

Αντιδρώντας  ουσιαστικά στην πολιτική συνεχούς υποβάθμισης της περιοχής, η Κίνηση Κατοίκων και η ομάδα ειδικών που συνεργάζονται μαζί της διαπιστώνουν  βήμα-βήμα τα πραγματικά προβλήματα της περιοχής, και απαντούν  στις ξενοφοβικές και  συχνά ρατσιστικές ερμηνείες.

Η δουλειά αυτή αποτελεί μια μοναδική και πολύτιμη κατάγραφή του οικιστικού δυναμικού της περιοχής ως τον πόλεμο, με στόχο να αναγνωριστεί το κτιριακό απόθεμα, να προτατευθούν τα αξιόλογα κτίρια, να επαναχρησιμοποιηθούν για τις πολλαπλες ανάγκες της περιοχής σε κοινωνικό εξοπλισμό, να αντιμετωπιστούν εστίες μόλυνσης και να διαμορφωθούν νέοι ελεύθεροι χώροι. Στην έκθεση παρουσιάζεται η πλήρης καταγραφή των κτιρίων με χάρτες και μακέτα, καθώς και η ποιοτική τους αξιολόγηση.

Η  δουλειά αυτή αποτελεί σημαντική μεθοδολογική παρακαταθήκη για όσες και όσους δουλεύουν πάνω στα προβλήματα της πόλης. Δείτε την όσο είναι ακόμα καιρός… Τα «Ενθέματα» σε επόμενο φύλλο θα παρουσιάσουν αναλυτικά την ερευνητική αυτή παρέμβαση.

Χώρος Τέχνης «Ηώς» (Χέυδεν 38α). Ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Παρασκευή: 12:00-20:00 και Σάββατο: 11:00-15:00.

Τ.Κ.

Και ο αγώνας συνεχίζεται…

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

 

Ανρί Ματίς, «Κόκκινος χορευτής», 1938

Το καλό νέο δεν άργησε να κυκλοφορήσει, το απόγευμα της Τετάρτης. «Τέλειωσε η απεργία!», «Νικήσαμε!», «Πάμε στην Υπατία!»· μέσα σε λίγα λεπτά, με sms, μαίηλ και τηλέφωνα, εν χορδαίς και οργάνω, η είδηση άρχισε να κάνει τον γύρο. Τον γύρο του θριάμβου. Συναισθήματα πολλά, μα πρώτα απ’ όλα χαρά και ανακούφιση. Aρκεί να δει κανείς τις φωτογραφίες: χαμόγελα μέχρι τ’ αυτιά, γέλια, χαρές, χοροί και γλέντια — μια ατμόσφαιρα που ο Πιτσιρίκος συνόψισε θαυμάσια επιγράφοντας το άρθρο του για τους απεργούς μετανάστες «Τα γελαστά παιδιά» (pitsirikos.net, 10 Μαρ. ’11).

Μια χαρά λυτρωτική, όπως τουλάχιστον την ένιωσα εγώ, καθώς φτάσαμε στη λύση χωρίς να ζήσουμε την τραγωδία. Αν είχαμε νεκρούς, μπορεί το πολιτικό κόστος να το πλήρωνε η κυβέρνηση και το κρίμα να έπεφτε στο λαιμό της, ωστόσο το βάρος θα ήταν ασήκωτο για όλους εμάς: τους συμπαραστάτες, τους αλληλέγγυους, όσους και όσες, από κοντά ή μακριά, καθένας και καθεμιά με τον τρόπο του, συμπάσχαμε με τους απεργούς. Ασφαλώς και η κυβέρνηση δεν ήθελε νεκρό γιατί φοβόταν το «κόστος», εμείς όμως –γιατί πάντα, θυμάστε, «εμείς μιλάμε γι’ ανθρώπινες ζωές– ήμασταν εκείνοι που θα νιώθαμε συντριβή αν πάθαινε κάτι κάποιος απεργός.

Από κει και πέρα, και ανεξάρτητα από τον βαθμό προσωπικής εμπλοκής του καθενός, όλη η ιστορία της απεργίας πείνας αξίζει και πρέπει να αποτιμηθεί. Καταθέτω λοιπόν λίγες πρώτες σκέψεις.

α) Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για σημαντική πολιτική νίκη. Νίκη πρώτα απ’ όλα των απεργών, αλλά και των αλληλέγγυων, των πολιτικών δυνάμεων και των συλλογικοτήτων που στήριξαν την απεργία, νίκη ενάντια στον αγριανθρωπισμό που εκδηλώθηκε. Η νίκη, πιστεύω, ήταν τεράστια στο συμβολικό επίπεδο, αν συνυπολογίσουμε τη συγκυρία και τη σιδηρά στάση της κυβέρνησης, καθώς και τον πολύ δύσκολο συσχετισμό που είχε διαμορφωθεί από τις πρώτες μέρες της απεργίας, με την έξωση από τη Νομική. Και λέγοντας «συμβολικό» δεν εννοώ βέβαια κάτι λίγο, φτενό, προσχηματικό· αντίθετα, κάτι που μπορεί να εμψυχώσει, να δώσει φτερά σε όσους αγωνίζονται, να δώσει τον τόνο, να αλλάξει το κλίμα και την ψυχολογία. Πολλά και σημαντικά είναι εκείνα που κρίνονται πάντα στο επίπεδο αυτό. Συνέχεια ανάγνωσης

Στα όρια επιστήμης και πολιτικής: το 1821 στον ΣΚΑΪ

Standard

του Παναγιώτη Στάθη

Ευγένιος Ντελακρουά, «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου», 1826

Η εθνική ιστορία, και ευρύτερα η εθνική ταυτότητα, έχει προκαλέσει ζωηρές συζητήσεις ή και αντιπαραθέσεις τα τελευταία χρόνια στον χώρο της δημόσιας ιστορίας, ορισμένες μάλιστα έλαβαν έντονο συγκρουσιακό χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό είναι ευπρόσδεκτη η πρωτοβουλία του ΣΚΑΪ να παραγάγει μια ιστορική σειρά ντοκιμαντέρ για την Επανάσταση του 1821 με υπεύθυνους επιστήμονες ιστορικούς, η οποία μάλιστα υποστηρίζεται από αρκετές παράλληλες δράσεις: σειρά τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών συζητήσεων με καλεσμένους επιστήμονες, έκδοση ενός πεντάτομου επιστημονικού έργου για την Επανάσταση, έκδοση ενός παιδικού εικονογραφημένου βιβλίου για την πολιορκία του Μεσολογγίου, αρθρογραφία στην Καθημερινή. Καθώς το ντοκιμαντέρ ανατρέπει τους παραδεδομένους εθνικιστικούς μύθους για την οθωμανική περίοδο και το Εικοσιένα, ξεσήκωσε ισχυρές αντιδράσεις από διάφορες εθνικιστικές μερίδες και από χώρους της λαϊκής και της άκρας δεξιάς.

Ωστόσο, όσα λέγονται στο ντοκιμαντέρ και ενόχλησαν τους εθνικιστές, αποτελούν κοινούς τόπους στην επιστημονική ιστοριογραφία εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Πράγματι η γενικότερη παρουσίαση του Εικοσιένα στο ντοκιμαντέρ εντάσσεται στις σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις που διδάσκονται στα ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια. Στα υπέρ της σειράς προσμετράται η ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σκηνοθετική δημιουργία με την υψηλής ποιότητας εικαστική παρουσίαση, τα δραματοποιημένα μέρη, τη φροντισμένη εκλαΐκευση, το λιτό ύφος της αφήγησης του Πέτρου Τατσόπουλου, τα αποσπάσματα συνεντεύξεων δυτικοευρωπαίων και τούρκων ιστορικών, την έμφαση στην ανάδειξη της καθημερινότητας των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων στη διάρκεια του Αγώνα. Θα πρέπει επίσης να εξαρθεί η τόλμη της σειράς να μιλήσει και για θέματα ταμπού, όπως π.χ. οι σφαγές των μουσουλμάνων στην άλωση της Τριπολιτσάς, η νύξη για κανιβαλισμό στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, ή το αλβανόφωνο νανούρισμα –υπόμνηση για την ξενοφωνία αρκετών επαναστατών– σε μια εξαιρετική δραματοποίηση των προετοιμασιών της Εξόδου του Μεσολογγίου. Για τα ελληνικά δεδομένα συνιστά μια από τις καλύτερες προσπάθειες, αν και απέχει από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές παραγωγές με τον πολύ ψηλότερο προϋπολογισμό, τις ψηφιακές αναπαραστάσεις και τους πολυάριθμους κομπάρσους.

Το όλο εγχείρημα, όμως, δεν στερείται προβλημάτων. Η πρώτη ένσταση σχετίζεται με τους επιστημονικούς συμβούλους της σειράς, Θάνο Βερέμη και Ιάκωβο Μιχαηλίδη: πρόκειται για ακαδημαϊκούς ιστορικούς που όμως ερευνητικά δεν ειδικεύονται στις περιόδους της οθωμανικής κυριαρχίας και της Επανάστασης, όπως επίσης και η πλειονότητα των καλεσμένων επιστημόνων στις πέντε πρώτες συζητήσεις που ακολούθησαν τις αντίστοιχες προβολές των επεισοδίων. Ίσως σε αυτό να οφείλονται και ορισμένα πραγματολογικά λάθη του ντοκιμαντέρ, όπως π.χ. η ταύτιση του Μεχμέτ Ρεσίτ Κιουταχή με τον πασά που νίκησε τον Αλή Τεπελενλή, ενώ νικητής του Αλή ήταν ο Αχμέτ Χουρσίτ πασάς. Ο Ρεσίτ πασάς ήταν απλώς ένας από τους πασάδες που συμμετείχαν στην πολιορκία του Αλή.

Eυγένιιος Ντελακρουά, "Η σφαγή της Χίου" (σχέδιο)

Σημαντικότερα όμως είναι τα προβλήματα που αφορούν σε κάποιες, μάλλον παρωχημένες, ερμηνευτικές επιλογές του ντοκιμαντέρ. Ενδεικτικά: η άποψη ότι από τις αρχές του 17ου αιώνα μεγάλος αριθμός αγροτών κατέφυγε στον ορεινό χώρο λόγω της αύξησης των φορολογικών βαρών και της έντασης της καταπίεσης, εξέλιξη από την οποία προέκυψαν και οι κλέφτες, δεν υποστηρίζεται από τα δημογραφικά και ιστορικά δεδομένα. Η άποψη ότι μια προϊούσα αύξηση της οθωμανικής καταπίεσης στην ύστερη περίοδο οδήγησε ευρύτατους πληθυσμούς στη συμμετοχή στην επανάσταση ούτε τεκμηριώνεται επαρκώς στις πηγές σε ό,τι αφορά τους αγροτικούς πληθυσμούς, ούτε συνάδει με την οικονομική ανάπτυξη των χριστιανών εμπόρων, ναυτικών, βιοτεχνών και προεστών στον 18ο αιώνα. Αντιθέτως, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στην πολυδιάστατη κρίση (οικονομική και όχι μόνον) που διέκοψε μια μακρά περίοδο εμπορικής ανάπτυξης και έπληξε ευρύτατες κοινωνικές ομάδες στα αμέσως προεπαναστατικά χρόνια και που φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την έκρηξη της επανάστασης. Άλλωστε, το ντοκιμαντέρ ερμηνεύει την Επανάσταση δίνοντας έμφαση στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό και συνακόλουθα στην επιρροή των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, υποβαθμίζοντας τη σημασία της παράλληλης εμπορικής ανάπτυξης και της σχέσης της με την εμφάνιση των διαφωτιστικών ιδεών. Από αυτήν την άποψη ακολουθεί περισσότερο το ερμηνευτικό μοντέλο του Κ.Θ. Δημαρά, τηρώντας αποστάσεις από τη μαρξιστική ερμηνεία του Ν. Σβορώνου που δίνει έμφαση στην οικονομία. Συνέχεια ανάγνωσης

Κάτι συμβαίνει εδώ: Σχετικά με την «πολιτική της οργής»

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

 

Χαρακτικό του Όττο Νίκελ, από το λεύκωμα «Πεπρωμένο» (1930)

Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για το πολιτικό παιχνίδι με τους κοινωνικούς φόβους που παίζεται στο όνομα μιας «ηθικής της ευθύνης». Αυτό το παιχνίδι έχει τους επαγγελματίες, τους χορηγούς, τους λειτουργούς του στα μέσα επικοινωνίας και στο χώρο της διανόησης. Σχηματικά λέμε ότι αυτός είναι ο χώρος του Μνημονίου, το πεδίο στο οποίο κινούνται, με διαφορετικές ταχύτητες και εντάσεις, όλες εκείνες οι φωνές που πιστεύουν ότι η οριστική υπέρβαση της Μεταπολίτευσης (το περιβόητο finis) πρέπει να είναι μια φυγή προς τα εμπρός με όρους ανταγωνισμού, απελευθέρωσης της επιχειρηματικότητας, εργασιακής και κοινωνικής πειθάρχησης σε μια ανώτερη καπιταλιστική «ορθολογικότητα».

Έχει ωστόσο ενδιαφέρον ότι, από μια άλλη πλευρά, κάποιες πολύ διαφορετικές δυνάμεις προβάλλουν με τη σειρά τους την ίδια επιθυμία υπέρβασης. Μοιράζονται ένα αντίστοιχης δραματικότητας ανορθωτικό-εξυγιαντικό πάθος. Μόνο που αυτές οι φωνές ομνύουν, όπως ισχυρίζονται, στο αντι-σύστημα και όχι στο σύστημα. Εμφανίζονται όλο και πυκνότερα ως ένα κομμάτι του κόσμου της διαμαρτυρίας και της λαϊκής αγανάκτησης. Σε ένα μπλογκ διεξάγεται αυτές τις μέρες μια «ψηφοφορία» με θέμα: σε ποιων τα σπίτια θέλετε να διαδηλώσετε περισσότερο; Από κάτω έχει μια σειρά ονομάτων ηγετικών στελεχών από τα δυο μεγάλα κόμματα. Το συγκεκριμένο μπλογκ είναι εξάλλου ένας από τους σπόνσορες της πρωτοβουλίας με το μεγαλειώδες όνομα «Κίνημα Λαού» η οποία διαδήλωσε έξω από το σπίτι του Άκη Τσοχατζόπουλου και του Σημίτη. Συνέχεια ανάγνωσης