Λιβύη και Αριστερά

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

Αφίσα του freestyle (Michael Thopmpson) για την αραβική επανάσταση, από το flickr

Εδώ και δυο μήνες στο χώρο της Αριστεράς, σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, περίσσεψαν οι αναλύσεις για τις αραβικές εξεγέρσεις. Πολλές και ενδιαφέρουσες ματιές, μεταφράσεις κειμένων που φώτιζαν ιστορικές καταβολές, κοινωνικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες. Και βέβαια όλα αυτά με έμφαση στο γεωπολιτικό βάρος των σημερινών ρηγμάτων, στις συσχετίσεις τους με την καπιταλιστική κρίση, το ενεργειακό πρόβλημα, τη σχέση των ηγετικών ελίτ της Δύσης με φαύλα καθεστώτα και εγκληματικές δυναστείες.

Αυτή όμως η κινητικότητα στο επίπεδο της ανάλυσης και της πληροφόρησης σημαδεύτηκε από την ανυπαρξία κάποιας –συμβολικής– κινηματικής διάθεσης για συμπαράσταση στις λαϊκές εξεγέρσεις των Αράβων. Πυρετός λόγου και απροθυμία ή περίεργες σιωπές στο επίπεδο της ορατής πράξης. Η «υψηλή πολιτική» –μέχρι και η λεπτομερής εξιστόρηση των φυλετικών διαστάσεων της σύγκρουσης στη Λιβύη– σα να κατάπιε τους λόγους της δέσμευσης και το επείγον της πολιτικής αλληλεγγύης. Και το άγχος για διαφοροποίηση από τον («αστικό»;) ανθρωπισμό και τη λιτανεία των αφηρημένων οικουμενικών αξιών να τροφοδοτεί, με λίγες εξαιρέσεις, προσεγγίσεις οι οποίες έψαχναν στις σχισμές της ζωντανής και θερμής Ιστορίας να βρουν τις «δομές» που θα τις δικαιώσουν.

 

Αφίσα του freestyle (Michael Thopmpson) για την αραβική επανάσταση, από το flickr

Ο ακραίος οικονομισμός, ο «ρεαλισμός», οι ασκήσεις ύφους στις θεωρίες του ιμπεριαλισμού σφράγισαν αυτή την παράδοξα αφ υψηλού στάση. Και με την έναρξη της στρατιωτικής επέμβασης τούτη η αναλυτική πολυπραγμοσύνη έδωσε γρήγορα τη θέση της στη μαγική απλούστευση. Για να προβληθεί σε όλους τους τόνους η πλέον κοινότοπη αλήθεια, μια αλήθεια που στην πραγματικότητα δεν διαφωτίζει κανέναν: ότι «όλα σε τελική ανάλυση» αφορούν τα πετρέλαια, τα συμβόλαια, τα deals, την αναδιοργάνωση των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Σα τους φοιτητές που συνηθίζουν να απαντούν –νομίζοντας ότι έτσι ξεφεύγουν από την επίπλαστη αγγελική ηθικολογία του Λυκείου- ότι όλα τελικά γίνονται για τα «συμφέροντα». Ατυχώς, μια τέτοια τετριμμένη «συμφεροντολογία» προσλαμβάνεται συχνά ως εισαγωγή στην καλή υλιστική ανάλυση των κοινωνικών φαινομένων.

Απέναντι λοιπόν στον δυτικό επιλεκτικό «ιδεαλισμό» επιστρατεύεται ο ψυχρός και αληθινός αντιιμπεριαλιστικός «ρεαλισμός». Απέναντι σε όσους αγνοούν ή καμώνονται πως αγνοούν ότι υφίσταται ιμπεριαλισμός και καπιταλισμός και όχι μια υπερβατικά αθώα διεθνής κοινότητα, προβάλλεται η θέση ότι όλα ή περίπου τα πάντα είναι παιχνίδια ισχύος ανάμεσα σε μερίδες, στρατούς, συμφέροντα των ιμπεριαλιστών. Ο μυστικισμός του ιμπεριαλισμού και του αντι-αποικιοκρατισμού ορθώνεται απέναντι στην απατηλή αθωότητα των γαλλικών, βρετανικών και αμερικανικών χτυπημάτων. Και έτσι λύθηκε το πρόβλημα. Έτσι υπερβαίνονται οι αμηχανίες. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αριστερή αντίσταση στον νεοφιλελεύθερο λόγο

Standard

της Ιωάννας Τσιβάκου

 

Ρόυ Λιχτενστάιν, «Κοπέλα με μπάλα», 1961

Στο σύστημα «Ευρωπαϊκή ΄Ενωση», η ελληνική κοινωνία εμφανίζεται ως το πιο προβληματικό μέρος του, και συνεπώς ως το πιο ευεπίφορο σε ανατροπές ικανές να διαταράξουν ολόκληρο το σύστημα. Κι αυτό διότι η επικρατούσα εδώ αταξία ακυρώνει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τις πειθαρχικές δυνάμεις της ευταξίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η Ελλάδα προσφέρεται, αφενός, ως πειραματικό πεδίο επιτήρησης από τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής εξουσίας και, αφετέρου, ως πεδίο δυνητικής αντίστασης απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις. Με τον όρο «αντίσταση» δεν εννοείται, εν προκειμένω, η διαμαρτυρία για τη διατήρηση οικονομικών ωφελημάτων απ’ όσους ήδη τα νέμονται, αλλά η λαϊκή άρνηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών οι οποίες, εν ονόματι της ανταγωνιστικότητας, προωθούν τον ατομικισμό και την εξαφάνιση κάθε είδους συλλογικότητας. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το πρόσφατο σχετικό νομοσχέδιο

Standard

του Πάνου Παπαδόπουλου

Με τον όρο κοινωνική οικονομία ή τρίτος τομέας εννοούμε όλες εκείνες τις δραστηριότητες που, ακόμη και όταν έχουν οικονομικό αντικείμενο, δεν έχουν σκοπό το κέρδος, αλλά την προώθηση ενός κοινωνικού σκοπού. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων: από φιλανθρωπικά ιδρύματα, εθελοντικές ομάδες και μη κυβερνητικές οργανώσεις μέχρι συνεταιρισμούς και κοινωνικές επιχειρήσεις.

Βάσω Κατράκη, «Ψαράδες με καπέλα»

Στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι θεσμοί της κοινωνικής οικονομίας έχουν μακρά ιστορία και αξιοσημείωτη παρουσία στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, ο κοινωνικός τομέας απασχολεί το 10% του εργατικού δυναμικού και έχει κύκλο εργασιών που ανέρχεται σε δεκάδες δισ. Ευρώ, ενώ στην Ιταλία λειτουργούν αυτή τη στιγμή περίπου 7.500 περίπου κοινωνικοί συνεταιρισμοί. Στην Ελλάδα, αντίθετα, οι οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας έχουν μικρή επιρροή, αλλά κατά κοινή ομολογία υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης.

Κεντρικό ρόλο στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας έχει η κοινωνική επιχείρηση. Παρότι τυπικά πρόκειται για κερδοσκοπική επιχείρηση, η κοινωνική επιχείρηση προτάσσει τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, της βιώσιμης ανάπτυξης και της δημοκρατικής συμμετοχής σε βάρος της επιδίωξης κέρδους. Με αρχές όπως «ένα μέλος, μία ψήφος», περιορισμένη ή και καθόλου διανομή κερδών, και με σκοπούς την αλληλεγγύη των μελών του (π.χ. καταναλωτικοί συνεταιρισμοί), την κοινωνική και επαγγελματική ενσωμάτωση  ευπαθών ομάδων (άτομα με αναπηρία, μετανάστες, χρήστες ουσιών κ.λπ.) ή την επιδίωξη ενός γενικότερου σκοπού (π.χ. δίκαιο εμπόριο), οι κοινωνικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τα όποια κέρδη τους για την επίτευξη των σκοπών τους (π.χ. αύξηση των θέσεων εργασίας, επέκταση δραστηριοτήτων), και όχι το αντίστροφο. Συνέχεια ανάγνωσης

Προϋποθέσεις της Επανάστασης του 1821

Standard

του Σπύρου Ι. Ασδραχά

Ελληνική μαρτιγάνα, 1807 (J.L.S. Bartholdy, «Voyage en Grèce…», Ι, Παρίσι 1807, όπως παρατίθεται στο «Η Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα», Θεμέλιο, Αθήνα 1996)

Καθώς πλησίαζε η επέτειος της 25ης Μαρτίου, σκεφτήκαμε να απευθυνθούμε σε ορισμένους από τους πλέον ειδικούς, φίλους και συνεργάτες των «Ενθεμάτων». Ο Σπύρος Ι. Ασδραχάς, ο Νίκος Θεοτοκάς, ο Νίκος Κοταρίδης και ο Διονύσης Τζάκης ανταποκρίθηκαν πρόθυμα στο κάλεσμά μας. Βρεθήκαμε έτσι, πριν λίγες μέρες, στο φιλόξενο σπίτι του Νίκου Θεοτοκά, στη Νέα Σμύρνη, όπου οι συνομιλητές μας συζήτησαν, για ώρες, γύρω από το στρωμένο τραπέζι και συνοδεία του απαραίτητου οίνου, σχετικά με τις προϋποθέσεις, την προετοιμασία και τον χαρακτήρα της Επανάστασης του 1821. Καθώς για όσα ειπώθηκαν δεν επαρκούσε ο δεδομένος χώρος των «Ενθεμάτων» και κρίναμε ότι θα ήταν κρίμα να ακολουθήσουμε την οδό των δραστικών περικοπών, προτιμήσαμε το σύνολο της συζήτησης να κυκλοφορήσει σε αυτοτελές τευχίδιο, το επόμενο διάστημα. Ως μικρή πρόγευση του όλου, δημοσιεύουμε σήμερα κομμάτια από την παρέμβαση του Σπύρου Ι. Ασδραχά, με την επισήμανση ότι, παρά τις προσθήκες του συγγραφέα, έχει διατηρηθεί ο προφορικός χαρακτήρας του λόγου.

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

 

Έλληνας έμπορος, π. 1780 («Recueil des different costumes…», Παρίσι, chez Onfroy, π. 1780, όπως παρατίθεται στο «Η Θεσσαλονίκη του 18ου αιώνα», Θεμέλιο, Αθήνα 1996)

Επιμένω στην έννοια της κατάκτησης. Μόνο παρερμηνείες ή χρησιμοθηρίες υποβαθμίζουν, στην πρόσφατη ιστοριογραφία, την έννοια αυτή.

Η κατάκτηση έχει τα χαρακτηριστικά της. Συνεπέφερε ωσμώσεις,  εισχωρήσεις των κατακτημένων στο σύστημα των κατακτητών, δημιούργησε συνδετικούς κρίκους, αλλά και ανταρσίες. Ο Σάθας διατύπωσε ένα ερμηνευτικό σχήμα, που το ξαναβρίσκουμε στον Μακρυγιάννη, ότι ευθύς με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αρχίζει η «αντίσταση» στην κατάκτηση. Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα.

Η έννοια της κατάκτησης και η σημασία της

Πριν προχωρήσουμε, ας υπενθυμίσουμε ότι μια κατάκτηση δεν μπορεί να εδραιωθεί εάν οι κατακτημένοι δεν έχουν δομή ή δομές. Η κατάκτηση της Αμερικής προσέκρουε στους indios bravos· αυτούς δεν μπορούσαν να τους ελέγξουν. Η κατακτημένη κοινωνία, στη δική μας  περίπτωση, είχε τις δομές της, και ως εκ τούτου μπορούσε να επικαθίσει  σε αυτήν η οθωμανική κατάκτηση.

Η κατάκτηση, χονδρικά, διανύει δύο φάσεις: τη φάση της οθωμανικής επέκτασης και τη φάση που έπεται της αποτυχίας της Βιέννης. Στην πρώτη φάση είναι έξεργος ο λεηλατικός χαρακτήρας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στη δεύτερη φάση, ο λεηλατικός αυτός χαρακτήρας κατά κάποιον τρόπο εσωτερικεύεται, με τους φόρους. Ωστόσο δεν είναι,  κατά τη γνώμη μου, ο φόρος το στοιχείο που επιδείνωνε την εκμετάλλευση­· είναι το  γεγονός ότι αλλάζει ο τύπος των προσόδων, συγκεκριμένα ότι πυκνώνεται ένας τύπος προσόδων, χρειάζεται συνεπώς να μελετήσουμε την εξέλιξη και διόγκωση των γαιοπροσόδων σε σχέση με τις φορολογικές προσόδους.

Βλέποντας το ζήτημα εκ των υστέρων, εκεί όπου έχουμε καταγραφές, προκύπτουν ορισμένα προφανή πράγματα: η κατακτητική κοινωνία ιδιοποιείται την οικονομία μέσω της δημιουργίας οιονεί ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία προϋπήρχε, αλλά διογκώνεται. Αν καταμετρήσουμε τον οθωμανικό πληθυσμό και την κατοχή γαιών, και μάλιστα των καλύτερων γαιών, θα δούμε ότι υπάρχει μια δυσαναλογία: η αριθμητικώς μικρότερη κοινωνία κατέχει τις περισσότερες γαίες — αυτό είναι το αποτέλεσμα των μετρήσεων που μπορεί να γίνουν επί τη βάσει των πρώτων στατιστικών που έχουμε μετά την Επανάσταση του 1821. Και αν κάνουμε και άλλες διακρίσεις, θα δούμε ότι οι αρδευόμενες γαίες κατέχονται πρωτίστως από τους Οθωμανούς, τους μουσουλμάνους. Καλλιεργούνται με διαφόρων τύπων διανεμητικά συστήματα, κυρίως από τους κατεχόμενους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και οι κατακτητές δεν είναι άμεσοι καλλιεργητές. Στην ουσία, η γαιοκτησία αυτού του τύπου είναι αποτέλεσμα ιδιοποιήσεων μέσω της καταχρέωσης των χωρικών που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις και να μετέχουν στην αγορά, υποκείμενοι, στο μέτρο όπου μετέχουν, σε μια άνιση ανταλλαγή. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο τουρκοκυπριακός χειμώνας της διαμαρτυρίας

Standard

Αντίδραση στα μέτρα λιτότητας ή κάτι περισσότερο;

της Ουμούτ Μποζκούρτ

μετάφραση: Στρ. Μπουλαλάκης

Οι διαδηλώσεις των Τουρκοκυπρίων ενάντια στα μέτρα λιτότητας της  κυβέρνησης Έρογλου αποτελούν πολιτικό γεγονός με αντίκτυπο όχι μόνο για την τουρκοκυπριακή κοινότητα αλλά και όλη την Κύπρο. Το βασικό πολιτικό ερώτημα που τίθεται είναι: η διαμαρτυρία περιορίζεται στην οικονομική πολιτική ή μπορεί να προσλάβει ευρύτερες διαστάσεις; Σε συνέχεια του άρθρου του άρθρου του Νίκου Τριμικλινιώτη «Λευκωσία: η σημασία της παλλαϊκής απεργίας των Τουρκοκυπρίων» («Ενθέματα», 6.2.2011) δημοσιεύουμε σήμερα το άρθρο της τουρκοκύπριας καθηγήτριας στο πανεπιστήμιο του Γιορκ, Umut Bozkurt.  Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα «Επανένωση 2011, Διαδικτυακή πρωτοβουλία για την επανένωση της Κύπρου (www.epanenosi.com/index.php/archives/author/umut), στις 12.2.2011.

 

 

Διαδήλωση Τουρκοκυπρίων στην πλατεία Ινονού της Βόρειας Λευκωσίας

Το έναυσμα για το άρθρο αυτό έδωσε μια ερώτηση που μου έκανε ένας ελληνοκύπριος φίλος πριν έναν περίπου μήνα: «Τι συμβαίνει στον Βορρά; Θα ζήσουμε μια επανάληψη του 2002-2004;». Μια τέτοια ερώτηση υπονοεί ότι η τωρινή δυσαρέσκεια των Τουρκοκύπριων σημαίνει κάτι περισσότερο από αντίδραση στα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει από η Τουρκία και, επιπλέον, ότι μπορεί να εξελιχθεί σε μια κινητοποίηση με στόχο την επίλυση του Κυπριακού. Θα προσπαθήσω να δώσω μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, αναλύοντας  και συγκρίνοντας τη σημερινή κατάσταση με τις κινητοποιήσεις του 2002-2004, που κατέληξαν σε ένα ηχηρό «Ναι» υπέρ του Σχεδίου Ανάν.

Από διάφορες απόψεις, η σημερινή δυσαρέσκεια θα μπορούσε να παραλληλιστεί με τις κινητοποιήσεις του 2002-2003: και οι δύο πυροδοτήθηκαν από οικονομικούς λόγους. Σήμερα, ο κόσμος κατεβαίνει στο δρόμο για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στο πακέτο λιτότητας που επιβάλλει η τουρκική κυβέρνηση στους Τουρκοκύπριους. Η Τουρκία δεν θέλει πια να πληρώνει τον λογαριασμό για μια μη βιώσιμη οικονομική δομή, την οποία βέβαια δημιούργησε η ίδια, προκειμένου να διατηρήσει στην εξουσία μια πιστή σ’ αυτήν πολιτική ελίτ. Το πακέτο μέτρων λιτότητας που προωθεί η τουρκική κυβέρνηση συνεπάγεται την ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων –ανάμεσά τους και κάποιες σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ηλεκτρική ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες–,  τη συμπίεση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και τη φορολόγηση των συντάξεων. Συνέχεια ανάγνωσης

Οι «Ψηφίδες» του Δημήτρη Σκουλίδη

Standard

Οι Ψηφίδες του Δημήτρη Σκουλίδη, κρύβουν, στη μικρή και απέριττη φόρμα τους, έναν μεγάλο πλούτο. Πλούτο συναισθηματικό, γλωσσικό, αναμνήσεων, μα κυρίως πλούτο ανθρώπινο. Λιτές, ουσιαστικές και καίριες, όπως και ο δημιουργός τους. Όσοι ξέρουν, έστω και λίγο, αυτόν τον σπουδαίο και ευγενή  άνθρωπο της Αριστεράς δεν θα ξαφνιαστούν· οι υπόλοιποι θα τον ανακαλύψουν μέσα από τις σελίδες των Ψηφίδων. Οι Ψηφίδες («ανεπίδοτες επιστολές» σε φίλους, παρακαλεί να θεωρηθούν ο συγγραφέας), που κυκλοφορούν τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Εξάντας, αφιερωμένες στη μνήμη του Μανόλη Αναγνωστάκη, χωρίζονται σε εφτά ενότητες: Ερεθίσματα για συλλογισμούς, Ερανισμοί Α΄ και Β΄, Σχεδιάσματα δοκιμίων, Μαρτυρίες, Αλησμόνητοι, Ποιήματα (ούτως ειπείν). Προδημοσιεύουμε σήμερα λίγα αποσπάσματα με την προτροπή στον Δ. Σκουλίδη να μας χαρίσει και άλλα γραφτά, όπως την ιστορία της «Σερραίας», για την οποία, όπως λέει, επιμένει αδελφικός φίλος.

Στρ. Μπ.

Ψηφίδες

του Δημήτρη Σκουλίδη

ΕΡΕΘΙΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΥΣ

Αγώνες παλιοί, τελειωμένοι, νικηφόροι ή μη. Φράσεις ακυρωμένες από το Χρόνο, μη αντιπροσωπευτικές των τότε συμβάντων. Άνθρωποι θυσιασμένοι, ξεχασμένοι, άνθρωποι απλώς…

***

Λέξεις κι άλλες λέξεις, λέξεις ερημικές και ακατοίκητες…

***

Ορυμαγδός λέξεων. Δεινοπαθούν οι έννοιες

***

Θηρευτής εμπειριών. Ντιλετάντης…

***

Νεκρός με αναστολή

 

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

Ροδόπολη Σερρών

Η έκβαση του εμφύλιου πολέμου είχε ήδη κριθεί.

Όμως η διαταγή προς τους διοικητές των εγκαταστημένων σε κωμοπόλεις και χωριά ορεινών περιοχών μονάδων ζητούσε την εκκαθάριση των μετόπισθεν.

Στη Ροδόπολη Σερρών από πολύ καιρό δεν είχε μείνει ίχνος αριστερού. Άλλοι στο βουνό, άλλοι στη Μακρόνησο, άλλοι «ανανήψαντες» Μακρονησιώτες στον Γράμμο, «μαχητές» του Εθνικού Στρατού και άλλοι στη φυλακή.

Αλλά η διαταγή ήταν διαταγή και έπρεπε να υπάρξει αναφορά εκτέλεσης…

Γείτονες ανύπαρκτων αριστερών, μακρινοί συγγενείς τους, ο υπαρχηγός της γερμανόδουλης κατοχικής ΠΑΟ του Κιλκίς, ο Σοφουλικός φιλελεύθερος σταθμάρχης Εμμανουηλίδης και άλλοι πολλοί, βασανιζόμενοι με μεθόδους απερίγραπτης φρίκης (ακόμη και για την εποχή εκείνη) «ομολογούσαν» καθ’ υπαγόρευσιν βλακών, αν όχι ηλιθίων, «ανακριτών». Χαρακτηριστική περίπτωση: ο στρατιώτης Βασίλης Διπλός «ομολόγησε» ότι αμέσως το βραδινό σιωπητήριο περνούσε τα σύρματα του Στρατοπέδου, πήγαινε στη Σόφια, απ’ όπου έπαιρνε «οδηγίες και ντιρεκτίβες», στο δεν πρωινό προσκλητήριο δήλωνε παρών… Συνέχεια ανάγνωσης

Σχεδόν τριάντα χρόνια

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Να πάρεις την Εκδίκηση της γυφτιάς, μου είχε πει η Χαρά, είναι κάτι τύποι μάλλον από τη Θεσσαλονίκη. Αν και γενικά την άκουγα, δεν αγόρασα τον δίσκο αμέσως. Ήταν άλλες εποχές τότε, τέλη της δεκαετίας του 1970, για το χαρτζιλίκι μας η αγορά ενός δίσκου ήταν πραγματική γιορτή, και δεν μπορούσαμε να πάμε σε πολλές.

Τον αγόρασα όμως λίγους μήνες αργότερα. Όταν τα τραγούδια του είχαν πια πλημμυρίσει τη ζωή μας με ήχους που έως τότε ήταν κλεισμένοι στα σαρανταπεντάρια δισκάκια των γονιών μας, στις διαφημιστικές εκπομπές των δισκογραφικών εταιρειών στο ραδιόφωνο, στις κριτικές για τη φωνή του Καζαντζίδη που ήταν φοβερή, αλλά, βρε παιδί μου, οι επιλογές του… Ήχοι και μουσικές πειραγμένες που ερχόντουσαν να μπλεχθούν με τις αμήχανες εφηβείες μας, ανάμεσα στον Αφρό των Ημερών του Μπορίς Βιάν και την Παναγία των λουλουδιών, παραδίπλα στο Εγώ κι Αυτό της Μαρί Καρντινάλ που κρυφοδιαβάζαμε από τα πιο έξυπνα κορίτσια του φροντιστηρίου και μαθαίναμε για τα προβλήματα της περιόδου. Ήχοι και φωνές που έμπλεκαν με τους Scorpions και του Doors, επιρροές των μεγαλύτερων αδελφών μας, μαζί με γιάνκες και ό,τι έμενε ακόμη από Θεοδωράκη και Μικρούτσικο.

Αν η μουσική ήταν το επίδικο, οι στίχοι ήταν εκείνοι που έμοιαζαν να γεφυρώνουν την απόσταση. Έξυπνοι, σημερινοί, μίλαγαν με έναν τρόπο οικείο για εκείνα που μέχρι τότε ήταν έξω από αυτά που τραγουδάγαμε: το κοτλέ παντελονάκι που φοράς, ο χαβαλές, τα μπαράκια, οι φραπέδες. Λέξεις και σύμβολα από τη δική μας καθημερινότητα. Κι όταν λίγο αργότερα ήρθαν και τα Τραγούδια της Χαρούλας,  εμπλέκοντας τώρα κι εκείνους για τους οποίους τίποτα δεν πάει χαμένο στη χαμένη τους ωστόσο ζωή, αλλά περνούσαν γελαστοί μες στις πορείες, τότε πια η απόσταση από το λαϊκό είχε εκμηδενιστεί, δεν ερχόταν ενάντια ούτε καν στην αγωνιστική μας συνείδηση. Συνέχεια ανάγνωσης

Παίζοντας με την κονσόλα της Ιστορίας

Standard

Η Επανάσταση του 1821 στον ΣΚΑΪ

του Μαρίνου Σαρηγιάννη

Αφού προκάλεσε πολλά πάθη και εντάσεις, ολοκληρώθηκε η περίφημη σειρά του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ για το 1821. Δεν θα ήθελα εδώ να υπεισέλθω σε συγκεκριμένη κριτική επί της ουσίας, κάτι το οποίο έκαναν ήδη άλλοι καλύτερα από μένα (ενδεικτικά αναφέρω το εξαιρετικό άρθρο του Παναγιώτη Στάθη στα «Ενθέματα» της 13ης Μαρτίου). Προσωπικά μου προκάλεσε εντύπωση η παντελής απουσία ιστορικών ειδικευμένων στην οθωμανική ιστορία (δεν σπανίζουν πλέον). Η απουσία αυτή έγινε εμφανής ιδίως στο πρώτο επεισόδιο, το οποίο επαναλάμβανε το αμφισβητήσιμο –τουλάχιστον– σχήμα της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα τέλη του 16ου αιώνα και μετά, και το οποίο επέλεξε ουσιαστικά να πάρει την κυρίαρχη αφήγηση και να τη γυρίσει τα μέσα έξω, σαν να έπαιρνε ένα αρνητικό φωτογραφικό φιλμ –για όσους θυμούνται– και να το εμφάνιζε. Έτσι, από τους «σκοτεινούς αιώνες της δουλείας» το εκκρεμές πήγε στην άλλη άκρη, του καλοκάγαθου κράτους της ακμής και της πολυπολιτισμικότητας. Το περίφημο Παιδομάζωμα, για παράδειγμα, αντί να τεθεί έστω σε νέες βάσεις (εύκολα θα μπορούσε να καταρριφθεί ο μύθος των φανατισμένων γενιτσάρων που ξέχναγαν τις ρίζες τους και γίνονταν τάχα οι χειρότεροι εχθροί των πρώην συγχωριανών τους) απλώς εξαφανίστηκε, με μοναδικό αποτέλεσμα ένα ακόμα όπλο στα χέρια των υπερασπιστών των παλιών μύθων. Ασπρόμαυρες ερωτήσεις στις ίδιες λάθος ερωτήσεις, απλά το άσπρο άλλαξε σε μαύρο και τούμπαλιν. Προτιμώ δε να μην σχολιάσω την άτακτη υποχώρηση μπροστά στις επιθέσεις της Εκκλησίας (κυρίως), σε πολλές από τις συζητήσεις που ακολουθούσαν την προβολή των επεισοδίων.

 

"Η δικαία απόφασις του Θεού διά την απελευθέρωσιν της Ελλάδος". Πίνακας του Π. Ζωγράφου, με οδηγίες του Μακρυγιάννη

Υποτίθεται ότι η σειρά είχε κύριο στόχο της την αποδόμηση των «εθνικών μύθων», προβάλλοντας μια «αντικειμενική» ιστορία που δεν θα είχε ιδεολογικό χρωματισμό. Το ότι αυτό είναι τελικά μια ουτοπία φάνηκε από το αποτέλεσμα: όπως πολύ εύστοχα σημείωσε σε μια διαδικτυακή συζήτηση ο αγαπημένος τραγουδοποιός Βασίλης Νικολαΐδης, η ιστοριογραφία είναι σαν την κονσόλα της ηχοληψίας· ανεβάζεις ή κατεβάζεις τις στάθμες έντασης του κάθε όργανου ξεχωριστά (δηλ. του κάθε γεγονότος, μεταξύ των γεγονότων που εξελίσσονται χρονικά παράλληλα στον ιστορικό ρου), πετυχαίνοντας ένα διαφορετικό ενορχηστρωτικό αποτέλεσμα κάθε φορά. Ή και μιαν εντελώς άλλη σύνθεση. Πράγματι, οι επιστημονικοί επιμελητές της σειράς είχαν ανεβάσει στο μάξιμουμ τη στάθμη έντασης δύο, όχι ακριβώς γεγονότων, δύο εννοιών: του κράτους, και της Ευρώπης

Η αποθέωση του κράτους και της Ευρώπης

Του κράτους, γιατί η έννοια-κλειδί της σειράς ήταν η ανομία, από την ανομία των κλεφτών στα βουνά του 18ου αιώνα μέχρι εκείνη των αντιπάλων του Καποδίστρια. Ο φετιχισμός του κράτους δεν είναι κάτι καινούριο φυσικά, και σημαίνει κατά βάση ότι βλέπουμε την πορεία της ανθρωπότητας (του παρόντος συμπεριλαμβανομένου) ως μια ιστορία κρατών, όπου ισχυρό κράτος σημαίνει ευημερία. Με τη λογική αυτή, οι τούρκοι ακαδημαϊκοί ιστορικοί, για να το πω έτσι με μια γενίκευση που δεν παίρνει υπόψη της τις πάμπολλες πλέον εξαιρέσεις, εκθειάζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία επειδή ήταν ένα ισχυρό κράτος, με νόμους που εφαρμόζονταν· οι οθωμανοί χρονικογράφοι και πολιτικοί στοχαστές εκθείαζαν με παρόμοιο τρόπο τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή ή τον Μουράτ Δ΄ για τον ίδιο λόγο· πολλοί έλληνες ιστορικοί συνήθιζαν να εκθειάζουν τον Βασίλειο Β΄ (γνωστό και ως Βουλγαροκτόνο), όπως ο Νικίτα Μιχάλκοφ τον τσάρο, προσφάτως δε τον Μεταξά· οι ιστορικοί της σειράς του ΣΚΑΪ εκθειάζουν την ισχυρή Οθωμανική Αυτοκρατορία, και οικτίρουν την ανίσχυρη· οι δημοσιογράφοι του ΣΚΑΪ εκθειάζουν τα κράτη της Ευρώπης, που μπορούν και εφαρμόζουν τους νόμους, ενώ εδώ επικρατεί η ανομία. Και πάει λέγοντας: για τους Γάλλους, η καλύτερη στιγμή θα ήταν ας πούμε ο Ναπολέοντας, και όχι η Κομμούνα· μόνο που έτσι, για τους Γερμανούς θα ήταν ένας Χίτλερ. Η στάση των ιστορικών απέναντι στην εξουσία είναι κάτι σαν λυδία λίθος: πολλοί ιστορικοί τείνουν να θαυμάζουν τα ισχυρά κράτη· να περιφρονούν τις περιόδους σύγχυσης και, φυσικά, ανομίας· να βλέπουν, με λίγα λόγια, το παρελθόν μέσα από τα μάτια των κρατών. Συνέχεια ανάγνωσης