Γιατί δεν συγκινούν οι δημοκρατικές επαναστάσεις;

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

Μήνες τώρα οι αραβικές επαναστάσεις κρατούν σταθερό πόστο στη δημοσιότητα. Αρχίσαμε πια να το συνηθίζουμε το θέμα, σαν να πρόκειται για κάποια έκτακτη επικαιρότητα που ανεπαισθήτως μεταβλήθηκε σε τακτική. Τελευταίο από τα επείγοντα: η Συρία του Μπασάρ Αλ Άσαντ και της «αγίας οικογένειας». Η κτηνώδης καταστολή, οι δολοφονίες στη μέση του δρόμου, οι τρεμάμενες λήψεις από το κινητό συνδυασμένες με την πτώση των κορμιών στην άσφαλτο, το κροτάλισμα των πολυβόλων από τις ταράτσες των κτιρίων.

Εικόνες πραγματικής δικτατορίας. Όχι ενός, όπως λέγεται, «αυταρχικού» καθεστώτος αλλά ωμής δικτατορίας. Θα έπρεπε να είναι πρώτος τίτλος. Κυριολεκτικά και συμβολικά. Αλλά δεν είναι.

Δεν έχω σκοπό να επαναλάβω εδώ απορίες που διατύπωσα ήδη με τη λιβυκή εξέγερση και τις περιπλοκές που δημιουργήθηκαν με τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς και τη σχετική συζήτηση περί ιμπεριαλιστικής επέμβασης. Για παράδειγμα μπορώ να καταλάβω –όχι φυσικά να συμμεριστώ– την επιφύλαξη και τη ψυχρότητα όσων κρίνουν και πολιτεύονται με όρους στυγνής real politik για τη μια ή την άλλη περιοχή του κόσμου. Η ανομολόγητη, τις περισσότερες φορές, πεποίθησή τους είναι ότι μια «λειτουργική» δικτατορία παρέχει ένα κάποιο ανάχωμα στις εθνοτικές και θρησκευτικές διαιρέσεις, στις δυνάμεις του φυλετικού χάους. Όταν τα πράγματα «πάνε καλά» –δηλαδή εκεί όπου, γι’ αυτούς, δεν υπάρχει αναβρασμός, εξεγέρσεις, ανακατωσούρα κλπ.– οι ίδιοι άνθρωποι υποστηρίζουν ότι η «πολιτική σταθερότητα» διευκολύνει την «οικονομική ανάπτυξη», τις νέες επενδυτικές ευκαιρίες, τις στρατηγικές συμμαχίες και τους αμοιβαία επωφελείς συνεταιρισμούς. Αυτή είναι βεβαίως η φιλοσοφία μιας Δύσης αλά Πούτιν ή αλά Xoυ Τζιντάο. Μιας Δύσης που το έσχατο όραμά της έχει πια γίνει ένας «ανώτερος κινεζισμός», όπως έγραφε ενάμιση αιώνα πριν ο διορατικός Νίτσε. Συνέχεια ανάγνωσης

To «φονικό μοιραίο βόλι» του Θ. Λασκαρίδη, πρώτου αρχισυντάκτη του «Ριζοσπάστη»

Standard

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

του Νίκου Σαραντάκου

Όσοι παρακολουθούν τα γραπτά του Νίκου Σαραντάκου, έντυπα και ηλεκτρονικά, έχουν εικόνα  του εύρους και του βάθους όπου εκτείνεται η ερευνητική του σκαπάνη — από τη γλώσσα, τη φρασεολογία, την ετυμολογία και τη λεξικογραφία μέχρι την ιστορία, την ιστορία της λογοτεχνίας και της λογιοσύνης, την πολιτική. Η ακάματη δραστηριότητά του μας χαρίζει, αυτές τις μέρες,  έναν ακόμα ωραίο καρπό: «άπαντα τα δημοσιευμένα γραφτά» (αντιπολεμικά, ταξικά-κοινωνικά, αισθηματικά διηγήματα, αποσπάσματα από το χαμένο του μυθιστόρημα, καθώς και φιλολογικά κείμενα) του δημοσιογράφου Θεόδωρου Λασκαρίδη, του πρώτου γνωστού αρχισυντάκτη του Ριζοσπάστη, αλλά παντελώς άγνωστου σήμερα. Ζητήσαμε από τον Νίκο Σαραντάκο να μας παρουσιάσει, με ένα σημείωμά του, τη ζωή και το έργο του Θ. Λασκαρίδη.

Ο τόμος, με τίτλο Το φονικό μοιραίο βόλι θα κυκλοφορήσει τις αμέσως επόμενες μέρες από τις εκδόσεις διάπυροΝ της Θεσσαλονίκης· μια που ο οίκος είναι καινούργιος και ίσως σχετικά άγνωστος (όχι βέβαια όσο ο Λασκαρίδης) δίνουμε στοιχεία επικοινωνίας: www.diapyron.com, τηλ. 6937-160705 και 637-108881.

Στρ. Μπ.

Αφίσα της Κομιντέρν, 1920 (Συλλογή Α. Δάγκα-«Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα», τόμ. Β2, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2003)

Θεόδωρος Λασκαρίδης (1896-1921)

 Ο Θεόδωρος Λασκαρίδης γεννήθηκε το 1896 στη Βουλγαρία, στην Αγχίαλο (σήμερα Πομόριε), παραθαλάσσια πόλη με ακμαία ελληνική κοινότητα. Το 1906, με την καταστροφή της Αγχιάλου, η οικογένειά του τον στέλνει στην Πόλη να σπουδάσει. Τον Ιανουάριο του 1916, ενώ είναι φοιτητής στην Κωνσταντινούπολη, οι τουρκικές αρχές τον συλλαμβάνουν και τον στέλνουν στη Βουλγαρία, η οποία μόλις είχε μπει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα πολεμήσει στο μακεδονικό μέτωπο, στον τομέα του Καϊμακτσαλάν. Συμμετέχει στις πολύνεκρες μάχες που ακολουθούν τη σερβική επίθεση του Σεπτεμβρίου-Νοεμβρίου 1916 και κάποια στιγμή αυτομολεί στους Σέρβους. Παραμένει φυλακισμένος στο περιχαρακωμένο στρατόπεδο της Θεσσαλονίκης και ύστερα στέλνεται, μαζί με άλλους έλληνες αυτόμολους του βουλγαρικού στρατού, στο στρατόπεδο της Μπάνιτσας (σήμερα Βεύη). Τον Νοέμβριο του 1917 δραπετεύει από το στρατόπεδο και κατεβαίνει στην Αθήνα. Στις αρχές του 1918 πιάνει δουλειά στον Ριζοσπάστη.

Γλωσσομαθής, καλλιεργημένος και ένθερμος σοσιαλιστής, ο Λασκαρίδης είναι παρών σε όλο το διάστημα του μετασχηματισμού του Ριζοσπάστη από αριστερή βενιζελική εφημερίδα σε σοσιαλιστική και μετά σε κομμουνιστική, πολύτιμο δεξί χέρι του διευθυντή Γιάννη Πετσόπουλου, ο οποίος μπαινοβγαίνει στις φυλακές. Όμως, οι ταλαιπωρίες του πολέμου στοίχισαν στον Λασκαρίδη βαριά νευρασθένεια. Σύμφωνα με μαρτυρίες όσων τον γνώρισαν, περιστασιακά πάθαινε κρίσεις και η αυτοκτονία τού είχε γίνει έμμονη ιδέα· μάλιστα κουβαλούσε πάντοτε μαζί του μια επιστολή προς τις αρχές για να μην ενοχοποιηθεί άλλος για τον θάνατό του. Στις 22 Μαΐου 1919, το βράδυ, μέσα στα γραφεία του Ριζοσπάστη, αυτοπυροβολείται με περίστροφο στον κρόταφο. Θα επιζήσει, αλλά θα του μείνει μια βαθιά ουλή στο κεφάλι. Συνέχεια ανάγνωσης

Λιποτάκτης

Standard

του Θ.  Λασκαρίδη

Πυροβολικό, σερβικό μέτωπο. Φωτογραφία του Merl LaVoy (από το flickr, otisarchives1's photostream

Ο στρατός υποχωρεί σ’ όλο το μέτωπο. Οι τηλεφωνικές γραμμές κατεστράφησαν. Τα νοσοκομεία, τα άλογα, οι αποθήκες μεταφέρονται όλα με μια αφάνταστη παραζάλη προς τα οπίσω, προς το Ντόμπρο Πόλιε. Έφυγε η σημαία του 11ου συντάγματος –που ανήκω– έφυγε κι εκείνη τυλιγμένη μέσα σε μια μουσαμαδένια θήκη. Την συνοδεύουν πέντε στρατιώτες μ’ έναν ανθυπασπιστή, που πετούν απ’ τη χαρά τους, γιατί με το να ορισθούν φρουρά ενός παλιοκούρελου, γλιτώνουν από βέβαιο θάνατο. Τα πρόχειρα δυο μικρά νοσοκομεία του συντάγματος, που έφυγαν, δεν επήραν μαζί τους και τους βαριά πληγωμένους. Ένας έχει συρθεί σχεδόν πάνω απ’ το χαράκωμα που βρίσκουμαι και μου ζητάει νερό. Είναι κάποιος γνωστός μου χωρικός. Κομμάτια οβίδες τού έχουν μισοβγάλει τα έντερα, που τα κρατεί με τα δυο του χέρια… Είναι το μόνο στήριγμα, ο δυστυχής, μιας οικογένειας με έξι παιδιά. Θέλει νερό. Κλαίει και μ’ ερωτά με μια φωνή που δεν έχει πια τίποτε το ανθρώπινο. «Πότε θα ξαναγυρίσουν οι νοσοκόμοι να με πάρουν;» Τον είχαν ξεγελάσει, εγκαταλείποντάς τον, πως θα ξαναγυρίσουν να τον πάρουν. Κι όσο η ώρα περνά κι όσο πλακώνει το μούχρωμα, τόσο η αγωνία του ετοιμοθάνατου μεγάλωνε, και τον ακούω να κλαίει, να βογγά, να μουγγρίζει, σαν ζώο που το σφάζουν. Ο μόνος γιατρός που έμεινε ακόμη στην πρώτη γραμμή, ακούει τα βογγητά και σκυφτά έρχεται σιμά μου για να τον ιδεί. Κουνάει απελπιστικά το κεφάλι, βγάζει το ρεβόλβερ του και, χωρίς ο χωρικός να το νιώσει, το βάζει στα μηνίγγια του και τραβάει τη σκανδάλη. Συνέχεια ανάγνωσης

Κοινωνικές συγκρούσεις και νέες συλλογικότητες στον χώρο

Standard

της Τόνιας Κατερίνη

Πριν λίγες εβδομάδες, τα «Ενθέματα» παρουσίασαν την έκθεση «Κενά και πλήρη. Η δυναμική της πόλης. Η περίπτωση του Αγ. Παντελεήμονα», που οργάνωσε η αρχιτεκτονική ομάδα της Κίνησης Κατοίκων του Έκτου Δημοτικού Διαμερίσματος Αθηνών. Είχαμε υποσχεθεί ότι θα επανέλθουμε, παρουσιάζοντας τη σημαντική αυτή επιστημονική και πολιτική δραστηριότητα. Σήμερα λοιπόν,  με μεγάλη χαρά, δημοσιεύουμε μια συζήτηση με πέντε μέλη της ομάδας και τρία σχετικά κείμενα που, με αφετηρία τη δραστηριότητα της Κίνησης, αναδεικνύουν γενικότερα ζητήματα σχετικά με τη γειτονιά, την καθημερινότητα, την πόλη και τις παρεμβάσεις πολιτών και πολιτείας.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Φωτογραφία του Σπύρου Δρίβα

Τα τελευταία δύο τουλάχιστον χρόνια έχει ξαναφουντώσει η συζήτηση για την υποβάθμιση του κέντρου της Αθήνας, με άξονα την αύξηση της εγκληματικότητας, της διακίνησης ναρκωτικών, της πορνείας, την αύξηση του ελλείμματος ασφάλειας. Ταυτόχρονα, επισημαίνεται ως πρόβλημα η αλλαγή της πληθυσμιακής σύνθεσης, με αύξηση των μεταναστών και εγκατάλειψη πολλών κατοικιών από τους παλαιούς κατοίκους τους. Πριν από λίγους μήνες, μάλιστα, η οργάνωση «Γιατροί του κόσμου» πρότεινε να αναλάβει μια πρωτοβουλία δράσης στο κέντρο της Αθήνας, στο πλαίσιο αυτού που οι παγκόσμιοι οργανισμοί χαρακτηρίζουν «ανθρωπιστική κρίση».

Τι όμως είναι αλήθεια από τα παραπάνω και τι κατασκευή, και πώς σχετίζονται με τις επίσημες στρατηγικές για την απάντηση στην κρίση που η συζήτησή τους βρίσκεται στο κέντρο της επικαιρότητας το τελευταίο διάστημα;

Η συζήτηση για την υποβάθμιση του κέντρου της Αθήνας έχει ξεκινήσει από τις αρχές της μεταπολίτευσης, με πρώτη ενέργεια από τη μεριά της πολιτείας το διάταγμα χρήσεων γης και προστασίας της Πλάκας, με αποτέλεσμα μια Πλάκα προστατευμένη, χωρίς οπτική και ηχητική ρύπανση, με ευρεία ανακαίνιση κτισμάτων, αλλά και με υψηλές αξίες γης και πλέον τόπο κατοικίας υψηλών εισοδημάτων. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 η συζήτηση αυτή βρέθηκε πάλι στο προσκήνιο, με έμφαση στην υποβάθμιση του ιστορικού κέντρου λόγω της ύπαρξης βιοτεχνίας και χονδρεμπόριου (τότε ξεκίνησε και η συζήτηση για την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου). Η εκδίωξη και στη συνέχεια η παρακμή αυτών των χρήσεων στο ιστορικό κέντρο άνοιξε τον δρόμο για την σημερινή εξέλιξη της περιοχής του Ψυρρή. Εξάρχεια, Γκάζι , Μεταξουργείο, Γεράνι, Αγ. Παντελεήμονας, Φυλής ακολουθούν σε αυτή την συζήτηση. Σε αντίθεση με το Μεταξουργείο και το Γκάζι, τα Εξάρχεια αντιστάθηκαν στην επίθεση που ξεκίνησε το 1985, όταν εμφάνιζαν έντονα σημάδια παρακμής, χάρη στην υψηλή κοινωνική συσπείρωση των κατοίκων. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Κίνηση Κατοίκων στο Έκτο Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Αθηναίων

Standard

των Γιάννη Βλαχάκη, Ηλία Γιαννίρη, Γιώργου Νίνου

από το μπλογκ kinisikatoikonektou.wordpress.com

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια συνεχής υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στο κέντρο της Αθήνας. Οι πολίτες νιώθουν εγκαταλειμμένοι από την πολιτεία, το ενδιαφέρον της οποίας εξαντλείται τις περισσότερες φορές στη διατύπωση προθέσεων και προεκλογικών εξαγγελιών. Συνειδητοποιώντας όλο και περισσότερο τις ευθύνες που τους αναλογούν και τη σημασία της συμμετοχής τους, συσπειρώνονται γύρω από μικρούς ή μεγάλους στόχους για τη βελτίωση του περιβάλλοντος στο οποίο ζουν. Εμφανίζονται συνεχώς νέες ομάδες πολιτών που, δηλώνοντας έμπρακτα το ενδιαφέρον τους για την πόλη μας, ενεργοποιούν τις δυνάμεις τους με οριζόντιες δράσεις για τη διάσωση των λιγοστών ελεύθερων χώρων που έχουν απομείνει, για τα δικαιώματα των πεζών, για τη χρήση του ποδηλάτου, για την κατάργηση των κεραιών κινητής τηλεφωνίας κ.ά. Συνέχεια ανάγνωσης

Από τη γειτονιά στην πόλη: κενά κτίρια, καταγραφή και επανάχρηση

Standard

Η Τόνια Κατερίνη (αρχιτέκτων), εκ μέρους των «Ενθεμάτων», συζητάει με τους αρχιτέκτονες Γιάννη Βλαχάκη, Δανάη Ιωαννίδη, Θάλεια Νινιού, Γιώργο Νίνο και τον εικαστικό Νικόλα Κόσκορο, μέλη της αρχιτεκτονικής ομάδας της Κίνησης Κατοίκων του 6ου Διαμερίσματος (Στην αρχιτεκτονική ομάδα μετέχουν ακόμα η Χρυσάνθη Καστάνη, αρχιτέκτων, και η Ήρα Βλαχάκη  εικαστικός)

 Τόνια Κατερίνη: Πώς συναντήθηκε η Κίνηση Κατοίκων με την αρχιτεκτονική ομάδα;

Γιώργος Νίνος: Η πρωτοβουλία ήταν της Μαρίνας Βήχου. Μετά την ιστορία του πάρκου Κύπρου και Πατησίων, σκεφτόμασταν τι άλλο μπορούσαμε να κάνουμε. Διατυπώθηκε η ιδέα να καταγράψουμε τα αξιόλογα κτίρια του διαμερίσματος, ξεκινώντας από τον Αγ. Παντελεήμονα. Αρχίσαμε την άνοιξη του 2010· στην αρχή μετείχα μόνο εγώ σαν αρχιτέκτονας.

Τόνια: Πώς μπήκαν οι υπόλοιποι;

Μακέτα της αρχιτεκτονικής ομάδας, με τα κενά κτίρια, από την έκθεση στην γκαλερί "Ηώς"

Γιάννης Βλαχάκης: Ήταν κάπως σαν σκυταλοδρομία. Εγώ μετείχα σε μια ομάδα που ετοίμαζε την έκθεση «Κρυμμένη Αθήνα», στο TAF. Περπατώντας στην περιοχή, συνάντησα μια κυρία από την Κίνηση. Είχε τελειώσει η καταγραφή και οργανώσαμε τη συζήτηση «Τα κενά και τα πλήρη της πόλης: η περίπτωση του Αγ. Παντελεήμονα». Η ιδέα προήλθε από ένα γεγονός που μας εντυπωσίασε: από τα 376 καταγεγραμμένα κτίρια, τα 105 ήταν κενά. Έγινε μια πρώτη επεξεργασία από τον Ηλία Γιαννίρη, και στη συζήτηση, που συντόνισα εγώ, συμμετείχαν ο Θόδωρος Ρουμπάνης, ο Ηλίας Γιαννίρης, η Ελένη Πορτάλιου και ο Σταύρος Σταυρίδης. Η συζήτηση έθεσε πολλά ζητήματα σχετικά με την πόλη και την επανάχρηση των κτιρίων. Η πρόκληση ήταν πώς από τη μικρή κλίμακα περνάμε στη μεγάλη, από τη γειτονιά στην πόλη. Το εγχείρημα ξεκίνησε από ένα κίνημα συγκεκριμένων ανθρώπων του διαμερίσματος και προχώρησε και σε πιο θεωρητικό επίπεδο.

Ετοιμάζοντας τις εκθέσεις για την κρυμμένη Αθήνα, σκεφτήκαμε να γίνει μια έκθεση με το ίδιο θέμα για τον Άγιο Παντελεήμονα, όπου επεξεργαστήκαμε τα στοιχεία της καταγραφής με αρχιτεκτονικά μέσα: σχέδια, χάρτες, μακέτα και στατιστικές ταξινομήσεις. Εκεί δημιουργήθηκε η αρχιτεκτονική ομάδα της Κίνησης Κατοίκων.

Δανάη Ιωαννίδη: Η συγκεκριμενοποίηση της δουλειάς ολοκληρώθηκε με τη δεύτερη έκθεση, στη Χέυδεν. Εκεί άνοιξε μια συζήτηση με τους κατοίκους και τα μέλη της Κίνησης για το τι θα κάνουμε μετά, τι προοπτικές υπάρχουν.

Θάλεια Νινιού: Ο λόγος που επιλέξαμε τον Άγ. Παντελεήμονα ήταν τα κρυμμένα στοιχεία της περιοχής, που δεν φαίνονται πια, ενώ φαίνονται άλλα. Οι άνθρωποι της Κίνησης ήταν εκεί, ενθουσιασμένοι, καθώς στην αρχική καταγραφή δεν είχαν φανεί όλα τα στοιχεία που αναδείχτηκαν με τα διαγράμματα.

Γιώργος: Ήταν πολύ σημαντικό το υλικό της επεξεργασίας μετά την καταγραφή. Οι κάτοικοι το περίμεναν, και περιμένουν και τη συνέχεια, λ.χ. να ασχοληθούμε με ένα επόμενο κομμάτι του διαμερίσματος.

Γιάννης: Στα εγκαίνια έγινε χαμός. Το κοινό ήταν πολύ ευρύτερο από τα μέλη της Κίνησης, και ακόμη περισσότερο στη συζήτηση που οργανώθηκε μετά. Στο TAF το γεγονός ήταν πιο κοσμικό και εικαστικό.

Νικόλας Κόσκορος: Ας μην υποτιμούμε το εικαστικό. Το έκθεμα ήταν υπέροχο, ήταν το κέντρο της έκθεσης και τραβούσε τον κόσμο σαν μαγνήτης. Νομίζω ότι επικοινώνησε πολύ καλά το θέμα. Δεν ξέρω τι συνέπειες είχε, αν υπήρξε κάποια ευαισθητοποίηση, αλλά σίγουρα δεν ήταν ξένο σώμα.

Γιάννης: Η δουλειά μας έχει έναν ακτιβισμό, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από μια εικόνα εικαστικά ενδιαφέρουσα. Παρ’ όλα αυτά, η παρέμβαση επιτόπου στον χώρο είναι αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο.

Τόνια: Ξέρουμε ότι στην περιοχή υπάρχει μια ένταση. Εισπράξατε κάτι τέτοιο;

Γιώργος: Το αντίθετο. Οι άνθρωποι μας έβαζαν σπίτι τους, μας έλεγαν τις ιστορίες τους, μας έδιναν το τηλέφωνό τους, είχαν μια διάθεση πολύ φιλική που έδειχνε ενδιαφέρον για τη γειτονιά.

Τόνια: Γιατί επιλέξατε αυτό το κομμάτι του διαμερίσματος;

Γιώργος: Κάποιοι μέναμε εδώ και υπήρχε γνώση του κομματιού, και βέβαια γιατί η περιοχή έχει προβλήματα και είναι κάπως φορτισμένη. Θέλαμε να δείξουμε ότι, ανάμεσα στα προβλήματα, υπάρχει και κάτι άλλο που ο κόσμος δεν το ξέρει, να το προβάλουμε και να το διατηρήσουμε.

Τόνια: Έτσι εξηγείται και η επιλογή να καταγράψετε τα κτίρια μέχρι τον Πόλεμο;

Γιώργος: Ναι, αλλά υπάρχει και ένας πρακτικός λόγος: είναι δύσκολο για κάποιον μη ειδικό να καταλάβει αν ένα κτίριο είναι του ’50 ή του ’60.

Τόνια: Σε σχέση όμως με την ιδέα της επανάχρησης, το λέτε και στα κείμενά σας, υπάρχει και στα νεότερα κτίρια ένας εν δυνάμει σημαντικός κοινωνικός εξοπλισμός: άδεια καταστήματα, διαμερίσματα κλπ. Υπάρχει πρόθεση να καταγραφούν;

Θάλεια: Ασφαλώς, υπάρχουν και άλλα που πρέπει να καταγραφούν. Καταρχάς, οι ελεύθεροι χώροι, τους οποίους δεν τους αγνοήσαμε, αλλά προτιμήσαμε να δώσουμε περισσότερη σημασία στα κτίρια. Σκοπός μας είναι να επεκταθεί η καταγραφή σε όλο το εύρος του λανθάνοντος δυναμικού της περιοχής. Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία της σύγχρονης Αθήνας: από τη μικρή στη μεγάλη κλίμακα

Standard

 της Λήδας Παπαστεφανάκη

Η Αθήνα αλλάζει και το χτες δεν λογαριάζει

Γιάννης  Πούλος

Φωτογραφία του Σπύρου Δρίβα

Ο ιστορικός της νεότερης εποχής, αλλά και ο ενήμερος πολίτης που περπατά στην Αθήνα, διαπιστώνει συχνά πόσο λίγο παρούσα  είναι η ιστορία στους δρόμους της, και, κυρίως, πόσο λίγο γνωρίζουν οι Αθηναίοι την ιστορία της πόλης τους. Η πολυπολιτισμική Αθήνα του 2011, η τεράστια αυτή μητρόπολη που απλώνεται άτακτα στο λεκανοπέδιο, μοιάζει μια πόλη σχεδόν χωρίς ιστορία, την ίδια στιγμή που πέφτει πάνω της βαριά η σκιά της αίγλης της κλασικής αρχαιότητας· μια πόλη την οποία η πλειονότητα των κατοίκων, παλαιών και νεότερων, επήλυδων και αυτοχθόνων, δεν αγαπά και δεν αναγνωρίζει σαν δική της.

Η μεταφορά της πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, το 1834, από το Ναύπλιο στην Αθήνα εξυπηρέτησε κυρίως ιδεολογικούς λόγους: ήταν μια αναφορά στη δόξα του αρχαίου κόσμου και συμβόλιζε τα ιδεώδη του νεότερου ελληνισμού·ο συμβολισμός αυτός αποτυπώθηκε στη διαμόρφωση του χώρου, στην προβολή των αρχαίων μνημείων, στον νεοκλασικισμό — προβλήθηκε δηλαδή στον χώρο η αρχαιοελληνική πτυχή της νεοελληνικής ταυτότητας. Όπως η καθαρεύουσα, επίσημη γλώσσα του κράτους, έτσι και η πρωτεύουσα επιζήτησε τη μία και μοναδική σχέση με την αρχαιότητα: μεταλλάχθηκε έτσι σε «καθαρεύουσα πόλη», αποτινάσσοντας κάθε μεταγενέστερη κληρονομιά, γυρεύοντας «να μηδενίσει τον ενδιάμεσο χρόνο».[1] Παράλληλα με την κυριαρχία του νεοκλασικισμού, μια ακόμα τάση διαμορφώθηκε στην πόλη: η κυριαρχία του ιδιωτικού. Τα κτίρια της Αθήνας του 19ου αιώνα είναι όλα αποτέλεσμα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και των δωρεών εκείνων που αργότερα θα ονομαστούν «εθνικοί ευεργέτες», ενώ την ίδια στιγμή απουσιάζουν –ώς τη δεκαετία του 1920– τα δημόσια μνημεία. Συνέχεια ανάγνωσης

Ερευνώντας τη μετανάστευση, την ξενοφοβία και την παραβατικότητα: πολιτικά και επιστημολογικά διλήμματα

Standard

Hier stehe ich, ich kann nicht anders

Φαντάζει αδιανόητο για όσους πορευτήκαμε με τον Περικλή ότι θα δημοσιεύαμε κάποτε ένα κείμενο δικό του in memoriam. Κι όμως, ήρθε ο Απρίλης, ο μήνας ο σκληρός, κι αυτός, ο φίλος και αδελφός, έφυγε από δίπλα μας. Όχι όπως άλλοτε, για να κάνει μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ ή να εκπονήσει τη διδακτορική του διατριβή (Children of immigrants in central Athens at the turn of the 21st century: A study of inferiorisation, ethnicised conflict, criminalisation, and substance misuse, 2009) στο LSE. Ούτε καν για να γυρίσει την Ελλάδα, από τη θέση του υπεύθυνου Σχεδιασμού και Μελετών του ΚΕΘΕΑ, δουλεύοντας με περιθωριοποιημένους νέους, τοξικοεξαρτημένους, μετανάστες, φυλακισμένους. Βαθιά πολιτικοποιημένος, με πολύχρονη εμπειρία στο κίνημα της αμφισβήτησης, έφυγε απίστευτα νωρίς, πεισμένος όμως πως «είμαστε ο σπόρος που πεθαίνει». Για τους φίλους και την οικογένειά του, όσους μείναμε πίσω, «η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί, ο ουρανός είναι λίγος, θάλασσα πια δεν υπάρχει»…

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος εισήγησής του σε πανεπιστημιακό σεμινάριο, χωρίς τις υποσημειώσεις, μεταφρασμένο από τα αγγλικά (με τη βοήθεια και της Σοφίας Βιδάλη).

Πολυμέρης Βόγλης,  Σπύρος Κακουριώτης, Ελένη Πασχαλούδη, Σπύρος Τσούγκος


του Περικλή Παπανδρέου

Περικλής Παπανδρέου (1962-2011)

Σύμφωνα με τον Becker, η κοινωνιολογική έρευνα δεν μπορεί να παραμείνει ανεπηρέαστη από την ιδεολογία και τις πολιτικές συμπάθειες του ερευνητή. Αυτή η διαπίστωση αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν η έρευνα στρέφεται στο πολιτικά φορτισμένο πεδίο της μετανάστευσης, της εθνικότητας και της εγκληματολογίας. Επιπλέον, όπως σημειώνει ο Albrecht, μια έρευνα με τέτοιο θέμα δεν είναι μόνο ευαίσθητη αλλά και ευάλωτη στην πολιτική εκμετάλλευση.

Ωστόσο, όσο πολιτικοποιημένο και εάν είναι ένα ερευνητικό πεδίο, η έκκληση του Becker για ανοιχτή πολιτική δέσμευση δεν υπονοεί ούτε επιστημολογική μονομέρεια ούτε παραμερισμό των «δύσκολων» ζητημάτων ούτε την κατασκευή μιας εικόνας που να ανταποκρίνεται στη συμπάθεια του ερευνητή προς την υπό εξέταση ομάδα. Η μόνη νόμιμη επιλογή είναι να ακολουθήσει ο ερευνητής τη δύσκολη πορεία που ο Cohen ονόμασε «διπλή αφοσίωση», δηλαδή αφοσίωση τόσο στους κανόνες της διεξαγωγής μιας ειλικρινούς διανοητικής αναζήτησης όσο και στις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Με βάση αυτό τον θεωρητικό στοχασμό, η αφετηρία της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνήσει τις αντιξοότητες που οι νέοι μεταναστευτικής καταγωγής αντιμετωπίζουν λόγω περιχαράκωσης, ρατσισμού και διακρίσεων. Πέρα από τη διαπίστωση αυτών των αντιξοοτήτων, ο δεύτερος στόχος της μελέτης ήταν να εξετάσει τη φύση της εμπλοκής των νέων σε βίαιες ή εγκληματικές δραστηριότητες. Αυτή η επιλογή έχει στόχο να αποτρέψει την πιθανότητα μιας μονόπλευρης αρνητικής αντιμετώπισης όλων των μη προνομιούχων νέων ίδιας καταγωγής με όσους συμμετείχαν στη μελέτη. Μια τέτοια λανθασμένη ανάγνωση της κοινωνικής πραγματικότητας νέων μεταναστευτικής καταγωγής πολύ συχνά τροφοδοτεί εντυπωσιοθηρικές δημοσιογραφικές αναφορές, που με τη σειρά τους εντείνουν την αίσθηση κατωτερότητας, την περιθωριοποίηση και την ποινικοποίησή τους. Κατά τη γνώμη μου, η προτεινόμενη προσέγγιση διευκολύνει τη σύνδεση της στράτευσης κατά του ρατσισμού με ευρύτερα ιδανικά, όπως αυτά μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και ακραίες ανισότητες, με κοινωνική ανάπτυξη και πρόνοια για τα παιδιά, με αστυνομία δημοκρατική και υπόλογη για τις πράξεις της, και με ένα μη τιμωρητικό ποινικό σύστημα για ανηλίκους.

Από την αρχή ήμουν ιδιαίτερα ανήσυχος για τα προβλήματα που θα ανέκυπταν από το γεγονός ότι έπρεπε να πάρω συνέντευξη από ανθρώπους πολύ διαφορετικούς από εμένα όσον αφορά την εθνοτική καταγωγή, την ηλικία, την εκπαίδευση και την κοινωνικοοικονομική θέση. Η κοινωνική απόσταση και το διαφορετικό επίπεδο εξουσίας ήταν ακόμη πιο έκδηλα στην περίπτωση των επαφών μου, στο πλαίσιο της έρευνας, με νέους μεταναστευτικής καταγωγής που ήταν σε επαφή με το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης. Από κάθε άποψη, ήμουν ένας «outsider» αναφορικά με την πληθυσμιακή ομάδα που σχεδίαζα να ερευνήσω.

Σύμφωνα με το γνωστό δόγμα του «insider», τα μέλη μιας εθνοτικής ή φυλετικής ομάδας βρίσκονται σε πολύ καλύτερη θέση για να μελετήσουν τα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερη ομάδα. Στην πιο ριζική εκδοχή του, αυτό το δόγμα υποστηρίζει ότι μόνο ένας αφοσιωμένος «insider» είναι σε θέση να κατανοήσει τις εμπειρίες των μειονοτήτων και να αντιληφθεί τη δυσχερή θέση τους χάρη στο ότι είναι μέλος μιας τέτοιας ομάδας. Όπως εξηγεί ο Young, η ριζική θέση του «insider» υιοθετήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 από αφροαμερικανούς μελετητές στις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως ως απάντηση σε αυτό που γινόταν αντιληπτό ως «παθολογικοποίηση» των μαύρων κοινοτήτων των μητροπολιτικών κέντρων από τις «πολιτισμικού τύπου» αναλύσεις λευκών ερευνητών, όπως η Έκθεση Moynihan για τις μαύρες οικογένειες. Συνέπεια της διαμάχης για την Έκθεση Moynihan ήταν ότι οι προοδευτικοί κοινωνικοί επιστήμονες απέφυγαν να ασχοληθούν με τα προβλήματα των φυλετικών και εθνοτικών μειονοτήτων των μητροπολιτικών κέντρων μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Στη Βρετανία παρατηρήθηκε μια παρόμοια αποχή από τέτοιου είδους εμπειρικές έρευνες. Το κενό καλύφθηκε από λαϊκιστικά δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, τα οποία δεν είχαν τα προτερήματα μιας συστηματικής επιστημονικής μελέτης και ευνόησαν τις συντηρητικές απόψεις. Σύμφωνα με τον Russel, ο σάλος για την Έκθεση Moynihan ήταν εν μέρει υπεύθυνος για την κατασκευή ενός εγκληματολογικού ταμπού που εμπόδισε τους κοινωνικούς επιστήμονες να αναλύσουν τη σχέση μεταξύ φυλής-εθνικότητας και εγκλήματος και να αποκρούσουν αναπαραστάσεις των μίντια που απλούστευαν και στιγμάτιζαν τις μειονότητες.

Οι σύγχρονες προσεγγίσεις έχουν απομακρυνθεί από τη ριζική εκδοχή του δόγματος του «insider», η οποία προϋποθέτει ότι μόνο μελετητές από μειονότητες μπορούν να παράγουν γνώση για τις εμπειρίες μειονοτικών ομάδων. Αντίστοιχα απορρίπτονται και οι θιασώτες του αντίθετου δόγματος, το οποίο υποστηρίζει ότι μόνο αμερόληπτοι «outsiders» μπορούν να πραγματοποιήσουν μια αντικειμενική ανάλυση. Επιπλέον, σε επιστημολογικό επίπεδο, οι ισχυρισμοί περί προνομιακής πρόσβασης στην «αλήθεια» και στην «αυθεντική» εμπειρία μειονοτικών ομάδων χάρη στην ιδιότητα μέλους μιας ομάδας, την εκ των έσω κατανόηση και το πραγματικό ενδιαφέρον να μη θιγεί η φήμη της ιδιαίτερης εθνοτικής κοινότητας καθίστανται όλο και λιγότερο ικανοποιητικοί.

Παρ’ όλα αυτά, τέτοια ακανθώδη διλήμματα δύσκολα επιλύονται με αφηρημένο και οριστικό τρόπο. Ο αναστοχασμός της έρευνας πεδίου με συνεντεύξεις από νέους μεταναστευτικής καταγωγής με οδήγησε σε κάποιες συγκεκριμένες απαντήσεις στα προαναφερθέντα ηθικά, μεθοδολογικά και επιστημολογικά ζητήματα.

Ένας αριθμός νέων ήταν μάλλον διστακτικός να απαντήσει σε ερωτήσεις για ευαίσθητα θέματα. Όμως, μέσα από προσπάθειες οικοδόμησης εμπιστοσύνης, στις περισσότερες περιπτώσεις δημιουργήθηκε μια καλή σχέση, οι νέοι εξέφρασαν τις απόψεις τους και φάνηκαν μάλλον ανοιχτοί να μιλήσουν για τις παραβατικές δραστηριότητές τους. Δεν εννοώ ότι οι νέοι μεταναστευτικής καταγωγής μου μίλησαν για τις δυσκολίες, τις στενοχώριες ή την παραβατική εμπλοκή τους με τον ίδιο τρόπο που θα το είχαν κάνει με έναν νέο ίδιας εθνοτικής προέλευσης και παρόμοιας κοινωνικής θέσης. Το πιθανότερο είναι ότι οι αλήθειες που μου αποκαλύφθηκαν ήταν ενδογενώς «μερικές». Πολλοί πάντως μου πρόσφεραν μια «πυκνή» περιγραφή έντονων εμπειριών ή εγκληματικών και παραβατικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, η αίσθησή μου ήταν ότι ακόμη και όταν οι αφηγήσεις των πληροφορητών ήταν κατά κάποιον τρόπο σύντομες, σε μεγάλο βαθμό, ήταν ακριβείς. Σε πολλές περιπτώσεις είχα την ευκαιρία να διασταυρώσω τέτοιες περιγραφές «σημαντικών» γεγονότων με περισσότερους από έναν πληροφορητές.

Αυτό που μου φαίνεται βέβαιο είναι ότι η δική μου καταγωγή δεν αποτελούσε εμπόδιο, στον βαθμό που το θέμα ήταν επεισόδια εθνοτικοποιημένων συγκρούσεων, ρατσιστικής επιθετικότητας και παρενόχλησης από τις αρχές. Αντίθετα, η εντύπωσή μου ήταν ότι πολλοί νέοι που είχαν γονείς μετανάστες με χαρά ανέπτυσσαν τις απόψεις τους και διηγούνταν αρνητικές εμπειρίες σε έναν «outsider», ο οποίος είχε υποδηλώσει το σεβασμό του για την εθνοτική καταγωγή τους και είχε εκφράσει το ενδιαφέρον του για τις βιωμένες εμπειρίες τους. Ένας αξιοσημείωτος αριθμός ξένων νέων βρήκε την ευκαιρία, με τη συνέντευξη, να ανοίξει διάλογο, να καταθέσει μαρτυρίες, να προσφέρει ιδέες και να συνεισφέρει στοιχεία για τη μεταναστευτική τους ομάδα. Τις περισσότερες φορές αυτό οδήγησε σε μια δεύτερη συνέντευξη με τον ίδιο πληροφορητή. O Young μπόρεσε να δει τα πλεονεκτήματα του «outsider» στον κριτικό αναστοχασμό του για την εθνογραφική έρευνα πεδίου με χαμηλού εισοδήματος Αφροαμερικανούς. To βασικό ζήτημα είναι ότι, ακόμη και στη διάρκεια μιας κοινωνικής πόλωσης με εθνοτικά ή φυλετικά χαρακτηριστικά, τα μέλη των συγκρουόμενων ομάδων επιδιώκουν να έρχονται σε επικοινωνία, καθώς και σε ανταλλαγή ιδεών.

Για διαφορετικούς λόγους, ένας αριθμός νέων ελληνικής καταγωγής που συμμετείχαν στην έρευνα, οι οποίοι είχαν στρατευθεί με την ιθαγενή πλευρά της εθνοτικοποιημένης σύγκρουσης, ήταν πρόθυμοι να μου εξηγήσουν τους λόγους της εχθρότητάς τους προς τους μετανάστες. Προφανώς ήταν διατεθειμένοι να εκφράσουν τέτοιες απόψεις σε ένα άτομο ίδιας εθνικής καταγωγής, το οποίο στα μάτια τους εκπροσωπούσε τα ιθαγενή συμφέροντα. Σε όλες τις περιπτώσεις έπρεπε να κρύψω ή ακόμη και να «συσκοτίσω» τη θέση μου αναφορικά με τα προς συζήτηση θέματα της εθνοτικοποιημένης σύγκρουσης, ρατσιστικής επιθετικότητας και παρενόχλησης, ώστε να αποφύγω να λάβω προκατασκευασμένες απαντήσεις. Επομένως, η διαπραγμάτευση της θέσης μου ως υποκειμένου έμοιαζε, πάντα, με ακροβασία σε τεντωμένο σχοινί. Το εγχείρημα της έρευνας ευαίσθητων ζητημάτων που προκύπτουν από τις εθνοτικοποιημένες διαφορές υποχρεώνει πάντα τον ερευνητή σε διαρκή ταλάντευση ανάμεσα στην εγγύτητα και στην απόσταση από τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

Περικλής Παπανδρέου (1962-2011)

Αθησαύριστες χρονογραφικές Αναστάσεις

Standard

του Αριστείδη  Καλάργαλη

Έργο του Αλφόν Χόροβιτς ("Νέοι Πρωτοπόροι", Μάης 1936)

Δυο σημαντικοί λέσβιοι λογοτέχνες κάνουν θέμα χρονογραφήματός τους την προσδοκώμενη Ανάσταση του ελληνικού λαού, σε δυο διαφορετικές χρονικές περιόδους.

 Ο Μυριβήλης δημοσιεύει το χρονογράφημά του «Ανάσταση» το Μεγάλο Σάββατο, 6 Απριλίου 1919, στην εφημερίδα Κήρυξ της Λέσβου, με την οποία δεν ήταν γνωστό ότι είχε συνεργαστεί. Είναι το μοναδικό του χρονογράφημα σε ένα σύνολο 503 αποδελτιωμένων φύλλων της εφημερίδας. Βρίσκεται σε άδεια αορίστου χρόνου από τον στρατό μέχρι τον Ιούλιο, οπότε επιστρατεύεται για τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Επιθυμεί την ειρήνη, την ευτυχία, ενώ «οι κόκκινες παπαρούνες ψιθυρίζουν αιματωμένες» στον νέο πόλεμο και στα σφαχτάρια του.

Μετά 28 χρόνια, στις 12 Απριλίου 1947, ενώ μαίνεται ο εμφύλιος πόλεμος, ο Ασημάκης Πανσέληνος δημοσιεύει το «Ελληνικός Χριστός», στα Ελεύθερα Γράμματα του Δημήτρη Φωτιάδη. Με ένα γραπτό όπου ισορροπεί την γήινη υπόσταση του Χριστού, τις ιδέες και την πραγμάτωση αυτών. Απ’ την άλλη, η φτώχεια των πολλών και ο πλούτος των λίγων. Η δύναμη της εξουσίας κατά του λαού, επομένως και κατά της χώρας. Το χρονογράφημα θα μπορούσε να είναι ένα εκκλησιαστικό κήρυγμα μέσα σ’ ένα πολιτικό μανιφέστο για τη ζωή και την αποδοχή της ανθρωπιάς. Συνέχεια ανάγνωσης

Ανάσταση

Standard

 του Στράτη Μυριβήλη

Στράτης Μυριβήλης. Σκίτσο του Μίλτη Παρασκευαΐδη

Ας υψώσουμε πια θριαμβικές τις αψίδες των δαφνών, και τις πολυτελείς της πασκαλιάς γιρλάντες. Κάτι πολύ χαρμόσυνο μυρίζει μέσα στον αέρα, αδελφοί μου. Κάτι πολύ χαρμόσυνο και μεγάλο. Κοιτάχτε κατάματα τους Φαρισαίους και τους Γραμματείς. Μέσα στα μύχια των αγρυπνισμένων ματιών τους θα συλλάβετε την ανησυχία της φοβερής προσδοκίας, και τον τρόμο του μελλούμενου θαύματος. Ω! εμείς οι πιστοί, που δε γενήκαμε ακόμα αρκετά άγιοι για ναγαπήσουμε τους εχθρούς μας, ακούμε κρυφά στο στήθος μας να χορεύει χαρούμενο το μίσος μας.

Άχραντε Ιησού. Συχώρεσέ μας να μην ψαλιδίσουμε τα φτερά του μίσους μας!

Αδελφοί μου! Κάτι πολύ χαρμόσυνο πάλλεται μέσα στα μύρα του αρμυρού μπάτη. Κάτι πολύ λαμπρό αιωρείται στα κλώνια της νέας τριανταφυλλιάς. Ένα πνεύμα νέον και τρομερό σαλεύει τους ακρέμωνας των ιερών ελαιώνων και κάνει τους λαούς να τραγουδούν όλοι μαζί ύμνους στον Ιησού.

–Ιησού γλυκέ μου!

Τα χέρια των λαών υψώνουνται προς τον γαλάζιον ειρηνικόν αιθέρα δεητικά. Ένα δάσος λευκών σαλευομένων ικεσιών. Ένας βόγγος παραπόνου σαν βουή κυμάτων πολλών.

–Ιησού! Την ειρήνην… Την ευτυχία… Την Αγάπη… Την Ανάστασή σου!

Το θαύμα φουσκώνει παρθενικόν ως άνθος μαγνόλιας. Το θαύμα πλησιάζει. Λευκό σαν πανάκι φουσκωμένο. Θαλασσόκρινο που όλο έρχεται… Συνέχεια ανάγνωσης

Ο ελληνικός Χριστός

Standard

 του Ασημάκη Πανσέληνου

Ασημάκης Πανσέληνος. Σκίτσο του Μίλτη Παρασκευαΐδη

Αν ο άνθρωπος έχει πολιτισμό, είναι γιατί εμπιστεύεται στο αίσθημα και στο πνεύμα. Κι αν χάνει συχνά τον πολιτισμό του είναι γιατί καλλιεργεί τις ιδέες καθεαυτές και μακριά από την πράξη.

Γοητευμένος από την ομορφιά του χωριού του κι’ από τη γλύκα της ομιλίας του ο Χριστός, έκανε τις ιδέες του πράξη, έσπρωξε τη ζωή ως το θάνατο κι ανακάλυψε τη θυσία για να κερδίσει μ’ αυτή τη χαρά.

Ένοιωσε τις φυσιολογικές προεκτάσεις της ανθρώπινης ζωής ως το θάνατο, και το στοιχείο του μεγαλείου που υπάρχει στην άμεση επαφή με τις πρώτες στιγμές των πραγμάτων.

Αυτά είναι η προσωπική συνεισφορά του στην ανθρωπότητα.

Αργότερα οι άνθρωποι ανακαλύψανε τον παράδεισο για να μπορούν και να κάνουνε κόλαση τη γη. Μέσα στην κόλαση τούτη δυο χιλιάδες χρόνια μετά το Xριστό, όπως και πριν απ’ αυτόν καλλιεργούν τις ψηλότερες ιδέες και ασκούνε την πιο ωμή θηριωδία, χωρίς ενδοιασμό. Αρκεί να μπορούν και να πείσουν τον εαυτό τους ότι δρουν εν ονόματι ιδεών!

Η αγάπη και η ελευθερία που είναι δυο έννοιες προσδιοριστικές της ανθρώπινης ιδιότητας, ποτέ δεν παραμορφώθηκαν όσο σήμερα. Στερεί ο ένας την ελευθερία του άλλου από φόβο μη του στερήσει ο άλλος. Το κήρυγμα της εκδίκησης βγαίνει από το στόμα κυνικών εκπροσώπων του κράτους. Ο φασισμός η έσχατη αυτή κατάντια της ανθρωπότητας και μετά την ήττα του, καταχτάει τις καρδιές. Συνέχεια ανάγνωσης

Προτάσεις των Ευρωπαίων Οικονομολόγων για την Εναλλακτική Οικονομική Πολιτική στην Ευρώπη

Standard

της Μαρίκας Φραγκάκη

Εδουάρδος Σακαγιάν, «Βάρκα», 1990-1992

Περισσότερο από τρία χρόνια μετά την εμφάνιση της μεγαλύτερης κρίσης της μεταπολεμικής περιόδου, οι ελίτ της Ευρώπης επέλεξαν τη λιτότητα ως μέσο αντιμετώπισής της. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια βαθιά αντιδραστική πολιτική ανακατανομής του εισοδήματος και του πλούτου σε βάρος των εργαζομένων και των πλέον αδύναμων κοινωνικών ομάδων, που καλούνται να φέρουν το κύριο βάρος της προσπάθειας εξόδου από την κρίση.

Στο Υπόμνημα 2010/2011* η Ομάδα των Ευρωπαίων Οικονομολόγων για την Εναλλακτική Οικονομική Πολιτική στην Ευρώπη (γνωστή και ως EuroMemo Group) αναλύουν την ασκούμενη πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης στα πεδία της οικονομίας, της κοινωνίας, του περιβάλλοντος. Επισημαίνουν τα ελλείμματα, τις αντιφάσεις και τις ανεπάρκειες της πολιτικής αυτής, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν οδηγεί σε έξοδο από την κρίση, αλλά την επιτείνει. Στη βαρβαρότητα της πολιτικής λιτότητας, η Ομάδα των Ευρωπαίων Οικονομολόγων αντιπαραθέτει την πολιτική της αλληλεγγύης σε όλες τις εκφάνσεις της — οικονομική, κοινωνική, οικολογική, διεθνή. Παραθέτουμε ενδεικτικά ορισμένες από τις προτάσεις αυτές:

Χρηματοπιστωτικός τομέας. Οι τράπεζες να υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες σχετικά με την ανάληψη κινδύνων. Ο δημόσιος τομέας και οι συνεταιριστικές τράπεζες πρέπει να ενισχυθούν, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση κοινωνικά και οικολογικά ωφέλιμων προγραμμάτων. Οι οίκοι αξιολόγησης πρέπει να τεθούν υπό δημόσιο έλεγχο. Οι χρηματοοικονομικές συναλλαγές να φορολογηθούν, για την μείωση της κερδοσκοπίας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να υπόκειται σε δημοκρατικό έλεγχο.

Μακροοικονομική πολιτική. Το απαξιωμένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης να αντικατασταθεί από δέσμευση για την αύξηση της ζήτησης και την προώθηση της απασχόλησης. Η έκδοση ευρωομολόγου με την εγγύηση όλων των κυβερνήσεων των χωρών της Ε.Ε. θα σηματοδοτούσε την κοινή δέσμευση για μια συλλογική αντιμετώπιση στη βάση της αλληλεγγύης. Η μεταφορά πόρων είναι οικονομικά απαραίτητη για τη διάσωση της νομισματικής ένωσης και κοινωνικά αναγκαία για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Η ΕΕ πρέπει να εγγυηθεί ένα ποσοστό τουλάχιστον του χρέους των κρατών-μελών. Το δημόσιο χρέος που δημιουργήθηκε για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού τομέα πρέπει να ανακτηθεί από τον ιδιωτικό τομέα μέσω της φορολόγησης της περιουσίας.

Πλήρης απασχόληση. Η πολιτική απασχόλησης πρέπει να στοχεύει στη δημιουργία θέσεων εργασίας, που να προωθούν την οικολογική βιωσιμότητα και την ισότητα των φύλων. Βασικό συστατικό της πολιτικής απασχόλησης είναι η μείωση του χρόνου εργασίας. Οι πρόσφατες πρωτοβουλίες για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης πρέπει να ανατραπούν. Συνέχεια ανάγνωσης

Διδάσκοντας φιλοσοφία στο δημόσιο πανεπιστήμιο: ο θεσμός, τα πεδία ελευθερίας, τα ασύμμετρα δώρα

Standard

του Αριστείδη Μπαλτά

Το Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διδασκαλίας, που απονέμεται κάθε χρόνο στη μνήμη των αδικοχαμένων καθηγητών Βασίλη Ξανθόπουλου και Στέφανου Πνευματικού, αποτελεί μια ξεχωριστή τιμή για τον βραβευόμενο. Το έτος 2010, το βραβείο απονεμήθηκε στον Αριστείδη Μπαλτά, καθηγητή της Φιλοσοφίας των Επιστημών, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Τον τιμώμενο προσφώνησε ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Θεοδόσης Τάσιος, ενώ το βραβείο απένειμε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας. Δημοσιεύουμε σήμερα την ομιλία του Α. Μπαλτά κατά την τελετή της βράβευσης (Παλαιά Βουλή, 14.12.2010), εκφράζοντας τη χαρά μας για τη βράβευση ενός καλού συνεργάτη των «Ενθεμάτων» και άξιου δασκάλου, ο οποίος, λόγω και έργω, τιμάει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Μια ομιλία, εκτός των άλλων, ιδιαίτερα επίκαιρη σήμερα, στο πλαίσιο της ελληνικής και διεθνούς συζήτησης για την κρίση, τη σημασία, το μέλλον και τις προοπτικές του δημόσιου πανεπιστημίου.

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

 

Πάμπλο Πικάσο, «Ο γλύπτης και τρεις χορεύτριες», 1934

–Εξοχότατε Κύριε Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,

–Σεβαστοί και αγαπητοί συνάδελφοι της Επιτροπής του Βραβείου «Β. Ξανθόπουλος και Σ. Πνευματικός»,

–Παλαιόθεν εξαιρετικά αγαπητέ Κύριε Τάσιε,

–Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι,

–Αγαπητές εν φιλοσοφία φοιτήτριες (οι κυρίες πρέπει πάντα να προηγούνται) και αγαπητοί εν φιλοσοφία φοιτητές — νυν, τέως και αείποτε,

–Κυρίες και Κύριοι,

–Βαγγελιώ,

«Ευχαριστώ» είναι η λέξη από την οποία θα όφειλα, κατά τα ειωθότα, να ξεκινήσω μια ομιλία σαν την παρούσα. Σίγουρα η λέξη δεν είναι απλώς και μόνο χρήσιμη. Είναι λέξη που προσφέρει χαμόγελο και που μπορεί να μας φτιάξει τη διάθεση, είναι λέξη που δεν έχει υποστεί πληθωρισμό, που δεν έχει απαξιωθεί, όπως τόσες άλλες. Έτσι, ακόμη παραπονούμαστε ότι κάποιος «ούτε ένα ευχαριστώ δεν βρήκε να μας πει», ακόμη ανταποδίδουμε με ένα «ευχαριστώ» τη χειρονομία εκείνου που μας κράτησε την πόρτα ανοιχτή, ακόμη λέμε, έστω μόνο μηχανικά, «ευχαριστώ» όταν μας δίνουν τα τσιγάρα στο περίπτερο. (Δεν θα σας κρατήσω πολύ — ήδη αισθάνομαι έντονα την επιθυμία να καπνίσω).

Αμεντέο Μοντιλιάνι, «Καθιστό γυμνό», 1916

Ωστόσο, αυτή η μοναδική λέξη δεν είναι σε θέση να εκφράσει τα πολλά και πολύ διαφορετικά είδη και επίπεδα οφειλής που συγκροτούν σήμερα την παρουσία μου ενώπιον σας. Γιατί ποιας τάξης «ευχαριστώ» μπορώ να απευθύνω στον Εξοχότατο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας που τιμά με την παρουσία του, ακόμη μια φορά, τη μνήμη των άξιων πανεπιστημιακών δασκάλων Βασίλη Ξανθόπουλου και Στέφανου Πνευματικού και, συνακόλουθα, το θετικό έργο που συντελείται, όπως συντελείται, στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο; Ποιας τάξης «ευχαριστώ» μπορώ να απευθύνω στην επιτροπή του ομώνυμου βραβείου που κοπίασε για να με οδηγήσει σήμερα μπροστά σας και ποιας στον καθηγητή κ. Τάσιο για τον τόσο κολακευτικό του έπαινο; Ποιας τάξης «ευχαριστώ» μπορώ να απευθύνω σε εκείνες και εκείνους που αφανώς, αθόρυβα και με απόλυτη ανιδιοτέλεια μου πρόσφεραν την ανεκτίμητη δωρεά της πρότασης που με έφερε μέχρι τούτο το βήμα; Και ποιας τάξης «ευχαριστώ» σε όλες και όλους εσάς που βρίσκεστε σήμερα εδώ, αψηφώντας τις δυσκολίες της ημέρας στην Αθήνα, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα;

Και πώς θα μπορούσα καν να προφέρω τη λέξη «ευχαριστώ», δηλαδή να εκφράσω με όποιο τρόπο ευχαρίστηση, όταν η τιμή που μου γίνεται φέρει ανεξίτηλα τη σκιά του φόνου και του θανάτου, του φόνου και του θανάτου του Βασίλη Ξανθόπουλου και του Στέφανου Πνευματικού που έχασαν τη ζωή τους μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο και για το δημόσιο πανεπιστήμιο; Και ας μου επιτραπεί να προσθέσω ότι ένας ακόμη φόνος, ένας ακόμη θάνατος στοιχειώνει πολύ συγκεκριμένα τη δική μου παρουσία σήμερα εδώ. Εκείνος που κατά μία έννοια ίδρυσε –ή επανίδρυσε για την εποχή μας– τη φιλοσοφία της επιστήμης, δηλαδή τον κλάδο της φιλοσοφίας που προσπαθώ να υπηρετήσω, ο Μόριτζ Σλικ, πρωτεργάτης και κινητήριος μοχλός του «Κύκλου της Βιέννης», δολοφονήθηκε και αυτός στα σκαλιά του πανεπιστημίου από έναν μαθητή του…

Δεν μπορώ λοιπόν να ξεκινήσω απλώς λέγοντας «ευχαριστώ». Τι μπορώ να κάνω; Μια φιλοσοφική διάκριση μου παρέχει τη διέξοδο. Στον λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου μπορώ ίσως να δείξω ή να αναδείξω αυτό το «ευχαριστώ», μπορώ ίσως να το πράξω ή να το επιτελέσω μιλώντας για τον ευρύχωρο θεσμό που είναι σε θέση να παρακινήσει με τον δικό του τρόπο σε όλα αυτά τα επίπεδα, ίσως και σε πολλά άλλα ακόμη, την ίδια την ανάγκη του «ευχαριστώ». Όπως θα καταλάβατε, αναφέρομαι στο δημόσιο πανεπιστήμιο.

Ο θεσμός του δημοσίου πανεπιστημίου λοιπόν. Δημόσιο πανεπιστήμιο-δημόσιος χώρος-δήμος-ισχύς ή κράτος του δήμου-δημοκρατία.

Αυτές οι λέξεις έχουν υποστεί πληθωρισμό. Αυτές κάποιες φορές χρησιμοποιούνται με τρόπους που δεν παραπέμπουν στο ουσιαστικό νόημά τους, αυτές κάποιες φόρες γίνονται άσαρκες και τετριμμένες. Μολαταύτα, παρά τις περιπέτειες από όπου έχουν περάσει και από όπου εξακολουθούν να περνούν, οι λέξεις αυτές παραμένουν ισχυρές, δηλαδή εξακολουθούν να δεσμεύουν. Και επειδή ακριβώς δεσμεύουν, συνιστούν λέξεις επίμαχες. Είμαστε όλοι μάρτυρες του πώς τον τελευταίο καιρό οι διαμάχες ειδικά για το δημόσιο πανεπιστήμιο μαίνονται. Συνέχεια ανάγνωσης

Lutto (Πένθος)

Standard

του Παύλου Κρέμου

Γνωρίζουμε τον Παύλο Κρέμο με πολλές ιδιότητες: καλό φίλο και σύντροφο, παθιασμένο συζητητή, αγωνιστή δοσμένο ψυχή τε και σώματι στην υπόθεση της ανανεωτικής Αριστεράς, ιδρυτή του Χώρου Τέχνης «Εύμαρος» (που εδώ και λίγους μήνες επαναλειτουργεί, διανύοντας μια δεύτερη άνοιξη). Με τη συλλογή διηγημάτων Fin de siècle όμως, που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες, ανακαλύψαμε ένα ακόμα χάρισμά του: του διηγηματογράφου. Τα έντεκα κείμενα του τόμου, αυτοβιογραφικά ως επί το πολύ, ξεκινούν από την Κατοχή και φτάνουν μέχρι τις μέρες μας, με τα χρόνια του αντιδικτατορικού αγώνα και της Ιταλίας να κυριαρχούν. Και πιστεύω ότι αυτό που τα κάνει ξεχωριστά –πέρα από τις αφηγηματικές αρετές του συγγραφέα, που ξέρει να γράφει (όπως και να λέει) ωραία τις ιστορίες του–, είναι το πάθος που περικλείουν, ένα πάθος για τη ζωή, την πολιτική, την Αριστερά, τους ανθρώπους, διασώζοντας στιγμές αληθινές, και γι’ αυτό τόσο δυνατές.

Από το Fin de siècle, με το οποίο εγκαινιάζονται οι εκδόσεις του Εύμαρου (υπεύθυνος: Πέτρος Κακολύρης), δημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο διήγημα. Είχε πρωτοδημοσιευθεί στον Πολίτη (τχ. 150, Δεκέμβριος 2006). Τα σκίτσα του Χρήστου Πικριδά προέρχονται από τον τόμο, όπου σχολιάζουν και ζωντανεύουν, με το γνώριμο στοχαστικό και λιτό τρόπο του σκιτσογράφου, τα διηγήματα του Κρέμου.

Στρ. Μπ.

 

Σκίτσο του Χρήστου Πικριδά

In memoriam για έναν νεκρό πενήντα δύο χρόνια μετά το θάνατό του

Αφιερώνεται στην Ειρήνη Ιωάννοβιτς,

που μου έδειξε πώς να ανασυντάσσω το παρελθόν μου

 και να ελπίζω για το μέλλον μου

Στο κέντρο της Αθήνας, Αιόλου και Αγίου Μάρκου, βρίσκεται η εκκλησία που την αποκαλούν Χρυσοσπηλιώτισσα. Ο αρχιτεκτονικός της ρυθμός είναι απροσδιόριστος, αποπνέει όμως μια βαθιά ιεροσύνη και ίσως λίγη θλίψη. Είτε αν κοντοσταθείς απλώς να την κοιτάξεις είτε αν, ως πιστός, θελήσεις να προσκυνήσεις είτε ακόμη κι αν προσπεράσεις, απλός διαβάτης που τρέχει στις δουλειές του, δεν μπορεί, κάτι μέσα στην ψυχή σου θα σκιρτήσει. Το παραδέχονται αυτό όλοι οι Αθηναίοι που ρώτησα.

Ο γύρω τόπος είναι άχρονος. Αναλλοίωτος, παρά τις ωραιοποιήσεις που επιδιώκει στο οδόστρωμα η εκάστοτε δημοτική αρχή. Γιατί είναι τόπος μνήμης και συγκέντρωσης ανθρώπων αενάως, πολύ πριν από το 1836, όταν ο καλός αρχιτέκτονας Κλεάνθης φρόντισε για την ανοικοδόμηση του ναού, έως το 1944, οπότε λαμβάνει χώρα η μικρή μας ιστορία. Έως και σήμερα, που τα βήματά μου μ’ έφεραν εδώ όπου στάθηκα για να ξαποστάσω και να συλλογιστώ, μήπως βοηθηθώ και τακτοποιήσω τις δικές μου αναμνήσεις, απόγονος εγώ μιας οικογένειας που κατά τον Πόλεμο κατοικούσε πολύ κοντά, επί της οδού Αιόλου.

Πίσω στον Δεκέμβρη του ’44, λοιπόν. Από την Πεντέλη έχει κατεβάσει παγετό, τα μαγκάλια όμως είναι ακόμα παροπλισμένα και τα σώματα ταλαιπωρημένα, χορτάτος δεν είναι κανείς, η φυματίωση καραδοκεί πανταχού παρούσα κι αρχίζει να χασκογελά μαζί με το βορινό αγέρι, το παρελθόν πονάει και το μέλλον διαρκεί πολύ. Όμως, αν και όλα είναι τόσο εύθραυστα, υπάρχει ελπίδα. Η κυβέρνηση Εθνικής Ενώσεως με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου υπόσχεται ένα καλύτερο αύριο για όλους, η τεράστια εαμική παράταξη που με αντιφάσεις και αντιθέσεις παλεύει να διασφαλίσει τις κατακτήσεις του λαού μετέχει στην κυβέρνηση. Νικητές του πολέμου που τελειώνει είμαστε, άλλωστε. Εαμίτες και Σύμμαχοι. Δημοκράτες, κομμουνιστές, ακόμη και φιλοβασιλικοί.

Μπορούμε να συνυπάρξουμε. Πριν από λίγες μέρες η Αθήνα γιόρτασε την Απελευθέρωση.

Σκίτσο του Χρήστου Πικριδά

Είμαστε στην αρχή των «Δεκεμβριανών», όπως μάθαμε να τα λέμε μετά, κάποιου μήνα που μάλλον θα ’πρεπε να σβηστεί από τη συγκεκριμένη χρονιά, έτσι ηχούσε ο λόγος των μεγαλύτερων στ’ αυτιά της δικής μου παιδικής ηλικίας, δεκαπέντε με είκοσι χρόνια αρ­γότερα. Ήταν ο μήνας «που άρχισαν τα κομμουνιστοσυμμοριτικά εγκλήματα», όπως μας νουθετούσε ο θεολόγος και φανατικός Ζωίτης Βάρτσος στα Θρησκευτικά. Εποχή μεγάλης συμφοράς και διχασμού, για την οποία καλύτερα να μην ομιλούμε, μας προέτρεπαν οι συντηρητικοί κεντρώοι, αλλά τελείως σκοτεινή και ακατανόητη εποχή για εμάς, παιδιά αριστερών μαχητών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που ενώ οφείλαμε να είμαστε περήφανοι για τους γονείς μας και να χαιρόμαστε που η Ελλάδα μας είχε λευτερωθεί από τη ναζιστική Κατοχή, με μεγάλη αντιθέτως σπουδή αυτοί μας επέβαλλαν το νόμο της σιωπής εξοβελίζοντας τον Δεκέμβρη στον απαγορευμένο κόσμο της λήθης. Θες από το φόβο του μετεμφυλιακού μακελειού και των διώξεων που επέβαλλαν οι νικητές για τουλάχιστον μία τριακονταετία, θες από αμηχανία για το ότι τελικώς δεν έγινε δυνατόν η παράταξή μας να υπάρξει ειρηνικά στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση. Κάτι μπερδεμένα ακούγαμε μόνον για τον Δεκέμβρη. Κάτι που στην καλύτερη περίπτωση, μέσω διφορούμενων σημασιοδοτήσεων και αυτοσαρκασμού, να μας κινούσε αργότερα την περιέργεια: Μαθαίναμε το τραγουδάκι «Μας πήραν την Αθήνα… νανούμ νανούμ νανούμ, μονάχα για ένα μήνα…». Οι Εγγλέζοι την πήραν!; Μα γιατί; Οι Εγγλέζοι ήταν δικοί μας σύμμαχοι. Ακούγαμε ότι κάποιος Σκόμπυ, Άγγλος σύμμαχος κι αυτός, όχι ναζιφασίστας, δηλαδή από τους «καλούς», σαν τον Τζων Γουέην και το καστ του, που τους θαυμάζαμε στον κινηματογράφο του ’6ο στη «Μεγαλύτερη μέρα του πολέμου» να εφορμούν στις ακτές της Νορμανδίας και με καπνισμένα πρόσωπα να φέρνουν από τη Δύση, μαζί με τον αέρα της νίκης επί του φασισμού, το όνειρο μιας δημοκρατικής εποχής ευημερίας και πανανθρώπινης ευτυχίας. Αυτός ο Σκόμπυ όμως που έκανε απόβαση στον Πειραιά… Κύριε ελέησον! Δεν κόμισε γλαύ­κας παρά «ήρθε με αεροπλάνα και ρουκετοβόλα, μέσα στην Αθήνα να τα κάψει όλα… μόνο το Κολωνάκι να το αφήσει, γιατί το βράδυ εκεί θα κατουρήσει…», όπως έλεγε το σατιρικό τραγουδάκι σε ρυθμό φοξ-τροτ. Και επίσης ακούγαμε, αλλά βλέπαμε και με τα ίδια μας τα μάτια, ότι όχι οι ήρωες μα οι συνεργάτες των Γερμανών και οι δωσίλογοι, αυτοαποκαλούμενοι έκτοτε εθνικόφρονες, είχαν το πάνω χέρι, γι’ αυτό μόκο… Ηθικώς ο Εφιάλτης μπορεί να είναι καταδικασμένος στις συνειδήσεις μας, αδιαλείπτως από την Αρχαιότητα, αλλά καλού κακού ας μην θεωρηθεί ότι κάτι υπονοείται για συγχρόνους μας.

Χρειάστηκε να περάσει μισός αιώνας για ν’ ανοίξουν οι ιστορικοί το κουτί της Πανδώρας και ν’ αρχίσει δειλά δειλά «ο Δεκέμβρης» να αποκτά τις πραγματικές του διαστάσεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Ντόροθυ Τόμσον (1923-2011): μια σημαντική μορφή της αγγλικής ιστοριογραφίας και Αριστεράς

Standard

Η Dorothy Tompson,  μια σημαντική μορφή της αγγλικής ιστοριογραφίας και Αριστεράς, πέθανε στις 29.1.2011. Έστω και με καθυστέρηση, δημοσιεύουμε τη νεκρολογία της ιστορικού και φεμινίστριας Sheila Rowbotham (The Guardian, 7.2.2011).

της Σιλα Ροουμπάθαμ

Η ιστορικός Ντόροθυ Τόμσον, που πέθανε σε ηλικία ογδόντα εφτά χρονών, ήταν γνωστή κυρίως από τις μελέτες της για τις κοινωνικές και πολιτισμικές όψεις του κινήματος του Χαρτισμού του 19ου αιώνα. Το ενδιαφέρον της σχετικά με τους  αγώνες των εργατών και των γυναικών για τα δικαιώματα ξεκίνησε στα σχολικά της χρόνια, στο προάστιο Μπρούμλεϊ του Κεντ, οπότε και δραστηριοποιούνταν σε έναν πυρήνα της κομμουνιστικής νεολαίας, και στη συνέχεια εμβαθύνθηκε από τη μακρά της στράτευση στη ριζοσπαστική πολιτική. Το αποτέλεσμα ήταν μια πλούσια κατανόηση της διαδικασίας της ένταξης και της στράτευσης, που εκφράστηκε στο ιστοριογραφικό της έργο.

Ντόροθυ Τόμσον

Πάντοτε εν εγρηγόρσει, η Ντόροθυ προχωρούσε την έρευνά της ψάχνοντας κάτω από την επιφάνεια των στοιχείων. Οι επιτεύξεις της ήταν καινοτόμες. Τα τεκμήρια που συγκέντρωσε στον τόμο The Early Chartists (1971) έφεραν στο φως τον ταραχώδη και επικίνδυνο εσωτερικό κόσμο  των συναντήσεων, των συνεδρίων και των εφημερίδων της εργατικής τάξης, ενώ το βιβλίο The Early Chartists αποκάλυψε εντελώς παραγνωρισμένα  πεδία, όπως η συμμετοχή της μεσαίας τάξης και ο ρόλος των γυναικών. Στο Outsiders: Class, Gender and Nation (1993), η Τόμσον καταφέρνει να συνταιριάξει την εκτενή γνώση του αντικειμένου με την εννοιολογική σαφήνεια, ένας συνδυασμός που απέσπασε τον θαυμασμό τόσο των ειδικών όσο και των –ανακουφισμένων– μαθητών.

Η Ντόροθυ Τάουερς γεννήθηκε στο Γκρήνουιτς, στο νοτιοανατολικό Λονδίνο. Το 1942 άρχισε να σπουδάζει Ιστορία στο Girton College του Καίμπριτζ, όπου  εντάχθηκε ενεργά στο Κομμουνιστικό Κόμμα και συμμετείχε στις συναντήσεις της ομάδας των ιστορικών του Κόμματος. Το 1945 άρχισε η σχέση της, που κράτησε μια ολόκληρη ζωή, με τον ιστορικό Έντουαρντ Πάλμερ Τόμσον. Μετά το ταξίδι τους στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο όπου βοήθησαν στην κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου, παντρεύτηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Χάλιφαξ του Νιου Γιορκσάιρ, όπου ασχολήθηκαν με τη λαϊκή επιμόρφωση ενηλίκων. Το πρώτο εγχείρημα στο οποίο αναμείχθηκε δραστήρια η Ντόροθυ ήταν μια καμπάνια για να μην κλείσουν οι παιδικοί σταθμοί της εποχής του Πολέμου, στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Συνέχεια ανάγνωσης

Ένα λεπτό σιωπής

Standard

 ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

 του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Aπομεινάρι θαυμαστό ερμιάς και μεγαλείου,

όμορφε ξένε και καλέ και στον ανθό της νιότης,

άμε και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα

(από τον «Πόρφυρα» του Διονυσίου Σολωμού)

Έργο του Έγκον Σίλε, 1917

Δεν ξέρω πόσο όμορφοι ήταν οι τρεις νεαροί μετανάστες που βρέθηκαν πνιγμένοι στον Έβρο κάνα μήνα πριν. Δεν θα το μάθουμε ίσως ποτέ — οι δυο σε κατάσταση προχωρημένης σήψης κι ο άλλος παραμορφωμένος από δαγκωματιές ψαριών. Γυμνοί, έτοιμοι για να περάσουν την Αχερουσία τους, άραγε θα τους δεχτεί ο Αχέροντας χωρίς το νόμισμα ανάμεσα στα δόντια τους; Σκέφτομαι μέρες τώρα τους τρεις αυτούς ανθρώπους. Κι εκείνους που πνίγηκαν για να ξεφύγουν μέσα στο λιμάνι της Σούδας και τους άλλους, που δεν θα βρούμε ούτε τα σώματα τους, εκείνους που η θάλασσα τους έγινε κοιμητήριο.

Ξέρω τι θα μου πείτε, ξέρω τις εξηγήσεις: η λαθρομετανάστευση, οι άνθρωποι που φεύγουν από την Τουρκία, οι συνθήκες που τους αναγκάζουν, η ανάγκη προστασίας των συνόρων, ο φράχτης, η εγκληματικότητα… Τα ξέρω όλα. Μα είναι καιρό τώρα που μου τρώει το μυαλό αυτή η είδηση που πέρασε ανάμεσα στις άλλες. Δεν ήταν η πρώτη, ούτε προφανώς η τελευταία. Τα ξέρω όλα αυτά. Τα έχω πει, τα έχω ακούσει, τα συνήθισα. Μόνο που μοιάζει, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής, όλα πια να τα έχουμε συνηθίσει. Και αυτά που είναι μακριά μας και αυτά που είναι δίπλα μας. Που θα θέλαμε να είχαν μείνει μακριά μας, να μη δοκιμάζουν τις σιγουριές μας, τις αντοχές μας, να μην αναστατώνουν τις θεωρητικές μας βεβαιότητες, να μη μας «διχάζουν». Μόνο που τρεις άνθρωποι, ανάμεσα σε άλλους και σε άλλους, βρήκαν το θάνατο έτσι, έναν θάνατο φριχτό αναζητώντας τον δικό τους καλύτερο κόσμο. Συνέχεια ανάγνωσης

Καθαρές κουβέντες

Standard

του Αριστείδη Μπαλτά

Να απλοποιήσουμε για να καταλάβουμε. Τουλάχιστον τη γενική εικόνα.

Το κεφάλαιο

Φράνσις Μπέικον, «Σπουδή για αυτοπροσωπογραφία», 1965

1. Η κρίση που περνάμε είναι κρίση του καπιταλισμού. Επειδή το κεφάλαιο είναι σχέση και όχι κομπόδεμα, αυτό δεν υπάρχει όσο δεν αξιοποιείται, δηλαδή όσο δεν αποκομίζει περισσότερο κέρδος. Η κρίση είναι κρίση υπερσυσσώρευσης: το τεράστιο κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί δυσκολεύεται να βρει διεξόδους παραπέρα κερδοφορίας. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη πλούτου. Αντίθετα, είναι το ότι έχει συσσωρευτεί κολοσσιαίος πλούτος υπό μορφή κεφαλαίου.

2. Η προηγούμενη ισορροπία στηριζόταν σε ένα παγιωμένο καθεστώς συσσώρευσης το οποίο, στις αναπτυγμένες τουλάχιστον χώρες, είχε ως άξονα τον δανεισμό: το κεφάλαιο κερδοφορούσε αντλώντας από τα εισοδήματα του μέλλοντος. Η άνευ όρων και άνευ ορίων ανάπτυξη αυτής της μορφής κερδοφορίας (εξεζητημένες μορφές τραπεζικών προϊόντων, τιτλοποίηση δανείων κλπ.) οδήγησε στην πτώχευση της Lehman Brothers και από κει, μέσα από την αλληλοδιαπλοκή των τραπεζικών ιδρυμάτων, στην κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του καπιταλισμού στο σύνολό του. Μην ξεχνάμε ότι το χρηματιστηριακό κεφάλαιο αποτελεί την αιχμή του δόρατος του καπιταλισμού. Συνέχεια ανάγνωσης

Δημοπρασία έργων τέχνης για τα ΑΣΚΙ: δεύτερη πράξη και συμπεράσματα

Standard

της Κατερίνας Πορφυρογένη

Στο κυριακάτικο φύλλο της Αυγής, στις 3 Απριλίου, περιγράφαμε την πρώτη πράξη του εγχειρήματος Δημοπρασία έργων τέχνης υπέρ των ΑΣΚΙ.  Μιλήσαμε για την άμεση, θερμή  ανταπόκριση των καλλιτεχνών στο κάλεσμα για βοήθεια που τους απευθύναμε. Χαιρετίσαμε το γεγονός ότι χάρη στην προσφορά 39 εικαστικών καταφέραμε να συγκεντρώσουμε  51 αυθεντικά έργα: ζωγραφική, δύο εξαιρετικά γλυπτά και μία ιστορική αφίσα-ντοκουμέντο. Σήμερα λοιπόν επανερχόμαστε, με τα αποτελέσματα της δεύτερης πράξης,  και ενδεχομένως κάποιο συμπέρασμα.

Βαγγέλης Δημητρέας, "Ο ποιητής Κώστας Βάρναλης", 2008, 2010. Από τα έργα της έκθεσης-δημιοπρασίας υπέρ των ΑΣΚΙ

Η έκθεση άνοιξε την Τετάρτη 6 Απριλίου στην αίθουσα Γύζη του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων στην Ακαδημίας, επί δύο μέρες παρέμεινε ανοιχτή στο κοινό, δέχτηκε αρκετούς επισκέπτες και το Σάββατο 9 Απριλίου το απόγευμα όλα ήταν έτοιμα για τη δημοπρασία. Πράξη δεύτερη και της αγωνίας μας: Θα επιβεβαιώνονταν οι προσδοκίες, θα υπήρχαν αγοραστές, θα είχαμε αποτέλεσμα; Η αίθουσα γέμισε, ήταν εκεί συλλέκτες, γκαλερίστες, φιλότεχνοι, φίλοι και γνωστοί. Για κάποια έργα υπήρχαν κιόλας εκδηλώσεις ενδιαφέροντος και τηλεφωνική επικοινωνία με τους ενδιαφερόμενους.  Η αγωνία κράτησε όση ώρα χρειάστηκε ο έμπειρος Πέτρος Βέργος, για να «ξεπουλήσει» τα περισσότερα έργα· κατάφερε μάλιστα να ανεβάσει αρκετά τις τιμές ορισμένων απ’ αυτά, σε σχέση με την –πολύ χαμηλή, είναι αλήθεια– τιμή εκκίνησης. Το αποτέλεσμα ξεπέρασε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις μας, χαρά και συγκίνηση διαδέχτηκαν την ένταση της αναμονής. Συνέχεια ανάγνωσης

Μορφές «διαλεκτικής» ή «διαλογισμού»;

Standard

του Παναγιώτη Νούτσου

 Τα δύο κυβερνητικά κόμματα (η ιδιότητα αυτή προκύπτει με βάση και τον ισχύοντα εκλογικό νόμο) της χώρας διαγκωνίζονται ποιο θα εκφράσει καλύτερα την «επανάσταση του αυτονόητου». Δεν αποκλείεται μέτριοι σύμβουλοι, ελληνικής ή όχι καταγωγής, να την εισηγούνται. Δηλαδή, στα γραπτά σχέδια των ομιλιών που παραδίδονται στον πρωθυπουργό και στον υποψήφιο πρωθυπουργό να ενυπάρχουν τέτοιες εύκολες ετικέτες.  Ο δεύτερος όρισε τη «Νέα Μεταπολίτευση» (αφού απαλλάχθηκε από το βάρος της «επανίδρυσης του κράτους») ως «επανάσταση του αυτονόητου», κατά το 8ο συνέδριο του κόμματός του.  Η επεξήγηση ήταν να «στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις για να ξεπεράσουμε την κρίση», ό,τι δηλαδή στην «Ελλάδα παραμένει αδιανόητο» (25.6.2010).

Αντίστοιχα, ο πρωθυπουργός κατονομάζοντας σειρά «αυτονόητων» της εγχώριας οικονομικής ζωής («γραφειοκρατία», «φοροδιαφυγή», «κλειστά επαγγέλματα») υποσχέθηκε στην Κρήτη ότι θα κάνει πράξη την «επανάσταση του αυτονόητου» (2.8.2010). Ό,τι ακριβώς επανέλαβε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (11.9.2010), εξαίροντας ως «επαναστάτες του αυτονόητου» τους επιχειρηματίες που συμβάλλουν στη «βιώσιμη ανάπτυξη». Όσο για τη συνάντηση των Δελφών (26.9.2010), εκεί ζήτησε να εγκαταλειφθούν οι «προκαταλήψεις» και να διανοίγεται «μπροστά μας» ό,τι θα έπρεπε να μας «καθοδηγεί» («πραγματική εσωτερική δημοκρατία», «αριστεία», «αξιολόγηση», «πιστοποίηση» κλπ.), εγκαινιάζοντας έναν «διάλογο» που επιβάλλεται να καταλήξει σε «ένα αποτέλεσμα». Έτσι, οι δύο πολιτικοί λόγοι από τη μια θέτουν το «αυτονόητο» στο παρελθόν και από την άλλη στο μέλλον, με την «επανάσταση» που θα μεσολαβεί να έχει διττό προσανατολισμό. Συνέχεια ανάγνωσης

Ψυχή τε και σώματι. Ο κινηματογράφος του Ντάρεν Αρονόφσκι

Standard

του Μιχάλη Μάτσα

Στις ταινίες του Ντάρεν Αρονόφσκι υπάρχει πάντα κάτι το ενοχλητικό, το απωθητικό για τον θεατή, κάτι ανησυχαστικό που σχετίζεται με το σώμα και την ψυχή των ηρώων του. Άλλοι θεατές αποστρέφουν το βλέμμα, άλλοι τρέχουν έξω από την αίθουσα, άλλοι δεν την πλησιάζουν καν, οι φαν του είδους απολαμβάνουν ή του καταλογίζουν ότι δεν φτάνει στα άκρα.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για έναν σταθερό άξονα που νοηματοδοτεί τις ταινίες του ή να πούμε ότι κάθε φορά γυρίζει την ίδια ταινία. Ο μαθηματικός, ο τοξικομανής, ο παλαιστής, η χορεύτρια, όλοι του οι ήρωες πάσχουν, φέρουν πληγές, τραύματα, πονάνε, υποφέρουν, σωματικά και ψυχικά. Όλοι τους αναζητούν μια εξιλέωση, μια τελείωση, η οποία όμως στον κόσμο όπου ζουν είναι αδύνατη, είναι καταδικασμένοι να ψάχνουν απεγνωσμένα μια διέξοδο. Η ψυχή και το σώμα βάλλονται διαρκώς, βρίσκονται σε συνεχή δοκιμασία. Παράνοια, ψυχώσεις, εμμονές, παραισθήσεις, σχιζοφρένεια, μερικά από τα ψυχικά συμπτώματα. Το σώμα μεταμορφώνεται, παραμορφώνεται, μεταλλάσσεται, φθίνει, παραπαίει, συρρικνώνεται, πολεμάει τον ίδιο του τον εαυτό, τρώει τη σάρκα του. Οι ουσίες απλώς επιταχύνουν τη διαδικασία της φθοράς.

Η λύση του προβλήματος του μαθηματικού στο Πι είναι αναπόσπαστη από τη σωματική του μεταμόρφωση και οδηγεί αναπόδραστα στην παράνοια. Οι τοξικομανείς του Requiem for a Dream χάνουν τον έλεγχο του σώματός τους, το σώμα φυλακίζεται, η ψυχή αιχμαλωτίζεται σε ένα άρρωστο σώμα, ακρωτηριασμός, φυλακή, ηλεκτροσόκ στο ψυχιατρείο, εκπόρνευση του σώματος. Ο Παλαιστής είναι αιχμάλωτος του θεάματος και της εικόνας του, του μοναδικού τρόπου που ξέρει για να ζει, γι’ αυτό και παλεύει μέχρι να τον προδώσει το καταπονημένο κορμί του, μέχρι να σβήσει η καρδιά του. Και η χορεύτρια είναι καταδικασμένη να απελευθερώσει τον άλλο εαυτό της, τη σκοτεινή και διονυσιακή της πλευρά, τον Μαύρο Κύκνο, αλλά για να το κάνει αυτό θα πρέπει να βασανίσει το σώμα της, να το συστρέψει, να το τραυματίσει, να ανακαλύψει τον ερωτισμό της, τη βία που κρύβει μέσα της, με αποτέλεσμα να βυθιστεί στην παράνοια και στη σχιζοφρένεια. Συνέχεια ανάγνωσης