Στο Σύνταγμα

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Έργο του Γιάννη Ψυχοπαίδη, από την έκθεση «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», που συνεχίζεται, μέχρι τις 25 Ιουνίου, στο Σπίτι της Κύπρου (Ηρακλείτου 10, Κολωνάκι).

Δεν θα προσπαθήσω να περιγράψω τι γίνεται στην Πλατεία Συντάγματος και σε τόσες άλλες πλατείες της χώρας: όλοι ή οι περισσότεροι ήμασταν εκεί — τουλάχιστον έτσι θέλω να φαντάζομαι. Κι έπειτα, συστατικά στοιχεία των συγκεντρώσεων ήταν η μαζικότητα και η ποικιλομορφία: έτσι, το να την περιγράψουμε σε λίγες αράδες, να συμπυκνώσουμε τα χαρακτηριστικά τους, δεν είναι καθόλου απλό· ίσα ίσα, αποτελεί ένα από τα βασικά ζητούμενα. Θα ήθελα όμως να μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί σας, κυριακάτικοι αναγνώστες των «Ενθεμάτων», καθώς αυτό που συμβαίνει μας αφορά βαθιά και μας υποχρεώνει να σκεφτούμε.

Το πρώτο και μείζον, για μένα, είναι ότι επί δύο συνεχόμενες μέρες (τη στιγμή που γράφεται το άρθρο, Παρασκευή πρωί) χιλιάδες άνθρωποι, ξαφνικά, από τη μια στιγμή στην άλλη, από το πουθενά, ανταποκρινόμενοι σε ένα κάλεσμα στο facebook βγήκαν στο δρόμο για να διαμαρτυρηθούν. Δεν ήταν καθόλου εύκολο ούτε δεδομένο: πόσες και πόσες φορές, τον τελευταίο καιρό, δεν έχουμε πάει σε άμαζες και θλιβερές συγκεντρώσεις, του «αραία αραία να φαινόμαστε καμιά σαρανταρέα», κι ας χαλάει ο κόσμος απ’ όσα γίνονται, κι ας καλούσαν σ’ αυτές πεντακοσιεσπενηνταπέντε συλλογικότητες, ομάδες και ψηφίσματα. Από μόνο του λοιπόν, αυτό καθαυτό, το ότι χιλιάδες άνθρωποι, νέοι στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είναι μάλλον μόνιμοι θαμώνες των κινητοποιήσεων, κατεβαίνουν στο δρόμο συνιστά πολιτικό γεγονός πρώτης τάξης, με δύο κρίσιμα γνωρίσματα: το μαζικό και το αυθόρμητο. Και η πράξη αυτή, στη συνέχεια, συνιστά μια έμπρακτη διαπαιδαγώγηση στη συλλογική δράση. Συνέχεια ανάγνωσης

Φύση και Αστική Δυναμική: Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη

Standard

Επιστημονικό συμπόσιο στη μνήμη της Τζένης Κοσμάκη

Τζένη Κοσμάκη

Την Παρασκευή 3 Ιουνίου, ο Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ διοργανώνει διεθνές επιστημονικό συμπόσιο με θέμα «Φύση και Αστική Δυναμική: Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη», προκειμένου να τιμήσει το επιστημονικό έργο της καθηγήτριας Τζένης Κοσμάκη που διακόπηκε βίαια με τον αιφνίδιο χαμό της τον Σεπτέμβριο του 2010. Όπως σημειώνουν οι οργανωτές, «επιστήμονας, δασκάλα, στέλεχος με σημαντικές ευθύνες στην οργάνωση και διοίκηση του Τομέα και της Σχολής η Τζένη Κοσμάκη, παρουσία σημαντική, οξυδερκής, ουσιαστική, με το δικό της ήρεμο και επίμονο τρόπο εντόπιζε και αναδείκνυε συστηματικά ζητήματα και έννοιες που μερικά χρόνια αργότερα έγιναν όχι μόνο επίκαιρα, αλλά και σχεδόν αυτονόητα, στην επιστημονική συζήτηση, όπως ο αστικός ιστός ως βασικό πεδίο προσέγγισης της πόλης, η ανάγκη καθιέρωσης σχεδιασμών ενδιάμεσης κλίμακας, το λανθάνον δυναμικό του πολεοδομικού περιβάλλοντος, ο συμμετοχικός και οικολογικός σχεδιασμός, η φύση στην πόλη και η έμφαση στους αστικούς υπαίθριους χώρους». Το Συμπόσιο, όπως τονίζουν «επιθυμεί να συμβάλει στην παρουσίαση και ανάδειξη των πρακτικών επέμβασης και αλληλεπίδρασης μεταξύ αστικών και φυσικών συστημάτων και της σημασίας των αστικών υπαίθριων χώρων για τη βιωσιμότητα των σύγχρονων πόλεων. Μια συζήτηση εξαιρετικά επίκαιρη ως προς την τρέχουσα πολιτική αναπλάσεων στο κέντρο της Αθήνας καθώς και τη διερεύνηση των δυνατοτήτων εφαρμογής, γενικότερα, στην ελληνική πόλη».

Με την ευκαιρία αυτού του σημαντικού συμποσίου, στο οποίο μετέχουν διεθνούς κύρους έλληνες και ξένοι αρχιτέκτονες (όπως ο J. Beinart, ο P. Ceccarelli, η A. Vernez-Moudon), μιλήσαμε με τον αρχιτέκτονα πολεοδόμο Δημήτρη Λουκόπουλο και την επίκουρη καθηγήτρια της Αρχιτεκτονικής Ελένη Χανιώτου, μέλη της οργανωτικής επιτροπής.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη

του Δημήτρη Κ. Λουκόπουλου

«Σχεδιάζοντας με τη Φύση στην πόλη» σημαίνει ότι προσπαθούμε να ενσωματώσουμε στον αστικό σχεδιασμό τους ίδιους τους φυσικούς μηχανισμούς, μάλλον, παρά μεμονωμένα φυσικά στοιχεία. Εγκαταλείπουμε, το πιο απλό παράδειγμα, τη λογική του μεμονωμένου άλσους ή πάρκου και επιδιώκουμε τη δημιουργία ενός δικτύου αστικού και περιαστικού πρασίνου. Η έκταση και η συνέχεια αυτού του δικτύου ευνοούν την ανάπτυξη «ζωντανών» οικοσυστημάτων που, με τη σειρά τους, παρέχουν τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια στους κατοίκους των πόλεων: θερμική άνεση, ευκαιρίες αναψυχής, αισθητικής απόλαυσης… Δεν είναι λοιπόν μόνο πρόβλημα απόκρισης σε ποσοτικές προδιαγραφές (τόσα τ.μ./κάτοικο) αλλά κυρίως διατήρησης ενός φυσικού μηχανισμού συνυφασμένου με τη ζωή.

Τα ποτάμια και οι χείμαρροι; Από τη φύση τους αποτελούν δίκτυα. Δεν είναι μόνο ότι διασφαλίζουν την απορροή και μας προστατεύουν από την πλημμύρα. Κατά μήκος τους υπάρχει υγρασία, και επομένως κατάλληλες συνθήκες για ανάπτυξη βλάστησης, και ακόμα ευνοούν την κυκλοφορία του ανέμου, τον «εξαερισμό» της πόλης που βοηθάει στον έλεγχο των θερμοκρασιών και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Τα δίκτυα λοιπόν αλληλοκαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό και μπορούν να εξυπηρετούν ταυτόχρονα περισσότερους από έναν σκοπούς. Γιατί να μην τα αξιοποιήσουμε;

Η αστικοποίηση μιας περιοχής δεν σημαίνει ότι τα στοιχεία και οι μηχανισμοί της φύσης που λειτουργούν στην επικράτεια της πρέπει να αφανιστούν, ούτε όμως και να αποτελέσουν εμπόδιο για την ανάπτυξη της πόλης. Πόλη και Φύση μπορεί να συνυπάρξουν κάτω από όρους. Αυτή η τάση στον σχεδιασμό, που αναπτύσσεται χρόνια τώρα (θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε «οικολογική προσέγγιση του σχεδιασμού», αν η λέξη δεν είχε ακυρωθεί από την υπέρμετρη χρήση της) προχωράει πέρα από τη συμβατική οπτική, ότι πρέπει να έχουμε πολύ πράσινο, τόσα ποσοστά, μας λείπει ένα πάρκο εδώ και να διατηρήσουμε ανοικτό ένα ρέμα εκεί. Αυτό είναι το ζητούμενο του συμποσίου: να προσεγγίσουμε τα πράγματα βαθύτερα, στο επίπεδο των ίδιων των μηχανισμών της φύσης. Συνέχεια ανάγνωσης

Τι γύρευες δεκαπενθήμερος, εσύ ένας «Πολίτης»;

Standard

29 Μαΐου: τρία χρόνια από τον θάνατο του Άγγελου Ελεφάντη

της Μαριάννας Δήτσα

Στη μνήμη της Αλίκης Πελεκάνου και των ολονυκτιών του «Δεκαπενθήμερου»,όπου η εφτάχρονη Άννα, κοιμισμένη στο πάτωμα, κάπνισε άπειρα πακέτα τσιγάρα, φανατικά άφιλτρα τότε

Μέρες που είναι, ξεφύλλιζα μετά από πολλά χρόνια τον Δεκαπενθήμερο Πολίτη. Όταν αναφερόμαστε στον Άγγελο μιλάμε κυρίως για τον Πολίτη. Τον σοβαρό, σχεδόν συνοφρυωμένο, αν τον βάλεις δίπλα στον Δεκαπενθήμερο. Άλλωστε, νομίζω, πως ένας από τους λόγους που ο Άγγελος Ελεφάντης αποφάσισε την έκδοση του Δεκαπενθήμερου (Νοέμβριος 1983), και μας κινητοποίησε όλους (και κάποιους επιπλέον), είναι ότι είχε διαισθανθεί ότι Ο Πολίτης έπαιρνε όλο και περισσότερο ένα χαρακτήρα, όπως λένε σήμερα, ακαδημαϊκό, γινόταν –καθόλου τυχαίο, μετά τον «εκδημοκρατισμό» του Νόμου-πλαίσιο του ΠΑΣΟΚ– ένα όχημα για τις εξελίξεις σε διάφορες βαθμίδες της πληθώρας των νέων πανεπιστημιακών καθηγητών.

Η αμείλικτη τακτική κυκλοφορία κάθε δεύτερη Παρασκευή, ο πλούτος της επικαιρότητας, η ανάγκη για πολλά μικρά κείμενα-σχόλια (συχνά ανυπόγραφα), άλλαζε και μας του ίδιους. Ανεπαισθήτως διαμορφωνόταν κάτι σαν συλλογική συναίνεση για το «ανατρεπτικό», ψάχναμε τα πράγματα με κέφι και μια λοξή ματιά.

Όπως γράφει ο Παντελής Μπουκάλας, υπεύθυνος για το δισέλιδο  Το Δεκαπενθήμερο, στο αποχαιρετιστήριο τεύχος (τχ. 75, 17 Οκτωβρίου 1986), «Δίκην απολόγου»:

«Η στήλη ετούτη (…) πολλά έγραψε, τρία χρόνια τώρα, πολλά διάβασε και πολλά άκουσε. Και για ψευδωνυμομανία την κατηγόρησαν, και μικροκενόσπονδη χαρακτηρίστηκε, και πως αν δαγκώναμε τη γλώσσα μας θα παθαίναμε δηλητηρίαση είπαν, και λεξιλαγνία μας καταμαρτύρησαν (κατάλοιπο, λέει, του πάλαι ποτέ “αριστερού λογιοτατισμού”), και για τάχα μου χιούμορ κατατέθηκαν ενστάσεις, και τάσεις λογοτεχνισμού επισημάνθηκαν».

Τα κειμενάκια που έχω ερανισθεί για τα «Ενθέματα» της Αυγής δεν είναι κατ’ ανάγκην τα καλύτερα: λόγω χρόνου προέρχονται από τα πρώτα πρώτα τεύχη, και λόγω χώρου πολλοί συνεργάτες έμειναν απέξω. Όλοι οι συνεργάτες, όπως γράφει ο Οικονομόβιος στον «Επίλογό» του, ανήκαν στην εθελοντική δημοσιογραφία: «Η εθελοντική δημοσιογραφία πηγάζει από την ανάγκη να αντισταθούμε στη συνεχή υποβάθμιση της πληροφόρησης».

Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα αποφάσισα –καθώς το περιοδικό είχε αρκετές ανυπόγραφες μόνιμες στήλες (βλ. τα ονόματα στο τελευταίο τεύχος 75, σ. 48)–, να μην βάλω τα ονόματα ούτε των ενυπόγραφων δημοσιεύσεων. Εμείς θα τα βρούμε εύκολα, οι σημερινοί νέοι αναγνώστες μπορούν να τα παίξουν σε μικροστοιχήματα.

Γιατί η Πλάκα δεν υπάρχει πια; Γιατί οι τρόποι που διασκεδάζουν οι άνθρωποι είναι τρεις, οι εξής δύο, το παρελθόν; Γιατί τα σχολικά βιβλία θα γίνουν φύλλο-φτερό μετά το τέλος  των εξετάσεων, είτε γράφουν είτε όχι για τον συνωστισμό της Σμύρνης και το «κρυφό σχολειό»; Και πάει λέγοντας. Με τα αυτονόητα αλλά κυρίως με τον λαϊκισμό τα είχαμε, όπου έσκαγε μύτη. Και μας βάζουν σήμερα συλλήβδην στην Αριστερά που συναίνεσε στον λαϊκισμό της μεταπολίτευσης: Όλοι μαζί το κάναμε; Πάντως, εμείς, ναι, όλοι μαζί τα κάναμε. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αποανάπτυξη και τα εγχειρήματα αλληλέγγυας οικονομίας

Standard

του Ηρακλή Παναγούλη

Ξυλογραφία του Γιώργου Μόσχου, 1932

Όλο και περισσότερο, η κριτική που γίνεται στην Αριστερά δεν είναι για τις θέσεις της αλλά για την έλλειψή τους. Τον κακό καπιταλισμό, τον στυγερό ιμπεριαλισμό και την ανήθικη «ελεύθερη» αγορά έφτασε η στιγμή να τους κατακρίνουν, σχεδόν, οι πάντες. Ζητούμενο, λοιπόν, είναι το επόμενο βήμα: η διατύπωση πρότασης.

Πέρα από την εύκολη απάντηση ότι τις λύσεις να τις βρουν αυτοί που δημιούργησαν τα προβλήματα, το ερώτημα είναι πώς συγκροτείται μια πρόταση. Ή, καλύτερα, πώς δημιουργείται το περιβάλλον μέσα από το οποίο θα προκύψει μία πρόταση;

Για να αρθρωθεί μια πρόταση πρέπει να τεθούν τα «σωστά» ερωτήματα. Ποιός θέτει όμως τα ερωτήματα; Κατά πάσα πιθανότητα, αν τα ερωτήματα τεθούν από αυτούς που υπηρετούν την υπάρχουσα εκμεταλλευτική, ιεραρχική και πάνω από όλα οικονομίστικη οργάνωση της κοινωνίας, είναι αδύνατο να προκύψουν απαντήσεις για κοινωνίες αλληλεγγύης, συλλογικής αυτοδιαχείρισης και αυτοδιεύθυνσης. Συνέχεια ανάγνωσης

Η παγκοσμιοποίηση, η κρίση και η άνοδος της ακροδεξιάς

Standard

Τα πρώτα αποτελέσματα μιας κοινωνιολογικής έρευνας στη Γαλλία

Συνέντευξη του Αλάν Μερζιέ

μετάφραση: Μιχάλης Πάγκαλος

Ο Αλάν Μερζιέ (Alain Mergier) εξέδωσε το 2006 μια σημαντική μελέτη για τα λαϊκά στρώματα (Le descenseur social, Plan/Fondation Jean Jaurés, στα ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως Ο κοινωνικός κατελκυστήρας). Στη συνέντευξη που μεταφράζουμε εδώ, παρουσιάζει στην εφ. Le Monde (22.5.2011) τα πρώτα αποτελέσματα της νέας του έρευνας, που ξεκίνησε στην αρχή της φετινής χρονιά μαζί με την κοινωνιολόγο Εβελύν Μπρυν (Evelyn Brun), με πεδίο τους εκλογείς των ίδιων κοινωνικών στρωμάτων που το 2007 είχαν ψηφίσει την Σεγκολέν Ρουαγιάλ. Τη συνέντευξη πήραν ο Αμπέλ Μεστρ (Abel Mestre) και ο Τομά Βίντερ (Thomas Wieder).

M.Π.

Έργο του Ανρί Ματίς

Ποιες είναι οι πιο εντυπωσιακές αλλαγές μεταξύ της έρευνας που κάνατε το 2006 και της φετινής;

 Οι άνθρωποι που συναντούσαμε το 2006 μας έλεγαν ότι φοβούνται για το μέλλον τους και για το μέλλον των παιδιών τους. Έβλεπαν τον εαυτό τους σε μια κατηφορική πλαγιά. Γι’ αυτό και χρησιμοποιήσαμε την εικόνα του «κοινωνικού κατελκυστήρα». Σήμερα, δεν πρόκειται απλώς για την έλλειψη προοπτικής για το μέλλον, αλλά και για την αποσύνθεση του παρόντος. Η εικόνα που αποδίδει αυτή την αποσύνθεση δεν είναι πια ότι κατεβαίνουμε αλλά ότι έχουμε αγγίξει τον πάτο. Έτσι θα πρέπει να δούμε το σοκ που προκάλεσαν οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών σε αέριο, πετρέλαιο και ηλεκτρική ενέργεια: οι άνθρωποι δεν μιλούν παρά μόνο για αυτό. Δεν διανύουμε, πλέον, απλώς μια κρίση του αύριο αλλά βρισκόμαστε σε μια κρίση του καθημερινού που μεταφράζεται με το αίσθημα της διαρκούς ανασφάλειας.

 Λέτε επίσης ότι έχει αλλάξει η σχέση με την παγκοσμιοποίηση.

 Ναι, είναι η δεύτερη σημαντική εξέλιξη. Πριν από τέσσερα ή πέντε χρόνια, τα λαϊκά στρώματα αντιλαμβάνονταν τη Γαλλία σαν ένα καράβι που με μεγάλες δυσκολίες προσπαθούσε να παραμείνει στην πορεία του μέσα στον ωκεανό της παγκοσμιοποίησης. Από την κρίση του 2008 και μετά, βλέπουν, αντίθετα, στον ορίζοντα ένα άλλο καράβι να ρίχνει τις τορπίλες του, ένα καράβι που ονομάζεται Κίνα και απειλεί με κάθε τρόπο. Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε τη συνειδητοποίηση των συνεπειών του δημόσιου χρέους: όλος ο κόσμος –και αυτό το αίσθημα πηγαίνει και πολύ πιο πέρα από τις λαϊκές μάζες– σκέφτεται ότι τα περιθώρια ελιγμών έχουν μηδενιστεί. Εξάλλου, με όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία, η Γαλλία δεν φαίνεται πλέον να βρίσκεται εκτός βεληνεκούς της κρίσης, όπως ήταν ακόμη το 2006. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Πραγματική Δημοκρατία της Ισπανίας Τώρα

Standard

Μανιφέστο Φάντασμα

Μετάφραση από τα ισπανικά: Jaquou Utopie, για το μπλογκ «Παραλληλογράφος» (parallhlografos.wordpress.com)

Οι συγκεντρωμένοι στην Puerta del Sol, με πλήρη συνείδηση ότι αυτή είναι μια δράση εξελισσόμενη και αντίστασης, συμφωνήσαμε να δηλώσουμε τα παρακάτω:

1. Μετά από πολλά χρόνια απάθειας, μία ομάδα πολιτών διαφορετικών ηλικιών και κοινωνικής προέλευσης (σπουδαστές, καθηγητές, βιβλιοθηκάριοι, άνεργοι, εργαζόμενοι…) αγανακτισμένοι από την αποτυχία αντιπροσώπευσης και τις προδοσίες που συμβαίνουν στο όνομα της δημοκρατίας, συναντηθήκαμε στην Puerta del Sol επιστρέφοντας στην ιδέα της Πραγματικής Δημοκρατίας.

2. Η Πραγματική Δημοκρατία εναντιώνεται στην βαθμιαία απώλεια του κύρους των θεσμών που θέλουν να αντιπροσωπεύουν τους πολίτες, ενώ έχουν μετατραπεί σε παράγοντες διοίκησης και διαχείρισης, στην υπηρεσία των δυνάμεων της διεθνούς οικονομικής ισχύος.

3. Η δημοκρατία που προέρχεται από τους διεφθαρμένους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς είναι απλά ένας συνδυασμός στείρων εκλογικών πρακτικών, όπου οι πολίτες έχουν μηδενική συμμετοχή.

4. Η αναξιοπιστία της πολιτικής έφερε μαζί της την κατάσχεση των λέξεων από αυτούς που έχουν την εξουσία. Οφείλουμε να επανακτήσουμε τις λέξεις, να τις επανανοηματοδοτήσουμε για να μην μας χειραγωγούν με τη γλώσσα και να μην αφηνόμαστε ως πολίτες ανυπεράσπιστοι και ανίκανοι για  δράση με συνοχή.

5. Τα παραδείγματα χειρισμού και ουσιαστικά κατάσχεσης της γλώσσας είναι πολυάριθμα και αποτελούν εργαλεία ελέγχου και παραπληροφόρησης. Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορίες με την καμαριέρα

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Μαξ Μπέκμαν, «Οι ηθοποιοί», 1941-2

Μύρισε ο κόσμος βαρβατίλα τις τελευταίες μέρες. Ανέκδοτα για τις σεξουαλικές πρακτικές και τις στάσεις που χρησιμοποιεί ο Στρως Κανν, το πώς κατά βάθος ήθελέ τα και έπαθέ τα η καμαριέρα ή μάλλον δεν έπαθε και τίποτα, στην τελική. Δεκάδες μαίηλ με τα ίδια στερεότυπα αστειάκια, μαγκιές για το πώς ενώ όσο πήδαγε την Ελλάδα ο γάλλος επιβήτορας δεν έπαθε τίποτα, μόλις άγγιξε την καμαριέρα καταστράφηκε, σενάρια για το πώς του τη στήσανε. Δεν ξέρω εάν του τη στήσανε ή όχι. Για την ακρίβεια δεν με ενδιαφέρει και πολύ, τουλάχιστον τόσο όσο με ενδιαφέρει η συμπεριφορά που αναδύεται πίσω από όλες αυτές τις αντιδράσεις. Θα μου πεις δεν τις ήξερες; Μπορεί και ναι, μα ήλπιζα ότι δεν αφορούσαν έναν χώρο συνομηλίκων, γνωστών, φίλων που έμοιαζε, θεωρητικά τουλάχιστον, να μην υποκύπτει σε όλη αυτή την υποτίμηση των γυναικών που χρόνια παρατηρούμε γύρω μας.

Ξέρω τι θα μου πούνε πολλοί, ακόμα και από τους πιο κοντινούς: Υπερβολές. Δεν θα συμφωνήσω. Ανήκω σε μια γενιά που μεγάλωσε στη δεκαετία του 1970, ενηλικιώθηκε στις αρχές του 1980. Έζησε στον απόηχο ενός φεμινιστικού κινήματος που αναπτύχθηκε την ίδια εποχή διεκδικώντας μια ισότιμη μεταχείριση, φέρνοντας ονόματα νέων συγγραφέων, ιδεών, συλλογικοτήτων: Άλις Σβάρτσερ, Σίλα Ροουμπόθαμ, το Σπίτι των Γυναικών, οι πορείες για τους βιασμούς, τα φεμινιστικά έντυπα, η Σκούπα, η Κατίνα, η Δίνη. Ήταν όλα αυτά μαζί, και δίπλα τους ό,τι έμοιαζε να ανοίγει το δρόμο για μια αντίληψη της σεξουαλικότητας από διαφορετικούς δρόμους, με ανοιχτούς ορίζοντες, το ΑΚΟΕ, το Αμφί, η Λάβρυς, η Πάολα. Μια σεξουαλικότητα στενά συνδεδεμένη με την πολιτική, η απελευθέρωση μιας επιθυμίας που αφορούσε όλους ανεξαρτήτως προτιμήσεων, το «κορμί μου είναι μόνο η αφορμή», όπως έγραφε ο Άρης Δαβαράκης. Συνέχεια ανάγνωσης

Το επίφοβο κενό

Standard

του Νικόλα Σεβαστάκη

Έγκον Σίλε, «Όρθιος άντρας με κόκκινο μεσοφόρι », 1954

Μια απεργιακή πορεία χιλιάδων ανθρώπων αντιμετωπίζει τη βαναυσότητα των ΜΑΤ με αποτέλεσμα πολλούς σοβαρά τραυματίες και έναν άνθρωπο τριάντα χρόνων, τον Γιάννη Καυκά, σε κρίσιμη κατάσταση στην εντατική. Στη συνέχεια οργανώνεται πορεία εναντίον της αστυνομικής βίας και των ρατσιστικών επιθέσεων στο κέντρο της Αθήνας. Και, κάποια στιγμή, μια ομάδα κρετίνων αποφασίζει να παίξει πόλεμο με την αστυνομία περνώντας μέσα από τον κόσμο μιας λαϊκής αγοράς. Αποτέλεσμα; Τραυματίες με σοβαρά εγκαύματα και ένας άνθρωπος στα πρόθυρα του θανάτου από εισπνοή τοξικών αερίων. Πώς να χωρέσουν άραγε όλες αυτές οι στιγμές σε μια αφήγηση της παρούσας κατάστασης; Πώς να χωρέσουν τόσα συντρίμμια το νόημα που θα ήθελε να τους δώσει ο καθένας μας;

Αυτό τον καιρό καταλαβαίνω κάπως περισσότερο όλους εκείνους που τηρούν επιφυλακτική στάση απέναντι στον δημόσιο σχολιασμό και στην έκφραση θέσης. Ακόμα και εκείνους που ισχυρίζονται ότι σε αυτούς τους καιρούς ο πρώτος λόγος «πρέπει να ανήκει στους ειδικούς» και όλοι εμείς οι υπόλοιποι καλό θα ήταν «να κάνουμε απλώς τη δουλειά μας».

Καταλαβαίνω, δίχως βεβαίως να συμφωνώ. Είναι σίγουρα πιο ανακουφιστικό να γράφεις μια επιφυλλίδα για τις μεταφορές στον Σεφέρη ή ένα άρθρο για τις υποθετικές κρίσεις στον Καντ, από το να αγγίζεις μια πραγματικότητα που μοιάζει συχνά με παραλήρημα. Και μάλλον λέμε ψέματα στον εαυτό μας ότι ετούτη η πραγματικότητα μπορεί να πιαστεί από κάπου, ότι μπορούμε να εξηγήσουμε την τάση ή το γενικό πλάνο των εξελίξεων. Τα ίδια τα γεγονότα έρχονται να στραπατσάρουν με αναίδεια θεωρήματα και διανοητικές κατασκευές. Τα γεγονότα ως πολλαπλασιαστές απορίας και επιταχυντές της διάλυσης των όποιων βεβαιοτήτων χτίστηκαν την προηγουμένη. Συνέχεια ανάγνωσης

Εύη Ολυμπίτου (1962-2011): Αποχαιρετισμός σε έναν δικό μας άνθρωπο

Standard

Συγκλονισμένοι μάθαμε, το βράδυ της Τρίτης, το θάνατο της Εύης Ολυμπίτου, σε ηλικία σαράντα εννιά χρονών. Η Εύη γεννήθηκε στην Καβάλα και σπούδασε στη Φιλοσοφική Αθηνών, όπου και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή, με θέμα την οργάνωση του χώρου στην Πάτμο (16ος-19ος αι.). Το διάστημα 1994-2003 συνεργαζόταν με το Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, ενώ από το 2003 ήταν επίκουρη καθηγήτρια εθνολογίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Τα κύρια επιστημονικά της ενδιαφέροντα ήταν η μελέτη του υλικού πολιτισμού των προβιομηχανικών κοινωνιών, η οργάνωση και οι χρήσεις του οικισμένου χώρου και της υπαίθρου. Ήταν μέλος των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, της Εταιρείας Μελέτης Νέου Ελληνισμού-περ. Μνήμων και της ελληνικής επιτροπής για τη διατήρηση της βιομηχανικής κληρονομιάς. Ανάμεσα στα δημοσιεύματά της σημειώνουμε: Αρχείο του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ. Συλλογή Αρχείων Σύγχρονης Kοινωνικής Ιστορίας. Κατάλογοι και Ευρετήρια, 2000 (σε συνεργασία με τον Δ. Δημητρόπουλο), Άνθρωποι και παραδοσιακά επαγγέλματα σε νησιά του Αιγαίου, 2003 (σε συνεργασία με την Κ. Κορρέ-Ζωγράφου), καθώς και την επιμέλεια του τόμου με κείμενα του Α. Μπριλλάκη Διαδρομές και αναζητήσεις της Αριστεράς μετά τον Εμφύλιο 2010 (σε συνεργασία με τον Η. Νικολακόπουλο).

Η Εύη, εκτός από αφοσιωμένη και σοβαρή επιστήμων, ερευνήτρια και δασκάλα, υπήρξε κατεξοχήν άνθρωπος της δικής μας Αριστεράς, μια συντρόφισσα με όλη τη σημασία της λέξης. Για πολλά χρόνια πρωτοστάτησε στις τοπικές πρωτοβουλίες και κινήσεις του Χαλανδρίου, όπου ζούσε· στις τελευταίες δημοτικές εκλογές ήταν υποψήφια με τον συνδυασμό «Αντίσταση με τους Πολίτες του Χαλανδρίου». Τις αριστερές της ιδέες τις υπηρέτησε, λόγω και έργω, με τη ζωή, το έργο και τη στάση της. Πώς να ξεχάσουμε, όσοι και όσες τη γνωρίσαμε, την απλότητα, το ήθος, τη ζεστασιά και την καλοσύνη της Εύης μας; Δημοσιεύουμε, σήμερα, τους επικήδειους με τους οποίους συνάδελφοι, φίλοι και συναγωνιστές την αποχαιρέτησαν, την Πέμπτη, στο Πρώτο Νεκροταφείο, καθώς και λίγους στίχους του συντρόφου της ζωής της, Κώστα Ευθυμίου.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Θα σε αναζητούμε πάντα στο μέλλον

του Δημήτρη Ανωγιάτη-Pelé

Εύη μας, αγαπημένη μας Εύη, βιάστηκες πάλι να μας συγκεντρώσεις όπως πάντα, σήμερα εδώ, εμάς τους φίλους και συναδέλφους σου. Αυτή τη φορά όμως με τον τόσο απρόσμενο και αιφνίδιο χαμό σου. Και μας κάλεσες να σου πούμε τι; Να σου απευθύνουμε το ύστατο αντίο; Να μιλήσουμε για σένα; Κάτι που πάντοτε απεχθανόσουν, που πάντοτε αυστηρά και επιτακτικά μας απαγόρευες. Αυτή τη φορά όμως δεν θα σε ακούσουμε, δεν θα σε αφήσουμε να μας πεις: Σταματήστε τις αηδίες σας. Τι πράματα είναι αυτά; Για μια φορά θα σε ξεγελάσουμε, όπως μας ξεγέλασες και εσύ, εγκαταλείποντάς μας τόσο πρόωρα, δημιουργώντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Σε μένα λοιπόν έπεσε ο κλήρος να είμαι σκληρός μαζί σου, να παραβώ τη θέλησή σου και να μιλήσω για σένα εκ μέρους όλων μας, των φίλων και συναδέλφων απ’ το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Θα σεβαστούμε όμως μία από τις επιθυμίες σου: Δεν θα μιλήσουμε για τη σοβαρή επιστημονική σου δραστηριότητα και την προσφορά σου στη διανόηση, στη διδασκαλία και τη γνώση. Ας το κάνουν αυτό κάποιοι άλλοι. Αξίζει αναμφισβήτητα να γίνει από κάποιους.

Στη Σύρο, στα σεμινάρια της Ερμούπολης, με τη Λίνα Βεντούρα

Εμείς θα μιλήσουμε για το δικό μας άνθρωπο: την Εύη μας. Εμείς θα απευθυνθούμε στο Ευάκι μας, όπως συνηθίζαμε να σε αποκαλούμε στο Τμήμα. Για μας ήσουν, πάνω απ’ όλα, ο σπάνιος άνθρωπος με ήθος, που διέθετε, εκτός από την πνευματική, την έμφυτη ψυχική ευγένεια και σεμνότητα που αποτελούσαν ίδιον του χαρακτήρα σου και σε συνόδευαν σε όλες τις εκφάνσεις της προσωπικής και επαγγελματικής σου ζωής. Διακρινόσουν για το ευρύ σου πνεύμα, την κριτική σου σκέψη, τη δημοκρατική σου θεώρηση, τη συνεχή προτροπή σου στο να σκέφτεται και πάντα να ερευνά κανείς, να εξετάζει και να συγκρίνει.

Ήσουν αυτή που προσέφερε, πάντοτε μέσα από μια συνεχή διαθεσιμότητα, απλόχερα, με ανιδιοτέλεια, αθόρυβα και αποτελεσματικά σε ώρες ευθύνης, με όλες σου τις δυνάμεις. Ένας άνθρωπος με παραδειγματική συνέπεια, συνέπεια επιστημονικού λόγου, πολιτικής πράξης, προσωπικής στάσης και πίστης. Πάντοτε ανθρώπινη, σεμνή, ποτέ ακατάδεκτη και αλαζονική, ήσουν ανοικτή στις έγνοιες και τα προβλήματα των άλλων, που με προσοχή άκουγες, κατανοούσες, συμπονούσες και συνέδραμες.

Διατηρούσες μια απέχθεια στο «διανοουμενισμό» και την έπαρση. Το σεβασμό στην απλότητα τον έκανες πολιτισμό. Δίπλα σου, ακόμη και το πιο ασήμαντο γινόταν, άθελά του, σημαντικό, χωρίς να διεκδικήσεις ποτέ τίποτε, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Το χαμόγελό σου, η ευγένειά σου, η στωικότητά σου και η δεκτικότητά σου στα πειράγματα θα μας μείνουν ως εικόνα για πάντα.

Και κάτι τελευταίο, για να μη σε κουράσουμε περισσότερο με τη φλυαρία μας, κάτι που είναι ίσως πιο προσωπικό. Μετά το βραδινό φαγητό την περασμένη Δευτέρα στην Κέρκυρα και το τελευταίο ποτό που ήπιαμε με τη δική σου επιμονή και παρότρυνση στο αγαπημένο σου «Μικρό Καφέ», πριν αποχωριστούμε, αργά το βράδυ, μας υποσχέθηκες ότι θα βρισκόμασταν την επομένη στο Τμήμα, κάτι όμως που ποτέ δεν έγινε. Δεν ήρθες να μας βρεις. Εμείς σε ψάξαμε. Εμείς θα σε αναζητούμε. Εμείς θα σε ψάχνουμε πάντα στο μέλλον.


Η αφειδώλευτη προσφορά και το επιστημονικό ήθος

του Δημήτρη Δημητρόπουλου

Το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών, από κοινού με το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας, θρηνεί σήμερα το χαμό της αγαπημένης συναδέλφου Εύης Ολυμπίτου. Η Εύη, που υπηρέτησε την επιστήμη και λάτρεψε τη ζωή, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστήμιου της Αθήνας όπου και υποστήριξε τη διδακτορική της διατριβή, μαθήτευσε όμως για πολλά χρόνια στο ΙΝΕ και σφραγίστηκε από τους εκεί δασκάλους της. Από το 1994 που ξεκίνησε η επιστημονική της συνεργασία με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών επέβλεψε και συμμετείχε σε ερευνητικά προγράμματα, δημοσίευσε σημαντικές μελέτες της στις εκδόσεις του, μετείχε με ενθουσιασμό στο σχεδιασμό νέων ερευνητικών έργων, συνεισέφερε ιδέες και απόψεις, μοιράστηκε σκέψεις και αγωνίες, δούλεψε για τα «Σεμινάρια της Ερμούπολης», αλλά κυρίως αγάπησε τις ατελείωτες «άχρηστες» ώρες συζητήσεων για τα θέματα της επιστήμης, της πολιτικής και της επικαιρότητας, διότι γνώριζε καλά ότι το «χρήσιμο» και το «ωφέλιμο» δεν είναι έννοιες ταυτόσημες.

Παρότι μετά την εκλογή της στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο το 2003, δεν είχε πλέον τυπική εργασιακή σχέση με το ΙΝΕ, η παρουσία της ήταν πυκνή και ουσιαστική, αφού η Εύη –η δικιά μας Εύη– είχε το σπάνιο χάρισμα να έχει επιβληθεί στο χώρο και στους ανθρώπους με τη γλυκύτητα της φυσιογνωμίας της, την ευγένεια του χαρακτήρα της, την ηπιότητα και την ποιότητα του λόγου της και την αφειδώλευτη διάθεσή της να μοιραστεί και να προσφέρει σε όλους από το έχει της. Συνέχεια ανάγνωσης

Απαξιώνοντας την Αντίσταση

Standard

Mια «αποτίμηση» που σημαίνει υποτίμηση

 

του Πολυμέρη Βόγλη

Χαρακτικό του Γιάννη Στεφανίδη, από παράνομο έντυπο

Η έκρηξη του ιστοριογραφικού ενδιαφέροντος για τη δεκαετία του 1940, όπως είναι γνωστό, συνδυάστηκε με μια έντονη διαμάχη. Ένα από τα πιο επίμαχα ζητήματα αφορούσε τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου 1941-1944. Κοινή αφετηρία ήταν η κριτική στις αποσιωπήσεις και τους μύθους, με τους οποίους ο επίσημος λόγος είχε περιβάλει την «Εθνική Αντίσταση» στη μεταπολίτευση. Ωστόσο, κάποιοι μελετητές εστίασαν στις εμφύλιες συγκρούσεις της κατοχικής περιόδου και υποβάθμισαν την εθνικοαπελευθερωτική διάσταση της Αντίστασης, για να υποστηρίξουν ότι η Αριστερά ήδη από το 1943 επεδίωκε να καταλάβει βίαια την εξουσία. Το επόμενο βήμα, μετά την υποβάθμιση της εθνικοαπελευθερωτικής διάστασης της Αντίστασης, είναι η απαξίωση συλλήβδην της Αντίστασης.

Στην ειδική έκδοση της Καθημερινής της 8 Μαΐου 2011 δημοσιεύθηκε ένα άρθρο του Στάθη Καλύβα με τίτλο «Αποτιμώντας την Αντίσταση». Ο Σ. Καλύβας υποστηρίζει ότι τα όποια οφέλη της Αντίστασης για την Ελλάδα εντοπίζονται σε συμβολικό επίπεδο (εθνική υπερηφάνεια, αγώνας ενάντια στο φασισμό). Από την άλλη, οι ζημίες ήταν πολλαπλές. «Η Αντίσταση», διατείνεται ο αρθρογράφος, «απέτυχε στους περισσότερους στόχους της, ενώ επέβαλε ένα μεγάλο κόστος στη χώρα»: δεν έδιωξε τους κατακτητές αλλά μόνοι τους αποχώρησαν, οι περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο του ΕΑΜ δεν ήταν ιδιαίτερα ελεύθερες, το κόστος που πλήρωσαν οι Γερμανοί ήταν μικρό, τα αντίποινα «που προκάλεσε η Αντίσταση» ήταν αιματηρά, η Αντίσταση μεγέθυνε τη συνεργασία με τους κατακτητές και, τέλος, η Αντίσταση «ταυτίστηκε με έναν εμφύλιο σπαραγμό που οδήγησε σε νέες μεταπολεμικές εμφύλιες συγκρούσεις». Μέσα από αυτή την ιδιότυπη προσέγγιση προκύπτει το συμπέρασμα ότι η Αντίσταση ήταν «αντιπαραγωγική». Με άλλα λόγια, η Αντίσταση περισσότερο έβλαψε παρά ωφέλησε την Ελλάδα…

Γιάννης Τσαρούχης, "Η Εθνική Απελευθέρωσις", 1944

Ο αρθρογράφος δεν εξετάζει τα αίτια της εμφάνισης της Αντίστασης. Το κίνημα της Αντίστασης προέκυψε από τις συνθήκες που επέβαλαν οι κατακτητές στις κατεχόμενες χώρες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η Αντίσταση δεν ήταν απλά και μόνο αποτέλεσμα του πατριωτισμού αλλά και της αυτοπροστασίας της κοινωνίας απέναντι στη βία και την εξαθλίωση που προκάλεσαν οι κατοχικές δυνάμεις. Η πείνα, η τρομοκρατία, οι απαγορεύσεις, οι στερήσεις ώθησαν τον πληθυσμό να συμμετάσχει στο κίνημα της Αντίστασης. Η Αντίσταση εμφανίζεται στις χώρες όπου το «κόστος» της Κατοχής είναι υψηλό για την κοινωνία. Με αυτή την έννοια, οι επιπτώσεις της Αντίστασης δεν μπορούν να εξεταστούν ανεξάρτητα από τις επιπτώσεις της Κατοχής.

Η δράση της Αντίστασης στην Ελλάδα δεν μπορεί να υποτιμηθεί, στο βαθμό που αποτελούσε έντονη πηγή ανησυχίας για τις κατοχικές δυνάμεις. Οι κινητοποιήσεις του ΕΑΜ στις πόλεις εμπόδισαν την πολιτική επιστράτευση στις αρχές του 1943. Οι επιθέσεις των ανταρτών του ΕΛΑΣ κατά μεταλλείων και ορυχείων και οι δολιοφθορές στο συγκοινωνιακό δίκτυο προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα στη γερμανική στρατιωτική μηχανή. Οι απώλειες των γερμανικών στρατευμάτων δεν ήταν αμελητέες. Μεταξύ Μαρτίου 1943 και Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί έχασαν 4.000 άνδρες, ενώ άλλοι τόσοι τραυματίστηκαν. Επειδή η ένοπλη Αντίσταση συνιστούσε πραγματική απειλή, οι Γερμανοί προχώρησαν στη διενέργεια εκκαθαριστικών επιχειρήσεων και πολύνεκρων αντιποίνων. Τα αντίποινα, ωστόσο, δεν τα «προκάλεσε» η Αντίσταση. Τα αντίποινα τα προκάλεσε η λογική της βίας των κατοχικών στρατευμάτων, που εφάρμοσαν την αρχή της συλλογικής ευθύνης και της ασύμμετρης απάντησης και μια φυλετική θεώρηση που υποβίβαζε τη ζωή των ελλήνων πολιτών ως ανάξια ύπαρξης. Η ευθύνη των αντιποίνων βαραίνει αυτούς που τα διενεργούν, γι’ αυτό και μετά τη βαρβαρότητα των γερμανικών στρατευμάτων, τα αντίποινα περιορίστηκαν από το διεθνές δίκαιο (1949). Συνέχεια ανάγνωσης

Κέρδη και ζημίαι

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Τρικάκι της ΕΠΟΝ (ΑΣΚΙ)

Ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα μας η Αντίσταση; Ας σταθμίσουμε προσεκτικά τα υπέρ και κατά, μας λέει ο Στάθης Καλύβας (Η Καθημερινή, 8.5.2011), για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ζημίες ήταν πολλές και ανεπανόρθωτες. Το επόμενο βήμα, το διά ταύτα, δεν διατυπώνεται, αλλά εξάγεται αβίαστα, άλλωστε τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται: αν η βλάβη υπήρξε ανήκεστος, τότε προφανώς η Αντίσταση ήταν –και είναι–, τουλάχιστον, αποφευκτέα: μόνο κάποιος παράφρων θα υποστήριζε εγχειρήματα τόσο βλαβερά και ζημιογόνα.

Ας θέσουμε και ας απαντήσουμε λοιπόν, με τον ίδιο τρόπο, κάποια ανάλογα ερωτήματα: Όταν η Ελλάδα δέχτηκε τη γερμανική επίθεση, η αντίσταση του ελληνικού στρατού ωφέλησε ή έβλαψε; Έβλαψε, μάλλον, αφού ήταν μάταιη και είχαμε και νεκρούς. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου; Απ’ ό,τι φαίνεται, έβλαψε κι αυτή, αφού, εκτός τους νεκρούς, έθεσε τέλος στη «φιλελευθεροποίηση» Μαρκεζίνη, οδηγώντας στη σκλήρυνση του καθεστώτος και  την άνοδο Ιωαννίδη. Οι Πολωνοί εργάτες το 1956, οι Κινέζοι φοιτητές το 1989 και τόσοι άλλοι  τι άλλο κέρδισαν  εκτός από διώξεις, φυλακίσεις και νεκρούς; Προχωρώντας, αν αποδείξουμε με κάποιο σκεπτικό ότι η συνεργασία και ο δωσιλογισμός απέδωσαν οφέλη (λ.χ. άμβλυνση των συνεπειών της κατάκτησης), πρέπει άραγε να συνάγουμε ότι όφειλαν να γενικευθούν αποτελώντας πρότυπο, ότι ο Πεταίν θα όπως  και η γενικευμένη αποδοχή του καθεστώτος Πεταίν στη Γαλλία;

Όταν θέτουμε τέτοια ερωτήματα, η κουβέντα δεν μπορεί να περιοριστεί στο πεδίο της επιστήμης αλλά περνάει  στην επικράτεια των αξιών, των αρχών, του τρόπου που επιλέγουμε να νοηματοδοτήσουμε τη ζωή μας.  Γιατί τέτοιες σταθμίσεις «οφέλους» και «ζημίας» έχουν δύο –σφαλερές και συνάμα θλιβερές– απολήξεις: είτε εκβάλλουν σε έναν λόγο υπέρ του δυνατού και ένα κήρυγμα εθελοδουλίας, αφού τα αντιστασιακά και εξεγερσιακά εγχειρήματα έχουν κόστος και πολύ συχνά δεν κερδίζουν· είτε σε μια εκ των υστέρων σοφία, υπέρ της αντίστασης όποτε αυτή τελικά υπερίσχυσε και έγινε ο ισχυρός: λ.χ. το «Όχι» της 28ης Οκτωβρίου ήταν επωφελές, φαντάζομαι, αφού ξέρουμε σήμερα ότι πέτυχε (αντίθετα, αν είχαν νικήσει οι Ιταλοί, θα αποφαινόμασταν ότι υπήρξε ζημιογόνο). Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά. Συνέχεια ανάγνωσης

Η «αυτοδικία» κάπου μεταξύ «αυτοάμυνας» και επίθεσης

Standard

 του Δημήτρη Χριστόπουλου

Τις τελευταίες μέρες, ρατσιστικές επιθέσεις, πογκρόμ εναντίον μεταναστών ενδημούν χάρη σε ένα προφανές στρατηγικό σχέδιο υλοποίησης από τη Χρυσή Αυγή και ελέω της απουσίας ενός αντίστοιχου σχεδίου αντιμετώπισης από την πολιτεία. Οι επιθέσεις αυτές στις γνωστές περιοχές του αθηναϊκού κέντρου βαπτίστηκαν από τη συντριπτική πλειοψηφία των μέσων «αυτοδικία», καθώς εγγράφονται σε μια χρονική αλληλουχία και συνάφεια με τη δολοφονία του Mανώλη Καντάρη στη γωνία Ηπείρου και 3ης Σεπτεμβρίου.

Τζαίημς Ένσορ, «Δυο σκελετοί παλεύουν για μια ρέγκα τουρσί», 1891

Με κάποιες εξαιρέσεις φαντάζομαι, οι άνθρωποι που διεξάγουν τις επιθέσεις αυτές δεν νιώθουν ότι εγκληματούν. Αυτό που κατά τεκμήριο προβάλλει η ρατσιστική βία ως νομιμοποιητική της βάση είναι η αυτοάμυνα. Η μελέτη της βίας αυτής στην Ευρώπη δείχνει ότι η συμπεριφορά που προσλαμβάνεται από τα υποκείμενά της ως αυτοάμυνα αιτιολογεί τις απεχθέστερες πράξεις σε βάρος μεταναστών, καθώς οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί τους είτε νιώθουν είτε λένε ότι νιώθουν πως «διώκονται» από τους μετανάστες. Άρα, με βάση αυτή τη συλλογιστική, η αντίδρασή τους καλύπτεται από όσα προβλέπει ο Ποινικός Κώδικας για τέτοιες περιπτώσεις. Το άρθρο 22 του δικού μας Ποινικού Κώδικα αναφέρει πως «δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας», όπου άμυνα είναι «η αναγκαία προσβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται εναντίον τους».

Αυτοάμυνα, πράξη δηλαδή δίκαια, θα ήταν αν την κρίσιμη στιγμή ο σαραντατετράχρονος ή ο συνοδός του μπορούσε να αμυνθεί, προκαλώντας ακόμη και σοβαρές βλάβες στους επιτιθέμενους εγκληματίες. Σύμφωνα με το ελληνικό ποινικό δίκαιο και τη σχετική νομολογία, ως και η υπέρβαση της άμυνας είτε δεν καταλογίζεται καν, είτε τιμωρείται πολύ λιγότερο αν το θύμα της επίθεσης μπορέσει να αποδείξει ότι στην κατάσταση που βρισκόταν δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Είναι γνωστή στα ποινικά χρονικά, και όχι μόνο, η περίπτωση της γυναίκας που πριν από αρκετά χρόνια στη Γερμανία, αν και σκότωσε στο δικαστήριο τον βιαστή του παιδιού της, τιμωρήθηκε με ελαφρυντικά. Συνέχεια ανάγνωσης

Ένα «όραμα» για την Αθήνα: η περίπτωση της πεζοδρόμησης της Πανεπιστημίου

Standard

της Δήμητρας Σιατίστα

Φωτογραφία του Σπύρου Δρίβα

Στις πρόσφατες προτάσεις των φορέων πολεοδομικού σχεδιασμού (ΟΡΣΑ, ΥΠΕΚΑ, μελέτες ειδικών) οι αναπλάσεις, νοούμενες κυρίως ως πεζοδρομήσεις και αναμορφώσεις πλατειών, εμφανίζονται ως κεντρικός άξονας για την αναζωογόνηση της Αθήνας. Aνάμεσα σε αυτές τις σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις «αναβοσβήνει» η εμβληματική περίπτωση της πρότασης πεζοδρόμησης Πανεπιστημίου. Από τις αρχές του 2010 που –για άλλη μια φορά– κάνει την εμφάνισή της η πρόταση στις εφημερίδες, έχει αναπτυχθεί ένας, συγκρατημένος θα λέγαμε και περιστασιακός, διάλογος με επιχειρήματα υπέρ ή κατά της πρότασης. Διακρίνουμε δύο κατηγορίες επιχειρημάτων που στηρίζουν την πρόταση:

* Η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής στο κέντρο με την αποφόρτισή του από το αυτοκίνητο και την αποφασιστική ενίσχυση του ρόλου της δημόσιας συγκοινωνίας, με στόχο την απόδοση χώρων σε πεζούς και ποδηλάτες.

* Η συμβολική σημασία των κτιρίων της νεοκλασικής τριλογίας (Βιβλιοθήκη, Ακαδημία, Πανεπιστήμιο) και η σύνδεση της διαδρομής αυτής με τις τουριστικές και εμπορικές διαδρομές της πόλης.

Αντίστοιχα, τα σημεία κριτικής μπορούν να συνοψιστούν σε τρεις άξονες: Συνέχεια ανάγνωσης

Το Σπίτι της Συνεργασίας στη Λευκωσία

Standard

 Ένα κοινό βήμα για Eλληνοκύπριους και Tουρκοκύπριους

της Δάφνης Λάππα

Έργο του Ανρί Ματίς, από την ενότητα «Τζαζ», 1943

Πριν από δυο βδομάδες έγιναν στη Λευκωσία τα εγκαίνια ενός νέου ερευνητικού και εκπαιδευτικού κέντρου, του Σπιτιού της Συνεργασίας. Το κέντρο αυτό είναι αποτέλεσμα της σύμπραξης τουρκοκύπριων και ελληνοκύπριων εκπαιδευτικών και ερευνητών, οι οποίοι το 2003 ίδρυσαν τη μη κυβερνητική οργάνωση Όμιλος Ιστορικού Διαλόγου και Έρευνας. Το 2008 ο Όμιλος, παρά τις διάφορες δυσκολίες, αγόρασε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο μέσα στη ελεγχόμενη από τα Ηνωμένα Έθνη περιοχή, τη «νεκρή ζώνη», με σκοπό να το μετατρέψει σε χώρο συνάντησης και διαλόγου μεταξύ των κοινοτήτων της Κύπρου.

Η περιοχή στην οποία βρίσκεται το Σπίτι, νοτιοδυτικά της πόλης ακριβώς έξω από τα τείχη, συμπυκνώνει τη σύγχρονη ιστορία του νησιού. Σήμερα τα κτίρια είναι εγκαταλελειμμένα, με ορατά τα σημάδια από τις σφαίρες, ενώ σακιά με άμμο έχουν ξεμείνει από τις τελευταίες συγκρούσεις στην περιοχή το 1974. Ωστόσο, ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 ήταν μια ζωντανή περιοχή με μικτό εθνοτικά πληθυσμό, πολλές αρμένικες ιδιοκτησίες και πλούσια σπίτια χτισμένα σε ύφος αποικιακό. Κυρίαρχο στο τοπίο ήταν, και παραμένει, το πολυτελές ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας, κτισμένο το 1949. Συνέχεια ανάγνωσης

Μνήμη Ηλία Αργυράκη (1929-2011)

Standard

του Χ. Γεωργούλα

 

 Με τον Ηλία  συναντηθήκαμε –τύχη αγαθή– τους πρώτους μήνες της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Ήμασταν μια παρέα νέοι, σχεδόν παιδιά ακόμα –τουλάχιστον πολιτικά–, πικραμένα και μάλλον αμήχανα από την επικράτηση της χούντας και την αδυναμία της Αριστεράς να την αποτρέψει. Ο Ηλίας μάς μάζεψε σιγά σιγά γύρω του και χωρίς διδακτισμό μας βοήθησε να καταλάβουμε πως ούτε η δικτατορία ούτε η πτώση της θα μπορούσε να ήταν το «τέλος του κόσμου».

Ήταν τότε ένας ώριμος άντρας σαράντα περίπου ετών, Μακρονησιώτης, Αγιοστρατίτης, από μικρό παιδί στην Αντίσταση, στην περιοχή της Καλαμάτας, της γενέτειράς του, με πρόσβαρη ιστορία (έναν πατέρα εκτελεσμένο απ’ τους Γερμανούς κι έναν αδερφό εκτελεσμένο από Έλληνες), που δεν καταδέχτηκε όμως ποτέ να τη χρησιμοποιήσει για να διεκδικήσει μια θέση πιο πάνω από εμάς σε μια εξουσιαστική-καθοδηγητική ιεραρχία.

Ιστορώντας μας με τον πιο απλό τρόπο, δίχως στόμφο, υπερβολές ή υπεροψία, τα πάθη της δικής του γενιάς, της γενιάς της εθνικής και δημοκρατικής αντίστασης, μας έκανε να αντιληφθούμε ότι κι από τις πιο μεγάλες ήττες μπορεί να ξεπηδήσει η ελπίδα για ένα φωτεινό αύριο. Ότι κι από το πιο χαμηλό σημείο που βρίσκεσαι, με την πλάτη στο χώμα, μπορεί να δεις τις κορυφές της ανάτασης που ελπίζεις.

 Η απλή αλλά ζώσα μεταβίβαση της εμπειρίας τού απλού αγωνιστή της Αριστεράς, με την εξιστόρηση αλλά και με παραδείγματα ζωής, μας επέτρεπε να ανακαλύψουμε και να επιβεβαιώσουμε ότι τίποτα δεν είναι οριστικό εφόσον αγωνίζεσαι. Οι αφηγήσεις του από τη Μακρόνησο, τον Αϊ-Στράτη, τις άοκνες προσπάθειες να ξαναστηθούν στα πόδια τους οι σκληρά χτυπημένες απ’ τον Εμφύλιο και το μετεμφυλιακό καθεστώς δυνάμεις της Αριστεράς οικοδομούσαν μέσα μας την πεποίθηση ότι η αντίσταση σ’ αυτό που φαίνεται να είναι παντοτινό ή αήττητο είναι η μόνη νοητή στάση για όποιον επιθυμεί να ζήσει, κι όχι να επιβιώσει. Κι έκαναν τη χούντα να μοιάζει αυτό που ήταν: ένα επεισόδιο σε μια ιστορία που γράφουν οι άγνωστοι. Συνέχεια ανάγνωσης

Εφτά κανόνες για να συμβάλουμε στη διάδοση των ρατσιστικών ιδεών

Standard

Το νομοσχέδιο του υπουργού Εσωτερικών της Γαλλίας, Ζαν-Λουί Ντεμπρέ, σχετικά με την είσοδο και την παραμονή των ξένων και των αιτούντων άσυλο, που κατατέθηκε το χειμώνα και ψηφίστηκε τον Απρίλιο του 1997, περιελάμβανε ένα σύνολο διατάξεων για τις άδειες παραμονής, την παράδοση του διαβατηρίου κατά τη διάρκεια των ελέγχων εξακρίβωσης στοιχείων, τις διαδικασίες απέλασης, τον έλεγχο των αδειών εργασίας στους χώρους απασχόλησης κλπ. Ανάμεσα στα νέα μέτρα, ήταν ο διπλασιασμός του χρόνου κράτησης των ξένων χωρίς χαρτιά και η υποχρέωση των ιδιοκτητών ενός ακινήτου να δηλώνουν την άφιξη ή την αναχώρηση οποιουδήποτε ξένου — ένα άρθρο που οδήγησε μια συλλογικότητα 59 κινηματογραφιστών, καθώς και άλλες ομάδες, να καλέσουν σε ανυπακοή. Ο νόμος γέννησε ένα αξιοσημείωτο κίνημα διαμαρτυρίας που διήρκεσε πολλούς μήνες. Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Le Monde στις 21.3.1997 (βλ. και J. Ranciere, Moments Politiques, Interventions 1977-2009, La Fabrique, 2009).

του Ζακ Ρανσιέρ

μετάφραση: Μιχάλης Μάτσας

Φράνσις Μπέικον, «Πίνακας», 1950

Η διάδοση των ρατσιστικών ιδεών στη Γαλλία φαίνεται πως αποτελεί σήμερα εθνική προτεραιότητα. Οι ρατσιστές κάνουν ό,τι μπορούν, αν και αυτό είναι αναμενόμενο. Ωστόσο, όσο και αν πασχίζουν οι προπαγανδιστές μιας ιδέας, έχουν κάποια όρια, ιδίως σε μια εποχή που δυσπιστούμε για τις ιδέες. Για να ξεπεραστούν λοιπόν τα όρια, απαιτείται συχνά η συνδρομή των αντιπάλων. Αυτό είναι και το αξιοσημείωτο της γαλλικής περίπτωσης: πολιτικοί, δημοσιογράφοι και κάθε λογής ειδικοί έχουν βρει τα τελευταία χρόνια αποτελεσματικότατους τρόπους να θέσουν τον αντιρατσισμό τους στην υπηρεσία της διασποράς των ρατσιστικών ιδεών. Όλοι οι κανόνες που διατυπώνονται εδώ έχουν χρησιμοποιηθεί ήδη, αλλά συχνά με τρόπο εμπειρικό και άναρχο, χωρίς ξεκάθαρη συνείδηση της εμβέλειάς τους. Προβάλλει λοιπόν απαραίτητο να τους παρουσιάσουμε στους δυνητικούς χρήστες ρητά και συστηματικά, για να διασφαλιστεί η μέγιστη αποτελεσματικότητά τους.

Κανόνας 1ος. Καταγράψτε καθημερινά τις ρατσιστικές απόψεις και δώστε τους όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δημοσιότητα. Σχολιάστε αφειδώς, ερευνήστε άοκνα τις μεγαλοστομίες του κόσμου αυτού και των ανθρώπων του δρόμου. Ας υποθέσουμε ότι ένας ρατσιστής ηγέτης, απευθυνόμενος στο ποίμνιό του, αφήσει να του ξεφύγει η άποψη ότι πολλοί τραγουδιστές μας είναι σκουρόχρωμοι και ότι πολλά ονόματα της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου έχουν ξενική προέλευση. Θα μπορούσατε να θεωρήσετε ότι αυτή η πληροφορία δεν αποτελεί είδηση και ότι είναι εντελώς τετριμμένο, εκ του περισσού, ένας ρατσιστής να εκστομίζει ρατσιστικές απόψεις μπροστά σε ομοϊδεάτες του. Το αποτέλεσμα όμως μιας τέτοιας στάσης θα ήταν διπλά δυσάρεστο: αφενός θα παραλείπατε να εκδηλώσετε τη διαρκή επαγρύπνησή σας ενάντια στη διάδοση των ρατσιστικών ιδεών και αφετέρου οι ιδέες αυτές θα έχαναν την ευκαιρία να διαδοθούν. Ενώ η ουσία του ζητήματος είναι να μιλάμε γι’ αυτές διαρκώς, να ορίζουν μονίμως το πλαίσιο όσων βλέπουμε και όσων ακούμε. Μια ιδεολογία αποτελείται πρώτα απ’ όλα από αισθητές και οφθαλμοφανείς διαπιστώσεις και όχι από θέσεις. Δεν είναι ανάγκη να εγκρίνουμε τις ιδέες των ρατσιστών. Αρκεί να βλέπουμε αδιάκοπα αυτό που θέλουν να μας δείξουν, να μιλάμε αδιάκοπα γι’ αυτό που θέλουν να μας πουν και, απορρίπτοντας τις «ιδέες» τους, να δεχόμαστε το δεδομένο που μας επιβάλλουν.

Κανόνας 2ος. Μην παραλείπετε να απορρίπτετε κάθε τέτοια διακήρυξη μετά βδελυγμίας. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε πλήρως αυτόν τον κανόνα, διότι το αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται είναι τριπλό. Πρώτον, οι ρατσιστικές ιδέες πρέπει να γίνουν κοινός τόπος, μέσα από τη συνεχή τους διάδοση. Δεύτερον, πρέπει να τις αποκηρύσσουμε διαρκώς για να διατηρήσουν τη σκανδαλιστική τους δύναμη και την έλξη τους. Τρίτον, η αποκήρυξη αυτή πρέπει να προβάλλεται ως δαιμονοποίηση, κατηγορώντας τους ρατσιστές επειδή λένε κάτι κοινότοπο και οφθαλμοφανές. Ας επιστρέψουμε στο παράδειγμά μας: θα μπορούσατε να θεωρήσετε ανάξια λόγου την ανάγκη που ένιωσε ο κ. Λεπέν να παρατηρήσει αυτό που βλέπει όλος ο κόσμος δια γυμνού οφθαλμού, ότι δηλαδή ο τερματοφύλακας της Εθνικής Γαλλίας είναι μελαμψός. Έτσι όμως θα σας διέφευγε η ουσία: να αποδείξετε ότι το έγκλημα που αποδίδεται στους ρατσιστές είναι ότι λένε κάτι που βλέπει όλος ο κόσμος δια γυμνού οφθαλμού. Συνέχεια ανάγνωσης

Εικόνες από το μέλλον;

Standard

του Μάνου Αυγερίδη

Φωτογραφία του Γιάννη Καφκά, από την ενότητα «open wound» (από το μπλογκ του diffusedlight.blogspot.com

Τρίτη βράδυ. Στην Γ΄ Σεπτεμβρίου ένας μικρόσωμος άνδρας (Ινδός ή Μπαγκλαντεσιανός) που το χείλος του αιμορραγεί δέχεται τη φροντίδα τριών Ελλήνων μπροστά από ένα φαρμακείο. Σε όλο το πεζοδρόμιο μέχρι τον ΟΤΕ υπάρχουν κηλίδες αίματος· λίγο πιο κάτω πάλι αίμα, πρόχειρα σφουγγαρισμένο αυτή τη φορά και δυο γυναίκες που φωνάζουν: «Να τους σκοτώσουν στο ξύλο όλους. Αμάν πια!».

Φωτογραφία του Γιάννη Καφκά, από την ενότητα «open wound» (από το μπλογκ του diffusedlight.blogspot.com

Δυο μέρες μετά, τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, ναζιστικές ομάδες συνεχίζουν να καταδιώκουν συντεταγμένα και να ξυλοκοπούν όποιον νομίζουν ξένο, να καταστρέφουν βιτρίνες και να λεηλατούν καταστήματα μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας. Έχουν προηγηθεί οι στυγνές δολοφονίες δύο ανθρώπων από άγνωστους δράστες, η μία την Τρίτη το πρωί στη συμβολή των οδών Γ΄ Σεπτεμβρίου και Ηπείρου με θύμα έναν 44χρονο Έλληνα και λάφυρο μια βιντεοκάμερα και η δεύτερη τα ξημερώματα της Πέμπτης στα Κάτω Πατήσια με θύμα έναν 21χρονο μετανάστη από το Μπαγκλαντές.

Η αναφορά στα γεγονότα δεν γίνεται βέβαια με πρόθεση ειδησεογραφική ή ενημερωτική, αλλά κυρίως για να μπορέσω εγώ ο ίδιος να βάλω τα πράγματα σε μια σειρά, για να μπορέσω να σκεφτώ. Είναι φορές που οι εξελίξεις μας προσπερνούν ή μας καθηλώνουν, και τότε δυσκολεύει ακόμη περισσότερο η προσπάθεια να τις κατανοήσεις και πόσω μάλλον να μιλήσεις γι’ αυτές. Το δράμα της μετανάστευσης, η πολιτική και η απουσία της, ο ρατσισμός κι ο εθνικισμός, η φτώχεια και η ανθρώπινη δυστυχία που δεν έχουν χρώμα και φυλή, η εκμετάλλευση και το οργανωμένο έγκλημα, το κράτος και το παρακράτος, η ανθρωποφαγία των ΜΜΕ και η δική μας, όλα ξαφνικά φαντάζουν λέξεις αδύναμες, παγωμένες και βουβές μπροστά στην όψη του αίματος. Και ο κύκλος δεν κλείνει εδώ.

Τετάρτη μεσημέρι, ο Γιάννης Καυκάς, 31 χρόνων. Παραμένει μέχρι σήμερα στην εντατική σε κρίσιμη κατάσταση μετά από τα δολοφονικά χτυπήματα των αστυνομικών δυνάμεων στο πλαίσιο της καταστολής της απεργιακής κινητοποίησης της Τετάρτης. Ένα «μεμονωμένο περιστατικό», όπως και τόσα άλλα, θυσία στο βωμό της τάξης και της ασφάλειας. Περιστατικό άμεσα καταδικασθέν από σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο, μαζί με την τυπική και τόσο υποκριτική καταδίκη της βίας «απ’ όπου κι αν προέρχεται».

Συνέχεια ανάγνωσης

Μια επίσκεψη στη Λουίζ Μισέλ

Standard

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

του Πολ Λαφαργκ

 μετάφραση: Χρήστος Κεφαλής

Kυκλοφορεί, τις αμέσως επόμενες μέρες, ο δεύτερος τόμος του περιοδικού Μαρξιστική Σκέψη (Μάιος-Αύγουστος 2011). Κεντρική θέση στα περιεχόμενά του έχει το αφιέρωμα στα 140 χρόνια της Παρισινής Κομμούνας, με κείμενα των Κ. Μαρξ, Φ. Ένγκελς, Ιούλιου Βαλέ, Λουίζ Μισέλ, Ελί Ρεκλί, Ρ. Ποστγκέιτ, Τ. Μαστρογιαννόπουλου, Τ. Κλιφ και Ορ. Πασχαλινά.

Ο αναγνώστης θα βρει ακόμη αφιερώματα στις αραβικές επαναστάσεις και το πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα. Η οικονομική αρθρογραφία του τόμου περιλαμβάνει κείμενα για το δημόσιο χρέος και τη στρατηγική της Αριστεράς (Γ. Δραγασάκης, Π. Λαφαζάνης, Σ. Σακοράφα, Γ. Τόλιος, Μ. Χουσόν, Δ. Μάνος) και θεωρητικές αναλύσεις των Μ. Σκούφογλου, Τζ. Τσουνάρα και Ντ. Κοτζ γύρω από τη σύνδεση της κρίσης με τα γνωρίσματα του τωρινού καπιταλιστικού σταδίου της παγκοσμιοποίησης. Ακολουθούν μια ιστορική αναφορά στον Ηλία Ρούνη, ένα εκτενές αφιέρωμα στον επιφανή ρώσο μαρξιστή Γκεόργκι Πλεχάνοφ, μια κριτική της θεωρίας του ευφυούς σχεδιασμού, άρθρα για το θεατρικό Δείπνο με τον σύντροφο Στάλιν και τη μινωική τέχνη, καθώς και βιβλιοκριτικές. Περισσότερες πληροφορίες στο δικτυακό τόπο www.marxistikiskepsi.gr.

Τα «Ενθέματα» προδημοσιεύουν σήμερα, τη συζήτηση του Πολ Λαφάργκ (ηγετική φυσιογνωμία του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος και γαμπρός του Μαρξ) με τη Λουίζ Μισέλ, τη διακεκριμένη ηγέτιδα της Κομμούνας, στη φυλακή όπου κρατούνταν· το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Le Socialiste, 26 Σεπτέμβρη 1885.

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»


Jules Girardet, «Η σύλληψη της Λουίζ Μισέλ», 1883

–Τι τρέχει με σένα; Φαίνεσαι αναστατωμένος, σαν η θέα μιας φυλακής να σε ενοχλεί, μου είπε χαμογελαστά η Λουίζ Μισέλ καθώς μπήκα.

–Πολίτισσα, είναι οδυνηρό για μας να ξέρουμε ότι είσαι φυλακισμένη. Αλλά δεν περίμενα να σε δω πίσω από μια θυρίδα. Έλπιζα να σου μιλήσω σε ένα δωμάτιο, να κρατήσω τα χέρια σου.

–Αγαπητέ μου Λαφάργκ, απάντησε, δεν υπάρχει άλλη αίθουσα σε αυτό το ξενοδοχείο όπου οι αστοί με έχουν τοποθετήσει δωρεάν. Δεν παραπονούμαι. Σου λέω την αλήθεια, μου έχουν τύχει και χειρότερα. Βρήκα μια ευτυχία στη φυλακή που ποτέ δεν γνώριζα όταν ήμουν ελεύθερη· έχω χρόνο να μελετώ και επωφελούμαι. Όταν ήμουν ελεύθερη είχα τις τάξεις μου: 150 σπουδαστές ή περισσότερους. Δεν αρκούσαν για να ζω, επειδή τα δύο τρίτα από αυτούς δεν με πλήρωναν. Έπρεπε να παραδίδω μαθήματα στη μουσική, τη γραμματική, την ιστορία, κάτι απ’ όλα, ως τις 10 ή 11 το βράδυ, και όταν πήγαινα σπίτι έπεφτα να κοιμηθώ εξαντλημένη, ανίκανη να κάνω οτιδήποτε. Τότε θα είχα προσφέρει χρόνια της ζωής μου για να έχω χρόνο να αφιερώσω στη μελέτη.

Εδώ, στον Άγιο Λάζαρο, έχω χρόνο για τον εαυτό μου, πολύ χρόνο, και είμαι ευτυχισμένη γι’ αυτό: διαβάζω, μελετώ. Έμαθα αρκετές γλώσσες. Ένας φίλος, ο Γκ…, μου έδωσε μαθήματα ρωσικής και μπορώ ήδη να τη διαβάζω και να τη γράφω λίγο. Ξέρεις ότι έχω άριστη μνήμη, το κύριο που χρειάζεται για τη μελέτη μιας γλώσσας. Έμαθα αγγλικά εντελώς μόνη μου… Για να αναλάβω αυτό που θέλω να κάνω όταν βγω από τη φυλακή, πρέπει να ξέρω αρκετές γλώσσες. Συνέχεια ανάγνωσης

Η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου και άλλες πολεοδομικές φαντασιώσεις για το κέντρο της πόλης

Standard

του Κωστή Χατζημιχάλη

Φωτογραφία του Σπύρου Δρίβα

Η πρόθεση της κυβέρνησης να προκηρύξει διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για τη πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου και η ευρύτατη δημοσιότητα του θέματος, με εκπομπές στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση και με δημοσιεύσεις στις εφημερίδες, έχει καλλιεργήσει υπερβολικές προσδοκίες, ακόμη και μύθους. Ακούμε και διαβάζουμε για τη «δημιουργία μια νέας συλλογικής ταυτότητας της πόλης μας», ότι η πολεοδομική παρέμβαση στην Πανεπιστημίου θα «δώσει νέα πνοή επαναφέροντας τους κατοίκους στο κέντρο», ακόμη και για «επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων» του κέντρου.

Δεν θα συζητήσω την προτεραιότητα του εγχειρήματος στη σημερινή δεινή οικονομική συγκυρία, σε μια πόλη που δεν έχει λύσει ακόμη το πρόβλημα των σκουπιδιών της. Δεν θα συζητήσω επίσης το κόστος των ερευνών που στηρίζουν την πρόταση και το κόστος του διεθνούς διαγωνισμού, με πιθανό αποδέκτη το αρχείο του ΥΠΕΚΑ, όπως συνέβη με τον αντίστοιχο για το αεροδρόμιο του Ελληνικού πριν εφτά χρόνια. Θέλω όμως να φωνάξω δυνατά ότι η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου είναι ένα μεγάλο πολεοδομικό λάθος, δεν απαντά σε κανένα ουσιαστικό πρόβλημα του κέντρου, ενώ αντιθέτως θα ανατρέψει την ιστορική του ταυτότητα και θα δημιουργήσει σοβαρά κυκλοφοριακά και κοινωνικά προβλήματα στις γειτονικές περιοχές και στη περίμετρο του δακτυλίου. Εξηγούμαι.

Φωτογραφία του Σπύρου Δρίβα

Ένα μεγάλο πολεοδομικό λάθος

1. Η Πανεπιστημίου είναι σχεδιασμένη από το 19ο αιώνα ως ένα βασικό βουλεβάρτο-λεωφόρος της πόλης, ένας βασικός αστικός συντελεστής με ιστορικά χαρακτηριστικά διαμπερούς διέλευσης. Η μετατροπή του σε πεζόδρομο ανατρέπει τις ιστορικές καταβολές της λειτουργίας και του συμβολισμού της ως λεωφόρου και θα αναπαράγει το λάθος του πρόσφατου σχεδιασμού της Ομόνοιας που, από κυκλοφοριακός κόμβος-αναφορά της πόλης, έχει μετατραπεί σε μια αμήχανη, σκοτεινή διέλευση πεζών.

2. Είναι ο πιο φαρδύς δρόμος του κέντρου με επαρκέστατα πεζοδρόμια. Αντί της συνολικής πεζοδρόμησης θα μπορούσαν τα τελευταία να διευρυνθούν και να φυτευτούν, να δημιουργηθεί ποδηλατόδρομος και να επεκταθεί η γραμμή του τραμ, χωρίς να χάσει τη λειτουργία της λεωφόρου. Η παρέμβαση γίνεται εντελώς αποσπασματικά σε ένα μικρό τμήμα της πόλης, χωρίς συνολικότερο σχεδιασμό και με άγνωστες συνδέσεις με το υπό μελέτη νέο ρυθμιστικό της. Συνέχεια ανάγνωσης

Iστορία της εργασίας: νέες προσεγγίσεις σε ένα διαρκές ζήτημα

Standard

συνέντευξη με τη Δήμητρα Λαμπροπούλου 

Το περιοδικό Ιστορείν, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την έκδοση του δέκατου τεύχους του, οργανώνει την επόμενη εβδομάδα ένα μεγάλο και ενδιαφέρον συνέδριο για την ιστορία της εργασίας. Με την ευκαιρία αυτή, μιλήσαμε με την ιστορικό Δήμητρα Λαμπροπούλου, μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Συνεδρίου.

 

Διαδήλωση υπαλλήλων, Αθήνα 1927 (Αρχείο ΓΣΕΕ)

Την πρώτη μου ερώτηση την αντιγράφω από το πρόγραμμα του συνεδρίου: «Γιατί ένα συνέδριο για την εργασία»; 

* Σε μια εποχή κατά την οποία η εργασία και το μέλλον της τελούν υπό καθεστώς έντονων συζητήσεων και αντιπαραθέσεων, ο καιρός είναι ώριμος για να προβληματιστούμε πάνω στην ιστορία της εργασίας. Αυτή είναι μια πρόταση με την οποία ξεκινούσε ένα σημαντικό βιβλίο με τον τίτλο Τα ιστορικά νοήματα της εργασίας, που εκδόθηκε το 1987 υπό την επιμέλεια του βρετανού ιστορικού Πάτρικ Τζόις. Σχεδόν 25 χρόνια αργότερα, η πρόταση διατηρεί την επικαιρότητά της. Σκεφτείτε τα χαρακτηριστικά της τρέχουσας συγκυρίας που ξαναφέρνουν την εργασία στο επίκεντρο των δημόσιων παρεμβάσεων: η διεθνής οικονομική κρίση, τα σύγχρονα μεταναστευτικά ρεύματα, οι μετασχηματισμοί του διεθνούς καταμερισμού, η αποδιάρθρωση των κοινωνικών πολιτικών, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, η δραματική ανάκαμψη των δεικτών ανεργίας, η αγωνία για την επιδείνωση των όρων ένταξης στην εργασιακή διαδικασία, που φαίνεται να αποτελεί συστατικό της κοινωνικοποίησης των νεότερων γενεών. Οι οξυμένες μορφές που αποκτά το πρόβλημα στις συνθήκες της ύφεσης διασταυρώνονται με προγενέστερες έγνοιες, οι οποίες αφορούν το χαρακτήρα της εργασίας σε συνθήκες τριτογενοποίησης της οικονομίας και παγκοσμιοποίησης του παραγωγικού περιβάλλοντος.

Συνέχεια ανάγνωσης