«Εγώ δεν έχω θεό, κι έτσι κάθε πρωί καλημερίζω το ορυχείο»

Standard

 ΑΝΤΙΚΛΙΜΑΚΑ

της Ιωάννας Μεϊτάνη

 Τι γίνεται με τη χειρωνακτική εργασία στις μέρες μας; Εξαφανίζεται; Όχι. Γίνεται αόρατη. Την σπρώχνουν όσο μπορούν πιο μακριά από τα κέντρα της οικονομικής εξουσίας, εκεί όπου είναι φτηνά τα εργατικά χέρια. Εκεί όπου οι εργάτες δεν δουλεύουν για να φάνε, αλλά για να μην πεθάνουν. Και δουλεύουν τόσο ώστε άλλη ζωή δεν έχουν. Εκεί όπου οι εργάτες πηγαινοέρχονται κάθε μέρα στην κόλαση. Την κόλαση της χειρωνακτικής εργασίας, όπου ο θάνατος είναι τόσο κοντά που οι άνθρωποι καταφεύγουν στην προσευχή.

Στιγμιότυπο από την ταινία: κινέζοι εργάτες στο χαλυβουργείο του Λιαονίνγκ, από το επεισόδιο «Μέλλον».Το ντοκιμαντέρ Ο θάνατος του εργάτη (Workingmans Death) του αυστριακού σκηνοθέτη Μίχαελ Γκλάβογκερ παρουσιάζει Πέντε εικόνες για την εργασία στον 21ο αιώνα, με μόνα σχόλια τα λόγια των ίδιων των εργατών, την εικόνα τους, το μόχθο για την επιβίωση. Σε έξι επεισόδια της ταινίας ο Γκλάβογκερ ζωγραφίζει με τη φωτιά, τον καπνό, τη σκόνη, τον ήχο του σφυριού και την μπόχα, που σχεδόν φτάνει από την οθόνη στα ρουθούνια μας, την κατάσταση της εργασίας στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.

Οι Ήρωες βγάζουν με τα χέρια τους άνθρακα από ένα εγκαταλελειμμένο ορυχείο στην Ουκρανία, έρποντας κάθε μέρα μέσα στις στοές, με μόνο σύμμαχο την τύχη. Τα Φαντάσματα κουβαλάνε σε πλεχτά πανέρια στους ώμους τους το θειάφι που μαζεύουν από τις πλαγιές ενός ηφαιστείου στην Ινδονησία. Κάθε φόρτωμα είναι 100 κιλά και πρέπει να μεταφερθεί σε απόσταση τουλάχιστον 10 χιλιομέτρων με τα πόδια. Τα Λιοντάρια σφάζουν, γδέρνουν και καψαλίζουν κατσίκες και αγελάδες σ’ ένα τεράστιο υπαίθριο «σφαγείο», όπου το αίμα με τη λάσπη γίνονται ένα, όπου τα σφαχτάρια ψήνονται σε γούβες με καύσιμα παλιά ελαστικά αυτοκινήτων. Τα Αδέρφια διαλύουν τα πλοία που φτάνουν για απόσυρση στην ακτή του Πακιστάν: κόβουν κάθε μέρα με το φλόγιστρο τα τεράστια κομμάτια λαμαρίνας και στη συνέχεια τα στοιβάζουν στην παραλία. Ανάμεσα στους λόφους από παλιοσίδερα έχουν τις καλύβες τους, ίδιες με κελιά φυλακής.

Τι γυρεύουν άραγε (!) οι πρόσφυγες από αυτές τις χώρες στην Ελλάδα;

«Γεννηθήκαμε μες στα βάσανα γιατί τίποτα σ’ αυτή τη χώρα δεν είναι όπως θα έπρεπε. Προσευχόμαστε στο θεό να κρατήσουν οι κυβερνήτες μας ανοιχτά τα σύνορα για να μπορούμε να πουλάμε τα κρέατά μας», λένε οι νιγηριανοί εκδοροσφαγείς. «Παρακάλεσα τη βρετανική κυβέρνηση να σταματήσει να στέλνει πλοία, για να μπορέσω να γυρίσω κοντά σου, αγαπημένη μου», τραγουδάει με παράπονο ο Πακιστανός που διαλύει τα σιδερένια πλοία. «Μια φορά το χρόνο πρέπει να θάβουμε το κεφάλι μιας κατσίκας μέσα στο θειάφι του ηφαιστείου, ξόρκι για να μην μας συμβεί κανένα ατύχημα», εξηγεί ο ινδονήσιος εργάτης, κίτρινος από τη σκόνη του θειαφιού. «Δεν μπορούμε να συγκριθούμε με τον Σταχάνοφ, εμάς δεν μας παρακινεί κανένας ενθουσιασμός. Ο δικός μας ενθουσιασμός είναι η θέλησή μας να ζήσουμε. Αν δεν δουλέψουμε θα πεθάνουμε από το κρύο», λέει ο ουκρανός ανθρακωρύχος, με την ανάσα του να αχνίζει στα χιόνια στη μπούκα της στοάς. «Τέτοιες φλέβες οι παππούδες μας τις έλεγαν ποντικοπαγίδες».

Εργάτες στην Ινδία σήμερα

Είναι για τους έλληνες θεατές Μέλλον το ομώνυμο προτελευταίο κομμάτι, όπου οι εργάτες στην κινέζικη χαλυβουργία του Λιαονίνγκ εξυμνούν την πρόοδο και την εξέλιξη της τεχνολογίας, ή μήπως όλα τα προηγούμενα: άθλιες συνθήκες εργασίας, χωρίς ωράριο, χωρίς καμία προστασία, χωρίς εξασφάλιση, χωρίς δικαιώματα και σχεδόν χωρίς μισθό; Πάντως, μην πάτε μακριά: η ταινία θα μπορούσε κάλλιστα να εμπλουτιστεί για το ελληνικό κοινό με διάφορα επεισόδια, όπως λόγου χάρη για τους ξένους εργάτες της φράουλας στη Μανωλάδα.

Στον Επίλογο, σχολιαρόπαιδα στο Ντούισμπουργκ της Γερμανίας κυνηγιούνται μέσα σε ένα παλιό εργοστάσιο χάλυβα που έχει διατηρηθεί ως μνημείο της βιομηχανικής ιστορίας της περιοχής, ενταγμένο σε ένα τεράστιο θεματικό πάρκο. Παραδίπλα, χομπίστες δύτες βουτάνε στις πρώην δεξαμενές αερίου. Ακριβώς επειδή υπάρχουν τα προηγούμενα επεισόδια, στην καρδιά του καπιταλισμού η βαριά βιομηχανία γίνεται μνημείο και τα πρώην εργοστάσια «αξιοποιούνται». Οι καρβουνιασμένοι Ήρωες, τα θειαφοκίτρινα Φαντάσματα, τα αιματοβαμμένα Λιοντάρια και οι σκουριασμένοι Αδερφοί πουλάνε από τα πέρατα της γης την εργασία τους για να μπορούν οι κάτοικοι του Ντούισμπουργκ να βλέπουν το πολύχρωμο σόου με τα φωτιστικά εφέ που παρουσιάζεται κάθε τόσο στο πρώην εργοστάσιο.

Το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, που γυρίστηκε στο διάστημα 2005–2005, έχει πάρει πολλά βραβεία όπου έχει παρουσιαστεί. Στην Ελλάδα προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης το 2006, αλλά δυστυχώς όχι και στις αίθουσες. Αναζητήστε το στο ίντερνετ: η τηλεόραση του AlJazeera πρόβαλε τα 4 πρώτα επεισόδια με αγγλικούς υπότιτλους (http://english.aljazeera.net/programmes/general/2010/10/2010101113656323582.html), τα άλλα δύο θα τα βρείτε σκόρπια στο youtube. Υπάρχει πάντα το download ή και η αγορά μέσω του επίσημου σάιτ (http://workingmansdeath.at/). Αλλιώς, αναμείνατε μέχρι το φθινόπωρο, θα την προβάλουμε στο εντευκτήριο των «Ενθεμάτων»!

Απ’ την ώρα που γεννιέσαι σε κάνουν να νιώθεις μικρός

Αντί να σου χαρίζουν το χρόνο, σου τον κλέβουν,

ώσπου ο πόνος είναι τόσο δυνατός που δεν νιώθεις τίποτα πια.

τραγουδούσε ο Λένον το 1970 στο θρυλικό Working Class Hero.

Στιγμιότυπο από την ταινία: κινέζοι εργάτες στο χαλυβουργείο του Λιαονίνγκ, από το επεισόδιο «Μέλλον».

2 σκέψεις σχετικά με το “«Εγώ δεν έχω θεό, κι έτσι κάθε πρωί καλημερίζω το ορυχείο»

  1. Πίνγκμπακ: Πρόταση για προβολή ταινίας: Whore’s Glory του Μ. Γκλαβόγκερ « ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s