του Νικόλα Σεβαστάκη

Χαρακτικό του Τζιάκομο Πέρι
Αν ζούσε σήμερα ο Τουργκένιεφ, αυτός ο «δυτικός» Ρώσος και φίλος του Φλωμπέρ, δεν θα χρειαζόταν να γράψει το περίφημο Ημερολόγιο ενός περιττού ανθρώπου. Πώς να γράψεις για τον περιττό άνθρωπο σε μια στιγμή όπου όλο και περισσότερο άνθρωποι φαίνεται να περισσεύουν; Πώς να μιλήσεις για τους περιττούς όταν αυτοί, ως λογιών ανεπιθύμητοι πλεονάζοντες, τείνουν να θεωρηθούν νεκροθάφτες της σωτηρίας των εθνικών οικονομιών και αποδιοπομπαίοι τράγοι στην πορεία «εξυγίανσης» των λιπόθυμων συστημάτων;
Η ελλειμματική ζωή οφείλεται, λοιπόν, στους πλεονάζοντες. Όπως η καταβύθιση του κόσμου της εργασίας χρεώνεται στους απαράσκευους και στους ανεπρόκοπους. Κοντολογίς, ο μηδενισμός οφείλεται στα μηδενικά και η ακρίβεια στους «τσαμπατζήδες»: αυτή η βαθιά πρωτόγονη «σκέψη» επιστρέφει από τους καιρούς του Χέρμπερτ Σπένσερ και τα εγχειρίδια των βικτωριανών αστών για τις επικίνδυνες τάξεις, αυτή η σκέψη-κάτεργο φαίνεται να εμπνέει για τα καλά τους συστημικούς λόγους του έτους 2011.
Πέρα όμως από τη γλαφυρή φιλολογία για τις θετικές πλευρές της κρίσης, αυτό που διαφαίνεται είναι πλέον μια ακραία πολιτισμική οπισθοχώρηση. Τα υποκείμενα πολίτες μετατρέπονται σε μονάδες μετακινούμενων φόβων και πληθυσμούς εφέδρων. Οι πραγματικά πλούσιοι έχουν κάνει απόσχιση από κάθε συμβόλαιο και η μεσαία τάξη, αυτό το αρχαίο φιλελεύθερο όνειρο, δεν μπορεί πια να στηρίξει τους μύθους που έπλασαν για αυτήν οι μεταπολεμικές κοινωνιολογίες της αφθονίας. Συνέχεια ανάγνωσης