του Στρατή Μπουρνάζου
Η Πέμπτη μαύρισε, εκτός όλων των άλλων, από το θάνατο του διαδηλωτή Δημήτρη Κοτσαρίδη, μέλους του Συνδικάτου Οικοδόμων Βύρωνα και στελέχους του ΠΑΜΕ. Δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν πέθανε «απλώς» από την καρδιά του ή από χημικά. Επειδή η ανθρώπινη ζωή είναι πράγμα ιερό, δεν θέλουμε να πούμε παραπάνω λόγια, να παίξουμε με τον θάνατο. Λέμε, μόνο, ότι τον θεωρούμε νεκρό του κινήματος (στην πορεία κατέβηκε, όχι για να πιει καφέ στο Ζάππειο), συλλυπούμενοι θερμά την οικογένεια και τους συντρόφους του.
ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Παρίσι, 1936. Φωτογραφία του Ρόμπερτ Κάπα
Tετάρτη 19 Οκτωβρίου. Από το πρωί ακούω φίλους και συντρόφους να τσακώνονται πανευτυχείς: –Διακόσιες χιλιάδες! –Όχι, παραπάνω! –Η αστυνομία δίνει εβδομήντα, άρα ήταν πεντακόσιες χιλιάδες! –Μη γράψουμε με τίποτα κάτω από τετρακόσιες! –Μην το παρακάνουμε, αλλά τριακόσιες χιλιάδες ήταν σίγουρα! –Σε όλη τη χώρα πάνω από εκατομμύριο… Μεταφέρω λίγους μόνο από τους διαλόγους του κόσμου που κατέφθανε, γεμάτος έξαψη και χαρά, στο «στρατηγείο» της Βαλτετσίου 50-52, όπου, με διαρκή ροή ειδήσεων (και τσικουδιάς), καλύπταμε, μαζί με το RedNotebook, τη διαδήλωση.
Τα νούμερα ήταν τεράστια. Μπορεί ίσως να μετρήσει κανείς τις 10.000, τις 20.000, άντε και τις 100.000 σαν τάξη μεγέθους. Από κει πάνω όμως χάνουμε το λογαριασμό. Είναι πιο φρόνιμο να πούμε απλώς ότι ήταν μια από τις μεγαλύτερες μεταπολιτευτικές διαδηλώσεις: η λέξη λαοθάλασσα αποδίδει πιστά το μέγεθος καθώς και το όλο κλίμα, στους δρόμους της Αθήνας αλλά και όλης της χώρας. Από ένα σημείο και πάνω, ο αριθμός, αυτός που δεν μπορεί να μετρηθεί, συνιστά, αυτός καθαυτός, πολιτικό γεγονός. Αυτή η λαοθάλασσα, ειρηνική, μαζική και μαχητική, έκανε τα όποια «επεισόδια» ασήμαντα, έκανε να χαλαρώνουν οι διαχωρισμοί και οι κατακερματισμοί (εννοώ κυρίως τις χωριστικές πορείες και τους σιδηρούς κλοιούς του ΚΚΕ).
Μια επιμέρους σημαντική ψηφίδα της Τετάρτης ήταν η πολύ συγκρατημένη στάση της αστυνομίας: καμία σχέση με την μπρούτα βαρβαρότητα του τελευταίου διαστήματος, ιδίως της 28ης Ιουνίου. Απόδειξη τρανή, ότι τα ΜΑΤ είναι απολύτως ελέγξιμα, και ότι, όποτε αφηνιάζουν, η δράση τους είναι ελεγχόμενα ανεξέλεγκτη.
Η Τετάρτη 19 Οκτωβρίου, όμως, δεν ήταν διόλου δεδομένη. Αν τα πλάκωνε όλα ο φόβος, η αίσθηση αδιεξόδου και απονομιμοποίησης της πολιτικής, δεν θα είχαμε τόσο μεγάλες, αληθινά παλλαϊκές, συγκεντρώσεις παντού. Οι πλημμυρισμένοι με διαδηλωτές δρόμοι δείχνουν, πέρα από την κατάρρευση της ακολουθούμενης πολιτικής, ότι ο κόσμος δεν έχει χάσει την ελπίδα, πιστεύει πως μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα, διεκδικεί. Αλλιώς, αν κυριαρχεί ένα μίγμα φόβου και οργής, οι άνθρωποι είτε τρυπώνουν σπίτι τους είτε ξεσπάνε τυφλά· δεν είδαμε κανένα από τα δύο προχθές. Αυτό είναι, για μένα, το πολύτιμο συμπέρασμα της 19.10, ένα συμπέρασμα με πολιτική δυναμική, που ανοίγει ρωγμές από τις οποίες εισβάλλει θριαμβευτικά το φως, ο θριαμβευτικός ήλιος της Τετάρτης, που μπορεί να μεταμορφώσει το σκηνικό του ζόφου.
Πέμπτη 20 Οκτωβρίου. Η μέρα άρχισε με τους καλύτερους οιωνούς· όλα έδειχναν ότι πηγαίνουμε για συνέχιση της Τετάρτης. Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν αλλιώς, πολύ αλλιώς και πολύ άσχημα, κι έτσι βρεθήκαμε να τσακωνόμαστε όχι για το μέγεθος του πλήθους, αλλά για το αν ευθύνεται το ΚΚΕ ή οι «μπάχαλοι», για τη διάλυσή του και τους δεκάδες τραυματίες. Η σύρραξη στους κόλπους της συγκέντρωσης άλλαξε αμέσως το κλίμα, ήταν ένα «θλιβερό δώρο στην κυβέρνηση», όπως γράφει ο Νικόλας Βαγδούτης (http://rnbnet.gr/details.php?id=3471). Ούτως ή άλλως, είναι θλιβερό να έχεις εβδομήντα τραυματίες· πολύ περισσότερο όμως, είναι τραγικό –και τραγικά αναντίστοιχο με το κλίμα παλλαϊκού ξεσηκωμού– αυτό να συμβαίνει όχι λόγω της αστυνομικής βίας, αλλά από την άγρια βία που ξέσπασε μέσα στην απεργιακή διαδήλωση. Πριν προχωρήσω όμως, λέγοντας συνολικά τη γνώμη μου, θέλω να σταθώ σε δυο επιμέρους σημαντικές πτυχές.
Πρώτον, πρέπει να σταματήσουμε, επιτέλους, να θεωρούμε ότι τα «επεισόδια» τα κάνουν «παρακρατικοί» ή «ασφαλίτες». Η άποψη αυτή μπορεί να βρίσκει απήχηση στην κοινή γνώμη, να είναι βολική, αλλά δεν στοιχειοθετείται εμπειρικά (σε αντίθεση, λ.χ., με τη συνεργασία αστυνομικών και «Χρυσής Αυγής»), είναι απλουστευτική και σαθρή· εκτός αν θέλουμε να βαυκαλιζόμαστε, παρακάμπτοντας ουσιαστικά το ζήτημα. Κι αυτό που λέω δεν σχετίζεται με καμιά αγάπη προς τους «κουκουλοφόρους», αλλά με την αγάπη προς την αλήθεια.
Δεύτερον, διερωτώμαι αν μπορούμε να εγκαλούμε την αστυνομία για την απραξία της. Ασφαλώς, ως αναλυτές, χρειάζεται να αξιολογήσουμε το γεγονός ότι η αστυνομία παρέμενε άπρακτη, επί ώρες: επέχαιρε, τη βόλευαν (δηλαδή την κυβέρνηση) οι ενδοδιαδηλωσιακές συγκρούσεις ή η όλη στάση της εντάσσεται στη γενικότερη τακτικής της «συγκράτησης»; (προσωπικά, πιστεύω και τα δύο, και κυρίως το δεύτερο). Ωστόσο εμείς, οι διαδηλωτές, που φωνάζουμε «Έξω απ’ την πορεία η Αστυνομία», είναι βαρύ, πολιτικά βαρύ, να ζητάμε από τα ΜΑΤ να αποκαταστήσουν την τάξη (το έχουμε δεχτεί μόνο, εξανάγκης, για να μην έχουμε νεκρούς, σε γειτνιάσεις με Χρυσαυγίτες).
***
Αν την Τετάρτη κάναμε ένα άλμα μπροστά, η Πέμπτη ήταν ένα βήμα προς τα πίσω. Καθώς τα γεγονότα της Πέμπτης, με τη σειρά τους, έχουν σημασία, και γενικά και ειδικά για την πολιτική και κινηματική μας κουλτούρα, πρέπει να τοποθετηθούμε. Έτσι, λοιπόν, δίχως φόβο και πάθος, λέω ότι διαφωνώ πλήρως με την άποψη ότι η βία των «αναρχομπάχαλων» είναι αποτέλεσμα και υποπροϊόν της βίας και του τραμπουκισμού του ΚΚΕ. Δεν συμφωνώ ούτε με την άποψη ότι ευθύνονται εξίσου και το ΚΚΕ και οι «μπάχαλοι». Ασφαλώς υπάρχουν οι ευθύνες και η βαναυσότητα της μπετονένιας περιφρούρησης του ΠΑΜΕ-ΚΚΕ (και, κατόπιν, η μιζέρια των δηλώσεων Παπαρήγα που, σαν έτοιμη από καιρό, έσπευσε να κατηγορήσει τον ΣΥΡΙΖΑ). Ωστόσο, η επίθεση με μολότοφ εναντίον των συγκεντρωμένων του ΠΑΜΕ είναι άλλης τάξης γεγονός, επειδή απειλεί –με τρόπο ποιοτικά διαφορετικό από ό,τι οι τραμπουκισμοί του ΚΚΕ– ένα μονάκριβο αγαθό: την ανθρώπινη ζωή. Είναι τρομακτικό οι ματσό και ιδιοκτησιακές ως προς το κίνημα πρακτικές ΚΚΕ να «αμφισβητούνται» έτσι: οι μολότοφ εναντίον διαδηλωτών, όποιοι κι αν είναι αυτοί, συνιστούν αποθέωση της «τυφλής βίας». Όταν οι Παμίτες δέχτηκαν επίθεση με μολότοφ, οι ευθύνες δεν μπορούν να ισοζυγιστούν.
***
Ας επιστρέψουμε λίγο στην πάνδημη διαδήλωση της Τετάρτης, μια εικόνα που υπερκεράζει σαφώς τον κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων που μετείχαν σ’ αυτήν. Μπορεί άραγε να έχουμε αυτή την κοσμοπλημμύρα, και το πολιτικό τοπίο της Αριστεράς να είναι ίδιο κι απαράλλαχτο, όπως πέρσι και πρόπερσι; Δεν προτείνω ασφαλώς μια τεχνητή συγκόλληση, ένα υποκριτικό κουκούλωμα των μεγάλων διαφορών που υπάρχουν· το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι, μέσα στη φλόγα και τον παλμό του κινήματος, πρέπει να μαραίνονται οι καχυποψίες, να ερχόμαστε, και κινηματικά και πολιτικά και σαν άνθρωποι, πιο κοντά, σε μια πορεία σύμπλευσης, συνεννόησης και αλληλοκατανόησης — και των κοινών και των διαφορών. Από την άποψη αυτή, την Πέμπτη κάναμε κάμποσα βήματα πίσω.
Πίνγκμπακ: Ντουμπλ φας | ΑΡιστερή ΕΝότητα Νομικής Αθήνας
Συμφωνώ με την ανάλυσή σου. Μόνο που διαφωνώ ότι η μολότοφ είναι πιο επικίνδυνη από την πέτρα ή το καδρόνι. Για να το πω αλλιώς, αν με ρωτούσες, πέτρα στο κεφάλι, καδρόνι στο κεφάλι ή μολότοφ μπροστά μου, θα διάλεγα το τρίτο. Ειλικρινά.
Μια χαμένη ευκαιρία με ένα πικρό τέλος
Τα γεγονότα της Πέμπτης (σύγκρουση ΚΚΕ αναρχικών με δεκάδες τραυματίες και ο θάνατος του 53χρονου άνεργου οικοδόμου Δημήτρη Κοτσαρίδη μέλους του ΚΚΕ, από ανακοπή που το πιθανότερο σχετίζεται όχι τόσο με την ένταση των γεγονότων όσο με τα χημικά που εισέπνευσε ο άτυχος εργάτης από αυτά που σωρηδόν έριξε η αστυνομία στο χώρο του Συντάγματος) και ο κύκλος που άνοιξε μετά από αυτά έκλεισαν με πολύ άδοξο τρόπο την μεγαλύτερη λαϊκή κινητοποίηση στην Ελλάδα από την μεταπολίτευση. Μαζί του έκλεισε και το ξέσπασμα των «άγριων» απεργιών και καταλήψεων που άνοιξαν τις προηγούμενες μέρες. Το κίνημα έχασε μια μεγάλη ευκαιρία να αντιπαρατεθεί τελειωτικά με την κυβέρνηση του ΓΑΠ μεταθέτοντας τις εκκρεμότητές για έναν επόμενο γύρο. Continue reading →