Στα Ενθέματα την Κυριακή των εκλογών, 6/5/12

Standard

Φανταζόμαστε! Μάκης Κουζέλης

Ποια αλήθεια; Γιώργος Κατσαμπέκης

H νέα εθνικοφροσύνη: Στέφανος Δημητρίου

Η διαπόμπευση των οροθετικών και το όνειδος της πολιτείας

Για την «προστασία» του πολίτη!: Βαγγέλης Καραμανωλάκης

Το κακοποιημένο πρόσωπό μας στον καθρέφτη: Κατερίνα Σταυρούλα

Αμαρτοβόροι και άλλα επίκαιρα: Αιμιλία Σαλβάνου

Aσκεπείς και γαντοφορεμένοι: Ιωάννα Μεϊτάνη

Ορθώς κείμεναΜια επικίνδυνη «αρχή της αναλογικότητας»: Τάκης Παναγιωτόπουλος

Τι πρέπει να κάνει η νεολαία; Νατάσα Γιάμαλη

Eνότητα, συνεργασία, μέτωπο: Σία Αναγνωστοπούλου

Πριν να είναι αργάΠαναγιώτης Νούτσος

To μαύρισμα θέλει ημεμίαν: Νίκος Σαραντάκος

Φανταζόμαστε!

Standard

του Γεράσιμου Κουζέλη

Έργο του Αλφόν Χόροβις («Νέοι Πρωτοπόροι», Μάης 1936)

Πού να το φανταζόμασταν! Όχι το αποτέλεσμα, για το οποίο θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι το βράδυ, αλλά την αισιοδοξία με την οποία πάμε να ψηφίσουμε. Αισιοδοξία σε συνθήκες κοινωνικής κρίσης! Σε συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης και άγριας επίθεσης των πιο ολοκληρωτικών, των πιο αυταρχικών δυνάμεων του αστικού κόσμου — γιατί σε αυτόν βέβαια ανήκουν, ως στρεβλή «πρωτοπορία» του, και οι ναζιστικές συμμορίες και οι καθωσπρεπισμένοι φορείς του εθνικιστικού και ρατσιστικού λόγου, στους οποίους τόσο απλόχερα χαρίστηκε καθεστωτική αναγνώριση.

Κρινόμαστε. Και βέβαια η επίθεση αυτή δεν είναι νέα. Έχει αρχίσει από καιρό, από τότε που, με την επιβολή, κατά τη δεκαετία του ’90, μιας μονοδιάστατης οπτικής των πραγμάτων, με την απόσυρση του «πλανώμενου φαντάσματος», οι συνθήκες την επέτρεψαν. Η επίθεση άρχισε –και στη συνέχεια επεκτάθηκε– επειδή ακριβώς οι (ιδεολογικής κυρίως ισχύος) συσχετισμοί των ταξικών δυνάμεων την κατέστησαν δυνατή. Επέβαλε την κρίση, παροπλίζοντας το κοινωνικό κράτος, αποδίδοντας μονοπωλιακό καθεστώς στο λόγο και τις πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού, αναδιαρθρώνοντας, υπέρ συγκεκριμένων μορφών συσσωρευμένου κεφαλαίου, το μπλοκ εξουσίας. Η κρίση διευκολύνει την επίθεση από την οποία προήλθε. Περιθωριοποιεί τους φορείς και τις δυνάμεις της εργασίας, ατομικά και συλλογικά, διαθέτοντας τη δύναμη να επιβάλει ακριβώς εκείνες τις συνθήκες εντός των οποίων οι δυνάμεις αυτές δεν μπορούν να αμυνθούν εύκολα ή αποτελεσματικά. Συνέχεια ανάγνωσης

Ποια αλήθεια;

Standard

του Γιώργου Κατσαμπέκη

Έργο του Eugene Zak

«Αλήθεια»: μια λέξη που τελευταία έχει αποκτήσει πολλούς αυτόκλητους κοινωνούς και ένθερμους υπερασπιστές, μια λέξη υπεράνω υποψίας, που δύσκολα απορρίπτει κανείς. Ποιος-α δεν θέλει την αλήθεια; Ένας εκ των πιο ένθερμων «υπερασπιστών» της, ο Ευ. Βενιζέλος, σημείωνε πρόσφατα με στόμφο (16.2.2012), σχολιάζοντας το μανιφέστο «εξορθολογισμού» και «ανόρθωσης» του στενού συμμάχου του Α. Λοβέρδου:

«Έχουμε να πείσουμε για τις ηθικές προϋποθέσεις του διαβήματός μας […] πρέπει να πείσουμε πως λέμε την αλήθεια ή πως είμαστε ειλικρινείς, γιατί αυτό έχει σημασία. Την αλήθεια πρέπει να μπορείς να την καταλάβεις. Μπορεί να είσαι ειλικρινής και να μην μπορείς να πεις την αλήθεια, γιατί δεν μπορείς να την κατανοήσεις και να την περιγράψεις. Και αν δεν μπορέσεις να κατανοήσεις και να περιγράψεις ένα πρόβλημα, δεν μπορείς σε καμία περίπτωση να το λύσεις».

Αυτό που συνάγεται είναι ότι όχι μόνο υπάρχουν τελικά κάποιοι που λένε την αλήθεια (υποθέτουμε η «υπεύθυνη» κυβερνητική ελίτ και η «εξορθολογισμένη» τάξη των κάθε λογής ειδημόνων), αλλά αυτοί αξιώνουν τώρα ότι μπορούν να την καταλάβουν κιόλας (ή τουλάχιστον πως έτσι πρέπει να μας πείσουν). Η «κατανόηση» της αλήθειας καθίσταται βασικό κριτήριο εγκυρότητας. Αυτό άραγε δεν σημαίνει πως κάποιοι άλλοι, που διαφωνούν, ενδέχεται να λένε μια «δική τους» αλήθεια, η οποία όμως είναι κίβδηλη, καθώς δεν μπορούν να κατανοήσουν την μία και μοναδική για την οποία μας μιλά ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ; Συνέχεια ανάγνωσης

Η νέα εθνικοφροσύνη

Standard

 του Στέφανου Δημητρίου

Χέρμπερ Λιστ, «Οι αιωνίως προσευχόμενοι», Παλέρμο 1939

Η ιθύνουσα πολιτική τάξη θέτει ένα δίλημμα προς τις δυνάμεις της Αριστεράς, οι οποίες επιμένουν στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας: εάν στηρίζουν αυτή την προοπτική, πρέπει να συγκατατεθούν στο Μνημόνιο. Μέμφονται την Αριστερά ότι θέλει να τα έχει με όλους καλά, ότι, αρνούμενη το Μνημόνιο, επιλέγει τη λύση της ανέξοδης διαμαρτυρίας.

Έτσι, διαμορφώνεται νέα ιδεολογία, επικουρούμενη από μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα και τηλεοπτικούς σταθμούς, συχνά με μεγάλα χρέη, τα οποία παραμένουν στα αζήτητα, με αντάλλαγμα την άρση της πολυφωνίας και της ενημέρωσης. Μιλώ για άρση της ενημέρωσης, διότι, εξαιρουμένης της Αυγής, της Εποχής και ορισμένων ακόμη εντύπων, ο Τύπος και οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν υποκαταστήσει την ενημέρωση με την πειθαναγκαστική, κατηχητική ρητορεία. Η τελευταία εσχάτως παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, διότι εστιάζει στο εξής: στο πώς προέκυψε και πώς πρέπει να απομυθευτεί η περιώνυμη, πλέον, «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς». Ο πρόεδρος της Ν.Δ. ήταν σαφής: η Αριστερά μπορεί να μην κυβέρνησε, αλλά στήριξε το πελατειακό κράτος, τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, τις συντεχνίες κλπ. Είναι ευκρινής η επιδίωξη: η Αριστερά ή θα ενταχθεί στο νέο ιδεολόγημα, αφήγημα ή ό,τι άλλο νομίζει κανείς, οπότε θα αποτελέσει μέρος τής εφαρμοζόμενης λύσης, ή θα περιληφθεί στην κατηγορία των «λόγων που μας έφεραν εδώ που φτάσαμε».

Αυτή η αξίωση για ιδεολογική συμμόρφωση συρρικνώνει τον διαβουλευτικό χαρακτήρα της δημοκρατίας. Αντί της συντεταγμένης, πολιτικής δημοσιότητας, δεσπόζει ένα ισχυρό ρητόρευμα: η νέα εθνικοφροσύνη. Για να γίνει αυτό, απαιτούνται συγκεκριμένες ενέργειες: Θα πρέπει, οπωσδήποτε, να καθορισθεί ο αντίπαλος. Αυτό δεν είναι δύσκολο, μας τον υπέδειξαν οι δύο αρχηγοί. Είναι η «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, την οποία μας κληροδότησε η Μεταπολίτευση που μας έφτασε ως εδώ». Για να είναι επιτυχής η νέα εθνικοφροσύνη, θα πρέπει να ταυτιστεί με το όλον, εν προκειμένω το όλον της πατρίδας, του έθνους και της κοινωνίας. Η νέα εθνικοφροσύνη, λοιπόν, εκφράζει όλα τα παραπάνω, σε αντίθεση με την Αριστερά, η οποία ταυτίζεται με το επιμέρους, τα ιδιαίτερα συντεχνιακά συμφέροντα και την οπισθοδρόμηση. Ο λόγος της νέας εθνικοφροσύνης, για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να κάνει δύο πράγματα: πρώτον, να στηριχθεί σε μια σειρά από κοινούς τόπους και, δεύτερον, να μεταβιβάσει την ισχύ αυτών των τόπων σε αξιώσεις. Πρόκειται για τόπους που μοιάζουν εντελώς προφανείς. Π.χ. «το Δημόσιο είναι αναποτελεσματικό, άρα πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί», «όλοι οι μετανάστες είναι εγκληματίες», «όποιος διαμαρτύρεται δεν έχει καταλάβει πού βρίσκεται η χώρα ή υπερασπίζεται τα προνόμιά του». Οι τρεις αυτές περιπτώσεις έχουν κάτι κοινό: η άρνησή τους συνιστά έκφραση του επιμέρους, που υποτίθεται ότι εκφράζει η Αριστερά και το προτάσσει αντί του όλου, του εθνικού συμφέροντος δηλαδή, το οποίο εκφράζεται από το φρόνημα της ιθύνουσας πολιτικής τάξης. Συνέχεια ανάγνωσης

Για την «προστασία» του πολίτη!

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Ματίας Γκρίνεβαλντ, «Οι πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου», 1515

Λοιπόν, καλύτερα να τις καρατομούσαμε. Ή μάλλον να τις τοποθετούσαμε σε εξέδρα στο Σύνταγμα με τις σχετικές επιγραφές από κάτω. Έτσι θα ήταν πιο ζωντανό το θέαμα, δεν θα ήταν μόνο οι άψυχες φωτογραφίες αυτών των πρόωρα γερασμένων γυναικών που κατακλύζουν τις τελευταίες ημέρες τις οθόνες μας. Ευτυχώς όμως τις πιάσανε! Μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχα! Οι υγειονομικές αρχές εργάζονται αόκνως, λίγες ημέρες πριν τις εκλογές, καθαρίζοντας την κόπρο του Αυγείου. Ας θριαμβολογήσουμε λοιπόν λιγάκι, αλλά ας κρούσουμε και τον κώδωνα του κινδύνου: η ασθένεια καραδοκεί και η «ενημέρωση» των πολιτών είναι πρώτιστη ανάγκη. Ανάγκη που δεν μπορούσαν να καλύψουν ούτε μόνο οι διευθύνσεις των οίκων ανοχής ούτε καν τα ονόματά των γυναικών αυτών. Άλλωστε ξένες είναι, πουτάνες είναι, τι σημασία έχουν τα ονόματα. Έπρεπε να τις δείξουμε, ώστε να έχουμε πλέον μπροστά μας χειροπιαστή άλλη μια «υγειονομική βόμβα», μετά τις τρώγλες των μεταναστών. Έπρεπε να τις δείξουμε, ώστε να αποκτήσει η αρρώστια πρόσωπο. Πρόσωπο γυναικείο, κακοποιημένο από το τράφικινγκ, τα ναρκωτικά, την πορνεία, γεμάτο σημάδια και ουλές. Οι πελάτες μπορούν απλώς να παίρνουν τηλέφωνο τις υγειονομικές αρχές για ενημέρωση και συμβουλές.

 Έτσι λοιπόν… Η πρόληψη, η προστασία, το δικαίωμα στο απόρρητο των ιατρικών δεδομένων μπορούν όλα να πεταχτούν στον κάλαθο των αχρήστων μπροστά στο φόβο για τη δημόσια υγεία. Βέβαια, το AIDS δεν αφορά εμάς. Αφορά τους άλλους, προέρχεται από την ανηθικότητα, την παρεκτροπή, εκείνους τους «ανώμαλους» –είναι εντυπωσιακό ότι τώρα ανακαλύπτουμε πόσο πολλοί είναι και μάλιστα οικογενειάρχες!–, που συχνάζουν σε οίκους ανοχής. Οι χρηστοί πολίτες δεν κινδυνεύουν. Συνέχεια ανάγνωσης

Το κακοποιημένο πρόσωπό μας στον καθρέφτη

Standard

 Η διαπόμπευση των οροθετικών και το όνειδος της πολιτείας-1

της Κατερίνας Σταυρούλα

 Η προεκλογική περίοδος μοιράζει θύματα από το ξεκίνημά της κι ενώ μια κυβέρνηση συνεργασίας που κανείς δεν επέλεξε αναγκάστηκε να προκηρύξει παρά τη θέλησή της εκλογές, για άλλη μια φορά πρωταγωνιστεί ο εκβιασμός. Από τις αυτοκτονίες ως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης η απόσταση δεν ήταν μεγάλη και διανύθηκε σύντομα. Ο προεκλογικός λόγος, αυτό που χαριτωμένα οι αναλυτές συμπυκνώνουν ορίζοντάς τον ως προεκλογική ατζέντα, έπρεπε να χρησιμοποιήσει τον φόβο για να κερδίσει τη συντήρηση της προηγούμενης κατάστασης. Και στο όνομα της διατήρησης της εξουσίας στα ίδια χέρια ο οργουελικός εφιάλτης ξεδιπλώθηκε χωρίς δισταγμό.

Δεν έχουν πια καμία σημασία τα ονόματα. Η ταυτότητα ως έννοια που προσδιορίζει τον άνθρωπο-άτομο με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τα ιερά εν τη γενέσει δικαιώματα, τον άνθρωπο άξιο σεβασμού, τον ισότιμο και τόσο διαφορετικό, το κοινό είδωλο στον καθρέφτη, είχε ήδη κακοποιηθεί από τους επιθετικούς προσδιορισμούς. Μετανάστης, πόρνη, εθισμένος, ναρκομανής, οροθετικός, βόμβα. Όλοι λαθραίοι και χωρίς δικαίωμα ύπαρξης σε μια κοινωνία που τρέχει με ταχύτητα να συγκρουστεί με τον ίδιο της τον εαυτό και τον χαρακτήρα της προς ένα αβέβαιο αποτέλεσμα που υποτίθεται θα προσδιοριστεί από τα ποσοστά της κάλπης. Αυτόν τον χαρακτήρα, τον εύπλαστο, που δύο χρόνια τώρα δείχνει όλα του τα πρόσωπα, από την αλληλεγγύη στον ρατσισμό κι από την διεκδίκηση στην αποχαύνωση, έπρεπε να καθοδηγήσουν για άλλη μια φορά. Και σηκώθηκε ο καθρέφτης της εξουσίας μπροστά στο πρόσωπο της κοινωνίας και της έδειξε αυτό που φοβάται πιο πολύ. Τον παραλογισμό της τεχνητής ταύτισης ιδιοτήτων, το θύμα που παρουσιάζεται ως στυγνός θύτης. Πέρα από την απόλυτη ισοπέδωση κάθε έννοιας δικαιωμάτων, πέρα από την οργουελική διαστρέβλωση προσδιορισμών και εννοιών, πέρα από την εφιαλτική ταύτιση των υπουργείων δικαιοσύνης, δημόσιας τάξης και υγείας, πέρα από την πλήρη κατάπτωση της δημοσιογραφίας, αυτού δηλαδή που αξιώνει να ονομάζεται ελεγκτής θεσμών και εξουσίας, πέρα από την επιλεκτική «ευαισθησία» που αφήνει στο απυρόβλητο ολόκληρες οικονομικές δομές που σαν κράτος μέσα στο κράτος μπορούν να διακινούν ανθρώπους και ουσίες θησαυρίζοντας υπό την ανοχή της «ιερής οικογένειας», πέρα από την απίσχνανση ιδεών και παραδοχών που αποτελούσαν το θεμέλιο που θα χτιζόταν το κοινωνικό συμβόλαιο, δηλαδή τις σχέσεις των μελών της δικής μας κοινωνίας, πέρα από όλα αυτά η εικόνα στον καθρέφτη ήταν μια αποκάλυψη. Συνέχεια ανάγνωσης

Αμαρτοβόροι και άλλα επίκαιρα

Standard

 Η διαπόμπευση των οροθετικών και το όνειδος της πολιτείας-2

της Αιμιλίας Σαλβάνου

Λούκας βαν Λέιντεν, «Τρίπτυχο της Δευτέρας Παρουσίας» (λεπτομέρεια), 1527

Στη λαϊκή παράδοση της Ιρλανδίας, της Σκωτίας και σε κάποια μέρη της Αμερικής υπάρχει ο τύπος του «αμαρτοβόρου». Είναι ο άνθρωπος που καλούν όταν πεθαίνει κάποιος, προκειμένου τελετουργικά να ελευθερώσει τον ετοιμοθάνατο από το βάρος των αμαρτιών του, χαρίζοντάς του αιώνια ανάπαυση. Οι αμαρτίες του ετοιμοθάνατου βαραίνουν πια τον αμαρτοβόρο, με αποτέλεσμα ο ίδιος να θεωρείται μιαρός και, ως εκ τούτου, να αποφεύγονται όλες οι κοινωνικές σχέσεις μαζί του. Ωστόσο, τον καλούν με αγωνία όποτε πρέπει να διασφαλιστεί η απελευθέρωση του ετοιμοθάνατου και η γαλήνη της κοινότητας, την οποία δεν θα βαραίνει πια μια ψυχή που θα τριγυρνά καταδικασμένη ως φάντασμα.

Πρόσφατα κατέκλυσαν τις τηλεοράσεις και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εικόνες των κοριτσιών που είναι φορείς του ιού HIV. Και εικόνες από τους πρώτους μετανάστες που κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και οι δύο, επιλογές «για το καλό και την ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου». Τι μπορεί όμως να σημαίνει ο στιγματισμός και η διαπόμπευση κοινωνικών ομάδων ως  βιοπολιτικά επικίνδυνων, παραμονές της εκλογικής αναμέτρησης;

Δυστυχώς, δύσκολα μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο στιγματισμού και αποκλεισμού κοινωνικών κατηγοριών δεν έχει εγκαθιδρυθεί στο κέντρο του πολιτικού λόγου: πολιτισμική ετερότητα, μονογονεϊκότητα, ψυχική ασθένεια, νεολαία, τοξικοεξάρτηση, φτώχεια είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα κατηγοριών που έχουν νοηματοδοτηθεί ταυτόχρονα ως χρήζουσες κοινωνικής προστασίας και ως παράγοντες κοινωνικής αποσταθεροποίησης. Ωστόσο, αυτό που φαίνεται να εγκαθιδρύεται τελευταία είναι η υποστασιοποίηση μερικών από τις κατηγορίες αυτές ως επικίνδυνων όχι μονάχα για την ηθική τάξη της κοινωνίας, αλλά και για την ίδια τη ζωή. Η επιχειρηματολογία μέσα από την οποία στιγματίστηκαν τόσο οι μετανάστες όσο και οι κοπέλες-φορείς δεν στηριζόταν σε κάποιο στοιχείο της συμπεριφοράς τους, αλλά στην πιθανότητα να μεταδώσουν θανατηφόρα  μόλυνση σε όποιον ερχόταν σε επαφή μαζί τους: «απασφαλισμένες υγειονομικές βόμβες», τις χαρακτήρισαν. Συνέχεια ανάγνωσης

Ασκεπείς και γαντοφορεμένοι

Standard

 Η διαπόμπευση των οροθετικών και το όνειδος της πολιτείας-3

της Ιωάννας Μεϊτάνη

Από τη συγκέντρωση αλληλεγγύης στις εκδιδόμενες που βρέθηκαν οροθετικές, Ευελπίδων, Παρασκευή 4.5

Την Παρασκευή το πρωί πήγα στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στα δικαστήρια, έξω από το κτίριο όπου απολογούνταν οι οροθετικές κοπέλες. Έπειτα από τον δημόσιο διασυρμό, την καταπάτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων, την έκθεση στα άγρια θηρία της δημοσιότητας, την απουσία μέριμνας, πρόληψης, προστασίας και άλλα που δεν χωράνε εδώ, σκέφτεται κανείς πως ό,τι στραβό ήταν να γίνει έχει γίνει και ελπίζει πως τουλάχιστον η δικαιοσύνη θα φανεί πιο σώφρων από την πολιτεία. Κι όμως, βρέθηκε ένας ακόμη τρόπος για να πληγωθεί η αξιοπρέπεια όλων μας και η ίδια η ύπαρξη των γυναικών-θυμάτων: οι αστυνομικοί που τις έφερναν στην αίθουσα φορούσαν άσπρα γάντια, και στις ίδιες είχαν φορέσει μάσκες φαρμακείου. Για να πηγαίνει αντάμα η αμορφωσιά με τη γελοιότητα και την επίδειξη ρατσισμού. Ίσως οι ίδιοι άντρες που έπαιρναν σήμερα αυτά τα καταπληκτικά «μέτρα προστασίας» να μην είχαν μεριμνήσει, την κρίσιμη στιγμή, για τη –φτηνότερη– πρόληψη. Ίσως θα είχε νόημα κι εμείς, που διαμαρτυρόμασταν απέξω, να φορούσαμε ολόσωμα προφυλακτικά και να κρατάγαμε ομπρέλες. Συνέχεια ανάγνωσης

Τι πρέπει να κάνει η νεολαία;

Standard

Έργο του Κριστιάν Μπολτάνσκι

 (απάντηση στο άρθρο του Στάθη Καλύβα, Η Καθημερινή 14.4.2012)

της Αναστασίας Γιάμαλη

Αξιότιμε κύριε καθηγητά,

Ξεκινώντας, να σας συστηθώ: ονομάζομαι Αναστασία Γιάμαλη, 25 ετών, κάτοχος πτυχίου και μεταπτυχιακού από το LSE· είμαι άνεργη ή, ακριβέστερα, υποαπασχολούμενη. Διαθέτω όλα τα τυπικά προσόντα που αναφέρετε στο άρθρο σας στην Καθημερινή, στο οποίο συμβουλεύετε τους νέους «τι να κάνουν». Σας πληροφορώ, κύριε καθηγητά, πως διαθέτω τις «δεξιότητες» στις οποίες αναφέρεστε, τα αγγλικά μου είναι άψογα, μιλώ επίσης γαλλικά, έχω σπουδάσει μαθηματικά και στατιστική (χρησιμοποιώ μάλιστα και τα συμπαρομαρτούντα προγράμματα πληροφορικής για την κοινωνική έρευνα) και θεωρώ πως χειρίζομαι μάλλον ικανοποιητικά τον γραπτό λόγο. Τα πτυχία μου δεν τα πήρα με άριστα, αλλά με «λίαν καλώς». Μήπως γι’ αυτό, κύριε καθηγητά, δεν βρίσκω δουλειά; Και καλά εγώ, αλλά και όλοι οι άλλοι από το 50% των νέων 18-25 χρονών που είναι άνεργοι;

Μας προτείνετε να κινηθούμε με «έντονη εξωστρέφεια», να «αναπτύξουμε στο έπακρο τις δεξιότητές μας και τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα». Πόσο πια, κύριε καθηγητά; Οι νέοι, σήμερα, έχουμε στείλει εκατοντάδες βιογραφικά για θέσεις που δεν υπάρχουν, πηγαίνουμε σαν πρόβατα επί σφαγή σε συνεντεύξεις όπου τελικά ο προσφερόμενος μισθός δεν θα καλύπτει τίποτα περισσότερο από τα εισιτήρια κι ένα φτηνό σάντουιτς — κι όμως φοράμε το καλό μας χαμόγελο και παρουσιάζουμε τον εαυτό μας σαν εμπόρευμα. Εικάζω, κύριε καθηγητά, πως δεν έχετε συναντήσει πολλούς σαν κι εμένα στο Yale ή στην πτήση προς Κονέτικατ, διότι εγώ δεν θα μπορούσα να πληρώσω 42.300 δολάρια το χρόνο (μόνο για τα δίδακτρα), για να φοιτήσω εκεί όπου διδάσκετε. Είμαι παιδί της μεσαίας τάξης, και στην Ελλάδα, προ κρίσης, η οικογένειά μου μάσησε το παραμύθι πως αν μορφωθώ θα προκόψω… Έτσι, η μητέρα μου πιέστηκε για να καταφέρω να σπουδάσω, διότι δεν είμαι γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας ώστε να δωρίσουμε μια βιβλιοθήκη σε κάποιο καλό πανεπιστήμιο και να μου προσφερθεί ένα μεταπτυχιακό άκοπα. Γιατί δεν είμαι τόσο αγαθή ώστε να πιστεύω ότι η περίπτωση του υιού Κανταφι που αποκαλύφθηκε στο LSE είναι η μοναδική… Συνέχεια ανάγνωσης

Ενότητα, συνεργασία, μέτωπο

Standard

Τα μεγάλα ερωτήματα και οι μεγάλες απαντήσεις

 της Σίας Αναγνωστοπούλου

Έργο του Μαρκ Σαγκάλ, 1917

Φτάσαμε στο τέλος μιας σύντομης και παράδοξα σιωπηλής, για τα ελληνικά δεδομένα, προεκλογικής περιόδου, υπό τη σκιά της πιο μεγάλης κρίσης που γνώρισε ο τόπος εδώ και πολλά χρόνια. Ωστόσο, αυτές τις μέρες της προεκλογικής «σιωπής», καταγράφτηκαν με εκκωφαντικό τρόπο κάποια σημαντικά μηνύματα των νέων καιρών, μερικά από τα οποία έχουν, λίγο ως πολύ, σχολιαστεί ποικιλοτρόπως. Ο μεγάλος αριθμός κομμάτων που δημιουργήθηκε σε μικρό διάστημα, πολλά από τα οποία διεκδικούν με αξιώσεις την είσοδό τους στη Βουλή, δείχνει ότι τα δύο «παλαιά κόμματα» εξουσίας (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ), που κάλυπταν πάνω από το 75% του εκλογικού σώματος, θεωρούνται ανίκανα πλέον να απαντήσουν στα προβλήματα που ανέδειξε η σκληρή πραγματικότητα της κρίσης, της οποίας τα δύο αυτά κόμματα είναι εν πολλοίς δημιουργοί. Από την άλλη μεριά, επισημοποιήθηκε η δημιουργία των δύο αντίπαλων «στρατοπέδων»: του μνημονιακού και του αντιμνημονιακού, στο πλαίσιο των οποίων κάθε «παλαιά» ή «νέα» πολιτική δύναμη προσπάθησε να επικοινωνήσει –με δίαυλο κυρίως την οργή, την αγανάκτηση, το φόβο και την ανασφάλεια– με μια κοινωνία της οποίας το αύριο μοιάζει σκοτεινό. Στην προεκλογική περίοδο λοιπόν καταγράφτηκε πανηγυρικά αυτό που διαμορφώθηκε επί δύο χρόνια με βάση την κρίση, η οποία έφερε το Μνημόνιο Ι και ΙΙ. Όμως, η κρίση δεν ανέδειξε απλώς τους όρους συγκρότησης των δύο «στρατοπέδων» («μνημονιακού» και «αντιμνημονιακού») ούτε άλλαξε μόνο την πολιτική γεωγραφία κέντρου-άκρων (όπως επεσήμανε στο ωραίο άρθρο του ο Α. Λιάκος στα προηγούμενα «Ενθέματα» [29.4]). Η κρίση διαμόρφωσε κυρίως τους όρους μετατόπισης της ιστορικής διαίρεσης ανάμεσα στον δεξιό και τον αριστερό χώρο. Με την κρίση λοιπόν όχι μόνο δεν ακυρώθηκε η διαίρεση Δεξιάς-Αριστεράς, αντιθέτως βάθυνε, και μάλιστα πολύ. Η τεράστια δημοσιονομική αλλά και κοινωνική κρίση οριστικοποίησε τη μετατόπιση της διαιρετικής γραμμής ανάμεσα στα δύο ιστορικά μέτωπα, μετατόπιση που είχε δρομολογηθεί αρκετά χρόνια πριν. Συνέχεια ανάγνωσης

Μια επικίνδυνη «αρχή της αναλογικότητας»

Standard

 ΟΡΘΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ (αναδημοσίευση από την «Καθημερινή», 4.5.2012)

του Τάκη Παναγιωτόπουλου

Πριν από λίγες ημέρες οι επίσημες αστυνομικές και υγειονομικές αρχές της χώρας έδωσαν στη δημοσιότητα φωτογραφία και πλήρη στοιχεία ταυτότητας για 12 εκδιδόμενες γυναίκες από το κέντρο της Αθήνας, οι οποίες σε σχετικούς ελέγχους βρέθηκαν θετικές στον ιό HIV, δηλαδή τον ιό του AIDS. Πρόκειται για ακραίο στιγματισμό και βάναυση διαπόμπευση.

Όμως, το ζήτημα είναι τελείως διαφορετικής φύσης. Εν προκειμένω, δεν μπαίνουν στη ζυγαριά δύο αντιτιθέμενα αγαθά. Γιατί αποτελεί κλασική γνώση, άλφα-βήτα στην επιστήμη της δημόσιας υγείας, ότι ο στιγματισμός μελών κάποιας κοινωνικής ομάδας, ιδιαίτερα εάν αυτή είναι περιθωριοποιημένη και ανίσχυρη, έχει πολύ βλαβερές συνέπειες για τη δημόσια υγεία. Ιδιαίτερα σε σχέση με το AIDS. Οδηγεί τα μέλη της ομάδας αυτής μακριά από τις υπηρεσίες υγείας, μακριά από την αναζήτηση γιατρού, διαγνωστικών εξετάσεων, συστηματικής θεραπείας — με ολέθριες συνέπειες για τη διασπορά του ιού. Αυτό δεν είναι θεωρητικό, έχει δειχθεί από την εμπειρία και από επιστημονικές μελέτες. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) συμπυκνώνει την υπάρχουσα γνώση με τρόπο κατηγορηματικό: «το απόρρητο αποτελεί θεμελιώδη αρχή», «η έλλειψη εμπιστοσύνης για την τήρηση του απορρήτου μεταξύ ατόμων σε υψηλό κίνδυνο μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο για την πρόσβασή τους σε διαγνωστικές υπηρεσίες για τον ιό HIV». [1]

Αποτελεσματική πρόληψη, ιδίως για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, μπορεί να γίνει μόνο με την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης. Η επίπονη εργασία που έχει γίνει στην κατεύθυνση αυτή από ευσυνείδητους λειτουργούς υγείας τινάχτηκε στον αέρα μέσα σε λίγες ώρες.

Η προστασία των ασθενών και ο σεβασμός στην προσωπικότητά τους αποτελεί αξία αυτή καθαυτήν. Θλίψη και αγανάκτηση προκαλεί η εικόνα της διαπόμπευσης γυναικών με εμφανή σημάδια εξαθλίωσης στις φωτογραφίες που δημοσιοποίησε η Ελληνική Αστυνομία, με πλήρες όνομα, όνομα πατρός και μητρός, τόπο γέννησης και κατοικίας! Η ισοπέδωση συγκεκριμένων ανθρώπων, συγκεκριμένων ασθενών, συγκεκριμένων οικογενειών από το επίσημο κράτος είναι ντροπή για τον πολιτισμό της χώρας μας. Πώς, αλήθεια, εφαρμόστηκε η «αρχή της αναλογικότητας»; Γιατί δεν αρκούσε η δημοσιοποίηση της διεύθυνσης των πορνείων και η επισήμανση του κινδύνου στους επισκέπτες τους; Γιατί δεν προτάχθηκαν μέτρα για τον έλεγχο των παράνομων πορνείων – μέτρα που με έκπληξη πληροφορούμαστε ότι δεν έχουν ληφθεί για καιρό; Συνέχεια ανάγνωσης

Πριν να είναι αργά…

Standard

 του Παναγιώτη Νούτσου

Έργο του Τζωρτζ Γκρος

Παλαιότερα, στην πολιτική ιστορία της χώρας μας, είχε προβληθεί η αξίωση να μην «καούν» σχολικά βιβλία. Τώρα, χρήσιμο είναι να γνωρίζουμε ποιες πολιτικές δυνάμεις διακηρύσσουν την ανάγκη να «ξαναγραφούν» τα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας και όχι μόνο.

Ξεκινώ από την ομιλία (17.9.2011) του Αντ. Σαμαρά  στην 76η Διεθνή Έκθεση Θεσ­σα­λο­νί­κης, όταν στιγμάτισε την «Ιστορία που διδάσκεται στα παιδιά μας» (βλ. και την ομιλία του στις 11 Μαρτίου 2012) όπως σε «μαθητευόμενους διεθνιστές». Τουτέστιν, «εξαφανίστηκαν ή υ­ποβαθμίστηκαν από τα σχολικά βιβλία έλληνες στοχαστές»: ο «Παπαδιαμάντης, ο Κωστής Παλαμάς, ο Βιζυηνός, ο Παπαντωνίου, ο Θεοτοκάς, ολόκληρη η γενιά του Τριάντα». Και με υψωμένη τη φωνή: «Αυτό θα το τελειώσω!», σε συνδυασμό με την ομόλογη υπόσχεση «κατάργησης» του «Νόμου Ραγκούση για την ιθαγένεια». Έτσι, θα «ξαναβρούμε την Ελλάδα που έχουμε μέσα μας!».

Ήδη είχε αρχίσει η τελική φάση κυοφορίας των «Ανεξαρτήτων Ελλήνων», με τη «Δημόσια Διαβούλευση» να τιτλοφορείται «Εθνική Ανταπάντηση», λίγο πριν συμπορευθούν με το «Άρμα Πολιτών» μερίδας του «πατριωτικού» ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή, να σκιαγραφείται η «Προγραμματική ιδεολογία» κατά τρόπο που να μαρτυρεί χείρα φιλοσοφούντα που κάτι γνωρίζει από τον Αριστοτέλη και από τον Ρωλς, ενώ χτένισε το υπόλοιπο κείμενο («διαπραγματευτική φιλοσοφία», «νομοτελειακά», «μετουσίωση της ιστορικής πραγματικότητας», ο «λήπτης της Γνώσης», «τους επικοινωνείται ως όραμα», «να αντιμετωπισθούν ολιστικά», «αφαιρετικά και ολιστικά», «τιμούν το χρέος στην ιστορία» κλπ.). Συνέχεια ανάγνωσης

Το μαύρισμα θέλει ηρεμίαν

Standard

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ

του Νίκου Σαραντάκου

Σκίτσο του Μποστ, δημοσιευμένο στην Αυγή ανήμερα των εκλογών του 1963 (3.11.1963)

Το σημερινό άρθρο δημοσιεύεται ανήμερα των εκλογών, κι έτσι δεν θα μπορούσε να μην έχει εκλογικό χρώμα· ωστόσο, το ατύχημα είναι ότι η στήλη έχει γνωρίσει ήδη δύο άλλες εκλογικές διαδικασίες, τις ευρωπαϊκές και τις εθνικές εκλογές του 2009, κι έτσι την εκλογική ορολογία την έχουμε λίγο-πολύ εξαντλήσει. Σήμερα λοιπόν θα εστιάσουμε σε μια λέξη στην οποία έχουμε ήδη αναφερθεί επιτροχάδην, στο μαύρισμα.

Όταν ένας υποψήφιος ή ένα κόμμα ηττηθεί στις εκλογές, λέμε ότι «τον μαύρισαν» ή «έφαγε μαύρο» (ή και «έφαγε φούμο»). Στις μέρες μας, που ρίχνουμε στην κάλπη ψηφοδέλτια αφού πρώτα βάλουμε σταυρό σε κάποιους υποψήφιους, οι φράσεις αυτές μοιάζουν παράταιρες, κι όμως ακόμα και για τις σημερινές εκλογές θα έχετε πιθανότατα ακούσει προτροπές του τύπου «μαυρίστε τους». Η εξήγηση βρίσκεται στο ότι η σημασία «μαύρισμα = καταψήφιση» είναι απομεινάρι από την παλιότερη μέθοδο ψηφοφορίας, που εφαρμόστηκε από το 1864 και μετά, όταν ο κάθε υποψήφιος είχε τη δική του κάλπη, χωρισμένη στα δύο: στα δεξιά, με άσπρο χρώμα, ήταν το Ναι· στα αριστερά, με χρώμα μαύρο, το Όχι. Μπροστά η κάλπη είχε έναν σωλήνα, που μέσα έβαζε ο ψηφοφόρος το χέρι του και έριχνε το σφαιρίδιο, δεξιά αν ήθελε να υπερψηφίσει τον υποψήφιο και αριστερά αν ήθελε να τον καταψηφίσει, χωρίς να φανερώνεται η προτίμησή του. Τελευταία φορά που ψηφίσαμε με σφαιρίδια ήταν οι εκλογές του Νοεμβρίου 1920· κοντεύει να κλείσει αιώνας κι όμως η γλώσσα, αυτό το υπέροχα απρόβλεπτο πράγμα, συντηρητικό μαζί και κομμουνιστικό, διατηρεί τη σημασία της καταψήφισης για το μαύρισμα, ίσως επειδή η λέξη «μαύρος» έχει ένα σωρό αρνητικές συνδηλώσεις, οπότε το βρίσκουμε εύλογο πως μαυρίζεται το κόμμα που χάνει στις εκλογές, κι ας μην έχουμε γνωρίσει τα σφαιρίδια. Συνέχεια ανάγνωσης