Το κακοποιημένο πρόσωπό μας στον καθρέφτη

Standard

 Η διαπόμπευση των οροθετικών και το όνειδος της πολιτείας-1

της Κατερίνας Σταυρούλα

 Η προεκλογική περίοδος μοιράζει θύματα από το ξεκίνημά της κι ενώ μια κυβέρνηση συνεργασίας που κανείς δεν επέλεξε αναγκάστηκε να προκηρύξει παρά τη θέλησή της εκλογές, για άλλη μια φορά πρωταγωνιστεί ο εκβιασμός. Από τις αυτοκτονίες ως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης η απόσταση δεν ήταν μεγάλη και διανύθηκε σύντομα. Ο προεκλογικός λόγος, αυτό που χαριτωμένα οι αναλυτές συμπυκνώνουν ορίζοντάς τον ως προεκλογική ατζέντα, έπρεπε να χρησιμοποιήσει τον φόβο για να κερδίσει τη συντήρηση της προηγούμενης κατάστασης. Και στο όνομα της διατήρησης της εξουσίας στα ίδια χέρια ο οργουελικός εφιάλτης ξεδιπλώθηκε χωρίς δισταγμό.

Δεν έχουν πια καμία σημασία τα ονόματα. Η ταυτότητα ως έννοια που προσδιορίζει τον άνθρωπο-άτομο με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τα ιερά εν τη γενέσει δικαιώματα, τον άνθρωπο άξιο σεβασμού, τον ισότιμο και τόσο διαφορετικό, το κοινό είδωλο στον καθρέφτη, είχε ήδη κακοποιηθεί από τους επιθετικούς προσδιορισμούς. Μετανάστης, πόρνη, εθισμένος, ναρκομανής, οροθετικός, βόμβα. Όλοι λαθραίοι και χωρίς δικαίωμα ύπαρξης σε μια κοινωνία που τρέχει με ταχύτητα να συγκρουστεί με τον ίδιο της τον εαυτό και τον χαρακτήρα της προς ένα αβέβαιο αποτέλεσμα που υποτίθεται θα προσδιοριστεί από τα ποσοστά της κάλπης. Αυτόν τον χαρακτήρα, τον εύπλαστο, που δύο χρόνια τώρα δείχνει όλα του τα πρόσωπα, από την αλληλεγγύη στον ρατσισμό κι από την διεκδίκηση στην αποχαύνωση, έπρεπε να καθοδηγήσουν για άλλη μια φορά. Και σηκώθηκε ο καθρέφτης της εξουσίας μπροστά στο πρόσωπο της κοινωνίας και της έδειξε αυτό που φοβάται πιο πολύ. Τον παραλογισμό της τεχνητής ταύτισης ιδιοτήτων, το θύμα που παρουσιάζεται ως στυγνός θύτης. Πέρα από την απόλυτη ισοπέδωση κάθε έννοιας δικαιωμάτων, πέρα από την οργουελική διαστρέβλωση προσδιορισμών και εννοιών, πέρα από την εφιαλτική ταύτιση των υπουργείων δικαιοσύνης, δημόσιας τάξης και υγείας, πέρα από την πλήρη κατάπτωση της δημοσιογραφίας, αυτού δηλαδή που αξιώνει να ονομάζεται ελεγκτής θεσμών και εξουσίας, πέρα από την επιλεκτική «ευαισθησία» που αφήνει στο απυρόβλητο ολόκληρες οικονομικές δομές που σαν κράτος μέσα στο κράτος μπορούν να διακινούν ανθρώπους και ουσίες θησαυρίζοντας υπό την ανοχή της «ιερής οικογένειας», πέρα από την απίσχνανση ιδεών και παραδοχών που αποτελούσαν το θεμέλιο που θα χτιζόταν το κοινωνικό συμβόλαιο, δηλαδή τις σχέσεις των μελών της δικής μας κοινωνίας, πέρα από όλα αυτά η εικόνα στον καθρέφτη ήταν μια αποκάλυψη.

Πίσω από τα συρματοπλέγματα της Αμυγδαλέζας ή πίσω από την οθόνη, στο πρόσωπο του μετανάστη που περνά τα δάχτυλά του από το συρμάτινο τείχος ή της γυναίκας που συνεχίζει να σε κοιτάζει με ορθάνοιχτα μάτια ενώ έχει πια χαρακτηριστεί «υγειονομική βόμβα» από τα χείλη υπουργού και εισαγγελέα, ο καθένας ξαφνικά και χωρίς να το έχει υποψιαστεί μπορεί να ταυτιστεί. Με το θύμα. Αυτό το σημείο παραμένει το πιο ύπουλο, σε ένα προεκλογικό παιχνίδι που πέρασε σαν οδοστρωτήρας πάνω από τον ανθρώπινο πολιτισμό ενώ η διαπόμπευση, ο διασυρμός, ο κανιβαλισμός προσπάθησαν να ισοπεδώσουν το σώμα της κοινωνίας. Στόχος ήταν να απομονωθεί ως επικίνδυνος ο Άλλος, όχι εσύ που θα ψηφίσεις και είσαι υπό την προστασία των θεσμών, μόνο ο Άλλος. Όμως, το σχέδιο, που έμοιαζε καλοζυγισμένο, χαρτογραφημένο και προγραμματισμένο σε υπουργικά γραφεία, σε αρχηγεία αστυνομίας και υπηρεσίες υγείας, έκρυβε ένα μειονέκτημα: αυτός ο Άλλος ήταν πάντα μέρος του σώματος της κοινωνίας και δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να εξαιρεθεί.

Το πιο τρομακτικό στον δημόσιο διάλογο παραμένει το γεγονός ότι στόχος μιας ουσιαστικά βιοπολιτικής προσέγγισης παραμένει να διαχωριστεί ως θύτης, ο Άλλος, ο ξένος, ο τρίτος, ο άνθρωπος στο περιθώριο που υπονοεί και μηχανεύεται την καταστροφή του κοινωνικού ιστού, από το θύμα, τον επαγγελματία που κινδυνεύει, την κυρίαρχη «αγία ελληνική οικογένεια», τη νέα γυναίκα που δεν μπορεί να κυκλοφορήσει στο δρόμο, το παιδί που φοβάται, τον αθώο άνδρα που μπορεί να μεταδώσει νόσους χωρίς να φέρει ευθύνη. Αλλά αυτή τη φορά η επιτυχία του σχεδίου μοιάζει αμφίβολη. Άλλωστε, ποιος ορίζει τους αθώους; Η κρίση ήταν αρκετή αφορμή ώστε ο κυρίαρχος λόγος να αλλάζει διαρκώς τους προσδιορισμούς ρόλους του υποκειμένου. Στον ρόλο του θύτη εναλλάσσονται τα τελευταία δύο χρόνια μεγάλες κοινωνικές ομάδες, από τους μετανάστες, στους δημόσιους υπάλληλους, από τους διαδηλωτές στους λιμενεργάτες, από τους ελεύθερους επαγγελματίες στους αιώνιους φοιτητές, όλοι έχουν βρεθεί να πυροβολούνται από τον κυρίαρχο λόγο ως οι πηγές των δεινών. Κι αν κατά την προεκλογική περίοδο οι μεγάλες κοινωνικές ομάδες δεν αποτελούν πια ιδανικό παράδειγμα Άλλου αφού αποτελούνται από χιλιάδες ψηφοφόρους, το πρότυπο του λόγου δεν μπορούσε να μεταβληθεί. Επομένως για να συντηρηθεί ο φόβος και να εφευρεθεί το τέρας απέναντι στο οποίο πρέπει να συσπειρωθεί μια κοινωνία γύρω από τους παραδοσιακούς θεσμούς, έπρεπε ο Άλλος να βρίσκεται στο κοινωνικό περιθώριο.

Γκετοποιημένος, θύμα εκμετάλλευσης, εξαθλιωμένος, κακοποιημένος, θύμα δουλεμπόρων, ή κρατικής βίας, ασθενής αλλά πάντα ξένος, ιδανικό παράδειγμα προς αποφυγή. Χαρακτηριστικά όμως που κάποια στιγμή είχαμε όλοι, εργαζόμενοι, άνεργοι, νέοι, ηλικιωμένοι, υγιείς, ασθενείς, δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι, διαδηλωτές,  απεργοί, ιδεολόγοι, οπαδοί της αποδόμησης, αριστεροί,  αναρχικοί, όλοι για κάποια περίοδο αποτελέσαμε στόχο διαπόμπευσης, διασυρμού, κανιβαλισμού και κυρίως και πάντα εκμετάλλευσης. Σώματα δημόσιας χρήσης, αγνώστων λοιπών στοιχείων τώρα και με ονοματεπώνυμο. Γι’ αυτό το λόγο  η Τατιάνα είναι το κακοποιημένο πρόσωπό μας στον καθρέφτη.

 

Λούκας βαν Λέιντεν, «Τρίπτυχο της Δευτέρας Παρουσίας» (λεπτομέρεια), 1527

 

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s