Σκέψεις για την ταινία «Φιλιά εις τα παιδιά»

Standard

Η Ροζίνα, ο Μάριος, η Σέλλυ, η  Ευτυχία,  ο Σήφης και άλλα παιδιά

 

της Μαρίζας Ντεκάστρο

Από την ταινία

Από την ταινία

Η ταινία Φιλιά εις τα παιδιά, του Βασίλη Λουλέ, είναι ένα ντοκιμαντέρ το οποίο καταγράφει τις παιδικές αναμνήσεις Εβραίων από τον καιρό της γερμανικής κατοχής. Οι πέντε πρωταγωνιστές της ταινίας, ηλικιωμένοι πλέον, μιλούν για το χρονικό διάστημα που πέρασαν κρυμμένοι σε σπίτια χριστιανών και παίρνοντας χριστιανικά ονόματα για να σωθούν από το διωγμό των ναζί.

Στην ταινία, τα βιώματα όσων έζησαν τον πόλεμο -το αίσθημα του κυνηγημένου, ο φόβος και η αγωνία για την άγνωστη κατάληξη, η ευθύνη για τους δικούς τους, το πένθος- αποκτούν πρόσωπο και όνομα. Έχει νόημα να τους ακούσουμε γιατί τα ζητήματα που τίθενται από την αφήγηση των αναμνήσεών τους είναι δυστυχώς πάντοτε επίκαιρα. Με τον τρόπο τους προτρέπουν τις μεταγενέστερες γενιές να τα τοποθετήσουν στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε στα χρόνια που ήρθαν, τόσο μέσα στην προσωπική όσο και στη μεγάλη ιστορία.

Ο ψυχισμός του καθένα, η έκφραση, η εκφορά του λόγου είναι ο προσωπικός τους τρόπος να εκτίθενται στο ανώνυμο κοινό. Οι μαρτυρίες τους είναι μοναδικές από κάθε άποψη, ακόμα και εάν επαναλαμβάνουν καταστάσεις και συναισθήματα που έχουν αναφερθεί πολλές φορές. Καθένας τους φτιάχνει στην ταινία τη δική του μυθοπλασία, ένα προσωπικό σενάριο το οποίο εγκιβωτίζεται στο σενάριο του σκηνοθέτη.

Οι γυναίκες: Η Σέλλυ αφηγείται ζωηρά εκείνη την περίοδο της ζωής της σαν περιπέτεια, η Ευτυχία στοχαστική και ήρεμη μιλάει αργά σαν να θέλει να σιγουρευτεί ότι καταλαβαίνουμε καλά τι έγινε, η Ροζίνα με στακάτη φωνή και ενήλικη δύναμη αντιδιαστέλλει με τη σημερινή ματιά το παιδικό της ημερολόγιο.

Οι άντρες: Ο Μάριος, κρατώντας στο ένα χέρι το τελευταίο σημείωμα του πατέρα του και στο άλλο την εγγονή και λουλούδια αντισταθμίζει το πένθος με τη ζωή, ο Σήφης μετουσίωσε τη σωτηρία του σε ποίηση αποτίοντας φόρο τιμής στους επιβάτες του πλοίου Ταναΐς, στο οποίο αυτός, από καλή του τύχη, δεν είχε επιβιβαστεί.

Ακούγοντας και βλέποντας τους πέντε μάρτυρες που υπέστησαν ως παιδιά το βίαιο εγκλεισμό που τα έσωσε, αναλογιζόμαστε ότι καθένας από εμάς μπορεί να γίνει μια ψηφίδα ιστορίας.

«Αν δεν έχεις φωτογραφίες, τα πάντα σβήνονται…» λέει κάποια στιγμή η Ευτυχία.

Οι φωτογραφίες τους εκείνων των χρόνων, όπως και τα τραγούδια που τραγουδούν στην ταινία, είναι τα μέσα που βοηθούν την ανάκληση των αναμνήσεων. Κρατούν τις φωτογραφίες και «παρατηρούν» τον παιδικό τους εαυτό από την απόσταση που δημιούργησε ο χρόνος, τραγουδούν και αναπολούν με τρυφερότητα την παιδική ηλικία που παρήλθε, όσο κι αν τη βίωσαν τραυματικά. Η αφήγηση των αναμνήσεων μοιάζει με ιντερμέτζο μέσα στη διάρκεια και στη νοητή ομαλότητα της ζωής.

Η «παρατήρηση» του παιδικού εαυτού αγγίζει συναισθηματικά το θεατή καθώς εγγράφει στιγμές που ενώ, σε πρώτο άκουσμα, φαίνονται ασήμαντες, επιβεβαιώνουν τη σταθερότητα μιας κανονικότητας και συνδέουν το δραματικό διάλειμμα με το πριν από τον πόλεμο και με το παρόν. Κυρίως όμως μετατρέπουν τους αγνώστους της ταινίας σε οικείους. Αυτή η οικειότητα με τους αφηγητές δημιουργεί ανησυχία σ’ εμάς τους θεατές, ανησυχία που μεταφράζεται σε σκέψεις και ερωτηματικά. Ούτε στη θέση τους μπορούμε να μπούμε ούτε να ταυτιστούμε. Σκέφτομαι, ότι μαζί με τους συντελεστές της ταινίας, μας καλούν να γίνουμε μέρος της κοινότητας εκείνων που θεωρούν ότι όλα όσα συνέβηκαν δεν είναι τελειωμένες ιστορίες και πως η γνώση του παρελθόντος μπορεί να ρίξει φως στο παρόν.

Οι κουβέντες για το φόβο και την αγωνία έρχονται κι επανέρχονται, αλλού φωναχτές και αλλού κρυμμένες επηρεάζουν δραματικά τη φωνή. Το σήμερα και το τότε είναι δυο χρόνοι που περιπλέκονται, οι αναμνήσεις φιλτράρονται από την ευτυχή έκβαση της προσωπικής τους ιστορίας, γιατί η δύναμη για ζωή -τα πάρτι, ο γάμος, τα παιδιά που γεννήθηκαν- σκέπασε επιφανειακά τα τραύματα και μαζί το πένθος. Όσο ο έξω κόσμος αναστατωνόταν από τα τρομερά γεγονότα, τα κρυμμένα παιδιά φαίνεται ότι ζούσαν αποκομμένα μια παράξενη ζωή.

Η Ροζίνα, στο σπίτι δίχως ήχους, κατέγραφε στο μαθητικό της τετράδιο συναισθήματα και γεγονότα. Ο Μάριος, παιδί της πόλης, ανακάλυψε τη φύση κι ανακουφίστηκε στην αγκαλιά της. Η Σέλλυ ενηλικιώθηκε στα εννιά, ταξιδεύοντας μόνη από τη Θεσσαλονίκη προς την Αθήνα και παίρνοντας πολλές φορές τη θέση των γονιών της που κινδύνευαν. Η Ευτυχία θυμάται μικρά περιστατικά, όπως «φορούσα…», «παίξαμε στην καρυδιά…», «τρώγαμε και τραγουδούσαμε…». Ο Σήφης δεν αναρωτιόταν για τίποτα παρά γαντζωνόταν ασυνείδητα στην παραμάνα που αντιπροσώπευε γι’ αυτόν όσα είχε ζήσει μέχρι το χωρισμό από την οικογένειά του.

Ήταν αφύσικη η ζωή τους; Και ναι και όχι. Δεν έπαψαν να παίζουν, όμως επινόησαν καινούρια παιχνίδια ή προσάρμοσαν αυτά που έπαιζαν στις καινούριες συνθήκες. Το κρύψιμο και τα καινούρια ονόματα, Μάριος/Κωστάκης, Ροζίνα/Ρούλα, Σέλλυ/Καίτη -τα δέχτηκαν άραγε αδιαμαρτύρητα; Η μήπως αυτή η νέα ζωή φαινόταν σ’ εκείνα τα παιδιά σαν μια φυσιολογική συνθήκη εξαιτίας του πολέμου;

Τα παιδιά προσαρμόζονται και μπορούν να δεχτούν ευκολότερα από τους μεγάλους μια νέα πραγματικότητα η οποία αντικαθιστά την προηγούμενη κανονική ζωή τους. Ο νομπελίστας Ίμρε Κέρτες, ο οποίος εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου στα δεκατέσσερα, λέει ότι η ζωή στο στρατόπεδο του φαινόταν φυσική, γιατί έτσι ήταν εκεί.

Η απουσία χρώματος στις θολές εικόνες των ντοκουμέντων, στα αποσπάσματα από κινηματογραφημένες οικογενειακές σκηνές, στις φωτογραφίες, συνθέτουν το πλαίσιο της εποχής: ένα πλαίσιο άλλοτε απειλητικό και στενόχωρο, άλλοτε ίσως και καθησυχαστικό γιατί τελικά «έτσι ήταν… έτσι ήμασταν και ζήσαμε». Σε άλλες στιγμές της ταινίας η πολυχρωμία της φύσης και ο ανοιχτός ορίζοντας ελαφραίνουν τις αναμνήσεις.

 

Το μετά τον πόλεμο

Το πιο τρομερό γι’ αυτά τα παιδιά ήταν το «μετά τον πόλεμο», όταν με την αόριστη κουβέντα «τους δικούς μας τους πήραν οι Γερμανοί» συνειδητοποίησαν πως κόπηκε απότομα η συνέχεια της οικογένειας. Οι εξηγήσεις τούς δόθηκαν πολύ αργότερα. Τα παιδιά θέλουν να ζουν με βεβαιότητες. Πόσο αναστατώθηκαν και πώς βρήκαν καινούριες βεβαιότητες; Εντέλει, ποιες είναι οι δικές μας βεβαιότητες όταν σκεφτόμαστε την ταινία;

Η Μαρίζα Ντεκάστρο είναι συγγραφέας

 

 

Η ταινία ντοκιμαντέρ «Φιλιά εις τα παιδιά» του Βασίλη Λουλέ προβάλλεται αυτό τον καιρό σε αίθουσες της Αθήνας και  της Θεσσαλονίκης

 

 

Επισκεφτείτε στο facebook τη σελίδα της ταινίας

http://www.facebook.com/pages/Φιλιά-εις-τα-παιδιά/298619743592734?sk=info

 

Δείτε στο youtube το trailer

http://www.youtube.com/watch?v=gnZPB5Bd8zc

 

 

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Σκέψεις για την ταινία «Φιλιά εις τα παιδιά»

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s