Τέσσερα ερωτήματα για τη δημοκρατία

Standard

 του Μάκη Κουζέλη

Πάμπλο Πικάσο, «Οι αυλοί του Πανός», 1923

Πάμπλο Πικάσο, «Οι αυλοί του Πανός», 1923

Πολλοί από μας ζήσαμε τη δικτατορία, γι’ αυτό είμαστε συχνά πιο επιφυλακτικοί απέναντι στην εύκολη επίκληση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης ως πλαισίου που περιγράφει τη σημερινή κατάσταση. Και είμαστε επιφυλακτικοί κυρίως απέναντι σε εκείνη την επίκλησή της που επενδύεται με θετικές προσδοκίες. Ίσως αυτός ο βιογραφικός προσδιορισμός μας καθιστά και πιο συγκρατημένους απέναντι στους εύκολους χαρακτηρισμούς των αυταρχικών όψεων του σημερινού καθεστώτος.

Λιγότεροι πια είναι αυτοί που ζήσανε σε ναζιστικό καθεστώς, αλλά, παρά την απόσταση και την καλοστημένη απώθηση, οι παραστάσεις της πολιτικής και κοινωνικής ζωής όπως διαμορφώνεται μετά τη φασιστική ανατροπή της δημοκρατίας, είναι αρκετά ζωντανές για να επιβεβαιώνουν το άτοπο της ταύτισης της σημερινής κατάστασης με εκείνη – μέχρι στιγμής βέβαια, και αυτή η στιγμή εμφανώς έχει γυρίσματα.

Κανείς μας πάντως δεν έχει ούτε ίχνος παραστατικής επαφής με εκείνον τον πολιτισμικό ορίζοντα που προηγείται της αστικής δημοκρατίας. Ίσως να είναι αυτή η θεμελιώδης διαφορά, ανθρωπολογική περισσότερο από χρονική, που μας κάνει πιο ενδοτικούς απέναντι στην απαξίωση της δημοκρατίας ή τουλάχιστον στην ιδέα εγκατάλειψης της αξίας επίκλησής της, στην ιδέα αντικατάστασης της έννοιάς της με κάποια προσφορότερη ως εξεικόνιση ενός μέλλοντος κοινωνικής και προσωπικής χειραφέτησης.

***

Φαίνεται πως πράγματι η δημοκρατία, ως ο νεωτερικός τρόπος ύπαρξης του ανθρώπου, κι όχι μόνο του πολίτη, ως κατηγορία που αποδίδει τον τρόπο άρθρωσης της πολιτικής με την οικονομία και την ιδεολογία στον καπιταλιστικό κόσμο, έχει καταστεί καθολικό μέσο, αυτονόητο και πανταχού παρόν. Και στις κοινωνίες που το πολίτευμά τους πολύ απέχει από ό,τι αντιλαμβανόμαστε ως δημοκρατία, η πίεση για διασφάλιση δημοκρατικών ρυθμίσεων διαπερνά τόσο την πολιτική όσο και την οικονομική ζωή. Τις απαιτεί ο λαός αλλά και το κεφάλαιο. Όπως και με το ηλεκτρικό ρεύμα, ακόμα κι η απουσία της δημοκρατίας παραπέμπει σε αυτήν. Η κριτική της δημοκρατίας ασκείται στο όνομά της, με τη δημοκρατία ως έμβλημα. Κανείς δεν μπορεί να θέσει τον εαυτό του εκτός του πλαισίου που ορίζει, κανένας λόγος, καμιά πρακτική δεν μπορεί να θεμελιωθεί εκτός αυτού του πλαισίου. Το γλωσσικό μας παιχνίδι, ο τρόπος ζωής μας ορίζονται από τη δημοκρατία.

Ως αυτονόητα προϋποτιθέμενη καθολικότητα, η δημοκρατία υφίσταται την τριβή του δεδομένου. Η επίκλησή της, η χρήση της έννοιάς της ως χαρακτηρισμού, ως ιδιότητας, ως αρχής ή ως αξίας έχει προ πολλού αποβεί πληθωριστική. Η κριτική της οξύτητα, εκείνη που τη συνέδεε με την ιστορική στιγμή της επαναστατικής της επιβολής, έχει αμβλυνθεί. Δυνάμει περικλείει τα πάντα και δεν προσδιορίζει τίποτα. Η δημοκρατία κενό σημαίνον. Τι υπερασπιζόμαστε λοιπόν υπερασπιζόμενοι τη δημοκρατία; Θα προσπαθήσω να συνθέσω το σκελετό μιας απάντησης, απαντώντας σε τέσσερα ερωτήματα. Αρχίζω με το, παραδόξως, ευκολότερο.

Ποιες διαδικασίες οδήγησαν στην εξασθένιση της δημοκρατίας;

Τζόρτζιο ντε Κίρικο, «Η κατάκτηση του φιλοσόφου», 1914

Τζόρτζιο ντε Κίρικο, «Η κατάκτηση του φιλοσόφου», 1914

Ερώτημα πρώτο: Από πού προέρχεται η αποσταθεροποίηση του τρόπου κοινωνικής και πολιτικής ζωής που αποδίδεται υπό το έμβλημα του κράτους του δήμου;

Οι απαντήσεις που δόθηκαν τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια μοιάζουν πειστικές. Ειδικά από την προοπτική της Ελλάδας της κρίσης, η ουσιαστική αποδόμηση της δημοκρατίας εμφανίζεται σαφώς ως η αλήθεια του νεοφιλελευθερισμού. Το σύνολο των εξελίξεων που συνδέονται με την επικράτηση αυτού του λόγου, προϋποθέσεις άρθρωσής του αλλά και συνέπειές του, δυναμικές της καπιταλιστικής αναπαραγωγής αλλά και τάσεις της επιβεβλημένης συγκυρίας, τέμνονται στην ενίσχυση του κοινωνικού αυταρχισμού. Απαριθμώ άξονες, ευρύτατα σχολιασμένους και οικείους: η ριζικά ενισχυμένη οικονομική εξουσία και οι παρεμβάσεις της στην πέραν της σφαίρας της παραγωγής κοινωνική οργάνωση (ας το πούμε, χάριν συνεννόησης, «το σύνδρομο Ζίμενς»)· η πλήρης εμπορευματοποίηση των μέσων επικοινωνίας και της πολιτιστικής πρακτικής (ας το πούμε «Μέγκαρο»)· η συρρίκνωση και επιχειρηματική ή και διαφημιστική αναδιοργάνωση των διαδικασιών πολιτικής εκπροσώπησης (ας το πούμε, λόγω επικαιρότητας, «το ιταλικό κόλπο»)· η ιδεολογικά καθοριστική επικράτηση αυτού που ονομάστηκε «νεοφιλελεύθερη λογική» και επέβαλε ως πρωτεύουσα αρχή και υπερβατικό κριτήριο την τυφλή πορεία της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων (το σύνδρομο «η αγορά μίλησε»)· εκείνη η διεργασία που επιβλήθηκε ως «δημοκρατία της αγοράς» και υλοποιήθηκε σε μια πορεία σταθερής επέκτασης της εκτελεστικής και εν μέρει της δικαστικής εξουσίας εις βάρος της νομοθετικής (το σύνδρομο «υπουργική εγκύκλιος βάσει φήμης μελλοντικής απόφασης δικαστηρίου»)· η αποσταθεροποίηση της κρατικής κυριαρχίας τόσο στο εσωτερικό του κοινωνικού σχηματισμού όσο και στις διεθνείς εξαρτήσεις του (το τόσο καθημερινό πλέον σύνδρομο «η τρόικα απαιτεί»)· η δυναμική διάρρηξης όσων υπαγορεύει αλλά και υπόσχεται το κοινωνικό συμβόλαιο σχετικά με την εξασφάλιση της λαϊκής κυριαρχίας, και επομένως η σταδιακή απώλεια του σχήματος ύπαρξης της ίδιας της νεωτερικής πολιτικής, έτσι όπως αδρά καταγράφεται στη διαρκή ενίσχυση των μέτρων ασφάλειας, επιτήρησης και αυταρχικής καταστολής (ας το πούμε «η χρυσή ελας»)· και, βέβαια, η δημιουργία νησίδων απροσπέλαστων στον δημοκρατικό έλεγχο, απομακρυσμένων από τη δημοσιότητα και αόρατων για το ίδιο το κοινοβούλιο, όπως συμβαίνει με τομείς της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, αλλά και για μεγάλο μέρος όσων αποφασίζονται στις Βρυξέλλες (κι αυτό ας το πούμε, πράγματι, «το σύνδρομο της εξαίρεσης»).

Αν αυτές είναι οι κύριες διαστάσεις της επιβολής και επικράτησης του νεοφιλελεύθερου λόγου, ας θυμηθούμε δυο όρους του, εξαιρετικά κρίσιμους για το καθεστώς του δήμου και την αξίωσή του να «κρατεί». Ο πρώτος είναι η ιδιόλεκτος της ομιλούσας αγοράς, οι «κομμένες κεφαλές» της οποίας παραθέτουν στοιχεία, υπολογισμούς ή και δήθεν επιχειρήματα, παντελώς ακατανόητα στον δήμο και κυρίως αδιαφανή και ανεξέλεγκτα. Η ρηματική διάρθρωση του νεοφιλελεύθερου λόγου αποκλείει επομένως τον δήμο, αποκλείοντας τη δυνατότητά του να διαμορφώσει γνώμη και να κρίνει επί όσων (ρεαλιστικά, υπερβολικά ρεαλιστικά) εκτίθενται ως ορισμός της πραγματικότητας: επί των οικονομικών μεγεθών και των συσχετισμών τους.

Ο δεύτερος όρος, κρισιμότερος κι ακόμα πιο υποβαθμισμένος στη συζήτηση, είναι η αποδόμηση της δημόσιας σφαίρας. Η μονοδιάστατη και μονόδρομη ψευδοδημοσιότητα της κατευθυνόμενης ενημέρωσης ενισχύεται στην αποσαθρωτική της λειτουργία από την κενή επιχειρημάτων ρητορική των «δημοσίων προσώπων», την εν κρυπτώ λήψη των αποφάσεων, την αποφυγή του κοινοβουλευτικού ελέγχου, αλλά και την αδρανοποίηση της ίδιας της διαδικασίας διαβούλευσης που προβλέπει για τη νομοθετική λειτουργία το Σύνταγμα. Η συγκρότηση του δήμου είναι το επίδικο: η ίδια η ύπαρξη μιας κρίνουσας γνώμης, του υποκειμένου στο όνομα του οποίου ασκείται η εξουσία. Χωρίς τον φυσικό χώρο πραγμάτωσής του, χωρίς δημοσιότητα, ο δήμος συρρικνώνεται σε άθροισμα μονάδων, ψηφοφόρων εν προκειμένω.

Το «μίσος για τη δημοκρατία»

 Το δεύτερο ερώτημα, που μας επαναφέρει στις εισαγωγικές σκέψεις: Τι είναι αυτό που ονομάστηκε «μίσος για τη δημοκρατία» (Rancière), από πού εκπορεύεται και τι το θρέφει;

Ο οργανωμένος παλινορθωτικός λόγος, εκείνος που ρητά θέτει το σκάνδαλο του κράτους του δήμου, το σκάνδαλο της εναπόθεσης της εξουσίας στη μάζα, σπανίως εμφανίζεται ως τέτοιος – ίσως μόνο στις θεοκρατικές επιθέσεις κατά της έκφρασης της λαϊκής βούλησης. Δηλώνει βέβαια συχνότατα την παρουσία του σε σχήματα υπερβατικής θεμελίωσης αξιών, ενώ ταυτόχρονα θρέφει εκείνη την κριτική της δημοκρατίας που επιδιώκει διαρκώς εκτενέστερους συμβιβασμούς με αριστοκρατικά πρότυπα. Δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε γύρω μας: ασυγκράτητες ρητορείες περί αριστείας (η νέα παιδεία), ένα αξιοκρατικό ιδεώδες μεταφρασμένο σε ανεξέλεγκτη κυριαρχία των τεχνοκρατικά ειδικών (η νέα οικονομία), αναζήτηση χαρισματικών ηγετών, περιορισμός των δυνατοτήτων και ευθυνών της Βουλής, τάσεις βοναπαρτισμού της εκτελεστικής εξουσίας (η νέα πολιτική).

 Ας θυμηθούμε ότι τέκνο αυτών των συμβιβασμών, αυτής της εκ των έσω κένωσης του αρχικού επαναστατικού περιεχομένου της δημοκρατίας, χάριν της εξασφάλισης της αστικής της υπόστασης, ήταν και είναι η άλλη, η αντίπαλη κριτική: εκείνη που καταδεικνύει πως πίσω από την αντιπροσωπευτική δημοκρατία και το αστικό κράτος δικαίου κρύβεται η απρόσκοπτη κυριαρχία της ιδιοκτησίας. Όσο πιο καθαρά εμφανίζεται στο προσκήνιο το κεφάλαιο ως η πρωτεύουσα και αδιαμφισβήτητη ρυθμιστική δύναμη της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, όπως εμφανώς συμβαίνει υπό τις παρούσες συνθήκες κρίσης, τόσο πιο έντονα μπορεί να διατυπωθεί η αμφισβήτηση της δημοκρατικής ουσίας της υπαρκτής δημοκρατίας ή και η αμφισβήτηση της αστικής δημοκρατίας ως επαρκούς κελύφους ισότητας και λαϊκής κυριαρχίας. Η αποσταθεροποίηση αστικοδημοκρατικών νόμων και θεσμών εντός της κρίσης ενισχύει όμως, όπως δυστυχώς γνωρίζουμε από την Ιστορία, και εκείνες τις δυνάμεις που αξιοποιούν την αμφισβήτηση της δημοκρατίας εξουδετερώνοντας το κριτικό της πρόταγμα, αποσιωπώντας δηλαδή το ζήτημα της ιδιοκτησίας.

Εκείνο βέβαια που τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζεται όλο και πυκνότερα και επιθετικά δεν είναι ούτε το παλινορθωτικό μίσος για τη δημοκρατία ούτε η αριστοκρατική κριτική ούτε και η σοσιαλιστική αμφισβήτηση. Είναι το μίσος της δημοκρατίας κατά των δημοκρατών, των μηχανισμών κατά των πολιτών, του κράτους κατά του δήμου, της πολιτικής κατά της κοινωνίας. Μίσος απροκάλυπτο όταν στρέφεται εναντίον άλλων κοινωνιών, μη δημοκρατικών κρατών και εντέλει μη δημοκρατικών, υποτίθεται, πολιτισμών. Μίσος ακόμα πιο έντονο όταν δεν μπορεί να εκστομιστεί νόμιμα και επενδύεται με προπέτασμα ψευδοορθολογικότητας: Μα μπορεί τώρα να αποφασίσουν για τόσο σύνθετα ζητήματα οι απαίδευτοι πολίτες; μπορεί να κρίνει ο λαός όταν δεν μπορεί να καταλάβει τι διακυβεύεται, αλλά ούτε επαρκώς να ενημερωθεί; μπορεί να οδηγεί τις εξελίξεις η μάζα που παρασύρεται από την κάθε ρητορική; μπορεί η ιδιότητα του πολίτη να αποδοθεί ουσιαστικά σε απλούς καταναλωτές, να αναχθεί σε μια προϋπόθεση απόλαυσης; να αφήσουμε τους Κύπριους να αποφασίσουν για το σχέδιο Ανάν, τους Γάλλους για το ευρωπαϊκό σύνταγμα και τους Έλληνες για το Μνημόνιο; η δημοκρατία δεν είναι άλλωστε υπεύθυνη για την κατάληψη της εξουσίας από τους ναζί; Βεβαίως, όλα αυτά έχουν μια γνωστή επωδό καταγγελίας: λαϊκισμός – η λαϊκή θέληση ως πηγή και προϊόν λαϊκισμού.

Αυτό το μίσος εκφράζεται σήμερα ανοιχτά. Ακόμα και η στοιχειώδης διαδικασία της πρόσκλησης στην κάλπη θεωρείται, εντός αυτού του λόγου, υπερβολή. Και έχει σημασία να θυμόμαστε ότι το σκάνδαλο που συνεχώς υποδαυλίζει αυτό το μίσος είναι το σκάνδαλο της ισότητας, ισότητα της ψήφου, ισότητα της γνώμης, ισότητα δικαιωμάτων, ισότητα ακόμα και στην κατανάλωση – το εγγεγραμμένο δηλαδή στη δημοκρατία σκάνδαλο της εν δυνάμει αμφισβήτησης της ιδιοκτησίας.

Αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας στην κοινωνία της κρίσης

Ερώτημα τρίτο: Πώς συνδέεται η αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας με τον ρόλο της στη σύγχρονη αστική κοινωνία ή και στην κοινωνία της κρίσης;

Η δημοκρατία είναι ο τρόπος πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης της αστικής κοινωνίας, το πολίτευμα που της αντιστοιχεί. Οι καπιταλιστικές σχέσεις προϋποθέτουν το είδος της ισότητας, ελευθερίας και δίκαιης ανταλλαγής που εγγυώνται οι δημοκρατικοί θεσμοί. Εναποθέτουν δε σε αυτούς τόσο τη νομιμοποίηση των σχέσεων εξουσίας και της διευρυνόμενης εκμετάλλευσης, όσο και τη διαχείριση αντιφάσεων και συγκρούσεων που προκύπτουν από τις άνισες και ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών τάξεων αλλά και μεταξύ των εκπροσωπήσεων διαφορετικών μορφών κεφαλαίου.

Και οι δυο πλευρές αυτού του ρόλου είναι καθοριστικές και μακροπρόθεσμα αναντικατάστατες, καθώς αποτελούν λειτουργικές προϋποθέσεις της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως η εγγενής αντίφαση μεταξύ τυπικής ισότητας και ουσιαστικής ιδιοκτησιακής ανισότητας δεν καθιστά την αστική δημοκρατία ασταθή. Η εκάστοτε φυσιογνωμία της διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα του υφιστάμενου συσχετισμού κοινωνικών δυνάμεων, αλλά και των ευρύτερων κοινωνικών και πρωτίστως οικονομικών σχέσεων. Δεν υπάρχει κάποιο προδιαγεγραμμένο ελάχιστο δημοκρατίας, απαραίτητο για τη λειτουργικότητα των καπιταλιστικών διαδικασιών, ούτε κάποια σταθερή ουσία της δημοκρατίας, βάσει της οποίας να μετράται η πληρότητα της πραγματωμένης. Κι η σημερινή συρρικνωμένη, αποσταθεροποιημένη, υποσκαπτόμενη και αμφισβητούμενη δημοκρατία, δημοκρατία είναι.

Αλλά, πάλι, η εκάστοτε διαμόρφωση των λειτουργιών του πολιτεύματος έχει συνέπειες ως προς την εξασφάλιση των όρων αναπαραγωγής. Ούτε η νομιμοποίηση ούτε η διαχείριση των συγκρουόμενων συμφερόντων μπορούν να εξασφαλιστούν αποτελεσματικά όταν οι διαδικασίες, οι θεσμοί και ο μηχανισμός αντιπροσώπευσης που συγκροτούν το δημοκρατικό πολίτευμα λειτουργούν στο ελάχιστο, όπως σήμερα στην Ελλάδα. Υπ’ αυτή την έννοια, η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση. Και βρίσκεται σε κρίση τόσο από την άποψη της αποτελεσματικότητάς της ως του αστικού πολιτεύματος, όσο και από την άποψη της αποδοχής της. Αναποτελεσματικότητα και αμφισβήτηση τροφοδοτούν η μία την άλλη.

Η οικονομική κρίση, που επέβαλε ακραίους συσχετισμούς κοινωνικών δυνάμεων και συνοδεύει εξίσου οξείες σχέσεις μεταξύ μορφών κεφαλαίου, αφαιρεί από τις δημοκρατικές διαδικασίες και τους πολιτειακούς θεσμούς τη δυνατότητα ουσιαστικής εκπλήρωσης των λειτουργιών τους. Οι συγκρούσεις εντείνονται αλλά και εμφανίζονται ως τέτοιες στο πολιτικό και κοινωνικό προσκήνιο. Μορφές του κεφαλαίου που εντός της συγκυρίας τούς δίνεται η δυνατότητα ή/και σπασμωδικά προσπαθούν να διασωθούν ή να κυριαρχήσουν, επιτίθενται με την αγριότητα που βιώνουμε εναντίον θεσμών, σχέσεων και δικαιωμάτων. Η κατάλυση της δημοκρατίας είναι μέσο. Μέσο ισχύος, αλλά και εξουδετέρωσης των δυνάμεων της άλλης πλευράς, των δυνάμεων της εργασίας, για τις οποίες η δημοκρατία συμπίπτει με τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Η σπειροειδής κίνηση που βλέπουμε να διαγράφεται αδρά στην πολιτική και κοινωνική μας καθημερινότητα οδηγεί από την επίθεση κατά των δημοκρατικών θεσμών στην όξυνση της κρίσης νομιμότητας και των κοινωνικών συγκρούσεων, και από εκεί πάλι στην ενίσχυση των αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων, ως απάντηση στην εντεινόμενη αμφισβήτηση.

Το πολιτικό εργαλείο άσκησης αυτής της στρατηγικής είναι η ίδια η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Συρρικνωμένη μεν ως χώρος άσκησης δικαιωμάτων, αλλά πλήρως λειτουργική ως μηχανισμός διακυβέρνησης. Και η αυταρχική εκτελεστική εξουσία από τη Βουλή προήλθε. Όμως, αυτή η πλήρως εργαλειακή χρήση της δημοκρατίας υποσκάπτει εν τέλει την ίδια την υπόστασή της.

Με ορατή την αναποτελεσματικότητα του πολιτεύματος να συγκεράσει αντικρουόμενα συμφέροντα και να αποσπάσει στοιχειωδώς συναίνεση, τόσο οι αστικές όσο και οι δυνάμεις της εργασίας θέτουν ζήτημα δημοκρατίας. Οι πρώτες το κάνουν επιθετικά, αίροντάς την, οι δεύτερες επαναφέρουν, αναγνωρίζοντάς το πλέον ξανά ως άμεσο, το αίτημα άρσης της θεμελιώδους αντίφασης μεταξύ ουσιαστικής ισότητας και ιδιοκτησίας. Ότι η δημοκρατία εμφανίζεται ως γυμνό προκάλυμμα, ως απλό αλλά αποτελεσματικό εργαλείο εκμετάλλευσης, διαμορφώνει συνθήκες άκρως ανησυχητικές: το κόστος της κατάργησης της δημοκρατίας είναι άλλης κλίμακας.

Τι απαντάμε στην επίθεση κατά της δημοκρατίας;

Έρχομαι στο τέταρτο και τελευταίο μου ερώτημα: Τι απαντάμε στην επίθεση κατά της δημοκρατίας;

Κι απαντώ αμέσως: διεκδικούμε το πλήρες της περιεχόμενο και, για να χρησιμοποιήσω μια φιλοσοφικά φορτισμένη διατύπωση, «μετράμε» την εκεί έξω δημοκρατία με αυτό που η ίδια αξιώνει να σημαίνει. Υπερασπιζόμαστε τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, χωρίς εκπτώσεις και πέραν της κυρίαρχης ιδεολογίας περί ρεαλιστικών διεκδικήσεων. Υπερασπιζόμαστε κυρίως το Σύνταγμα και τις συνταγματικές επιταγές, γιατί ακριβώς παγιώνουν κανονιστικά έναν συσχετισμό δημοκρατίας (συσχετισμό δημοκρατικής κοινωνίας πρωτίστως και λιγότερο διακυβέρνησης), γιατί κατ’ ανάγκην, για να επιτρέπουν δηλαδή τη δυνητική νομιμοποίηση του πολιτεύματος, συνεχίζουν να διέπονται από τις βασικές αρχές της αστικής επανάστασης. Υπερασπιζόμαστε, επομένως, μια δημοκρατία ανοιχτή στη ριζική της διεύρυνση και την υπερασπιζόμαστε ενάντια στο αυταρχικό περιεχόμενο που της επιβάλλεται, ενάντια στον ναζισμό που την απειλεί, ενάντια στην ερωτοτροπία με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Την υπερασπιζόμαστε όμως και ως πρόπλασμα μιας άλλης δυνατής κοινωνίας, ως όρο διεύρυνσης και υπέρβασής της, όταν οι συνθήκες και ο συσχετισμός των δυνάμεων θα το επιτρέπουν. Υπερασπιζόμαστε λοιπόν κάθε χροιά της αστικής δημοκρατίας που μπορεί να ανασημασιοδοτηθεί υπέρ των δυνάμεων της εργασίας και των λαϊκών τάξεων, κάθε πτυχή της που μπορεί να χωρέσει και να εκπροσωπήσει αιτήματα ουσιαστικής ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Αν πολιτικός είναι και ο αγώνας για την ιδιοποίηση λέξεων, κι αν η ουσία των πολιτικών εννοιών έγκειται ακριβώς στο αγωνιστικό τους καθεστώς, τότε η δημοκρατία είναι ο κατεξοχήν νεωτερικός εννοιολογικός όρος άσκησης πολιτικής και η έννοιά της μας ανήκει.

Ο Μάκης Κουζέλης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το κείμενο βασίζεται σε εισήγηση στο Κρίση-Μο Σεμινάριο της Πρωτοβουλίας για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας (5.3.2013)

 

7 σκέψεις σχετικά με το “Τέσσερα ερωτήματα για τη δημοκρατία

  1. Πίνγκμπακ: Τέσσερα ερωτήματα για τη δημοκρατία του Μάκη Κουζέλη | Homo Politicus

  2. Πίνγκμπακ: ΤΈΣΣΕΡΑ ΕΡΩΤΉΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ | Πολιτική Αυτονομία

  3. Πίνγκμπακ: Τέσσερα ερωτήματα για τη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ !!! | Paganeli

  4. Το κείμενο που ακολουθεί δεν αποτελεί πρόταση ή υπόδειξη και δεν εκφράζει επιθυμία ή θέληση… ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1. ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ 2. ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ («ΘΗΤΕΙΑ ΟΧΛΩΝ Ή ΔΥΝΑΣΤΩΝ») 3. ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ (κοινών συμφερόντων, κοινών ενδιαφερόντων, ομονοούντων) ΤΩΝ ΣΩΤΗΡΩΝ ή από το νερό του Καματερού και την Αθανασία του Αιγάλεω στην εξουσία της «εργατικής τάξης», στα «προαύλια του ουρανού», στην συμπαντική «ομοσπονδιοποίηση» και στην «κοσμική ενέργεια» 4. ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ (ΕτΔ) και ΔΙΟΝΥΣΟΣ Πολίτης 5. ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΗΝ ΕτΔ (;) ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ: Α. Οι εκλογές του Τοτού Β. «Νοσήματα πολιτείας» Γ. Το Τοτέμ (ή η ΤΕΜ) και «Εναλλακτικές μορφές επιχειρηματικότητας και τοπικής ανάπτυξης» ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αν αναλογιστούμε τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην κοινωνία των ανθρώπων στον συμβατικώς οριοθετημένο δια των γεωγραφικών συνόρων ελληνικό χώρο, θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως μόνο μία δράση μπορεί να ελαχιστοποιήσει (στην χειρότερη) ή να εκμηδενίσει (στην καλύτερη των περιπτώσεων) την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την επιβολή και την κυριαρχία που ασκείται και επιβάλλεται από νομιμοποιημένα ή μη θεσμικώς ιεραρχικώς δομημένα σύνολα μεγάλων και μικρών υπαλληλικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών εξουσιαστικών ομάδων και ελίτ επί των ιεραρχικώς κατωτέρων και (σε ό,τι αναλογεί στο κάθε σύνολο) επί των υπόλοιπων πολιτών και του μη ανθρωπογενούς φυσικού περιβάλλοντος. Σημείωση: Ως «δράση» δεν νοείται μια συμπαγής, ενιαία και ξαφνική πράξη, αλλά σειρά ενεργειών [με βάση την εφαρμογή αρχών (in principio)] πάνω σε μία συγκεκριμένη διεύθυνση και προς ορισμένη κατεύθυνση … [«Η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται. Μπορούμε απλώς να διαπιστώσουμε ότι, όταν απουσιάζει μια τέτοια δημιουργία, τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης κατάστασης διατηρούνται ή αλλάζουν μόνο μορφή» (Καστοριάδης, 2001:28)] 1. ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Σύμφωνα με το «Σύνταγμα της Ελλάδας» του 2001: 1.1. Το πολίτευμα της Ελλάδας (παρ’ όλο που μπορεί να εμπεριέχει στοιχεία του συστήματος αξιών της δημοκρατίας) δεν είναι Δημοκρατία. Είναι «Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία». (Άρθρο 1, παρ. 1). 1.2. «Όλες οι εξουσίες» δεν ασκούνται «από το Λαό». «Πηγάζουν από το Λαό», «υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους» και «ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». (Άρθρο 1, παρ. 3): 1.2.1. Την νομοθετική εξουσία ασκεί η «Βουλή» και ο «Πρόεδρος της Δημοκρατίας». 1.2.2. Την εκτελεστική εξουσία ασκεί ο «Πρόεδρος της Δημοκρατίας» και «Η Κυβέρνηση». 1.2.3. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων της «Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» δεν είναι αποφάσεις που λαμβάνονται από πολυμελή ορκωτά λαϊκά δικαστήρια, τα μέλη των οποίων ορίζονται με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών (πάνω από μια ορισμένη ηλικία)· απλώς «εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού». (Άρθρο 26). 1.3. Η «Βουλή» προκύπτει μετά από εκλογές. (Άρθρο 51, παρ. 3). Τον «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» εκλέγει η «Βουλή». (Άρθρο 30, παρ. 1). Την «Κυβέρνηση» ‘εγκρίνει’ και διατηρεί στην θέση της η «Βουλή» με την «εμπιστοσύνη της». (Άρθρο 84). Οι «δικαστικοί λειτουργοί (τακτικοί δικαστές)» είναι επαγγελματίες και διορίζονται δια της «Βουλής» και του «Προέδρου της Δημοκρατίας». Τα δικαστήρια – ολιγομελή – [συμπεριλαμβανομένων των ορκωτών (οι ένορκοι ορίζονται από επαγγελματίες δικαστές)] δεν έχουν καμία σχέση με «λαϊκή εξουσία» και «λαϊκή κυριαρχία». 1.4. Οι βουλευτές δεν αντιπροσωπεύουν τους ψηφοφόρους τους ούτε τον «Λαό». «Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος» (άρθρο 51, παρ.2) και «έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση» (άρθρο 60, παρ. 1 και 61, παρ. 1). Η γνώμη και η ψήφος των βουλευτών κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων δεν καθορίζονται από την θέληση, τα συμφέροντα και τις απαιτήσεις του «Λαού». Καθορίζονται από την «συνείδησή» τους (το «κατά συνείδηση»). Αυτή η «συνείδηση» (όπως θεωρούν οι βουλευτές σωστό) προσδιορίζει τον χαρακτήρα και τις ιδιότητες του ‘αντιπροσώπου’ του «Έθνους». Η αποσύνδεση και ανεξαρτησία των αποφάσεων της «Βουλής» από τους ψηφοφόρους (οι οποίοι λογίζονται και λειτουργούν ως «εκλογικό σώμα») αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό των «αντιπροσωπευτικών καθεστώτων» και μία από τις βασικές αρχές τους και δεν την επηρεάζει η αλλαγή βουλευτών και ο συσχετισμός των κομματικών δυνάμεων μέσα στην «Βουλή» (ίδετε και Manin, 1997:6). 1.5. Δεν θεσμοθετείται η Εκκλησία του Δήμου (ίδετε και Manin 1997:8). 2. ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ («ΘΗΤΕΙΑ ΟΧΛΩΝ Ή ΔΥΝΑΣΤΩΝ») «Με τα κόκκινα πανάκια τα γελούνε τα παιδάκια» (Ίδετε και Παράρτημα Α) 2.1. Η διαδικασία μετάβασης (στο πλαίσιο του «ευ πράττειν και ευ ζην») σε ανώτερο επίπεδο σκέψης και συνείδησης, πνευματικότητας, μεθόδων ορθολογικής κρίσης – λήψης αποφάσεων και ποιητικής φιλοσοφίας πραγματοποιείται εκτός οποιουδήποτε δικτύου σχέσεων προσώπου-εξουσίας (νομιμοποιημένης ή μη θεσμικώς). 2.2. Τα ελεύθερα πρόσωπα, ως μέλη του αυτοελεγχόμενου και αυτόνομου γενικότερου (ίδετε 4.2.1. παρόντος) συνόλου ανθρώπων δεν υπόκεινται σε αρνητικές δράσεις και ιδέες που αναιρούν τις ιδιότητές τους και δεν είναι δυνατόν να συστήσουν ενσυνείδητη και δημοκρατούμενη ένωση πολιτών βασιζόμενα στις εκλογές. Τα ανωτέρω μέλη, στην πορεία και εν μέσω αγώνων για την κατάκτηση κάθε φορά ανώτερων επιπέδων διαβίωσης, συνύπαρξης και συμβίωσης που ορίζονται α) απ’ την πραγματικότητα της επιβίωσης [τις αντικρουόμενες ανάγκες, τακτικές και συμπεριφορές καθώς και την ατομική και συλλογική στάση στο γεγονός της υποχρεωτικότητας (αναγκαιότητας) της συνύπαρξης και συμβίωσης των ανθρώπων με διαφορετικά είδη έμβιων όντων και λοιπά φυσικά στοιχεία σε συγκεκριμένο φυσικό περιβάλλον], β)από την σχέση τους με τα δημιουργήματά τους (πνευματικά, διανοητικά και υλικά) και γ) (κατά περίπτωση) από την αλληλεγγύη, την αμοιβαιότητα και λιγότερο από τον αλτρουισμό δεν βασίζονται σε Αρχηγούς, Κόμματα, Εκλογές, Κοινοβούλια, αντιπροσωπευτικές Δημοκρατίες, Ναούς, Σωτήρες κ.λπ. ούτε μετατρέπονται σε Υπηκόους, Μάζες και Αγέλες, ιδιότητες που ευθέως παραπέμπουν σε εξουσιαστικά καθεστώτα ιεραρχίας και κυριαρχίας, σε υποταγή και εκμετάλλευση (ίδετε και Sharp, 2010:78). Οι βουλευτικές εκλογές δεν αποτελούν στοιχείο ή τακτική των μηχανισμών επιβίωσης, συνύπαρξης και συμβίωσης ούτε κάποιου άλλου είδους ριζική ανάγκη, ώστε τυχόν έλλειψή τους ή περιφρόνησή τους να λογίζεται ως κίνδυνος ή να θεωρούνται απαραίτητο πεδίο άσκησης ελευθερίας. 2.3. Η δομή των εκλογών, απ’ τον σκληρό πυρήνα τους μέχρι τα εξώτερα περιφερειακά χαρακτηριστικά τους, επιτρέπει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την διεξαγωγή τους και μόνον. Ως εξουσιαστικό πολιτικό εργαλείο νομιμοποίησης και επιβολής, από οποιονδήποτε και αν χρησιμοποιούνται και οποιαδήποτε και αν είναι τα αποτελέσματα κάθε «εκλογικής αναμέτρησης (sic)», οι εκλογές επιτελούν την λειτουργία τους μόνον με την συμμετοχή των υποψηφίων και την μετάβαση των ψηφοφόρων στις κάλπες. Στο καθεστώς των ‘δημοκρατιών’ της «αντιπροσώπευσης» και των παντός είδους «κοινοβουλίων» η κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση όλων των δραστηριοτήτων των εξουσιαστών (πολιτικών και οικονομικών κυριάρχων, καταπιεστών, εκμεταλλευτών και ‘σωτήρων’ – των ακολούθων τους συμπεριλαμβανομένων) διέρχεται εξάπαντος από τον δεσπόζοντα μηχανισμό των εκλογών. Όποιος συμμετέχει (είτε ως υποψήφιος είτε ως ψηφοφόρος) στις βουλευτικές εκλογές που οργανώνονται και διενεργούνται απ’ την θεσμοθετημένη (νομιμοποιημένη ή μη) πολιτική εξουσία, γίνεται συμμέτοχος στην κατά τ’ ανωτέρω νομιμοποίηση και συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια των εν λόγω εξουσιαστών και ακολούθων τους να σφίξουν και να στερεώσουν γύρω απ’ τον λαιμό των υπολοίπων πολιτών τον βρόχο ανανέωσης και συντήρησης του τάφου της υποταγής, της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας. Ο χαρακτήρας των βουλευτικών εκλογών δεν είναι συγκυριακός· είναι δομικός και εξαρτάται αδιαχώριστα από το πολιτικό σύστημα που είναι αντικειμενικά κατάλληλο για την επιτέλεση των λειτουργιών που εξυπηρετούν τις κυρίαρχες ελίτ και τους υπηρέτες τους. Η αντικειμενική πραγματικότητα και οι συνθήκες διαβίωσης όσων εκ των πολιτών έχουν καταληστευθεί (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς) από μικρές και μεγάλες εξουσίες και δίκτυα ‘παραδείσων’ και διαφθοράς δεν γίνονται υπό καθεστώς εκλογών παίγνιο στα χέρια κανενός σωτήρα και διώκτη του «κακού» (ίδετε και Taguieff, 2011). Δεν μπορούν οι εκλογές να αποτελούν στοιχείο μιας στρατηγικής απελευθέρωσης. Αποτελούν μόνον στοιχείο μιας στρατηγικής υπεράσπισης και ενίσχυσης των ιεραρχικών δομών κυριαρχίας, καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Οι εκλογές άρα δεν διεξάγονται για την αλλαγή μιας υφισταμένης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας αλλά για την διευθέτηση ή αναπροσαρμογή του τρόπου διαχείρισής της… Γι’ αυτό και η μη συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί βασικό στοιχείο στο πλαίσιο «της έκφρασης αναγκών που απειλούν το σύστημα» (ίδετε Ferrajoli, 1985, Καστοριάδης, ό. π. και Manin, 1997:6, 8). Οι υπερεθνικές ελίτ (οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά εξουσιαστικά κέντρα, ομάδες και λέσχες, «δεξαμενές» σκέψης, διακρατικές διασκέψεις «ισχυρών» και λοιπά «βασίλεια») και οι εγχώριοι ακόλουθοί τους δεν φοβούνται την συμμετοχή στις εκλογές, αυτήν την επιδιώκουν. Δεν φοβούνται την συμμετοχή στις εκλογές, αυτό που ανησυχεί τα ‘αφεντικά’ είναι η τυχόν απονομιμοποίηση των εκλογών λόγω μη συμμετοχής και η αντικατάστασή τους με δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Οι τυχόν άλλες μορφές απονομιμοποίησης, που ως πηγή έχουν τα ‘αφεντικά’ (λόγω νοθείας ή εκλογικών νόμων κ.λπ.), αποτελούν περιστασιακές περιπτώσεις, οι οποίες δεν εξαλείφουν το σύστημα των εκλογών. Αυτό εύκολα ‘επιδιορθώνεται’… Υπό τις σημερινές πραγματικές συνθήκες διαπιστώνουμε πως η εξουσία δεν έχει ανάγκη την υποστήριξη της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων σε μια εκλογική διαδικασία για να έχει την πλειοψηφία στην Βουλή. Αυτό το καταφέρνει (δια του εκλογικού νόμου) και με την υποστήριξη της μειοψηφίας. Άρα δεν έχει σημασία ποιος κυβερνά ή εκλέγεται υπ’ αυτές τις συνθήκες…Η νομιμοποίηση (ακόμη και μόνον η κοινωνική) της μη συμμετοχής αποτελεί πρόσφορο και γόνιμο έδαφος για δράσεις και ενέργειες που δεν μετριούνται με την μεζούρα των «επαναστάσεων», της ‘δικαίωσης’ από «μάζες» και «όχλους» ούτε με την μεζούρα κάθε είδους και μορφής ‘σωτηρίας’ και ιεραποστολικών ‘παραδείσων’, παρά μόνον με το περιεχόμενο των δράσεων και ενεργειών αυτών καθαυτές και με το γεγονός ότι βασίζονται σε αρχές και αξίες που δεν συμβιβάζονται και δεν συμπορεύονται με τον νέου τύπου (με βασική νομιμοποιημένη έκφρασή του την ‘αντιπροσωπευτική’ «Κοινοβουλευτική Δημοκρατία») ολοκληρωτισμό των ολιγαρχιών (ίδετε Winters, 2011a, Beder, 2000 και Παράρτημα Β παρόντος) και της παρανοϊκής μαζικής υστερίας της αγέλης. Η απονομιμοποίηση των εκλογών, οι οποίες αποτελούν βασικό μέσον στήριξης της ‘αντιπροσωπευτικής’ «Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» και η αλλαγή (στην περίπτωση που είναι επιθυμητή) του σημερινού κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού συστήματος δεν επιτυγχάνεται με την συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές… Η μη συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί πράξη αντίστασης και δεν κρίνεται με βάση τις εκλογές, όπως και η μη συμμετοχή σε εγκληματικές πράξεις δεν κρίνεται με βάση τα νομιμοποιημένα ή μη νομιμοποιημένα (και σε κάθε περίπτωση κοινωνικώς ανήθικα) εγκλήματα. Η μη συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές δεν αποτελεί κριτήριο συμμετοχής ή μη συμμετοχής στα κοινά.. «Ιδιώτης» και «αχρείος» είναι όποιος δεν συμμετέχει στα κοινά (στην «πόλη», στα «πολιτικά» και στο «φιλείν») και όχι όποιος δεν συμμετέχει σε εκλογές. Η μετάβαση στις κάλπες δεν ταυτίζεται με την συμμετοχή στα κοινά ούτε αποτελεί στοιχείο τους. Άρα όποιος ψηφίζει μπορεί κάλλιστα να είναι «ιδιώτης» και «αχρείος».Το βάρος και η δυσκολία της μη συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία των βουλευτικών εκλογών ως ενσυνείδητης πολιτικής τακτικής και πράξης αντίστασης δεν εντοπίζονται σε τάχα μου «αγώνες» του είδους «…να βγούμε στους δρόμους…με όπλα στους ώμους» και εξυπνακίστικες «πύρινες» κοκορομαχίες στα «παράθυρα» των τηλεοράσεων, αλλά στην θέληση της μη συμμετοχής αυτής καθαυτήν (ως προϊόν αυτόνομης και ελεύθερης επιλογής). Η μη συμμετοχή στις εκλογές, ως ενσυνείδητη πολιτική τακτική, δεν απευθύνεται στην πολιτική εξουσία και όσους την στηρίζουν. Απευθύνεται εμμέσως στους λοιπούς πολίτες, κατευθύνεται άμεσα προς την κοινωνία, δεν επιβεβαιώνεται στην ομόνοια «εν τοις νοητοίς», αλλά στην ομόνοια «εν τοις πρακτοίς» (Αριστοτέλης, 4.5. παρόντος) και δεν πωλείται στις λαϊκές αγορές του θεάματος, της ιδεολογίας, της σωτηριολογίας, της πατριδοκαπηλίας, των θέσεων, των αξιωμάτων, των προνομίων και των «εργατικών» εξουσιών. Σε καμιά τιμή και για κανέναν λόγο. Οι καιροσκόποι ‘προοδευτικοί’ (στην παρούσα περίσταση οι αυτοαποκαλούμενοι «αντιμνημονιακοί» και τα τσιράκια τους) υποψήφιοι και ψηφοφόροι προσπαθούν να δικαιολογήσουν την τυχόν αποτυχία τους μετατρέποντας εκ των προτέρων τους μη συμμετέχοντες σε αποδιοπομπαίους τράγους και υπεύθυνους για όλα τα κακά … των εκλογών. Κι αν οι μη συμμετέχοντες δεν ‘εξηγούν’ πλήρως όλες τις αποτυχίες των ‘προοδευτικών’ συμμετεχόντων τότε είναι πιθανόν να φταίει και ο «λαός», ο οποίος (αν και ψηφοφόρος) δεν κλείνεται αποκλειστικώς στα συγκεκριμένα πολιτικώς ορθά κλουβιά του βολονταρισμού των ιεραποστόλων ‘σωτήρων’ της «εργατικής τάξης», των «αντιρατσιστών φιλανθρώπων» νέας κοπής, των «μετώπων», «κινήσεων», «κινημάτων», «ανατροπών και συνεργασιών», «αναγεννήσεων (sic)», «πρωτοβουλιών», οικολογικών πράσσειν-αλόγων ή πράσινων αλόγων και Αρμαγεδώνων και των αυτοθαυμαζόμενων «αγανακτισμένων» ‘επαναστατών’ ανά τις καθεστωτικές «πλατείες» της μόδας. Ο «λαός» κλείνεται και σε άλλα κλουβιά, ψηφίζει και «μνημονιακούς», οι οποίοι σφάζουν με τα νέας τεχνολογίας «κονσερβοκούτια» τους χρήζοντας προστασίας Πάσχοντες Μνημονιόπληκτους (Το Κακό, ο Διάβολος, ο Μπαμπούλας και το «Θηρίο» άλλαξαν στρατόπεδο). Για τους προαναφερθέντες ‘προοδευτικούς’ οι εκλογές είναι «καλές» και ο λαός «σοφός» μόνον όταν βγαίνουν ‘νικητές’ οι ίδιοι. Άν ‘κερδίζουν’ οι «κακοί», υπάρχει και η «επανάσταση» (με τα ελιτίστικα και τυραννόμορφα ‘πρωτοπόρα’ και ‘προοδευτικά’ κριάρια – οικτρά κακέκτυπα δημεγερτών – να οδηγούν κοπάδια στη σφαγή και να αφιονίζουν αγελαία μαζοποιημένα πλήθη) και η θρασύδειλη ανομία της οικτρώς παραμορφωμένης πολιτικής ανυπακοής (civil disobedience) [τα τυχάρπαστα, ιδιοτελή και αισχρά «δεν πληρώνω» («το κίνημα δεν πληρώνω συμμετέχει στις εκλογές – διαβάστε τις θέσεις μας», http://epitropesdiodiastop.blogspot.com), τα γιαούρτια και το χάιδεμα του πλιάτσικου, της πυρομανίας και της απροσμέτρητου (οριζοντίως και καθέτως) μεγέθους κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής διαφθοράς και διαπλοκής]. Όσοι κατηγορούν τους μη συμμετέχοντες στις εκλογές υποθέτουν κατά παντελώς αυθαίρετο τρόπο πως αν αυτοί ψήφιζαν (πράγμα το οποίο δεν έγινε) θα ψήφιζαν ‘σωστά’, όπως δηλ. ψήφισαν και αυτοί που εξαπολύουν κατηγορίες εναντίον τους. Η κατανομή των προτιμήσεων των ψηφοφόρων ακολουθεί την ίδια λογική ασχέτως ποσοστού συμμετοχής. Από πουθενά δεν συμπεραίνεται ότι οι μη συμμετέχοντες θα ψήφιζαν (αν συμμετείχαν) στο σύνολό τους ή στην μεγάλη πλειοψηφία τους κατά έναν ομοιόμορφο τρόπο. Τυχόν τέτοιος ή παρόμοιος συλλογισμός αποτελεί παραλογισμό. Αν οι μη συμμετέχοντες ψήφιζαν θα ενεργούσαν με την ψυχολογία και την λογική των ψηφοφόρων, η κατανομή δηλ. των προτιμήσεών τους θα εντάσσονταν σ’ αυτήν των συμμετεχόντων. Γι’ αυτό και είναι δυνατή η πρόβλεψη των αποτελεσμάτων πολύ πριν καταμετρηθούν όλα τα ψηφοδέλτια είτε μικρή είναι η συμμετοχή είτε μεγάλη. Ακόμη και μετά τα τελικά αποτελέσματα – και για μια συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση – είναι αδύνατον να αποδειχθεί ότι το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό αν συμμετείχαν αυτοί που δεν ψήφισαν. 2.4. Με τις εκλογές δεν εκφράζεται «η λαϊκή βούληση», αλλά δια της απλής προτίμησης των ψηφοφόρων προς συγκεκριμένους υποψηφίους συντελείται η πλήρης μεταφορά αρμοδιοτήτων από το σύνολο των πολιτών ως ενιαίας πολιτικής οντότητας (δήμος) στους βουλευτές, οι οποίοι εν τέλει αποφασίζουν εν λευκώ τι συμφέρει τον «Λαό» και το «Έθνος» (1.4. παρόντος, Dalton et al., 2001:142 και Καστοριάδης, 1995:190-191). Η σημασία των εκλογών δεν έγκειται στην κενή περιεχομένου ψήφο καθαυτήν, αλλά στην καταμέτρησή της. Πέραν της μοναδιαίας ποσοτικής καταμέτρησής της και των πρακτικών συνεπειών της, η ψήφος δεν εμπεριέχει αναγνωρίσιμα ποιοτικά στοιχεία, δεν επιδέχεται κάποιου είδους αξιολόγηση ή μελέτη και δεν προϋποθέτει γνώση και άποψη για τα «πολιτικά πράγματα». 2.5. Οι ψηφοφόροι ως τέτοιοι είναι αγκιστρωμένοι στα προστατευτικά δίχτυα της αγέλης και της μάζας και στον δουλικό χαρακτήρα της πλήρους εκχώρησης των βασικών πολιτικών λειτουργιών και ατομικών ευθυνών και αρμοδιοτήτων στους «αντιπροσώπους» … Οι συμμετέχοντες στις εκλογές [υποψήφιοι και ψηφοφόροι (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που ‘ψηφίζουν’ «άκυρο» ή «λευκό» )] αποδέχονται πλήρως και υπακούνε κατ’ απόλυτο τρόπο στους όρους και τους κανόνες διεξαγωγής τους, άρα συμφωνούν καθ’ ολοκληρίαν με την δομή, τα χαρακτηριστικά και τους σκοπούς τους. Είναι βουλιαγμένοι και/ή ενσωματωμένοι στην εξαθλιωτική κυριαρχία του θεάματος και την αποχαυνωτική προπαγάνδα της διαφήμισης, ένα απαραίτητο πλαίσιο για την προετοιμασία και διεξαγωγή των εκλογών ως μηχανισμού απάτης, σωτηριολογίας, πελατειακής διαφθοράς και αναξιοπρέπειας (ίδετε και Σιμόπουλος, 2003: 21, 371-388,ι Markovits, 2005 και Ράιχ, 1974:394). 3. ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ (κοινών συμφερόντων, κοινών ενδιαφερόντων, ομονοούντων) ΤΩΝ ΣΩΤΗΡΩΝ ή από το νερό του Καματερού και την Αθανασία του Αιγάλεω στην εξουσία της «εργατικής τάξης», στην συμπαντική «ομοσπονδιοποίηση», στα «προαύλια του ουρανού» και στην «κοσμική ενέργεια» «Εσύ που ασχολήθηκες με τα υδραγωγεία των Ρωμαίων, δε μπορεί, θα καταλάβης γιατί μας επιτρέπουν, σαν τους δουλοπάροικους, ν’ αναπτύξουμε, ελευθέρως κάθε πρωτοβουλία – όπως αφήνεις λεύτερο έναν τσανακογλείφτη να γλείφη πορσελάνες!» (Άρης Αλεξάνδρου) 3.1. «Ομάδα (η){-ας κ. (λόγ.) –ος} 1. σύνολο προσώπων ή (σπάν.) πραγμάτων, τα οποία συνδέει κάτι κοινό και εκλαμβάνονται ως ενιαίο σύνολο …(α) κοινωνική ομάδα σύνολο ατόμων, στοιχειωδώς οργανωμένο, με συνοχή, κοινώς αποδεκτή συμπεριφορά, που συνήθως αποδύονται σε συλλογική δράση για την από κοινού επίτευξη επιδιωκόμενου σκοπού…» (Μπαμπινιώτης, 2002:1250). 3.2. Οι τρόποι οργάνωσης και λειτουργίας των ανωτέρω ομάδων των σωτήρων και οι δίκην θεϊκών εντολών διακηρυγμένοι και κρυφοί σκοποί τους δεν καθορίζουν το ποιόν τους και δεν συνεπάγονται εφαρμογή δικαιοσύνης, αυτονομίας και ελευθερίας· είτε είναι ομάδες που συγκροτούν κυρίαρχες πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές εξουσιαστικές ελίτ είτε είναι υποτελείς ομάδες που συγκροτούνται και δρουν υπό τον προστατευτικό μανδύα των εξουσιών αυτών [κλασικά παραδείγματα η ‘προστασία’ του περιβάλλοντος και η ‘υγιεινή’ διατροφή (για το δεύτεροο ίδετε και Beato, 2012)]. Και στα δύο ανωτέρω είδη ομάδων πρωτεύον στοιχείο της δομής τους αποτελεί το αποκλειστικό συμφέρον των ‘μελών’ τους και ευρίσκονται στον ίδιο περίκλειστο ιδεολογικό χώρο με τα κόμματα και τους επαγγελματίες, καιροσκόπους και ‘σωτήρες’ πολιτικούς και λοιπούς ιεραποστόλους (στα ίχνη και υπό την σκέπη ενός δήθεν προοδευτικού κορπορατισμού – του αγαπητού και στον Φασισμό συστήματος πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης…). Βασικό ποσοστό των υποτελών ομάδων αποτελούν οι ομάδες εκείνες που επιφανειακώς ή στον πυρήνα τους εκδηλώνουν χαρακτήρα κοινωνικοπολιτικού και περιβαλλοντικού ακτιβισμού (affinity groups). Στις περισσότερες από τις υποτελείς ομάδες επιπλέον βασικό στοιχείο της δομής τους αποτελεί η αυταρχικής και ολοκληρωτικής μορφής κρυφή και/ή φανερή προσπάθεια επιβολής επί του υπολοίπου της κοινωνίας συγκεκριμένων επ’ αυτών έξωθεν επιβληθέντων («ανατολικών» και «δυτικών», σωτηριολογικών και μεσσιανικών κατά βάση, αλλά με ιδιοτελή ‘αφανή’ κίνητρα – οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα) πολιτικών, ιδεολογικών, οικονομικών και συγκρότησης και οργάνωσης της κοινωνίας και της ατομικής ζωής δογμάτων («εναλλακτικών» και μη). [Ειδικοί ψυχολόγοι διαχωρίζουν τις υποτελείς ομάδες σε «τυπικές» και «άτυπες». Και οι δύο μορφές πάντως τελούν υπό την ‘προστασία’ κάποιου «Ιδρύματος» (Κωσταράς & Schuh, 1990:374, 484)]. 3.3. Ο «Παράδεισος» των ‘σωτήρων’ της εσχατολογίας χάθηκε με την «ανυπακοή» και την «απομάκρυνση» από την φύση…Γι’ αυτό και δεν έλειψαν ούτε λείπουν οι προσπάθειες δημιουργίας παραδείσων (προς μίμησιν) επί της Γης, έστω κι αν για αρχή αρκούν 15-20 άτομα, ένα κόμμα, μια «πλατεία» ή μια «επανάσταση». Αν μάλιστα συνοδεύεται η προσπάθεια αυτή και με την αναχώρηση απ’ την πόλη (προσωποποίηση της «απομάκρυνσης» από την φύση) προς την ύπαιθρο (από χωριά μέχρι ασκηταρειά και ερημητήρια) – προσωποποίηση της «σύνδεσης» ή «ένωσης» με την φύση – ή από τον καπιταλισμό προς την τελική («ανώτερη») φάση του κομμουνισμού ή την παγκόσμια «ομοσπονδιοποίηση» τόσο το καλύτερο! Οι προσπάθειες αυτές αποκτούν το ουσιαστικό περιεχόμενό τους και επιτελούν τον σκοπό τους όταν απλώνονται ως εμπόρευμα προς πώληση στις λαϊκές (και πάντως όχι απαραιτήτως για την κάθε μια ομάδα ξεχωριστά σε όλες αθροιστικώς) του θεάματος [ίδετε και Andersen, 2011(ιδιαιτέρως την σελίδα 49)], του ιδεολογικού διαποτισμού, της αλαζονείας, του καιροσκοπισμού και της ανάγκης και ανέχειας αυτών από τους οποίους οι μικρής και μεγάλης εμβέλειας εξουσιαστές έχουν κλέψει χρόνο, κόπους, εργασία… 3.4. Οποιαδήποτε μερική ομαδοποίηση μελών ενός γενικότερου συνόλου, που προσβλέπει στην «αλλαγή» και ‘σωτηρία’ της κοινωνίας και/ή του κόσμου ολόκληρου και στην κατά δύναμιν (μέσω ιδεολογικού διαποτισμού, δημοσίων σχέσεων, προπαγάνδας, προσεταιρισμού – ‘αγνή’ παρθένος εν στάσει προσευχής – ποικίλων εξουσιαστικών ελίτ, εκμετάλλευσης αναγκών και καταστάσεων) επιβολή των ιδεών, πρακτικών και συμφερόντων της ομάδας σε άλλους ανθρώπους, αποτελεί αισχρή μορφή ολοκληρωτικού εξουσιασμού (ίδετε και Παράρτημα Γ – ως ελάχιστο παράδειγμα), υπονομεύει τον «δήμο» και την «πόλη» και θέτει τις βάσεις για την συμφορά και δυσπραγία τους (ίδετε και Θουκυδίδης, ΙΙ, 60). 3.5. Οι ατομικές ή συλλογικές ψυχωτικές σωτηριολογικές θρηνωδίες και η θρησκόληπτη μεταμόρφωσή τους σε ιεραποστολικά εκστρατευτικά σώματα θρασύδειλων τραμπούκων και/ή ιδιοτελών οπαδών της υποχρεωτικής (νεοσσυλεκτικού τύπου) αντι-«καναπεδικής» επιστράτευσης και ρατσιστικής ‘απολυτρωτικής’ ομαδοποίησης (από τους ‘συνεταιρισμούς’ του κρατικού συγκεντρωτισμού μέχρι τις οικο-πολιτιστικο-θεραπευτικο-αγιο-παραδεισο- κ.λπ. «φάρμες» και τα αστεία δίκτυα ‘ανακούφισης’ φτωχών, μεταναστών και λοιπών δεινοπαθούντων), όπως έχει δείξει η ιστορία και η πράξη, λειτουργούν μια χαρά (ως συστατικό στοιχείο τους – και ως δικλείδες ασφαλείας) και υπό καθεστώτα τυραννίας, ιεραρχίας, εκμετάλλευσης, καταπίεσης και κυριαρχίας (του καπιταλισμού και της επιλεγόμενης παγκοσμιοποίησης συμπεριλαμβανομένων). Και οι παλιές κοινότητες λειτουργούσαν ως οργανικά στοιχεία του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και πολιτιστικού συστήματος και – σε ό,τι τους αναλογούσε – το συντηρούσαν και το εδραίωναν. Όταν οι προσωπικές επιλογές μετατρέπονται σε δόγματα επειδή στερούνται αυτάρκειας και αυτονομίας, τότε το άτομο ψάχνει απεγνωσμένα για δικαίωση εξωτερική, για «ομοιοπαθείς» (σωτηριολογική ομαδοποίηση) και ‘εχθρούς’, για διάδοση και επιβολή του δόγματος. Οι ‘προσδοκίες’ τους γίνονται προσδοκίες και όλων των άλλων ανθρώπων. Η ‘σωτηρία’ του κόσμου και του σύμπαντος έρχεται ως φυσικό επακόλουθο… 3.6. Οι εν λόγω ομάδες λειτουργούν (ή καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες να λειτουργήσουν) στο πλαίσιο της ευρύτερης κοινωνίας όπως λειτουργούν οι ομάδες (workplace teams) σε μια σύγχρονη επιχείρηση ή εταιρεία (ίδετε και Clemmer, 2003). Μετατοπίζουν την πολιτική απ’ την δημοκρατία στην «πολιτική της κουλτούρας», επικεντρωνόμενοι στην «ταυτότητα» της «ομάδας» και στην «κουλτούρα του ναρκισσισμού» [«…In these ‘post-socialist’ conflicts, group identity supplants class interest as the chief vehicle of political mobilization. Cultural domination supplants exploitation as the fundamental injustice. And cultural recognition displaces socioeconomic redistribution as the remedy for injustice and the goal of political struggle.» (Fraser, 2012)], τακτική που οδηγεί στην άρνηση της κριτικής των δομικών στοιχείων του καθεστώτος που στηρίζει τα συμφέροντα των οικονομικών και εξουσιαστικών ελίτ και των ακολούθων τους (ίδετε και συνειδητή παράλειψη λοιπών επί του θέματος βιβλιογραφικών αναφορών – «καλόοοοο παιδί ο Άρης»). 4. ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ (ΕτΔ) και ΔΙΟΝΥΣΟΣ Πολίτης 4.1. «Shake your chains to earth like dew Which in sleep had fallen on you» (Percy Bysshe Shelley) ΝΟΜΟΣ: Απόφαση – κανόνας που λαμβάνεται με μοναδικό θεσμικό τρόπο («θεσμίζουσα δραστηριότητα της συλλογικότητας», Καστοριάδης, 1995:149), εκφράζει κωδικοποιημένα το αποτέλεσμα της ελεύθερης άσκησης της πολιτικής πρακτικής* και ρυθμίζει τα πλαίσια λειτουργίας του Δήμου ή της Πόλεως, ήτοι τις συνθήκες συνύπαρξης των ανθρώπων σε ενσυνειδήτως οργανωμένη και αυτοελεγχόμενη κατά τα ανωτέρω (2.2. παρόντος) ένωση ελεύθερων προσώπων. («Όταν ο δήμος εγκαθιδρύει την δημοκρατία, κάνει φιλοσοφία: Ανοίγει το ερώτημα της προέλευσης και του θεμελίου του νόμου», Καστοριάδης, 1995:148). * Ο πολίτης ορίζει χωρίς καμία δέσμευση και εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες το περιεχόμενο της αιδούς και της δικαιοσύνης (Πλάτων, Πρωταγόρας 322δ), ήτοι ασκεί την ελεύθερη πολιτική πρακτική. 4.2. Οι ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ είναι: 4.2.1. γενικές και αφορούν το γενικότερο σύνολο (στην παρούσα πραγματικότητα: γενικότερο σύνολο = οι πολίτες του κράτους, όπως αυτό ορίζεται δια των γεωγραφικών συνόρων) 4.2.2. μερικές και αφορούν μόνο μέρος του γενικότερου συνόλου, αρκεί να μην έρχονται σε αντίθεση με τις αποφάσεις αυτού του γενικότερου συνόλου 4.2.3. ατομικές και αφορούν μόνο το άτομο που τις παίρνει, αρκεί να μην έρχονται σε αντίθεση με τις αποφάσεις του γενικότερου συνόλου και/ή μέρους (κατά περίπτωση) του γενικότερου συνόλου. Σημείωση: Αν ένα πρόσωπο ή μία ορισμένη μειοψηφία (του γενικότερου συνόλου ή μέρους του) που δεν ψήφισε μία απόφαση επιθυμεί να μην συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή μπορεί να το κάνει εφ’ όσον πάψει να είναι μέλος του μερικού ή του γενικότερου συνόλου που πήρε την εν λόγω απόφαση και εφ’ όσον η πράξη αυτή του προσώπου ή της μειοψηφίας δεν στέκεται εμπόδιο στην εφαρμογή της απόφασης. 4.3. «Let a great assembly be, of the fearless, of the free» (Percy Bysshe Shelley) ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΟΜΩΝ: Εκκλησία του Δήμου (ΕτΔ), η οποία ορίζεται από τα εξής χαρακτηριστικά: 4.3.1. Αυτονομία, αυτοδικία και αυτοτέλεια (Θουκυδίδης), [και πάντως όχι ως αντίδραση σε κάτι που υπάρχει στην πραγματικότητα ή στην φαντασία και που ορίζεται αυθαιρέτως ή μη ως αρνητικό, κακό κ.λπ. (εξουσία πολιτική και οικονομική, κυβέρνηση, κρίση, ΔΝΤ, Διάβολος κ.ά.) (ίδετε και Taguieff, ό. π.)]. 4.3.2. «Κρίσιμη μάζα» συμμετεχόντων («δήμος πληθύων»), [επιπλέον και ως πρώτο βήμα ελέγχου της δημαγωγίας και της επικράτησης μειοψηφιών και ομάδων οργανωμένων εκτός ΕτΔ… (κυρίαρχες ή μη ελίτ, ομάδες ιδεολογικών, οικονομικών και εξουσιαστικών συμφερόντων, σωτηριολογικές «κοινότητες» και ποικίλων ειδών και μορφών αυτοθαυμαζόμενα «δίκτυα», φιλανθρωπικές και θρησκευτικές οργανώσεις κ.λπ.)] Η έλλειψη «κρίσιμης μάζας» συνεπάγεται την ακύρωση της ΕτΔ. [Σημειώσεις: α). Για τον καθορισμό της «κρίσιμης μάζας», ως ποσοστού του συγκεκριμένου γενικότερου συνόλου προσώπων που συγκροτεί – μετά από ελεύθερη επιλογή – κοινότητα πολιτών (Δήμος), λαμβάνεται μεταξύ άλλων υπ’ όψιν και το γεγονός ότι ως Δήμος νοείται ΟΛΟ το πλήθος των ανθρώπων που συναποτελούν το συγκεκριμένο γενικότερο σύνολο (των βρεφών και των κατά περίπτωση ασθενών λ.χ. συμπεριλαμβανομένων, χωρίς να είναι απαραίτητη η συμμετοχή αυτών στην Εκκλησία του Δήμου) (ίδετε και Glotz, 1989:181). β). Οι οργανωμένες επί τη βάσει συμφερόντων, απόψεων, γνωμών, ιδεολογιών κ.λπ. εκτός ΕτΔ μειοψηφίες και ομάδες ‘διοχετεύουν’ πιθανώς τις αποφάσεις τους στην ΕτΔ. Αυτό ούτε αντιδημοκρατικό είναι ούτε έχει κάποια αρνητική επίδραση επί της ΕτΔ, δεδομένου ότι οι αγορεύσεις και οι προτάσεις εντός της ΕτΔ είναι αποκλειστικώς ατομικές, ασχέτως εάν το άτομο επιθυμεί να αυτοπαρουσιάζεται ως εκπρόσωπος λ.χ. συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, του θεού ή της τάδε φασιστικής ή δημοκρατικής ή οικολογικής ή λαϊκής κ.λπ. οργάνωσης ή ομάδας [“…directly democratic institutions open a public space in which everyone, if they so choose, can come together in a deliberative and decision-making body; a space where everyone has the opportunity to persuade and be persuaded; a space where no discussion or decision is ever hidden, and where it can always be returned to for scrutiny, accountability, or rethinking” (Milstein, 2010:107). γ) Η φυσική ηγεσία και η επιχειρηματολογία και ανταλλαγή απόψεων και ιδεών κ.λπ. ως συστατικά στοιχεία λειτουργίας του ελεύθερου «δημόσιου χώρου» (αγοράς) – εκτός λειτουργίας της ΕτΔ – δεν εντάσσονται στις περιπτώσεις της προηγούμενης (β) σημείωσης… 4.3.3. Εκκλησία του Δήμου και Δήμος δεν συμπίπτουν απαραιτήτως ως έννοιες. Η Εκκλησία του Δήμου μπορεί να είναι υποσύνολο, μέρος του Δήμου. 4.4. Η δημοκρατία [ «Χρώμεθα γαρ πολιτεία ου ζηλούση τους των πέλας νόμους, παράδειγμα δε μάλλον αυτοί όντες τισίν ή μιμούμενοι ετέρους. Και όνομα μεν δια το μη ες ολίγους αλλ’ ες πλείονας οικείν δημοκρατία κέκληται (η υπογρ, δική μου, σ.σ.)» (Θουκυδίδης, ΙΙ,37) και «…ο όρος “Δημοκρατία” σημαίνει στο Βυζάντιο οχλοκρατία και διατάραξη της τάξης, που τιμωρείται από το νόμο…» (Γλύκατζη-Αρβελέρ, 2009:264)] δεν χρειάζεται έτοιμες λύσεις σωτηρίας, οι οποίες προβάλλονται ως θέσφατα και/ή γενικής ισχύος αλήθειες και υφαίνονται από μειονοτικές ελίτ δήθεν ενημερωμένων, δήθεν προοδευτικών και επαναστατών διανοουμένων – idiotae intellectuales – [«Και οι φαυλότεροι γνώμην ως τα πλείω περιεγίγνοντο» (Θουκυδίδης, ΙΙΙ, 83)] , δήθεν δημοκρατών, δήθεν γνωστών του μαρξισμού και των κάθε είδους «τι να κάνουμε;», δήθεν “πρωτοποριών”, δήθεν καλοπροαίρετων φιλανθρώπων και υπερασπιστών του «τρίτου κόσμου», των εργατών, των αδικουμένων, των εκμεταλλευομένων, του περιβάλλοντος, των ενήλικων και ανήλικων μεταναστών, δήθεν ειδημόνων περί του ‘σωστού’ τρόπου ζωής και διατροφής… ‘Λύσεις’ ‘σωτηρίας’ έχουν προβάλλει και/ή έχουν επιβάλλει πολλοί στην ιστορία… Από θρησκείες και εκκλησίες μέχρι παντός είδους βασιλείες, «λαϊκές δημοκρατίες», «‘λαϊκές’ συνελεύσεις» και «πλατείες (sic)», κοινοβούλια, Βουλές, ολοκληρωτισμοί, αυτοκρατορίες, φασισμοί και δικτατορίες [συμπεριλαμβανομένων και των δικτατοριών που στο όνομα της «αρχής της κυριαρχίας του λαού» μεταβαπτίζονται αναίσχυντα σε οικτρή και παρανοϊκή «επαναστατική δημοκρατική δικτατορία (του προλεταριάτου και της αγροτιάς)»] … Η δημοκρατία αυτά που χρειάζεται (και που την ορίζουν) είναι 4.4.1. Το ιδεώδες της ισορροπίας «ανάμεσα στη δημόσια δύναμη και την ατομική ελευθερία», όπως «καλύτερα ίσως από κάθε άλλο θεσμό» το αποκαλύπτει η δικαιοσύνη (Glotz, 1989:240) δια των «πολυμελών λαϊκών δικαστηρίων, τα μέλη των οποίων ορίζονται με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών» (1.2.3. παρόντος) και 4.4.2. Η λειτουργία της ΕτΔ και η εφαρμογή των αποφάσεών της. Οι προτάσεις επί του πρακτέου γίνονται στην ΕτΔ, οι αποφάσεις λαμβάνονται στην ΕτΔ και ο τρόπος εφαρμογής τους ορίζεται απ’ την ΕτΔ. Οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που έχει την απαίτηση οι αποφάσεις της να εισακούονται από το συγκεκριμένο γενικότερο κατά τα ανωτέρω [2.2., 4.2.1., 4.3.2. (σημείωση α) παρόντος] σύνολο πολιτών και να αποτελούν νόμους – ρυθμιστικούς κανόνες (4.1. παρόντος) του Δήμου ή της Πόλεως αποτελεί ολοκληρωτική τακτική και αντιδημοκρατική φασιστική πρακτική. 4.5. Η ΕτΔ δεν είναι πρόταση, λύση, ιδεολογία, μηχανισμός οργάνωσης ή πολιτικό σύστημα , είναι πολιτική αρχή (political principle), η οποία ουσιαστικώς ορίζει καθ’ ολοκληρίαν το σύστημα αξιών κοινωνικής ηθικής (δημόσιας αρετής), πολιτικής και οικονομίας που συναποτελούν την έννοια της δημοκρατίας.. Η ΕτΔ ορίζει την δημοκρατία και είναι υπεράνω αυτής. Το πλεονέκτημά της έναντι των πολιτικών συστημάτων (πολιτευμάτων) είναι ότι μπορεί και λειτουργεί αυτόνομα, δια της αυτοθέσμισης, χωρίς να χρειάζεται προς τούτο την υποστήριξη ή ‘υποστήριξη’ οποιουδήποτε πολιτικού συστήματος ή άλλων εξωτερικών παραγόντων (θεών, ιερέων, μάγων, βασιλιάδων, «δικτύων», «κοινοτήτων», αυθεντιών, αφηρημένων ‘νόμων’ της ‘ιστορίας’ ή φανταστικών ‘νόμων’ της ‘φύσης’), γεγονός που εν εναντία περιπτώσει θα συνεπαγόταν την ανάγκη ύπαρξης κυριαρχούσας επί του συνόλου των προσώπων εξουσίας, ξέχωρης και κατ’ ουσίαν αυτονομημένης απ’ την αδιάσπαστη κοινωνία των πολιτών [pueblo unido – {«Η ενότητα του πολιτικού σώματος πρέπει να διαφυλάσσεται ακόμη και ενάντια στις ακραίες μορφές της πολιτικής σύγκρουσης…» ( Καστοριάδης, 1995:195)}]. Αν θεωρήσουμε το σύστημα αξιών της δημοκρατίας ως πολιτικό σύστημα, τότε η δημοκρατία είναι το μόνο πολιτικό σύστημα που ορίζεται απ’ την ΕτΔ. Έτσι ως Δημοκρατία δεν ορίζεται η σύμπτωση ή μη των θελήσεων και των απόψεων, αλλά ο δια της ΕτΔ συγκεκριμένος τρόπος λήψης και εφαρμογής (δια της κωδικοποίησής των) των αποφάσεων, ανεξάρτητα από τις απόψεις που εκφράστηκαν κατά την προηγηθείσα των αποφάσεων συζήτηση («πρώτον μεν γαρ ουκ έστιν η ομόνοια εν τοις νοητοίς αλλ’ εν τοις πρακτοίς, και εν τούτοις ουχ η νοούσι ταυτόν, αλλ’ η άμα τω ταυτόν νοείν προαίρεσιν έχουσιν περί α νοούσιν επί ταυτά», Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα, 1212α 18-21). Ή αποφασίζει δια της ΕτΔ το πλήθος των προσώπων που συγκροτείται σε δήμο (πολίτες) ή αλλιώς δεν έχουμε δημοκρατία … (Σημείωση: Όπως τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα μπορεί να αποτελούν πολιτικά συστήματα που αντικαθιστούν τις δικτατορίες, έτσι και η δημοκρατία (δια της ΕτΔ) μπορεί να αποτελεί πολιτικό σύστημα που αντικαθιστά τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα). 4.6. Η ΕτΔ δεν αναιρεί την ανθρώπινη φύση, όπως αυτή εκδηλώνεται στην γενικότητα της κοινωνικής συμβίωσης και οργάνωσης καθ’ όλη τη γνωστή ιστορία του ανθρώπου [«Our societies are never harmonious ensembles. This is only the fantasy through which they attempt to constitute and reconstitute themselves» (Stavrakakis, 1999:74), «Freedom is never a done deal, nor is it a fixed notion. New forms of domination will probably always rear their ugly heads» (Milstein, ό.π.) και Αριστοτέλης, Πολιτικά III, 1276b 40 – 1277a 4 και V, 1303b 18 – 1307a 27] και δεν έχει ως σκοπό την δημιουργία «θαυμαστών κόσμων» της αρρωστημένης ‘αγάπης’ όλων προς όλους και της «ανεκτικότητας» των αδαών ούτε παραδείσων, όπου ο λύκος θα κοιμάται αγκαλιά με το αρνάκι και το λιοντάρι θα τρώει πράσινο χορταράκι παρέα με το ελάφι… Η ΕτΔ δεν είναι σκοπός, είναι μέσον… Σημειώσεις: α) Υπ’ όψιν η «γραφή παρανόμων», η «απάτη του δήμου» και «τον νόμον μη επιτήδειον είναι» των αρχαίων Ελλήνων… [ «…είχε ληφθεί σοβαρή μέριμνα, ώστε η κυριαρχία που χάριζε στον δήμο το πολίτευμα, να μην αποβαίνει σε βάρος του. Σκληρές ήταν οι τιμωρίες που επιβάλλονταν σε εκείνους που επιχειρούσαν να εκμεταλλευθούν το δικαίωμα του λόγου, που με γενναιοδωρία προσέφερε η δημοκρατία, για να επιτύχουν αποφάσεις αντίθετες προς το κρατικό συμφέρον (η υπογρ. δική μου, σ.σ.) Η “γραφή παρανόμων” ήταν, όπως αποδείχθηκε, σπουδαίος φρουρός της εύρυθμης λειτουργίας του αθηναϊκού πολιτεύματος, φόβος για κάθε βέβηλο, επίορκο ή πονηρό ρήτορα» (Καλογεροπούλου, 1972:88), «(…η λαϊκή συνέλευση της Αθήνας…) Ήξερε να παίρνει τις απαραίτητες προφυλάξεις απέναντι στις ίδιες τις παραφορές της…Όλοι εκείνοι που τα ονόματά τους ήταν γραμμένα σε ένα ψήφισμα της εκκλησίας ή σε ένα νόμο τον οποίο είχαν δεχτεί οι νομοθέτες είχαν βαρύτατη ευθύνη…Η Αθήνα …είχε τρόπους να εμποδίζει τους πολίτες να καταχρώνται το δικαίωμα που τους έδινε νομοθετική πρωτοβουλία…Ένας ρήτορας, πριν να υποβάλει πρόταση, έπρεπε να έχει υπόψη ότι επί ένα χρόνο ήταν υπεύθυνος με το κεφάλι του… (η υπογρ. δική μου, σ.σ.) Ο κυρίαρχος λαός υποτασσόταν με τη θέλησή του στην κυριαρχία του νόμου. Επιβάλλοντας στον εαυτό του αυτή την πειθαρχία, αποκτούσε πολύτιμα πλεονεκτήματα…» (Glotz, 1989:189, 191, 192)]. β) Η δουλεία (με την μορφή που υφίστατο στην Αθήνα), η παραγωγή σύκων, το κρασί και το λάδι, η μη άμεση συμμετοχή των γυναικών στην λήψη αποφάσεων (ΕτΔ κ.λπ.), το κρύο τον χειμώνα και η ζέστη το καλοκαίρι, τα σάνδαλα και οι χιτώνες δεν εξηγούν το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός [«In Greece, notwithstanding the defects of democracy, human nature ran a more brilliant career than it has ever done in any other age or country» (Mill, 1820)] της λειτουργίας της ΕτΔ, της Βουλής και των Δικαστηρίων στην αρχαία Αθήνα (6ος, 5ος, 4ος αιώνας π. Χ.) [ «What do I mean by politics? I go back first of all to the Greek meaning of politics. I’m not talking of statecraft; statecraft is operating as a party within the state with the view toward having control of the state. When I use the word politics, I go back to
  5. Το κείμενο που ακολουθεί δεν αποτελεί πρόταση ή υπόδειξη και δεν εκφράζει επιθυμία ή θέληση… ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1. ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ 2. ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ («ΘΗΤΕΙΑ ΟΧΛΩΝ Ή ΔΥΝΑΣΤΩΝ») 3. ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ (κοινών συμφερόντων, κοινών ενδιαφερόντων, ομονοούντων) ΤΩΝ ΣΩΤΗΡΩΝ ή από το νερό του Καματερού και την Αθανασία του Αιγάλεω στην εξουσία της «εργατικής τάξης», στα «προαύλια του ουρανού», στην συμπαντική «ομοσπονδιοποίηση» και στην «κοσμική ενέργεια» 4. ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ (ΕτΔ) και ΔΙΟΝΥΣΟΣ Πολίτης 5. ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΗΝ ΕτΔ (;) ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ: Α. Οι εκλογές του Τοτού Β. «Νοσήματα πολιτείας» Γ. Το Τοτέμ (ή η ΤΕΜ) και «Εναλλακτικές μορφές επιχειρηματικότητας και τοπικής ανάπτυξης» ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αν αναλογιστούμε τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην κοινωνία των ανθρώπων στον συμβατικώς οριοθετημένο δια των γεωγραφικών συνόρων ελληνικό χώρο, θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως μόνο μία δράση μπορεί να ελαχιστοποιήσει (στην χειρότερη) ή να εκμηδενίσει (στην καλύτερη των περιπτώσεων) την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την επιβολή και την κυριαρχία που ασκείται και επιβάλλεται από νομιμοποιημένα ή μη θεσμικώς ιεραρχικώς δομημένα σύνολα μεγάλων και μικρών υπαλληλικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών εξουσιαστικών ομάδων και ελίτ επί των ιεραρχικώς κατωτέρων και (σε ό,τι αναλογεί στο κάθε σύνολο) επί των υπόλοιπων πολιτών και του μη ανθρωπογενούς φυσικού περιβάλλοντος. Σημείωση: Ως «δράση» δεν νοείται μια συμπαγής, ενιαία και ξαφνική πράξη, αλλά σειρά ενεργειών [με βάση την εφαρμογή αρχών (in principio)] πάνω σε μία συγκεκριμένη διεύθυνση και προς ορισμένη κατεύθυνση … [«Η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται. Μπορούμε απλώς να διαπιστώσουμε ότι, όταν απουσιάζει μια τέτοια δημιουργία, τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης κατάστασης διατηρούνται ή αλλάζουν μόνο μορφή» (Καστοριάδης, 2001:28)] 1. ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Σύμφωνα με το «Σύνταγμα της Ελλάδας» του 2001: 1.1. Το πολίτευμα της Ελλάδας (παρ’ όλο που μπορεί να εμπεριέχει στοιχεία του συστήματος αξιών της δημοκρατίας) δεν είναι Δημοκρατία. Είναι «Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία». (Άρθρο 1, παρ. 1). 1.2. «Όλες οι εξουσίες» δεν ασκούνται «από το Λαό». «Πηγάζουν από το Λαό», «υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους» και «ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». (Άρθρο 1, παρ. 3): 1.2.1. Την νομοθετική εξουσία ασκεί η «Βουλή» και ο «Πρόεδρος της Δημοκρατίας». 1.2.2. Την εκτελεστική εξουσία ασκεί ο «Πρόεδρος της Δημοκρατίας» και «Η Κυβέρνηση». 1.2.3. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων της «Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» δεν είναι αποφάσεις που λαμβάνονται από πολυμελή ορκωτά λαϊκά δικαστήρια, τα μέλη των οποίων ορίζονται με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών (πάνω από μια ορισμένη ηλικία)· απλώς «εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού». (Άρθρο 26). 1.3. Η «Βουλή» προκύπτει μετά από εκλογές. (Άρθρο 51, παρ. 3). Τον «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» εκλέγει η «Βουλή». (Άρθρο 30, παρ. 1). Την «Κυβέρνηση» ‘εγκρίνει’ και διατηρεί στην θέση της η «Βουλή» με την «εμπιστοσύνη της». (Άρθρο 84). Οι «δικαστικοί λειτουργοί (τακτικοί δικαστές)» είναι επαγγελματίες και διορίζονται δια της «Βουλής» και του «Προέδρου της Δημοκρατίας». Τα δικαστήρια – ολιγομελή – [συμπεριλαμβανομένων των ορκωτών (οι ένορκοι ορίζονται από επαγγελματίες δικαστές)] δεν έχουν καμία σχέση με «λαϊκή εξουσία» και «λαϊκή κυριαρχία». 1.4. Οι βουλευτές δεν αντιπροσωπεύουν τους ψηφοφόρους τους ούτε τον «Λαό». «Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος» (άρθρο 51, παρ.2) και «έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση» (άρθρο 60, παρ. 1 και 61, παρ. 1). Η γνώμη και η ψήφος των βουλευτών κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων δεν καθορίζονται από την θέληση, τα συμφέροντα και τις απαιτήσεις του «Λαού». Καθορίζονται από την «συνείδησή» τους (το «κατά συνείδηση»). Αυτή η «συνείδηση» (όπως θεωρούν οι βουλευτές σωστό) προσδιορίζει τον χαρακτήρα και τις ιδιότητες του ‘αντιπροσώπου’ του «Έθνους». Η αποσύνδεση και ανεξαρτησία των αποφάσεων της «Βουλής» από τους ψηφοφόρους (οι οποίοι λογίζονται και λειτουργούν ως «εκλογικό σώμα») αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό των «αντιπροσωπευτικών καθεστώτων» και μία από τις βασικές αρχές τους και δεν την επηρεάζει η αλλαγή βουλευτών και ο συσχετισμός των κομματικών δυνάμεων μέσα στην «Βουλή» (ίδετε και Manin, 1997:6). 1.5. Δεν θεσμοθετείται η Εκκλησία του Δήμου (ίδετε και Manin 1997:8). 2. ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ («ΘΗΤΕΙΑ ΟΧΛΩΝ Ή ΔΥΝΑΣΤΩΝ») «Με τα κόκκινα πανάκια τα γελούνε τα παιδάκια» (Ίδετε και Παράρτημα Α) 2.1. Η διαδικασία μετάβασης (στο πλαίσιο του «ευ πράττειν και ευ ζην») σε ανώτερο επίπεδο σκέψης και συνείδησης, πνευματικότητας, μεθόδων ορθολογικής κρίσης – λήψης αποφάσεων και ποιητικής φιλοσοφίας πραγματοποιείται εκτός οποιουδήποτε δικτύου σχέσεων προσώπου-εξουσίας (νομιμοποιημένης ή μη θεσμικώς). 2.2. Τα ελεύθερα πρόσωπα, ως μέλη του αυτοελεγχόμενου και αυτόνομου γενικότερου (ίδετε 4.2.1. παρόντος) συνόλου ανθρώπων δεν υπόκεινται σε αρνητικές δράσεις και ιδέες που αναιρούν τις ιδιότητές τους και δεν είναι δυνατόν να συστήσουν ενσυνείδητη και δημοκρατούμενη ένωση πολιτών βασιζόμενα στις εκλογές. Τα ανωτέρω μέλη, στην πορεία και εν μέσω αγώνων για την κατάκτηση κάθε φορά ανώτερων επιπέδων διαβίωσης, συνύπαρξης και συμβίωσης που ορίζονται α) απ’ την πραγματικότητα της επιβίωσης [τις αντικρουόμενες ανάγκες, τακτικές και συμπεριφορές καθώς και την ατομική και συλλογική στάση στο γεγονός της υποχρεωτικότητας (αναγκαιότητας) της συνύπαρξης και συμβίωσης των ανθρώπων με διαφορετικά είδη έμβιων όντων και λοιπά φυσικά στοιχεία σε συγκεκριμένο φυσικό περιβάλλον], β)από την σχέση τους με τα δημιουργήματά τους (πνευματικά, διανοητικά και υλικά) και γ) (κατά περίπτωση) από την αλληλεγγύη, την αμοιβαιότητα και λιγότερο από τον αλτρουισμό δεν βασίζονται σε Αρχηγούς, Κόμματα, Εκλογές, Κοινοβούλια, αντιπροσωπευτικές Δημοκρατίες, Ναούς, Σωτήρες κ.λπ. ούτε μετατρέπονται σε Υπηκόους, Μάζες και Αγέλες, ιδιότητες που ευθέως παραπέμπουν σε εξουσιαστικά καθεστώτα ιεραρχίας και κυριαρχίας, σε υποταγή και εκμετάλλευση (ίδετε και Sharp, 2010:78). Οι βουλευτικές εκλογές δεν αποτελούν στοιχείο ή τακτική των μηχανισμών επιβίωσης, συνύπαρξης και συμβίωσης ούτε κάποιου άλλου είδους ριζική ανάγκη, ώστε τυχόν έλλειψή τους ή περιφρόνησή τους να λογίζεται ως κίνδυνος ή να θεωρούνται απαραίτητο πεδίο άσκησης ελευθερίας. 2.3. Η δομή των εκλογών, απ’ τον σκληρό πυρήνα τους μέχρι τα εξώτερα περιφερειακά χαρακτηριστικά τους, επιτρέπει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την διεξαγωγή τους και μόνον. Ως εξουσιαστικό πολιτικό εργαλείο νομιμοποίησης και επιβολής, από οποιονδήποτε και αν χρησιμοποιούνται και οποιαδήποτε και αν είναι τα αποτελέσματα κάθε «εκλογικής αναμέτρησης (sic)», οι εκλογές επιτελούν την λειτουργία τους μόνον με την συμμετοχή των υποψηφίων και την μετάβαση των ψηφοφόρων στις κάλπες. Στο καθεστώς των ‘δημοκρατιών’ της «αντιπροσώπευσης» και των παντός είδους «κοινοβουλίων» η κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση όλων των δραστηριοτήτων των εξουσιαστών (πολιτικών και οικονομικών κυριάρχων, καταπιεστών, εκμεταλλευτών και ‘σωτήρων’ – των ακολούθων τους συμπεριλαμβανομένων) διέρχεται εξάπαντος από τον δεσπόζοντα μηχανισμό των εκλογών. Όποιος συμμετέχει (είτε ως υποψήφιος είτε ως ψηφοφόρος) στις βουλευτικές εκλογές που οργανώνονται και διενεργούνται απ’ την θεσμοθετημένη (νομιμοποιημένη ή μη) πολιτική εξουσία, γίνεται συμμέτοχος στην κατά τ’ ανωτέρω νομιμοποίηση και συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια των εν λόγω εξουσιαστών και ακολούθων τους να σφίξουν και να στερεώσουν γύρω απ’ τον λαιμό των υπολοίπων πολιτών τον βρόχο ανανέωσης και συντήρησης του τάφου της υποταγής, της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας. Ο χαρακτήρας των βουλευτικών εκλογών δεν είναι συγκυριακός· είναι δομικός και εξαρτάται αδιαχώριστα από το πολιτικό σύστημα που είναι αντικειμενικά κατάλληλο για την επιτέλεση των λειτουργιών που εξυπηρετούν τις κυρίαρχες ελίτ και τους υπηρέτες τους. Η αντικειμενική πραγματικότητα και οι συνθήκες διαβίωσης όσων εκ των πολιτών έχουν καταληστευθεί (κυριολεκτικώς και μεταφορικώς) από μικρές και μεγάλες εξουσίες και δίκτυα ‘παραδείσων’ και διαφθοράς δεν γίνονται υπό καθεστώς εκλογών παίγνιο στα χέρια κανενός σωτήρα και διώκτη του «κακού» (ίδετε και Taguieff, 2011). Δεν μπορούν οι εκλογές να αποτελούν στοιχείο μιας στρατηγικής απελευθέρωσης. Αποτελούν μόνον στοιχείο μιας στρατηγικής υπεράσπισης και ενίσχυσης των ιεραρχικών δομών κυριαρχίας, καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Οι εκλογές άρα δεν διεξάγονται για την αλλαγή μιας υφισταμένης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας αλλά για την διευθέτηση ή αναπροσαρμογή του τρόπου διαχείρισής της… Γι’ αυτό και η μη συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί βασικό στοιχείο στο πλαίσιο «της έκφρασης αναγκών που απειλούν το σύστημα» (ίδετε Ferrajoli, 1985, Καστοριάδης, ό. π. και Manin, 1997:6, 8). Οι υπερεθνικές ελίτ (οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά εξουσιαστικά κέντρα, ομάδες και λέσχες, «δεξαμενές» σκέψης, διακρατικές διασκέψεις «ισχυρών» και λοιπά «βασίλεια») και οι εγχώριοι ακόλουθοί τους δεν φοβούνται την συμμετοχή στις εκλογές, αυτήν την επιδιώκουν. Δεν φοβούνται την συμμετοχή στις εκλογές, αυτό που ανησυχεί τα ‘αφεντικά’ είναι η τυχόν απονομιμοποίηση των εκλογών λόγω μη συμμετοχής και η αντικατάστασή τους με δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Οι τυχόν άλλες μορφές απονομιμοποίησης, που ως πηγή έχουν τα ‘αφεντικά’ (λόγω νοθείας ή εκλογικών νόμων κ.λπ.), αποτελούν περιστασιακές περιπτώσεις, οι οποίες δεν εξαλείφουν το σύστημα των εκλογών. Αυτό εύκολα ‘επιδιορθώνεται’… Υπό τις σημερινές πραγματικές συνθήκες διαπιστώνουμε πως η εξουσία δεν έχει ανάγκη την υποστήριξη της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων σε μια εκλογική διαδικασία για να έχει την πλειοψηφία στην Βουλή. Αυτό το καταφέρνει (δια του εκλογικού νόμου) και με την υποστήριξη της μειοψηφίας. Άρα δεν έχει σημασία ποιος κυβερνά ή εκλέγεται υπ’ αυτές τις συνθήκες…Η νομιμοποίηση (ακόμη και μόνον η κοινωνική) της μη συμμετοχής αποτελεί πρόσφορο και γόνιμο έδαφος για δράσεις και ενέργειες που δεν μετριούνται με την μεζούρα των «επαναστάσεων», της ‘δικαίωσης’ από «μάζες» και «όχλους» ούτε με την μεζούρα κάθε είδους και μορφής ‘σωτηρίας’ και ιεραποστολικών ‘παραδείσων’, παρά μόνον με το περιεχόμενο των δράσεων και ενεργειών αυτών καθαυτές και με το γεγονός ότι βασίζονται σε αρχές και αξίες που δεν συμβιβάζονται και δεν συμπορεύονται με τον νέου τύπου (με βασική νομιμοποιημένη έκφρασή του την ‘αντιπροσωπευτική’ «Κοινοβουλευτική Δημοκρατία») ολοκληρωτισμό των ολιγαρχιών (ίδετε Winters, 2011a, Beder, 2000 και Παράρτημα Β παρόντος) και της παρανοϊκής μαζικής υστερίας της αγέλης. Η απονομιμοποίηση των εκλογών, οι οποίες αποτελούν βασικό μέσον στήριξης της ‘αντιπροσωπευτικής’ «Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» και η αλλαγή (στην περίπτωση που είναι επιθυμητή) του σημερινού κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού συστήματος δεν επιτυγχάνεται με την συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές… Η μη συμμετοχή στις εκλογές αποτελεί πράξη αντίστασης και δεν κρίνεται με βάση τις εκλογές, όπως και η μη συμμετοχή σε εγκληματικές πράξεις δεν κρίνεται με βάση τα νομιμοποιημένα ή μη νομιμοποιημένα (και σε κάθε περίπτωση κοινωνικώς ανήθικα) εγκλήματα. Η μη συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές δεν αποτελεί κριτήριο συμμετοχής ή μη συμμετοχής στα κοινά.. «Ιδιώτης» και «αχρείος» είναι όποιος δεν συμμετέχει στα κοινά (στην «πόλη», στα «πολιτικά» και στο «φιλείν») και όχι όποιος δεν συμμετέχει σε εκλογές. Η μετάβαση στις κάλπες δεν ταυτίζεται με την συμμετοχή στα κοινά ούτε αποτελεί στοιχείο τους. Άρα όποιος ψηφίζει μπορεί κάλλιστα να είναι «ιδιώτης» και «αχρείος».Το βάρος και η δυσκολία της μη συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία των βουλευτικών εκλογών ως ενσυνείδητης πολιτικής τακτικής και πράξης αντίστασης δεν εντοπίζονται σε τάχα μου «αγώνες» του είδους «…να βγούμε στους δρόμους…με όπλα στους ώμους» και εξυπνακίστικες «πύρινες» κοκορομαχίες στα «παράθυρα» των τηλεοράσεων, αλλά στην θέληση της μη συμμετοχής αυτής καθαυτήν (ως προϊόν αυτόνομης και ελεύθερης επιλογής). Η μη συμμετοχή στις εκλογές, ως ενσυνείδητη πολιτική τακτική, δεν απευθύνεται στην πολιτική εξουσία και όσους την στηρίζουν. Απευθύνεται εμμέσως στους λοιπούς πολίτες, κατευθύνεται άμεσα προς την κοινωνία, δεν επιβεβαιώνεται στην ομόνοια «εν τοις νοητοίς», αλλά στην ομόνοια «εν τοις πρακτοίς» (Αριστοτέλης, 4.5. παρόντος) και δεν πωλείται στις λαϊκές αγορές του θεάματος, της ιδεολογίας, της σωτηριολογίας, της πατριδοκαπηλίας, των θέσεων, των αξιωμάτων, των προνομίων και των «εργατικών» εξουσιών. Σε καμιά τιμή και για κανέναν λόγο. Οι καιροσκόποι ‘προοδευτικοί’ (στην παρούσα περίσταση οι αυτοαποκαλούμενοι «αντιμνημονιακοί» και τα τσιράκια τους) υποψήφιοι και ψηφοφόροι προσπαθούν να δικαιολογήσουν την τυχόν αποτυχία τους μετατρέποντας εκ των προτέρων τους μη συμμετέχοντες σε αποδιοπομπαίους τράγους και υπεύθυνους για όλα τα κακά … των εκλογών. Κι αν οι μη συμμετέχοντες δεν ‘εξηγούν’ πλήρως όλες τις αποτυχίες των ‘προοδευτικών’ συμμετεχόντων τότε είναι πιθανόν να φταίει και ο «λαός», ο οποίος (αν και ψηφοφόρος) δεν κλείνεται αποκλειστικώς στα συγκεκριμένα πολιτικώς ορθά κλουβιά του βολονταρισμού των ιεραποστόλων ‘σωτήρων’ της «εργατικής τάξης», των «αντιρατσιστών φιλανθρώπων» νέας κοπής, των «μετώπων», «κινήσεων», «κινημάτων», «ανατροπών και συνεργασιών», «αναγεννήσεων (sic)», «πρωτοβουλιών», οικολογικών πράσσειν-αλόγων ή πράσινων αλόγων και Αρμαγεδώνων και των αυτοθαυμαζόμενων «αγανακτισμένων» ‘επαναστατών’ ανά τις καθεστωτικές «πλατείες» της μόδας. Ο «λαός» κλείνεται και σε άλλα κλουβιά, ψηφίζει και «μνημονιακούς», οι οποίοι σφάζουν με τα νέας τεχνολογίας «κονσερβοκούτια» τους χρήζοντας προστασίας Πάσχοντες Μνημονιόπληκτους (Το Κακό, ο Διάβολος, ο Μπαμπούλας και το «Θηρίο» άλλαξαν στρατόπεδο). Για τους προαναφερθέντες ‘προοδευτικούς’ οι εκλογές είναι «καλές» και ο λαός «σοφός» μόνον όταν βγαίνουν ‘νικητές’ οι ίδιοι. Άν ‘κερδίζουν’ οι «κακοί», υπάρχει και η «επανάσταση» (με τα ελιτίστικα και τυραννόμορφα ‘πρωτοπόρα’ και ‘προοδευτικά’ κριάρια – οικτρά κακέκτυπα δημεγερτών – να οδηγούν κοπάδια στη σφαγή και να αφιονίζουν αγελαία μαζοποιημένα πλήθη) και η θρασύδειλη ανομία της οικτρώς παραμορφωμένης πολιτικής ανυπακοής (civil disobedience) [τα τυχάρπαστα, ιδιοτελή και αισχρά «δεν πληρώνω» («το κίνημα δεν πληρώνω συμμετέχει στις εκλογές – διαβάστε τις θέσεις μας», http://epitropesdiodiastop.blogspot.com), τα γιαούρτια και το χάιδεμα του πλιάτσικου, της πυρομανίας και της απροσμέτρητου (οριζοντίως και καθέτως) μεγέθους κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής διαφθοράς και διαπλοκής]. Όσοι κατηγορούν τους μη συμμετέχοντες στις εκλογές υποθέτουν κατά παντελώς αυθαίρετο τρόπο πως αν αυτοί ψήφιζαν (πράγμα το οποίο δεν έγινε) θα ψήφιζαν ‘σωστά’, όπως δηλ. ψήφισαν και αυτοί που εξαπολύουν κατηγορίες εναντίον τους. Η κατανομή των προτιμήσεων των ψηφοφόρων ακολουθεί την ίδια λογική ασχέτως ποσοστού συμμετοχής. Από πουθενά δεν συμπεραίνεται ότι οι μη συμμετέχοντες θα ψήφιζαν (αν συμμετείχαν) στο σύνολό τους ή στην μεγάλη πλειοψηφία τους κατά έναν ομοιόμορφο τρόπο. Τυχόν τέτοιος ή παρόμοιος συλλογισμός αποτελεί παραλογισμό. Αν οι μη συμμετέχοντες ψήφιζαν θα ενεργούσαν με την ψυχολογία και την λογική των ψηφοφόρων, η κατανομή δηλ. των προτιμήσεών τους θα εντάσσονταν σ’ αυτήν των συμμετεχόντων. Γι’ αυτό και είναι δυνατή η πρόβλεψη των αποτελεσμάτων πολύ πριν καταμετρηθούν όλα τα ψηφοδέλτια είτε μικρή είναι η συμμετοχή είτε μεγάλη. Ακόμη και μετά τα τελικά αποτελέσματα – και για μια συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση – είναι αδύνατον να αποδειχθεί ότι το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό αν συμμετείχαν αυτοί που δεν ψήφισαν. 2.4. Με τις εκλογές δεν εκφράζεται «η λαϊκή βούληση», αλλά δια της απλής προτίμησης των ψηφοφόρων προς συγκεκριμένους υποψηφίους συντελείται η πλήρης μεταφορά αρμοδιοτήτων από το σύνολο των πολιτών ως ενιαίας πολιτικής οντότητας (δήμος) στους βουλευτές, οι οποίοι εν τέλει αποφασίζουν εν λευκώ τι συμφέρει τον «Λαό» και το «Έθνος» (1.4. παρόντος, Dalton et al., 2001:142 και Καστοριάδης, 1995:190-191). Η σημασία των εκλογών δεν έγκειται στην κενή περιεχομένου ψήφο καθαυτήν, αλλά στην καταμέτρησή της. Πέραν της μοναδιαίας ποσοτικής καταμέτρησής της και των πρακτικών συνεπειών της, η ψήφος δεν εμπεριέχει αναγνωρίσιμα ποιοτικά στοιχεία, δεν επιδέχεται κάποιου είδους αξιολόγηση ή μελέτη και δεν προϋποθέτει γνώση και άποψη για τα «πολιτικά πράγματα». 2.5. Οι ψηφοφόροι ως τέτοιοι είναι αγκιστρωμένοι στα προστατευτικά δίχτυα της αγέλης και της μάζας και στον δουλικό χαρακτήρα της πλήρους εκχώρησης των βασικών πολιτικών λειτουργιών και ατομικών ευθυνών και αρμοδιοτήτων στους «αντιπροσώπους» … Οι συμμετέχοντες στις εκλογές [υποψήφιοι και ψηφοφόροι (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που ‘ψηφίζουν’ «άκυρο» ή «λευκό» )] αποδέχονται πλήρως και υπακούνε κατ’ απόλυτο τρόπο στους όρους και τους κανόνες διεξαγωγής τους, άρα συμφωνούν καθ’ ολοκληρίαν με την δομή, τα χαρακτηριστικά και τους σκοπούς τους. Είναι βουλιαγμένοι και/ή ενσωματωμένοι στην εξαθλιωτική κυριαρχία του θεάματος και την αποχαυνωτική προπαγάνδα της διαφήμισης, ένα απαραίτητο πλαίσιο για την προετοιμασία και διεξαγωγή των εκλογών ως μηχανισμού απάτης, σωτηριολογίας, πελατειακής διαφθοράς και αναξιοπρέπειας (ίδετε και Σιμόπουλος, 2003: 21, 371-388,ι Markovits, 2005 και Ράιχ, 1974:394). 3. ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ (κοινών συμφερόντων, κοινών ενδιαφερόντων, ομονοούντων) ΤΩΝ ΣΩΤΗΡΩΝ ή από το νερό του Καματερού και την Αθανασία του Αιγάλεω στην εξουσία της «εργατικής τάξης», στην συμπαντική «ομοσπονδιοποίηση», στα «προαύλια του ουρανού» και στην «κοσμική ενέργεια» «Εσύ που ασχολήθηκες με τα υδραγωγεία των Ρωμαίων, δε μπορεί, θα καταλάβης γιατί μας επιτρέπουν, σαν τους δουλοπάροικους, ν’ αναπτύξουμε, ελευθέρως κάθε πρωτοβουλία – όπως αφήνεις λεύτερο έναν τσανακογλείφτη να γλείφη πορσελάνες!» (Άρης Αλεξάνδρου) 3.1. «Ομάδα (η){-ας κ. (λόγ.) –ος} 1. σύνολο προσώπων ή (σπάν.) πραγμάτων, τα οποία συνδέει κάτι κοινό και εκλαμβάνονται ως ενιαίο σύνολο …(α) κοινωνική ομάδα σύνολο ατόμων, στοιχειωδώς οργανωμένο, με συνοχή, κοινώς αποδεκτή συμπεριφορά, που συνήθως αποδύονται σε συλλογική δράση για την από κοινού επίτευξη επιδιωκόμενου σκοπού…» (Μπαμπινιώτης, 2002:1250). 3.2. Οι τρόποι οργάνωσης και λειτουργίας των ανωτέρω ομάδων των σωτήρων και οι δίκην θεϊκών εντολών διακηρυγμένοι και κρυφοί σκοποί τους δεν καθορίζουν το ποιόν τους και δεν συνεπάγονται εφαρμογή δικαιοσύνης, αυτονομίας και ελευθερίας· είτε είναι ομάδες που συγκροτούν κυρίαρχες πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές εξουσιαστικές ελίτ είτε είναι υποτελείς ομάδες που συγκροτούνται και δρουν υπό τον προστατευτικό μανδύα των εξουσιών αυτών [κλασικά παραδείγματα η ‘προστασία’ του περιβάλλοντος και η ‘υγιεινή’ διατροφή (για το δεύτεροο ίδετε και Beato, 2012)]. Και στα δύο ανωτέρω είδη ομάδων πρωτεύον στοιχείο της δομής τους αποτελεί το αποκλειστικό συμφέρον των ‘μελών’ τους και ευρίσκονται στον ίδιο περίκλειστο ιδεολογικό χώρο με τα κόμματα και τους επαγγελματίες, καιροσκόπους και ‘σωτήρες’ πολιτικούς και λοιπούς ιεραποστόλους (στα ίχνη και υπό την σκέπη ενός δήθεν προοδευτικού κορπορατισμού – του αγαπητού και στον Φασισμό συστήματος πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης…). Βασικό ποσοστό των υποτελών ομάδων αποτελούν οι ομάδες εκείνες που επιφανειακώς ή στον πυρήνα τους εκδηλώνουν χαρακτήρα κοινωνικοπολιτικού και περιβαλλοντικού ακτιβισμού (affinity groups). Στις περισσότερες από τις υποτελείς ομάδες επιπλέον βασικό στοιχείο της δομής τους αποτελεί η αυταρχικής και ολοκληρωτικής μορφής κρυφή και/ή φανερή προσπάθεια επιβολής επί του υπολοίπου της κοινωνίας συγκεκριμένων επ’ αυτών έξωθεν επιβληθέντων («ανατολικών» και «δυτικών», σωτηριολογικών και μεσσιανικών κατά βάση, αλλά με ιδιοτελή ‘αφανή’ κίνητρα – οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα) πολιτικών, ιδεολογικών, οικονομικών και συγκρότησης και οργάνωσης της κοινωνίας και της ατομικής ζωής δογμάτων («εναλλακτικών» και μη). [Ειδικοί ψυχολόγοι διαχωρίζουν τις υποτελείς ομάδες σε «τυπικές» και «άτυπες». Και οι δύο μορφές πάντως τελούν υπό την ‘προστασία’ κάποιου «Ιδρύματος» (Κωσταράς & Schuh, 1990:374, 484)]. 3.3. Ο «Παράδεισος» των ‘σωτήρων’ της εσχατολογίας χάθηκε με την «ανυπακοή» και την «απομάκρυνση» από την φύση…Γι’ αυτό και δεν έλειψαν ούτε λείπουν οι προσπάθειες δημιουργίας παραδείσων (προς μίμησιν) επί της Γης, έστω κι αν για αρχή αρκούν 15-20 άτομα, ένα κόμμα, μια «πλατεία» ή μια «επανάσταση». Αν μάλιστα συνοδεύεται η προσπάθεια αυτή και με την αναχώρηση απ’ την πόλη (προσωποποίηση της «απομάκρυνσης» από την φύση) προς την ύπαιθρο (από χωριά μέχρι ασκηταρειά και ερημητήρια) – προσωποποίηση της «σύνδεσης» ή «ένωσης» με την φύση – ή από τον καπιταλισμό προς την τελική («ανώτερη») φάση του κομμουνισμού ή την παγκόσμια «ομοσπονδιοποίηση» τόσο το καλύτερο! Οι προσπάθειες αυτές αποκτούν το ουσιαστικό περιεχόμενό τους και επιτελούν τον σκοπό τους όταν απλώνονται ως εμπόρευμα προς πώληση στις λαϊκές (και πάντως όχι απαραιτήτως για την κάθε μια ομάδα ξεχωριστά σε όλες αθροιστικώς) του θεάματος [ίδετε και Andersen, 2011(ιδιαιτέρως την σελίδα 49)], του ιδεολογικού διαποτισμού, της αλαζονείας, του καιροσκοπισμού και της ανάγκης και ανέχειας αυτών από τους οποίους οι μικρής και μεγάλης εμβέλειας εξουσιαστές έχουν κλέψει χρόνο, κόπους, εργασία… 3.4. Οποιαδήποτε μερική ομαδοποίηση μελών ενός γενικότερου συνόλου, που προσβλέπει στην «αλλαγή» και ‘σωτηρία’ της κοινωνίας και/ή του κόσμου ολόκληρου και στην κατά δύναμιν (μέσω ιδεολογικού διαποτισμού, δημοσίων σχέσεων, προπαγάνδας, προσεταιρισμού – ‘αγνή’ παρθένος εν στάσει προσευχής – ποικίλων εξουσιαστικών ελίτ, εκμετάλλευσης αναγκών και καταστάσεων) επιβολή των ιδεών, πρακτικών και συμφερόντων της ομάδας σε άλλους ανθρώπους, αποτελεί αισχρή μορφή ολοκληρωτικού εξουσιασμού (ίδετε και Παράρτημα Γ – ως ελάχιστο παράδειγμα), υπονομεύει τον «δήμο» και την «πόλη» και θέτει τις βάσεις για την συμφορά και δυσπραγία τους (ίδετε και Θουκυδίδης, ΙΙ, 60). 3.5. Οι ατομικές ή συλλογικές ψυχωτικές σωτηριολογικές θρηνωδίες και η θρησκόληπτη μεταμόρφωσή τους σε ιεραποστολικά εκστρατευτικά σώματα θρασύδειλων τραμπούκων και/ή ιδιοτελών οπαδών της υποχρεωτικής (νεοσσυλεκτικού τύπου) αντι-«καναπεδικής» επιστράτευσης και ρατσιστικής ‘απολυτρωτικής’ ομαδοποίησης (από τους ‘συνεταιρισμούς’ του κρατικού συγκεντρωτισμού μέχρι τις οικο-πολιτιστικο-θεραπευτικο-αγιο-παραδεισο- κ.λπ. «φάρμες» και τα αστεία δίκτυα ‘ανακούφισης’ φτωχών, μεταναστών και λοιπών δεινοπαθούντων), όπως έχει δείξει η ιστορία και η πράξη, λειτουργούν μια χαρά (ως συστατικό στοιχείο τους – και ως δικλείδες ασφαλείας) και υπό καθεστώτα τυραννίας, ιεραρχίας, εκμετάλλευσης, καταπίεσης και κυριαρχίας (του καπιταλισμού και της επιλεγόμενης παγκοσμιοποίησης συμπεριλαμβανομένων). Και οι παλιές κοινότητες λειτουργούσαν ως οργανικά στοιχεία του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και πολιτιστικού συστήματος και – σε ό,τι τους αναλογούσε – το συντηρούσαν και το εδραίωναν. Όταν οι προσωπικές επιλογές μετατρέπονται σε δόγματα επειδή στερούνται αυτάρκειας και αυτονομίας, τότε το άτομο ψάχνει απεγνωσμένα για δικαίωση εξωτερική, για «ομοιοπαθείς» (σωτηριολογική ομαδοποίηση) και ‘εχθρούς’, για διάδοση και επιβολή του δόγματος. Οι ‘προσδοκίες’ τους γίνονται προσδοκίες και όλων των άλλων ανθρώπων. Η ‘σωτηρία’ του κόσμου και του σύμπαντος έρχεται ως φυσικό επακόλουθο… 3.6. Οι εν λόγω ομάδες λειτουργούν (ή καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες να λειτουργήσουν) στο πλαίσιο της ευρύτερης κοινωνίας όπως λειτουργούν οι ομάδες (workplace teams) σε μια σύγχρονη επιχείρηση ή εταιρεία (ίδετε και Clemmer, 2003). Μετατοπίζουν την πολιτική απ’ την δημοκρατία στην «πολιτική της κουλτούρας», επικεντρωνόμενοι στην «ταυτότητα» της «ομάδας» και στην «κουλτούρα του ναρκισσισμού» [«…In these ‘post-socialist’ conflicts, group identity supplants class interest as the chief vehicle of political mobilization. Cultural domination supplants exploitation as the fundamental injustice. And cultural recognition displaces socioeconomic redistribution as the remedy for injustice and the goal of political struggle.» (Fraser, 2012)], τακτική που οδηγεί στην άρνηση της κριτικής των δομικών στοιχείων του καθεστώτος που στηρίζει τα συμφέροντα των οικονομικών και εξουσιαστικών ελίτ και των ακολούθων τους (ίδετε και συνειδητή παράλειψη λοιπών επί του θέματος βιβλιογραφικών αναφορών – «καλόοοοο παιδί ο Άρης»). 4. ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ (ΕτΔ) και ΔΙΟΝΥΣΟΣ Πολίτης 4.1. «Shake your chains to earth like dew Which in sleep had fallen on you» (Percy Bysshe Shelley) ΝΟΜΟΣ: Απόφαση – κανόνας που λαμβάνεται με μοναδικό θεσμικό τρόπο («θεσμίζουσα δραστηριότητα της συλλογικότητας», Καστοριάδης, 1995:149), εκφράζει κωδικοποιημένα το αποτέλεσμα της ελεύθερης άσκησης της πολιτικής πρακτικής* και ρυθμίζει τα πλαίσια λειτουργίας του Δήμου ή της Πόλεως, ήτοι τις συνθήκες συνύπαρξης των ανθρώπων σε ενσυνειδήτως οργανωμένη και αυτοελεγχόμενη κατά τα ανωτέρω (2.2. παρόντος) ένωση ελεύθερων προσώπων. («Όταν ο δήμος εγκαθιδρύει την δημοκρατία, κάνει φιλοσοφία: Ανοίγει το ερώτημα της προέλευσης και του θεμελίου του νόμου», Καστοριάδης, 1995:148). * Ο πολίτης ορίζει χωρίς καμία δέσμευση και εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες το περιεχόμενο της αιδούς και της δικαιοσύνης (Πλάτων, Πρωταγόρας 322δ), ήτοι ασκεί την ελεύθερη πολιτική πρακτική. 4.2. Οι ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ είναι: 4.2.1. γενικές και αφορούν το γενικότερο σύνολο (στην παρούσα πραγματικότητα: γενικότερο σύνολο = οι πολίτες του κράτους, όπως αυτό ορίζεται δια των γεωγραφικών συνόρων) 4.2.2. μερικές και αφορούν μόνο μέρος του γενικότερου συνόλου, αρκεί να μην έρχονται σε αντίθεση με τις αποφάσεις αυτού του γενικότερου συνόλου 4.2.3. ατομικές και αφορούν μόνο το άτομο που τις παίρνει, αρκεί να μην έρχονται σε αντίθεση με τις αποφάσεις του γενικότερου συνόλου και/ή μέρους (κατά περίπτωση) του γενικότερου συνόλου. Σημείωση: Αν ένα πρόσωπο ή μία ορισμένη μειοψηφία (του γενικότερου συνόλου ή μέρους του) που δεν ψήφισε μία απόφαση επιθυμεί να μην συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή μπορεί να το κάνει εφ’ όσον πάψει να είναι μέλος του μερικού ή του γενικότερου συνόλου που πήρε την εν λόγω απόφαση και εφ’ όσον η πράξη αυτή του προσώπου ή της μειοψηφίας δεν στέκεται εμπόδιο στην εφαρμογή της απόφασης. 4.3. «Let a great assembly be, of the fearless, of the free» (Percy Bysshe Shelley) ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΟΜΩΝ: Εκκλησία του Δήμου (ΕτΔ), η οποία ορίζεται από τα εξής χαρακτηριστικά: 4.3.1. Αυτονομία, αυτοδικία και αυτοτέλεια (Θουκυδίδης), [και πάντως όχι ως αντίδραση σε κάτι που υπάρχει στην πραγματικότητα ή στην φαντασία και που ορίζεται αυθαιρέτως ή μη ως αρνητικό, κακό κ.λπ. (εξουσία πολιτική και οικονομική, κυβέρνηση, κρίση, ΔΝΤ, Διάβολος κ.ά.) (ίδετε και Taguieff, ό. π.)]. 4.3.2. «Κρίσιμη μάζα» συμμετεχόντων («δήμος πληθύων»), [επιπλέον και ως πρώτο βήμα ελέγχου της δημαγωγίας και της επικράτησης μειοψηφιών και ομάδων οργανωμένων εκτός ΕτΔ… (κυρίαρχες ή μη ελίτ, ομάδες ιδεολογικών, οικονομικών και εξουσιαστικών συμφερόντων, σωτηριολογικές «κοινότητες» και ποικίλων ειδών και μορφών αυτοθαυμαζόμενα «δίκτυα», φιλανθρωπικές και θρησκευτικές οργανώσεις κ.λπ.)] Η έλλειψη «κρίσιμης μάζας» συνεπάγεται την ακύρωση της ΕτΔ. [Σημειώσεις: α). Για τον καθορισμό της «κρίσιμης μάζας», ως ποσοστού του συγκεκριμένου γενικότερου συνόλου προσώπων που συγκροτεί – μετά από ελεύθερη επιλογή – κοινότητα πολιτών (Δήμος), λαμβάνεται μεταξύ άλλων υπ’ όψιν και το γεγονός ότι ως Δήμος νοείται ΟΛΟ το πλήθος των ανθρώπων που συναποτελούν το συγκεκριμένο γενικότερο σύνολο (των βρεφών και των κατά περίπτωση ασθενών λ.χ. συμπεριλαμβανομένων, χωρίς να είναι απαραίτητη η συμμετοχή αυτών στην Εκκλησία του Δήμου) (ίδετε και Glotz, 1989:181). β). Οι οργανωμένες επί τη βάσει συμφερόντων, απόψεων, γνωμών, ιδεολογιών κ.λπ. εκτός ΕτΔ μειοψηφίες και ομάδες ‘διοχετεύουν’ πιθανώς τις αποφάσεις τους στην ΕτΔ. Αυτό ούτε αντιδημοκρατικό είναι ούτε έχει κάποια αρνητική επίδραση επί της ΕτΔ, δεδομένου ότι οι αγορεύσεις και οι προτάσεις εντός της ΕτΔ είναι αποκλειστικώς ατομικές, ασχέτως εάν το άτομο επιθυμεί να αυτοπαρουσιάζεται ως εκπρόσωπος λ.χ. συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, του θεού ή της τάδε φασιστικής ή δημοκρατικής ή οικολογικής ή λαϊκής κ.λπ. οργάνωσης ή ομάδας [“…directly democratic institutions open a public space in which everyone, if they so choose, can come together in a deliberative and decision-making body; a space where everyone has the opportunity to persuade and be persuaded; a space where no discussion or decision is ever hidden, and where it can always be returned to for scrutiny, accountability, or rethinking” (Milstein, 2010:107). γ) Η φυσική ηγεσία και η επιχειρηματολογία και ανταλλαγή απόψεων και ιδεών κ.λπ. ως συστατικά στοιχεία λειτουργίας του ελεύθερου «δημόσιου χώρου» (αγοράς) – εκτός λειτουργίας της ΕτΔ – δεν εντάσσονται στις περιπτώσεις της προηγούμενης (β) σημείωσης… 4.3.3. Εκκλησία του Δήμου και Δήμος δεν συμπίπτουν απαραιτήτως ως έννοιες. Η Εκκλησία του Δήμου μπορεί να είναι υποσύνολο, μέρος του Δήμου. 4.4. Η δημοκρατία [ «Χρώμεθα γαρ πολιτεία ου ζηλούση τους των πέλας νόμους, παράδειγμα δε μάλλον αυτοί όντες τισίν ή μιμούμενοι ετέρους. Και όνομα μεν δια το μη ες ολίγους αλλ’ ες πλείονας οικείν δημοκρατία κέκληται (η υπογρ, δική μου, σ.σ.)» (Θουκυδίδης, ΙΙ,37) και «…ο όρος “Δημοκρατία” σημαίνει στο Βυζάντιο οχλοκρατία και διατάραξη της τάξης, που τιμωρείται από το νόμο…» (Γλύκατζη-Αρβελέρ, 2009:264)] δεν χρειάζεται έτοιμες λύσεις σωτηρίας, οι οποίες προβάλλονται ως θέσφατα και/ή γενικής ισχύος αλήθειες και υφαίνονται από μειονοτικές ελίτ δήθεν ενημερωμένων, δήθεν προοδευτικών και επαναστατών διανοουμένων – idiotae intellectuales – [«Και οι φαυλότεροι γνώμην ως τα πλείω περιεγίγνοντο» (Θουκυδίδης, ΙΙΙ, 83)] , δήθεν δημοκρατών, δήθεν γνωστών του μαρξισμού και των κάθε είδους «τι να κάνουμε;», δήθεν “πρωτοποριών”, δήθεν καλοπροαίρετων φιλανθρώπων και υπερασπιστών του «τρίτου κόσμου», των εργατών, των αδικουμένων, των εκμεταλλευομένων, του περιβάλλοντος, των ενήλικων και ανήλικων μεταναστών, δήθεν ειδημόνων περί του ‘σωστού’ τρόπου ζωής και διατροφής… ‘Λύσεις’ ‘σωτηρίας’ έχουν προβάλλει και/ή έχουν επιβάλλει πολλοί στην ιστορία… Από θρησκείες και εκκλησίες μέχρι παντός είδους βασιλείες, «λαϊκές δημοκρατίες», «‘λαϊκές’ συνελεύσεις» και «πλατείες (sic)», κοινοβούλια, Βουλές, ολοκληρωτισμοί, αυτοκρατορίες, φασισμοί και δικτατορίες [συμπεριλαμβανομένων και των δικτατοριών που στο όνομα της «αρχής της κυριαρχίας του λαού» μεταβαπτίζονται αναίσχυντα σε οικτρή και παρανοϊκή «επαναστατική δημοκρατική δικτατορία (του προλεταριάτου και της αγροτιάς)»] … Η δημοκρατία αυτά που χρειάζεται (και που την ορίζουν) είναι 4.4.1. Το ιδεώδες της ισορροπίας «ανάμεσα στη δημόσια δύναμη και την ατομική ελευθερία», όπως «καλύτερα ίσως από κάθε άλλο θεσμό» το αποκαλύπτει η δικαιοσύνη (Glotz, 1989:240) δια των «πολυμελών λαϊκών δικαστηρίων, τα μέλη των οποίων ορίζονται με κλήρωση από το σύνολο των πολιτών» (1.2.3. παρόντος) και 4.4.2. Η λειτουργία της ΕτΔ και η εφαρμογή των αποφάσεών της. Οι προτάσεις επί του πρακτέου γίνονται στην ΕτΔ, οι αποφάσεις λαμβάνονται στην ΕτΔ και ο τρόπος εφαρμογής τους ορίζεται απ’ την ΕτΔ. Οποιαδήποτε άλλη διαδικασία που έχει την απαίτηση οι αποφάσεις της να εισακούονται από το συγκεκριμένο γενικότερο κατά τα ανωτέρω [2.2., 4.2.1., 4.3.2. (σημείωση α) παρόντος] σύνολο πολιτών και να αποτελούν νόμους – ρυθμιστικούς κανόνες (4.1. παρόντος) του Δήμου ή της Πόλεως αποτελεί ολοκληρωτική τακτική και αντιδημοκρατική φασιστική πρακτική. 4.5. Η ΕτΔ δεν είναι πρόταση, λύση, ιδεολογία, μηχανισμός οργάνωσης ή πολιτικό σύστημα , είναι πολιτική αρχή (political principle), η οποία ουσιαστικώς ορίζει καθ’ ολοκληρίαν το σύστημα αξιών κοινωνικής ηθικής (δημόσιας αρετής), πολιτικής και οικονομίας που συναποτελούν την έννοια της δημοκρατίας.. Η ΕτΔ ορίζει την δημοκρατία και είναι υπεράνω αυτής. Το πλεονέκτημά της έναντι των πολιτικών συστημάτων (πολιτευμάτων) είναι ότι μπορεί και λειτουργεί αυτόνομα, δια της αυτοθέσμισης, χωρίς να χρειάζεται προς τούτο την υποστήριξη ή ‘υποστήριξη’ οποιουδήποτε πολιτικού συστήματος ή άλλων εξωτερικών παραγόντων (θεών, ιερέων, μάγων, βασιλιάδων, «δικτύων», «κοινοτήτων», αυθεντιών, αφηρημένων ‘νόμων’ της ‘ιστορίας’ ή φανταστικών ‘νόμων’ της ‘φύσης’), γεγονός που εν εναντία περιπτώσει θα συνεπαγόταν την ανάγκη ύπαρξης κυριαρχούσας επί του συνόλου των προσώπων εξουσίας, ξέχωρης και κατ’ ουσίαν αυτονομημένης απ’ την αδιάσπαστη κοινωνία των πολιτών [pueblo unido – {«Η ενότητα του πολιτικού σώματος πρέπει να διαφυλάσσεται ακόμη και ενάντια στις ακραίες μορφές της πολιτικής σύγκρουσης…» ( Καστοριάδης, 1995:195)}]. Αν θεωρήσουμε το σύστημα αξιών της δημοκρατίας ως πολιτικό σύστημα, τότε η δημοκρατία είναι το μόνο πολιτικό σύστημα που ορίζεται απ’ την ΕτΔ. Έτσι ως Δημοκρατία δεν ορίζεται η σύμπτωση ή μη των θελήσεων και των απόψεων, αλλά ο δια της ΕτΔ συγκεκριμένος τρόπος λήψης και εφαρμογής (δια της κωδικοποίησής των) των αποφάσεων, ανεξάρτητα από τις απόψεις που εκφράστηκαν κατά την προηγηθείσα των αποφάσεων συζήτηση («πρώτον μεν γαρ ουκ έστιν η ομόνοια εν τοις νοητοίς αλλ’ εν τοις πρακτοίς, και εν τούτοις ουχ η νοούσι ταυτόν, αλλ’ η άμα τω ταυτόν νοείν προαίρεσιν έχουσιν περί α νοούσιν επί ταυτά», Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα, 1212α 18-21). Ή αποφασίζει δια της ΕτΔ το πλήθος των προσώπων που συγκροτείται σε δήμο (πολίτες) ή αλλιώς δεν έχουμε δημοκρατία … (Σημείωση: Όπως τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα μπορεί να αποτελούν πολιτικά συστήματα που αντικαθιστούν τις δικτατορίες, έτσι και η δημοκρατία (δια της ΕτΔ) μπορεί να αποτελεί πολιτικό σύστημα που αντικαθιστά τα κοινοβουλευτικά καθεστώτα). 4.6. Η ΕτΔ δεν αναιρεί την ανθρώπινη φύση, όπως αυτή εκδηλώνεται στην γενικότητα της κοινωνικής συμβίωσης και οργάνωσης καθ’ όλη τη γνωστή ιστορία του ανθρώπου [«Our societies are never harmonious ensembles. This is only the fantasy through which they attempt to constitute and reconstitute themselves» (Stavrakakis, 1999:74), «Freedom is never a done deal, nor is it a fixed notion. New forms of domination will probably always rear their ugly heads» (Milstein, ό.π.) και Αριστοτέλης, Πολιτικά III, 1276b 40 – 1277a 4 και V, 1303b 18 – 1307a 27] και δεν έχει ως σκοπό την δημιουργία «θαυμαστών κόσμων» της αρρωστημένης ‘αγάπης’ όλων προς όλους και της «ανεκτικότητας» των αδαών ούτε παραδείσων, όπου ο λύκος θα κοιμάται αγκαλιά με το αρνάκι και το λιοντάρι θα τρώει πράσινο χορταράκι παρέα με το ελάφι… Η ΕτΔ δεν είναι σκοπός, είναι μέσον… Σημειώσεις: α) Υπ’ όψιν η «γραφή παρανόμων», η «απάτη του δήμου» και «τον νόμον μη επιτήδειον είναι» των αρχαίων Ελλήνων… [ «…είχε ληφθεί σοβαρή μέριμνα, ώστε η κυριαρχία που χάριζε στον δήμο το πολίτευμα, να μην αποβαίνει σε βάρος του. Σκληρές ήταν οι τιμωρίες που επιβάλλονταν σε εκείνους που επιχειρούσαν να εκμεταλλευθούν το δικαίωμα του λόγου, που με γενναιοδωρία προσέφερε η δημοκρατία, για να επιτύχουν αποφάσεις αντίθετες προς το κρατικό συμφέρον (η υπογρ. δική μου, σ.σ.) Η “γραφή παρανόμων” ήταν, όπως αποδείχθηκε, σπουδαίος φρουρός της εύρυθμης λειτουργίας του αθηναϊκού πολιτεύματος, φόβος για κάθε βέβηλο, επίορκο ή πονηρό ρήτορα» (Καλογεροπούλου, 1972:88), «(…η λαϊκή συνέλευση της Αθήνας…) Ήξερε να παίρνει τις απαραίτητες προφυλάξεις απέναντι στις ίδιες τις παραφορές της…Όλοι εκείνοι που τα ονόματά τους ήταν γραμμένα σε ένα ψήφισμα της εκκλησίας ή σε ένα νόμο τον οποίο είχαν δεχτεί οι νομοθέτες είχαν βαρύτατη ευθύνη…Η Αθήνα …είχε τρόπους να εμποδίζει τους πολίτες να καταχρώνται το δικαίωμα που τους έδινε νομοθετική πρωτοβουλία…Ένας ρήτορας, πριν να υποβάλει πρόταση, έπρεπε να έχει υπόψη ότι επί ένα χρόνο ήταν υπεύθυνος με το κεφάλι του… (η υπογρ. δική μου, σ.σ.) Ο κυρίαρχος λαός υποτασσόταν με τη θέλησή του στην κυριαρχία του νόμου. Επιβάλλοντας στον εαυτό του αυτή την πειθαρχία, αποκτούσε πολύτιμα πλεονεκτήματα…» (Glotz, 1989:189, 191, 192)]. β) Η δουλεία (με την μορφή που υφίστατο στην Αθήνα), η παραγωγή σύκων, το κρασί και το λάδι, η μη άμεση συμμετοχή των γυναικών στην λήψη αποφάσεων (ΕτΔ κ.λπ.), το κρύο τον χειμώνα και η ζέστη το καλοκαίρι, τα σάνδαλα και οι χιτώνες δεν εξηγούν το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός [«In Greece, notwithstanding the defects of democracy, human nature ran a more brilliant career than it has ever done in any other age or country» (Mill, 1820)] της λειτουργίας της ΕτΔ, της Βουλής και των Δικαστηρίων στην αρχαία Αθήνα (6ος, 5ος, 4ος αιώνας π. Χ.) [ «What do I mean by politics? I go back first of all to the Greek meaning of politics. I’m not talking of statecraft; statecraft is operating as a party within the state with the view toward having control of the state. When I use the word politics, I go back to
  6. ΣΥΝΕΧΕΙΑ…
    [ «What do I mean by politics? I go back first of all to the Greek meaning of politics. I’m not talking of statecraft; statecraft is operating as a party within the state with the view toward having control of the state. When I use the word politics, I go back to the original Hellenic meaning of the word polis, the Athenian polis. I beg people not to remind me of what I already know; it was patriarchal; it was militaristic; it included a slave society… When I talk of politics in the Athenian sense, I talk of the best features, the fact that citizens participated in a face to face democracy in Athens, made decisions, had a militia system, insofar as they were involved in anything military, brought their own arms and had a system of rotation» (Bookchin, 1985),
    «Συζητάμε αν η δουλεία ήταν αναγκαία και ικανή συνθήκη για να υπάρξει δημοκρατία (στην αρχαία Αθήνα, σ.σ.) Η ιστορία δείχνει ότι δεν ήταν καν ικανή συνθήκη» (Καστοριάδης, 1986:16)].
    γ) [ «Διό παρ’ ενίοις νόμος εστί τους γειτνιώντας τοις ομόροις μη συμμετέχειν βουλής των προς αυτούς πολέμων, ως διά το ίδιον ουκ αν δυναμένους βουλεύσασθαι καλώς (υπογρ. δική μου, σ.σ.)» (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1330a 21-24). Για ερμηνεία ίδετε Καστοριάδης, 1995:194-195].

    5. ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΗΝ ΕτΔ (;)

    5.1. Οι θρασύδειλοι εγχώριοι νεόκοποι «μπροστάρηδες» της άλογης αγέλης, της μαζικής υστερίας και της φασιστικής πολιτικής ορθότητας. Οι αυτοχρισμένοι ερμηνευτές της θέλησης του ‘λαού’, οι οπαδοί της «άμεσης δημοκρατίας»…
    Ως οπαδοί (δια της ‘δημοκρατικής’ μεθόδου της επιφοιτήσεως των ‘αγίων’ «συγκεντρώσεων-λαοθαλασσών», των «πλατειών» και των εξ ίσου ‘αγίων’ «δημοσκοπήσεων») έχουν «βγάλει» ήδη τις αποφάσεις μόνοι τους και το μόνο που απομένει είναι να εφαρμοσθεί η «άμεση δημοκρατία» τους για να τις επικυρώσει.

    5.2. Ο – κυριολεκτικώς και μεταφορικώς – δολοφονικός λαϊκισμός και καιροσκοπισμός.
    Εκφράζει το βάναυσο και αγροίκο «α, ρε μια κατοχή που σας χρειάζεται για να καταλάβετε τι θα πει πείνα…». Ο προσωποποιημένος σαδομαζοχισμός αποφαίνεται ότι η «κρίση» έχει και τα «θετικά» της και πως η πείνα και η ανεργία θα φέρουν την «αλλαγή» και την «επανάσταση» ή τέλος πάντων ότι οι πολυποίκιλοι καραδοκούντες «αντιμνημονιακοί» Ιζνογκούντ θα γίνουν χαλίφηδες στην θέση των «μνημονιακών» χαλίφηδων. Ωσάν η δυστυχία, η αυτοκτονία (ως πράξη σκόπιμου θανάτου-ανθρωποθυσίας), οι λιμοί και λοιμοί να αποτελούν αναπόδραστη εξαγνιστική θυσία, προσφορά στον Μολώχ και το Υπέρτατο Κακό, προσφορά που στο τέλος καταλήγει παίγνιο στα χέρια των ξεφτιλισμένων ‘σωτήρων’ (= να φύγουν «αυτοί» για να έρθουμε εμείς), με ‘πρωτοπόρα’ πιόνια τους «αντιμνημονιακούς» ψηφοφόρους.
    [ «Δυνάστη, σ’ ευλογάμε, γιατί ετούτο
    το μέγα κοσμοχάλασμα να ιδούμε
    μας άξιωσες – …» ( απ’ το ποίημα «Δέηση στον Μολώχ» της Έφης Αιλιανού-Κυριλλοπούλου)]

    5.3. Οι ελίτ του πλούτου (ολιγαρχίες) και οι λοιπές θεσμοθετημένες εξουσίες.
    Εφ’ όσον τεθούν (αποκλειομένης της ΕτΔ) οι όροι θεσμοθέτησης νόμιμων διαδικασιών (των εκλογών και των «αντιπροσωπευτικών κοινοβουλίων» συμπεριλαμβανομένων) που εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους, οι ελίτ του πλούτου και των λοιπών εξουσιών καθίστανται νομιμοποιημένες και θέτουν υπό την σκέπη τους όλους τους μηχανισμούς καταστολής και ιδεολογικού διαποτισμού.
    Σύμφωνα με τον Winters (2011a: 275-276) το κοινό στοιχείο όλων των ολιγαρχιών, το οποίο τις ενδυναμώνει, τις ορίζει και τις εκθέτει σε μια σειρά απειλών είναι ο πλούτος. Στην πορεία της ιστορίας αυτό που ποικίλει είναι η φύση αυτών των απειλών και πώς οι ολιγαρχίες υπερασπίζονται τον πλούτο τους. Παρά τους αρχικούς φόβους, οι ολιγαρχίες δεν θίχτηκαν από την εφαρμογή της καθολικής ψηφοφορίας και την σχετική πρόοδο στις πρακτικές διακυβέρνησης (κοινοβούλια λ.χ. αντί δικτατοριών) και δεν αναγκάστηκαν να απεμπολήσουν ή να αναθεωρήσουν τις τρεις (3) βασικές προϋποθέσεις στις οποίες αυτές στηρίζουν την ύπαρξή τους και οι οποίες είναι:
    5.3.1. Η διαστρωμάτωση του πλούτου είναι εγγενώς ανταγωνιστική
    5.3.2. Ο καταναγκασμός αποτελεί την βάση όλων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (όταν λίγοι κατέχουν υπερβολικό πλούτο και όλοι οι υπόλοιποι ζουν με πολύ λιγότερα).
    5.3.3. Ο συγκεντρωμένος πλούτος έχει το μοναδικό χαρακτηριστικό της αυτοσυντηρούμενης πηγής εξουσίας. ( Όσο κανείς ανέρχεται στην κλίμακα του πλούτου τόσο πιο πολύ ο πλούτος ο ίδιος είναι ζωτικής σημασίας όργανο για την υπεράσπιση και συντήρησή του).
    Οι ανωτέρω τρεις προϋποθέσεις διαμορφώνουν την πολιτική υπεράσπισης του πλούτου που κατέχουν οι λίγοι. Αυτή η πολιτική αγκαλιάζει ασμένως τις εκλογές και τα αντιπροσωπευτικά κοινοβουλευτικά καθεστώτα.

    5.4. Οι θεσμοθετήσαντες και θεσμοθετούντες τα «αντιπροσωπευτικά κοινοβούλια» και τις λοιπές , ‘φορτωμένες’ με διάφορα επίθετα, «δημοκρατίες».
    Το αντιπροσωπευτικό σύστημα (α.σ.) δεν θεσμοθετήθηκε γιατί ήταν (ή είναι) αδύνατη η εφαρμογή της ΕτΔ. Θεσμοθετήθηκε ακριβώς για να αποφευχθεί η λειτουργία της ΕτΔ ως θεσμοθετημένη πολιτική αρχή και όχι επειδή η αντιπροσώπευση είναι «πρακτικότερη». Οι ιδεολογικές βάσεις των θεμελιωτών του α.σ. (17ος, 18ος αι.) δεν συνηγορούσαν για την καθιέρωση κάποιου δημοκρατικού πολιτικού συστήματος. Οι ίδιοι οι θεμελιωτές του («Άγγλοι αριστοκράτες, Αμερικανοί γαιοκτήμονες και Γάλλοι νομικοί») δεν θεωρούσαν το α.σ. ως δημοκρατικό ή ως κάποια μορφή δημοκρατίας… «The founding fathers,… stressed the «enormous difference» between representative government and rule by what was then the people. We are thus left with the paradox that, without having in any obvious way evolved, the relationship between representatives and those they represent is today perceived as democratic, whereas it was originally seen as undemocratic.» (Manin, 1997:1-3, 234 και 236) και «The American founders were deeply skeptical of direct popular rule. Representative democracy, they argued, was far superior because the buffer it created between the people and state policy allowed for reflection, reasoned debate among differing positions, and compromise between opposing interests. Direct democracy to them meant the potential of tyranny of the majority over the minority, or worse, mob rule, without any restraint on popular impulses or abuses of power. Today, democracy is generally understood as a system of freely elected representative institutions with constitutional limits.» (Democracy Web, χ.χ.).
    Όσο για τις «λοιπές , ‘φορτωμένες’ με διάφορα επίθετα, «δημοκρατίες»…

    5.5. Οι κινούντες τα ανδρείκελα και τις μαριονέτες.
    [«…Come crawling faster
    Obey your Master
    ………………………….
    Master of puppets
    I am pulling your strings
    Twisting your mind
    And smashing your dreams
    Blinded by me
    You can’t see a thing
    Just call my name
    ’Cause I’ll hear you scream
    ………………………………………..
    Master, Master
    You promised only lies
    …………………………………..
    Now I rule you too…» (από το τραγούδι «Master of Puppets» των Metallica, http://a7.media.v4.skyrock.net/music/a7d/18f/a7d18f3b19ff122bd9e0e97711568a52.mp3)%5D.

    ΕΠΙΛΟΓΟΣ
    (cui bono?)

    1. Ο «δήμος πληθύων», ως σύνολο προσώπων και πολιτών , αγωνίζεται λογικώς, ενσυνειδήτως και «χωρίς θητείας όχλων ή δυναστών» (Επικούρου Προσφώνηση 67) – χωρίς «πρωτοπορίες», «εργατικές εξουσίες», δημαγωγούς και ‘ηγέτες’ της συμφοράς να κορδώνονται ως υποψήφιοι/μέλλοντες βουλευτές ή πιστοί ‘σωτήριων’ «δυτικών», «ανατολικών» και «τριτοκοσμικών» ιδεολογικοθρησκευτικών και περιβαλλοντικών φαντασιώσεων – για την κατάκτηση της εκτεταμένης ‘χωροχρονικής’ σχόλης ως βασικού και αναπόσπαστου στοιχείου της ελεύθερης πολιτικής πρακτικής, του «ευ πράττειν» και του «ηδέως» «και ευ ζην» (Αριστοτέλης, Ηθικά Μεγάλα, 1184β 8-10, 27-31 και Επίκουρος, Επιστολή προς Μενοικέα, 132).
    2. Οι οικονομικές και λοιπές εξουσιαστικές ελίτ, προσπαθώντας να κάνουν καλά την δουλειά τους (μέσω ινστιτούτων, «δεξαμενών σκέψης» και λοιπών προπαγανδιστικών μηχανισμών ), έχουν στήσει σκλαβοπάζαρα για να ξεπουλήσουν ό,τι μπορέσουν σε Διεθνή Ταμεία, Τράπεζες και λοιπές νόμιμες κερδοσκοπικές εταιρείες. Άμεσος σκοπός (υπό την δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης και ανεργίας) είναι ο εξαναγκασμός των μισθωτών εργαζομένων να «δουλεύουν» περίκλειστοι και εγκλωβισμένοι σε νόμιμες συνθήκες εξαθλίωσης, με εξευτελιστικές αμοιβές και μηδενικά δικαιώματα (είτε οι εργοδότες είναι Έλληνες είτε πολίτες άλλων κρατών, οι οποίοι έχουν ‘επενδύσει’ στην Ελλάδα) και ο έλεγχος των μορφωτικών αγαθών που εδραιώνουν παιδεία και σκέψη, των πηγών ενέργειας και διάφορων άλλων πηγών εσόδων.
    {«CH: We are seeing the conscious and deliberate creation by the corporate state of a permanent, insecure and terrified underclass within the wider society. They have had a lot of practice in refining these techniques in the sacrifice zones, such as West Virginia, we wrote about. The corporate state sees this permanent and desperate underclass as the most effective weapon to thwart rebellion and resistance as our economy is reconfigured to wipe out the middleclass and leave most of us at subsistence level. Huge pools of unemployed and underemployed effectively blunt labor organizing, since any job, no matter how menial, is zealously coveted. The beating down of workers, exacerbated by the refusal to extend unemployment benefits for hundreds of millions of Americans and the breaking of public sector unions, the last redoubt of union power, has transformed those in the working class from full members of society, able to participate in its debates, the economy and governance, into terrified people in fragmented pools preoccupied with the struggle of private existence.
    The determining factor in global corporate production is now poverty. The poorer the worker and the poorer the nation, the greater the competitive advantage. With access to vast pools of desperate, impoverished workers eager for scraps, unions and working conditions no longer impede the quest for larger and larger profits. And when the corporations do not need these workers they are cast aside. Those who are economically broken usually cease to be concerned with civic virtues. They will, history has demonstrated, serve any system, no matter how evil, and do anything for a pitiful salary, a chance for job security and the protection of their families. There will, as the situation worsens, also be those who attempt to rebel. I certainly intend to join them. But the state can rely on ahuge number of people who, for work and meager benefits, will transform themselves into willing executioners.» (Hedges, 2012)}.
    3. Αν αναλογιστούμε τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην κοινωνία των ανθρώπων στον συμβατικώς οριοθετημένο δια των γεωγραφικών συνόρων ελληνικό χώρο (ελληνικό κράτος) θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως μόνο μία δράση μπορεί να ελαχιστοποιήσει (στην χειρότερη) ή να εκμηδενίσει (στην καλύτερη των περιπτώσεων) την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την επιβολή και την κυριαρχία που ασκείται και επιβάλλεται από νομιμοποιημένα ή μη θεσμικώς ιεραρχικώς δομημένα σύνολα μεγάλων και μικρών υπαλληλικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών εξουσιαστικών ομάδων και ελίτ επί των ιεραρχικώς κατωτέρων και (σε ό,τι αναλογεί στο κάθε σύνολο) επί των υπολοίπων πολιτών και του μη ανθρωπογενούς φυσικού περιβάλλοντος.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

    Α. Οι εκλογές του Τοτού.

    Δασκάλα: Σήμερα, παιδιά, ο Τοτός θα μας διαβάσει την έκθεσή του…

    Τοτός: Σήμερα είναι Κυριακή, ημέρα εκλογών! Τι ωραία μέρα η σημερινή! Ηλιόλουστη και με την ατμόσφαιρα να πάλλεται από τα κύματα ενθουσιασμού που εκπέμπουν οι ψηφοφόροι κι οι υποψήφιοι!
    Σηκώθηκα από το κρεβάτι χαρούμενος, πλύθηκα και έφαγα το πρωινό μου
    (πλύθηκα με οικολογικό σαπούνι και το πρωινό μου ήταν εξ ολοκλήρου από βιολογικά προϊόντα, μην τυχόν και υπερθερμάνω τον αγαπητό μας πλανήτη και βλάψω την υγεία μου, αλλά κυρίως για να μην μολύνω το περιβάλλον του εκλογικού κέντρου και της κάλπης. Οι καλοί ψηφοφόροι τα προσέχουμε αυτά).
    Μετά φόρεσα τα καλά μου ρούχα και ξεκίνησα με χοροπηδηχτό περπάτημα και τραγουδώντας δημοκρατικά τραγούδια για το αγαπημένο εκλογικό μου κέντρο. Στους δρόμους πλήθος κόσμου με χαρούμενα πρόσωπα και με ανοιχτό μυαλό και ολάνοιχτα μάτια τραβούσε κι αυτό για διάφορα εκλογικά κέντρα. Πολλά τραγούδια δονούσαν την ατμόσφαιρα… Επαναστατικά, αριστερά, δεξιά, αριστεροδεξιά και δεξιοαριστερά, σοσιαλιστικά, φασιστικά και ό,τι άλλο τραγούδι βάλει ο νους του ανθρώπου! (αφού μερικοί τραγουδούσαν ρεμπέτικα…). Όλα όμως τα τραγούδια ήταν αγωνιστικά, αυτό να λέγεται….

    Δασκάλα (διακόπτοντας τον Τοτό): Μια στιγμή, παιδί μου… (και απευθυνόμενη μετά στα παιδιά της τάξης): Δεν μου λέτε, παιδιά, καταλάβατε μέχρι στιγμής τι μας λέει ο Τοτός;

    Όλα τα παιδιά (εν χορώ): Όοοχι, κυρία…

    Δασκάλα: Ούτε εγώ κατάλαβα, παιδιά μου. Πράγμα που σημαίνει πως ούτε ο ίδιος ο Τοτός καταλαβαίνει τι λέει. Ιδιαιτέρως εκείνο το ανατριχιαστικό, τρελό και παλαβό «με ανοιχτό μυαλό και ολάνοιχτα μάτια», που φέρνει στον νου αγελάδες και χυμένα μυαλά στους δρόμους. Για δέσιμο μου φαίνεται πως είναι ο Τοτός… Αλλά για την ώρα θα τον τιμωρήσω μόνον με στέρηση διαλείμματος.
    Βγείτε , αγαπητά μου παιδιά, διάλειμμα. Εσύ, Τοτέ, μέσα και στην γωνία…

    Σημείωση: Η δασκάλα όλη την υπόλοιπη μέρα μουρμούριζε: «Ανοιχτό μυαλό, χυμένα μυαλά, εκλογικό κέντρο, αγελάδες, ανοιχτό μυαλό μυαλά, ψηφοφόροι αγελάδες, στους δρόμους…»

    Β. «Νοσήματα πολιτείας»

    Β1. «Δεύτερον δε των Λυκούργου πολιτευμάτων και νεανικώτατον ο της γης αναδασμός εστί. Δεινής γαρ ούσης ανωμαλίας και πολλών ακτημόνων και απόρων επιφερομένων τη πόλει, του δε πλούτου παντάπασιν εις ολίγους συνερρυηκότος, ύβριν και φθόνον και κακουργίαν και τρυφήν και τα τούτων έτι πρεσβύτερα και μέιζω νοσήματα πολιτείας, πλούτον και πενίαν, εξελαύνων, συνέπεισε την χώραν άπασαν εις μέσον θέντας εξ αρχής αναδάσασθαι και ζην μετ’ αλλήλων άπαντας ομαλείς και ισοκλήρους τοις βίοις γενομένους, το δε πρωτείον αρετή μετιόντας, ως άλλης ετέρω προς έτερον ουκ ούσης διαφοράς ουδέ ανισότητος, πλην όσην αισχρών ψόγος ορίζει και καλών έπαινος»
    (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Λυκούργος 8, 1-4).

    «Δευτέρα πολιτική πράξις του Λυκούργου και περισσότερον θαρραλέα ήτο η νέα διανομή της γης. Πραγματικώς επεκράτει φοβερά ανωμαλία και πολλοί ακτήμονες και άποροι συνεσωρεύοντο εις την πόλιν, ο δε πλούτος είχε συγκεντρωθή καθ’ ολοκληρίαν εις ολίγους. Θέλων λοιπόν ο Λυκούργος να εκδιώξη την αλαζονείαν και τον φθόνον και την μοχθηρίαν και την ακολασίαν και τα ακόμη παλαιότερα και μεγαλύτερα από αυτά νοσήματα κάθε πολιτείας , τον πλούτον και την πτωχείαν, κατέπεισε τους πολίτας να θέσουν εις το μέσον το ζήτημα όλης της χώρας και να την μοιράσουν εξ αρχής και να ζουν όλοι εξισωμένοι και εξωμοιωμένοι εις την περιουσίαν…(η υπογρ. δική μου, σ. σ.)» (μετάφραση Α. Λαζάρου).

    Β2. «Crescit amor nummi, quantum ipsa pecunia crescit».*
    Ολιγαρχία και οικονομικές ελίτ στην Ελλάδα δεν υφίστανται (!). Ο ΣΕΒ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών) λ.χ. δεν υπάρχει. Είναι μάλλον φανταστική μυστική εταιρεία, αποκύημα τρελαμένων εγκεφάλων ομάδας ‘παρμένων’ συνωμοσιολόγων… Αλλά αν υπάρχει, τότε είναι κατακριτέος: Δεν βρήκαν έναν πιο απλό και ευκολότερο τρόπο οι επιχειρηματίες, οι εφοπλιστές και οι βιομήχανοι να μαζεύονται για καφέ, να συζητούν περί ειρήνης και αγάπης και να κουτσομπολεύουν τους γείτονες; Ήταν ανάγκη να ιδρύσουν κοτζάμ Σύνδεσμο;
    Βέβαια, για να αποκτήσουν τα πλούτη τους οι πλούσιοι (μικροί και μεγάλοι και πάντως όχι απαραιτήτως για τον κάθε έναν όλα αθροιστικώς) κλέβουν από άλλους χρόνο, εργασία, παραγόμενα αγαθά και προϊόντα, συμμετέχουν ως βασικοί συντελεστές σε ποικίλα δίκτυα απάτης, μαυραγοριτισμού, διαφθοράς, αισχροκέρδειας και νοθείας προϊόντων και υπηρεσιών, κληρονομούν…, καταπιέζουν, εκμεταλλεύονται παντοίω τω τρόπω, προδίδουν, συνεργάζονται με εχθρούς, δολοφονούν, καταπατούν δικαιώματα και αξίες, υποδουλώνουν, δημιουργούν εκτελεστικές εξουσίες, κράτη και ιδιωτικούς στρατούς [«…oligarchs were focused on defending their claims to property. They did so by arming themselves or by ruling directly and jointly over armed forces they assembled and funded. Every great increase in wealth required oligarchs to spend additional resources on armaments, castles, militias and other means of defense.» (Winters, 2011b)] και θέτουν υπό τις υπηρεσίες τους άλλους, ‘εθνικούς’ και παρόμοιου είδους, στρατούς, σκλαβώνουν άτομα και ολόκληρους λαούς, ‘επενδύουν’ και ‘παίζουν’ στα χρηματιστήρια… Ενέργειες όχι απαραιτήτως προς μίμησιν (παρ’ όλο που αρκετοί προσπάθησαν και προσπαθούν να τους μιμηθούν με οικτρά και αξιολύπητα αποτελέσματα, ήτοι προτίμησαν και προτιμούν την μάταιη ζωή απ’ τον μάταιο αγώνα…). Πλούτη με το μεροκάματο δεν αποκτώνται… – τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που ανταλλάσσονται, τα διάφορα είδη χρήματος και η εργασία λογίζονται (και αποθηκεύονται «ατομικώς» ή «κοινωνικώς») ως πλούτος όχι όταν (ή επειδή) υφίστανται και λειτουργούν καθαυτά, παρά μόνον όταν (ή επειδή) ‘διέρχονται’ μέσω της σωτηριολογίας, της απάτης, της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της κυριαρχίας και όταν (ή επειδή) τα αντικείμενα της παραγωγής μετατρέπονται σε «πολίτες αυτού του κόσμου»(ίδετε και Scott, 2012).

    Γ. Το Τοτέμ (ή η ΤΕΜ)
    και «Εναλλακτικές μορφές επιχειρηματικότητας και τοπικής ανάπτυξης»
    Γ1. Εγκαίνια Αγοράς με TEM (Τοπική Εναλλακτική Μονάδα) του Δικτύου Ανταλλαγών και Αλληλεγγύης Μαγνησίας
    Σάββατο 7/4/2012

    Πρόγραμμα των εγκαινίων:

    «10:00 Έναρξη Αγοράς! Ελάτε με προϊόντα και υπηρεσίες να ανταλλάξουμε με ΤΕΜ! Η φαντασία μας είναι το μόνο όριο! (προετοιμασία πάγκων από 9:00)
    11:00-13:00 Παρουσίαση: Μαγειρική για παιδιά
    11:00-14:00 Εργαστήριο: Κεραμικά
    14:00-16:00 Φαγητό!
    17:00-18:00 Παρουσίαση: Εισαγωγή στις εναλλακτικές θεραπείες
    18:00-19:00 Εργαστήριο: Capoeira
    19:00-20:00 Εργαστήριο: Μουσική και κίνηση για παιδιά και γονείς
    20:00-21:00 Εργαστήριο: Ρεφλεξολογία για την οικογένεια
    21:00-21:30 Εργαστήριο: Χοροκίνηση
    21:30-22:00 Εργαστήριο Ρέικι
    21:30-22:00 Εργαστήριο Yoga
    21:30-22:00 Ζωντανή μουσική με φλάουτο
    (η υπογράμμιση δική μου, σ.σ.)»

    Γ2. Μερικές παρατηρήσεις:
    1. Δεν εκτελέστηκε από κατάλληλη (ενν. βυζαντινή) χορωδία το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια …» και δεν ‘διδάχθηκε’ ο «Χορός του Ζαλόγγου».
    2.Δεν έγινε η προβλεπόμενη εισήγηση με θέμα παρουσίαση: «Τα κβάντα στην εποχή της τρόικας, η συμπαντική ψυχή και η θεραπεία του καρκίνου»
    3. Δεν κοσμικοενεργο – ποιήθηκαν τα εργαστήρια: «Μαγειρική για όλους – εξαιρούνται τα “παιδιά”» και «Ρεφλεξολογία για όλους – εξαιρείται η “οικογένεια”».
    4. Το capoeira μετέτρεψε την ΕΜ σε Τ ή η ΤΕΜ μετέτρεψε το capoeira σε τοπικό; (Η ‘καλή’ παγκοσμιοποίηση, ο ‘πολυπολιτισμός’ των γκέτο και τα κομπογιαννίτικα ματζούνια είναι για πούλημα;)
    5. Αν η ΤΕΜ λεγόταν ευρώ δεν θα ξεχωρίζαμε. Με την ΤΕΜ (σύμβολο σωτηρίας και απελευθέρωσης) και ξεχωρίζουμε και Δημόσιες Σχέσεις (PR) υψηλών απαιτήσεων κάνουμε («You never know when a PR agency is being effective; you’ll just find your views slowly shifting»).
    6. Πουλάμε και αγοράζουμε, αλλά όχι και να γυρίσουμε σε προγενέστερα του «ανταλλακτικού» συστήματα. Όλα κι όλα… να μένει και κανένα κανονικό ευρώ για ώρα ανάγκης! (Καλές είναι και οι υπάρχουσες υποδομές, ως υπολείμματα κι αυτές των παλιών εποχών της «ανταλλαγής» ).
    7. «Μαγειρική για παιδιά», «…κίνηση για παιδιά…», «…για την οικογένεια». Μάλιστα… Η σωτηριολογική προπαγάνδα του προέδρου του θρησκευτικού κινήματος «Kids ‘R’ Us» Mike Searls έπιασε τόπο: «If you own this child at an early age … you can own this child for years to come» (Jacobson & Mazur, 1995, όπως παρατίθεται στο Beder, 1998:163).
    8). Η θεά Σιτάλα δεν θεράπευσε όσους είχαν ή έχουν ανεμοβλογιά.
    9). Εκτός από τον Λάζαρο, η «Εισαγωγή στις εναλλακτικές θεραπείες» δεν ανάστησε κανέναν άλλον άνθρωπο (ή ζώο…)
    10). Η ΤΕΜ είναι χρήμα…
    11). Δεν τονίστηκε (σε ειδική «παρουσίαση») ο πραγματικός ρόλος των «Δικτύων Ανταλλαγών και Αλληλεγγύης», αυτός της λειτουργίας των ως γραφείων ευρέσεως εργασίας και/ή πελατών. Ο ρόλος αυτός δεν είναι ούτε καινούργιος ούτε επαναστατικός και δεν έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες της κοινωνικής ηθικής. Η αναζήτηση δουλειάς και πελατών (επί πληρωμή ή με ανταλλαγή) στα πλαίσια του καπιταλισμού – «συγκρατημένου» ή «αχαλίνωτου» – είναι νόμιμη, νομιμοποιημένη και ηθική. Σε περιόδους «κρίσης» η ανεργία (ως απορρυθμιστικός του προσωπικού και οικογενειακού προγραμματισμού παράγοντας) αποτελεί στόχο των φιλανθρώπων και των σωτηριολόγων, οι οποίοι – υπό την σκέπη της οικτίρμονος συγκατάβασης των θρησκόληπτων σεσωσμένων – βρίσκουν ευκαιρία (και τι ευκαιρία!) να δικαιώσουν την αλαζονεία τους.

    ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

    Andersen, K. (2011). The Protester, Time, 178/25, 38-79.
    Beato, G. (2012). Big Brother Is Now Your Diet Coach. Ανάκτηση 1 Φεβ 2013 από
    http://reason.com/archives/2012/01/26/big-brother-is-now-your-diet-coach [ Σημείωση: Προσετέθη 1 Φεβρουαρίου 2013].
    Beder, Sh. (1998). Global Spin. The corporate Assault on Environmentalism. Vermont: Chelsea Green Publishing Company.
    Beder, Sh. (2000). Selling the Work Ethic. Australian Rationalist, 55, 8-13.
    (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://www.rationalist.com.au/archive/55/p8-13.pdf )
    Bookchin, M. (1985). Radicalizing Democracy. http://dwardmac.pitzer.edu/Anarchist_Archives/bookchin/raddemocracy.html
    Clemmer, J. (2003). The Leader’s Digest: Timeless Principles for Team and Organization Success. Canada: TCG Press.
    Γλύκατζη-Αρβελέρ, Ε. (2009). Γιατί το Βυζάντιο (10η έκδοση). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
    Dalton, R. Z., Burklin, W. & Drummond, A. (2001). Public Opinion and Direct Democracy. Journal of Democracy, 12/4, 141-153.
    Democracy Web: Comparative Studies in Freedom. (χ.χ.) Constitutional Limits on Government: Essential Principles. Ανάκτηση 18 Νοεμβρίου 2012 από http://www.democracyweb.org/limits/principles.php [Σημείωση: Προσετέθη 18 Νοεμβρίου 2012].
    Ferrajoli, L. (1985). Αυταρχική δημοκρατία και κριτική της πολιτικής, μτφρ. Δημήτρης Δεληολάνης. Αθήνα: Στοχαστής.
    Fraser, N. (2012). Equality, Identity and Social Justice. Logos, 11/2-3. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://logosjournal.com/2012/spring-summer_fraser/). [Σημείωση: Προσετέθη 28 Αυγ. 2012].
    Glotz, G. (1989). Η ελληνική «πόλις», μτφρ. Αγνή Σακελλαρίου. Αθήνα: ΜΙΕΤ.
    Hedges, Ch. (2012). Συνέντευξη στον Mark Karlin. Ανάκτηση 13 Σεπμβρίου 2012 από http://www.alternet.org/books/why-chris-hedges-believes-serious-revolt-only-option-people-have-left?page=0%2C1
    Καλογεροπούλου, Α. (1972). Η Αθήνα του Περικλέους – Η εξέλιξη της Συμμαχίας. Στο Ιστορία του ελληνικού έθνους. (Τόμ. Γ1, σ. 82-120). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.
    Καστοριάδης, Κ. (1986). Η αρχαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα. Αθήνα: Ύψιλον/βιβλία.
    Καστοριάδης, Κ. (1995). Χώροι του ανθρώπου, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας. Αθήνα: Ύψιλον/βιβλία.
    Καστοριάδης, Κ. (2001). Είμαστε υπεύθυνοι για την ιστορία μας (5η έκδοση). Αθήνα: Πόλις. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://occupygr.com/library/Kornhlios_Kastoriadis-imaste.ipefthinoi.gia.tin.istoria.mas.pdf )
    Κωσταράς, Γ. Φ. & Schuh, H. (1990). Στρατιωτική Ψυχολογία. Αθήνα.
    Manin, B. (1997). The Principles of Representative Government. Cambridge: Cambridge University Press. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://onmirror.com/tj2vlz4mzuji/2012-03-18-#-15-0521458919_0521452589.pdf.html)
    Markovits, D. (2005). Democratic Disobedience. TheYale Law Journal, 114/8, 1897-1952. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://www.yalelawjournal.org/pdf/114-8/Markovits.pdf).
    Mill, J. (1820). Essay on Government. In The Encyclopedia Brittanica.
    http://studymore.org.uk/xmilgov.htm
    Milstein, C. (2010). Anarchism and its Aspirations. Oakland, CA – Washington, DC & Edinburg, UK: AK Press and the IAS.
    Μπαμπινιώτης, Γ. (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας …(2η έκδ.). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε.
    Ράιχ, Β. [Reich, W.] (1974). Η μαζική ψυχολογία του φασισμού, μτφρ. Ηρώ Δ. Λάμπρου. Αθήνα: Μπουκουμάνης.
    Scott, J. C. (2012). Two Cheers for Anarchism. (σελ. xiii). Princeton, N.J.: Princeton University Press. [Σημείωση: προσετέθη 31 Οκτ. 2012 ].
    Sharp, G. (2010). From Dictatorship to Democracy. A Conceptual Framework for Liberation (4th USA ed.). East Boston: The Albert Einstein Institution. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο: http://www.aeinstein.org/organizations/org/FDTD.pdf ).
    Σιμόπουλος, Κ. (2003). Η διαφθορά της εξουσίας (4η έκδοση). Αθήνα: Στάχυ.
    Stavrakakis, Yannis (1999). Lakan and the Political. New York: Routledge.
    Taguieff, P-A. (2011). (Συνέντευξη στον Ανδρέα Πανταζόπουλο). Ανάκτηση 28 Φεβρουαρίου 2012 από http://spoudasterion.pblogs.gr/tags/akrodeksia-gr.html
    Winters, J. A. (2011a). Oligarchy. New York: Cambridge University Press.
    Winters, J. A. (2011b). Oligarchy and Democracy. The American Interest, VII/2. (Προσβάσιμο στο διαδίκτυο http://www.the-american-interest.com/article.cfm?piece=1048)

    ΤΕΛΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Πριν αποσταλεί, το κείμενο εξετάστηκε επισταμένως από την Δάφνη και τον Θανάση. Την τελική έγκριση έδωσε ο Άρης. Ευχαριστώ θερμά και τους τρεις.

    * «Όσο τα πλούτη μας αυξάνονται τόσο η αγάπη για το χρήμα μεγαλώνει».
    (Μεγαλώνει η αγάπη για το χρήμα όσο τα πλούτη μας αυξάνονται)

  7. Πίνγκμπακ: ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ | ΤΟΠΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ ΛΥΚΟΒΡΥΣΗΣ - ΠΕΥΚΗΣ

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s