Κατασκευή αυτοκινητόδρομων: εργολαβική παράδοση… δεκαετιών

Standard

(αναδημοσίευση από το ένθετο «Οικοτριβές» της κυριακάτικης Αυγής, 28.4.2013

http://oikotrives.wordpress.com/2013/04/28/autokinitodromoi-rsa/)

της Μαρίας Καλαντζοπούλου

Φωτογραφία τυ Ρομπέρ Ντουανώ

Φωτογραφία του Ρομπέρ Ντουανώ

Βρισκόμαστε για άλλη μια φορά μπροστά στην ανακοίνωση ενός «πακέτου» οδικών έργων στην Αττική, στο πλαίσιο των εξαγγελιών περί του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου. Στο σχέδιο αυτό, ακολουθώντας μια μακρόχρονη σχετική παράδοση με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα οδικά έργα «κλέβουν την παράσταση». Καθόλου πρωτότυπο. Οι «αυτοκινητόδρομοι» είναι αυτό που αναγνωρίζουμε ως το βασικότερο συντελεστή και μοχλό γεωγραφικής και χωροταξικής ανάπτυξης της πρωτεύουσας Αθήνας, ιδιαίτερα δε κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Πριν και έξω από κάθε άλλη προτεραιότητα οικονομική, συγκοινωνιακή, πολεοδομική ή και κοινωνική στο σχεδιασμό.

 Θεωρία και πρακτική στα οδικά έργα τα τελευταία 50 χρόνια 

Αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 1960 και την πρώτη συγκοινωνιακή μελέτη για την Αθήνα που πρότεινε με ορίζοντα 15ετίας περίπου 100 χλμ. νέων λεωφόρων μέσω διαπλατύνσεων, επεκτάσεων, διανοίξεων και νέων χαράξεων, κυρίως εντός Λεκανοπεδίου, έχουμε μια αλληλουχία μελετών είτε κυκλοφοριακών είτε στα πλαίσια διατύπωσης ρυθμιστικού σχεδίου για την πρωτεύουσα, καθώς και μια αλληλουχία «α-μελέτητων» εξαγγελιών που εν πολλοίς αντλούν ιδέες και «προτεραιότητες» από μια δεξαμενή έργων που έχουν περιγραφεί πριν από 30-50 χρόνια. Τα πιο σημαντικά απ’ αυτά όπως η Αττική Οδός και η Δυτ. Περιφερειακή Υμηττού μέχρι την Κατεχάκη ή η Λεωφόρος Σχιστού είχαν ηλικία περίπου 40 ετών όταν τελικά δρομολογήθηκαν.

Στο βαθμό που οι προβλέψεις εκείνων των μελετών των δεκαετιών ΄60 και ΄70 ως προς τη ζήτηση μετακινήσεων ή τον πληθυσμό δεν επιβεβαιώθηκαν, κάτι που άρχισε να γίνεται φανερό ήδη από τη δεκαετία του ΄80, επιστρατεύτηκε ο ορθολογισμός των «δακτυλίων». Πρώτο παράδειγμα δακτυλίου ήταν ο γνωστός «εσωτερικός» δακτύλιος, ένα σχήμα εκ των ενόντων περί μια περιοχή που ορίστηκε ad hoc ως προστατευτέο «κέντρο». Το πιο ηχηρό αποτέλεσμα του δακτυλίου (που εφαρμόστηκε το 1982) ήταν ο διπλασιασμός των ΙΧ σε μια δεκαετία και η περαιτέρω εντατικοποίηση του «κυκλοφοριακού». Στη δεκαετία του ΄90 άρχισαν να σχεδιάζονται δακτύλιοι μεγαλύτερης ακτίνας κι από όλα τα έργα που τεκμηριώνονταν στη βάση αυτών των δακτυλίων, πραγματοποιήθηκαν 15 χρόνια αργότερα η Αττική Οδός και η Δ. Περιφ. Υμηττού. Η προώθησή τους στην ουσία οφείλεται στην απόφαση για δημιουργία του νέου αεροδρομίου στα Σπάτα. Μια επιλογή Συνέχεια ανάγνωσης

Οι βόμβες στη Βοστώνη, η αμερικανική Αριστερά και ο… Τσίπρας

Standard

Γράμμα από τη Βοστώνη και τη Νέα Υόρκη

του Κωστή Χατζημιχάλη

ΚΕΚΟ Café, 121 Madison Ave, Ν. Υόρκη. Φωτογραφία του Arancia Project, από το flickr

ΚΕΚΟ Café, 121 Madison Ave, Ν. Υόρκη. Φωτογραφία του Arancia Project, από το flickr

Μια βορειοαμερικανική πόλη τριών περίπου εκατομμυρίων σε κατάσταση πολιορκίας, με απαγόρευση κυκλοφορίας, δυο μέρες πριν την 21η Απριλίου. Σκηνικό χολιγουντιανής ταινίας με μάχες, όλη η δύναμη της αυτοκρατορίας στο κυνήγι του ύποπτου δεκαεννιάχρονου, σασπένς στα δελτία ειδήσεων. Και ο θείος του νεαρού, πρόσφυγας και αυτός από την Τσετσενία, να τα δίνει όλα μπροστά στις κάμερες για τις ΗΠΑ «ως τη γη των ευκαιριών για όλους». Στο τέλος, χειροκροτήματα του κόσμου για την αστυνομία και τον στρατό για την αίσια έκβαση, αδιανόητα στα δικά μας τα μέρη. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα, στη Νέα Υόρκη παρακολουθώ τις εξελίξεις και αναρωτιέμαι αν θα μπορέσω να ταξιδέψω το Σάββατο 20 του μηνός για Βοστώνη. Το τραίνο τελικά φεύγει κανονικά· σε όλη τη διαδρομή μεσίστιες σημαίες παντού, όπως και στο αποκλεισμένο για επισκευές και έρευνες ιστορικό κέντρο της πόλης.

Μετά την 11/9, τα συστήματα ασφαλείας και η στρατιωτικοποίηση της πόλης έφτασαν στο απόγειό τους. Ενέργειες όπως εκείνη της Βοστώνης νομιμοποιούν στα μάτια των Αμερικανών αυτή την παράνοια, ακατανόητη για τις δικές μας εμπειρίες, και αυξάνει την εμπιστοσύνη τους στην αστυνομία, τον στρατό, το FBI, αλλά και τις κάμερες επιτήρησης στους δρόμους. Από τις ακραίες καταστάσεις εξαίρεσης, όπως αυτή της Βοστώνης, η μετάβαση σε μια μόνιμη στρατιωτικοποίηση της καθημερινής ζωής επιτεύχθηκε σιωπηρά και με επιτυχία όλα αυτά τα χρόνια. Οι πλούσιοι ζουν σε περιφραγμένες κοινότητες, ενώ οι φτωχές συνοικίες και τα κέντρα των πόλεων επιτηρούνται διαρκώς από στρατιωτικά οχήματα. Ο χειρισμός του συμβάντος της Βοστώνης ως θεάματος και οι χολιγουντιανές λήψεις με συχνές επαναλήψεις σε συνεχή μετάδοση, μαζί με τα σχόλια των παρουσιαστών, δημιουργούσαν μια ασφυκτική προσμονή για την τελική έκβαση, που λειτούργησε λυτρωτικά. Και μετά η χρήση του συμβάντος για προώθηση του αμερικανικού ιδεώδους μαζί με ακραίες προτάσεις, όπως αυτή ενός γερουσιαστή που εισηγήθηκε στο Κογκρέσο την προληπτική άρση της ιδιότητας του πολίτη για κάθε αμερικανό μουσουλμάνο με ταυτόχρονη απαγόρευση εισόδου στους ομόθρησκους. Και ο χειρότερο: η ευρύτερη αποδοχή της πρότασης.

ΚΕΚΟ Café. Φωτογραφία της Molly Galler, από το μπλογκ popbopshop.blogspot.fr

ΚΕΚΟ Café. Φωτογραφία της Molly Galler, από το μπλογκ popbopshop.blogspot.fr

Στο ΚΕΚΟ Café στη Μάντισον Άβενιου στη Νέα Υόρκη, όπου βλέπω τις ειδήσεις δυο μέρες πριν, 19 του Απρίλη, η ατμόσφαιρα είναι ευρωπαϊκή — με τα κουτιά για τους καφέδες με τη μεταλική σέσουλα στις άκρες, τις βαλίτσες των μεταναστών του Μεσοπολέμου, τα παλιά χαρακτικά στους τοίχους. Ο γαλλο-ιταλός ιδιοκτήτης τρίτης γενιάς μου πιάνει κουβέντα. Μια εβδομάδα πάω τακτικά για τον πρωινό και τον απογευματινό καφέ. Λέμε δυο κουβέντες για τους βομβιστές, δεν έχει την ίδια στάση με τα δελτία ειδήσεων, με ρωτάει από πού είμαι και κουνάει με συμπάθεια το κεφάλι. Έχει φίλους Έλληνες στο Κουίνς που μένει και μου δείχνει το πρωτοσέλιδο των New York Times: «Τα παιδιά στα σχολεία της Ελλάδας πεινάνε». Την επόμενη ο καφές είναι κερασμένος, με αίτημα να του πω για τον… Τσίπρα και τη Χρυσή Αυγή! Οι φίλοι του στο Κουίνς απέτρεψαν την ίδρυση γραφείων των φασιστόπαιδων και αρκετοί μιλούν για τον Τσίπρα. «Είναι ο Έλληνας Ούγκο Τσάβες;» καταλήγει, θα τα καταφέρει αν εκλεγεί; Και το τελευταίο ερώτημα: Πώς μπορεί να βοηθήσει ο ίδιος και κάτι φίλοι που έχει για να κερδίσει;. Η άλλη Αμερική.

Ίδια απόσταση από τα δελτία ειδήσεων και στο CUNY, στο κέντρο μεταπτυχιακών σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Οι φοιτητές και κυρίως οι φοιτήτριες το ίδιο ριζοσπαστικοποιημένοι όπως και τα δικά μας παιδιά. Όλοι και όλες έχουν συμμετάσχει στο Occupy Wall Street, ξέρουν πολύ καλά τα δικά μας προβλήματα και… ζηλεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ! Ένας άλλος κόσμος, δικτυωμένος, κρυφός, ακούει, νοιάζεται, συμπάσχει — καμιά σχέση με τις κυρίαρχες απόψεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο άνθρωπος που έκανε τον εαυτό του επιχείρηση

Standard

Από ένα «instrumentumvocale» στη δίποδη-ανθρωπόμορφη εκδοχή της επιχείρησης

του Βασίλη Δρουκόπουλου

«Η συζήτηση αδιάλειπτα θολώνει από την προσπάθεια της μεταμφίεσης των απαιτήσεων του κεφαλαίου ως αναγκών του λαού, της υποταγής της ανθρώπινης αγωνίας, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στους σκοπούς των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων»

(Nigel Harris, Of Breadand Guns, Penguin, Harmondsworth, 1983, σ. 239)

 

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Αναπαράγω την είδηση:

«Ο Μάικ Μέριλ, ένας 35χρονος κάτοικος του Πόρτλαντ, πρέπει να πάρει άδεια από τους μετόχους της εταιρείας του για να βγει ραντεβού με μια κοπέλα ή για να κάνει δίαιτα. Πριν από πέντε χρόνια, ο Μέριλ αποφάσισε να μετατρέψει τον εαυτό του σε εταιρεία, την οποία ελέγχουν σήμερα οι 320 μέτοχοί της: “Πουλάω μετοχές του εαυτού μου και στη συνέχεια επιτρέπω στους μετόχους μου να με καθοδηγούν σε αποφάσεις για τη ζωή μου”, είπε ο άνθρωπος-επιχείρηση στην εκπομπή Today. Όπως αναφέρει, οι μέτοχοι τον ανάγκασαν να γίνει ψηφοφόρος των Ρεπουμπλικανών, του επέτρεψαν να φορά ρούχα Brooks Brothers και επέλεξαν το πρόγραμμα που ακολουθεί στο γυμναστήριο. Του επέτρεψαν επίσης να βγαίνει με την κοπέλα της προτίμησής τους, αφού όμως τους υπέβαλε πρώτα έκθεση για την εμπειρία του πρώτου ραντεβού τους» (goo.gl/OsKH2, 31.3.2013).

Επιπρόσθετα, ο Μ.Μ. μας επισημαίνει στην ιστοσελίδα του: «Ο σκοπός δεν είναι να δημιουργηθούν κέρδη, αλλά είναι πιθανόν να προκύψουν στο μέλλον. Αντίθετα, πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων που εργάζονται για να επιτευχθεί ένας κοινός στόχος. Χρησιμοποιώντας μια προσαρμοσμένη δομή της αγοραίας οικονομίας, εσείς κι εγώ έχουμε στην κατοχή μας ένα διαθέσιμο μηχανισμό για ενέργειες, ανάληψη ευθυνών και μέτρηση της επιτυχίας που δεν είναι μόνον καλά τεκμηριωμένος αλλά και εύκολα κατανοητός».

Με την αφορμή αυτή, επαναφέρω στη μνήμη μας τα εξής, για να τα συνδέσουμε τελικά με την αλλόκοτη περίπτωση που μόλις περιγράψαμε:

α. Δουλεία. Η δουλεία, ως σχέση κυριαρχίας, δεν ήταν τίποτε άλλο από τον βίαιο εξαναγκασμό σε εργασία ανθρώπων που είχαν χάσει την ελευθερία τους και αποτελούσαν ιδιοκτησία εκείνων που κατείχαν τα μέσα παραγωγής. Ο δούλος δεν είχε τη δυνατότητα να αρνηθεί την εργασία του στον κύριό του, ειδαλλιώς θα θανατωνόταν. Συνέχεια ανάγνωσης

Είναι αδύνατος σήμερα ένας «ιστορικός συμβιβασμός»

Standard

 «Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη το υπαρκτό, αλλά για να το αλλάξουμε, όχι για να υποταχθούμε σ’ αυτό»

 Συνέντευξη του Σπύρου Ι. Ασδραχά

 spasdΑς ξεκινήσουμε από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ. Πώς κρίνετε την τωρινή τους θέση;

 Για το ΠΑΣΟΚ δεν θα είχα να πω κάτι άλλο, πέραν του ότι ακολούθησε τη μοίρα των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, από τη στιγμή που εγκολπώθηκαν σαν αναλυτικό εργαλείο, αλλά και σαν εργαλείο άσκησης πολιτικής εξουσίας, τον νεοφιλελευθερισμό.

Ως προς τη ΔΗΜΑΡ, θα έλεγα ότι είναι το λυπηρό απομεινάρι ενός σημαντικού εγχειρήματος – εννοώ τον ευρωκομμουνισμό. Οι εποχές βεβαίως είναι πολύ διαφορετικές· οι απολήξεις όμως σημαδεύουν την αναποτελεσματικότητα, εκ των υστέρων, του μεγάλου σχεδίου του Μπερλινγκουέρ και του Άλντο Μόρο για τον ιστορικό συμβιβασμό. Δεν νομίζω ότι σήμερα είναι εφικτός ένας «ιστορικός συμβιβασμός», ούτε στην Ιταλία ούτε φυσικά στην Ελλάδα. Η ΔΗΜΑΡ εικονογραφεί την αποτυχία ενός μεγάλου για την εποχή του σχεδίου, και αν αναφέρομαι σε αυτή την απόληξη είναι γιατί αποτελεί δείκτη μιας μεγάλης κρίσης.

 Και ας προχωρήσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ…

 Ας δούμε καταρχάς την πρόσληψη του λόγου του ΣΥΡΙΖΑ από το εκλογικό σώμα. Ο λόγος αυτός είναι διηθημένος από τα κρατούντα μέσα ενημέρωσης, τα οποία, όταν δεν είναι απροκάλυπτα αρνητικά ή εχθρικά, είναι μεροληπτικά. Στους πολλούς αποδέκτες, ο λόγος της Αριστεράς, φτάνει παρηλλαγμένος. Κάποτε, η παραλλαγή γίνεται και από τα αριστερά. Θα αναφερθώ σε ένα ενδεικτικό παράδειγμα: το περίφημο «Δεύτερο Σχέδιο», το γνωστό, αγγλιστί, Plan B — βλέπετε, η αγγλική, μια ορισμένη μορφή της συγκεκριμένα, έχει γίνει η κοινή γλώσσα. Δεν έχει η Αριστερά δεύτερο σχέδιο, μας λένε. Ρωτήθηκαν ποτέ η Δεξιά και τα κεντροαριστερά παραβλαστήματα αν έχουν δεύτερο σχέδιο στην περίπτωση κατά την οποία αποτύχει –και έχουμε ουκ ολίγες ενδείξεις γι’ αυτό– το σχέδιο το οποίο εφαρμόζουν; Κανείς δεν θέτει το ζήτημα αυτό· το πρόβλημα τίθεται μόνο για την Αριστερά, και μάλιστα και από καλόβολους αριστερούς. Συνέχεια ανάγνωσης

Οικονομική πολιτική: θεωρητική ένδεια και πρακτική αδυναμία

Standard

Ο «πραγματισμός» –δηλαδή η έλλειψη πολιτικής– της κυβέρνησης και η συνομιλία του ΣΥΡΙΖΑ με απόντες συνομιλητές

του Χρήστου Χατζηιωσήφ

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη

«Πραγματικότητα εναντίον ουτοπίας» και «πραγματικότητα εναντίον δυστοπίας». Με αυτά τα δύο σχήματα μπορούν να αποδοθούν επιγραμματικά τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και της (αξιωματικής) αντιπολίτευσης, αντίστοιχα, στη συζήτηση για την οικονομική πολιτική. «Εγώ λέω στον κόσμο την πραγματικότητα και ποιες είναι οι λύσεις», καυχήθηκε πριν λίγες μέρες στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας (Η Καθημερινή, 20.4.2013). Μερικές εβδομάδες προηγουμένως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας Μ. Βορίδης, απευθυνόμενος και αυτός στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, τους είχε ζητήσει να αναγνωρίσουν «την πραγματικότητα», λέγοντας ότι «σε αυτόν τον κόσμο έτσι δουλεύει το μαγαζί». Απαντώντας στον υπουργό ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγόρησε: «Το περιβάλλον στο οποίο ζείτε δεν σας επιτρέπει να έχετε πλήρη εικόνα της πραγματικότητας που βιώνει ο ελληνικός λαός». Οι πραγματικότητες στις οποίες αναφέρονται οι πολιτικοί μπορεί να είναι διαμετρικά αντίθετες ή και αλληλοαποκλειόμενες, οι αναφορές όμως σε αυτές έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την απορία μπροστά σε αυτό που η κάθε πλευρά αντιλαμβάνεται ως πραγματικότητα, την αδυναμίας να προτείνει σαφή πολιτική.

«Έτσι δουλεύει το μαγαζί»: πολιτική είναι η έλλειψη πολιτικής

Έτσι, η γνώση του τρόπου που «δουλεύει το μαγαζί» δεν οδηγεί όσους ισχυρίζονται πως τoν κατέχουν στη σύλληψη και εφαρμογή μιας «πραγματιστικής» πολιτικής, αλλά στην αποδοχή ότι πολιτική αποτελεί ακριβώς η έλλειψη πολιτικής: η χωρίς συζήτηση συμμόρφωση με τους κανόνες και τους όρους που θέτουν κάθε φορά εκείνοι που λειτουργούν το μαγαζί, είτε είναι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων, τράπεζες, πάσης φύσης πιστωτές είτε επίδοξοι ξένοι και εγχώριοι επενδυτές είτε η Ε.Ε., το ΔΝΤ κ.ά.

Η έλλειψη πολιτικής και σχεδίου γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτής της μεθόδου, στην καλύτερη περίπτωση, σαν επικοινωνιακό πρόβλημα: «Η κυβέρνηση αυτοπαγιδεύεται σε ζητήματα όπως το φορολογικό και φροντίζει να βάζει επικοινωνιακά αυτογκόλ. Κατανοητή η κούραση και η δυσκολία του πολιτικού εγχειρήματος, αλλά χρειάζεται μια αφήγηση, κάτι που να μοιάζει με σχέδιο από εδώ και πέρα» (Α. Παπαχελάς, Η Καθημερινή, 5.12.2012). Καθώς όμως οι βουλές των δανειστών παρουσιάζονται άγνωστες και ευμετάβλητες, όπως έδειξαν η «διάσωση» της Κύπρου και το βέτο της τρόικας στη συγχώνευση Εθνικής και Eurobank, οι «πραγματιστές», για να τις παρακολουθήσουν, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν σε συνεχείς δημόσιες αυτοαναιρέσεις.

Ανεξάρτητα από ενδεχόμενες προσωπικές επιλογές και στρατηγικές, η εμμονή σε αυτή τη στάση εκφράζει συλλογικά αδιέξοδα και μετατοπίσεις στις σχέσεις πολιτικής και οικονομικών συμφερόντων. Με την εξασθένηση της εγχώριας παραγωγικής βάσης και την έδραση ή τη μεταφορά εκτός Ελλάδας των δραστηριοτήτων μεγάλου μέρους του ελληνικού κεφαλαίου, που συμβολίζεται άψογα με την κατοχή της προεδρίας του ΣΕΒ από έναν πρώην βιομήχανο και νυν συλλέκτη έργων τέχνης, οι αστοί πολιτικοί δεν έχουν πλέον να εκπροσωπήσουν και να υπερασπιστούν μεγάλες εγχώριες οικονομικές δραστηριότητες. Όχι μόνο οι παραδοσιακά ισχυροί εισαγωγείς και οι υπάρχοντες ξένοι επενδυτές, αλλά και οι ενεχόμενοι στις ναυτιλιακές δραστηριότητες, την εμπορική και τραπεζική επέκταση στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη έχουν συμφέροντα από την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και τη συμμετοχή σε μια ισχυρή νομισματική ένωση, και είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν την υπόλοιπη οικονομία προκειμένου να εξασφαλίσουν τη διατήρηση αυτού του καθεστώτος. Συνέχεια ανάγνωσης

Θρυμματισμένοι καιροί: κουλτούρα και κοινωνία στον 20ό αιώνα

Standard

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

του Έρικ Χομπσμπάουμ

μετάφραση: Νίκος Κούρκουλος

6-HOBSBWAM-aΤις επόμενες μέρες κυκλοφορεί, από τις εκδόσεις Θεμέλιο, σε μετάφραση Νίκου Κούρκουλου, το βιβλίο του Έρικ Χομπσμπάουμ Θρυμματισμένοι καιροί. Η μεταθανάτια αυτή συλλογή δοκιμίων, που κυκλοφόρησε στα αγγλικά μόλις πριν ένα μήνα, καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, σχετικά με την κουλτούρα και την κοινωνία του 20ού αιώνα: ο Καρλ Κράους, η αρ νουβώ, ο μύθος του καουμπόι, η ποπ, τα φεστιβάλ του 21ου αιώνα, οι σχέσεις τέχνης και επανάστασης μετά το 1917, οι δεσμοί τέχνης και εξουσίας είναι ορισμένα από τα θέματα που θίγονται με τον γνωστό συναρπαστικό τρόπο του Χομπσμπάουμ. Προδημοσιεύουμε σήμερα ένα εκτενές απόσπασμα από τον Πρόλογο και μικρά αποσπάσματα από τρεις κριτικές: του Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του Jonathan Derbyshire (The New Statesman,9.4.2013) και του Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013).

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Λίγες σελίδες είναι πιο οικείες σήμερα από την προφητική περιγραφή του Καρλ Μαρξ για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της δυτικής καπιταλιστικής βιομηχανοποίησης. Όμως, καθώς ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός του 19ου αιώνα εγκαθίδρυε την κυριαρχία του πάνω σ’ έναν πλανήτη τον οποίο έμελλε να μεταμορφώσει μέσω της κατάκτησης, της τεχνολογικής υπεροχής και της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας του, κουβαλούσε μαζί του κι ένα ισχυρού γοήτρου φορτίο από δοξασίες και αξίες, που θεωρούνταν φυσιολογικά ανώτερες από άλλες. Ας τις ονομάσουμε «ευρωπαϊκό αστικό πολιτισμό», έναν πολιτισμό που δε συνήλθε ποτέ από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι τέχνες και οι επιστήμες ήταν εξίσου κεντρικές όσο και η πίστη στην πρόοδο και την εκπαίδευση γι’ αυτήν τη σίγουρη για τον εαυτό της κοσμοθεωρία, και αποτέλεσαν πράγματι τον πνευματικό πυρήνα που αντικατέστησε την παραδοσιακή θρησκεία. Γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σ’ αυτόν τον «αστικό πολιτισμό», ο οποίος συμβολίζεται παραστατικά στο μεγάλο δακτύλιο από δημόσια κτίρια των μέσων του 19ου αιώνα που περιβάλλουν το παλιό μεσαιωνικό και αυτοκρατορικό κέντρο της Βιέννης: το Χρηματιστήριο, το Πανεπιστήμιο, το Burgtheater, το μνημειακό Δημαρχείο, το κλασικό Κοινοβούλιο, τα τιτάνια μουσεία της ιστορίας της τέχνης και της φυσικής ιστορίας, το ένα αντίκρυ στο άλλο, και φυσικά την καρδιά κάθε αστικής πόλης εκείνου του αιώνα που σεβόταν τον εαυτό της, τη Μεγάλη Όπερα. Αυτοί ήταν οι τόποι όπου οι «καλλιεργημένοι άνθρωποι» ασκούσαν τη λατρεία τους στους βωμούς της κουλτούρας και των τεχνών. Μια εκκλησία του 19ου αιώνα προστέθηκε στο φόντο μόνο σαν όψιμη παραχώρηση προς το δεσμό μεταξύ Εκκλησίας και αυτοκράτορα.

Όσο πρωτόφαντο κι αν ήταν, αυτό το πολιτιστικό σκηνικό είχε βαθιές ρίζες στην παλιά ηγεμονική, βασιλική και εκκλησιαστική κουλτούρα πριν τη Γαλλική Επανάσταση, δηλαδή στον κόσμο της εξουσίας και του μεγάλου πλούτου, τους κλασικούς πάτρωνες των υψηλών τεχνών και θεαμάτων. Επιβιώνει ακόμα σε σημαντικό βαθμό μέσα από τη διασύνδεση παραδοσιακού κύρους και οικονομικής δύναμης, που επιδεικνύεται σε δημόσιο θέαμα, αλλά δεν περιφράσσεται πια από την κοινωνικά αποδεχτή αύρα της γέννησης ή της πνευματικής αυθεντίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κριτική για τους «Θρυμματισμένους καιρούς» του Ε. Χομπσμπάουμ

Standard

Αποσπάσματα από τρεις κριτικές για το βιβλίο του Χομπσμάουμ: του ιστορικού  στο Columbia Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του δημοσιογράφου Jonathan Derbyshire, αρχισυντάκτη πολιτιστικών του περ. The New Statesman, (The New Statesman, 9.4.2013) και του ιστορικού στο Hertford College της Οξφόρδης Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013). Οι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων»

«Παγκοσμιοποιημένος» πριν την παγκοσμιοποίηση

του Μαρκ Μαζάουερ

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Μετά τον θάνατο του Έρικ Χομπσμπάουμ, πέρσι, ακούστηκαν πολλά εγκώμια για τον ευρυμαθέστατο ιστορικό, αλλά και αρκετές κριτικές, που σε ορισμένες περιπτώσεις άγγιζαν την περιφρόνηση, για τον απολογητή του κομμουνισμού. Ούτε τα εγκώμια ούτε οι κριτικές όμως κατάφεραν να μας δείξουν την σημασία του Χομπσμπάουμ ως διανοητή. Και τώρα έρχεται αυτή η μεταθανάτια συλλογή διαλέξεων, δοκιμίων και κριτικών — που μοιάζει μάλλον ένα πολύχρωμο πανέρι με κείμενα, με κύριο θέμα τις αλλαγές στην κουλτούρα και τις ιδέες τα τελευταία 200 χρόνια. Οι περισσότεροι αναγνώστες θα βρουν και εδώ τη διεισδυτική οπτική του Χομπσμπάουμ, όπως την ξέρουν και από τα έργα του για τη Βιομηχανική Επανάσταση και την εξάπλωση του ιμπεριαλισμού. Όμως, το πραγματικό ενδιαφέρον του τόμουέγκειται, κατά τη γνώμη μου, σε όσα μας δείχνει για τον ίδιο τον άνθρωπο, στο ότι μας θυμίζει πόσο ιδιαίτερος και σπουδαίος ιστορικός ήταν.

«Παγκοσμιοποιημένος» ο ίδιος, πολύ προτού η λέξη γίνει κλισέ, καθώς η σκέψη και η γραφή του κινούνταν με άνεση στις ηπείρους και τους ωκεανούς του πλανήτη. Ας σταθούμε σε μία μόνο παράγραφο από τους Θρυμματισμένους καιρούς, που αναφέρεται στη μελέτη των θρησκειών σε όλο τον κόσμο: σε λίγες φράσεις, ανασκοπεί τον χαρισματικό προτεσταντισμό στην Αμερική, την αναβίωση του ισλαμισμού στην Ινδονησία, τις ωδίνες του τοκετού της Ορθοδοξίας και του καθολικισμού στο πρώην σοβιετικό μπλοκ, τη συνεχιζόμενη εκκοσμίκευση στην εκβιομηχανισμένη Δύση. Ευτυχώς για όλους μας, παραδέχεται ταπεινά ότι η γνώση του για τον βουδισμό στην Ταϋλάνδη είναι περιορισμένη. Το χρονολογικό εύρος είναι ίσως λιγότερο εντυπωσιακό — αν και κάθε μελετητής που θα μπορεί να γράψει, ταυτόχρονα, για την αγροτική οικονομία της Ευρώπης και την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στον 21ο αιώνα θα αισθανόταν τουλάχιστον ίλιγγο.

Η γνώριμη αφήγηση του Χομπσμπάουμ, με τον ιδιαίτερο παιχνιδιάρικο τρόπο του, είναι πανταχού παρούσα στους Θρυμματισμένους καιρούς, και μερικές φορές πρέπει να τσιμπηθούμε για να θυμηθούμε ότι κάποια από τα κείμενα του τόμου γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που είχε περάσει τα ενενήντα. Γιατί οι δισεκατομμυριούχοι αγοράζουν ποδοσφαιρικές ομάδες και δεν φτιάχνουν όπερες; Τι έχουν να μας πουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου το 2012 για τις εθνικές εορτές; Γιατί δεν υπάρχει στην Κίνα κάτι αντίστοιχο με τα αμερικάνικα ράντσα; Οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις, συνεχίζονταν, μέχρι το τέλος.

 

Μελαγχολία και ενσυναίθηση

του Τζόναθαν Ντερμπυσάιρ

Σε μια κριτική για το βιβλίο του συνοδοιπόρου του ιστορικού Ράφαελ Σάμιουελ με θέμα τον χαμένο κόσμο του βρετανικού κομμουνισμού (Raphael Samuel, The Lost World of Communism, 1986), o Xομπσμπάουμ εξήρε τη «μελαγχολική ενσυναίσθηση» (melancholy empathy) του συγγραφέα «για ένα αμετάκλητα χαμένο παρελθόν». Οι Θρυμματισμένοι καιροί, το τελευταίο έργο του Χομπσμπάουμ, διαθέτει ένα ανάλογο χαρακτηριστικό — αν και αυτή η μελαγχολική ικανότητα ενσυναίσθησης δεν αφορά, εδώ, το βρετανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, του οποίου έγινε μέλος όταν έφτασε στην Αγγλία από το Βερολίνο, σε ηλικία δεκαπέντε ετών το 1933, αλλά την τέχνη και τον πολιτισμό της «αστικής κοινωνίας», που κατέρρευσε μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέχεια ανάγνωσης

Ένα έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτει: Οι επαφές των ιταλών νεοφασιστών με τον Μακαρέζο και τον Λαδά

Standard

 «Όπως ακριβώς στην Ελλάδα»

του Κωστή Καρπόζηλου

 7-KARPOZILOS-bΤις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου του 1971 ο Νικόλαος Μακαρέζος και ο Ιωάννης Λαδάς συνάντησαν έναν ενθουσιώδη ιταλό φίλο του ελληνικού δρόμου προς την αντιδημοκρατική εκτροπή. Δεν επρόκειτο για εθιμοτυπική ή διπλωματική επίσκεψη: ο ιταλός επισκέπτης έφτασε στην Αθήνα εκπροσωπώντας τη φασιστική οργάνωση Movimento Sociale Italiano (MSI), προκειμένου να ζητήσει τη συνδρομή του δικτατορικού καθεστώτος σε ένα σχέδιο γενικευμένης αποσταθεροποίησης στην Ιταλία. Η παρασκηνιακή συνάντηση εγγράφεται στις πυκνές επαφές μεταξύ τμημάτων της στρατιωτικής δικτατορίας και του δυναμικού ιταλικού νεοφασιστικού κινήματος, που βασιζόταν σε ιδεολογικές ταυτίσεις και, κυρίως, στη διάθεση συντονισμού του αντικομμουνιστικού αγώνα. Το τελευταίο διάστημα το ζήτημα των διεθνών διασυνδέσεων του δικτατορικού καθεστώτος και ο ρόλος των ελληνικών φασιστικών κύκλων στην Ιταλία έχει αναδειχθεί μέσα από δημοσιεύματα που αναζητούν εκεί, μεταξύ άλλων, τις καταβολές των μεταπολιτευτικών μεταπλάσεων της ελληνικής άκρας Δεξιάς.1 Το ενδιαφέρον αυτό, που συνδέεται προφανώς με τις πολιτικές προκλήσεις του σήμερα, συμβάλλει ταυτόχρονα στη χαρτογράφηση ενός πεδίου που αντιμετωπιζόταν από την ελληνική ιστοριογραφία μάλλον με περισσή περιφρόνηση και αφελή καχυποψία: τη σημασία των μυστικών υπηρεσιών, τις γεωγραφικές εξακτινώσεις του αντικομμουνιστικού αγώνα, τα πολλαπλά νήματα που συνέδεαν τους εσωτερικούς μηχανισμούς της δικτατορίας με τις οργανώσεις του «ελεύθερου κόσμου».

Νικόλαος Μακαρέζος

Νικόλαος Μακαρέζος

Το περιεχόμενο της συνάντησης του Φεβρουαρίου του 1971 το αποκαλύπτει ένα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με ημερομηνία 19.2.1971 (Intelligence Information Cable-TDCS DB–315/00868–71). Αν και σημαντικές πληροφορίες παραμένουν διαβαθμισμένες –με κυριότερη ίσως το όνομα του ιταλού απεσταλμένου– το έγγραφο επιβεβαιώνει τον κομβικό ρόλο του Ιωάννη Λαδά στις δικτυώσεις μεταξύ δικτατορίας και ιταλών φασιστών, μαρτυρεί επαφές πέραν των μεταμφιεσμένων «πολιτιστικών ανταλλαγών» και καταδεικνύει την οικειότητα του ιταλικού νεοφασιστικού κινήματος με την ελληνική δικτατορία. Στη συνάντηση ο εκπρόσωπος του MSI ζήτησε την «έμμεση οικονομική» στήριξη για την εκδίπλωση ενός φιλόδοξου σχεδίου αποσταθεροποίησης: τους επόμενους μήνες το MSI σχεδίαζε να προχωρήσει σε βομβιστικές επιθέσεις στα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας (στο Τορίνο, το Μιλάνο, την Μπολόνια, τη Ρώμη και αλλού)· η κίνηση αυτή θα οδηγούσε τους ιταλούς κομμουνιστές στους δρόμους, όπου θα τους ανέμεναν ετοιμοπόλεμες δυνάμεις του MSI, με στόχο την πρόκληση όσο το δυνατόν ευρύτερης αναταραχής· η κλιμάκωση των συγκρούσεων θα επέτρεπε σε φιλοφασιστικές δυνάμεις εντός του στρατεύματος να επέμβουν για την «αποκατάσταση της τάξης» αλά ελληνικά — πιο συνοπτικά, ελλείψει Ντε Γκωλ «που ξαναεπέβαλε [στη μετα-1968 Γαλλία] την πειθαρχία», οι Ιταλοί «θα πρέπει να στραφούν στο ελληνικό παράδειγμα». Συνέχεια ανάγνωσης

Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα…

Standard

ΑΝΤΙΚΛΙΜΑΚΑ

 του Κώστα Αθανασίου

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

«Το τραγούδι μου είναι μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα», τραγουδούσε ο Βίκτορ Χάρα, ο συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής που δολοφονήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1973, στο Στάδιο της Χιλής, λίγες μέρες μετά το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοτσέτ. Μετά τον βομβαρδισμό της Λα Μονέδα, του προεδρικού μεγάρου της Χιλής, και τον θάνατο του Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο στρατός εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, όπου βρισκόταν και ο Βίκτορ Χάρα, μαζί με φοιτητές και καθηγητές. Όσοι επέζησαν μεταφέρθηκαν στο Στάδιο της Χιλής — ανάμεσά τους και ο Χάρα. Εκεί βασανίστηκε επί τέσσερις μέρες. Το πτώμα του βρέθηκε πεταμένο σε ένα χαντάκι. Είχε δεχτεί δύο σφαίρες στον δεξί κρόταφο, είχε 16 πύλες εισόδου σφαίρας και 12 πύλες εξόδου στον θώρακα, 6 πύλες εισόδου και 4 πύλες εξόδου στην κοιλιά, είχε δύο τραύματα από σφαίρες στο δεξί χέρι και 18 πύλες εισόδου και 14 πύλες εξόδου στα πόδια. Συνολικά, είχε δεχτεί 44 σφαίρες. Ο Έκτορ Ερέρα, ο υπάλληλος που τον εντόπισε, δυσκολεύτηκε να τον αναγνωρίσει.

«Ήταν γεμάτος χώματα και είχε πολλές πληγές. Τα μαλλιά του ήταν κολλημένα από αίμα και λάσπη και το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από τα χτυπήματα. Δεν ήμουν σίγουρος». Ο Ερέρα ειδοποίησε τη σύζυγο του Χάρα, Τζόαν. Με δυσκολία και με κίνδυνο της ζωής τους κατάφεραν να πάρουν τη σορό από το νεκροτομείο και να τη θάψουν, τρεις μέρες μετά. Συνέχεια ανάγνωσης

Στα «Ενθέματα» στο φύλλο της 28ης Απριλίου

Standard

Kείμενα των: Κωστή Χατζημιχάλη, Βασίλη Δρουκόπουλου, Σπύρου Ι. Ασδραχά, Χρήστου Χατζηιωσήφ, Έρικ Χομπσμπάουμ, Μαρκ Μαζάουερ, Τζόναθαν Ντερμπυσάιρ, Ρόυ Φόστερ, Κωστή Καρπόζηλου, Κώστα Αθανασίου

Έργο του Καρλ Χόφερ, 1939

Έργο του Καρλ Χόφερ, 1939

Oι βόμβες στη Βοστώνη, η αμερικανική Αρστερά και ο… Τσίπρας. Γράμμα από τη Νέα Υόρκη και τη Βοστώνη. Ο Κωστής Χατζημιχάλης βρέθηκε στη Νέα Υόρκη και τη Βοστώνη, λίγες μέρες μετά τη βομβιστική επίθεση. Και μας γράφει για το κλίμα στις δυο πόλεις, και τις συζητήσεις του στο KEKO Café της Μάντισον Άβενιου.

Ο άνθρωπος που έκανε τον εαυτό του επιχείρηση. Από ένα «instrumentumvocale» στη δίποδη-ανθρωπόμορφη εκδοχή της επιχείρησης. Ένας 35χρονος στο Πόρτλαντ των ΗΠΑ έκανε τον εαυτό του επιχείρηση. Έτσι, ο ίδιος και οι πράξεις τους ανήκουν τώρα σε μετόχους, που αποφασίζουν για όλες τις ενέργειές του: τι θα ψηφίσει, τι πρόγραμμα θα παρακολουθήσει στο γυμναστήριο, με ποια θα βγει ραντεβού. Ο Βασίλης Δρουκόπουλος σχολιάζει την πρωτοφανή είδηση και αναρωτιέται: “Είναι δούλος, δουλοπάροικος, προλετάριος ή μέλος του «πρεκαριάτου»; Ανθρωπόμορφη επιχείρηση ή λάτρης ριψοκίνδυνων περιπετειών που χρηματοδοτούνται από ιδιοτελείς χορηγούς;”

Είναι αδύνατος σήμερα ένας «ιστορικός συμβιβασμός». Ο Σπύρος Ι. Ασδραχάςσε μια πολιτική συνέντευξη για τη συγκυρία, μιλάει για τον ΣΥΡΙΖΑ, τη ΔΗΜΑΡ, το ΠΑΣΟΚ, τη Χρυσή Αυγή, τις δημοσκοπήσεις: «Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πολυφωνία. Το ζήτημα είναι αν η πολυφωνία οδηγεί σε διαφωνία ή αν ενορχηστρώνεται σε ένα ανελικτικό σχήμα. Ποιες είναι οι προτεραιότητες, και σε ποιο μέτρο πρέπει οι πολιτικές θέσεις να λαμβάνουν υπόψη το εφικτό, χωρίς να υποτάσσονται σε αυτό: Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη το υπαρκτό, αλλά για να το αλλάξουμε, όχι για να υποταχθούμε σ’ αυτό».

Οικονομική πολιτική: θεωρητική ένδεια και πρακτική αδυναμία. Ο «πραγματισμός» –δηλαδή η έλλειψη πολιτικής– της κυβέρνησης και η συνομιλία του ΣΥΡΙΖΑ με απόντες συνομιλητές.Ο Χρήστος Χατζηιωσήφ αναλύει συνολικά την οικονομική πολιτικής της κυβέρνησης και τις αδυναμίες του αντιπολιτευτικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ: Πώς “δουλεύει το μαγαζί”, η αναζήτηση συναινέσεων εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ με από απόντες συνομιλητές, ο Γ. Στουρνάρας και το ρητό “ο τρώσας και ιάσεται”, ή μήπως, τέλος, για όλα φταίει ο προτεσταντισμός (Μέρκελ και Σόιμπλε); “Είναι αποκαρδιωτική, μετά την πάροδο τριών ετών, η θεωρητική ένδεια και η πρακτική αδυναμία των διαθέσιμων αναλύσεων και προτάσεων. Η θεωρητική και πρακτική απορία διαπιστώνεται σε τρία επίπεδα: α) στον εγκλωβισμό των τρεχουσών αναλύσεων στα σχήματα της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, ακόμα και όταν δηλώνεται ότι αμφισβητείται, β) τη σχηματική αντίληψη του διεθνούς περιβάλλοντος, γ) την ασάφεια των προτάσεων για την έξοδο από την κρίση”.

Θρυμματισμένοι καιροί. Προδημοσίευση από το τελευταίο βιβλίο του Έρικ Χομπσμπάουμ «Θρυμματισμένοι καιροί» που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες στα αγγλικά και κυκλοφορεί σε λίγες μέρες στην Ελλάδα, από τις εκδόσεις «Θεμέλιο». Η μεταθανάτια αυτή συλλογή δοκιμίων καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, σχετικά με την κουλτούρα και την κοινωνία του 20ού αιώνα: ο Καρλ Κράους, η αρ νουβώ, ο μύθος του καουμπόι, η ποπ, τα φεστιβάλ του 21ου αιώνα, οι σχέσεις τέχνης και επανάστασης μετά το 1917, οι δεσμοί τέχνης και εξουσίας. είναι ορισμένα από τα θέματα που θίγονται με τον γνωστό συναρπαστικό τρόπο του Χομπσμπάουμ.

Η κριτική για τους Θρυμματισμένους καιρούς. Αποσπάσματα από τις κριτικές στον βρετανικό τύπο για το βιβλίο,του Μαρκ Μαζάουερ, του Τζόναθαν Ντερμπυσάιρ, του Ρόι Φόστερ.

Ο Μακαρέζος, ο Λαδάς και οι ιταλοί νεοφασίστες. “Ακριβώς όπως και στην Ελλάδα”.Ο Κωστής Καρπόζηλος γράφει για μια άγνωστη συνάντηση των ιταλών νεοφασιστών της ΜSI με τους Λαδά-Μακαρέζο, στην Αθήνα, το 1971, στο πλαίσιο της προετοιμασίας πραξικοπήματος στην Ιταλία. Αποκάλυψη, με βάση ένα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.

Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα… Ο Κώστας Αθανασίου, στη μόνιμη στήλη “Αντικλίμακα” μας θυμίζει τον τραγουδιστή Βίκτορ Χάρα, που δολοφονήθηκε βάρβαρα από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Μας τον θυμίζει, καθώς πρόσφατα γίνονται ξανά πυροσπάθειες να βρεθούν και να τιμωρηθούν οι δολοφόνοι του. Συνέχεια ανάγνωσης

«Ήθελα να φέρω στο φως παρουσίες, να παλέψω ενάντια στη λήθη»

Standard

Μια κινηματογραφική «κατάδυση» στο κολαστήριο της Μακρονήσου

(αναδημοσίευση από την Αυγή της Κυριακής, 14.4.2013)

Σημ. Η ταινία «Σαν πέτρινα λιοντάρια στη μπασιά της νύχτας» θα παίζεται μέχρι την άλλη Τετάρτη 30/4 στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος  στην Αθήνα και στην αίθουσα «Παύλος Ζάννας» στη  Θεσσαλονίκη)

συνέντευξη του Ολιβιέ Ζισουά στον Κώστα Τερζή

μετάφραση: Σοφία Φραγκουλοπούλου

Σκαπανείς κατασκευάζουν ομοίωμα του Παρθενώνα, στη Μακρόνησο. Προπαγανδιστική φωτογραφία του Απόστολου Βερβέρη

Σκαπανείς κατασκευάζουν ομοίωμα του Παρθενώνα, στη Μακρόνησο. Προπαγανδιστική φωτογραφία του Απόστολου Βερβέρη

«Σαν πέτρινα λιοντάρια στη μπασιά της νύχτας» είναι ο τίτλος του ντοκιμαντέρ που γύρισε ένας Ελβετός, ο Ολιβιέ Ζισουά, για το «εθνικό αναμορφωτήριο» της Μακρονήσου, και το οποίο θα προβάλλεται από την ερχόμενη Πέμπτη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος και στην αίθουσα «Παύλος Ζάννας» αντίστοιχα). Με τον τίτλο δανεισμένο από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Οι γερόντοι», η ταινία του Ζισουά αντιπαραθέτει την ποίηση που έγραψαν οι πολιτικοί κρατούμενοι της Μακρονήσου στο εθνικιστικό παραλήρημα της «αναμόρφωσης», όπως βγαίνει μέσα από το ουρλιαχτό των μεγαφώνων…

Ο «ανήσυχος» για τα σημάδια των καιρών Ελβετός κινηματογραφιστής φτιάχνει μια ταινία μνήμης ενάντια στη λήθη, αλλά και ένα έργο ηθικής αντίστασης για το σήμερα… Ο Γάλλος συμπαραγωγός της ταινίας μεσολάβησε ώστε ο Ζισουά να συνεργαστεί από ελληνικής πλευράς με την κινηματογραφική ομάδα του «Περίπλου» -σε μια «εξαιρετικά γόνιμη συνεργασία», όπως τονίζουν οι Έλληνες συνεργάτες του. Ιστορικός σύμβουλος της ταινίας ήταν ο «δικός μας» Στρατής Μπουρνάζος, των «Ενθεμάτων».

Κώστας Τερζής

Τι είναι αυτό που σας τράβηξε αρχικά, ως κινηματογραφιστή, στο συγκεκριμένο σχέδιο για τη Μακρόνησο; Και όταν τελειώσατε την ταινία τι είχε αλλάξει, τι «μάθατε» μέσα απ’ αυτήν;

Αποφάσισα να γυρίσω την ταινία, αφότου διάβασα τη συλλογή Πέτρινος Χρόνος του Γιάννη Ρίτσου (στη γαλλική μετάφραση του Pascal Neveu, από τις εκδόσεις Ypsilon, 2009]. Μέχρι τότε δεν είχα επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα. Η τραγωδία της Μακρονήσου και η δραματουργική δύναμη των ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, τα οποία έγραψε ενόσω ήταν εξόριστος στο νησί, με συγκλόνισαν. Οπότε, ήταν για μένα σαν μια μεγάλη πόρτα που άνοιγε προς μια χώρα και μια ιστορία που δεν γνώριζα. Προκειμένου να γίνει μια τέτοια ταινία, χρειάστηκε διάβασμα, συζητήσεις με μεγάλο αριθμό Μακρονησιωτών και με ιστορικούς, και στη συνέχεια να γίνουν δραστικές επιλογές, την ευθύνη των οποίων φέρουμε πλήρως. Κατά κάποιο τρόπο, προστατεύτηκα πίσω από τους ποιητές, αφήνοντας τα ποιήματα να αντιπαρατεθούν με τα προπαγανδιστικά κείμενα. Όμως, έχω επίγνωση ότι αυτός ο λογοτεχνικός «Ψυχρός Πόλεμος» δεν πραγματεύεται παρά μόνο κάποιες από τις διαστάσεις της πραγματικότητας για τη Μακρόνησο.

 Καθώς δεν γνωρίζουμε καθόλου στην Ελλάδα το προηγούμενο κινηματογραφικό σας έργο, ποια είναι, ίσως, τα κοινά στοιχεία με την ταινία για τη Μακρόνησο;

Η προηγούμενη ταινία μου, με τίτλο «Αuloindesvillages» (Μακριά από τα χωριά, 2008), γυρίστηκε σε ένα προσφυγικό στρατόπεδο στο Νταρφούρ του Σουδάν. Πρόκειται για ένα στρατόπεδο, στο οποίο οι άνθρωποι κλείνονται από μόνοι τους, προκειμένου να προστατευτούν από τον πόλεμο που μαίνεται έξω. Σε αντίθεση με τη Μακρόνησο, επρόκειτο για ένα στρατόπεδο που σώζει ζωές. Η κινηματογραφική φόρμα που επιλέχθηκε ήταν αυστηρή: στατικά πλάνα και τράβελινγκ, με στόχο να αποτυπωθεί η ατέρμονη αναμονή και οι συνθήκες ένδειας των επιζώντων. Μια δουλειά πάνω στο χρόνο (που απλώνεται), το χώρο (που περιορίζεται) και τη μνήμη (των σφαγών από τις οποίες γλίτωσαν), η οποία συγκλίνει με την προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε και στην ταινία για τη Μακρόνησο. Σε αυτό το σημείο, όμως, μου φαίνεται, πρέπει να σταματήσουν οι συγκρίσεις…

Σε μια ταινία όπως αυτή, πόσο ισχυρός είναι ο καταναγκασμός της Ιστορίας, της πραγματικότητας, και ποιο το περιθώριο καλλιτεχνικής ελευθερίας; Τι πιστεύετε για τον συνδυασμό αυτό;

Σε μια ταινία που πραγματεύεται ένα τόσο οδυνηρό θέμα όπως η Μακρόνησος, ο σκηνοθέτης δεν είναι ελεύθερος: παραλύει από το «βάρος» και την πολυπλοκότητα όσων συνέβησαν, από τον κίνδυνο να αναπτύξει μια αισθητική που φαίνεται τεχνητή ή να κάνει μια ταινία «ωραία αλλά ανούσια». Από το να αποπειραθώ να τεκμηριώσω ή να κάνω «Ιστορία», προτίμησα να προσπαθήσω να φέρω στο φως παρουσίες, να προκαλέσω ερωτήματα, να παλέψω ενάντια στη λήθη, και αυτό με το να αφήσω να λειτουργήσει η δύναμη της ποιητικής φαντασίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Κύριε Μούιζνιεκς, «η χώρα μας κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση»…

Standard

του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου

Αντιφασιστική αφίσα του Ισπανικού Εμφυλίου

Αντιφασιστική αφίσα του Ισπανικού Εμφυλίου

Αν υπάρχει ένα «κλειδί» για να διαβάσει κανείς τις 37 σελίδες της Έκθεσης Μούιζνιεκς για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα,1 αυτό είναι η διαρκής αντιπαραβολή νόμου (ή νομοθετικών κενών) και πράξης, η οποία και διατρέχει ολόκληρο το κείμενο. Γράφτηκε ότι η Έκθεση αποτελεί «κόλαφο». Όντως. Αποδέκτης της, όμως, δεν είναι η Χρυσή Αυγή, όπως μπορεί να θεωρήσει κανείς με μια επιπόλαιη ανάγνωση. Κείμενα του είδους της Έκθεσης απευθύνονται πρωτίστως στο ανώτατο «συλλογικό» όργανο, το οποίο ασκεί δημόσια διοίκηση στο ελληνικό κράτος — σε αυτό, δηλαδή, που έχει και τον πρώτο λόγο για το νόμο και την πράξη. Ο κόλαφος, λοιπόν, αφορά εξολοκλήρου την ελληνική κυβέρνηση.

Αναγκαία επισήμανση: ο Μιούζνιεκς δεν είναι κάποιο ακραίο στοιχείο, απόγονος των Κομμουνάρων ή ένας σύγχρονος Πασιονάριος, που παρεισέφρησε, γύρευε πώς, στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Υπήρξε συμπρόεδρος του λετονικού FirstParty, που περιγράφεται ως φιλελεύθερο-συντηρητικό, με βάση δε το βιογραφικό του ο ίδιος είναι μάλλον «κεντρώος». Έχει βαρύνουσα σημασία, λοιπόν, ότι η Έκθεση, από το χέρι κάποιου κατά τεκμήριο μετριοπαθή, αποδοκιμάζει διαδοχικά: τις δηλώσεις του πρωθυπουργού περί «ανακατάληψης των πόλεων» και του υπουργού ΠΡΟ.ΠΟ. περί «βόμβας στα θεμέλια του κράτους»· την αδιαφορία της Βουλής ενώ βουλευτές της Χρυσής Αυγής εκφράζουν λόγο μίσους· την ακύρωση του νόμου για την ιθαγένεια από το ΣτΕ και τη μη ανέγερση τεμένους και μουσουλμανικού νεκροταφείου, αν και σχετική σύσταση υπάρχει από το 2002· την «εξευτελιστική» πρακτική που ακολουθείται για τους αιτούντες άσυλο, τις «απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι κρατούμενοι μετανάστες». Έχει επιπλέον σημασία ότι η Έκθεση δεν προτείνει μόνο την απαγόρευση της Χρυσής Αυγής, βάσει διεθνούς σύμβασης του 1966 (ΙCERD, αρ. 4β), η οποία κυρώθηκε το 1970 (επί Χούντας!), και η οποία έχει υπερ-νομοθετική ισχύ κατά το Σύνταγμα (αρ. 28, παρ. 1).2 Προτείνει, επίσης, την περίληψη αυτορρυθμιστικών μέτρων για την αντιμετώπιση του ρατσισμού στον Κανονισμό της Βουλής (αρ. 77)· τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου μηχανισμού καταγγελιών αστυνομικής αυθαιρεσίας· «την εξαίρεση από τις θέσεις αρχών επιβολής του νόμου οποιουδήποτε μέλους του προσωπικού τους διαπράττει αδικήματα με ρατσιστικά κίνητρα ή υποστηρίζει αντιδημοκρατικές εκδηλώσεις του ελληνικού νεοναζιστικού κόμματος». Και, τέλος, ζητάει «να δοθεί τέρμα στην πολιτική της συστηματικής κράτησης όλων των παράτυπων μεταναστών και να προβλεφθούν εναλλακτικές της κράτησης λύσεις στην ελληνική νομοθεσία και πράξη», αφού η κράτηση είναι «εξαιρετικά πολυδάπανη και μη αποτελεσματική». Συνέχεια ανάγνωσης

Η Μακρόνησος του Ολιβιέ Ζισουά

Standard

της Μάρως Δούκα

Η ταινία «Σαν πέτρινα λιοντάρια στη μπασιά της νύχτας» του Ολιβιέ Ζισουά, προβάλλεται αυτή τη βδομάδα: στην Ταινιοθήκη στην Αθήνα και στην αίθουσα Παύλος Ζάννας στη Θεσσαλονίκη. Η πρεμιέρα έγινε την Πέμπτη, και αξίζει να σημειώσουμε τις θερμές αντιδράσεις του κοινού, με τα δάκρυα στα μάτια — και ιδίως των Μακρονησιωτών. Δημοσιεύουμε σήμερα, με μια μικρή περικοπή, τα όσα είπε η Μάρω Δούκα στη συζήτηση που ακολούθησε. Θυμίζουμε επίσης τη συνέντευξη του σκηνοθέτη Ο. Ζισουά στον Κώστα Τερζή, στην προηγούμενη Αυγή της Κυριακής (14.4.2013).

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Σαν πέτρινα λιοντάρια στη μπασιά της νύχτας

Χαρακτικό του Χρίστου Δαγκλή

Χαρακτικό του Χρίστου Δαγκλή

Τρεις σκέψεις, βλέποντας το Σαν πέτρινα λιοντάρια στη μπασιά της νύχτας, ένα δοκίμιο τεκμηρίωσης, ευθύβολο, λιτό: ένα αριστούργημα.

Σκέψη πρώτη: Η ομορφιά που δεν είναι μόνο ομορφιά. Πίσω από το εμβληματικά ωραίο τοπίο: ο πόνος, ο τρόμος, η φρίκη. Όπως και έπειτα από το βιβλικό θέαμα της πυρηνικής έκρηξης, ο θάνατος. Όπως και μέσα στο χορό της φωτιάς, τα αποκαΐδια.

Να σιχαθείς για πάντα το γαλάζιο; Να καταραστείς τη θάλασσα; Ή να υποψιάζεσαι μόνο, όπου κι αν είσαι, με όποιους κι αν είσαι, την ομορφιά;

Σκέψη δεύτερη: Αν οι χιλιάδες «υπό εθνικήν αναμόρφωσιν», στα ξερονήσια και στις φυλακές, ούτε προφήτες ούτε ήρωες ούτε εσταυρωμένοι, λογαριάζονταν μόνο ως άνθρωποι, με την πείνα, τη δίψα, τον πόνο, το ασήκωτο φορτίο. Κι αν ύψωναν απ’ της ψυχής τους τα μεγάφωνα, ως πρώτιστο καθήκον, κόντρα στον σαδισμό των βασανιστών, τη φωνή: –Αλλού τα κόλπα σας υπάνθρωποι! Με τον Προμηθέα Δεσμώτη εμείς, ή με τον Ναζωραίο, ή με τον Σπάρτακο, θα λογαριαστούμε αλλιώς.

Σκέψη τρίτη: Η διαρκής, η μέσα, η αβάστακτη Μακρόνησος. Οι σύντροφοί σου σε λένε «δηλωσία». Να σε αποδιώχνουν. Να σε περιφρονούν. Οι «αναμορφωτές» σου να σε λένε «ανανήψαντα». Να σε εξευτελίζουν. Να σε δείχνουν.

Και οι αρουραίοι, τη δουλειά τους αυτοί, στους τάφους-αντίσκηνα. Και θυμάμαι μια παράγραφο από τον Λοιμό του Α. Φραγκιά: Συνέχεια ανάγνωσης

Δώστε βήμα στους άνεργους!

Standard

του Χριστόφορου Κάσδαγλη

Το «Ημερολόγιο ενός ανέργου» είναι μια διαδικτυακή συλλογική καμπάνια, με σκοπό να δώσει φωνή και λόγο στους άνεργους και τις άνεργες: να γράψουν, να μιλήσουν, να ανεβάσουν φωτογραφίες και βίντεο και άλλα πολλά. Θεωρώντας εξαιρετικά σημαντικό και το ζήτημα και την ιδέα του εγχειρήματος, ζητήσαμε από τον εμπνευστή του, Χριστόφορο Κάσδαγλη, να μας το περιγράψει.

 ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Το Ημερολόγιο ενός ανέργου

 «Δεν βρίσκω δουλειά ούτε στην… επιφάνεια εργασίας μου»

Χιουμοριστική-αυτοσαρκαστική ατάκα από το Ημερολόγιο ενός ανέργου

 chrisssΤο «Ημερολόγιο ενός ανέργου» (imerologioanergou.gr), που ήδη συμπλήρωσε δυο βδομάδες λειτουργίας με μεγάλη ανταπόκριση, έρχεται να μας βγάλει από την αμεριμνησία μας και να μας ξεβολέψει.

Σε μια συνέντευξή μου στο περιοδικό δρόμου Σχεδία, διατυπώθηκε η επιφύλαξη ότι πάλι μιλάμε για την κακή όψη των πραγμάτων, γι’ αυτά που ξέρουμε και όχι για κάποια θετική πρόταση που θα δώσει ελπίδα. Απάντησα πως Όχι, καθόλου δεν τα ξέρουμε! Έχουμε μια αφηρημένη εικόνα της ανέχειας και του αδιεξόδου των ανέργων, αλλά δεν έχουμε ιδέα από τα πραγματικά περιστατικά, από τα ψυχολογικά και πρακτικά δράματα. Αποφεύγουμε να μιλήσουμε και ν’ ακούσουμε για ό,τι σοβεί γύρω μας με την ένταση μιας αποτρόπαιης ανθρωπιστικής κρίσης.

Άλλη δημοσιογράφος, Ολλανδέζα αυτή, διατύπωσε την εξής συναφή απορία: «Οι ελληνικές εφημερίδες είναι προφανώς γεμάτες από ιστορίες ανέργων. Τι παραπάνω μπορεί να προσθέσει αυτή η καταγραφή;». Η απάντηση ήταν πως κάνει λάθος, τα ελληνικά ΜΜΕ αποφεύγουν να γράψουν για όλ’ αυτά, πρώτα πρώτα γιατί θεωρούν το θέμα αντιεμπορικό, έπειτα γιατί «οι άνεργοι δεν διαθέτουν αγοραστική δύναμη» και, τέλος, επειδή τέτοιες ιστορίες υπονομεύουν την εικόνα που θέλουν να δώσουν, ότι πάμε καλύτερα και οσονούπω βγαίνουμε από το τούνελ.

Μιλάμε λοιπόν για την ανεργία και όχι για τον άνεργο. Μιλάμε για τα νούμερα αλλά όχι για τους ανθρώπους. Για τους δείκτες, αλλά όχι για τις οικογένειες και τα δράματα που κρύβονται πίσω απ’ αυτούς. Για να είμαι ειλικρινής, όταν ξεκινούσε το μεγάλο κοινωνικό και ιντερνετικό πείραμα της δημιουργίας ενός εκτεταμένου ελληνικού δικτύου ανέργων μας διέφευγε αυτή η πλευρά — τη θεωρούσαμε αυτονόητη. Συνέχεια ανάγνωσης

Να κλαις γοερά και σταματημό να μην έχεις

Standard

της Μαρίας Πετρίτση

nea petrΟ λόφος του Φιλοπάππου, ή λόφος Μουσών, βρίσκεται απέναντι από την Ακρόπολη. Δίπλα του υψώνονται ο λόφος του Αστεροσκοπείου, ή λόφος Νυμφών, και ο λόφος της Πνύκας. Στην κορυφή του υπάρχει το μνημείο Φιλοπάππου, το οποίο έστησε κατά τη ρωμαϊκή περίοδο ο ύπατος Φιλόπαππος και βάφτισε το λόφο. Ο ίδιος κατηγορήθηκε για υπεροψία όταν άφησε εντολή να ταφεί εκεί, έτσι ώστε μετά θάνατον η τελευταία κατοικία του να βρίσκεται στο ίδιο ύψος με τα μνημεία των Θεών που ορθώνονται στους απέναντι λόφους. Χάρη στις ευεργεσίες του στο κράτος των Αθηνών, και στην ευρύτερη προσφορά του στα κοινά, οι Αθηναίοι σεβάστηκαν το θέλημά του.

Το 2002, στο πλαίσιο της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Xώρων Αθηνών, ξεκίνησε μια προσπάθεια ο λόφος να περιφραχθεί, να είναι επισκέψιμος με ωράριο, και στα σχέδια ήταν και η ένταξή του στο ενιαίο εισιτήριο των χώρων της ενοποίησης. Το ελληνικό κράτος αποφάσισε πως έπρεπε να εκμεταλλευτεί οικονομικά την ευρύτερη περιοχή, όπου άλλοτε αγόρευαν ρήτορες και συναθροίζονταν πολίτες για να συζητήσουν περί Δημοκρατίας και κοινών, δίνοντας έτσι ένα σύγχρονο νόημα στην τραγική ειρωνεία, που ουδεμία σχέση είχε πλέον με αυτήν του Αισχύλου και του Σοφοκλή.

Το κίνημα των κατοίκων που αναπτύχθηκε αμέσως έβαλε φρένο σε αυτά τα σχέδια και η πρόσβαση στο λόφο παραμένει ελεύθερη. Οι λόφοι δεν έγιναν μουσεία. Από απέναντι, οι Θεοί χαμογελούν. Ο αττικός ουρανός λάμπει.

Στους πρόποδες του λόφου υπάρχουν χαράδρες, βράχια και δύσβατα μονοπάτια. Ο τόπος στολίζεται από πεύκα, πουρνάρια και ελιές. Ο αέρας μυρίζει φρέσκο χώμα. Αλλιώτικο εδώ το μεγαλείο. Εκεί που ξεκινά η αναρρίχηση για τα ιερά μνημεία ο διαβάτης συναντά κάποιες χαμηλοτάβανες, φυσικές σπηλιές. Βράχια και πέτρες με ασύμμετρη είσοδο και τραχύ θόλο. Σπηλιές όπου άλλοτε φώλιαζαν ζώα, προστατευμένα κι ευλογημένα από τους Θεούς. Συνέχεια ανάγνωσης

Βασανιστήρια, ψυχικός τραυματισμός και αντιστάσεις

Standard

ΑΠΟ ΤΗ ΧΟΥΝΤΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

Βασανιστήρια, ΕΑΤ-ΕΣΑ, Σπύρος Μουστακλής: λέξεις άρρηκτα συνδεδεμένες με τη χούντα. Δεν είναι όμως λόγοι ιστορικής μνήμης που μας κάνουν να ασχολούμαστε με τα βασανιστήρια, καθώς κάθε άλλο παρά περασμένη ιστορία μπορούν να θεωρηθούν στις αρχές του 21ου αιώνα. Μιλήσαμε λοιπόν για τον βασανισμό, τις επιπτώσεις του, τους βασανιστές, την εξουσία με τον ψυχίατρο Δημήτρη Πλουμπίδη, αναπληρωτή καθηγητή ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

 συνέντευξη του Δημήτρη Πλουμπίδη

Αντιδικτατορική αφίσα της Διεθνούς Ένωσης Σπουδαστών, την εποχή της χούντας (Συλλογή Γιάνη Γιανουλόπουλου-Αρχείο ΕΜΙΑΝ).

Αντιδικτατορική αφίσα της Διεθνούς Ένωσης Σπουδαστών, την εποχή της χούντας (Συλλογή Γιάνη Γιανουλόπουλου-Αρχείο ΕΜΙΑΝ).

Τα βασανιστήρια είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που μας έρχονται αμέσως στο μυαλό, μιλώντας για τη χούντα…

Η φράση «γίνονται βασανιστήρια» δεν ειπώθηκε ποτέ από τους ιθύνοντες. Δεν μπορούσαν να το πουν ανοιχτά, γιατί τα βασανιστήρια απαγορεύονταν ρητά από τις διεθνείς συμβάσεις. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, διαβάζουμε στην εισηγητική έκθεση του Γ.Α. Μαγκάκη στη Βουλή, για το σχέδιο νόμου «Περί ποινικού κολασμού των βασανιστηρίων» το 1984, ότι όλα τα ελληνικά Συντάγματα τα απαγόρευαν, αρχίζοντας από το Σύνταγμα της Επιδαύρου του 1821, ενώ το Σύνταγμα του 1975 προβλέπει και την τιμωρία των βασανιστών. Ούτε καν ένα δικτατορικό καθεστώς δεν μπορεί με υπερηφάνεια να δηλώσει ότι βασανίζει. Μην ξεχνάτε, και ο Λεπέν, που ήταν βασανιστής στην Αλγερία, είχε πει: «Μα τι λέτε! Μόλις άρχιζαν να μιλάνε, σταματάγαμε αμέσως» (να τους βασανίζουμε)… Τα βασανιστήρια όμως αφήνονταν να εννοηθούν, υπήρχαν ως απειλή, για όποιον δεν ήταν υπάκουος.

Τα βασανιστήρια της χούντας, αλλά και η χούντα συνολικότερα, είναι μια συνέχεια, μια «αναπαραγωγή» της εμφυλιακής Ελλάδας. Έτσι, είχαμε κυρίως σωματικό βασανισμό: ξύλο, απομόνωση σε κακές συνθήκες, πρόκληση σωματικού πόνου, εκφοβισμό και ταπείνωση. Δεν είχαμε, όσο ξέρω, «λευκά κελιά», αισθητηριακή αποστέρηση, βασανιστήρια τύπου Γκουαντάναμο. Είχαμε τα «παραδοσιακά» βασανιστήρια.

 Πώς ορίζουμε το βασανιστήριο;

Θα έλεγα ότι βασανιστήριο έχουμε όταν, με τον φυσικό πόνο και με την εκμηδένιση των ψυχολογικών αντιστάσεων, επιδιώκεται το χάσιμο των ορίων που στηρίζουν την προσωπικότητά και η «συνεργασία» του βασανιζόμενου στο έργο της ανάκρισης.

 Αν πάμε τώρα στην άλλη πλευρά, ποιοι είναι αυτοί που γίνονται βασανιστές;

Υπάρχει το ωραίο φιλμ που βασίστηκε στην έρευνα της Μίκας Φατούρου για τους ΕΣΑτζήδες («Ο γιος του γείτονά σου: Πώς κατασκευάζεται ένας βασανιστής», 1982). Βέβαια, το φιλμ έγινε αφού έπεσε η Χούντα, όταν οι τέως βασανιστές ήταν μετέωροι στο νέο κοινωνικό περιβάλλον.

Δέχομαι το γενικό συμπέρασμα της Φατούρου: ο βασανιστής μπορεί να είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Υπό κάποιες συνθήκες, πολλοί άνθρωποι μπορούν να γίνουν βασανιστές. Όλοι; Θα έλεγα όχι. Χρειάζονται κάποια ειδικά στοιχεία, λ.χ. κάποιες δόσεις σαδισμού, που δεν τα έχουν όλοι. Δεν πρόκειται όμως για ξεχωριστό είδος ανθρώπων — αν τους δεις χωρίς εξουσία, πολύ συχνά είναι ανθρωπάκια. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Χρυσή Αυγή ως «μαζικό κόμμα» αποτελεί νέο φαινόμενο

Standard

συνέντευξη του Χριστόφορου Βερναρδάκη

Ο Χρυσαυγίτης και το "πουλί"

Ο Χρυσαυγίτης και το «πουλί»

Η εκλογική, αλλά και η γενικότερη επιρροή της Χρυσής Αυγής πρέπει να αναχθεί στη Χούντα, στην παράδοση της ελληνικής ακροδεξιάς ή πρόκειται για νέο φαινόμενο;

Δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει προφανώς τις εκλεκτικές συγγένειες της σημερινής Χρυσής Αυγής με την παράδοση του παρακράτους και της Άκρας Δεξιάς στην Ελλάδα, καθώς επίσης και με το κράτος της απριλιανής δικτατορίας. Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή ως «μαζικό κόμμα» είναι ένα νέο φαινόμενο. Απαντά σε καινούργια «αιτήματα», είναι φαινομενικώς τουλάχιστον «αντισυστημική» (και όχι το ίδιο το «σύστημα», όπως ήταν η παράδοση του μετεμφυλιακού παρακράτους και το κράτος της δικτατορίας), έχει καινούργια ακροατήρια. «Ακουμπά» στην εκλογικο-πολιτική γεωγραφία της παλιάς μετεμφυλιακής Δεξιάς, η κοινωνική της επιρροή ωστόσο συντίθεται από «νέα» ιδεολογικά υλικά.

Εκτιμάς ότι, στις συνθήκες της κρίσης, πρώτον συντηρητικά και δεύτερον λαϊκά στρώματα μπορούν να στρέφονται στην ακροδεξιά ή σε λύσεις αυταρχικές, μέσα από την απαξίωση της δημοκρατίας;

Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο σενάριο έχει πολλές πιθανότητες πραγματοποίησης. Κάθε κρίση τέτοιας έκτασης, όπως η σημερινή, παρέχει γενικά δύο εναλλακτικές διεξόδους. Η πρώτη είναι η δημοκρατική διέξοδος της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η δεύτερη είναι η διέξοδος ενός αυταρχικού κοινωνικού αυτοματισμού, που θα μεταφέρει τα βάρη στην πλάτη του «άλλου». Η δεύτερη περίπτωση συμβαβίζει με τη διαμόρφωση αυταρχικών πολιτικών δομών και την κυριάρχηση αντιδραστικών τάσεων. Σε μια πρώτη φάση δεν είναι η πιθανότερη, αλλά είναι απολύτως πιθανή αν η πρώτη εναλλακτική αποτύχει (για διάφορους λόγους). Συνέχεια ανάγνωσης

Από τον γύψο των συνταγματαρχών στη «μνημονιακή δημοκρατία»: 4 ερωτήματα

Standard
Χαυτεία, 17.11.1973

Χαυτεία, 17.11.1973

Η φετινή επέτειος της 21ης Απριλίου είναι η πρώτη που βρίσκει τους νεοναζιστές στο Κοινοβούλιο, ενώ παράλληλα η συρρίκνωση πολιτικών, κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων είναι προωτοφανής για την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία. Θελήσαμε λοιπόν να συζητήσουμε μια σειρά ερωτήματα που είναι στην καθημερινή ατζέντα: τι σημαίνει η απαξίωση της μεταπολίτευσης, αν ζούμε μια «νέα χούντα», τι σημαίνει η συρρίκνωση της δημοκρατίας και πώς πρέπει να την αντιμετωπίσει η Αριστερά, αν ο αυταρχισμός της μνημονιακής εποχής, αλλά και η άνοδος της Ακροδεξιάς αποτελούν «αναβιώσεις» ή νέα φαινόμενα; Απευθυνθήκαμε έτσι στην Αθηνά Αθανασίου (κοινωνική ανθρωπολόγο) την Ελένη Βαρίκα (ιστορικό, Paris VIII), τον Κωστή Κορνέτη (ιστορικό, New York University-NYU), τον Ηλία Νικολακόπουλο (πολιτικό επιστήμονα, Πανεπιστήμιο Αθηνών), τον Μιχάλη Σπουρδαλάκη (πολιτικό επιστήμονα, Πανεπιστήμιο Αθηνών), τον Δημήτρη Σαραφιανό (δικηγόρο), τον Γιάννη Χαμηλάκη (αρχαιολόγο, University of Southampton), Δημήτρη Χριστόπουλο (νομικό, Πάντειο Πανεπιστήμιο). Τους θέσαμε, σε όλους και όλες, τα τέσσερα ερωτήματα που ακολουθούν. Τις απαντήσεις τους, τις διαβάζετε στη συνέχεια. Tους ευχαριστούμε θερμά, όλους και όλες για την ανταπόκρισή τους.

Τα τέσσερα ερωτήματα

1. Το 1974 σηματοδοτεί μια καθοριστική τομή σε πολλά επίπεδα, ταυτόχρονα όμως στοιχεία της χούντας επιβιώνουν. Ποια είναι η κληρονομιά της χούντας που επιβιώνει και ποια η σημασία της;

2. Τα τελευταία χρόνια, από πολλές πλευρές, η μεταπολίτευση αμφισβητείται, ως περίοδος κυριαρχίας του λαϊκισμού, της χαλάρωσης, της διαφθοράς, του κομματισμού κ.ο.κ., που οδήγησε στη σημερινή κρίση. Στην προσέγγιση αυτή συμπίπτουν απόψεις από πολύ διαφορετικές αφετηρίες — από την ακροδεξιά μέχρι νεοφιλελεύθερους και υποστηρικτές του Μνημονίου. Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αποτιμήσουμε τη μεταπολίτευση;

3. Μαζί με την ιδεολογική αυτή αμφισβήτηση, παρακολουθούμε σήμερα την ανατροπή βασικών κατακτήσεων της μεταπολίτευσης, μαζί με την έξαρση του αυταρχισμού. Το σύνθημα «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73» φωνάζεται όλο και περισσότερο

στις διαδηλώσεις, ενώ συναντάμε διάχυτη την αντίληψη ότι ζούμε μια «χούντα». Πρώτον, πιστεύετε ότι ζούμε μια «νέα χούντα»; Δεύτερον, γιατί υπάρχει και ενισχύεται αυτή η αντίληψη; Τρίτον, ποια πρέπει να είναι η στάση της Αριστεράς, αφενός απέναντι στη συρρίκνωση της δημοκρατίας και τον αυταρχισμό, αφετέρου στην αντίληψη περί «νέας χούντας»;

4. Βλέπουμε επίσης να αναβιώνουν ιδεολογήματα και όροι όπως ο «εχθρός λαός», ένας νέος αντικομμουνισμός, ένας τιμωρητικός-ιατρικός λόγος κλπ. Για όλα αυτά αλλά και για τη δυναμική εμφάνιση της Χρυσής Αυγής έχει σημασία να αναζητήσουμε τις ιστορικές συνέχειες, τις κληρονομιές λ.χ. της χούντας; Ή πρέπει να τα δούμε ως νέα φαινόμενα που εδράζονται στο σήμερα και στην κρίση;

Διαβάστε τις απαντήσεις:

Ηλίας   Νικολακόπουλος
Μιχάλης  Σπουρδαλάκης
Ελένη Βαρίκα
Δημήτρης Σαραφιανός
Κωστής  Κορνέτης
Αθηνά Αθανασίου
Γιάννης Χαμηλάκης
Δημήτρης  Χριστόπουλος Συνέχεια ανάγνωσης

Ακροδεξιά πολιτική παράδοση: ισχυρή και διαχρονικά παρούσα

Standard

21.4.1967-21.4.2013: Απαντήσεις σε τέσσερα ερωτήματα-1

του Ηλία Νικολακόπουλου

Δημοσθένης Κοκκινίδης, «Ιούνιος», 1967

Δημοσθένης Κοκκινίδης, «Ιούνιος», 1967

1. Η μετάβαση στη δημοκρατία, τον Ιούλιο του 1974, χαρακτηρίζεται από ένα προσεκτικά διαμορφωμένο ισοζύγιο μεταξύ ρήξης και συνέχειας, σε σχέση με το αυταρχικό προδικτατορικό καθεστώς. Ρήξη σε θεσμικό αλλά και πραγματικό επίπεδο, αφού για πρώτη φορά στην ελληνική πολιτική ιστορία διαμορφώθηκε ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς το οποίο λειτουργεί χωρίς εξωγενείς περιοριστικούς παράγοντες.

Ταυτόχρονα όμως τα στοιχεία συνέχειας με το προδικτατορικό παρελθόν ήταν εμφανή, και όχι μόνο στο ηγετικό πολιτικό προσωπικό της μεταπολίτευσης. Γι’ αυτό άλλωστε και στον επίσημο πολιτικό λόγο, αυτό που γιορτάζεται στις 24 Ιουλίου δεν είναι η αρχή ενός νέου δημοκρατικού καθεστώτος, αλλά η «αποκατάσταση» της δημοκρατίας. Το κρισιμότερο ίσως στοιχείο στο πεδίο της συνέχειας είναι ότι δεν υπήρξε κανένας επίσημος στιγματισμός ούτε καν σαφής οριοθέτηση ως προς τους συνεργασθέντες με το δικτατορικό καθεστώς. Και αυτό γιατί σε αρκετούς τομείς η δικτατορία δεν ήταν παρά η ακραία και παραμορφωμένη –μέχρι βαρβαρότητας– εκδοχή του προδικτατορικού αυταρχισμού. Αυτό επομένως που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ως «κληρονομιά της χούντας» δεν είναι παρά η διαχρονικά παρούσα ακροδεξιά πολιτική παράδοση, το εύρος και η εμβέλεια της οποίας συχνά υποτιμάται.

2. Καταρχάς απαιτείται μια εννοιολογική διευκρίνιση: η «μεταπολίτευση» ως διαδικασία μετάβασης και εδραίωσης ενός δημοκρατικού-κοινοβουλευτικού καθεστώτος πρέπει να θεωρείται πλήρως ολοκληρωμένη τουλάχιστον από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με την οριστική αποχώρηση όλων των πρωταγωνιστών της από την ενεργό πολιτική. Επομένως, οι κριτικές που αφορούν, στην πραγματικότητα, την ποιότητα και τις στρεβλώσεις της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, κακώς αναφέρονται στην «μεταπολίτευση», δημιουργώντας μια σύγχυση μεταξύ δημοκρατίας και δικτατορίας. Και για μεν την Ακροδεξιά η σύγχυση αυτή είναι απολύτως ηθελημένη, αφού κατατείνει στον εξαγνισμό της δικτατορίας. Λιγότερο κατανοητή είναι η στόχευση που έχει η νεοφιλελεύθερη κριτική, η οποία αποδίδει στη «μεταπολίτευση» την κατηγορία του «λαϊκισμού», δηλαδή αυτό που εκλαμβάνει ως αριστερή ιδεολογική ηγεμονία κατά τη μακρά μεταδικτατορική περίοδο. Αναφερόμενη όμως και αυτή γενικά στη «μεταπολίτευση», οδηγείται εκ των πραγμάτων στην έμμεση αμφισβήτηση της ίδιας της δημοκρατίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Oι επικαιροποιημένες παρακαταθήκες της Χούντας

Standard

21.4.1967-21.4.2013: Απαντήσεις σε τέσσερα ερωτήματα-2

του Μιχάλη Σπουρδαλάκη

To περίφημο "πουλί"

To περίφημο «πουλί»

1. Η ελεγχόμενη και από τα πάνω μετάβαση στη δημοκρατία το 1974, παρά τις σημαντικές ανατροπές και νεωτερισμούς που επέφερε στο μετεμφυλιακό και μεταδιδακτορικό κράτος, δεν ανέτρεψε ριζικά νοοτροπίες και συμπεριφορές, κατεστημένες για δεκαετίες. Στερεοτυπικές, αν όχι φολκλορικές, αντιλήψεις και ερμηνείες (λ.χ. τα προβλήματα γίνονται αντιληπτά ως αποτέλεσμα των ελληνικών ιδιοτυπιών, που αποδίδονται στην εγωιστική αντικοινωνικότητα και οκνηρία των «Νεοελλήνων» κ.ά.) παγιώθηκαν, υποκαθιστώντας κριτικές αναλύσεις των χαρακτηριστικών του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, ενώ ταυτόχρονα το πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης δεν ξεπέρασε τις λογικές μηδενικού αθροίσματος. Κατά συνέπεια, η υπερπολιτικοποίηση που χαρακτήρισε τη μεταπολίτευση και τον κομματικό ανταγωνισμό ήταν ουσιαστικά απολίτικη, αφού δεν γειώνονταν στις κοινωνικές/ταξικές διαιρετικές τομές και τη δυναμική τους.

2. Η μεταπολίτευση, παρά τις αντιφάσεις, τις αντινομίες της και τους κομματικούς/πολιτικούς περιορισμούς που επέβαλε στην κοινωνική συμμετοχή σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των θεσμών, γεγονός που επέβαλε το κρατικοβαρές πρότυπο μετάβασης στη δημοκρατία, πρέπει να αποτιμηθεί θετικά. Και τούτο ισχύει γιατί, πέρα από τη γρήγορη, σχετικά ομαλή και εν τέλει αποτελεσματική μετάβαση και παγίωση στη δημοκρατική νομιμότητα (κάτω από τις διαδικασίες που καθόριζε το κράτος δικαίου), οδήγησε σε θεσμοθέτηση ενός σημαντικού πλέγματος φιλελεύθερων, δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Είναι αυτά τα δικαιώματα που σήμερα τόσο οι νεοφιλελεύθεροι και οι συνοδοιπόροι τους, διαφόρων προελεύσεων και ιδιοτελειών, όσο και εκείνοι που κατά παράδοση αντιστέκονται στον Διαφωτισμό, αν και φυσικά από διαφορετικές αφετηρίες ορμώμενοι, συγκλίνοντας, επιδιώκουν τη μέχρι εξαφανίσεως απομείωσή τους. Δυστυχώς, τα συμφέροντα που στη συγκυρία ωφελούνται από αυτή τη σύγκλιση αποκαλύπτουν ένα είδος εκλεκτικής συγγένειας ανάμεσα στις δύο αυτές τάσεις, οι οποίες απειλούν την δημοκρατία. Συνέχεια ανάγνωσης