Οι βόμβες στη Βοστώνη, η αμερικανική Αριστερά και ο… Τσίπρας

Standard

Γράμμα από τη Βοστώνη και τη Νέα Υόρκη

του Κωστή Χατζημιχάλη

ΚΕΚΟ Café, 121 Madison Ave, Ν. Υόρκη. Φωτογραφία του Arancia Project, από το flickr

ΚΕΚΟ Café, 121 Madison Ave, Ν. Υόρκη. Φωτογραφία του Arancia Project, από το flickr

Μια βορειοαμερικανική πόλη τριών περίπου εκατομμυρίων σε κατάσταση πολιορκίας, με απαγόρευση κυκλοφορίας, δυο μέρες πριν την 21η Απριλίου. Σκηνικό χολιγουντιανής ταινίας με μάχες, όλη η δύναμη της αυτοκρατορίας στο κυνήγι του ύποπτου δεκαεννιάχρονου, σασπένς στα δελτία ειδήσεων. Και ο θείος του νεαρού, πρόσφυγας και αυτός από την Τσετσενία, να τα δίνει όλα μπροστά στις κάμερες για τις ΗΠΑ «ως τη γη των ευκαιριών για όλους». Στο τέλος, χειροκροτήματα του κόσμου για την αστυνομία και τον στρατό για την αίσια έκβαση, αδιανόητα στα δικά μας τα μέρη. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα νοτιότερα, στη Νέα Υόρκη παρακολουθώ τις εξελίξεις και αναρωτιέμαι αν θα μπορέσω να ταξιδέψω το Σάββατο 20 του μηνός για Βοστώνη. Το τραίνο τελικά φεύγει κανονικά· σε όλη τη διαδρομή μεσίστιες σημαίες παντού, όπως και στο αποκλεισμένο για επισκευές και έρευνες ιστορικό κέντρο της πόλης.

Μετά την 11/9, τα συστήματα ασφαλείας και η στρατιωτικοποίηση της πόλης έφτασαν στο απόγειό τους. Ενέργειες όπως εκείνη της Βοστώνης νομιμοποιούν στα μάτια των Αμερικανών αυτή την παράνοια, ακατανόητη για τις δικές μας εμπειρίες, και αυξάνει την εμπιστοσύνη τους στην αστυνομία, τον στρατό, το FBI, αλλά και τις κάμερες επιτήρησης στους δρόμους. Από τις ακραίες καταστάσεις εξαίρεσης, όπως αυτή της Βοστώνης, η μετάβαση σε μια μόνιμη στρατιωτικοποίηση της καθημερινής ζωής επιτεύχθηκε σιωπηρά και με επιτυχία όλα αυτά τα χρόνια. Οι πλούσιοι ζουν σε περιφραγμένες κοινότητες, ενώ οι φτωχές συνοικίες και τα κέντρα των πόλεων επιτηρούνται διαρκώς από στρατιωτικά οχήματα. Ο χειρισμός του συμβάντος της Βοστώνης ως θεάματος και οι χολιγουντιανές λήψεις με συχνές επαναλήψεις σε συνεχή μετάδοση, μαζί με τα σχόλια των παρουσιαστών, δημιουργούσαν μια ασφυκτική προσμονή για την τελική έκβαση, που λειτούργησε λυτρωτικά. Και μετά η χρήση του συμβάντος για προώθηση του αμερικανικού ιδεώδους μαζί με ακραίες προτάσεις, όπως αυτή ενός γερουσιαστή που εισηγήθηκε στο Κογκρέσο την προληπτική άρση της ιδιότητας του πολίτη για κάθε αμερικανό μουσουλμάνο με ταυτόχρονη απαγόρευση εισόδου στους ομόθρησκους. Και ο χειρότερο: η ευρύτερη αποδοχή της πρότασης.

ΚΕΚΟ Café. Φωτογραφία της Molly Galler, από το μπλογκ popbopshop.blogspot.fr

ΚΕΚΟ Café. Φωτογραφία της Molly Galler, από το μπλογκ popbopshop.blogspot.fr

Στο ΚΕΚΟ Café στη Μάντισον Άβενιου στη Νέα Υόρκη, όπου βλέπω τις ειδήσεις δυο μέρες πριν, 19 του Απρίλη, η ατμόσφαιρα είναι ευρωπαϊκή — με τα κουτιά για τους καφέδες με τη μεταλική σέσουλα στις άκρες, τις βαλίτσες των μεταναστών του Μεσοπολέμου, τα παλιά χαρακτικά στους τοίχους. Ο γαλλο-ιταλός ιδιοκτήτης τρίτης γενιάς μου πιάνει κουβέντα. Μια εβδομάδα πάω τακτικά για τον πρωινό και τον απογευματινό καφέ. Λέμε δυο κουβέντες για τους βομβιστές, δεν έχει την ίδια στάση με τα δελτία ειδήσεων, με ρωτάει από πού είμαι και κουνάει με συμπάθεια το κεφάλι. Έχει φίλους Έλληνες στο Κουίνς που μένει και μου δείχνει το πρωτοσέλιδο των New York Times: «Τα παιδιά στα σχολεία της Ελλάδας πεινάνε». Την επόμενη ο καφές είναι κερασμένος, με αίτημα να του πω για τον… Τσίπρα και τη Χρυσή Αυγή! Οι φίλοι του στο Κουίνς απέτρεψαν την ίδρυση γραφείων των φασιστόπαιδων και αρκετοί μιλούν για τον Τσίπρα. «Είναι ο Έλληνας Ούγκο Τσάβες;» καταλήγει, θα τα καταφέρει αν εκλεγεί; Και το τελευταίο ερώτημα: Πώς μπορεί να βοηθήσει ο ίδιος και κάτι φίλοι που έχει για να κερδίσει;. Η άλλη Αμερική.

Ίδια απόσταση από τα δελτία ειδήσεων και στο CUNY, στο κέντρο μεταπτυχιακών σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Οι φοιτητές και κυρίως οι φοιτήτριες το ίδιο ριζοσπαστικοποιημένοι όπως και τα δικά μας παιδιά. Όλοι και όλες έχουν συμμετάσχει στο Occupy Wall Street, ξέρουν πολύ καλά τα δικά μας προβλήματα και… ζηλεύουν τον ΣΥΡΙΖΑ! Ένας άλλος κόσμος, δικτυωμένος, κρυφός, ακούει, νοιάζεται, συμπάσχει — καμιά σχέση με τις κυρίαρχες απόψεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο άνθρωπος που έκανε τον εαυτό του επιχείρηση

Standard

Από ένα «instrumentumvocale» στη δίποδη-ανθρωπόμορφη εκδοχή της επιχείρησης

του Βασίλη Δρουκόπουλου

«Η συζήτηση αδιάλειπτα θολώνει από την προσπάθεια της μεταμφίεσης των απαιτήσεων του κεφαλαίου ως αναγκών του λαού, της υποταγής της ανθρώπινης αγωνίας, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στους σκοπούς των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων»

(Nigel Harris, Of Breadand Guns, Penguin, Harmondsworth, 1983, σ. 239)

 

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Αναπαράγω την είδηση:

«Ο Μάικ Μέριλ, ένας 35χρονος κάτοικος του Πόρτλαντ, πρέπει να πάρει άδεια από τους μετόχους της εταιρείας του για να βγει ραντεβού με μια κοπέλα ή για να κάνει δίαιτα. Πριν από πέντε χρόνια, ο Μέριλ αποφάσισε να μετατρέψει τον εαυτό του σε εταιρεία, την οποία ελέγχουν σήμερα οι 320 μέτοχοί της: “Πουλάω μετοχές του εαυτού μου και στη συνέχεια επιτρέπω στους μετόχους μου να με καθοδηγούν σε αποφάσεις για τη ζωή μου”, είπε ο άνθρωπος-επιχείρηση στην εκπομπή Today. Όπως αναφέρει, οι μέτοχοι τον ανάγκασαν να γίνει ψηφοφόρος των Ρεπουμπλικανών, του επέτρεψαν να φορά ρούχα Brooks Brothers και επέλεξαν το πρόγραμμα που ακολουθεί στο γυμναστήριο. Του επέτρεψαν επίσης να βγαίνει με την κοπέλα της προτίμησής τους, αφού όμως τους υπέβαλε πρώτα έκθεση για την εμπειρία του πρώτου ραντεβού τους» (goo.gl/OsKH2, 31.3.2013).

Επιπρόσθετα, ο Μ.Μ. μας επισημαίνει στην ιστοσελίδα του: «Ο σκοπός δεν είναι να δημιουργηθούν κέρδη, αλλά είναι πιθανόν να προκύψουν στο μέλλον. Αντίθετα, πρόκειται για μια ομάδα ανθρώπων που εργάζονται για να επιτευχθεί ένας κοινός στόχος. Χρησιμοποιώντας μια προσαρμοσμένη δομή της αγοραίας οικονομίας, εσείς κι εγώ έχουμε στην κατοχή μας ένα διαθέσιμο μηχανισμό για ενέργειες, ανάληψη ευθυνών και μέτρηση της επιτυχίας που δεν είναι μόνον καλά τεκμηριωμένος αλλά και εύκολα κατανοητός».

Με την αφορμή αυτή, επαναφέρω στη μνήμη μας τα εξής, για να τα συνδέσουμε τελικά με την αλλόκοτη περίπτωση που μόλις περιγράψαμε:

α. Δουλεία. Η δουλεία, ως σχέση κυριαρχίας, δεν ήταν τίποτε άλλο από τον βίαιο εξαναγκασμό σε εργασία ανθρώπων που είχαν χάσει την ελευθερία τους και αποτελούσαν ιδιοκτησία εκείνων που κατείχαν τα μέσα παραγωγής. Ο δούλος δεν είχε τη δυνατότητα να αρνηθεί την εργασία του στον κύριό του, ειδαλλιώς θα θανατωνόταν. Συνέχεια ανάγνωσης

Είναι αδύνατος σήμερα ένας «ιστορικός συμβιβασμός»

Standard

 «Πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη το υπαρκτό, αλλά για να το αλλάξουμε, όχι για να υποταχθούμε σ’ αυτό»

 Συνέντευξη του Σπύρου Ι. Ασδραχά

 spasdΑς ξεκινήσουμε από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ. Πώς κρίνετε την τωρινή τους θέση;

 Για το ΠΑΣΟΚ δεν θα είχα να πω κάτι άλλο, πέραν του ότι ακολούθησε τη μοίρα των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, από τη στιγμή που εγκολπώθηκαν σαν αναλυτικό εργαλείο, αλλά και σαν εργαλείο άσκησης πολιτικής εξουσίας, τον νεοφιλελευθερισμό.

Ως προς τη ΔΗΜΑΡ, θα έλεγα ότι είναι το λυπηρό απομεινάρι ενός σημαντικού εγχειρήματος – εννοώ τον ευρωκομμουνισμό. Οι εποχές βεβαίως είναι πολύ διαφορετικές· οι απολήξεις όμως σημαδεύουν την αναποτελεσματικότητα, εκ των υστέρων, του μεγάλου σχεδίου του Μπερλινγκουέρ και του Άλντο Μόρο για τον ιστορικό συμβιβασμό. Δεν νομίζω ότι σήμερα είναι εφικτός ένας «ιστορικός συμβιβασμός», ούτε στην Ιταλία ούτε φυσικά στην Ελλάδα. Η ΔΗΜΑΡ εικονογραφεί την αποτυχία ενός μεγάλου για την εποχή του σχεδίου, και αν αναφέρομαι σε αυτή την απόληξη είναι γιατί αποτελεί δείκτη μιας μεγάλης κρίσης.

 Και ας προχωρήσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ…

 Ας δούμε καταρχάς την πρόσληψη του λόγου του ΣΥΡΙΖΑ από το εκλογικό σώμα. Ο λόγος αυτός είναι διηθημένος από τα κρατούντα μέσα ενημέρωσης, τα οποία, όταν δεν είναι απροκάλυπτα αρνητικά ή εχθρικά, είναι μεροληπτικά. Στους πολλούς αποδέκτες, ο λόγος της Αριστεράς, φτάνει παρηλλαγμένος. Κάποτε, η παραλλαγή γίνεται και από τα αριστερά. Θα αναφερθώ σε ένα ενδεικτικό παράδειγμα: το περίφημο «Δεύτερο Σχέδιο», το γνωστό, αγγλιστί, Plan B — βλέπετε, η αγγλική, μια ορισμένη μορφή της συγκεκριμένα, έχει γίνει η κοινή γλώσσα. Δεν έχει η Αριστερά δεύτερο σχέδιο, μας λένε. Ρωτήθηκαν ποτέ η Δεξιά και τα κεντροαριστερά παραβλαστήματα αν έχουν δεύτερο σχέδιο στην περίπτωση κατά την οποία αποτύχει –και έχουμε ουκ ολίγες ενδείξεις γι’ αυτό– το σχέδιο το οποίο εφαρμόζουν; Κανείς δεν θέτει το ζήτημα αυτό· το πρόβλημα τίθεται μόνο για την Αριστερά, και μάλιστα και από καλόβολους αριστερούς. Συνέχεια ανάγνωσης

Οικονομική πολιτική: θεωρητική ένδεια και πρακτική αδυναμία

Standard

Ο «πραγματισμός» –δηλαδή η έλλειψη πολιτικής– της κυβέρνησης και η συνομιλία του ΣΥΡΙΖΑ με απόντες συνομιλητές

του Χρήστου Χατζηιωσήφ

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη

«Πραγματικότητα εναντίον ουτοπίας» και «πραγματικότητα εναντίον δυστοπίας». Με αυτά τα δύο σχήματα μπορούν να αποδοθούν επιγραμματικά τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και της (αξιωματικής) αντιπολίτευσης, αντίστοιχα, στη συζήτηση για την οικονομική πολιτική. «Εγώ λέω στον κόσμο την πραγματικότητα και ποιες είναι οι λύσεις», καυχήθηκε πριν λίγες μέρες στη Βουλή ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας (Η Καθημερινή, 20.4.2013). Μερικές εβδομάδες προηγουμένως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας Μ. Βορίδης, απευθυνόμενος και αυτός στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, τους είχε ζητήσει να αναγνωρίσουν «την πραγματικότητα», λέγοντας ότι «σε αυτόν τον κόσμο έτσι δουλεύει το μαγαζί». Απαντώντας στον υπουργό ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγόρησε: «Το περιβάλλον στο οποίο ζείτε δεν σας επιτρέπει να έχετε πλήρη εικόνα της πραγματικότητας που βιώνει ο ελληνικός λαός». Οι πραγματικότητες στις οποίες αναφέρονται οι πολιτικοί μπορεί να είναι διαμετρικά αντίθετες ή και αλληλοαποκλειόμενες, οι αναφορές όμως σε αυτές έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την απορία μπροστά σε αυτό που η κάθε πλευρά αντιλαμβάνεται ως πραγματικότητα, την αδυναμίας να προτείνει σαφή πολιτική.

«Έτσι δουλεύει το μαγαζί»: πολιτική είναι η έλλειψη πολιτικής

Έτσι, η γνώση του τρόπου που «δουλεύει το μαγαζί» δεν οδηγεί όσους ισχυρίζονται πως τoν κατέχουν στη σύλληψη και εφαρμογή μιας «πραγματιστικής» πολιτικής, αλλά στην αποδοχή ότι πολιτική αποτελεί ακριβώς η έλλειψη πολιτικής: η χωρίς συζήτηση συμμόρφωση με τους κανόνες και τους όρους που θέτουν κάθε φορά εκείνοι που λειτουργούν το μαγαζί, είτε είναι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων, τράπεζες, πάσης φύσης πιστωτές είτε επίδοξοι ξένοι και εγχώριοι επενδυτές είτε η Ε.Ε., το ΔΝΤ κ.ά.

Η έλλειψη πολιτικής και σχεδίου γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτής της μεθόδου, στην καλύτερη περίπτωση, σαν επικοινωνιακό πρόβλημα: «Η κυβέρνηση αυτοπαγιδεύεται σε ζητήματα όπως το φορολογικό και φροντίζει να βάζει επικοινωνιακά αυτογκόλ. Κατανοητή η κούραση και η δυσκολία του πολιτικού εγχειρήματος, αλλά χρειάζεται μια αφήγηση, κάτι που να μοιάζει με σχέδιο από εδώ και πέρα» (Α. Παπαχελάς, Η Καθημερινή, 5.12.2012). Καθώς όμως οι βουλές των δανειστών παρουσιάζονται άγνωστες και ευμετάβλητες, όπως έδειξαν η «διάσωση» της Κύπρου και το βέτο της τρόικας στη συγχώνευση Εθνικής και Eurobank, οι «πραγματιστές», για να τις παρακολουθήσουν, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν σε συνεχείς δημόσιες αυτοαναιρέσεις.

Ανεξάρτητα από ενδεχόμενες προσωπικές επιλογές και στρατηγικές, η εμμονή σε αυτή τη στάση εκφράζει συλλογικά αδιέξοδα και μετατοπίσεις στις σχέσεις πολιτικής και οικονομικών συμφερόντων. Με την εξασθένηση της εγχώριας παραγωγικής βάσης και την έδραση ή τη μεταφορά εκτός Ελλάδας των δραστηριοτήτων μεγάλου μέρους του ελληνικού κεφαλαίου, που συμβολίζεται άψογα με την κατοχή της προεδρίας του ΣΕΒ από έναν πρώην βιομήχανο και νυν συλλέκτη έργων τέχνης, οι αστοί πολιτικοί δεν έχουν πλέον να εκπροσωπήσουν και να υπερασπιστούν μεγάλες εγχώριες οικονομικές δραστηριότητες. Όχι μόνο οι παραδοσιακά ισχυροί εισαγωγείς και οι υπάρχοντες ξένοι επενδυτές, αλλά και οι ενεχόμενοι στις ναυτιλιακές δραστηριότητες, την εμπορική και τραπεζική επέκταση στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη έχουν συμφέροντα από την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και τη συμμετοχή σε μια ισχυρή νομισματική ένωση, και είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν την υπόλοιπη οικονομία προκειμένου να εξασφαλίσουν τη διατήρηση αυτού του καθεστώτος. Συνέχεια ανάγνωσης

Θρυμματισμένοι καιροί: κουλτούρα και κοινωνία στον 20ό αιώνα

Standard

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

του Έρικ Χομπσμπάουμ

μετάφραση: Νίκος Κούρκουλος

6-HOBSBWAM-aΤις επόμενες μέρες κυκλοφορεί, από τις εκδόσεις Θεμέλιο, σε μετάφραση Νίκου Κούρκουλου, το βιβλίο του Έρικ Χομπσμπάουμ Θρυμματισμένοι καιροί. Η μεταθανάτια αυτή συλλογή δοκιμίων, που κυκλοφόρησε στα αγγλικά μόλις πριν ένα μήνα, καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, σχετικά με την κουλτούρα και την κοινωνία του 20ού αιώνα: ο Καρλ Κράους, η αρ νουβώ, ο μύθος του καουμπόι, η ποπ, τα φεστιβάλ του 21ου αιώνα, οι σχέσεις τέχνης και επανάστασης μετά το 1917, οι δεσμοί τέχνης και εξουσίας είναι ορισμένα από τα θέματα που θίγονται με τον γνωστό συναρπαστικό τρόπο του Χομπσμπάουμ. Προδημοσιεύουμε σήμερα ένα εκτενές απόσπασμα από τον Πρόλογο και μικρά αποσπάσματα από τρεις κριτικές: του Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του Jonathan Derbyshire (The New Statesman,9.4.2013) και του Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013).

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Λίγες σελίδες είναι πιο οικείες σήμερα από την προφητική περιγραφή του Καρλ Μαρξ για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της δυτικής καπιταλιστικής βιομηχανοποίησης. Όμως, καθώς ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός του 19ου αιώνα εγκαθίδρυε την κυριαρχία του πάνω σ’ έναν πλανήτη τον οποίο έμελλε να μεταμορφώσει μέσω της κατάκτησης, της τεχνολογικής υπεροχής και της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας του, κουβαλούσε μαζί του κι ένα ισχυρού γοήτρου φορτίο από δοξασίες και αξίες, που θεωρούνταν φυσιολογικά ανώτερες από άλλες. Ας τις ονομάσουμε «ευρωπαϊκό αστικό πολιτισμό», έναν πολιτισμό που δε συνήλθε ποτέ από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι τέχνες και οι επιστήμες ήταν εξίσου κεντρικές όσο και η πίστη στην πρόοδο και την εκπαίδευση γι’ αυτήν τη σίγουρη για τον εαυτό της κοσμοθεωρία, και αποτέλεσαν πράγματι τον πνευματικό πυρήνα που αντικατέστησε την παραδοσιακή θρησκεία. Γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σ’ αυτόν τον «αστικό πολιτισμό», ο οποίος συμβολίζεται παραστατικά στο μεγάλο δακτύλιο από δημόσια κτίρια των μέσων του 19ου αιώνα που περιβάλλουν το παλιό μεσαιωνικό και αυτοκρατορικό κέντρο της Βιέννης: το Χρηματιστήριο, το Πανεπιστήμιο, το Burgtheater, το μνημειακό Δημαρχείο, το κλασικό Κοινοβούλιο, τα τιτάνια μουσεία της ιστορίας της τέχνης και της φυσικής ιστορίας, το ένα αντίκρυ στο άλλο, και φυσικά την καρδιά κάθε αστικής πόλης εκείνου του αιώνα που σεβόταν τον εαυτό της, τη Μεγάλη Όπερα. Αυτοί ήταν οι τόποι όπου οι «καλλιεργημένοι άνθρωποι» ασκούσαν τη λατρεία τους στους βωμούς της κουλτούρας και των τεχνών. Μια εκκλησία του 19ου αιώνα προστέθηκε στο φόντο μόνο σαν όψιμη παραχώρηση προς το δεσμό μεταξύ Εκκλησίας και αυτοκράτορα.

Όσο πρωτόφαντο κι αν ήταν, αυτό το πολιτιστικό σκηνικό είχε βαθιές ρίζες στην παλιά ηγεμονική, βασιλική και εκκλησιαστική κουλτούρα πριν τη Γαλλική Επανάσταση, δηλαδή στον κόσμο της εξουσίας και του μεγάλου πλούτου, τους κλασικούς πάτρωνες των υψηλών τεχνών και θεαμάτων. Επιβιώνει ακόμα σε σημαντικό βαθμό μέσα από τη διασύνδεση παραδοσιακού κύρους και οικονομικής δύναμης, που επιδεικνύεται σε δημόσιο θέαμα, αλλά δεν περιφράσσεται πια από την κοινωνικά αποδεχτή αύρα της γέννησης ή της πνευματικής αυθεντίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κριτική για τους «Θρυμματισμένους καιρούς» του Ε. Χομπσμπάουμ

Standard

Αποσπάσματα από τρεις κριτικές για το βιβλίο του Χομπσμάουμ: του ιστορικού  στο Columbia Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του δημοσιογράφου Jonathan Derbyshire, αρχισυντάκτη πολιτιστικών του περ. The New Statesman, (The New Statesman, 9.4.2013) και του ιστορικού στο Hertford College της Οξφόρδης Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013). Οι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων»

«Παγκοσμιοποιημένος» πριν την παγκοσμιοποίηση

του Μαρκ Μαζάουερ

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Μετά τον θάνατο του Έρικ Χομπσμπάουμ, πέρσι, ακούστηκαν πολλά εγκώμια για τον ευρυμαθέστατο ιστορικό, αλλά και αρκετές κριτικές, που σε ορισμένες περιπτώσεις άγγιζαν την περιφρόνηση, για τον απολογητή του κομμουνισμού. Ούτε τα εγκώμια ούτε οι κριτικές όμως κατάφεραν να μας δείξουν την σημασία του Χομπσμπάουμ ως διανοητή. Και τώρα έρχεται αυτή η μεταθανάτια συλλογή διαλέξεων, δοκιμίων και κριτικών — που μοιάζει μάλλον ένα πολύχρωμο πανέρι με κείμενα, με κύριο θέμα τις αλλαγές στην κουλτούρα και τις ιδέες τα τελευταία 200 χρόνια. Οι περισσότεροι αναγνώστες θα βρουν και εδώ τη διεισδυτική οπτική του Χομπσμπάουμ, όπως την ξέρουν και από τα έργα του για τη Βιομηχανική Επανάσταση και την εξάπλωση του ιμπεριαλισμού. Όμως, το πραγματικό ενδιαφέρον του τόμουέγκειται, κατά τη γνώμη μου, σε όσα μας δείχνει για τον ίδιο τον άνθρωπο, στο ότι μας θυμίζει πόσο ιδιαίτερος και σπουδαίος ιστορικός ήταν.

«Παγκοσμιοποιημένος» ο ίδιος, πολύ προτού η λέξη γίνει κλισέ, καθώς η σκέψη και η γραφή του κινούνταν με άνεση στις ηπείρους και τους ωκεανούς του πλανήτη. Ας σταθούμε σε μία μόνο παράγραφο από τους Θρυμματισμένους καιρούς, που αναφέρεται στη μελέτη των θρησκειών σε όλο τον κόσμο: σε λίγες φράσεις, ανασκοπεί τον χαρισματικό προτεσταντισμό στην Αμερική, την αναβίωση του ισλαμισμού στην Ινδονησία, τις ωδίνες του τοκετού της Ορθοδοξίας και του καθολικισμού στο πρώην σοβιετικό μπλοκ, τη συνεχιζόμενη εκκοσμίκευση στην εκβιομηχανισμένη Δύση. Ευτυχώς για όλους μας, παραδέχεται ταπεινά ότι η γνώση του για τον βουδισμό στην Ταϋλάνδη είναι περιορισμένη. Το χρονολογικό εύρος είναι ίσως λιγότερο εντυπωσιακό — αν και κάθε μελετητής που θα μπορεί να γράψει, ταυτόχρονα, για την αγροτική οικονομία της Ευρώπης και την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στον 21ο αιώνα θα αισθανόταν τουλάχιστον ίλιγγο.

Η γνώριμη αφήγηση του Χομπσμπάουμ, με τον ιδιαίτερο παιχνιδιάρικο τρόπο του, είναι πανταχού παρούσα στους Θρυμματισμένους καιρούς, και μερικές φορές πρέπει να τσιμπηθούμε για να θυμηθούμε ότι κάποια από τα κείμενα του τόμου γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που είχε περάσει τα ενενήντα. Γιατί οι δισεκατομμυριούχοι αγοράζουν ποδοσφαιρικές ομάδες και δεν φτιάχνουν όπερες; Τι έχουν να μας πουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου το 2012 για τις εθνικές εορτές; Γιατί δεν υπάρχει στην Κίνα κάτι αντίστοιχο με τα αμερικάνικα ράντσα; Οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις, συνεχίζονταν, μέχρι το τέλος.

 

Μελαγχολία και ενσυναίθηση

του Τζόναθαν Ντερμπυσάιρ

Σε μια κριτική για το βιβλίο του συνοδοιπόρου του ιστορικού Ράφαελ Σάμιουελ με θέμα τον χαμένο κόσμο του βρετανικού κομμουνισμού (Raphael Samuel, The Lost World of Communism, 1986), o Xομπσμπάουμ εξήρε τη «μελαγχολική ενσυναίσθηση» (melancholy empathy) του συγγραφέα «για ένα αμετάκλητα χαμένο παρελθόν». Οι Θρυμματισμένοι καιροί, το τελευταίο έργο του Χομπσμπάουμ, διαθέτει ένα ανάλογο χαρακτηριστικό — αν και αυτή η μελαγχολική ικανότητα ενσυναίσθησης δεν αφορά, εδώ, το βρετανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, του οποίου έγινε μέλος όταν έφτασε στην Αγγλία από το Βερολίνο, σε ηλικία δεκαπέντε ετών το 1933, αλλά την τέχνη και τον πολιτισμό της «αστικής κοινωνίας», που κατέρρευσε μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέχεια ανάγνωσης

Ένα έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτει: Οι επαφές των ιταλών νεοφασιστών με τον Μακαρέζο και τον Λαδά

Standard

 «Όπως ακριβώς στην Ελλάδα»

του Κωστή Καρπόζηλου

 7-KARPOZILOS-bΤις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου του 1971 ο Νικόλαος Μακαρέζος και ο Ιωάννης Λαδάς συνάντησαν έναν ενθουσιώδη ιταλό φίλο του ελληνικού δρόμου προς την αντιδημοκρατική εκτροπή. Δεν επρόκειτο για εθιμοτυπική ή διπλωματική επίσκεψη: ο ιταλός επισκέπτης έφτασε στην Αθήνα εκπροσωπώντας τη φασιστική οργάνωση Movimento Sociale Italiano (MSI), προκειμένου να ζητήσει τη συνδρομή του δικτατορικού καθεστώτος σε ένα σχέδιο γενικευμένης αποσταθεροποίησης στην Ιταλία. Η παρασκηνιακή συνάντηση εγγράφεται στις πυκνές επαφές μεταξύ τμημάτων της στρατιωτικής δικτατορίας και του δυναμικού ιταλικού νεοφασιστικού κινήματος, που βασιζόταν σε ιδεολογικές ταυτίσεις και, κυρίως, στη διάθεση συντονισμού του αντικομμουνιστικού αγώνα. Το τελευταίο διάστημα το ζήτημα των διεθνών διασυνδέσεων του δικτατορικού καθεστώτος και ο ρόλος των ελληνικών φασιστικών κύκλων στην Ιταλία έχει αναδειχθεί μέσα από δημοσιεύματα που αναζητούν εκεί, μεταξύ άλλων, τις καταβολές των μεταπολιτευτικών μεταπλάσεων της ελληνικής άκρας Δεξιάς.1 Το ενδιαφέρον αυτό, που συνδέεται προφανώς με τις πολιτικές προκλήσεις του σήμερα, συμβάλλει ταυτόχρονα στη χαρτογράφηση ενός πεδίου που αντιμετωπιζόταν από την ελληνική ιστοριογραφία μάλλον με περισσή περιφρόνηση και αφελή καχυποψία: τη σημασία των μυστικών υπηρεσιών, τις γεωγραφικές εξακτινώσεις του αντικομμουνιστικού αγώνα, τα πολλαπλά νήματα που συνέδεαν τους εσωτερικούς μηχανισμούς της δικτατορίας με τις οργανώσεις του «ελεύθερου κόσμου».

Νικόλαος Μακαρέζος

Νικόλαος Μακαρέζος

Το περιεχόμενο της συνάντησης του Φεβρουαρίου του 1971 το αποκαλύπτει ένα πρόσφατα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με ημερομηνία 19.2.1971 (Intelligence Information Cable-TDCS DB–315/00868–71). Αν και σημαντικές πληροφορίες παραμένουν διαβαθμισμένες –με κυριότερη ίσως το όνομα του ιταλού απεσταλμένου– το έγγραφο επιβεβαιώνει τον κομβικό ρόλο του Ιωάννη Λαδά στις δικτυώσεις μεταξύ δικτατορίας και ιταλών φασιστών, μαρτυρεί επαφές πέραν των μεταμφιεσμένων «πολιτιστικών ανταλλαγών» και καταδεικνύει την οικειότητα του ιταλικού νεοφασιστικού κινήματος με την ελληνική δικτατορία. Στη συνάντηση ο εκπρόσωπος του MSI ζήτησε την «έμμεση οικονομική» στήριξη για την εκδίπλωση ενός φιλόδοξου σχεδίου αποσταθεροποίησης: τους επόμενους μήνες το MSI σχεδίαζε να προχωρήσει σε βομβιστικές επιθέσεις στα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας (στο Τορίνο, το Μιλάνο, την Μπολόνια, τη Ρώμη και αλλού)· η κίνηση αυτή θα οδηγούσε τους ιταλούς κομμουνιστές στους δρόμους, όπου θα τους ανέμεναν ετοιμοπόλεμες δυνάμεις του MSI, με στόχο την πρόκληση όσο το δυνατόν ευρύτερης αναταραχής· η κλιμάκωση των συγκρούσεων θα επέτρεπε σε φιλοφασιστικές δυνάμεις εντός του στρατεύματος να επέμβουν για την «αποκατάσταση της τάξης» αλά ελληνικά — πιο συνοπτικά, ελλείψει Ντε Γκωλ «που ξαναεπέβαλε [στη μετα-1968 Γαλλία] την πειθαρχία», οι Ιταλοί «θα πρέπει να στραφούν στο ελληνικό παράδειγμα». Συνέχεια ανάγνωσης

Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα…

Standard

ΑΝΤΙΚΛΙΜΑΚΑ

 του Κώστα Αθανασίου

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

«Το τραγούδι μου είναι μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα», τραγουδούσε ο Βίκτορ Χάρα, ο συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής που δολοφονήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1973, στο Στάδιο της Χιλής, λίγες μέρες μετά το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοτσέτ. Μετά τον βομβαρδισμό της Λα Μονέδα, του προεδρικού μεγάρου της Χιλής, και τον θάνατο του Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο στρατός εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, όπου βρισκόταν και ο Βίκτορ Χάρα, μαζί με φοιτητές και καθηγητές. Όσοι επέζησαν μεταφέρθηκαν στο Στάδιο της Χιλής — ανάμεσά τους και ο Χάρα. Εκεί βασανίστηκε επί τέσσερις μέρες. Το πτώμα του βρέθηκε πεταμένο σε ένα χαντάκι. Είχε δεχτεί δύο σφαίρες στον δεξί κρόταφο, είχε 16 πύλες εισόδου σφαίρας και 12 πύλες εξόδου στον θώρακα, 6 πύλες εισόδου και 4 πύλες εξόδου στην κοιλιά, είχε δύο τραύματα από σφαίρες στο δεξί χέρι και 18 πύλες εισόδου και 14 πύλες εξόδου στα πόδια. Συνολικά, είχε δεχτεί 44 σφαίρες. Ο Έκτορ Ερέρα, ο υπάλληλος που τον εντόπισε, δυσκολεύτηκε να τον αναγνωρίσει.

«Ήταν γεμάτος χώματα και είχε πολλές πληγές. Τα μαλλιά του ήταν κολλημένα από αίμα και λάσπη και το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από τα χτυπήματα. Δεν ήμουν σίγουρος». Ο Ερέρα ειδοποίησε τη σύζυγο του Χάρα, Τζόαν. Με δυσκολία και με κίνδυνο της ζωής τους κατάφεραν να πάρουν τη σορό από το νεκροτομείο και να τη θάψουν, τρεις μέρες μετά. Συνέχεια ανάγνωσης