Ο καιρός στη στρατηγική της Αριστεράς

Standard

 «Εμείς, ο λαός!»

του Στέφανου Δημητρίου

«Την γαρ όντως ούσαν βασιλικήν […] γιγνώσκουσαν την αρχήν τε και ορμήν των μεγίστων εν ταις πόλεσιν εγκαιρίας τε πέρι και ακαιρίας»: «γιατί η αληθινή βασιλική επιστήμη […] γνωρίζει όντως πότε είναι η κατάλληλη, η έγκαιρη περίσταση και πότε η περίσταση είναι άκαιρη, για να αρχίσουν και να τελεσθούν τα πιο μεγάλα εγχειρήματα στις πόλεις»

 (Πλάτωνος, Πολιτικός 305 d).

Παρίσι, Ιούνιος 1936. Απεργία των εργατών της αυτοκινητοβιομηχανίας Delahaye. Φωτό: Roger-Viollet

Αποδίδω ελεύθερα το χωρίο, το οποίο δείχνει ότι η πολιτική –που, στον Πολιτικό, δεν είναι τέχνη, αλλά γνώση, και μάλιστα, η σπουδαιότερη («βασιλική επιστήμη»)– είναι αυτή που αξιολογεί μια κατάσταση, την περίστασιν, για να αποφανθεί για το έγκαιρον ή το άκαιρον αυτής. Έγκαιρον ή άκαιρον, όμως, ως προς τι; Τι καθορίζει το «εγκαιρίας τε πέρι και ακαιρίας»; Η περίστασις είναι έγκαιρος ή άκαιρος σε σχέση με το πολιτικό εγχείρημα: αυτό θα αναμορφώσει, με την επιτυχή του τέλεση, την περίσταση. Θα αλλάξει την κατάσταση, αλλά θα αλλάξει και αυτούς που θα το τελέσουν, γιατί η περίστασις είναι, εκ της εννοίας της, «γύρω από». Στην παρούσα περίσταση, είναι γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και γύρω από τη Δεξιά, καθώς και την Άκρα Δεξιά.

 Όποια από αυτές τις δυνάμεις αξιολογήσει και καθορίσει το έγκαιρον ή το άκαιρον της περιστάσεως, αυτή θα αναδιαμορφώσει την κατάσταση, εκμεταλλευόμενη όλους τους υπαρκτούς, στην περίσταση, πρόσφορους παράγοντες, που μπορούν να την οδηγήσουν να κυριαρχήσει σε αυτήν. Όταν η περίστασις είναι εύκαιρος, όταν είναι ευεπίφορη γι’ αυτό τον παρεμβατικό καθορισμό και την αξιοποίηση του δυναμικού της, τότε η πολιτική αναδιαμόρφωσή της γίνεται έγκαιρος. Αυτό που πρέπει να φοβάται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πιθανή ακαιρία των εγχειρημάτων του.

 Ο ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στο έγκαιρον και το άκαιρον της πολιτικής

 Δεν χρειάζονται άλλα για την έννοια του καιρού, έννοια σημαντική στον Γοργία και δεσπόζουσα στον Πολιτικό, έναν μεθοδολογικό διάλογο που μας διδάσκει πώς να σκεφτόμαστε, βάσει προβλημάτων και ζητούμενων ορισμών, που οργανώνουν τη σκέψη μας. Θα πρέπει να σκεφτούμε την πολιτική μας στρατηγική με βάση την έννοια του καιρού και τη διαίρεσή του στο έγκαιρον και το άκαιρον των εγχειρημάτων, σε συνάφεια με το δυναμικό της περίστασης. Ποια είναι τα γνωρίσματα της περίστασης που θα μας επιτρέψουν να αξιολογήσουμε σωστά το δυναμικό της, ώστε το πολιτικό μας εγχείρημα, αυτό που θα την αλλάξει, να είναι έγκαιρον; Η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης είναι πολιτική αυξημένης διακινδύνευσης. Εκτελώντας εντολές, καταστρέφει τη χώρα. Δεν έχει σχέδιο· το σχέδιό της είναι ένα τέταρτο, ολετήριο Μνημόνιο. Το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ αποσκοπεί στη στήριξη του πολιτεύματος και των θεσμών, στην άρση των αδικιών, στην παραγωγική ανασυγκρότηση, στην κοινωνική δικαιοσύνη. Πρωτίστως, όμως, αποσκοπεί στη μάχη της επιβίωσης. Μαζί με το πολίτευμα και τη λαϊκή κυριαρχία, απειλείται και η επιβίωση του λαού. Συνέχεια ανάγνωσης

Νέα επιστολή της Βάσως Κιντή

Standard

 Δημοσιεύσαμε την προηγούμενη Κυριακή επιστολή της Βάσως Κιντή  για το κείμενο  του Στρ. Μπουρνάζου «Το αλυσοπρίονο. Και το συνέδριο» («Ενθέματα», 14.7.2012) και απάντηση του συντάκτη του άρθρου. Δημοσιεύουμε σήμερα τη νέα επιστολή της Β. Κιντή, χωρίς αντ-ανταπάντηση του Στρ. Μπουρνάζου (και ενδεχόμενη νέα αντ-αντ-απάντηση). Οι αναγνώστες ας διαβάσουν τα κείμενα και ας κρίνουν.

Λουί Μπονάρ, "Η επιστολή", 1906

Λουί Μπονάρ, «Η επιστολή», 1906

Αγαπητέ Στρατή,

Λυπάμαι που επανέρχομαι, αλλά δεν περίμενα ότι έχεις ενδώσει στον δημοσιογραφικό λαϊκισμό. Τίποτε απ’ όσα περιέγραψες στο αρχικό σου κείμενο δεν ήταν αληθές. Η ημερομηνία δεν ήταν σωστή. Τα ΜΑΤ δεν εφόρμησαν με αλυσοπρίονο στην πόρτα του περιβόλου της Πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών όπως έγραφες, κανένα αλυσοπρίονο δεν μπήκε ποτέ σε λειτουργία, και ως εκ τούτου δεν το εμπόδισαν δεκάδες χέρια φοιτητών όπως υποστήριξες. Δεν ανέλαβε δράση ο κλειδαράς όπως ισχυρίστηκες (η πόρτα άνοιξε από το εσωτερικό όταν έφυγαν από πλαϊνή πόρτα οι φοιτητές) και όσοι φοιτητές συνελήφθησαν βρίσκονταν σε άλλο χώρο από εκεί όπου βρισκόταν εγκλωβισμένο το Συμβούλιο. Ούτε ψεκάστηκαν οι τρεις βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (Λαφαζάνης, Τσακαλώτος, Τσουκαλάς) που βρίσκονταν σε οπτική επαφή μαζί μας. Η φωτογραφία του αλυσοπρίονου που δημοσίευσες δεν αποδεικνύει ότι χρησιμοποιήθηκε, και μάλιστα υπό τις συνθήκες που περιγράφεις. Να μην ξεχνάμε δε ότι με σιδερένια μπάρα κρατούσαν φυλακισμένους οι φοιτητές τους καθηγητές τους (συνόδευαν δε ως δεσμοφύλακες τον πρύτανη και μέλη του Συμβουλίου στην τουαλέτα). Η (φανταστική) εικόνα που φιλοτέχνησες απέβλεπε μόνο στη δημιουργία εντυπώσεων.

Η απόφαση της Συγκλήτου του ΕΚΠΑ την οποία επικαλείσαι δεν υπεισέρχεται στις λεπτομέρειες των γεγονότων και στηρίχθηκε στην κρίση του πρύτανη κ. Θ. Πελεγρίνη, την οποία διαπιστώνω ότι εμπιστεύεσαι περισσότερο από τη δική μου μαρτυρία. Ίσως, δικαίως, δεδομένου ότι ο πρύτανης διοργάνωνε φιέστες αγανακτισμένων στα Προπύλαια με τον Νότη Μαριά και τη «Σπίθα». Αλλά ανέμενα ότι τουλάχιστον ως ιστορικός θα διέκρινες ανάμεσα σε πολιτική στάση και γεγονότα. Συνέχεια ανάγνωσης

Για την εισοδηματική στήριξη των ανέργων σε εποχή μαζικής ανεργίας και φτώχειας

Standard

της Μαρίας Καραμεσίνη

30 SILEΗ αλματώδης αύξηση της ανεργίας την τελευταία πενταετία έχει αναδείξει δραματικά τις ανεπάρκειες του συστήματος εισοδηματικής στήριξης των ανέργων στη χώρα μας,[i] που παραδοσιακά παρείχε για λίγους μήνες –το πολύ μέχρι δώδεκα– χαμηλού ύψους επιδόματα στους ασφαλισμένους κατά της ανεργίας μισθωτούς. Έτσι, το κύριο βάρος απορρόφησης των εισοδηματικών επιπτώσεων της ανεργίας, που από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μέχρι την τρέχουσα κρίση ήταν κυρίως γυναικεία και νεανική, έπεφτε στην οικογένεια. Η σταθερή απασχόληση του «άντρα-κουβαλητή» της οικογένειας υπήρξε το κεντρικό στοιχείο αυτού του οικογενειοκεντρικού μοντέλου προστασίας των ανέργων. Εξ ου και η ισχυρή νομοθετική προστασία των μισθωτών με συμβάσεις αορίστου χρόνου από τις απολύσεις, παρά τις διαφοροποιήσεις μεταξύ υπαλλήλων και εργατών. Η θεαματική άνοδος της συμμετοχής των γυναικών στην αμειβόμενη εργασία μετά το 1980 αναβάθμισε τον ρόλο τους στη σταθεροποίηση του οικογενειακού εισοδήματος και τη στήριξη των άνεργων μελών του νοικοκυριού.

Ήδη πριν την κρίση, οι ανεπάρκειες του συστήματος εισοδηματικής στήριξης των ανέργων αντανακλώνταν αφενός στον πολύ χαμηλό βαθμό κάλυψης των ανέργων από επιδόματα ή βοηθήματα που ήταν ένας από τους χαμηλότερους στην Ε.Ε., αφετέρου στο πολύ χαμηλό ποσοστό αναπλήρωσης του προηγούμενου μισθού από το επίδομα ανεργίας για τους δικαιούχους (από 1.1.2007 έγινε ενιαίο για όλους, και από 1.1.2008 αντιστοιχεί στο 55% του κατώτατου μισθού). Συνέχεια ανάγνωσης

Ο ανώτατος βαθμός του υποκόσμου

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου 

Έργο του Γκόγια, 1799

Έργο του Γκόγια, 1799

Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να πω κάτι για τις αθλιότητες Ζαρούλια σχετικά με τη  Μαριάννα Δραγασάκη. Και, πάνω από όλα, δεν θέλω να αναπαράγω τις αθλιότητες αυτές, καθώς  θεωρώ λάθος (και σε αυτή την περίπτωση και σε άλλες) να γινόμαστε, έστω και άθελά μας, αγωγοί  και αναμεταδότες της χυδαιότητας την οποία κατακρίνουμε. Άλλωστε, τα λόγια της Ελένης Ζαρούλια κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, πιθανότατα τα ξέρετε ήδη. Οι λάτρεις της αναδίφησης, ας βρουν και το πρωτότυπο (το πρωτοσέλιδο του Πρώτου Θέματος του 2007 — και ας σκεφτούμε, άλλη μια φορά, τη συμπόρευση, σε πολλαπλά επίπεδα, των Χρυσαυγιτών και του φύλλου του Θέμου Αναστασιάδη).

Όμως, αν εμείς από την Αυγή δεν έχουμε να πούμε πολλά, αν δεν χρειάζεται να πει τίποτα ο ίδιος ο Γιάννης Δραγασάκης και ο ΣΥΡΙΖΑ, θα θέλαμε να ακούσουμε να λένε, και μάλιστα να λένε πολλά, όλοι οι άλλοι: το προεδρείο της Βουλής, τα άλλα κόμματα, οι εφημερίδες και οι αναλυτές, ιδίως του συντηρητικού και δεξιού τόξου. Και, εκτός από το να λένε, να αντιληφθούν, επιτέλους, εκείνο που εδώ και καιρό πολλοί από αυτούς αρνούνται επίμονα να αντιληφθούν: ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι «το ένα άκρο» ούτε κάποιοι «δυνάμει σύμμαχοι», ούτε κάποιοι «χρήσιμοι ηλίθιοι» ούτε ένα «αναπόφευκτο κακό»· είναι μια νεοναζιστική συμμορία, που εφαρμόζεςι τις μεθόδους των συμμοριών και του υποκόσμου. Γιατί όλα, μα όλα, στη συγκεκριμένη τοποθέτηση της Ε. Ζαρούλια  παραπέμπουν ευθέως στη γλώσσα και τις μεθόδους εκβιασμού που χρησιμοποιούν οι συμμορίες: –Μη μας πας κόντρα, αλλιώς θα σου βγάλουμε τα «άπλυτα» στη φόρα, κι αν δεν έχουμε, θα βρούμε, ντε και καλά,  θα ανακαλύψουμε, θα φτιάξουμε για σένα, για τα παιδιά σου, για την οικογένειά σου. Ακούστε, αν δεν ακούσατε, την Ελένη Ζαρούλια, στη συγκεκριμένη επίθεση: αυτός είναι ο κόσμος, η φρασεολογία, το αποκρουστικό ήθος του υποκόσμου, με ή χωρίς το πρόσημο του νεοναζισμού. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Κούνεβα, το εργατικό ατύχημα και το οργανωμένο έγκλημα

Standard

Είδηση και σχόλιο

της Ελένης Βαρίκα

kouneva-1Στην Αυγή, στις 6 Ιουλίου, διαβάσαμε με μεγάλη ικανοποίηση την είδηση της καταδίκης της ΟΙΚΟΜΕΤ από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, που έκρινε την εταιρεία «ένοχη για το δολοφονικό βιτριόλι στην Κωσταντίνα Κούνεβα» και επιδίκασε το ποσό των 250.000 ευρώ, εκ των οποίων τα 80.000 αμέσως καταβλητέα.

Είναι πράγματι ελπιδοφόρο ότι, σε μια ατμόσφαιρα όπου η λέξη «δικαιοσύνη» ηχεί σαν κακόγουστο και απειλητικό αστείο στ’ αυτιά των καθημερινά αυξανόμενων συμπολιτών μας που γνωρίζουν την οργουελική μοίρα των unpersons, με τη συναίνεση ή αδιαφορία ενός μέρους της κοινωνίας, βρέθηκε ένα δικαστήριο που είχε το θάρρος να λάβει αυτή την απόφαση: δέχτηκε το αίτημα της συνδικαλίστριας και γραμματέα της Παναττικής Ένωσης Καθαριστριών και Οικιακού Προσωπικού (ΠΕΚΟΠ), μιας καθαρίστριας η οποία πλήρωσε τον αγώνα της για την αυτοοργάνωση και αντίσταση αυτής της περιφρονημένης και αόρατης στρατιάς απόβλητων και παριών στην οποία βρέθηκε να ανήκει, με την πιο βάρβαρη και ακραία σεξιστική απόπειρα κυριολεκτικής εξάλειψης της ίδιας της ανθρώπινης ιδιότητας της.

Κρίνοντας ότι η ΟΙΚΟΜΕΤ (εργολάβος εταιρεία καθαρισμού των σταθμών του ΗΣΑΠ) φέρει ευθύνη για τη δολοφονική επίθεση κατά της Κωσταντίνας Κούνεβα, το Μονομελές Πρωτοδικείο του Πειραιά αποδέχτηκε το αίτημα της αγωγής να αναγνωρίσει την επίθεση ως εργατικό ατύχημα. Η επίθεση (όπως επισημαίνει το δημοσίευμα, παραθέτοντας την επιχειρηματολογία της δικηγόρου της ενάγουσας) «έγινε αμέσως μετά την αποχώρηση της παθούσας από την εργασία της, και ενώ η εταιρεία είχε αρνηθεί την αλλαγή βάρδιας που ζητούσε επίμονα η Κ. Κούνεβα, έχοντας επισημάνει στους προϊσταμένους της τις διαδοχικές απειλές που δεχόταν για τη ζωή της λόγω της συνδικαλιστικής της δράσης». Συνέχεια ανάγνωσης

H Νίκη της Καλαμάτας

Standard

της Συντακτικής Ομάδας των Ενθεμάτων

Jason Oliva, «Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης», 2010

Jason Oliva,
«Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης», 2010

Η ανάκληση της άδειας για το φεστιβάλ της Χρυσής Αυγής και η μεγάλη αντιφασιστική πορεία στην Καλαμάτα αποτελούν γεγονός, όχι μόνο για την πόλη αλλά συνολικά για το αντιφασιστικό κίνημα. Αυτή η σπουδαία επιτυχία (γιατί περί αυτού ακριβώς πρόκειται) μας δείχνει πολλά.

Πρώτα πρώτα, ότι μπορούμε να πετύχουμε νίκες. Και στην Καλαμάτα το πετύχαμε χάρη στον συντονισμό πολλών παραγόντων: στη δραστηριοποίηση της τοπικής κοινωνίας, την πανελλαδική κινητοποίηση, τις διεθνείς αντιδράσεις, την πίεση στους φορείς, την κινηματική δράση. Και ας πούμε εδώ ένα μεγάλο μπράβο σε όλους όσους και όσες συντέλεσαν, και πρώτα απ’ όλα στους αντιφασίστες της Καλαμάτας, που με πάθος, αποφασιστικότητα αλλά και ορθοκρισία πρωτοστάτησαν στον αγώνα αυτό.

Μας δείχνει, ακόμα, ότι οι νεοναζί, παρά την απήχησή τους, παρά τις προσβάσεις τους στο κράτος και τις συνέργειες με τμήματά του, δεν είναι αήττητοι. Η Χρυσή Αυγή υπέστη μια σοβαρή ήττα με την ανάκληση της άδειας, από τον περιφερειάρχη, την Παρασκευή, ήττα που πήρε πανηγυρική διάσταση με την πορεία του Σαββάτου: πάνω από 2.000 διαδηλωτές — γεγονός πρωτοφανές για την πόλη! Η ήττα επισφραγίστηκε τις επόμενες μέρες, καθώς η Χρυσή Αυγή (εκτός από μια-δυο ανακοινώσεις), δεν έκανε τίποτα, μα απολύτως τίποτα για να διαμαρτυρηθεί. Άσχετα με το αν η στάση της οφείλεται σε σάστισμα, υπολογισμό, σχέδιο ή συνεννόηση, αυτό δεν αναιρεί το ότι έτσι η ήττα, στο συγκεκριμένο, είναι πλήρης.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι oι νεοναζί, και στην Καλαμάτα και αλλού, δεν θα επανέλθουν με προκλήσεις, ρατσιστικές επιθέσεις, κηρύγματα και πράξεις μίσους. Αλλά, όπως και να το κάνουμε, τα παλικάρια της φακής του Μιχαλολιάκου, που τρώνε σίδερα όταν έχουν απέναντί τους κανέναν μετανάστη, αδύναμο και δυστυχισμένο, λούφαξαν. Ευτυχώς, και είμαστε ασφαλώς πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό. Όπως έλεγε και η ανακοίνωση του Δικτύου για τα Κοινωνικά και Πολιτικά Δικαιώματα, για τα καμώματα του χρυσαυγίτη τοπικού βουλευτή Κουκούτση (που από το τηλέφωνο της Βουλής απειλούσε τους οργανωτές της πορείας), «οι ναζί, εκτός από καθάρματα, είναι και θρασύδειλοι καραγκιόζηδες». Συνέχεια ανάγνωσης

Τι ψάχνει η σύγχρονη λογοτεχνία στην ιστορία;

Standard

 Σκέψεις πάνω στο έργο της Μάρως Δούκα

της Άννας Μαρίας Δρουμπούκη

 

«Άτιμο πράγμα η Ιστορία. Πέφτει πάνω στη ζωή και την πλακώνει».

Σοφία Νικολαΐδου, Απόψε δεν έχουμε φίλους.[1]

Μάρω Δούκα

Μάρω Δούκα

Η ελληνική πεζογραφία τείνει τα τελευταία χρόνια να αναπτύξει μια προνομιακή σχέση με την ιστορική αναπαράσταση: Από τους διωγμούς των Εβραίων της Θεσσαλονίκης με την Εβραία Νύφη του Δαβέττα, τον Εμφύλιο και τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης μέχρι τις ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας και της Οδησσού, τον Εθνικό Διχασμό, το Βυζάντιο, τους Τουρκοκρητικούς (Αθώοι και φταίχτες, Μάρω Δούκα) και τον Αγώνα του 1821 (Ρέα Γαλανάκη). Η λίστα είναι μακρά, ιδιαίτερα για όσους από εμάς ασχολούμαστε με τη δεκαετία του ‘40: Πολιορκία, Ιαγουάρος του Κοτζιά, το Κιβώτιο του Αλεξάνδρου, το Πένθιμο Εμβατήριο του Πατατζή, η Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα της Ζέη ή η Κάθοδος των Εννιά και η Ορθοκωστά του Βαλτινού…

Συγγραφείς που θεωρήθηκε ότι «παρεκκλίνουν» και δεν ακολούθησαν τον δρόμο της υπεράσπισης των κομματικών ιδανικών στη γραφή τους, όπως ο Άρης Αλεξάνδρου και ο Δημήτρης Χατζής, έπιασαν το νήμα της ιστορίας, άλλοτε με συνέπειες και άλλοτε με προσωπικές ματαιώσεις. Ο πρώτος έγραψε τα ποιήματά του και το θεατρικό του έργο Αντιγόνη εκτοπισμένος στη Μακρόνησο και απομονωμένος από τους συνεξόριστούς του. Αρκετά χρόνια αργότερα, στο Παρίσι πια, έγραψε ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεότερης ελληνικής πεζογραφίας, το συγκλονιστικό Κιβώτιο. Όσο για τον Δημήτρη Χατζή, το διήγημά του «Ανυπεράσπιστοι», δημοσιευμένο στην Επιθεώρηση Τέχνης το 1964, προκάλεσε την αντίδραση του κομματικού μηχανισμού. Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος μας θυμίζει ότι ο ταγματάρχης του Δημοκρατικού Στρατού Ασπροπόταμος το χαρακτηρίζει «φιλολογικό φτύσιμο, που καλά θα ’κανε ο άκαπνος συγγραφέας να το κρατήσει για τον εαυτό του». Ο κομματικός «Λογοτεχνικός κύκλος» που συνεδρίασε εσπευσμένα έκρινε ότι το διήγημα «Ανυπεράσπιστοι» του Δ. Χατζή φανερώνει υποχώρηση του συγγραφέα στην πίεση της αστικής ιδεολογίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Ένας σαιξπηρικός κλόουν στην Άγρια Δύση

Standard

 της Έλενας Πατρικίου

elena-4«Τι είναι ένας νέγρος; Και, καταρχάς, τι χρώμα έχει;» Στους Νέγρους του Ζαν Ζενέ, οι μαύροι παίζουν τους λευκούς που παίζουν τους μαύρους. Oι εξουσιαζόμενοι μαύροι παίζουν τους εξουσιαστές λευκούς που παίζουν τους ταπεινωμένους μαύρους. Οι Νέγροι δεν είναι ένα έργο για τον ρατσισμό ή την αποικιοκρατία. Κι ο Μοναχικός καβαλάρης δεν είναι μια ταινία για τους Ινδιάνους και την κατάκτηση της μακρινής Δύσης. Δεν είναι γουέστερν· είναι μια ταινία πάνω στην αισθητική των γουέστερν. Δεν είναι ιστορική ταινία, είναι μια ταινία πάνω στην αισθητική που διαμόρφωσε ο κινηματογράφος για την αμερικανική ιστορία. Ο Μοναχικός καβαλάρης είναι μια παιχνιδιάρικη μετα-ταινία, που μιλάει πολύ σοβαρά (με τη θανάσιμη σοβαρότητα που μόνον ο παιγνιώδης καλλιτέχνης μπορεί να έχει) για το αμερικανικό παρόν. Και, ίσως, για το μέλλον όλων μας.

Οι «σοβαροί» κριτικοί κατηγόρησαν την ταινία για τον μη ρεαλιστικό τρόπο με τον οποίο αναπαριστά τον ινδιάνο πρωταγωνιστή της και για έλλειψη αυθεντικής «ινδιανικότητας». Αλλά η παγίδα της ταινίας βρίσκεται ακριβώς εδώ: παιγμένος από τον Ντεπ, μ’ αυτήν την εκπληκτική επιθανάτια μάσκα από ξεραμένο ασβέστη και κλοουνίστικες μαύρες γραμμές, και μ’ αυτό τον ανιστορικό κεφαλόδεσμο πάνω στον οποίο, αντί για φτερά αετών, βρίσκεται εγκατεστημένο ένα νεκρό κοράκι, ο Τόντο απέκτησε τη μόνη δυνατή υπόσταση που μπορεί να έχει ένας Ινδιάνος στον κινηματογράφο: απέκτησε αισθητική πραγματικότητα. Στο τηλεοπτικό πρωτότυπο του ’50, ο Τόντο έμοιαζε ντυμένος με αποκριάτικη στολή ερυθρόδερμου για σχολικές γιορτές της Ημέρας των Ευχαριστιών. Στην κινηματογραφική του επανερμηνεία, ο Τόντο του Ντεπ είναι η ενσάρκωση του απόλυτου κλόουν. Ο Τόντο του Ντεπ και του Βερμπίνσκι είναι ένας κλόουν που έχει επιζήσει από τη γενοκτονία των δικών του, που κουβαλάει το μέρος της ενοχής που του αναλογεί για τη γενοκτονία των δικών του. Αυτός ο Τόντο είναι η απάντηση ενός ηθοποιού στο ερώτημα του Αντόρνο: «Υπάρχει ποίηση μετά το Άουσβιτς;».

elena1Ασφαλώς ο Γκορ Βερμπίνσκι δεν ήθελε να φτιάξει ένα ριμέικ του τηλεοπτικού Lone Ranger: το κόκκινο μπαλόνι της πρώτης σκηνής είναι μια σαφής υπενθύμιση του Κόκκινου μπαλονιού του Albert Lamorisse. Το αγοράκι που μπαίνει στο λουναπάρκ ντυμένο καουμπόης και συναντάει τον γέρο Τόντο στην τέντα με τα ιστορικά ταμπλώ-βιβάν (σαν μεγεθυμένες εικόνες από View-Master) είναι ο μόνος «σοβαρός» πρωταγωνιστής της ταινίας και ταυτόχρονα ο υποδειγματικός θεατής της. Το αγόρι «πετάει» πάνω από την σύγχρονη αμερικάνικη ζωή, κρατώντας ως «κόκκινο μπαλόνι» την διήγηση του Τόντο για το αμερικάνικο παρελθόν. Αλλά ο αυτός ο γερασμένος Τόντο δεν είναι ένα εθνολογικό κατάλοιπο, είναι ένας κλόουν του Λούνα Παρκ. Τι είναι σήμερα ένας Ινδιάνος, ένα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος απομεινάρι, ό,τι διασώθηκε από την βία της αποκοιοκρατίας και των ιδεολογικών χειρισμών της, ή ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να πει την αλήθεια, μια αλήθεια που για να είναι αληθινή πρέπει να είναι ειρωνική; Δεν είναι ο Ινδιάνος, προκειμένου να είναι αληθινός τουλάχιστον καλλιτεχνικά, ο απόλυτος κλόουν;

Το μακιγιάζ του γέρου Τόντο, κάτω από το οποίο δεν έχει μείνει ίχνος από την ώριμη καλλονή του Ντεπ, κατακρίθηκε επίσης ως ακραίο. Αλλά ακριβώς αυτή η οφθαλμοφανής αντιρεαλιστικότητα σε τι άλλο μπορεί να παραπέμπει παρά στο μακιγιάζ του Ντάστιν Χόφμαν γέροντα μιξο-Ινδιάνου από το Μεγάλο ανθρωπάκι του Άρθουρ Πεν; Το «μεγάλο ανθρωπάκι» είναι ο λευκός που έγινε Ινδιάνος, ο Ινδιάνος που επέζησε της μεγάλης σφαγής, ο άνθρωπος που δεν έχει πια φυλή. Συνέχεια ανάγνωσης