H μονιμότητα βασικό αίτημα του αστικού εκσυγχρονισμού επί Βενιζέλου
του Νίκου Ποταμιάνου
Το «ταμπού» της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να σπάσει, έχει επανειλημμένα τονίσει ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, αλλά και ένας ευρύτατος κύκλος πολιτικών και αναλυτών. Οι πρώτες απολύσεις έγιναν με το κλείσιμο της ΕΡΤ, ενώ την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές μπορούμε ακόμα να ελπίζουμε ότι δεν θα απολυθούν τελικά εκπαιδευτικοί, καθαρίστριες, σχολικοί φύλακες και δημοτικοί αστυνομικοί που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα.
Οι απολύσεις από το δημόσιο, πέρα από τον στόχο της μείωσης όσων δαπανών δεν κατευθύνονται στην αποπληρωμή του δημόσιου χρέους, παρουσιάζονται ως μέτρο δικαιοσύνης, κατάργησης ενός αδικαιολόγητου «προνομίου» που απολαμβάνουν ανίκανα «βύσματα», τη στιγμή που στον ιδιωτικό τομέα κυριρχεί η μαζική ανεργία. Το ότι η εξίσωση γίνεται προς τα κάτω, το ότι στην κατάργηση της μονιμότητας στο δημόσιο συμπυκνώνεται η κατάργηση του δικαιώματος στη μόνιμη και σταθερή εργασία εν γένει, τείνουν δυστυχώς να το παραβλέπουν πολλά από τα θύματα των μνημονιακών πολιτικών, παραδομένα σε μια πολιτική της μνησικακίας.
Tα ιερά και τα όσια του αστικού εκσυγχρονισμού
Πώς προέκυψε όμως η επάρατος μονιμότητα; Εδώ υπάρχει κάποια αμηχανία, καθώς θα πρέπει να θιγούν τα ιερά και τα όσια του αστικού εκσυγχρονισμού: ο ίδιος ο Βενιζέλος (ο Ελευθέριος, προφανώς), βασικός και αναντικατάστατος κρίκος στην πάλη μεταξύ εκσυγχρονισμού και λαϊκισμού, που αποτελεί την κυρίαρχη αφήγηση για τη νεοελληνική ιστορία. Η θέσπιση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων στο Σύνταγμα του 1911, από μια Βουλή που ήλεγχε πλήρως το Κόμμα των Φιλελευθέρων, αποτελεί ένα αίνιγμα για τους σημερινούς εκσυγχρονιστές (που, και όταν δεν είναι οι ίδιοι ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού, κινούνται σαφώς εντός των ορίων που θέτει η νεοφιλελεύθερη συναίνεση). Ακόμα και έγκυροι ιστορικοί, λοιπόν, αποδίδουν τη θέσπιση της σ’ ένα πνεύμα λαϊκισμού που χαρακτήρισε τα χρόνια του κινήματος στο Γουδί και με το οποίο ο Βενιζέλος αναγκάστηκε σ’ ένα βαθμό να συμβιβαστεί. Ο Γιώργος Δερτιλής το 1993 συγκατέλεγε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων στις «αντιπαροχές» που λάμβαναν τα μικροαστικά στρώματα από το κράτος έναντι της υπερφορολόγησής τους και συνέδεσε την καθιέρωσή της με την έκρηξη των μικροαστών το 1909 ενάντια στους φόρους.[1] Πρόσφατα, ο Γιώργος Μαυρογορδάτος αντιπαρέθεσε στον Βενιζέλο του 1911 αυτόν του 1928-32, ο οποίος πλέον «δυσφορούσε για τις συνέπειες της μονιμότητας» και εξήγγειλε τη μείωση των δημοσίων υπαλλήλων – ενώ «ήταν ο μόνος που έκλεισε δεκάδες σχολεία της μέσης εκπαίδευσης».[2] Συνέχεια ανάγνωσης