Σαράντα χρόνια μετά την «Ώρα μηδέν»

Standard

του Πολυμέρη Βόγλη

Aφίσα του Σπύρου Ορνεράκη, για το δημοψήφισμα του 1974

Aφίσα του Σπύρου Ορνεράκη, για το δημοψήφισμα του 1974

Όταν η δικτατορία κατέρρεε, τον Ιούλιο του 1974, μαζί της κατέρρεε και ένα μοντέλο εξουσίας που είχε οικοδομηθεί στη μεταπολεμική Ελλάδα. Ένα μοντέλο εξουσίας που στηριζόταν στον πολιτικό αποκλεισμό, την ιδεολογία της «εθνικοφροσύνης» και του αντικομμουνισμού, την ισχύ των εξωκοινοβουλευτικών πόλων εξουσίας (στρατός, βασιλιάς, ΗΠΑ) και στη χειραγώγηση της κοινωνίας. Η δικτατορία των συνταγματαρχών αποτελούσε την πιο ακραία εκδοχή αυτού του μοντέλου εξουσίας, του οποίου οι συνέπειες ήταν εξίσου ακραίες. Το μοντέλο αυτό κλονίστηκε τον Νοέμβριο του 1973 και για να σταθεροποιηθεί κατέφυγε στη πιο βίαιη και αιματηρή καταστολή διαμαρτυρίας που έχει συμβεί στα μεταπολεμικά χρόνια. Τον Ιούλιο του 1974 το μοντέλο αυτό χρεοκόπησε με τον πιο εμβληματικό τρόπο, καθώς έφερε στην επιφάνεια μια πραγματικότητα που ήταν η αντίστροφη από αυτήν που είχε κατασκευαστεί επί μια εικοσιπενταετία: οι «εθνικόφρονες» ήταν υπεύθυνοι για μια εθνική καταστροφή, ο στρατός όχι μόνο δεν είχε σώσει το έθνος αλλά είχε υποστεί ταπεινωτική ήττα, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν κρατήσει τη στάση του πιστού συμμάχου αλλά του ουδέτερου στην τουρκική εισβολή.

Η 24η Ιουλίου ήταν η «ώρα μηδέν» για την Ελλάδα. Η λαϊκή οργή για την επτάχρονη δικτατορία, τη στρατιωτική ήττα και την κατοχή εδαφών στην Κύπρο από τα τουρκικά στρατεύματα, σε συνδυασμό με το κενό που δημιουργούσε η κατάρρευση της Χούντας εν μέσω απουσίας οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων απειλούσαν να υπονομεύσουν τα θεμέλια του καθεστώτος. Χρειαζόταν μια ρήξη με το παρελθόν, με το προηγούμενο μοντέλο εξουσίας. Η δημοκρατία δεν μπορούσε απλώς να «αποκατασταθεί», δεν αρκούσε το πολιτικό σύστημα να επανέλθει στην προδικτατορική συνθήκη· η δημοκρατία έπρεπε να επανιδρυθεί.

Η Μεταπολίτευση είναι η επαναθεμελίωση του πολιτικού συστήματος στη βάση της διεύρυνσης της κοινωνικής νομιμοποίησης. Το πολιτικό σύστημα έπρεπε να θεμελιωθεί σε ένα μοντέλο εξουσίας που δεν θα στηριζόταν στον αυταρχισμό και τον αποκλεισμό, όπως συνέβαινε μέχρι τότε, αλλά στη συναίνεση, την ενσωμάτωση και τη συμμετοχή. Σε αυτό το νέο μοντέλο οι εξωκοινοβουλευτικοί πόλοι εξουσίας αποδυναμώθηκαν ή και εξουδετερώθηκαν οριστικά ως τέτοιοι. Η μοναρχία καταργήθηκε και ο στρατός υποχρεώθηκε να περιοριστεί στους στρατώνες και να μη αναμειγνύεται στην πολιτική. Η αμερικανική επιρροή εξισορροπήθηκε μέσα από τα ανοίγματα των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», στις αραβικές χώρες και κυρίως με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η οποία τότε προβαλλόταν ως ο τρίτος πόλος απέναντι στις δύο υπερδυνάμεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Μεταπολίτευση μέσα από τις περιπέτειες του ελληνικού Πανεπιστημίου

Standard

του Χρήστου Χατζηιωσήφ

Οδός Πανεπιστημίου, 24 Ιουλίου 1974. Πανηγυρισμοί για την πτώση της Χούντας

Οδός Πανεπιστημίου, 24 Ιουλίου 1974. Πανηγυρισμοί για την πτώση της Χούντας

Στις 24 Ιουλίου 1974, χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη χώρα βγήκαν στους δρόμους για να πανηγυρίσουν την πτώση της χούντας. Στα χρόνια που ακολούθησαν, μέχρι τις μέρες μας, η στιγμή της γένεσης της σύγχρονης ελληνικής δημοκρατίας είθισται να εορτάζεται με τρόπο ψυχρό, με πλήρη απουσία του δήμου, σαν να αφορούσε μόνο τους επώνυμους που συνωστίζονται στη δεξίωση που δίνεται στους κήπους του προεδρικού μεγάρου (που και αυτή καταργήθηκε το 2013) και τους συντάκτες των επετειακών αφιερωμάτων των κυριακάτικων εφημερίδων. Αντίθετα, η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου γιορτάστηκε μαζικά από τον πρώτο χρόνο, έστω και ετεροχρονισμένα (λόγω των πρώτων δημοκρατικών εκλογών, στις 17 Νοεμβρίου 1974), συγκεντρώνοντας πλήθη πολιτών. Ανεξάρτητα από το πώς έβλεπε τα γεγονότα του 1973 ο κάθε νέος, οι πολίτες και οι οργανώσεις που συμμετείχαν –και εξακολουθούν να συμμετέχουν– στον εορτασμό, είναι αναμφισβήτητο ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν το αποφασιστικό στοιχείο που οδήγησε στην πτώση της χούντας, καθώς ματαίωσε τη μετεξέλιξη του δικτατορικού καθεστώτος σε «κηδεμονευόμενη» δημοκρατία, προοπτική με την οποία είχε συμβιβαστεί μεγάλο μέρος των πολιτικών δυνάμεων που αντιμάχονταν ή απλώς αντιπολιτεύονταν τη δικτατορία. Αποκλειόμενης της μετεξέλιξης του καθεστώτος, η έξοδος ήταν πλέον δυνατή μόνο με την πλήρη κατάρρευσή του, καθώς αδυνατούσε να διαχειριστεί τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που προϋπήρχαν μεν, αλλά τα όξυνε η διεθνής οικονομική κρίση του 1973. Συνέχεια ανάγνωσης

Από τη Βαϊμάρη στη Μεταπολίτευση: Οι ιστορικές αναλογίες και η αναζήτηση του Ηγέτη

Standard

του Κωστή Καρπόζηλου

Αφίσα του Αλέξη Κυριτσόπουλου, για το δημοψήφισμα του 1974

Αφίσα του Αλέξη Κυριτσόπουλου, για το δημοψήφισμα του 1974

Την προηγούμενη Κυριακή, 20 Ιουλίου 2014, Η Καθημερινή και Το Βήμα δημοσίευσαν το δελτίο Τύπου του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής» για την πτώση της δικτατορίας και τη μετάβαση της Ελλάδας στη δημοκρατία. Η προβεβλημένη τυπογραφικά δημοσίευση, όχι στριμωγμένη σε μονόστηλο, ξεχωρίζει, καθώς αποτελεί τη μοναδική ανακοίνωση που συνόδευσε τα αφιερωματικά κείμενα γύρω από τα γεγονότα της Κύπρου και την πολιτειακή μεταβολή. Η σημειολογία είναι σαφής: Μεταπολίτευση ίσον Καραμανλής. Η μορφή του πρωθυπουργού της κυβέρνησης εθνικής ενότητας κυριαρχεί. Στις φωτογραφίες και στις λεζάντες, στους τίτλους και στα κύρια άρθρα, η ανάλυση της ιστορικής μεταβολής διανθίζεται με υμνητικές αναφορές στον «παράκλητο των Ελλήνων» ή εικόνες βγαλμένες από τη γλώσσα των σχολικών εκθέσεων: κατά τον εκδότη του Βήματος Σταύρο Π. Ψυχάρη ο Καραμανλής «στέκεται [στο βάθρο της Ιστορίας] πλάι στον Ελευθέριο Βενιζέλο και του χαμογελά ανταγωνιστικά». Η σύγκληση των πάλαι ποτέ ανταγωνιστικών εκφραστών της παραδοσιακής Δεξιάς και του πάντα ανήσυχου, και μονίμως συντηρητικού, Κέντρου αντανακλά την ανάδυση ενός νέου τρόπου ανάγνωσης της Μεταπολίτευσης: η σύνθετη και κυρίως απρόβλεπτη μετάβαση στην Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία μετατρέπεται σε μια γραμμική αφήγηση γεγονότων στα οποία δεσπόζει η μορφή ενός ισχυρού άνδρα.

Αφίσα της Νέας  Δημοκρατίας για τη Μεταπολίτευση, 2014

Αφίσα της Νέας Δημοκρατίας για τη Μεταπολίτευση, 2014

Ο «Καραμανλής αποκαθιστά τη δημοκρατία» ήταν ο πρωτοσέλιδος –και δηλωτικός στην ενεργητική του σύνταξη– τίτλος της Καθημερινής, ενώ λίγες μέρες μετά η μορφή του Καραμανλή δέσποζε στην εικαστικά άψογη αφίσα της Νέας Δημοκρατίας με την οποία πληροφορούμαστε ότι «η Νέα Μεταπολίτευση ξεκίνησε».

Η αναδρομική προσωπολατρία είναι ένα ακόμα σύμπτωμα της δημοφιλίας των ιστορικών αναλογιών στον ελληνικό 21ο αιώνα. Αφού στα χρόνια της κρίσης ο παραλληλισμός της Ελληνικής Δημοκρατίας με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης δοξάστηκε και εξαντλήθηκε προκειμένου να συγκροτηθεί το περίφημο συνταγματικό τόξο, η μετάβαση στην εποχή της αυταρχικής σταθερότητας αντλεί το πρότυπό της από τις ηγετικές μορφές, οι οποίες, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη και με τρόπους συχνά αντιδημοφιλείς, μετασχηματίζουν τις ιστορικές κρίσεις σε αφετηρίες εθνικής αναγέννησης. Η αναζήτηση της ισχυρής προσωπικότητας του παρελθόντος –του Μεγάλου Έλληνα του τηλεοπτικού ΣΚΑΙ το 2009– εξυπηρετεί τις σύγχρονες πολιτικές αναγκαιότητες: η Ιστορία επιστρέφει στα γνώριμα μονοπάτια των «προσωπικοτήτων» και η πορεία τους μετατρέπεται σε μια παραβολή για τις συλλογικές δυνατότητες και αδυναμίες του «έθνους». Συνέχεια ανάγνωσης

Η επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα συσκοτίζει τα κεντρικά ζητήματα: τον ρατσισμό, την κατοχή, τον αποικισμό

Standard

του Ρασίντ Καλίντι

μετάφραση: Δημήτρης Ιωάννου

Σαλβαντόρ Νταλί, "Αταβιστικό δειλινό"

Σαλβαντόρ Νταλί, «Αταβιστικό δειλινό»

Ακόμα μία επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα, και βρισκόμαστε μπροστά σε νέους αντιπερισπασμούς. Aντιπερισπασμοί που περιλαμβάνουν μια εμμονική εστίαση στα βάσανα του Ισραήλ και, σε σύνδεση με αυτήν, μια επιμονή στην ισοδυναμία: στο ότι είναι ισοδύναμες αφενός οι εντατικές ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές σε μια μικρή και πυκνοκατοικημένη λωρίδα γης οι οποίες έχουν σκοτώσει εκατοντάδες Παλαιστίνιους μέχρι τώρα –οι περισσότεροι άμαχοι– και, αφετέρου, οι παλαιστινιακές ρουκέτες που συχνά αστοχούν, οι οποίες φτάνουν μεν σε μακρινούς στόχους, αλλά δεν έχουν τραυματίσει μέχρι στιγμής κανέναν Ισραηλινό [σημ.: το άρθρο δημοσιεύθηκε στις 10.7.2014]. Μαζί με αυτούς τους αντιπερισπασμούς έχουμε και την πλήρη εξάλειψη τόσο του γενικού πλαισίου όσο και της συγκυρίας. Του γενικού πλαισίου: το ότι οι Παλαιστίνιοι υφίστανται σχεδόν πέντε δεκαετίες παράνομης κατοχής, αποικισμού, υποταγής και εξευτελισμού. Της συγκυρίας: το ότι δυο νεαροί Παλαιστίνιοι είχαν δολοφονηθεί εν ψυχρώ από τον ισραηλινό στρατό τον Μάιο, έναν μήνα πριν από την απαγωγή και τη δολοφονία των τριών Ισραηλινών εποίκων. Ή το γεγονός ότι το Ισραήλ ξεκίνησε μια μαζική επιχείρηση έρευνας και καταστροφής για τη Χαμάς στη Δυτική Όχθη πολύ προτού εκτοξευθούν οι πρώτες ρουκέτες από τη Γάζα. Ή το ότι, όπως επιβεβαίωσαν ισραηλινές πηγές, η Χαμάς προσπαθούσε για μέρες να αποτρέψει άλλες ομάδες από την εκτόξευση ρουκετών από τη Γάζα, ακόμα και την ώρα που εξελισσόταν η επιχείρηση που μάζευε τους υποστηρικτές της κατά εκατοντάδες. Οι αντιπερισπασμοί είναι ασφαλώς απαραίτητοι για να μας αποσπάσουν την προσοχή από αυτό που πραγματικά συμβαίνει: το καθεστώς κατοχής και το κολασμένο σχέδιο εποικισμού που αυτό υπηρετεί λειτουργούν με τις μηχανές στο φουλ, τη στιγμή που ο ρατσισμός και οι τραμπούκικες προκλήσεις κατά των Αράβων εξαπλώνονται σε ολοένα και ευρύτερα τμήματα της ισραηλινής κοινωνίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Δεν υπάρχουν νικητές στους πολέμους, μόνο ερείπια

Standard

Κύπρος: Σαράντα χρόνια από τον Ιούλιο του 1974-2

της Ζεχρά Σενγκίς

Xένρυ Μουρ, "Δύο όρθιες μορφές"

Xένρυ Μουρ, «Δύο όρθιες μορφές»

H 20ή Ιουλίου του 1974 στην Κύπρο αποτελεί μια μνήμη τραυματική για τις δυο κοινότητες του νησιού. Ήμουν τότε δεκάξι χρονών κορίτσι, ζούσα στη Λάρνακα και δεν είχα ιδέα γιατί ερχόταν ο θάνατος.

Ήταν η μέρα του τρόμου. Μια μέρα γεμάτη λύπη και αγωνία για την οικογένεια, τον πατέρα και τον αδελφό μου που δεν ήταν στο σπίτι. Ο θάνατος· παντού κυριαρχούσε ο θάνατος. Οι εφιάλτες με κατέκλυζαν.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, ποτέ δεν ένιωσα χαρά για τον πόλεμο, καθώς μάθαινα για τους αγνοούμενους και τους πολυάριθμους ανθρώπους που σκοτώθηκαν. Η οικογένειά μου αισθανόταν ευγνωμοσύνη για την Τουρκία που παρενέβη και σταμάτησε τον πόλεμο στο ξεκίνημά του· αλλά εμένα ο φόβος δεν με εγκατέλειψε πια ποτέ, καθώς συνειδητοποιούσα ότι η Τουρκία έφερε τα στρατεύματά της και άρχισε να εγκαθιστά Τούρκους στο νησί, στις ιδιοκτησίες των Ελληνοκυπρίων — κάτι που, για μένα, σήμαινε διαιώνιση του πολέμου. Ήμουν μέλος μιας τραυματισμένης κοινωνίας που έζησε βαθιά το τραύμα, αλλά, ταυτόχρονα, η εμπειρία του πολέμου μου έδωσε τη δυνατότητα να αντιληφθώ τι συμβαίνει σε όλο τον πλανήτη.

Μπόρεσα να δω, με καθαρό μυαλό, ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να ξεκινήσει ο πόλεμος. Υπήρχαν όμως δυνάμεις έτοιμες να διαπράξουν εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα: οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (και ανάμεσά τους, ας μην το ξεχνάμε, η Ελλάδα και η Τουρκία), που πυροδοτούν τις συγκρούσεις. Πρέπει να τις σταματήσουμε. Συνέχεια ανάγνωσης

1964 ή 1974; Πότε αρχίζει το μέτρημα;

Standard

Κύπρος: Σαράντα χρόνια από τον Ιούλιο του 1974-1

 του Κωστή Αχνιώτη

Φράνσις Μπέικον, από το τρίτπτυχο "Σταύρωση", 1965

Φράνσις Μπέικον, από το τρίτπτυχο «Σταύρωση», 1965

Την περασμένη Τρίτη το απόγευμα πήγα σε μια εκκλησιαστική σύναξη των κατοίκων ενός κατεχόμενου χωριού, του Δικώμου, στην επαρχία Κερύνειας. Για την ακρίβεια, επρόκειτο για μια σύναξη των αριστερών του χωριού, στους οποίους μίλησε ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Δημήτρης Χριστόφιας, που κατάγεται από το Δίκωμο. Φυσικά αρκετός κόσμος εντυπωσιάζεται από το ότι αυτές οι συνάξεις γίνονται σε εκκλησίες και οι ομιλίες μετά από λειτουργίες, το αναφέρω όμως, γιατί βρήκαμε ήδη ένα σημείο της ελληνοκυπριακής πολιτικής συμπεριφοράς που δεν άλλαξε από το 1974 (και από πολύ πιο πριν).

Στην αυλή της εκκλησίας, όπου στεκόταν αρκετός κόσμος, έλαχε να παρακολουθήσω μια συζήτηση, όπου κάποια άτομα αναπολούσαν μνήμες. Μεταξύ άλλων, τη σύλληψη αριστερών του χωριού από Εοκαβητατζήδες συγχωριανούς τους κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος. Ένας εξ αυτών διαμαρτυρόταν που ο Μακάριος είχε δώσει τότε «κλάδο ελαίας» και αναλογιζόταν αν θα μπορούσε ο καθένας να καταγγείλει, έστω και τώρα, τον κάθε πραξικοπηματία που τον έβλαψε. Αυτό που είναι μέχρι σήμερα παράνομο, είπε κάποιος άλλος, είναι να καταγγείλεις τον «κλάδο ελαίας» του Μακαρίου, πολιτική που έγινε δεκτή από όλες τις κομματικές ηγεσίες τότε.

Το 1974 σημάδεψε ανεξίτηλα κάθε Κύπριο. Για να είμαστε όμως πιο σωστοί, οι Τουρκοκύπριοι δεν μετρούν από το 1974, αλλά από το 1964, χρονιά κατά την οποία άρχισαν οι δικοινοτικές ταραχές και ο εγκλωβισμός των Τουρκοκυπρίων στους θύλακες. Η εθνικιστική πλευρά της κάθε κοινότητας προσπαθεί να σχετικοποιήσει το ’64 ή το ’74, αναλόγως.

Στην περίπτωση μου, στην ηλικία των 22 ετών, η πολιτική «ανακάλυψη» που έκανα αφορούσε τη συνεργασία του ΑΚΕΛ με τον τότε Αρχιεπίσκοπο και Πρόεδρο Μακάριο. Ήταν μια συμμαχία που παρουσιαζόταν –και έμοιαζε– ως «ατσάλινη ασπίδα» έναντι οποιουδήποτε πραξικοπήματος, το οποίο άλλωστε αναμενόταν (είχαν γίνει και προηγούμενες απόπειρες). Αυτή όμως η «ανακάλυψη» έμεινε θέμα περιθωριακό και το ΑΚΕΛ συνέχισε να συνεργάζεται με τη λεγόμενη πατριωτική Δεξιά, αναμένοντας την επίλυση του Κυπριακού και την ωρίμανση του καπιταλισμού, τα οποία δυστυχώς σάπισαν και τα δύο, βυθίζοντας τον κυπριακό λαό στη μνημονιακή απόγνωση και στο πολιτικό αδιέξοδο. Συνέχεια ανάγνωσης

Γιατί πρέπει να φύγω από το Ισραήλ

Standard

του Σαγιέντ Κασούα

μετάφραση: Μάνια Μεζίτη

Έργο του Ένβαρντ Μυνκ

Έργο του Ένβαρντ Μυνκ

Σε λίγο καιρό φεύγω. Σε μερικές μέρες αφήνουμε την Ιερουσαλήμ, αφήνουμε τη χώρα. Εχθές αγοράσαμε βαλιτσούλες για τα παιδιά. Δεν χρειάζεται να πάρουμε μαζί μας πολλά ρούχα˙ θ’ αφήσουμε εδώ τα χειμωνιάτικα. Σίγουρα δεν θα είναι αρκετά ζεστά για ν’ αντιμετωπίσουν το κρύο του Νότιου Ιλλινόις των Η.Π.Α. Θα χρειαστούμε μόνο λίγα πράγματα μέχρι να τακτοποιηθούμε. Ίσως τα παιδιά να έπαιρναν μαζί τους λίγα βιβλία, δυο-τρία στα αραβικά και μερικά στα εβραϊκά, ώστε να μην ξεχάσουν τις γλώσσες. Δεν είμαι όμως σίγουρος τι θέλω να θυμούνται τα παιδιά μου από αυτό εδώ το μέρος, το τόσο αγαπημένο και τόσο καταραμένο.    

Το αρχικό σχέδιο ήταν να φύγουμε σε ένα μήνα από τώρα με σαββατική άδεια. Την περασμένη βδομάδα όμως συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ. Έτσι ζήτησα από τον ταξιδιωτικό πράκτορα να μας βγάλει από τη χώρα όσο το δυνατόν γρηγορότερα, και «σας παρακαλώ» του είπα, «τα εισιτήρια να είναι χωρίς επιστροφή». Σε λίγες μέρες θα είμαστε στο Σικάγο και ακόμη δεν ξέρω πού θα μείνουμε τον πρώτο καιρό, αλλά σιγά-σιγά θα τακτοποιηθούμε.  

Έχω τρία παιδιά: μια κόρη δεκατεσσάρων χρονών και δύο γιούς, ο ένας εννέα και ο άλλος τριών. Μένουμε στη Δυτική Ιερουσαλήμ. Είμαστε η μοναδική αραβική οικογένεια στη γειτονιά, στην οποία μετακομίσαμε πριν από έξι χρόνια. «Επιτρέπεται να διαλέξεις μόνο δύο παιχνίδια» είπαμε στα εβραϊκά στο μικρότερο παιδί μας, το οποίο στεκόταν στη μέση του δωματίου του κοιτάζοντας επίμονα τα κουτιά με τα παιχνίδια του. Όμως, παρά τις διαβεβαιώσεις μας ότι θα του αγοράσουμε ό,τι τραβάει η ψυχή του όταν θα πάμε στην Αμερική, εκείνο άρχισε να κλαίει.

Έπρεπε κι εγώ να αποφασίσω τι θα πάρω μαζί μου. «Επιτρέπεται να πάρω μόνο δύο βιβλία» μονολόγησα ενώ στεκόμουν μπροστά στη βιβλιοθήκη του γραφείου μου. Το ένα θα είναι τα ποιήματα του Μαχμούτ Νταρουίς και το άλλο μια συλλογή διηγημάτων του Χαλίλ Γκιμπράν. Όλα τα βιβλία που έχω είναι στα εβραϊκά. Από τα δεκατέσσερά μου και μετά διάβασα ελάχιστα βιβλία στα αραβικά. Συνέχεια ανάγνωσης

Γιατί η τέχνη είναι επικίνδυνη

Standard

του Ντόναλντ Πρετσιόζι

 μετάφραση: Άννυ Μάλαμα

Η Ιστορία της Τέχνης (διεύθυνση σύνταξης:   Νίκος Δασκαλοθανάσης, συντακτική ομάδα: Παναγιώτης Ιωάννου, Τιτίνα Κορνέζου, Άννυ Μάλαμα) είναι ένα περιοδικό καινούργιο και αξιοπρόσεκτο. Αξιοπρόσεκτο, καθώς αποτελεί σήμερα το μοναδικό ελληνικό περιοδικό με εξειδίκευση στην ιστορία και τη θεωρίας της τέχνης, ενώ ταυτόχρονα ο ακαδημαϊκός και ερευνητικός προσανατολισμός του δεν το οδηγεί σε ένα ύφος περίκλειστο, στρυφνό και απροσπέλαστο. Από το δεύτερο τεύχος (καλοκαίρι 2014), που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες, με πλούσια ύλη δημοσιεύουμε το άρθρο του Donald Preziosi, ομότιμου καθηγητή του Τμήματος Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες (UCLA). Ο Preziosi είναι γνωστός κυρίως για τις δημοσιεύσεις του που αφορούν ζητήματα μεθοδολογίας και ιστοριογραφίας [Rethinking Art History: Meditations on a Coy Science, 1989· The Art of Art History: A Critical Anthology (επιμ.), 1998], ιδίως σε σχέση με τη διεύρυνση των ορίων της ιστορίας της τέχνης προς πεδία όπως η σημειολογία ή η μουσειολογία.

Στρ.  Μπ.

Ewa Partum, ασπρόμαυρη φωτογραφία, από την περφόρμανς Αυτο-ταυτότητα, Βαρσοβία, 1980 (από τον κατάλογο της έκθεσης, σ. 134, εικ. 3).

Ewa Partum, ασπρόμαυρη φωτογραφία, από την περφόρμανς Αυτο-ταυτότητα, Βαρσοβία, 1980 (από τον κατάλογο της έκθεσης, σ. 134, εικ. 3).

Ακριβώς επάνω από την είσοδο της έκθεσης με τίτλο Υποσχέσεις του παρελθόντος: μια ασυνεχής ιστορία της τέχνης στην πρώην Ανατολική Ευρώπη (Les Promesses du passé. Une histoire discontinue de l’art dans l’ex-Europe de l’Est, Centre Pompidou, Παρίσι, Απρίλιος-Ιούλιος 2010, επιμέλεια: Christine Macel, Joanna Mytkowska), ο επισκέπτης διάβαζε τον ισχυρισμό ότι η λειτουργία της τέχνης είναι να κάνει τον κόσμο καλύτερο· καλύτερο απ’ ό,τι μας φαίνεται σήμερα.

Július Koller, Ιδέα-έννοια• σοσιαλιστικό έργο (αντι-ζωγραφική), 1972, λάτεξ σε καμβά (από τον κατάλογο της έκθεσης, σ. 103, εικ. 4).

Július Koller, Ιδέα-έννοια• σοσιαλιστικό έργο (αντι-ζωγραφική), 1972, λάτεξ σε καμβά (από τον κατάλογο της έκθεσης, σ. 103, εικ. 4).

Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει την ίδια στιγμή ότι αυτό που η τέχνη δημιουργεί, ίσως είναι ένας χειρότερος κόσμος – χειρότερος απ’ ό,τι φαίνεται σήμερα, ή, εν πάση περιπτώσει, κάθε άλλο παρά όπως θα τον θέλαμε. Η τέχνη είναι και τα δύο: βελτίωση, ανάταξη και ανοικοδόμηση — τόσο ως δημιουργική «κοσμο-κατασκευή» (world-making) όσο και ως καταστροφή και αποστροφή σε σχέση με αυτό που φαντάζονται ότι είναι ο κόσμος όσοι κατέχουν –ή ποθούν– την εξουσία· δόμηση και αποδόμηση εκείνου που θεωρούμε πραγματικό ή φυσικό.

Πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό; Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε ένα τέτοιο παράδοξο;

Η τέχνη θεωρείται από παλιά επικίνδυνη για τη σταθερότητα της κοινωνίας και της επιθυμητής –ή της φερόμενης ως ιδανικής– τάξης της. Πράγματι, 2.500 χρόνια πριν, σ’ ένα κείμενο που σήμερα μάς είναι γνωστό ως Πολιτεία, ο Πλάτωνας έκρινε σκόπιμη την εκδίωξη των μιμητικών τεχνών από την ιδανική κοινωνία, εξαιτίας της αποπροσανατολιστικής τους επίδρασης επί των πολιτών. Όσο δυναμικά και όμορφα κι αν ήταν, όσο κι αν συνέβαλλαν στην πνευματική ανάταση ή τη βελτίωση της ζωής, τα έργα τέχνης είχαν, δυνητικά, τον τρόπο να κάνουν τα άτομα να φαντάζονται την πραγματικότητα διαφορετική από εκείνη που προωθούσαν ως αληθινή ή φυσική όσοι κατείχαν –ή ποθούσαν– την εξουσία. Ο Πλάτωνας σε καμία περίπτωση δεν ήταν ο μόνος ή ο μοναδικός που υιοθετούσε μια τέτοια άποψη, είτε στη δική του είτε σε άλλες κοινωνίες, στην αρχαία ή τη νεότερη εποχή· τα κείμενά του, ωστόσο, μας δίνουν τη δυνατότητα να κατανοήσουμε σε βάθος την κοινωνική λογική αυτής της οπτικής. Το απλούστερο και συναρπαστικότερο σκεπτικό της έχει ως εξής: η συνειδητοποίηση τής καλλιτεχνικής διάστασης (artistry) του έργου τέχνης –το γεγονός δηλαδή ότι πρόκειται για προϊόν της ανθρώπινης δημιουργικότητας– μας δίνει τη δυνατότητα να φανταστούμε ότι η πραγματικότητα που απεικονίζει ή προβάλλει θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή και με διαφορετικό τρόπο, τόσο από επιμέρους άτομα ή ακόμη και από το ίδιο άτομο σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
Συνέχεια ανάγνωσης

Θα μιλήσουμε σοβαρά για τη σοβαρή ήττα στα πανεπιστήμια;

Standard

Απάντηση του Αντώνη Λιάκου στο άρθρο του Κώστα Γαβρόγλου, στα προηγούμενα «Ενθέματα». Η ανταπάντηση του Κώστα Γαβρόγλου στο τέλος του ποστ

 του Αντώνη Λιάκου

Έργο του Έριχ Χέκελ

Έργο του Έριχ Χέκελ

Ομολογώ πως όταν προαναγγέλθηκε το άρθρο του Κώστα Γαβρόγλου «Μια σοβαρή ήττα της Αριστεράς στα πανεπιστήμια», στα «Ενθέματα» της περασμένης Κυριακής, ανέμενα ότι επιτέλους κάποιος θα μιλήσει σοβαρά για αυτή τη σοβαρή ήττα, ιδίως στις πρυτανικές εκλογές. Πώς έγινε το ελληνικό πανεπιστήμιο στο οποίο κυριαρχούσε η Αριστερά, ως ευρύτερη ιδεολογικοπολιτική στάση, αλλά και ως χώρος κατεξοχήν του ΣΥΡΙΖΑ, να παραδοθεί χωρίς μάχη, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο αντιπάλους της; Βεβαίως, τα πανεπιστήμια είχαν τεθεί στο στόχαστρο της απαξίωσης και της πειθάρχησης, αλλά ποιος περίμενε ότι όσοι αντιστέκονταν θα παρέδιδαν εν λευκώ τα κλειδιά στους νεοφιλελεύθερους, κηρύσσοντας αποχή από τις εκλογές για την ανάδειξη συμβουλίων; Και όμως στα δυο πανεπιστήμια όπου συνάδελφοι, στελέχη της Αριστεράς τόλμησαν να αψηφήσουν τη γραμμή της αποχής, όπως στο Πάντειο και στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, εκλέχτηκαν, παρά το γεγονός ότι οι μισοί εν δυνάμει ψηφοφόροι τους κατήγγελλαν για «συμβιβασμό». Στα πανεπιστήμια αυτά οι σχέσεις συμβουλίων και πρυτανείας δεν έχει φτάσει σε κατάσταση εχθροπραξιών όπως στα δυο μεγαλύτερα και κεντρικά πανεπιστήμια Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Απ’ ό,τι πληροφορούμαι μάλιστα, στο Πάντειο, η πρόταση της Πρυτανείας για την επιβολή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά ματαιώθηκε από το συμβούλιο. Τα πράγματα δεν είναι μαύρο-άσπρο και σε πολλά συμβούλια έχουν εκλεγεί, εκτός από τους/τις ανεκδιήγητους υστερικούς της τιμωρίας, συνάδελφοι από το εξωτερικό με πραγματικό μεράκι να βοηθήσουν τα πράγματα στην Ελλάδα (Μόλχο και Σηφάκης στην Κρήτη, Καίτη Φλέμιγκ στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, Κιτροέφ και Γόντικας στο Πάντειο), ενώ είχαν απορριφθεί υποψηφιότητες ακραίων φανατικών. Τη μάχη δεν τη δίνεις εμποδίζοντάς τους να συνεδριάσουν, αλλά συμμετέχοντας στη σύνθεσή τους, επηρεάζοντας τις αποφάσεις τους. Συνέχεια ανάγνωσης