Αριθμοί στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων

Standard

Η εξουσία πίσω από τους τίτλους

του Δημήτρη Χασάπη και της Ελένης Γιαννακοπούλου 

Οι πρώτες σελίδες των εφημερίδων, και ιδίως οι κύριοι τίτλοι έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα στη διαμόρφωση αυτού που έχει αποκληθεί «κοινή γνώμη» για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί επιλέγουν και αναδεικνύουν ως σημαντικά συγκεκριμένα πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα, και, μέσα από την παρουσίασή τους διαμορφώνουν μια συγκεκριμένη οπτική πρόσληψης και ερμηνείας των γεγονότων αυτών. Δεύτερον, επειδή τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων έχουν μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα από την εφημερίδα, αφού προβάλλονται στα περίπτερα, συνοψίζονται σε ειδησεογραφικές τηλεοπτικές εκπομπές και αναπαράγονται σε συναφείς ιστοσελίδες του διαδικτύου. Παράλληλα, η χρήση επιλεγμένων λέξεων, πολιτικά ή συναισθηματικά φορτισμένων, η αξιοποίηση μεταφορικών εκφράσεων και η χρήση αριθμών συμβάλλουν στη δημιουργία εντυπώσεων και στην αποτύπωσή τους στη μνήμη των αναγνωστών τους, εντείνοντας την επίδρασή τους στη διαμόρφωση των απόψεών τους.

Στην ελληνική κρίση, από τη διαπίστωση και τη διατύπωσή της ως κρίσης χρέους το 2009 μέχρι σήμερα, οι κύριοι τίτλοι των εφημερίδων ευρείας κυκλοφορίας, μαζί με εκείνους των δελτίων ειδήσεων τηλεοράσεων και ραδιοφώνων μεγάλης θέασης και ακροαματικότητας αποτέλεσαν σημαντικά «μέσα» προετοιμασίας και διαμόρφωσης της γνώμης και της στάσης των πολιτών απέναντι στις πολιτικές λιτότητας, περιστολής των εργασιακών δικαιωμάτων και κατάλυσης του κοινωνικού κράτους, πολιτικές που επιβλήθηκαν ως αναπόφευκτες. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση αριθμητικών εκφράσεων, αλλά και λέξεων που συνοδεύουν τις εκφράσεις αυτές, έπαιξε, και παίζει, καθοριστικό ρόλο στην «κατασκευή» μιας συγκεκριμένης οπτικής της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας και κατά συνέπεια στο καθορισμό του πλαισίου και του περιεχομένου της πολιτικής συζήτησης για την κρίση και τις πολιτικές αντιμετώπισής της. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πλήθος των αριθμητικών εκφράσεων πολλαπλασιάζεται τις μέρες που προηγούνται της αναγγελίας περικοπών μισθών και συντάξεων ή απορυθμίσεων του εργασιακού πλαισίου. Στη συνέχεια, συνοψίζουμε χαρακτηριστικές διαστάσεις αυτής της όψης των πρωτοσέλιδων τίτλων, για να αναδείξουμε ένα από τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν για τη παραγωγή του «σοκ και δέους», το οποίο διαμόρφωσε την αποδοχή ακόμα και των πιο ακραίων πολιτικών λιτότητας και περιστολής εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Συνέχεια ανάγνωσης

Οχτώ τρομακτικές αλήθειες

Standard

για την αστυνομική βία και τον ρατσισμό στην Αμερική που αποκαλύφθηκαν στο Φέργκιουσον

του Στίβεν Ρόζενφελντ

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

1. Ο Ντάρεν Γουίλσον είχε εκπαιδευτεί για να σκοτώνει. Και αυτό έκανε. Κανείς δεν περίμενε ότι ο Γουίλσον θα έβγαινε στην τηλεόραση να πει ότι έκανε αυτό που είχε εκπαιδευτεί να κάνει, και ότι θα το ξανάκανε. Αυτή η έλλειψη τύψεων δεν είναι απλώς εξοργιστική, αλλά καταδεικνύει  ένα πρόβλημα πολύ ευρύτερο από ό, τι το Φέργκιουσον: η τοπική αστυνομία έχει γίνει παραστρατιωτική μηχανή με εκπαιδευμένο προσωπικό, οπλισμένο και έτοιμο να πυροβολήσει, αν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης.

2. Οι αστυνομικοί σκοτώνουν πιο πολλούς μαύρους (περίπου δύο φορές περισσότερους από κάθε άλλη φυλετική ομάδα). Επίσης, οι μαύροι έχουν περίπου τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν στη φυλακή ή κατά τη διάρκεια της σύλληψής τους από ό,τι οι λευκοί. Συνέχεια ανάγνωσης

Θεσμικές μεταβολές και πολιτικές συμμαχίες στα πανεπιστήμια

Standard

του Γιώργου Αγγελόπουλου

 

Mαξ Μπέκμαν, Μεγάλη νεκρή φύση με τηλεσκόπιο», 1927

Mαξ Μπέκμαν, «Μεγάλη νεκρή φύση με τηλεσκόπιο», 1927

Τίποτα πρωτόγνωρο δεν υπάρχει στα όσα συμβαίνουν στα πανεπιστήμια. Στα όσα προβλήματα έχουν συσσωρευτεί από τη θεσμική αποδιάρθρωση και τις περικοπές σε προσωπικό, υποδομές και χρηματοδότηση προστίθενται η προεκλογική στρατηγική έντασης και οι προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες ορισμένων πρυτάνεων που αρέσκονται στη δημοσίευση του ονόματος τους. Η κατάληξη αυτών των κινήσεων είναι πολλαπλώς επιζήμια. Οι πρωταγωνιστές της κλιμάκωσης οδηγούνται στο γκροτέσκο –όπως το φορτσάκειο προτεινόμενο εκλογικό σύστημα «Ψηφίστε, Σκουπίστε, Τελειώσατε» και οι εκ Θεσσαλονίκης νουθεσίες χειροδικίας–, που εκ των υστέρων επιχειρούν να ανασκευάσουν εκθέτοντας το θεσμικό τους ρόλο. Η κλιμάκωση εμπλέκει ομάδες φοιτητών, δημιουργεί ρήξεις και αποκλείει το διάλογο και τις συνθέσεις εντός των πανεπιστημίων. Η αξιωματική αντιπολίτευση οφείλει να καταστήσει σαφές ότι ο πολιτικός χρόνος των στρατηγικών έντασης στα ΑΕΙ περιορίζεται στο τρίμηνο, δηλαδή μέχρι τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Αυτό μπορεί να γίνει στο βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ αποσαφηνίσει ότι οι αποκλεισμοί από τα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ –που προκαλούν, ανάμεσα και σε άλλα, τις εντάσεις– θα αρθούν νομοθετικά εντός του τρέχοντος ακαδημαϊκού έτους. Αναφερόμαστε σε αποκλεισμούς που εφαρμόζονται με τις απολύτως κλειστές συνεδριάσεις των οργάνων διοίκησης (π.χ. Σύγκλητος), με τον περιορισμό συμμετοχής των εκπροσώπων όλων των Τμημάτων ενός πανεπιστημίου στη Σύγκλητο, με τον αποκλεισμό της συμμετοχής φοιτητών και άλλων εργαζομένων από το σύνολο των οργάνων διοίκησης των ΑΕΙ. Πρωτίστως βέβαια αναφερόμαστε στον αποκλεισμό υποψηφίων Κοσμητόρων και Πρυτάνεων από τις εκλογές λόγω της προεπιλογής των υποψηφίων από τα Συμβούλια Διοίκησης των ΑΕΙ. Συνέχεια ανάγνωσης

Πώς διδάσκεται η φρίκη του ναζισμού;

Standard

ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΥΧΟΣ 16 ΤΟΥ «ΑΡΧΕΙΟΤΑΞΙΟΥ»

 του Γιάννη Θ. Θανασέκου

Έργο του Μίκαελ Χάφτα, από την ενότητα "Μνήμη του Ολοκαυτώματος"

Έργο του Μίκαελ Χάφτα, από την ενότητα «Μνήμη του Ολοκαυτώματος»

Πιστό στο ετήσιο ραντεβού του, εδώ και δεκαπέντε χρόνια, κυκλοφορεί το «Αρχειοτάξιο», έκδοση των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), σε συνεργασία με τις εκδόσεις Θεμέλιο. Το παρόν, 16ο τεύχος, είναι αφιερωμένο στην ελληνική Ακροδεξιά, ανιχνεύοντας τις ιστορικές διαδρομές της, από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα, με αναφορές στον διεθνή περίγυρο. Θα βρούμε, έτσι, μελέτες για τους Επίστρατους στα χρόνια του Διχασμού, την οργάνωση «Χ», τους παρακρατικούς του 1960 και τους «τεταρτοαυγουστιανούς» του Κώστα Πλεύρη. Επίσης, για τις σχέσεις κράτους και παρακράτους στη μεταπολίτευση, την εκλογική εμβέλεια της Χρυσής Αυγής και συγγενών της οργανώσεων στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, τη μνήμη του ναζισμού και τη διαχείρισή της στα σύγχρονα αρχεία. Γράφουν: Στρατής Μπουρνάζος, Δέσποινα Παπαδημητρίου, Κώστας Κατσούδας, Στράτος Δορδανάς, Δημήτρης Ψαρράς, Τάσος Κωστόπουλος, Παναγιώτης Κουστένης, Βασιλική Γεωργιάδου, Αγγέλικα Ψαρρά, Γιάννης Θ. Θανασέκος. Το τεύχος συμπληρώνουν οι σταθερές στήλες Προσεγγίσεις (Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, για τις προσπάθειες σταθεροποίησης της Χούντας το 1968), Αρχειολογήματα (Σωκράτης Κουγέας, για την αλληλογραφία του ακαδημαϊκού Σωκράτη Κουγέα με τον Παναγιώτη Γαργαλίδη από το μέτωπο της Σμύρνης), Διασταυρώσεις (Σίλβιο Πονς, Κωστής Καρπόζηλος, Θανάσης Γάλλος).

Δημοσιεύουμε σήμερα ένα απόσπασμα από το κείμενο «Ιστορία, μνήμη και νεοναζισμός», του Γιάννη Θανασέκου, πρώην διευθυντή του Ιδρύματος Άουσβιτς στις Βρυξέλλες, ο οποίος θεωρείται διεθνώς ένας από τους κατεξοχήν ειδικούς στη μελέτη του ναζισμού και της ιστορικής μνήμης.

ENΘΕΜΑΤΑ

 Όταν αναφερόμαστε στο Άουσβιτς ως παράδειγμα όλων των διαστάσεων της ναζιστικής εγκληματικότητας (Saul Friedländer), γνωρίζουμε, τόσο από τα αρχεία όσο και από τις μαρτυρίες, ότι ο πυρήνας αυτής της εγκληματικότητας έγκειται στην αποανθρωποποίηση του ανθρώπου. Η έκπτωση (réduction) του ανθρώπου στην κατάσταση (statut) ενός αντικειμένου, ενός «πράγματος», ενός «μέσου»· ο άνθρωπος παύει να είναι «αυτοσκοπός», μετατρέπεται σε απλό «μέσο» προς την επίτευξη ενός σκοπού. Η πεμπτουσία της ναζιστικής εγκληματικότητας είναι ακριβώς η άρνηση του άλλου ως ανθρώπου. Περιττό να το επεκτείνω. Βρισκόμαστε εδώ στον απόλυτο αντίποδα του ουσιαστικού, του θεμελιώδους προστάγματος του Καντ σε ελεύθερη μετάφραση: ποτέ να μη θεωρείς τον άλλο, όπως και σένα τον ίδιο, ως μέσο, αλλά παντού και πάντα ως αυτοσκοπό.

Αυτή η τραγική διαπίστωση –σχετικά με το τι είναι ικανός να κάνει ο άνθρωπος σε άλλους ανθρώπους– απορρέει άμεσα από τη στροφή του βλέμματός μας προς το παρελθόν, όταν σκύβουμε πάνω στο παρελθόν· όχι μόνο όταν σκύβουμε πάνω στο Άουσβιτς αλλά και σε άλλες σκοτεινές και βάρβαρες σελίδες στο βάθος της ιστορίας. Ας στρέψουμε ωστόσο το βλέμμα μας προς το παρόν, ας σκύψουμε πάνω στο παρόν, πάνω στις σημερινές κοινωνίες μας. Νομίζω ότι χωρίς μεγάλες δυσκολίες ούτε υπερβολικούς κόπους, θα μπορέσουμε να διαπιστώσουμε και να εντοπίσουμε ένα σωρό δείγματα, κρούσματα, στίγματα αποανθρωποποίησης του ανθρώπου, την έκπτωσή του στην κατάσταση ενός αντικειμένου, ενός «πράγματος», ενός γυμνού «μέσου». Όλοι οι θεσμοί και οι τρόποι λειτουργίας τους, οι κοινωνικοί, οι πολιτικοί και οι οικονομικοί θεσμοί (ακόμα κι ο εκπαιδευτικός θεσμός) εγκλείουν, παράγουν και αναπαράγουν, σε διάφορες κλίμακες, αυτήν την απο-ανθρωποποίηση, τη réification του ανθρώπου. Θέλω να πω ότι το «Άουσβιτς», ως παροξυστικό παράδειγμα αποανθρωποποίησης του ανθρώπου, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε, παιδαγωγικά, ως μεγεθυντικό φακό για να εξετάσουμε και να μελετήσουμε μαζί με τους νέους την παραγωγή και την αναπαραγωγή του στίγματος αυτού στο παρόν, μέσα στις δομές και τη λειτουργία των σημερινών κοινωνιών, δηλαδή εντός των ορίων της ισχύουσας κανονιστικής αξιολόγησης. Συνέχεια ανάγνωσης

Φέργκιουσον: Kαμιά ελπίδα για δικαιοσύνη (*)

Standard

του Έρικ Ντρούκερ

1-drookerO Έρικ Ντρούκερ, ο ζωγράφος που έφτιαξε το εξώφυλλο του New Yorker λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του Μάικλ Τόμας (το τεύχος κυκλοφόρησε την 1.9.2014), δεν είχε πάει ποτέ του στο Φέργκιουσον. Ωστόσο, είχε συλληφθεί και υποστεί την αστυνομική βία στην πόλη όπου γεννήθηκε, τη Νέα Υόρκη. Αυτή η εμπειρία απεικονίζεται και στον πίνακά του: Σκιές ανθρώπων, που σηκώνουν τα χέρια τους, «Είμαστε άοπλοι, μην πυροβολείτε»· μια δαντική σκηνή, μέσα σε μια ομίχλη δακρυγόνων, ενώ τα φώτα ενός περιπολικού φέγγουν στο βάθος, όπως «τα μάτια ενός άγριου ζώου». Ο Ντρούκερ συνεχίζει:

«Η δολοφονία του Μάικλ Μπράουν με αφορά προσωπικά. Ένας φίλος μου καλλιτέχνης δολοφονήθηκε από αστυνομικό στο Κάτω Μανχάταν, το 1991. Έτυχε να είναι μαύρος, και ποτέ δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον του αστυνομικού. Ως κάτοικος, είδα τις διαφορές μεταξύ αστυνομίας και στρατού να σβήνουν, κατά τη διάρκεια των “ταραχών” στην πλατεία Τόμκινς, τη δεκαετία του 1980. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που η Αστυνομία της Νέας Υόρκης ανέθεσε σε ένα τεθωρακισμένο να εκκενώσει την κατάληψη σε ένα κτίριο, γωνία της 2ας Λεωφόρου και της 13ης Οδού, εκεί όπου μεγάλωσα. Οι καταληψίες ήταν φίλοι μου, και δεν ήταν οπαδοί της βίας. Το περιστατικό μού θύμισε ένα άλλο, ανεξίτηλα χαραγμένο στην παιδική μου μνήμη: ένα τεθωρακισμένο στην Ανατολική 14η Οδό για να καταστείλει τις ταραχές, μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, το 1968. Συνέχεια ανάγνωσης

Τεχνοκρατικός λόγος στην υπηρεσία του νεοφιλελευθερισμού ή νεοφιλελευθερισμός υπό τη μορφή τεχνοκρατικού λόγου;

Standard

Η περίπτωση της υγείας

του Γιώργου Νικολαΐδη

Στις 29 του Οκτώβρη πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ) ημερίδα της κίνησης «Κοινωνία Πρώτα» του Οδυσσέα Βουδούρη, με θέμα τη διαβούλευση πάνω σε «20 Προτάσεις» για την αναμόρφωση του συστήματος υγείας στα χρόνια της κρίσης ενόψει μιας ενδεχόμενης αριστερής διακυβέρνησης. Στην εκδήλωση μίλησαν κατεξοχήν στελέχη του στενότερου και ευρύτερου περιβάλλοντος της ΕΣΔΥ, όπως οι καθηγητές Άρ. Σισσούρας, Ιωάνν. Κυριόπουλος, Κ. Σουλιώτης, Σ. Στυλιανίδης, ενώ παραβρέθηκε κι ένα μείγμα νυν και πρώην διευθυντικών στελεχών, διοικητών και παραγόντων του συστήματος περίθαλψης. Συμμετείχαν, επίσης, ο γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Βίτσας, ο υπεύθυνος της ΕΚΚΕ Υγείας Ανδρέας Ξανθός και βουλευτές (Χρήστος Μαντάς, Κώστας Ζαχαριάς). Φυσικά, το πρόβλημα δεν είναι αυτή καθαυτή η παρουσία κάποιων στην εκδήλωση. Η όλη κατεύθυνση της εκδήλωσης, ωστόσο, έκανε μάλλον προφανές στους υποψιασμένους πως η ημερίδα είχε οργανωθεί από τους πρώτους (τους «τεχνοκράτες» της υγείας) για τους δεύτερους (τον ΣΥΡΙΖΑ). Έμοιαζε σαν το μήνυμά της να ήταν «να τι πολιτική μπορείτε να κάνετε για την υγεία, αν κληθείτε να κυβερνήσετε» ή, ακόμα, «να σε τι μπορούμε να σας φανούμε χρήσιμοι, εμείς οι τεχνοκράτες, αν κυβερνήσετε».

***

Μίκαελ Χάφτκα, «Γενική πρόβα», 2001

Μίκαελ Χάφτκα, «Γενική πρόβα», 2001

Θυμάμαι ότι τον Δεκέμβρη του 2011 μίλησα στο ετήσιο συνέδριο της ΕΣΔΥ. Βασισμένος στη διεθνή βιβλιογραφία πλήθους εμπειρικών δεδομένων από άλλες χώρες που υπέστησαν τον ζυγό διακρατικών οργανισμών όπως το ΔΝΤ ή η Παγκόσμια Tράπεζα, διατύπωσα μια δυσοίωνη πρόβλεψη: ότι θα αυξάνονταν οι θάνατοι από αυτοκτονίες, ανθρωποκτονίες, χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών, η βρεφική και περιγεννητική θνησιμότητα, καθώς και οι λοιμώδεις ασθένειες «του παρελθόντος», όπως η φυματίωση κ.λπ. Εν συνεχεία θα αυξάνονταν βαθμιαία οι αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές και η θνησιμότητα από χρόνια νοσήματα: Λίγα χρόνια μετά θα έπρεπε να περιμένουμε εκατόμβη θυμάτων από καρδιαγγειακά νοσήματα, κυρίως σε άντρες παραγωγικής ηλικίας, και σε ορίζοντα δεκαετίας νέο «κύμα» αύξησης της θνησιμότητας από κακοήθεις νεοπλασίες και νοσήματα του μεταβολικού συνδρόμου (παχυσαρκία, υπέρταση, διαβήτη κ.λπ.). Δυστυχώς μέχρι σήμερα οι «προβλέψεις» –που δεν ήταν, ασφαλώς, δική μου «αποκλειστικότητα»– έχουν επαληθευτεί με ακρίβεια που εξέπληξε κι εμένα τον ίδιο. Το πλέον ανησυχητικό είναι πως τα μεγάλα, μαζικά κύματα θνησιμότητας (καρδιαγγειακά, καρκίνοι) είναι ακόμα μπροστά μας… Συνέχεια ανάγνωσης

Η πολιτική οικονομία της ελληνικής κρίσης

Standard

ΑΠΟ ΤΑ «ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ» ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ

 του Ζολτάν Πογκάτσα

μετάφραση: Γιάννης Μπαλαμπανίδης

Γιάννης Τσαρούχης, "Ο σκεπτόμενος", 1947

Γιάννης Τσαρούχης, «Ο σκεπτόμενος», 1947

Από το πλούσιο τεύχος 126 των «Σύγχρονων Θεμάτων», που μόλις κυκλοφόρησε, δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το άρθρο του Zoltán Pogátsa. Ο Pogátsa είναι διευθυντής του προγράμματος Διεθνών Οικονομικών και Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Ουγγαρίας και εξέδωσε πριν λίγους μήνες τη μελέτη The Political Economy of the Greek Crisis, στην οποία βασίζεται και το άρθρο. Ο συγγραφέας δείχνει ότι η καθιερωμένη «γερμανική» αφήγηση για την ελληνική κρίση δεν περνάει τον πήχη μιας σοβαρής δοκιμασίας, με βάση τα αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία και τις εμπειρικές μελέτες και προτείνει ένα διαφορετικό περίγραμμα της ελληνικής πολιτικής οικονομίας.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

 Η καθιερωμένη παγκοσμίως –ή «γερμανική»– αφήγηση για την Ελλάδα περιγράφει μια χώρα που είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για την κρίση της: ο υπέρογκος δημόσιος τομέας προκάλεσε υπέρμετρη δημόσια δαπάνη, ενώ οι πολίτες αμείβονταν με υπερβολικά υψηλούς μισθούς που, όμως, δεν ήταν διατηρήσιμοι. Εν ολίγοις, κάτι σαν τον αισώπειο μύθο του έλληνα τζίτζικα και του γερμανού μέρμηγκα. Αν αυτή η αφήγηση ήταν ακριβής, τότε το φάρμακο του Σόιμπλε και της Τρόικας θα είχε αποδειχθεί επαρκές: περικοπή του μεγέθους του κράτους και των αμοιβών των πολιτών. Περί αυτού πρόκειται, είτε το πει κανείς λιτότητα, μισθολογική συγκράτηση ή εσωτερική υποτίμηση για να χρυσώσει τεχνοκρατικά το χάπι. Δυστυχώς, όμως, αυτή η αφήγηση δεν αντέχει τη δοκιμασία των εμπειρικών στοιχείων.      

   Ακόμη και με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία, το επίπεδο του ελληνικού χρέους δεν αυξήθηκε σημαντικά στη διάρκεια της δεκαετίας που η χώρα βρέθηκε στην ευρωζώνη, το 2001-2009. Σύμφωνα με τη Eurostat, οι δημόσιες δαπάνες την ίδια περίοδο ήταν στον μέσο όρο της ΕΕ, χαμηλότερα από εκείνες της Γερμανίας, ενώ οι δαπάνες του ελληνικού κράτους για τους δημοσίους υπαλλήλους ήταν μόλις μισή εκατοστιαία μονάδα πάνω από τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. Ακόμη και ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων δεν ήταν πολύ μεγαλύτερος αναλογικά με τον πληθυσμό της χώρας. Το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ το μέγεθος του κράτους. Τα πραγματικά ζητήματα επί δεκαετίες ήταν τα μειωμένα δημόσια έσοδα, οι πολύ υψηλές δαπάνες για τόκους και η αποβιομηχάνιση. Κανένα από αυτά, όμως, δεν αντιμετωπίστηκε από τη λανθασμένη συνταγή της Τρόικας, που όπως συμβαίνει συνήθως με τις λανθασμένες συνταγές, επιδείνωσε την κατάσταση του ασθενούς.

   Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου συνηθίζουν να ισχυρίζονται ότι ο λαϊκισμός και οι ανεξέλεγκτες δαπάνες επί των ημερών του δημιούργησαν την εγχώρια ζήτηση που προκάλεσε αυτή την έκρηξη εισαγωγών. Σήμερα, ακόμη και η ελληνική Αριστερά παραδέχεται ότι ο Παπανδρέου ήταν λαϊκιστής, ωστόσο τα οικονομικά στοιχεία από τη δεκαετία του ’80 δεν επιβεβαιώνουν ότι αυτός ευθύνεται για την ανοδική πορεία των εισαγωγών. Στην Ελλάδα, το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ των 15, και μάλιστα κατά τη διάρκεια της θητείας του Παπανδρέου έβαινε μειούμενο. (Στην πραγματικότητα, αυξανόταν από τη Μεταπολίτευση μέχρι και την εκλογή της κυβέρνησης Παπανδρέου, σε μια περίοδο που προηγήθηκε της εκρηκτικής αύξησης του εμπορικού ελλείμματος και του χρέους). Η ιδιωτική κατανάλωση αυξανόταν κατά λιγότερο από 1% σε ετήσια βάση μεταξύ 1981 και 1987, σε αντίθεση με την αύξηση κατά 5% τα προηγούμενα επτά χρόνια, από τη Μεταπολίτευση μέχρι την είσοδο στην ΕΟΚ. Όποια και αν ήταν η μισθολογική αύξηση, δεν μεταφράστηκε σε αυξημένη κατανάλωση. Συνεπώς, το άλμα στις εισαγωγές δεν μοιάζει να προκλήθηκε, επειδή οι Έλληνες στράφηκαν ξαφνικά στα ξένα προϊόντα. Συνέχεια ανάγνωσης

Δειλή και επιβλαβής «ουδετερότητα»

Standard

της Ιωάννας Μεϊτάνη

Την περασμένη Τρίτη, 25 Νοεμβρίου, δόθηκε μια σημαντική συνέντευξη Τύπου για την πολιτική αγωγή στην επικείμενη δίκη της Χρυσής Αυγής στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Η συνέντευξη δεν ήταν σημαντική μόνο για το θέμα της, αλλά και για τη σύνθεση του πάνελ, που μαρτυρούσε μια συμμαχία επιθυμητή όσο και απαραίτητη στο αντιφασιστικό κίνημα. Μίλησαν ο  Τζαβέντ Ασλάμ, ο Τάκης Ζώτος, ο Πέτρος Κωνσταντίνου, η Κλειώ Παπαπαντολέων, ο Κώστας Παπαδάκης, ο Βασίλης Παπαστεργίου, η Ελένη Τάκου, και συντόνισε ο Θανάσης Καμπαγιάννης.

Δεν θα σταθώ στο περιεχόμενο των ιδιαίτερα διαφωτιστικών και μεστών ομιλιών — τα βίντεο είναι διαθέσιμα στο σάιτ του jailgoldendawn.com. Ο στόχος του σχολίου είναι, κυρίως, να υπογραμμίσω κάτι που ανέφεραν δυο ομιλητές: οι διοργανωτές της συνέντευξης είχαν ζητήσει αρχικά την αίθουσα εκδηλώσεων του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Ο πρόεδρος του ΔΣΑ όμως, χωρίς να ενημερώσει το ΔΣ, αρνήθηκε την παραχώρηση της αίθουσας. Το σκεπτικό ήταν ότι αν δινόταν η αίθουσα στην πολιτική αγωγή, θα έπρεπε να δοθεί και στους συνηγόρους των Χρυσαυγιτών, εάν  τη ζητούσαν. Συνέχεια ανάγνωσης

Καλιφόρνια: Occupy Campus

Standard

«Θρασίμια» υπάρχουν και αλλού

του Ντέβιντ Λάου

μετάφραση: Δημήτρης Ιωάννου

Οccupy California. Φοιτητική αφίσα, 2009

Σαν τη βροχή μετά από μακρά περίοδο ξηρασίας, ήρθε η κινητοποίηση μετά τη νηνεμία στο πεδίο της πάλης. Στις 19 Νοεμβρίου, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας (UC) πέρασε την πρώτη από μια σειρά αυξήσεων στα δίδακτρα, που θα ανεβάσει το κόστος φοίτησης κατά 28% τα επόμενα πέντε χρόνια. Κλεισμένοι στο καταφύγιο της πανεπιστημιούπολης του UC στο Μίσιον Μπέι του Σαν Φρανσίσκο, η πρόεδρος του Πανεπιστημίου Τζανέτ Ναπολιτάνο ήρθε αντιμέτωπη με τον Κυβερνήτη Τζέρι Μπράουν και τον Τζον Πέρες, πρώην πρόεδρο της Πολιτειακής Συνέλευσης[1] της Καλιφόρνιας. Το σχέδιο της «τσαρίνας των απελάσεων» της κυβέρνησης Ομπάμα[2] θα εφαρμόσει μια σειρά εξοντωτικών αυξήσεων έως το 2019. Ο Μπράουν και ο Πέρες έκαμαν τους υπερασπιστές της δημόσιας παιδείας. Παρά τις αντιρρήσεις του Κυβερνήτη, το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της Ναπολιτάνο που θα προσθέσει χιλιάδες δολάρια στο κόστος φοίτησης του UC (ήδη αυξημένο κατά 300% τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια), πέρασε με 7-2 ψήφους από την επιτροπή των Εφόρων. Απέξω, φοιτητές και εργάτες του Πανεπιστημίου εμπόδιζαν την είσοδο οχημάτων στον κατειλημμένο χώρο στάθμευσης, τον ίδιο δυσοίωνο χώρο όπου, το 2010, ένας αστυνομικός της Πανεπιστημιούπολης είχε τραβήξει όπλο απειλώντας τους φοιτητές που διαδήλωναν εκεί. Παράλληλα με την αύξηση των διδάκτρων, οι Έφοροι ενέκριναν αυξήσεις έως 20% στους μισθούς των μελών της διοίκησης. Επιπλέον, για να μην κατηγορηθούν ότι αδιαφορούν για τους ήδη προνομιούχους, σε άλλες συνεδριάσεις οι Έφοροι πέρασαν διάφορα μπόνους για τους πρυτάνεις, ενώ, σύμφωνα με τους Los Angeles Times, το UC πληρώνει περίπου 10.000 τον μήνα ως ενοίκιο για την κατοικία της Ναπολιτάνο.

Αυτές και άλλες παρόμοιες μαζικές και σαρωτικές μεταβιβάσεις πλούτου στα πρωτοπαλίκαρα της διοίκησης, το πραγματικό 1% του πανεπιστημιακού συστήματος, εν μέσω μέτρων λιτότητας και αλλεπάλληλων περικοπών, είναι τόσο εξωφρενικές που αναρωτιέται κανείς αν ξεπήδησαν από το Onion.[3] Τα κορυφαία διοικητικά κλιμάκια αυξήθηκαν κατά 251% από τη δεκαετία του 1990, προσθέτοντας 1 δισ. δολάρια σε κόστος, ενώ μεταξύ της οικονομικής κρίσης και του κινήματος Occupy (2008-2011), ο αριθμός των ατόμων που έχουν βασικό μισθό άνω των 200.000 δολαρίων το χρόνο αυξήθηκε κατά 44%. Μια σχετική ανάλυση αποκάλυψε πως, ενώ τα κορυφαία στελέχη αντιστοιχούν μόλις στο 2,6% του συνόλου των εργαζομένων στο UC, οι μισθοί τους αντιστοιχούν στο 13,8% του συνολικού μισθολογικού κόστους (που ξεπερνά τα 10 δισ. δολάρια). Δυστυχως, στο UC δεν φοβούνται τον αυτοσαρκασμό: τα κέντρα οικονομικών μελετών του Πανεπιστημίου πήραν το όνομα ενός δισεκατομμυριούχου Εφόρου του ιδρύματος – το Κέντρο Ρίτσαρντ Μπλουμ στο Μπέρκλεϊ άνοιξε κιόλας. Μάλιστα, η κατασκευαστική εταιρεία του ίδιου του κου Ντάι-Φάι,[4] η DRS, «έτυχε» να κερδίσει και τη σύμβαση ανέγερσης του κέντρου. Συνέχεια ανάγνωσης