Η ιστορία του πόνου: από την προσευχή στα παυσίπονα
συνέντευξη της Τζοάνα Μπερκ στον Δημήτρη Παπανικολάου
Η Joanna Bourke είναι μια από τις πιο γνωστές σύγχρονες ιστορικούς της Βρετανίας, συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των σημαντικών βιβλίων An Intimate History of Killing, Fear: A Cultural History, Rape: A History και What it Means to be Human. Την επόμενη Τρίτη θα βρίσκεται στην Αθήνα για μια συζήτηση στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών με θέμα το πρόσφατο βιβλίο της Η ιστορία του πόνου: από την προσευχή στα παυσίπονα (The Story of Pain: From Prayer to Painkillers, Oxford University Press, 2014). Με την αφορμή αυτή, τα Ενθέματα δημοσιεύουν μια συζήτηση μαζί της για την ιστορία της βίας και των συναισθημάτων, την πολιτική χρήση του πόνου και το ρόλο του δημόσιου διανοούμενου σήμερα.
Πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα βιβλίο για την Ιστορία του πόνου; Ποιες ήταν οι καθοριστικές στιγμές στη διάρκεια της έρευνάς σας;
Το μεγαλύτερο μέρος του έργου μου ουσιαστικά συνδέεται με την πρόκληση πόνου. Έχω γράψει μελέτες για το πώς άνδρες (και μερικές γυναίκες) σκοτώνουν άλλους ανθρώπους σε καιρό πολέμου· τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι βιαστές για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους· τις θεωρίες που επιτρέπουν σε ορισμένους ανθρώπους να τοποθετηθούν εκτός του ανθρώπινου. Σε αυτό το βιβλίο ήθελα να ακουστούν πιο δυνατά οι πάσχοντες. Το βιβλίο μου για τον πόνο αντιπροσώπευε, με άλλα λόγια, μια αλλαγή της οπτικής γωνίας της αφήγησης: από τους δράστες στα θύματα και την οδύνη τους.
Η δεύτερη μεγάλη στιγμή ήταν όταν αποφάσισα να απορρίψω την καρτεσιανή διάκριση μεταξύ «πόνου» και «ψυχικής οδύνης». Φυσικά, η καρτεσιανή διάκριση ανάμεσα στο σώμα και το μυαλό ή την ψυχή είναι βαθιά ριζωμένη στον πολιτισμό μας και οι άνθρωποι σε κατάσταση πόνου συνήθως διακρίνουν μεταξύ σωματικού και ψυχικού πόνου (νιώθω σωματικό πόνο γιατί κάηκα φτιάχνοντας καφέ — υποφέρω ψυχολογικά επειδή τσακώθηκα με τον αγαπημένο μου). Παρ’ όλα αυτά, ο ψυχικός πόνος περιλαμβάνει πάντα σωματικές αντιδράσεις –νευροχημικές, μυικές, νευρικές και ούτω καθεξής– ενώ ο σωματικός πόνος δεν υπάρχει χωρίς ψυχική συνιστώσα. Το έγκαυμά μου με στεναχωρεί· η θλίψη μου βαραίνει το σώμα μου.
Η τελευταία σημαντική στιγμή ήταν η απόρριψη της ιδέας ότι ο πόνος είναι ιδιωτικός ή υποκειμενικός. Βεβαίως, ο πόνος είναι κάτι που ο καθένας μας εκλαμβάνει ως «δικό του». Όμως δεν υπάρχει ουσιαστικά ένας εντελώς ιδιωτικός πόνος. Εμπειρίες πόνου δεν προκύπτουν «φυσικά», αλλά πάντα σε διαπραγμάτευση με το κοινωνικό περιβάλλον. Από τη στιγμή της γέννησής τους, τα βρέφη μυούνται σε πολιτισμούς του πόνου. Καθώς ωριμάζουν, τα άτομα που είναι υπεύθυνα για την κοινωνικοποίησή τους δίνουν προσοχή σε ορισμένα δάκρυά τους και σε άλλα όχι· τους χτυπούν τα χέρια όταν τα φέρνουν κοντά στη φωτιά· κάποιες πληγές τις φιλάνε για να περάσουν, άλλες όχι· κάποιες μελανιές τις παραβλέπουν. Έχει διαφορά αν είσαι αγόρι ή κορίτσι. Έχει σημασία αν είσαι φτωχός. Οι άνθρωποι που πονούν μαθαίνουν είτε να υποφέρουν σιωπηλά (προσπαθώντας να είναι «καλοί ασθενείς»!) είτε να κάνουν σαματά. Ο πόνος, λοιπόν, δεν είναι ποτέ ιδιωτικός, αλλά συνδέεται πάντα με μια διαπραγμάτευση κοινωνική.
Πόσο έχει αλλάξει όχι μόνο η αντιμετώπιση του πόνου, αλλά και η ίδια η έννοια και η σημασία του πόνου από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα;
Η πιο σημαντική αλλαγή βρίσκεται και στον υπότιτλο του βιβλίου μου: Από την προσευχή στα παυσίπονα. Πρόκειται για διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης του πόνου, προφανώς.
Αλλά και η ίδια η γλώσσα που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν τον πόνο τους, κι αυτή έχει αλλάξει. Οι αισθήσεις του σώματος και οι μεταφορές που χρησιμοποιούνται για να τις περιγράψουν, ποτέ δεν εμφανίζονται ξαφνικά, σαν να βγαίνουν από το μυαλό κάποιου, αλλά διαμορφώνονται σε αλληλεπίδραση με την κοινωνική πραγματικότητα, από την βρεφική ηλικία. Το σώμα δεν είναι ποτέ καθαρή ύλη: διαμορφώνεται διαρκώς μέσα σε κοινωνικούς, γνωσιακούς και μεταφορικούς κόσμους. Μια συνεχής κοινωνική διαδικασία αλληλεπίδρασης. Συνέχεια ανάγνωσης