«Εγώ κι εσύ
και τα εκατομμύρια τιποτένιοι
σαν και σένα και σαν εμένα.
Υποκριτές, φιλόδοξοι, μικρόψυχοι, εγωιστές, δειλοί
εμείς κρατάμε μες στα ένοχα παράφορα τούτα χέρια
τις τύχες του κόσμου.
Να το θυμάσαι αυτό».
Τάσος Λειβαδίτης, «Συμφωνία αριθ. 1», 1957
της Ντίνας Τζουβάλα
Nτάραμ, 3.2.2015. Καθώς η πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ευρώπη συμπληρώνει τη δεύτερη εβδομάδα της και παραμένει στα πρωτοσέλιδα όλου του κόσμου, έχει έρθει η στιγμή να αναρωτηθούμε: Προς τι όλος αυτός ο θόρυβος; Η ερώτηση ακούγεται προκλητική, ειδικά μετά την ανακούφιση, τη χαρά και την ελπίδα που έφερε η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ. Παρ’ όλα αυτά, το ερώτημα παραμένει: δοθέντος του ότι είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα επαναστατικό κόμμα (τουλάχιστον με την έννοια που είχε ο όρος τον 20ό αιώνα), προς τι ο ενθουσιασμός ή ο πανικός για την εκλογική του επιτυχία;
Η σκέψη ξεκίνησε το βράδυ της εμφάνισης του υπουργού Οικονομικών μας στο BBC. Ζώντας στην Αγγλία, βρέθηκα αντιμέτωπη με ένα πρωτόγνωρο κύμα ενθουσιασμού (κυρίως) ή αποτροπιασμού (δευτερευόντως), το οποίο παραμένει ανεξήγητο αν δούμε την συνέντευξη εν κενώ. Με άλλα λόγια, αν δεν πάρουμε στα σοβαρά τα τριάντα χρόνια κυριαρχίας της ΤΙΝΑ (There Ιs Νo Alternative) σε παγκόσμιο σχεδόν επίπεδο, είναι ακατανόητο πώς η εκφορά ενός σε μεγάλο βαθμό κεϋνσιανού προγράμματος μπορεί να προκαλεί τόσο έντονες αντιδράσεις. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο ΣΥΡΙΖΑ θα έρθει αντιμέτωπος τουλάχιστον με τρία βασικά μέτωπα, τα οποία όμως είναι και τα πεδία στα οποία η παρουσία του αποσταθεροποιεί και μπορεί να κλονίσει προς μια ριζοσπαστική κατεύθυνση: τα κόμματα της Ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας/ κεντροαριστεράς, η αντιδημοκρατική δομή της Ε.Ε. και, τέλος, οι άρρητες αποδοχές του –εν πολλοίς τεθνεώτος– σοσιαλδημοκρατικού μοντέλου.
1. Ξεκινώντας από το ζήτημα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, η ανάδειξη μιας αριστερής κυβέρνησης είναι μια ενοχλητική υπόμνηση της νεοφιλελευθεροποίησης των πάλαι ποτέ κραταιών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Από τον Γερμανό κ. Σουλτς που φαίνεται αναποφάσιστος ανάμεσα στον Μεγάλο Συνασπισμό της χώρας του και στην ανάγκη να δείξει ένα πιο προοδευτικό προφίλ μέχρι το μετα-μπλερικό Εργατικό Κόμμα της Μεγάλης Βρετανίας, η ύπαρξη του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά μια ευχάριστή παραφωνία. Έτσι, παρόλο που η ενσωμάτωση της σοσιαλδημοκρατίας τοποθετεί τον ΣΥΡΙΖΑ στην ευρωπαϊκή «Άκρα Αριστερά», η ανάδειξή του πιέζει τον ίδιο πολιτικό χώρο να διαφοροποιηθεί από τη νεοφιλελεύθερη, αυταρχική ευρωπαϊκή Δεξιά — έστω σε ρητορικό επίπεδο. Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε από την κυβέρνηση μιας μικρής ευρωπαϊκής χώρας να αντιστρέψει διαδικασίες τριάντα και πλέον ετών, που είναι μάλιστα ενδογενείς στα κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Παρ’ όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το παιδί που φωνάζει πως ο βασιλιάς είναι γυμνός· το ποιοι θα τον ακούσουν παραμένει ανοιχτό ενδεχόμενο.
2. Δεύτερον, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και η αντιμετώπισή του από την Ε.Ε. είναι άλλο ένα στοιχείο στον μακρύ κατάλογο της αντιδημοκρατικής δομής και λειτουργίας της. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι αυτός είναι ένας πολύ καλός λόγος αποχώρησης από την Ε.Ε.. Το επιχείρημα δεν είναι αβάσιμο, και αξίζει να συζητηθεί. Ωστόσο, η ακαμψία της Ε.Ε. είναι, σε σημαντικό βαθμό, σημάδι της αδυναμίας της. Για δεκαετίες οι κυρίαρχοι έχουν μάθει να παίζουν χωρίς αντίπαλο στο πολιτικό επίπεδο. Οι κοινωνικοί αγώνες ποτέ δεν εξέλιπαν, αλλά η έκφρασή τους στην κεντρική πολιτική σκηνή ήταν προβληματική, διηθημένη μέσα από κάμποσα φίλτρα γραφειοκρατίας και νεοφιλελεύθερης οπτικής για τον κόσμο. Έτσι, η παρουσία της Αριστεράς στην Ε.Ε. έχει τη δυνατότητα να αποσταθεροποιήσει αυτό το αντιδημοκρατικό οικοδόμημα, ίσως περισσότερο από ό,τι οι –αντικειμενικά κακοί– συσχετισμοί φαίνεται να επιτρέπουν.
Η ιστορία είναι ίσως δευτερεύουσας σημασίας, αλλά ενδεικτική: ο πρώην πρωθυπουργός της Σουηδίας Καρλ Μπιλντ προειδοποίησε τον Ντέιβιντ Κάμερον ότι δεν γίνεται να ανοίξει θέμα αναθεώρησης των ευρωπαϊκών συνθηκών, όπως σχεδίαζε, γιατί ποιος ξέρει τι θα προτείνουν οι Έλληνες! (βλ. goo.gl/Exd45P). Αν αντιπαρέλθουμε την (επικίνδυνη) φαιδρότητα ότι η δημοκρατία είναι καλή μόνο όταν δεν υπάρχει διακύβευμα, αυτή η μικρή ιστορία αποτελεί μια ένδειξη ότι ακόμα και μικρές θεωρητικά αλλαγές μπορεί να είναι θανάσιμες για γραφειοκρατικούς, άκαμπτους μηχανισμούς. Θα περίμενε κανείς ότι οι κυρίαρχοι τη δεκαετία του 1990, εκτός από το να θριαμβολογούν, έμαθαν και κάτι από την περεστρόικα, αλλά φαίνεται πως (ευτυχώς) αυτό δεν συνέβη.
3. Τρίτον, ίσως να αξίζει να σταθούμε στο γεγονός ότι στην περίπτωση της Ελλάδας ακόμα και το αίτημα για μια «ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία plus» είναι ικανό να τοποθετήσει ένα κόμμα στα «αριστερά της Αριστεράς». Η σχεδόν ολοκληρωτική επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού σίγουρα εξηγεί εν μέρει αυτή την κατηγοριοποίηση. Παράλληλα, όμως, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι το γεγονός πως το αίτημα αυτό προέρχεται από μια χώρα του Ευρωπαϊκού Νότου δεν είναι διόλου άσχετο. Δεν είναι ανάγκη να συμφωνεί κανείς με τα (λαθεμένα κατ’ εμέ) σχήματα περί κέντρου και περιφέρειας (ή και ημιπεριφέρειας) για να διαπιστώσει ότι η σοσιαλδημοκρατία εδραιώθηκε έχοντας σχεδόν ως καταστατική της αρχή το έθνος-κράτος της Δυτικής Ευρώπης (και ορισμένων άλλων δυτικών κρατών), αποκλείοντας τόσο τους μετανάστες/μετανάστριες όσο και όσους βρίσκονταν έξω από αυτό το κλειστό «κλαμπ». Από τους «Νότιους» Γκασταρμπάιτερ που έχτισαν το Γερμανικό Οικονομικό Θαύμα, μέχρι τη (σκοπίμως ξεχασμένη) δήλωση του Λόρδου Κέυνς ότι η απόπειρα των χωρών του «Τρίτου Κόσμου» να παρέμβει στο Μπρέτον Γουντς –υποστηρίζοντας ουσιαστικά μια δι-εθνική εφαρμογή των κεϋνσιανών αρχών– ήταν «το πιο τερατώδες τρελοκομείο εδώ και χρόνια»[1] η σοσιαλδημοκρατία οριζόταν πάντα σε σχέση με ένα «εξωτερικό» σημείο , το οποίο υποστήριζε οικονομικά και νομιμοποιούσε ιδεολογικά το πείραμά της.
Πιθανότατα, βέβαια, κριτικάροντας κανείς την σοσιαλδημοκρατία εν έτει 2015 παραβιάζει ανοιχτές θύρες. Παρ’ όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να θεωρηθεί «απλώς» μια επιστροφή στο σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο, στον βαθμό που το μοντέλο αυτό δεν είχε ποτέ σκοπό να είναι καθολικό. Έτσι, το αίτημα για καθολικότητα, ισοτιμία και διεθνική δημοκρατία είναι μια από τις σημαντικότερες προσφορές που κομίζει, σήμερα, η κυβέρνηση της Αριστεράς σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η Ντίνα Τζουβάλα είναι υποψήφια δρ Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Durham και μέλος της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ.
[1] «Most monstrous monkey house assembled for years». Εκτός από τρελοκομείο, το «monkey house» σημαίνει κυριολεκτικά «σπίτι μαϊμούδων».
Reblogged this on κόκκινο γιατί.