Παίρνοντας θέση, ή γιατί ψηφίζοντας «όχι» ψηφίζουμε «ναι» στην ιδέα της ευρώπης

Standard

WEB ONLY

Ομοιότητες μεταξύ της νουβέλας του Χάινριχ φον Κλάιστ
«Μίχαελ Κόλχαας» και της ελληνικής κατάστασης

Δημήτρης Βαρδουλάκης

Μετάφραση Αιμιλία Σαλβάνου

Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου δεν αφορά μόνο το αν οι Έλληνες πολίτες θα αποδεχθούν ή θα απορρίψουν την τελευταία πρόταση της τρόικας, που δόθηκε με τη μορφή τελεσιγράφου και περιείχε μέτρα για τα δάνεια. Θέτει κι ένα ερώτημα που αφορά ολόκληρη της Ευρώπη, το ερώτημα δηλαδή αν η ιδέα ενός ενιαίου νομίσματος, βασισμένου στην ιδέα της διακριτότητας της διαχείρισης του νομίσματος και της εθνικής κυριαρχίας ζει ακόμη ή έχει πεθάνει.

Το «Ναι» αναγνωρίζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την εξουσία να λαμβάνουν οικονομικές αποφάσεις που παρακάμπτουν και αδιαφορούν για την πολιτική διαδικασία. Το «Όχι», αντίθετα, επιβεβαιώνει την παραπάνω διάκριση ανάμεσα στη διαχείριση του νομίσματος και τη λήψη πολιτικών αποφάσεων.

Roger de La Fresnaye - The Conquest of the Air, 1913

Roger de La Fresnaye – The Conquest of the Air, 1913

Για να κατανοήσουμε τι διακυβεύεται πραγματικά, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε έναν ακόμη παράγοντα, τον τρόπο δηλαδή που η διεκδίκηση της εθνικής κυριαρχίας είναι διακριτή από την πιθανότητα δημοκρατίας. Αυτή η διάκριση είναι κρίσιμη προκειμένου να καταλάβουμε τι εμπεριέχει η αποδοχή ή η απόρριψη των μέτρων της τρόικας αλλά και γιατί το δημοψήφισμα δεν είναι ζήτημα μόνο της ελληνικής πολιτικής, αλλά έχει γνήσια μια πανευρωπαϊκή σημασία. 

Για να παρουσιάσουμε τον αγώνα για τη διεκδίκηση της εθνικής κυριαρχίας, είναι σκόπιμο να εξετάσουμε την ελληνική ιστορία που οδηγεί στο δημοψήφισμα σε συνδυασμό με τη νουβέλα του Χάινριχ φον Κλάιστ Μίχαελ Κόλχαας (μτφρ. Θόδωρος Παρασκευόπουλος, Ερατώ, Αθήνα 2010) – μία από τις αγαπημένες του Μαρξ και του Κάφκα. Η ιστορία διαδραματίζεται στη Μεταρρύθμιση. Από έναν ταπεινό έμπορο αλόγων, τον Κόλχαας, κατασχέθηκαν παράνομα δύο άλογα, με αποτέλεσμα τελικά να πάρει τα όπλα εναντίον των αρχών που τον αδίκησαν. Επιτρέψτε μου να απαριθμήσω τις πιο εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ των δύο ιστοριών:

Πρώτον, η αντιδικία ξεσπάει εξαιτίας των ενεργειών δευτερευόντων χαρακτήρων – όχι εξαιτίας της επίσημης πολιτικής εξουσίας. Δύο άντρες στην υπηρεσία ενός τοπικού ευγενούς κατάσχουν αυθαίρετα δύο άλογα του Κόλχαας. Με παράλληλο τρόπο, η ελληνική ιστορία εκτυλίσσεται εξαιτίας των οικονομικών συμφερόντων μη εκλεγμένων χαρακτήρων –των λεγόμενων ολιγαρχών– οι οποίοι είχαν την εξουσία να επιβάλλουν τη θέλησή τους στους εκλεγμένους αντιπροσώπους.

Δεύτερον, τα αποτελέσματα των ενεργειών αυτών των σκαιών χαρακτήρων που εκμεταλλεύονται τη θέση τους είναι τραγικά. Η έφεση του Κόλχαας να του επιστραφούν τα άλογά του πέφτει στο κενό, με αποτέλεσμα ακόμη και τον θάνατο της γυναίκας του. Ομοίως, οι ενέργειες λίγων ολιγαρχών, που επηρέαζαν τις προηγούμενες κυβερνήσεις με βάση τα ποικίλα οικονομικά τους συμφέροντα, έχουν οδηγήσει τους Έλληνες σε πρωτοφανή κοινωνική δυστυχία. Πρόκειται για μια σύγχρονη τραγωδία.

Τρίτον, η αντίδραση σε αυτή την τραγική κατάσταση είναι μια παθιασμένη εξέγερση. ΟΚόλχαας λεηλατεί το κάστρο του τοπικού άρχοντα, του οποίου οι υπάλληλοι του έκλεψαν τα άλογα, και παλεύοντας καταφέρνει να φτάσει μέχρι το κέντρο της εξουσίας – ακριβώς όπως οι αγανακτισμένοι έφεραν τον αγώνα τους στην πλατεία Συντάγματος, μπροστά στη Βουλή και το κέντρο της εξουσίας. 

Τέταρτον, τελικά ο Λούθηρος, ως η υπέρτατη πνευματική αρχή της εποχής του, παρεμβαίνει υπέρ του Κόλχαας, μεριμνώντας ώστε να εξετάσουν το θέμα του οι πολιτικές και δικαστικές αρχές. Έτσι, φαινομενικά τουλάχιστον, θα είχε μια φυσική δικαιοσύνη. Αυτή είναι η δύσκολη κατάσταση στην οποία βρέθηκε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. μετά την εκλογή του στην εξουσία πριν από πέντε μήνες. Έφτασαν στις Βρυξέλλες όπως και οΚόλχαας: δεν τους καλοδέχτηκαν οι εκπρόσωποι της εξουσίας, στους οποίους οι νεοφερμένοι φάνηκαν κάπως απολίτιστοι, όχι μόνο για την αμεσότητα των τρόπων τους –ο Κλάιστ περιγράφει τον Κόλχαας σαν κάποιον που δεν φοβάται να υψώσει τη φωνή του για να πει την αλήθεια, ένα «έγκλημα» εναντίον των ηθών της καλής κοινωνίας– αλλά και λόγω του ενδυματολογικού τους ατοπήματος να αποφεύγουν τις γραβάτες.

Πέμπτον, οι ευάριθμες σελίδες που ο Κλάιστ αφιερώνει στις νομικές διαδικασίες είναι αυτές που είναι πλήρεις σχολαστικών λεπτομερειών και συνεπώς αυτές που ξεχνιούνται ευκολότερα. Μοιάζουν με τις συχνά σκοτεινές λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της τρόικας, και τον τρόπο που παρουσιάζονται από τα θλιβερά Μ.Μ.Ε. που αναφέρονται στην Ελλάδα. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι σχεδόν το σύνολο των μέσων ενημέρωσης ανήκει και ελέγχεται από τους ολιγάρχες που επηρέαζαν τις προηγούμενες κυβερνήσεις, οι οποίες συσσώρευαν το ελληνικό χρέος, και που περιφρονούν ανοιχτά τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Στην Ελλάδα, αν κάποιος δεν χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δεν διαβάζει τουλάχιστον αγγλικά, δεν έχει καμιά ελπίδα να έχει πρόσβαση σε άλλη ενημέρωση, παρά μόνο σε μια κατάφωρη μεροληπτική αναφορά για τα όσα διαδραματίζονται.

Έκτον –και σίγουρα το πιο σημαντικό– και οι δύο ιστορίες αφορούν την κυρίαρχη εξουσία. Για την Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, το θέμα είναι αν η εθνική κυριαρχία μπορεί να επιβληθεί σε μια μη εκλεγμένη γραφειοκρατία που λειτουργεί με νεοφιλελεύθερες αρχές εφαρμόζοντας ένα βιοπολιτικό παράδειγμα – η λιτότητα, δεν χρειάζεται να το υπενθυμίσουμε, είναι ένας τρόπος ελέγχου, πειθάρχησης και κοινωνικοποίησης του πληθυσμού. Στην περίπτωση του Κόλχαας, του επιτρέπεται πρόσβαση στις νομικές διαδικασίες μόνο όταν οι αρχές συμφωνούν να τον αντιμετωπίσουν ως ξένη δύναμη εισβολής, να αναγνωρίσουν δηλαδή τα κυριαρχικά του δικαιώματα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πρώτες πέντε ομοιότητες μεταξύ της νουβέλας του Κλάιστ και της ελληνική κατάστασης –η αυθαιρεσία της εξουσίας, η τραγική κατάσταση, η επαναστατική στιγμή, η αναπαράσταση του επαναστάτη και η «φλυαρία», όπως αποκαλεί ο Schmitt τη φιλελεύθερη διαδικαστική έμφαση στην επίτευξη ενός συμβιβασμού– συνοψίζονται στο κυριαρχικό δικαίωμα λήψης αποφάσεων. Όλα αφορούν τα όρια, τόσο τα νομικά όσο και αυτά που σχετίζονται με τη ζωή, εντός των οποίων αναγνωρίζεται στην κυρίαρχη εξουσία το δικαίωμα να αποφασίζει.

Πώς καταλήγει λοιπόν αυτή η ιστορία για τα δικαιώματα του κυριάρχου στη νουβέλα του Κλάιστ; Η νομική διαδικασία ολοκληρώνεται με την εκλέκτορα της Σαξονίας να καταδικάζει τον Κόλχαας σε θάνατο. Και όμως, η θανατική καταδίκη είναι ένας θρίαμβος της κυριαρχίας του, γιατί την ώρα της εκτέλεσής του, ο Κόλχαας έχει στην κατοχή του ένα θανάσιμο μυστικό, το οποίο χρησιμοποιεί για να «τιμωρήσει» τον εκλογέα της Σαξονίας, αποκαθιστώντας κατά κάποιον τρόπο την ισορροπία. Λίγο πριν εκτελεστεί στο ικρίωμα, ο Κόλχαας μαθαίνει ότι όλες οι απαιτήσεις του –τα αιτήματα που συνοψίζουν το κυριαρχικό δικαίωμά του– έχουν ικανοποιηθεί. Όσοι ήταν υπεύθυνοι για τις αδικίες εναντίον του τιμωρήθηκαν, τα άλογα επιστράφηκαν στο κτήμα του και ο εκλογέας του Βρανδεμβούργου φρόντιζε για τα παιδιά του. Την ίδια στιγμή, η στιγμή του θανάτου του από τον δήμιο σηματοδοτεί την ψυχική κατάρρευση του εκλέκτορα της Σαξονίας, του κυρίαρχου αντιπάλου του, ο οποίος δεν μπορεί να αντέξει το βάρος της απώλειας του μυστικού του. 

Αυτό που θέλει να τονίσει ο Κλάιστ είναι το εξής: η κυρίαρχη εξουσία θριαμβεύει, η δικαιοσύνη μέσα στο πλαίσιο εξουσίας επικρατεί και η εκδίκηση –υπάρχει άραγε δικαιοσύνη χωρίς εκδίκηση;– επιτυγχάνεται τη στιγμή ακριβώς που η ζωή παύει να υπάρχει. Η αποθέωση της κυριαρχίας επιτυγχάνεται με την παύση της ζωής. Θρίαμβος είναι ο θάνατος.

Σύμφωνα με μια ερμηνεία του τι σημαίνει το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, το ίδιο φινάλε όσον αφορά την κυριαρχία πρόκειται να εκτυλιχθεί στην Ελλάδα. Όπως έχουν επανειλημμένα –και σχεδόν ομόφωνα– τονίσει Έλληνες σχολιαστές των μέσων ενημέρωσης, μετά την αναγγελία του δημοψηφίσματος το Σαββατοκύριακο, η κατάσταση μπορεί να οδηγήσει σε δύο αποτελέσματα, και τα δύο δυσάρεστα: Είτε θα επικρατήσει το «Ναι», που θα σημαίνει ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη, η λιτότητα θα συνεχιστεί χωρίς να υπάρχει προοπτική να αποπληρωθεί ποτέ το δημόσιο χρέος, και το ευρωπαϊκό «πείραμα» θα μείνει ετοιμόρροπο, μοιάζοντας με μια μαριονέτα που όλες τις χορδές της ελέγχουν γραφειοκράτες που παραβιάζουν την εθνική κυριαρχία. Είτε θα επικρατήσει το «Όχι», που θα οδηγήσει σε χρεοκοπία σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, με παρόμοια αποτελέσματα, δηλαδή επ’ αόριστον δυστυχία για τον ελληνικό λαό και αναγκαστική έξοδο της Ελλάδας από το ενιαίο νόμισμα. (Λέω «αναγκαστική» την έξοδο, δεδομένου ότι δεν είναι στην πολιτική του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. η επιδίωξη της εξόδου από το ευρώ, και ως εκ τούτου, μια έξοδος δεν θα είναι μια εθελοντική πράξη αλλά μια αποβολή.)

Μια τέτοια ερμηνεία του δημοψηφίσματος εμπεριέχει μια ενόρμηση θανάτου παρόμοια με αυτήν που επιδεικνύει ο Κόλχαας. Η διεκδίκηση της κυριαρχίας και ο ύψιστος θρίαμβός της συμπίπτει με τον θάνατό της. Το «Ναι», στην ερμηνεία αυτή, ακυρώνει την πρωταρχική αρχή του ευρώ, που είναι ο διαχωρισμός του νομίσματος από την πολιτική εξουσία. Επενδύει με πολιτική εξουσία τις διοικητικές εξουσίες (την Ε.Κ., την Ε.Κ.Τ. και το Δ.Ν.Τ.). Το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το ίδιο με το «Όχι». Ακόμη και αν οι Έλληνες μπορούν να διεκδικήσουν την αντίθεσή τους στις εξουσίες της κυβερνησιμότητας και να διεκδικήσουν την εθνική τους κυριαρχία, το Grexit –η απέλαση από το ενιαίο νόμισμα– θα διαταράξει την αρχή του διαχωρισμού της οικονομικής διαχείρισης από την πολιτική εξουσία πάνω στην οποία δημιουργήθηκε το ενιαίο νόμισμα και συνεπώς θα σηματοδοτήσει την αρχή του θανάτου της ιδέας της Ευρώπης, με τον τρόπο τουλάχιστον που λειτούργησε από την υιοθέτηση του ευρώ. Στο σημείο αυτό τελειώνει το αφήγημα της κυριαρχίας, που τόσο λαμπρά παρουσιάστηκε στη νουβέλα του Κλάιστ: και στις δύο επιλογές, το φινάλε της κυριαρχίας είναι η ενόρμηση του θανάτου της Ευρώπης.

Πρόκειται για ένα ψευδοδίλημμα. Το φινάλε της κυριαρχίας που παρουσιάζεται στη νουβέλα του Κλάιστ και επαναλαμβάνεται στην παραπάνω ανάγνωση του δημοψηφίσματος δεν συλλαμβάνει την ουσία του τι ζητείται από τον ελληνικό λαό στις 5 Ιουλίου. Υπάρχει και μια άλλη ανάγνωση της κατάστασης, η οποία προκύπτει μόνο αν διαχωρίσουμε τη δημοκρατική διαδικασία από την κυριαρχία. Για να αναγνωρίσουμε αυτό το εναλλακτικό δημοκρατικό αφήγημα, θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου παρουσιάζει δύο θέσεις, που δεν οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα και εκ των οποίων η μία θα επικρατήσει. Οι δύο αυτές θέσεις είναι οι εξής:

Το «Ναι» είναι η συνέχιση του παιχνιδιού της κυριαρχίας. Πρόκειται για το ποιος έχει το δικαίωμα να ασκήσει νομικό, φορολογικό και βιοπολιτικό έλεγχο σε έναν ολόκληρο λαό. Αλλά εδώ ο όρος λαός δεν πρέπει να εκληφθεί ότι αφορά αποκλειστικά τον ελληνικό λαό. Ένα «Ναι» σημαίνει ότι η κυβερνησιμότητα έχει θριαμβεύσει στην Ευρώπη, και συνεπώς ότι κάθε πολίτης κάθε κράτους-μέλους της Ευρωζώνης είναι υπόλογος σε διαδικασίες κανονικοποίησης και ελέγχου από μη εκλεγμένους γραφειοκράτες και διαχειριστές.

Αντίθετα, το «Όχι» ισοδυναμεί με την απόρριψη, εκ μέρους των Ευρωπαίων, της υποταγής στη διαχείριση, στην ομαλοποίηση και την κανονικοποίηση. Από αυτή την άποψη, το «Όχι», όπως πολύ σωστά τόνισε ο Στάθης Γουργουρής πριν από λίγες ημέρες, είναι η γνήσια φιλοευρωπαϊκή ψήφος. Αυτή είναι η επιλογή που κρατάει ανοιχτή την πιθανότητα η διοίκηση να μην μπορέσει να ματαιώσει την πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να εξακολουθήσει να έχει σημασία η λήψη πολιτικών αποφάσεων. Ένα «Όχι» στο δημοψήφισμα είναι ένα «ναι» στην ιδέα της Ευρώπης, επειδή διεκδικεί ότι ούτε η Ελλάδα και ούτε κανένα άλλο έθνος-κράτος της Ευρωζώνης θα εκχωρήσουν την πολιτική τους εξουσία σε μη εκλεγμένους τεχνοκράτες.

Η πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα να εξαγγείλει δημοψήφισμα εισάγει ένα στοιχείο που ο Κλάιστ δεν το είχε προβλέψει ως πιθανό, την περίπτωση δηλαδή να υπάρχει μια εναλλακτική δυνατότητα που δεν μπορεί να αναχθεί στην ενόρμηση του θανάτου της κυριαρχίας, και η οποία προσφέρει πραγματικές εναλλακτικές λύσεις, μεταξύ των οποίων οι άνθρωποι καλούνται να αποφασίσουν. Το δημοψήφισμα προσφέρει την εξής επιλογή: το «Ναι» αντιπροσωπεύει το φινάλε της κυριαρχίας, που συνίσταται στην επιβεβαίωση της κυριαρχίας μέσα από τον ταυτόχρονο θάνατο της ιδέας της Ευρωζώνης εξαιτίας της κατάρρευσης της ιδρυτικής της αρχής – του διαχωρισμού δηλαδή της διαχείρισης του νομίσματος από την άσκηση πολιτικής εξουσίας. Αντίθετα, το «Όχι» αντιπροσωπεύει την κατάφαση της ανεξαρτησίας του πολιτικού από τις αποφάσεις της γραφειοκρατίας. Η επιλογή αυτή προσφέρεται ως γνήσια και επομένως ως μια κατάφαση της πολιτικής διαδικασίας – και της Ευρώπης. 

Αλλά ποιοι είναι οι άνθρωποι που καλούνται να αποφασίσουν; Βεβαίως αυτοί που θα ψηφίσουν είναι οι πολίτες του ελληνικού κράτους, αλλά το ερώτημα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου απευθύνεται σε όλους τους λαούς της Ευρώπης. Πρόκειται η Ευρωπαϊκή Ένωση να παραχωρήσει την κυρίαρχη εξουσία των εθνικών κρατών-μελών της σε μια μη εκλεγμένη γραφειοκρατία; Ή θα διατηρήσουν οι λαοί της Ευρώπης τα πολιτικά τους δικαιώματα; Μια τόσο ξεκάθαρη επιλογή ανάμεσα στο «Ναι» και το «Όχι» δεν έχει παρουσιαστεί στους Ευρωπαίους μετά την εισαγωγή του κοινού νομίσματος και συνεπώς όλοι όσοι ενδιαφέρονται για την «Ευρώπη», ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό, οφείλουν να πάρουν θέση.

Υπάρχει μια ιστορία για το πρώτο δημοκρατικό σύνταγμα που θεσπίστηκε από τον Σόλωνα. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στην Αθηναίων πολιτεία, ο Σόλων νομοθέτησε ότι αν κάποιος δεν έπαιρνε θέση σε μια πολιτική διαμάχη, τότε θα έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα και θα αποβαλλόταν από την πόλη. Το πνεύμα του νόμου αυτού είναι σαφές: η δημοκρατία συνίσταται στην αναγκαιότητα να παίρνουν οι πολίτες θέση ανάμεσα σε δύο σαφείς και διακριτές εναλλακτικές λύσεις. Είναι η δυνατότητα που λείπει στην αφήγηση του Κλάιστ. Είναι, επίσης, η δυνατότητα που είχε εξαφανιστεί από την Ευρώπη μέχρι την εξαγγελία αυτού του δημοψηφίσματος το περασμένο Σαββατοκύριακο.

Με την επιλογή να πει «Όχι», το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου υποστηρίζει τη δημοκρατία στον αγώνα της κυρίαρχης εξουσίας. Εναπόκειται στους πολίτες της Ελλάδας με την ψήφο τους, και στους Ευρωπαίους, με το να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί, να εκπληρώσουν το δημοκρατικό τους προνόμιο.

Ο Δημήτρης Βαρδουλάκης είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, διευθυντής του Τμήματος φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Σίντνεϋ.

(Δημοσιεύθηκε στο online περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ)

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s