Κείμενα των: Xρήστου Χατζηιωσήφ, Ντέιβιντ Γκόου, Αναστάς Βαγγέλι, Μάνου Αυγερίδη, Δημήτρη Χριστόπουλου, Κατερίνας Δέδε, Σεντρίκ Ντυράν, Νίκου Χατζηνικολόυ, Φίνταν Ο’ Τουλ
Σαδομαζοχισμός και Ρεαλπολιτίκ. Κριτική της απόφασης της Συνόδου Κορυφής από τον Xρήστο Χατζηιωσήφ. «Το όλο κείμενο έχει σαφείς αναδιανεμητικές προθέσεις: στο εσωτερικό αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος από τους ασθενέστερους προς τους ισχυρότερους και διεθνώς από την Ελλάδα προς το εξωτερικό. Μια αισιόδοξη, βολονταριστική άποψη που δεν θα έπαιρνε υπόψη της τους αμείλικτους αριθμούς θα μπορούσε να αντιτείνει ότι με την προϋπόθεση της ύπαρξης ενός οικονομικού σχεδίου από την ελληνική πλευρά θα αμβλυνθούν οι επιπτώσεις στα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα και θα επιτευχθεί η ανάπτυξη. Η δήλωση της Ευρωζώνης έχει προβλέψει όμως να ακυρώσει και αυτή την ψευδαίσθηση, με την επιβολή της υποχρέωσης στην ελληνική κυβέρνηση «να διαβουλεύεται και να συμφωνεί με τους θεσμούς, την τρόικα δηλαδή που θα επιστρέψει στην Αθήνα, όσον αφορά όλα τα νομοσχέδια στους σχετικούς τομείς, αρκετό χρόνο πριν από την υποβολή τους σε δημόσια διαβούλευση ή στην Βουλή». Η τρόικα, με άλλα λόγια, αναλαμβάνει τόσο την εκτελεστική όσο και τη νομοθετική εξουσία στην Ελλάδα. Το ζήτημα εδώ δεν είναι μόνο συμβολικό, δεν αφορά μόνο την εθνική κυριαρχία, αλλά και την αποτελεσματική διαχείριση».
Πού είναι η μπάλα; Προβληματισμοί του Μάνου Αυγερίδη για τις επόμενες κινήσεις στον Σύριζα. «Η ρευστότητα της εποχής έχει δείξει ότι κάθε πρόβλεψη μπορεί να αποδειχθεί έωλη. Έχει δείξει, ωστόσο, επίσης, ότι η παθητικοποίηση και αναμονή για χάπι εντ οδηγούν σε καταστάσεις ανεξέλεγκτες ή διάλυσης. Το ζητούμενο δεν είναι να δημιουργήσουμε καινούργιες συλλογικές αυταπάτες γύρω απ’ τα (μηδαμινά) περιθώρια εφαρμογής αριστερής πολιτικής είτε στο πλαίσιο ενός σκληρού Μνημονίου είτε χάρη σε ένα «λυτρωτικό» Grexit είτε, τέλος, πιστεύοντας σε παλιούς και νέους σωτήρες. Ζητούμενο, για μένα, είναι να ξεκινήσουμε την οργανωμένη συζήτηση αντίστροφα, αναζητώντας συλλογικά και χωρίς ταμπού τους τρόπους με τους οποίους θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε όλα όσα αποτελούν προτεραιότητα και προϋπόθεση κάθε προσπάθειας ανάκαμψης της κοινωνίας: την εργασία, τα δημόσια αγαθά, τους αδύναμους, τα δικαιώματα, τη δημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δεν είναι ο στόχος αλλά το μέσο· το «δεν είμαστε όλοι ίδιοι» αν δεν το αποδεικνύουμε καθημερινά στην πράξη δεν σημαίνει απολύτως τίποτα».
Η διαχείριση της ήττας θα κρίνει τον τίτλο της νέας σελίδας. Ο Δημήτρης Χριστόπουλος παραθέτει τα επίδικα της επόμενης μέρας. «Η νέα συμφωνία και η δικονομία της είναι δεν είναι απλώς συνώνυμη της μνημονιακής φυλακής. Είναι κελί απομόνωσης για τον κρατούμενο που προσπάθησε να αποδράσει. Η βιωσιμότητα της συμφωνίας, για μια χώρα στην κατάσταση της Ελλάδας σήμερα, δεν προσφέρεται για αισιοδοξία, όσο ανακούφιση και αν δημιούργησε ο λευκός καπνός το πρωί της Δευτέρας στις Βρυξέλλες. Δεν βλέπω πώς αυτή η τιμωρητική συμφωνία θα μπορέσει να τιμηθεί. Και ξέρω ότι και οι εκ των δανειστών το γνωρίζουν. Να το πούμε απλά: η συμφωνία αυτή δεν είναι διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος. Αν κάτι δεν αλλάξει δραστικά, κυρίως στο εξωτερικό, η χώρα, με μαθηματική βεβαιότητα, θα βρεθεί εκ νέου άμεσα στο σημερινό οδυνηρό δίλημμα. Επομένως, αυτή τη στιγμή, το μόνο συγκριτικό πλεονέκτημα που δίνει η συμφωνία είναι η εξαγορά του πολιτικού χρόνου μήπως οι διεθνείς ρωγμές που εμφανίστηκαν γύρω από το ελληνικό ζήτημα, επιφέρουν κάποιο θετικό νέο στον διεθνή ορίζοντα. Το μέλλον [μπορεί] να διαρκεί πολύ», αλλά ο χρόνος δεν συγχωρεί. Εκδικείται όλους, και κυρίως τους πρωταγωνιστές του. Πάρα ταύτα, όλοι, εντός κι εκτός, αναγνωρίζουν ότι το καράβι αυτή τη στιγμή δεν βρίσκει άλλο καπετάνιο. Επομένως, αν κάποιοι δεν μπορούν να τον στηρίξουν για λόγους συνείδησης, τουλάχιστον να μην τον υπονομεύσουν».
Ψηλαφώντας τα γεγονότα. Γράφει η Κατερίνας Δέδε. «Κι αυτό γιατί το κόμμα φαίνεται πως εξάντλησε όλο τον διαθέσιμο πολιτικό χρόνο του κάνοντας αντιπολίτευση και ποντάροντας στο ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν διαπραγματεύτηκαν – άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ που θα διαπραγματευόταν, θα τα κατάφερνε. Κι ήταν όλοι τόσο δέσμιοι αυτού του ανορθολογικού ντετερμινισμού που παρέμειναν μέχρι τέλους απροετοίμαστοι για μια διαφορετική εξέλιξη. […]Είναι προφανές ότι πολλοί από όσους αρνούνται να υποστηρίξουν την επιλογή της κυβέρνησης έχουν ιδεολογικές ενστάσεις. Και πώς όχι; Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε ιδεολογικά και πολιτικά σε πολλά σημεία με τη συμφωνία. Παραδεχόμαστε ωστόσο ότι το ιδεολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο της Αριστεράς εξαντλήθηκε τόσο εύκολα; Δεν έμεινε τίποτα στη φαρέτρα της για το οποίο αξίζει να παλέψουμε και, τώρα –που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην εξουσία– να το κάνουμε πραγματικότητα; Ξεμείναμε από οράματα ή μήπως από πολιτικές μεταρρυθμίσεις που θα απαιτήσουμε τώρα (εντονότερα παρά ποτέ) από μία κυβέρνηση της Αριστεράς;»
Η Γερμανία ξηλώνει εβδομήντα χρόνια ευρωπαϊκής πολιτικής. Ο Ντέιβιντ Γκόου πρώην ανταποκριτής της «Guardian» στη Γερμανία σχολιάζει την αλλαγή της γερμανικής πολιτικής για την Ευρώπη με την πάροδο του χρόνου. «Το γεγονός ότι είναι ο Σόιμπλε αυτός που μηχανορραφεί και υπολογίζει με ποιον τρόπο θα καταφέρει να εκδιώξει την Ελλάδα από την Ευρωζώνη είναι ιδιαίτερα προβληματικό και ενοχλητικό για όσους από εμάς παρακολουθήσαμε για πολλά χρόνια την πολιτική του σταδιοδρομία. Πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που, μαζί με τον Κουρτ Λάμερς, έγραψαν το 1994 μια εργασία στην οποία υποστήριξαν όχι μόνο μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων αλλά και μια αυξανόμενα ομοσπονδιοποιημένη Ε.Ε., με πολιτική καθώς και νομισματική ένωση και, υπόρρητα, μια διασυνοριακή εκδοχή του γερμανικού Länderfinanzausgleich που μεταφέρει πόρους από τα πλουσιότερα στα φτωχότερα ομοσπονδιοποιημένα κρατίδια. (αυτά τα υποτιθέμενα ευρωομόλογα που αρνείται καν να συζητήσει η Άνγκελα Μέρκελ). Τα παθιασμένα αισθήματα για μια φιλοευρωπαϊκή Γερμανία αυτού του επί 43 χρόνια μέλους του Γερμανικού κοινοβουλίου είναι αυτό που έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου από τις συνεντεύξεις μαζί του πάνω σ’ αυτό το πλαίσιο προτάσεων του 1994». (μετάφραση: Μαρία Καλαντζοπούλου)
To τέλος της Ευρώπης. Ο Σεντρίκ Ντυράν αναλύει την πολιτική κατάσταση στην Ε.Ε και τις προοπτικές ανάπτυξης εναλλακτικών πολιτικών υποκειμένων. «Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από το νεοφιλελεύθερο κλουβί είχε ως αποτέλεσμα σαμποτάζ και μύδρους από τις άλλες κυβερνήσεις και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, αφήνοντας τον χωρίς καμία εναλλακτική λύση, εκτός από συνθηκολόγηση ή ρήξη, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ελκυστικότητα της Ε.Ε. Οι φυγόκεντρες δυνάμεις αυξάνονται επίσης ως αποτέλεσμα της εξασθένισης της αίγλης των Βρυξελλών. Στην Αριστερά, η εμφάνιση των νέων πολιτικών κινημάτων, συνδέεται τόσο με διαρθρωτικούς παράγοντες (όπως η ένταση των συνεπειών της λιτότητας) όσο και πιο απρόβλεπτους που σχετίζονται με την οργάνωση του πολιτικού πεδίου. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την βραχυπρόθεσμη πολιτική τους τύχη, σε κανένα από αυτά δεν επιτρέπεται πια να καθυστερήσει τις συζητήσεις πάνω σε καίρια στρατηγικά ζητήματα. Δύο χρόνια πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην Ελλάδα, στο κείμενό του «Εξομολογήσεις ενός αιρετικού μαρξιστή», ο Γιάνης Βαρουφάκης υποστήριξε το σχέδιο της σωτηρίας του ευρωπαϊκού καπιταλισμού από τον εαυτό του. Η μάχη στην Ελλάδα δείχνει ότι αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο δύσκολη υπόθεση από ό, τι αναμενόταν». (μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης)
It’s the politics stupid! Η συμφωνία μέσα από την ματιά του δημοσιογράφου των Irish Times Φίνταν Ο’ Τουλ. «Ποια η διαφορά ανάμεσα στη Μαφία και στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ηγεσία; Η Μαφία σου κάνει μια προσφορά που δεν μπορείς ν’ αρνηθείς. Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σου προσφέρουν μια συμφωνία που δεν μπορείς ούτε ν’ αρνηθείς ούτε να δεχτείς χωρίς να καταστραφείς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως την γνωρίζαμε, τελείωσε αυτό το Σαββατοκύριακο. Εκείνο το αρχικό ευρωπαϊκό σχέδιο προέβλεπε τη σταδιακή σύγκλιση ίσων μεταξύ τους κρατών-μελών σε μια ολοένα στενότερη ένωση. Αυτό τελείωσε πια. Μια νέα ιδέα παραχώθηκε στα θεμέλια της Ε.Ε.: η ιδέα ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να αναγκαστεί να γονατίσει. Να γονατίσει, μάλιστα, όχι ήσυχα ή διακριτικά, αλλά ανοιχτά και τελετουργικά στη σκηνή ενός Θεάτρου Αγριότητας σχεδιασμένου για αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Η όλη ιδέα του να προβάλλει κανείς σκανδαλωδώς προκλητικές απαιτήσεις – η αρχική επιμονή να τεθεί ελληνική δημόσια περιουσία αξίας 50 δις ευρώ σε ένα ταμείο με έδρα στο Λουξεμβούργο ήταν η πιο εντυπωσιακή — ήταν για να επιδειχθεί, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλα τα κράτη μέλη, ότι η Ε.Ε. είναι πλέον ένας εξαναγκαστικός θεσμός. Κι ως ένας εξαναγκαστικός θεσμός έχει περάσει σε μια κατάσταση βαθειάς διαίρεσης. Δεν υπάρχει πιο βαθύ ρήγμα απ’ αυτό ανάμεσα σ’ εκείνους που τιμωρούνται και στους τιμωρούς τους, ανάμεσα σ’ αυτούς που αναγκάζονται να γονατίσουν και σ’ εκείνους που φωνάζουν «Γονάτισε!». (μετάφραση: Μαρία Καλαντζοπούλου)
Βαλκάνια: Αλληλεγγύη, το όπλο μας. Επιστολή του Αναστάς Βαγγέλι με αφορμή την παγκόσμια κινητοποίηση λαό #ΤhisIsACoup που στάλθηκε και δημοσιεύθηκε στο www.analyzegrece.gr. Αναφέρεται στις ομοιότητες της κρίσης στην ΠΓΔΜ και την Ελλάδα και τους δεσμούς των κινημάτων στις δύο χώρες. «Οι διεφθαρμένες ελίτ της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ (οι οποίες, όλα αυτά τα χρόνια, από κοινού διέλυσαν την οικονομία της Ελλάδα και συσσώρευσαν το χρέος), εργαλειοποίησαν την περίφημη διαφωνία για το όνομα, με σκοπό να νομιμοποιήσουν τον εαυτό τους και να αποσπάσουν την προσοχή του πληθυσμού της Βορείου Ελλάδας από την επερχόμενη οικονομική κατάρρευση, καθώς και να έχουν ένα επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί στη διεθνή σκηνή. Οι ομόλογοί τους στην ΠΓ Δημοκρατία της Μακεδονίας, και ιδίως ο Γκρούεφσκι, έχουν κάνει το ίδιο. Ο Γκρούεφσκι είχε συμφέρον να περιπλέκει τις σχέσεις με την Ελλάδα, έτσι ώστε να τις χρησιμοποιεί ως δικαιολογία για τις αποτυχίες του. Έχει επινοήσει έναν νέο μακεδονικό εθνικισμό και οικοδόμησε πανάκριβα μνημεία για να ενισχύσει το εγχείρημά του, αλλά και για να αντισταθμίσει τη δυστυχία του παρόντος με την κατασκευή μιας εικόνας του ένδοξου παρελθόντος».
Η διακωμώδηση του Μωάμεθ. Το τέταρτο και τελευταίο στη σειρά άρθρων του Νίκου Χατζηνικολάου για τον μουσουλμανικό κόσμο. «Αν στην Ευρώπη έχει κατακτηθεί, πράγματι με αίμα, η ελευθερία έκφρασης, αυτό δεν σημαίνει ότι την διασώζουμε με το να βρίζουμε εκείνους που ασπάζονται άλλες θρησκείες και ανήκουν σε άλλους πολιτισμούς. Δεν είναι αυτό η ελευθερία έκφρασης. Το να σέβεσαι και να μην εμπαίζεις τα σύμβολα και τα πρόσωπα που είναι ιερά στα μάτια τρίτων, δεν είναι υποχώρηση απ’ τις ιδέες σου. «Ένας αναχρονιστικός φανατισμός», έγραψε ο Ζακ Ατταλί για τον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Αναχρονιστικός για πολλούς Ευρωπαίους, σίγουρα. Για τους αγνωστικιστές ανάμεσά τους, τόσο αναχρονιστικός όσο είναι και ο χριστιανικός ή ο εβραϊκός φονταμενταλισμός. Αλλά για τους πιστούς Μωαμεθανούς; Στη βάση ποιας ιστορικής συνείδησης μπορείς να τους προσάψεις ότι οι πεποιθήσεις και τα πιστεύω τους, ο φανατισμός και η απολυτότητα με την οποία υπερασπίζονται τη θρησκεία τους, έχουν «ξεπεραστεί»; Με ποιο μαγικό τρόπο άραγε; Διαμορφώθηκαν στις χώρες της Μέσης Ανατολής κοινωνικές συνθήκες που επέτρεπαν να δημιουργηθεί, στις πόλεις και στην ύπαιθρο, μια διαφορετική σχέση με το Ιερό;»