Σου αγόρασα ένα ραμπάμπ από τη Μααλούα

Standard

της Νίκης Τρουλλινού

Άποψη της Μααλούα

Άποψη της Μααλούα

Δεν είναι της στιγμής να αφηγηθώ πώς άρχισε ο έρωτας με τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία και την Κύπρο. Μόνο πως κάθε φορά σε τούτες τις χώρες ανέπνεα μ’ έναν διαφορετικό τρόπο, εκείνον της Ιστορίας που είναι παρούσα παντού γύρω μου. Το παλίμψηστο κτηρίων, μνημείων, ανθρώπων, διαφορετικών θρησκειών και δογμάτων, οι γλώσσες (ας πούμε αυτό που δεν ξέρουν στη Δύση: στον Λίβανο και τη Συρία μπορούσες να συνεννοηθείς στα γαλλικά) με εκείνη την «απτή γοητεία» των ημερολογίων και ποιημάτων του Σεφέρη και του Καβάφη, και τις ψαλμωδίες στα αραβικά, ψαλμωδίες σε ορθόδοξες εκκλησιές, που τις αναγνώριζες στο βάθος του χρόνου, εκείνου των παιδικών χρόνων, και τον άλλο της μακραίωνης παρουσίας των Ελλήνων, των Γιουνάν στα μέρη της Μέσης Ανατολής. Στη συριακή έρημο, βόρεια της Δαμασκού, βρίσκονται δυο σημαντικά μοναστήρια: στη Μααλούα (αλλάζει χέρια συχνά, από τους σαλαφιστές στο στρατό του Σαντάμ, με σημαντικές φθορές εντός της εκκλησιάς) και η Σεντνάγια.

Πηγαίνοντας για τη Σεντνάγια, η έρημος δεξιά. Οι λέξεις απρόθυμες να σου κάνουν επίσκεψη, απλώς: η έρημος. Μεγάλος δρόμος, ανεβοκατεβαίνουν βαριά φορτηγά νότια για τα Εμιράτα, ανατολικά για το Ιράκ και το Ιράν, βόρεια για την ελεύθερη ζώνη των Κούρδων και την Τουρκία. Φορτηγά βαριά και χοντρομούτσουνα, ολόιδια με εκείνα των πάλαι ποτέ σοβιετικών καθεστώτων. Στην άκρη ένα συγκρότημα με κακάσχημες πολυκατοικίες, ολόιδιο με εκείνα των πάλαι ποτέ σοσιαλιστικών χωρών. «Χωριό για τους εργαζομένους στο συριακό δημόσιο», θ’ απαντήσει ο ελληνόφωνος-γαλλόφωνος-αγγλόφωνος και άλλα πολλά ξεναγός. Η αρχιτεκτονική γράφει κι αυτή τη δική της ιστορία ή, μάλλον, συμβάλλει στην «ανάγνωση» της, κι αυτό μεταφράζεται για τους υποψιασμένους, «σπίτια για τα μέλη του Κόμματος Μπάαθ». Αριστερά το Όρος, μπορείς να το πεις και το βουνό του Λιβάνου. Τα χρώματα: ώχρα, άσπρο, βιολετί, ροδί, τρυφερό μπεζ, στο χρώμα ξεραμένης γης, τα βράχια κάνουν ξόμπλια σαν τις άκριες από παλιά χειροποίητα χράμια, στέκουν όρθια, χωρίζουν την Συρία από την Μεσόγειο θάλασσα, στερούν από τον Ζέφυρο το πέρασμά του στα μέρη της ερήμου. Και πάνω στο δρόμο αμολητά τα πρόβατα να βόσκουν, τα βοσκόπουλα, μικρά παλικάρια στην άκρη, στο χέρσο χωράφι καπνίζουν ναργιλέ. Στη Σεντνάγια, καθώς μετρώ τα φθαρμένα από τόσα πόδια σκαλιά της ανάβασης, με προσπερνά μια παρέα γυναικών με μαντήλα. Μουσουλμάνες. Έρχονται χρόνια και προσκυνούν την Παρθένο από τον χρωστήρα του Οσίου Λουκά, πιστεύουν ότι «θα πιάσουν» ευκολότερα παιδί. Η γεροντότερη φεύγοντας κτυπά το κερκέλι, το στρογγυλό ρόπτρο της βαριάς θύρας. Ύστερα ο λαβύρινθος των στενών διαδρόμων, το ημίφως, λιβάνι και ροδόνερο, το λιωμένο κερί, εικόνες απίστευτης τέχνης, γλάστρες με λουλούδια στον εξώστη. Και πέρα, κάτω η έρημος. Αιώνες πολλούς στο ίδιο σημείο.

 Η Μααλούα χωμένη στα βράχια σκαρφαλώνει στις πλάτες του βουνού, στο σύνορο σχεδόν με τον Λίβανο, εδώ είναι το πέρασμα της Θέκλας όταν κυνηγήθηκε από τους Ρωμαίους, μια βαθιά μαχαιριά στον κατακόκκινο βράχο, ο Σέργιος και ο Βάκχος, κατάλοιπα παγανιστικών δοξασιών που πέρασαν με τον πιο φυσικό τρόπο στον Χριστιανισμό, η Μέση Ανατολή η μήτρα των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, όπου η μια ανθίζει στα χωράφια της άλλης και μαζί μισεί και σπέρνει θάνατο. Εντεταλμένη προς τούτο μοναχή απήγγειλε το Πάτερ Ημών στα αραμαϊκά: η Μααλούα είναι το τελευταίο σημείο του πλανήτη όπου μιλιέται καθημερινά η γλώσσα του Ιησού. Και οι χειμωνιάτικοι ξένοι, κάποιοι Άγγλοι και δυο τρεις Ελληνίδες της Κύπρου, στράφηκαν προς την πλαϊνή έξοδο, απέναντι, όλο και κάτι για ενίσχυση του μοναστηριού να αφήσουμε. Καθυστέρησα εξαιτίας μιας φωτογραφίας πάλι, εκείνης που τόσο αγαπώ. Πάνω, λοιπόν, από την αριστερή θύρα ο Θεός των Χριστιανών με απλωμένα χέρια ευλογεί δώδεκα ψωμιά. Ο θεός Κόσμος, Κρόνος, Χρόνος μετράει τους μήνες του και ο εν λόγω κύριος είναι ολόιδιος ο Δίας (Βάαλ), έχει θαρρείς δραπετεύσει από παλαιό βιβλίο μυθολογίας, με πράσινο χιτώνα –άριστη η πτυχολογία του– και στέμμα να τελειώνει σε κωνοειδείς απολήξεις με ολοστρόγγυλα κούμαρα. Και η φωνή με ακουμπά μ’ έναν τρόπο απολύτως σωματικό, έρχεται πίσω μου και με αρπάζει από τους ώμους, είμαι ανέτοιμη να καταλάβω τι μου συμβαίνει και αυτό δίδει διπλή δύναμη στο ξάφνιασμα, κατεβάζω την μηχανή και ακούω, «τη Υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια», κοντάκιο του Ακάθιστου Ύμνου σε ήχο πλάγιο τέταρτο – «αυτόμελον» σημείωνε η μουσικός στις πρόβες της χορωδίας κάθε άνοιξη, και οργίαζε η άλλη άνοιξη μες στα εφηβικά κορμιά μας, στρέφω το κεφάλι· σε στασίδι δεξιά της κλειστής κεντρικής εισόδου υποψιάζομαι μέσα στο μισοσκόταδο την γυναικεία φιγούρα. Γυρνάω πίσω προς τη μεριά της, περπατώντας στις μύτες των ποδιών μου, αφήνω ελεύθερα δυο τρία στασίδια –ο χώρος όλος της φωνής της– και κάθομαι. Σιωπηλή. Αμίλητη. Είναι η φωνή που έχει τον λόγο, τον πρώτο και τον έσχατο. «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε», και η ανύμφευτη μοναχή θα με κοιτάξει από το πλάι με μικρό ντροπαλό χαμόγελο. Χαιρετιόμαστε στην καθημερινή ελληνική μας γλώσσα. Τη λένε Ιουστινιανή. Είναι Παλαιστίνια. Μεγάλωσε σε καταυλισμό. Χρωστάει τη ζωή της και τη μόρφωσή της στο Πατριαρχείο Αντιοχείας. Όχι, δεν έχει πάει στην Ελλάδα. Όνειρό της είναι, βέβαια.

 Έτσι τη ζεις την Ιστορία στη Μέση Ανατολή,

 Αγόρασα ένα ραμπάμπ φεύγοντας από τη Μααλούα. Αχ, ετούτο το μαγαζάκι: φρούτα στα καφάσια, εικόνες ορθοδόξων, μαχλεμπί στο ταψί σκεπασμένο με τούλι, κουτιά ντοματάκια και κονσέρβες ψαριού, καρτ ποστάλ του ΄70, και παλιά βινύλια με την Ουμ Καλσούμ και τη Φεϊρούζ, πιπεριές και μελιτζάνες ξερές περασμένες στο νήμα, μύγες στο σεργιάνι και τα ραμπάμπ σε μιαν άκρη. Μονόχορδα από δέρμα κατσικιού, το δοξάρι ακουμπά την χορδή και βγαίνει ένας νυσταγμένος, λυπητερός ήχος, μπορεί η μοναξιά να είναι λυπημένη τη νύκτα στις ερήμους, και να νυστάζει κι αυτή. Και το ραμπάμπ το αγόρασα, γιατί με βρήκε πάλι ο Σεφέρης.

Η Νίκη Τρουλλινού είναι συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, «Το τελευταίο καλοκαίρι της αθωότητας» (Εστία, 2014)

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s