Δεν χρειαζόμαστε μόνο καλύτερους μπάτσους. Χρειαζόμαστε λιγότερους!

Standard

Μετά τις πρόσφατες αθωώσεις του αστυνομικού που δολοφόνησε τον Μ. Μπράουν στο Φέργκιουσον και του αστυνομικού που στραγγάλισε το Ε. Γκάρνερ, την Πέμπτη είχαμε στην Αριζόνα τη δολοφονία του Ρομέιν Μπρίσμπον. Κοινό και των τριών υποθέσεων: τα θύματα ήταν Αφροαμερικανοί, άοπλοι, και οι δολοφόνοι λευκοί αστυνομικοί. Ενώ οι διαμαρτυρίες συνεχίζονται σε πολλές πολιτείες, δημοσιεύουμε ένα πρόσφατο σχετικό κείμενο του Alex Vitale (κοινωνιολόγου στο Brooklyn College και συγγραφέα του «City of Disorder: How the Quality of Life Campaign Transformed New York Politics»). Το άρθρο (εδώ μεταφράζεται ένα απόσπασμά του) δημοσιεύθηκε στο «Nation», 4.12.2014.

του Άλεξ Βιτάλ

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

Η αστυνόμευση των έγχρωμων κοινοτήτων βρίσκεται στην κορυφή της τοπικής και εθνικής ατζέντας, στις ΗΠΑ, μετά τις διαμαρτυρίες εξαιτίας των πρόσφατων δολοφονιών άοπλων μαύρων, ανδρών και αγοριών. Τα σημάδια δείχνουν ότι αναδύεται ένα νέο κοινωνικό κίνημα διαμαρτυρίας για τη φυλετική δικαιοσύνη και το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, το οποίο πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο από το σημερινό κύμα οργής.

Ως εκ τούτου, θα χρειαστούμε σκληρή δουλειά τόσο στο επίπεδο απόκτησης πολιτικής επιρροής όσο και στην άρθρωση λόγου για τις απαιτούμενες αλλαγές. Μέχρι στιγμής το μόνο που ακούσαμε από πολιτικούς,  την αστυνομία αλλά ακόμη και από πολλούς ηγέτες της τοπικής κοινότητας, είναι προτάσεις που έχουν αποτύχει στο παρελθόν και δεν εμπνέουν αισιοδοξία για το μέλλον.

Κοινοτική αστυνόμευση

 Σε όλους αρέσει η ιδέα ενός αστυνομικού της γειτονιάς που γνωρίζει και σέβεται την κοινότητα και μπορεί να πει ποιοι είναι οι καλοί και ποιοι κακοί. Δυστυχώς, αυτός είναι ένας μύθος που δείχνει άγνοια της ιστορίας και της φύσης της αστυνόμευσης. Αυτό που διακρίνει την αστυνομία από άλλες υπηρεσίες είναι η νομική εξουσιοδότηση για τη χρήση βίας. Τα κύρια εργαλεία της για την επίλυση συγκρούσεων είναι η σύλληψη και ο εξαναγκασμός. Συνέχεια ανάγνωσης

Η δικαιοσύνη. Ανιχνεύοντας τις ακροδεξιές ιδέες στις αποφάσεις

Standard

ΤΟ ΒΑΘΥ ΚΡΑΤΟΣ  ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Η ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ-2

της Κλειώς Παπαπαντολέων

Έργο του Ονορέ Ντωμιέ

Έργο του Ονορέ Ντωμιέ

Σκοπός της έρευνας ήταν να χαρτογραφήσει ρατσιστικές, εθνοκεντρικές, ξενοφοβικές και θρησκόληπτες ιδέες και τάσεις στον δικαστικό μηχανισμό μέσα από τις ίδιες τις δικαστικές αποφάσεις. Οι φορείς της εγχώριας δικαιοσύνης άλλωστε σπανίως τοποθετούνται δημοσίως. «Μιλούν» διά των αποφάσεων τους, αποτυπώνοντας εκεί, αναπόδραστα, πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς, κυρίαρχες ιδεολογίες και αναπαράγοντας στερεοτυπικές κατασκευές. Ως εκ τούτου, εάν η έρευνα αυτή κομίζει κάτι νέο, είναι η ανάλυση και κριτική προσέγγιση δικαστικών αποφάσεων, όχι με κριτήρια αμιγώς νομικά, ούτε δημοσιογραφικά, αλλά δικαιοπολιτικά, τοποθετώντας τις δικαστικές πρακτικές μέσα στον κοινωνικό συσχετισμό και την πολιτική συγκυρία. Η έρευνα –και αυτό θέλω να το τονίσω– δεν στόχευε στην «αποκάλυψη» ακροδεξιών δικαστών, αλλά στην ανίχνευση τέτοιων ιδεών, οι οποίες στην Ελλάδα, παρόλο που εκφέρονται προνομιακά από την ακροδεξιά είναι τόσο διάχυτες, που επιτρέπουν σε κάποιον να τις συμμερίζεται χωρίς να αισθάνεται –ή και να υποπτεύεται ακόμα– ότι είναι ακροδεξιός.

Μεθοδολογικά, επελέγησαν αποφάσεις οι οποίες έχουν εμβληματικό χαρακτήρα και βαρύ συμβολικό-ιδεολογικό φορτίο, καθώς και άλλες οι οποίες ήταν ιδιαίτερα πρόσφορες για την επισήμανση επιμέρους ιδεολογικών παραμέτρων, όπως η ανάδειξη της επικρατούσας θρησκείας ως κρατικής αξίας, η οποία στα ελληνικά ποινικά χρονικά διαρκώς αναιρεί κάθε παρεκκλίνουσα καλλιτεχνική έκφραση, διά της συχνότατης εφαρμογής των αδικημάτων της βλασφημίας και καθύβρισης θρησκευμάτων.

Λήφθηκε επίσης υπ’ όψιν ο ρόλος που κλήθηκε ο δικαστικός μηχανισμός να αναλάβει και στην Ελλάδα, ιδίως από το 2000 και μετά, με τη σταδιακή επικράτηση της μηδενικής ανοχής στην «ανομία», δηλαδή στη χαμηλής έντασης εγκληματικότητα ή απλώς στην κοινωνική διαμαρτυρία (π.χ. Σκουριές, καταλήψεις κτιρίων, απεργίες). Ο δικαστικός μηχανισμός –διά του ποινικού δικαίου– διαχειρίστηκε, και εξακολουθεί να διαχειρίζεται, μερίδες του πληθυσμού που ανήκουν στην «κοινωνική κατηγορία της φτώχειας», δηλαδή ανθρώπους που είναι πέρα από τάξεις και ιεραρχίες, χωρίς δυνατότητες (επαν)εισαγωγής στο σύνολο, πέραν κάθε σωτηρίας. Πληθυσμοί όπως επαίτες, τοξικοεξαρτημένοι, άστεγοι, παράτυποι αλλοδαποί, που τον καιρό της οικονομικής κρίσης ολοένα διευρύνονται, περιλαμβάνοντας μερίδες προσώπων που μέχρι πρόσφατα ήταν ενταγμένες στο κοινωνικό σύνολο.

Εμβληματικότερη όλων, η υπόθεση των οροθετικών γυναικών, με τον δικαστικό μηχανισμό να υλοποιεί ρατσιστικές και σεξιστικές πρακτικές, επαναφέροντας στο προσκήνιο την έννοια της «μιαρότητας», την αγιότητα της ελληνικής οικογένειας και μαζί τις πιο σκοτεινές έμφυλες προσλήψεις, γυρίζοντας τη χώρα εξήντα χρόνια πίσω.

Όλα αυτά την ίδια στιγμή που ο δικαστικός μηχανισμός ατένιζε νωχελικά τις εκατοντάδες «νυχτερινές περιπολίες» της Χρυσής Αυγής και τις δημόσιες προτροπές της στη βία (βία που υλοποιούσαν τα μέλη της Χ.Α. αμέσως μετά), δημιουργώντας ένα χωρίς προηγούμενο status ιδιότυπης ασυλίας και ατιμωρησίας, που κάποιοι πλήρωσαν με την ίδια τους τη ζωή.

Η απόσπαση της έννοιας ασφάλειας από τα δικαιώματα και η αποικιοποίησή της από μηχανισμούς καταστολής και αστυνόμευσης οδήγησαν στην ανοχή και συστηματική ατιμωρησία της αστυνομικής βίας, στην ασυλία της ΧΑ, στον εθισμό στον εγκλεισμό κ.ά.: σε όλους δηλαδή εκείνους τους μηχανισμούς, κρατικούς ή παρακρατικούς, που το κράτος θεώρησε θεματοφύλακες αυτής της τάξης.