Σκέψεις και διλήμματα για τη χάραξη πολιτικής στα εθνικά[1] και διεθνή ζητήματα

Standard

Γεωπολιτική πραγματικότητα και ιδεολογικά προτάγματα

 του Λουκά Αξελού

Ασφαλώς η εξέλιξη τείνει προς τον διεθνισμό, το σημείο όμως αφετηρίας είναι

«εθνικό» και από αυτό το σημείο αφετηρίας πρέπει ακριβώς να ξεκινήσουμε.

                                                Αντόνιο Γκράμσι

Nίκος Εγγονόπουλος «Αισθηματικό βαλς», 1939

Nίκος Εγγονόπουλος «Αισθηματικό βαλς», 1939

Η ανάγκη ύπαρξης αφετηριακού πλαισίου αναφοράς

Η έναρξη προσυνεδριακού διαλόγου και δη για το Ιδρυτικό Συνέδριο ενός πληθωρικά πολυτασικού σχήματος όπως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, γεννά εξ αντικειμένου πλήθος ζητημάτων που υπό μία έννοια «μηδενίζουν το κοντέρ» των δεδομένων, οδηγώντας τον διάλογο σε μιαν «αναγκαστική αφετηριακότητα», στον βαθμό που η κάθε πλευρά προσπαθεί να στοιχειοθετήσει συνεκτικά την όποια οπτική της.

Ως εδώ, θα έλεγε κανείς ότι αυτό είναι μια «λογική διαδικασία», στον βαθμό όμως που η όποια οπτική ακολουθεί ορισμένους σταθερούς α priori κανόνες που ισχύουν όχι επιλεκτικά αλλά contra omnes (έτσι, λ.χ., μια εισβολή και κατοχή είναι παντού  εισβολή και κατοχή, ένας παράνομος εποικισμός ως αποτέλεσμά της είναι σε κάθε περίπτωση διαχρονικό έγκλημα κ.ο.κ.).

Έχοντας πολλαπλά προβληματιστεί επί του προκειμένου με καλούς φίλους και συντρόφους και συμμετέχοντας στις συζητήσεις που άνοιξαν στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ για τη διαμόρφωση κοινών θέσεων, αρκετά στοιχεία των οποίων υιοθετώ και ενσωματώνω και στο παρόν κείμενο, θα περιορίσω το σκεπτικό μου σε ένα πεδίο ιδιαίτερης βαρύτητας: τη θέση και η σχέση της Ελλάδας με τον ιστορικό της περίγυρο,  την Κύπρο, την Τουρκία και τα Βαλκάνια, συγκεκριμένα. Συνέχεια ανάγνωσης

Οι στρουθοκάμηλοι στην Αριστερά και η εξωτερική πολιτική

Standard

 Ο  Ετεοκλής Δουμουλάκης απαντάει στην κριτική που του έκανε ο   Θόδωρος Παρασκευόπουλος, στα προηγούμενα και προπροηγούμενα «Ενθέματα». Η ανταπάντηση του Θόδωρου Παρασκευόπουλου στο τέλος του ποστ.

  του Ετεοκλή  Δουμουλάκη

Χαρακτικό του Ότο Νίκελαπό το λεύκωμα "Πεπρωμένο", 1930

Χαρακτικό του Ότο Νίκελαπό το λεύκωμα «Πεπρωμένο», 1930

Η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ από το 4,7% στο 27%, μέσα στις συνθήκες της πιο βαθιάς μεταπολεμικής κρίσης που γνωρίζει η ελληνική κοινωνία, σηματοδοτεί ότι εβδομήντα χρόνια μετά τη δεκαετία του ’40 (μισό και κάτι αιώνα από την εκλογική αναλαμπή του 1958), οι λαϊκές μάζες κρούουν και πάλι τη θύρα της Αριστεράς. Θα τους ανοίξουμε; Θα βγούμε από το μοναστήρι και τα σκοτεινά του παρεκκλήσια, θα τολμήσουμε να ζυμωθούμε με τις λαϊκές μάζες που η κρίση σπρώχνει προς εμάς ώστε να τις εκφράσουμε;

Στη σημερινή Ελλάδα, το ζητούμενο είναι η σωτηρία της κοινωνίας από τον εξανδραποδισμό. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι μια πολιτική που θα υπερβαίνει τις ταξικές ρηγματώσεις, καθώς όσοι επωφελούνται από την κρίση συνιστούν μια απειροελάχιστη ελίτ, ενώ διαρκώς περισσότερα κοινωνικά στρώματα χάνουν κάθε προοπτική αξιοπρεπούς ζωής και παλεύουν απλά και μόνο για επιβίωση. Σ’ αυτή τη συγκυρία καλούνται να επέμβουν σωτήρια οι ιδέες, οι προτάσεις και το ήθος της Αριστεράς. Με ποιο τρόπο θα έχουμε αποτέλεσμα; Συνέχεια ανάγνωσης

Ελλάδα, Τουρκία και Μέση Ανατολή

Standard

του Θόδωρου Παρασκευόπουλου

kalodoukas

Φωτογραφία του Άγγελου Καλοδούκα, από την έκθεσή του «Όψεις καθημερινότητας», στο Στέκι Μεταναστών (Τσαμαδού 13), μέχρι και τις 9 Φεβρουαρίου.

Ήταν εξαρχής εμφανές ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις, είτε του ΠΑΣΟΚ είτε της Νέας Δημοκρατίας είτε τώρα η τρικομματική, είναι αμήχανες μπροστά στο φαινόμενο του λεγόμενου πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία, όταν αυτό ανέλαβε ευθύνες εθνικής πολιτικής. Αρχικά επικράτησε η ιδέα ότι το φαινόμενο ήταν παροδικό και δεν θα γινόταν ανεκτό από το κεμαλικό κατεστημένο στις Ένοπλες Δυνάμεις και στο κράτος, αλλά και από τις ΗΠΑ που βρίσκονταν τότε στην πιο σκληρή περίοδο των πολέμων εναντίον ισλαμικών χωρών. Ωστόσο, όλα αυτά διαψεύστηκαν. Ούτε επαληθεύτηκε η ελληνική ελπίδα ότι η αποχή της Τουρκίας από αυτούς τους πολέμους και, κατόπιν, τις πιέσεις εναντίον του Ιράν θα αναβάθμιζε τον ρόλο της Αθήνας στην περιοχή: σε σύγκριση με την Τουρκία η Ελλάδα είναι πολύ μικρή, κι αυτή η εκτίμηση των ισχυρών κρατών φαίνεται ότι παραμένει αναλλοίωτη από την ήττα στη Μικρασιατική Εκστρατεία και μετά. Αλλά και η ελπίδα ότι η ενεργοποίηση, το 2007, της ελληνοϊσραηλινής στρατιωτικής συμφωνίας του 1996, που παρέμενε σχετικά ανενεργή, θα απέφερε διπλωματικά οφέλη, διαψεύστηκε. Αντίθετα μάλιστα: η σκληρή στάση της Τουρκίας έναντι του Ισραήλ για το Παλαιστινιακό, με αποκορύφωμα την αντίδρασή της όταν ισραηλινές δυνάμεις κατέλαβαν το καράβι «Μάβι Μαρμαρά» (που συμμετείχε με έγκριση και υποστήριξη της Άγκυρας στον «στολίσκο της Γάζας») και δολοφόνησαν τούρκους πολίτες, άλλαξε άρδην το κλίμα στην κοινή γνώμη των ισλαμικών χωρών, αλλά και στις πρωτεύουσές τους. Η αρνητική στάση της Λιβύης και της Αιγύπτου στο ζήτημα της χάραξης των ορίων της ελληνικής ΑΟΖ με τη δική τους είναι χαρακτηριστική, και ο Κάρολος Παπούλιας είναι ο πρώτος έλληνας Πρόεδρος που αποδοκιμάστηκε από πολίτες στη Ραμάλα. Συνέχεια ανάγνωσης

Η εξωτερική πολιτική του «σκαντζόχοιρου»

Standard

 του Θόδωρου Παρασκευόπουλου

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη, 1944

Έργο του Γιάννη Τσαρούχη, 1944

Η αποτυχία όλης της στρατηγικής των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας φαίνεται σήμερα και στην εξωτερική πολιτική. Μια πολιτική που βασίστηκε στην προσαρμογή στις επιταγές ή υποτιθέμενες επιταγές ισχυρών κρατών (προπάντων των ΗΠΑ, αλλά και των ισχυρότερων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης), και ταυτόχρονα προσπάθησε να υπηρετήσει εθνικιστικές προκαταλήψεις και ψυχώσεις που, κυρίως τα δύο αστικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., τουλάχιστον η πτέρυγά της που κυριαρχεί σήμερα) και μεμονωμένοι πολιτικοί (προπάντων ο Αντώνης Σαμαράς, αλλά και ο Γιώργος Καρατζαφέρης) καλλιέργησαν και αξιοποίησαν για ιδιοτελείς σκοπούς. Για μεγάλο διάστημα, ο εξ επαγγέλματος πατριωτισμός έδινε κι έπαιρνε, έφτιαξε κόμματα και πολιτικές καριέρες πολιτικά ανυπόστατων προσώπων. Θα ήτανε όμως λάθος να αποδοθεί η διένεξη για το Μακεδονικό, από ελληνικής πλευράς, μονάχα στις φιλοδοξίες Σαμαρά και Α. Παπανδρέου και στην ατολμία του Μητσοτάκη. Η ελληνική στάση περιείχε και μια μπουνταλάδικη εκδοχή ηγεμονισμού: ήταν η αδέξια πλευρά της επιδίωξης, των αστικών κομμάτων και του ελληνικού κεφαλαίου, για ηγετική θέση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Από την άλλη μεριά των συνόρων, με τη βοήθεια της ελληνικής βαλκανικής πολιτικής, επικράτησε πολιτικά η επιδίωξη να στηριχθεί ιδεολογικά και ηθικά η συντέλεση (όπως το έλεγε ο Σβορώνος) του σλαβομακεδονικού έθνους σε έναν μύθο αρχαιομακεδονικής καταγωγής και αλυτρωτισμού. Συνέχεια ανάγνωσης