Τέσσερα ερωτήματα σχετικά με την επίθεση στο Παρίσι, την Ευρώπη και το ISIS

Standard

του Τζέιμς Μπάτλερ

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

1. Τι προσπαθεί να πετύχει η τρομοκρατία;

Αν και η ίδια η «τρομοκρατία» είναι ένα είδος πολιτικού ποδοσφαίρου –ο ορισμός της εξαρτάται από την πολιτική της ερμηνεία– είναι λογικό να την θεωρούμε ως μια ασύμμετρη πράξη πολέμου, με σκοπό την προβολή ενός μηνύματος με τη χρήση της βίας, ώστε είτε να «οξύνει τις αντιθέσεις» μέσα σε μια κοινωνία είτε να προκαλέσει τη σπασμωδική αντίδραση του αντιπάλου.

Οι δύο κυρίαρχες ερμηνείες της «ισλαμικής» τρομοκρατίας εντοπίζουν το πρόβλημα είτε σε μια υποθετική αποτυχία του ισλαμικού πολιτισμού να εκσυγχρονιστεί (η συντηρητική άποψη) είτε ως αποτέλεσμα διαστρεβλωμένης ερμηνείας από τους σύγχρονούς ουαχαμπίτες (τυπική φιλελεύθερη άποψη). Όπως επισημαίνει ο Arun Kundnani, η επιμονή σε καθαρά ιδεολογικούς λόγους γένεσης του φαινομένου συσκοτίζει τους ευρύτερους πολιτικούς ανταγωνισμούς στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό μέτωπο.

Διαβάζοντας το κύριο άρθρο της Liberation, αυτό που κάνει εντύπωση είναι η παντελής έλλειψη αναφοράς σε οποιαδήποτε κίνητρα από την μεριά των επιτιθέμενων: ​​πρόκειται για «τυφλή τρομοκρατία» και «αυτοκτονικό μυστικισμό». Τα λίγα που ξέρουμε είναι ότι ένας εισβολέας αναφέρθηκε στη σύγκρουση στη Συρία πριν πραγματοποιήσει τις εκτελέσεις και ότι το ISIS ανέλαβε την ευθύνη για τις επιθέσεις. Αυτό φαίνεται να ι ταιριάζει με τις δηλώσεις που διαβάζουμε ή ακούμε από δράστες άλλων τρομοκρατικών επιθέσεων: αυτό που συνδέει τον Τζοχάρ Τσαρνάεφ, έναν από τους βομβιστές της Βοστώνης, με τους δολοφόνους του Lee Rigby[1] είναι μια κοινή αντίληψη ενός πολέμου της Δύσης εναντίον των μουσουλμάνων, διεξαγόμενου στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, καθώς και η πρόθεση για μεταφορά αυτής της σύγκρουσης στη Δύση. Συνέχεια ανάγνωσης

Tυνησία: Απέναντι στον ισλαμο-φασισμό

Standard

  του Νικόλα Σεβαστάκη

Διαδηλώτριες κρατάν αφίσα με τον δολοφονημένo ηγέτη της Αριστεράς Τσόκρι Τσόκρι Μπελαΐντ.

Διαδηλώτριες κρατάν αφίσα με τον δολοφονημένo ηγέτη της Αριστεράς Τσόκρι Τσόκρι Μπελαΐντ.

Μετά από κάμποσο καιρό, πάλι ένα κείμενο «εκτός ατζέντας» στα «Ενθέματα». Λίγες γραμμές για κάποιες εμπειρίες του διπλανού μας κόσμου, για τις πληγές της περιμέτρου μας, που νομίζω ότι πρέπει να μας καίνε. Γιατί αυτές οι εμπειρίες αγγίζουν τη Μεσόγειο που τη σημασία της μας τη δίδαξε ο Καμύ, ο κατεξοχήν στοχαστής των εντάσεων μεταξύ της πολιτικής και της ηθικής. Εννοείται ότι μιλώ και πάλι σε ένα διαφορετικό μήκος κύματος από κάποιες γεωπολιτικές αναλύσεις ή τις θεωρητικές περιηγήσεις στην «εξέγερση του πλήθους», κουβέντες στις οποίες έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια.

Στην Τυνησία λοιπόν, στις 6 Φεβρουαρίου, δολοφονήθηκε ο Τσόκρι Μπελαΐντ, ηγέτης του κόμματος της Αριστεράς Κίνημα Πατριωτών Δημοκρατών που είχε υψώσει τη φωνή του απέναντι στην κυβέρνηση του Χαμίντ Τζεμπαλί. Με αφορμή αυτή τη δολοφονία, ο Έρικ Γκολντστάιν, υπεύθυνος του τμήματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής του Human Rights Watch δήλωσε: «Έχουν διαπραχτεί πολλές επιθέσεις σε δημοσιογράφους, πολιτικά στελέχη, καλλιτέχνες και απλούς πολίτες. Οι περισσότερες από αυτές δεν έγιναν αντικείμενο έρευνας, ούτε φυσικά κάποιας δικαστικής διαδικασίας». Συνέχεια ανάγνωσης

Περί ισλαμικών και μη επαναστάσεων

Standard

του Iχάμπ Σαμπάνα

Το πολιτικό Ισλάμ είναι περισσότερο ένα κίνημα του 20ού αιώνα παρά μια παράδοση που συναντάται στη θρησκευτική θεωρία του Ισλάμ, ωστόσο οι ρίζες του βρίσκονται στο Κοράνι. Έχει να κάνει και με την κατάσταση άμυνας απέναντι στη Δύση στην οποία σχεδόν πάντοτε βρισκόταν ο αραβικός κόσμος, αλλά και με μια πιο παραδοσιακή μορφή κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας που θέλει να στηρίζεται αποκλειστικά στη θρησκεία. Οι νόμοι θα πηγάζουν μέσα από τον λόγο του Προφήτη Μωάμεθ, ο οποίος, ως τελευταίος Προφήτης του Θεού, έχει τη λύση για όλες τις παθογένειες της κοινωνίας. Μόνο τα πρώτα χαλιφάτα των διαδόχων του Μωάμεθ ακολούθησαν μια τέτοια μορφή οργάνωσης· στην εποχή μας, το κράτος που έχει υιοθετήσει το πολιτικό Ισλάμ και βρίσκεται πιο κοντά σε αυτή την ιδεοληψία είναι η Σαουδική Αραβία.

Το ενδιαφέρον αναζωπυρώθηκε και μετασχηματίστηκε σε ένα δυνατό κίνημα τον 20ό αιώνα, καθώς συγκροτήθηκε γύρω από το σύμβολο όλων των μουσουλμάνων, το οποίο δεν είναι άλλο από το ισλαμικό τέμενος. Αυτό το ισλαμικό κίνημα δεν ήταν δημιούργημα των εξαθλιωμένων μαζών των παραγκουπόλεων, αλλά ούτε και των χωρικών. Ήταν δημιούργημα των μεσοαστικών στρωμάτων και ιδιαίτερα των φοιτητών των πανεπιστημίων, από όπου μέχρι και σήμερα αντλεί τη δυναμική του. Ο φασισμός, λόγου χάρη, γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στα κατώτερα αστικά και εργατικά στρώματα, τα οποία τελικά αποτέλεσαν και τη ραχοκοκαλιά του.

 

Φωτογραφία του miral ramzy από το flickr

Στην περίπτωση του πολιτικού Ισλάμ, το εντυπωσιακότερο είναι πως, ενώ σαν στόχευση είχε το σύνολο των αραβικών κοινωνιών και όλα τα στρώματά τους, τελικά παρέμεινε μια τάση που, μέχρι σήμερα, συναντάται κυρίως στα μεσοαστικά στρώματα. Από τους κόλπους των τελευταίων, εξάλλου, προέρχονταν και εκείνοι, που μετά τις συνεχείς δηλώσεις του Μουμπάρακ πως δεν πρόκειται να παραιτηθεί έως το τέλος της θητείας του, προέτρεπαν τους εξεγερμένους να επιστρέψουν στα σπίτια και τις δουλειές τους, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στους απεργούς των εργοστασίων, κατηγορώντας τους πως έτσι θα καταστρέψουν την οικονομία της χώρας. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έλαβαν μέρος στην επανάσταση, σίγουρα όμως ήταν εκείνοι που ακολούθησαν πιο μετριοπαθείς οδούς. Από την άλλη, οι ισλαμιστές αυτοί δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ούτε κομμάτι του παραδοσιακού Ισλάμ, καθώς οι ουλεμάδες ήταν αντίθετοι προς αυτούς και γενικώς προς κάθε είδους νεωτερισμούς, από όπου κι αν εκδηλώνονταν αυτοί. Συνέχεια ανάγνωσης