Μαρκ Μπλοκ (6.7.1886-16.6.1944)

Standard

Από το «επάγγελμα του ιστορικού» στην Αντίσταση 

της Ρίκας Μπενβενίστε 

Στις 16 Ιουνίου του 1944, δέκα ημέρες μετά την Απόβαση στη Νορμανδία, δέκα εβδομάδες πριν από την απελευθέρωση του Παρισιού, τριάντα αντιστασιακοί, κρατούμενοι στη Λυών, οδηγούνται στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ανάμεσά τους ο πενηνταοκτάχρονος καθηγητής Μαρκ Μπλοκ.

Ο Μαρκ Μπλοκ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

Ο Μαρκ Μπλοκ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

Το όνομα του Μαρκ Μπλοκ είναι συνυφασμένο με τα Annales, το περιοδικό που ίδρυσαν από κοινού με τον Λυσιέν Φεβρ το 1929, και με μια σχολή ή έναν κύκλο ιστορικών που έδωσαν ώθηση στο ρεύμα που άλλαξε το επιστημολογικό παράδειγμα στην ιστοριογραφία, ανανεώνοντας εκ βάθρων τους τρόπους να σκεφτόμαστε το παρελθόν και να κάνουμε ιστορία. Υιοθετώντας με κριτικό τρόπο την οπτική και τις εξελίξεις που σημειώνονταν στις άλλες κοινωνικές επιστήμες οι ιστορικοί αυτοί αντιτάχθηκαν στην κυρίαρχη παραδοσιακή, θετικιστική ιστορία, διεύρυναν την αντίληψη για το τι συνιστά ιστορική πηγή. Όλα αυτά είναι αρκετά γνωστά, αξίζει όμως να θυμόμαστε πως o τρόπος να «κάνουμε ιστορία», που μας συνοδεύει σήμερα, αποτέλεσε κάποτε «μια μικρή διανοητική επανάσταση».

Ο Μαρκ Μπλοκ αναγνωρίζεται επίσης ως κορυφαίος ιστορικός του Μεσαίωνα. Τα μεγάλα βιβλία του για τους Θαυματουργούς βασιλιάδες (1924), για τα Πρωτότυπα χαρακτηριστικά της γαλλικής αγροτικής ιστορίας (1931) και για τη Φεουδαρχική κοινωνία (1939-40), αποτελούν μνημεία λογιοσύνης και πνευματικής τόλμης. Στις αναλύσεις του οι μεσαιωνικοί θεσμοί απέκτησαν σημασία ως εξουσίες που παρεμβαίνουν στη διαμόρφωση του αγροτικού τοπίου και στο κοινωνικό γίγνεσθαι, οι σχέσεις εξάρτησης συνδέθηκαν με την υλική ζωή και τις οικονομικές συνθήκες, οι δοξασίες και οι νοοτροπίες διεκδίκησαν ρόλο στην ερμηνεία του παρελθόντος. Τα άρθρα του για τη μεσαιωνική ιστορία, αλλά και βιβλιοκριτικές, σημειώματα και εκατοντάδες επιστολές που συνέγραψε μαρτυρούν τις περιέργειες και το ταμπεραμέντο του ιστορικού. Συνέχεια ανάγνωσης

Η ιστοριογραφία συνοδεύει τον 20ό αιώνα και παρεμβαίνει σ’ αυτόν

Standard

5-liakos-bΣυνέντευξη του Αντώνη Λιάκου με την ευκαιρία του διεθνούς  συνεδρίου History of of TwentiethCentury Historiography 

Μιλάει για τη σχέση ιστορίας-πολέμου-έθνους, την «απο-ευρωποίηση» της ιστοριογραφίας, τη μικροϊστορία, τον μαρξισμό

4-liakosΚοιτάζοντας το πρόγραμμα του συνεδρίου, μου κάνει εντύπωση το μέγεθος (130 σύνεδροι) αλλά και η προέλευση των συνέδρων — από τη Νότιο Αμερική έως την Ανατολική Ασία… Γιατί αυτό το συνέδριο και γιατί τώρα;

Ζούμε σ’ έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς, αλλά και στον οποίο το ενδιαφέρον για την ιστορία γίνεται ολοένα μεγαλύτερο και πιο μαζικό. Το ερώτημα είναι πώς φτάσαμε έως εδώ. Έχουμε πολλές μελέτες για το πώς διαμορφώθηκε η ιστοριογραφία τον 19ο αιώνα, τότε που συγκροτήθηκε ως κλάδος, συνδέθηκε με τη συγκρότηση του έθνους, και η ιστοριογραφία από σχόλη έγινε επάγγελμα. Ποιο είναι όμως το προφίλ της στον 20ό αιώνα; Και, κυρίως, πώς η ιστορία του 20ού αιώνα διαμόρφωσε την ιστοριογραφία; Η ιστοριογραφία δεν είναι ένας κλειστός κόσμος, που διαμορφώνεται με άξονα την εσωτερική του δυναμική. Βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση με όσα συμβαίνουν, ακόμα κι αν αφορά την αρχαιότητα ή τους προϊστορικούς πολιτισμούς. Και αυτός ο αιώνας είδε δύο Παγκόσμιους Πολέμους με κατακλυσμιαία αποτελέσματα, είδε εξανδραποδισμούς λαών, αναγκαστικές μετοικεσίες, είδε την αποαποικιοποίηση, την εκτόξευση της τεχνοεπιστήμης, την αλλαγή της σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα, μεγάλες και συμπαγείς αντιμαχόμενες ιδεολογίες, την παγκοσμιοποίηση που έκανε τον κόσμο ένα αλληλοσυνδεδεμένο σύνολο, αλλά και τις συνεχείς κρίσεις. Ένας αιώνας πολύ διαφορετικός από τον 19ο. Η ιστοριογραφία δεν καταγράφει απλώς το παρελθόν· συνοδεύει τον αιώνα, τον σχολιάζει, παρεμβαίνει δημιουργώντας συνειδήσεις, ανταποκρίνεται σε ανάγκες.

Ντιέγκο Ριβέρα, «Άνθρωπος στο σταυροδρόμι», 1933. Από την αφίσα του συνεδρίου

Ντιέγκο Ριβέρα, «Άνθρωπος στο σταυροδρόμι», 1933.
Από την αφίσα του συνεδρίου

Ποιοι είναι οι «αρμοί» αυτών των αλλαγών;

Αν συγκρίνεις φωτογραφίες από συνέδρια ιστορικών στις αρχές και στα τέλη του 20ού αιώνα καταλαβαίνεις. Τότε λίγοι, ανήκαν στις υψηλές ελίτ, άνδρες βεβαίως, Ευρωπαίοι, με προνομιακές σχέσεις με το κράτος. Σήμερα, οι ιστορικοί είναι εκατοντάδες χιλιάδες, σε όλο τον κόσμο: άνδρες και γυναίκες, από όλες τις φυλές, κυρίως από μεσαία στρώματα, οι περισσότεροι/ες χωρίς σταθερή δουλειά. Το επάγγελμα έχει μαζικοποιηθεί, έχει αλλάξει το προφίλ του ιστορικού.

Το αναγνωστικό κοινό επίσης έχει διευρυνθεί. Η εγγραμματοσύνη διευρύνθηκε, η μετάβαση από την τυπογραφία στην εικόνα και στην ψηφιακή εποχή, ο πολλαπλασιασμός εθνών και κοινωνικών ομάδων σε αναζήτηση ιστορίας, όλα αυτά άλλαξαν το κοινό των ιστορικών. Δεκάδες νέες χώρες αναδύθηκαν τον 20ό αιώνα, και αυτές είχαν ανάγκη την ιστορία και τους ιστορικούς για να φιλοτεχνήσουν το προφίλ τους. Άλλαξε, επίσης, ο τρόπος χρηματοδότησης. Κάποτε κρατικός, τώρα πολυκεντρικός, δεν εξαφανίστηκε ο έλεγχος, άλλαξε ο τύπος, πάντως εξασφάλισε περισσότερη ελευθερία, αν και δεν ακούγονται όλες οι απόψεις με την ίδια ισχύ. Αυτά έχουν ασφαλώς επιπτώσεις στους προσανατολισμούς της ιστορίας. Συνέχεια ανάγνωσης

«Κυνηγοί των βυθών»

Standard

του Δημήτρη Δημητρόπουλου

Η Εύη Ολυμπίτου πέθανε ξαφνικά στις 17 Μαΐου 2011, σε ηλικία 49 ετών. Ήταν επίκουρη καθηγήτρια Εθνολογίας στο Τμήμα Ιστορίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου, δίδασκε στο Ελληνικό Ανοικτό Pανεπιστήμιο και υπήρξε για χρόνια συνεργάτης του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών όπου και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή. Στο σημαντικό επιστημονικό της έργο ασχολήθηκε με τη μελέτη του οικισμένου χώρου, της ιστορίας της εργασίας και του υλικού πολιτισμού των προβιομηχανικών κοινωνιών, ιδιαίτερα του νησιωτικού χώρου του Αιγαίου και του Ιονίου. Παράλληλα ασχολήθηκε με την διερεύνηση θεμάτων και επεξεργασία τεκμηρίων που αφορούσαν την ιστορία της ελληνικής Αριστεράς, στην οποία και δραστηριοποιήθηκε ενεργά από τα μαθητικά της χρόνια. Η Εύη, εκτός από αφοσιωμένη και σοβαρή επιστήμων, ερευνήτρια και δασκάλα, υπήρξε κατεξοχήν άνθρωπος της δικής μας Αριστεράς, συντρόφισσα με όλη τη σημασία της λέξης. Τις αριστερές της ιδέες τις υπηρέτησε με τη ζωή, το έργο και τη στάση της. Πώς να ξεχάσουμε, όσοι και όσες τη γνωρίσαμε, την απλότητα, το ήθος, τη ζεστασιά και την καλοσύνη της Εύης μας;

Το βιβλίο της για την σπογγαλιεία και την κοινωνική συγκρότηση της Καλύμνου (που μόλις κυκλοφόρησε από το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και παρουσιάζεται αύριο Δευτέρα), το ετοίμαζε τα τελευταία χρόνια της ζωής της με τη συστηματική μελέτη αρχειακών τεκμηρίων και σειρά προσωπικών συνεντεύξεων. Η συγγραφή του είχε ολοκληρωθεί πριν το θάνατό της.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

 

«Ιστορία ή Λαογραφία; Με έναν τολμηρό αλλά πιστεύω και απόλυτα ορθολογικό τρόπο η Εύη Ολυμπίτου απάντησε στο ερώτημα που σταθερά την απασχολούσε: και Ιστορία και Λαογραφία». Με τα λόγια αυτά ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, στο προλογικό του σημείωμα, αναδεικνύει, κατά τη γνώμη μου σωστά, τον πυρήνα της προβληματικής που διατρέχει το ύστατο βιβλίο της: Σπογγαλιευτική δραστηριότητα και κοινωνική συγκρότηση στο νησί της Καλύμνου (19ος-20ός) αι., το οποίο εκδόθηκε πριν λίγες ημέρες από το Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Παράλληλα θίγει και ένα βασικό ζήτημα που την απασχόλησε στην επιστημονική της διαδρομή, ένα οικείο μα και αγχωτικό ζήτημα που επανερχόταν συνέχεια στις συζητήσεις με φίλους και συναδέλφους της. Οι δύο καταφατικές απαντήσεις στο ερώτημα μπορεί να μοιάζουν εύκολες: «και με τα εργαλεία της λαογράφου -ή καλύτερα της εθνογράφου- και με τις πειθαρχίες της ιστορικού», ο αρμονικός όμως συνδυασμός τους που πέτυχε η Εύη στη μελέτη της αυτή ήταν ένα εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο και πρωτότυπο· είναι νομίζω μια σπουδαία παρακαταθήκη στις επιστημονικές κοινότητες δύο γειτονικών ειδικοτήτων των ανθρωπιστικών επιστημών, ένα εξαίρετο δείγμα κοινωνικής και πολιτισμικής ιστορίας, εμπλουτισμένης με προβληματισμούς και τεχνικές της εθνογραφίας και της ανθρωπολογίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Μεταμοντερνισμός και άρνηση του Ολοκαυτώματος

Standard

του Γιώργου Κόκκινου

 

Mακ Σαγκάλ, «Οπουδήποτε έξω από τον Κόσμο», 1915

Mακ Σαγκάλ, «Οπουδήποτε έξω από τον
Κόσμο», 1915

Οι εκδόσεις Επέκεινα είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος, με έδρα τα Τρίκαλα, και ψυχή τους τον Βαγγέλη Γαλάνη. Στην περίπτωση ταιριάζει το «έναν, αλλά λέοντα» – ή ακριβέστερα «λίγους, αλλά λέοντες»: οι τίτλοι που μας έχει χαρίσει από το 2012, σε προσεγμένες μεταφράσεις, είναι όλοι διαλεχτοί. Μπένγιαμιν, Όττο Ρανκ, Σαρτρ, Ρολάν Μπαρτ, Μαρκ Μπλοκ, Μαρία Βοναπάρτη, αναμένονται Μορέν, Κόλινγουντ, Στίρνερ, Τζέιμσον, Άρεντ. Και άλλα, λιγότερα γνωστά αλλά σημαντικά ονόματα, στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών, με έμφαση στην ψυχανάλυση, τη φιλοσοφίας, την κοινωνική και λογοτεχνική θεωρία.

Από το βιβλίο του Robert Eaglestone Μεταμοντερνισμός και άρνηση του Ολοκαυτώματος (μετ.: Άννυ Σπυράκου), που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι –εξαιρετικά επίκαιρο στη συγκυρία της ψήφισης του αντιρατσιστικού νόμου και της σχετικής συζήτησης– δημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα από τον Πρόλογο του ιστορικού Γιώργου Κόκκινου (Πανεπιστήμιο Αιγαίου).

Στρ. Μπ.

 

Το θέμα του ευσύνοπτου αλλά διαφωτιστικού και διεισδυτικού βιβλίου του Robert Eaglestone Μεταμοντερνισμός και άρνηση του Ολοκαυτώματος αφορά τον προβληματισμό αναφορικά με την κατηγορία που έχει εκτοξευτεί από πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους αφετηρίες (από τον αντιμοντερνιστικό αντιμεταμοντερνισμό έως τον μοντερνιστικό αντιμεταμοντερνισμό) εναντίον του ιστοριογραφικού μεταμοντερνισμού και κυρίως εναντίον της έκφρασης της μεταμοντέρνας θεωρίας στο πεδίο της επιστημολογίας της ιστορίας: ότι δηλαδή καθιστώντας την ιστορική αναπαράσταση του παρελθόντος άθυρμα της γλωσσικής και της πολιτισμικής αιτιοκρατίας, όπως και του παροντισμού, και συσχετίζοντας ή –σε ακραίες περιπτώσεις– εξισώνοντας την ιστορική αφήγηση με τη μυθοπλασία, ο ιστοριογραφικός μεταμοντερνισμός σχετικοποιεί την έννοια της αλήθειας, ακυρώνει την επιστημολογική παράδοση που διατρέχει τόσο την συμβατική όσο και τη Νέα Ιστορία, προτάσσει τον ρόλο της οπτικής γωνίας και της ιδεολογικής και κοσμοθεωρητικής συγκρότησης του ιστορικού και θέτει σε δεύτερη μοίρα τα ίδια τα αυτούσια κατάλοιπα, τα μνημονικά ίχνη του παρελθόντος. Όμως, κατ’ αυτό τον τρόπο, όπως υποστηρίζουν οι πολέμιοί του, ο ιστοριογραφικός μεταμοντερνισμός και η σύμφυτη με αυτόν γνωσιοθεωρητική προβληματική, μετατρέπουν την ιστορική ερμηνεία σε δούρειο ίππο για τη μηδενιστική κατάλυση του ίδιου του ιστορικού νοήματος και επομένως για την αναίρεση και την πλαστογράφηση της ιστορικής πραγματικότητας.

Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες αιτιάσεις, οι μεταμοντέρνοι θεωρητικοί της ιστορίας, υπέρμαχοι καθώς είναι της γλωσσικής και της πολιτισμικής στροφής, οπλίζουν –συνήθως άθελά τους– το «δολερό» χέρι όσων εκμεταλλεύονται την κατάλυση της κανονιστικής σημασίας της αλήθειας, αλλά και τη δημοκρατική πολιτική ορθότητα, επιχειρώντας να χαλκεύσουν τα δεσμά της τυραννίας τους πάνω ακριβώς στην απόλυτη σχετικοποίηση του νοήματος και επομένως και των νοηματοδοτικών πρακτικών από τις οποίες αυτό συγκροτείται στο πλαίσιο τουλάχιστον της δυτικής πολιτισμικής παράδοσης. Συνέχεια ανάγνωσης

H Ιστορία στο Κόκκινο: μια εκπομπή των ΑΣΚΙ

Standard

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Έμιλ Νόλντε, "Χορευτής", 1913

Έμιλ Νόλντε, «Χορευτής», 1913

Δεν ήταν μόνο η αίσθηση ότι κάποιοι περίμεναν κάθε Κυριακή πρωί να ακούσουν την εκπομπή. Δεν ήταν μόνο τα σχόλια από γνωστούς και φίλους για το τι ξεχάστηκε ή τι έπρεπε να ειπωθεί, οι μαρτυρίες για τον αντιδικτατορικό αγώνα στη ζωντανή εκπομπή για το Πολυτεχνείο, τα τηλέφωνα των παιδιών των μεταναστών μετά την εκπομπή για τη Γερμανία. Ούτε καν τα σημαδεμένα από τους βομβαρδισμούς του πολέμου γυαλικά που κράταγαν στα χέρια τους οι γυναίκες, στην κατάμεστη από κόσμο ιστορική ξενάγηση με το Λιμάνι της Αγωνίας στον Πειραιά. Γυρνάνε, όλα αυτά, στο μυαλό μου, καθώς αναλογίζομαι τις τριάντα πρώτες εκπομπές της «Ιστορίας στο Κόκκινο». Αλλά δεν είναι μονάχα αυτά.

Αυτό που μένει πιο πολύ στη σκέψη μου είναι οι συζητήσεις και τα ερωτήματα που έθεσε για μας τους ίδιους, τον Ηλία Νικολακόπουλο, την Ιωάννα Παπαθανασίου, τον Τάσο Σακελλαρόπουλο και μένα, η ιδέα τα ΑΣΚΙ να κάνουν μια ραδιοφωνική εκπομπή: μια εκπομπή για το παρελθόν, της οποίας ο Ηλίας Νικολακόπουλος, έπειτα από πρόταση του Κώστα Αρβανίτη, ανέλαβε την ευθύνη του σχεδιασμού και του συντονισμού της, με βάση τους ανθρώπους και τις συλλογές των ΑΣΚΙ. Συζητήσεις όπου αναζητούσαμε τον τρόπο να μιλήσουμε με ένα ευρύτερο κοινό, να ξεφύγουμε από τα στεγανά της ακαδημαϊκής ιδιότητας, να σκεφτούμε ξανά αυτό που κάνουμε, να επανοργανώσουμε την παρέμβαση και τον λόγο μας. Να επικοινωνήσουμε. Συνέχεια ανάγνωσης

Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου: εις μνήμην

Standard

του  Βαγγέλη Καραμανωλάκη

patrikioyΛένε πως οι άνθρωποι πεθαίνουν πραγματικά μόνο όταν τους ξεχνάμε. Και τότε ο θάνατός τους είναι πιο οδυνηρός, γιατί παίρνει μαζί του και ένα κομμάτι της δικής μας ζωής: εκείνης που μοιραστήκαμε με αυτούς που συμπορευτήκαμε, με όσους μας συντρόφευσαν στο διάβα τους, μας φώτισαν με το έργο και τον λόγο τους, μας γλύκαναν με την παρουσία τους. Γι’ αυτό, όταν τους τιμούμε, δεν είναι ένα χρέος μόνο προς εκείνους μα και προς εμάς τους ίδιους. Έτσι και τώρα, τιμώντας τη μνήμη της Ρένας Σταυρίδη-Πατρικίου, άνθρωποι που μοιραστήκαμε μαζί της όμορφες και δύσκολες στιγμές –στα ΑΣΚΙ, στο Πάντειο και άλλες συλλογικότητες όπου βρεθήκαμε μαζί– πλουτίζουμε το δικό μας το βιος, ξαναφέρνοντας στο νου τις ιδέες και τα γραφτά της, μιλώντας σε νεότερους ανθρώπους για το δικό της έργο. Γιατί η Ρένα υπήρξε μια από τις ιστορικούς που σημάδεψε με το έργο της τη μεταπολιτευτική ιστοριογραφία, άνοιξε δρόμους, δοκίμασε σχήματα, ανέτρεψε βεβαιότητες.

   Μαθήτρια του Κ. Θ. Δημαρά στο Νεοελληνικό Ινστιτούτο της Σορβόννης, έχοντας ήδη ολοκληρώσει νομικές σπουδές, στράφηκε προς το γλωσσικό ζήτημα, ξεπερνώντας τις σχηματοποιημένες ερμηνείες της ιστορίας της εκπαίδευσης, αλλά και τις «προοδευτικές αναγνώσεις» της αριστερής ιστοριογραφίας. Αντιμετώπισε το γλωσσικό ως ιστορικό πρόβλημα, αναδεικνύοντας την πολυπλοκότητα των δυνάμεων που κινήθηκαν γύρω του, τη ρευστότητα των στρατοπέδων που σχηματίστηκαν, συνδέοντας το με την κοινωνία. Η εισαγωγή της στο Δημοτικισμός και κοινωνικό πρόβλημα, το 1976, στην ιστορική Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη των εκδόσεων Ερμής αποτελεί, ακόμα και σήμερα, μια από τις πιο εμβριθείς συμβολές στο ζήτημα. Κοντά του, τα χρόνια που ακολούθησαν, ήρθαν να προστεθούν και άλλα κείμενα: οι λόγιοι γύρω από τον Χαρίλαο Τρικούπη, η Φοιτητική Συντροφιά, οι βενιζελικές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, οι δημοτικιστές γιατροί – πετραδάκια που συμπλήρωναν το ψηφιδωτό της ελληνικής κοινωνίας και των διακυβευμάτων της στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, τα περισσότερα από τα οποία συγκεντρώθηκαν στον τόμο με τον χαρακτηριστικό τίτλο Γλώσσα, εκπαίδευση και πολιτική (1999). Και, ακόμα, οι πρωτοσοσιαλιστικές ιδέες, η εμφάνιση της Αριστεράς, οι ρήξεις και οι συνέχειες, όπως αποτυπώθηκαν στο δεύτερο βιβλίο της, αφιερωμένο στον Γεώργιο Σκληρό, τον σοσιαλισμό, τον δημοτικισμό και τη μεταρρύθμιση (1988). Στο επίκεντρο του προβληματισμού της ήταν οι μακρές διαδρομές του ελληνισμού στον 19ο και στον 20ό αιώνα. Διαδρομές συνδεδεμένες με τις διαδικασίες ανάδειξης της ελληνοχριστιανικής ταυτότητας, την παλινδρομική κίνηση ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή, το δίλημμα εκσυγχρονισμός-αντίδραση. Και, βέβαια, τους φόβους που ταλάνισαν την ελληνική κοινωνία, στους οποίους και αφιέρωσε το τελευταίο της βιβλίο, Οι φόβοι ενός αιώνα, το 2007. Συνέχεια ανάγνωσης

Η μνήμη αφηγείται την πόλη

Standard

Με την ευκαιρία του Β΄ Διεθνούς Συνεδρίου Προφορικής Ιστορίας, 6-9 Μαρτίου

(αναλυτικά το πρόγραμμα  του συνεδρίου στο goo.gl/IcfOIF)

Συνέντευξη των ιστορικών  Ρίκης Βαν Μπούσχοτεν και Ποθητής Χαντζαρούλα

Μιλάνε για την «ιστορία από τα κάτω», την επιλεκτικότητα της μνήμης, το τραύμα,  την κρίση, τη μνήμη και τον δημόσιο χώρο

Ουίλλιαμ Τέρνερ, "η πόλη", 1969

Ουίλλιαμ Τέρνερ, «η πόλη», 1969

Οι μνήμες και οι αποσιωπήσεις του παρελθόντος της πόλης, ο βιωμένος χώρος και οι μαζικές μετακινήσεις του 20ού αιώνα, η προσφυγιά, ο αποκλεισμός, του οι Άλλοι, η εσωτερική μετανάστευση, οι  τόποι μαρτυρίου και λατρείας, η κρίση και οι εικόνες του παρελθόντος που ανακαλεί: Όλα αυτά, με πεδίο μελέτης τον αστικό χώρο, με εργαλείο την προφορική ιστορία, και με άξονα τη μνήμη, θα αναπτυχθούν στο  δεύτερο διεθνές συνέδριο προφορικής Ιστορίας με τίτλο «Η μνήμη αφηγείται την πόλη… Προφορικές μαρτυρίες για το παρελθόν και το παρόν του αστικού χώρου» οργανώνουν το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και η Ένωση Προφορικής Ιστορίας, στο αμφιθέατρο Αργυριάδη (στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών στις 6-8 Μαρτίου και στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (Πειραιώς 206), στις 9 Μαρτίου). Μιλήσαμε για όλα αυτά με τις ιστορικούς Ποθητή Χαντζαρούλα (Πανεπιστήμιο Αιγαίου) και Ρίκη Βαν Μπούσχοτεν (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας), μέλη της οργανωτικής επιτροπής του συνεδρίου.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Ερνστ Κίρχνερ, «Σκηνή δρόμου από το παράθυρο ενός κουρείου», 1929

Ερνστ Κίρχνερ, «Σκηνή δρόμου από το παράθυρο ενός κουρείου», 1929

Γιατί διαλέξατε την πόλη, τον αστικό χώρο ως θέμα αυτού του δεύτερου συνεδρίου προφορικής Ιστορίας;

Ποθητή Χαντζαρούλα: Τα τελευταία χρόνια στις κοινωνικές επιστήμες το ενδιαφέρον των ερευνητριών έχει στραφεί στη μελέτη του χώρου. Οι πόλεις αναδύονται ως πεδία διακυβέρνησης, αλλά και ως πεδία διεκδίκησης από διάφορες κοινωνικές ομάδες, συγκρότησης διαφορετικών μορφών κατοίκησης, συμβίωσης, έκφρασης, διαμόρφωσης υποκειμενικοτήτων, νέων μορφών αλληλεγγύης καθώς και ελέγχου.

Ενώ οι ιστορικοί σχετικά πρόσφατα άρχισαν να επικεντρώνονται στον χώρο, η μνήμη ήδη από τις αρχές του περασμένου αιώνα θεωρούνταν ενσωματωμένη στο χώρο, εν-τοπισμένη. Ένας από τους σημαντικότερους μελετητές της, ο Maurice Halbwachs, υποστηρίζει ότι η μνήμη, η πιο προσωπική λειτουργία, δεν υφίσταται εκτός του κοινωνικού πλαισίου (Κοινωνικά πλαίσια της μνήμης, μτφ. Ελευθερία Ζέη, Νεφέλη 2013). Ιδιαίτερα σημαντικό πλαίσιο για να θυμηθούμε και να αποκτήσουν νόημα οι αναμνήσεις μας είναι ο χώρος. Αλλά και η συλλογική μνήμη απορρέει από ένα χωρικό πλαίσιο. Τη δεκαετία του 1980 ο Πιερ Νορά θα κατανοήσει τη συλλογική μνήμη μέσα από τη χωρική εγγραφή της, κάνοντας αντικείμενο της έρευνάς του τους «μνημονικούς τόπους» (Les Lieux de moire, Παρίσι 1984).

Η σύνδεση της προφορικής ιστορίας με την πόλη έρχεται να δώσει χώρο σε μια οπτική που θα αφηγηθεί την ιστορία της πόλης μέσα από διαφορετικές θέσεις των δρώντων υποκειμένων. Στόχος λοιπόν είναι να έρθουν στο φως πολλαπλές ιστορίες της πόλης, διαφορετικές σημασιοδοτήσεις της, αντιμαχόμενες ιστορίες, αποκλεισμοί. Με άλλα λόγια, η πόλη να γίνει αφηγήσιμη μέσα από την οπτική των διαφορετικών υποκειμένων. Ταυτόχρονα, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι δεν παράγονται μόνο ιστορίες της πόλης από τις αφηγήσεις των ανθρώπων αλλά και ο ίδιος ο εαυτός μέσα από τη σχέση του με την πόλη. Η πόλη, ο τρόπος με τον οποίο κατοικούν οι άνθρωποι την πόλη, διαμορφώνει την ταυτότητά τους. Η προφορική μαρτυρία είναι λοιπόν ένας προνομιακός χώρος για να κατανοήσουμε τη διαμόρφωση των υποκειμένων και των ταυτοτήτων. Συνέχεια ανάγνωσης

Των αφανών

Standard

ME  ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΚΡΙΣΙΜΗ ΤΕΧΝΗ-ΤΕΧΝΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Η έκθεση «Κρίσιμη Τέχνη-Τέχνη σε Κρίση» (με έργα Άννας Κινδύνη, Βλάση Κανιάρη, Γιάννη Ψυχοπαίδη, Δημήτρη Κατσούδα) συνεχίζεται μέχρι την Παρασκευή 7 Μαρτίου, στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων (Γερμανικού και Μυλλέρου, Μεταξουργείο). Δημοσιεύουμε σήμερα την ομιλία του ιστορικού Βαγγέλη Καραμανωλάκη στην εκδήλωση «Κρίση και σύγχρονη πόλη», που οργάνωσε, στο πλαίσιο της έκθεσης, η Πρωτοβουλία για την υπεράσπιση της Κοινωνίας και της Δημοκρατίας, στις 25.2.2014.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Έργο του Δημήτρη Κατσούδα, από την έκθεση

Έργο του Δημήτρη Κατσούδα, από την έκθεση

Κρίσιμη τέχνη-τέχνη στην κρίση. Κρίση και πόλη. Ιστορία, το παρελθόν: οδός Πειραιώς νυν Παναγή Τσαλδάρη, Πλατεία Κουμουνδούρου νυν Ελευθερίας, το Παλιό Βρεφοκομείο, η παλιά Δημοτική Πινακοθήκη, το παλιό μεταξουργείο, η νυν. Πώς μιλάς για το σήμερα έχοντας το νου σου στο χθες; Ιστορικός· ιστορώ στα μεταβυζαντινά χρόνια σήμαινε ζωγραφίζω. Οι άγιοι των εκκλησιών. Στον Άγιο Γεώργιο, το ναό που απόμεινε από το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα, εδώ δίπλα, απέναντι από την τράπεζα, παλιά Εμπορική τώρα Alpha Bank, στα παγκάκια του περιβόλου τα βράδια κοιμούνται άστεγοι. Το κτίριο, μετέπειτα φυλακή για ποινικούς, έχει πια γκρεμιστεί. Στη θέση του μια τεράστια πολυκατοικία, γεμάτη δορυφορικά πιάτα και Ασιάτες που κατακλύζουν τα διαμερίσματά της. Οι ανοιχτές τηλεοράσεις μιλούν κινέζικα στο πεζοδρόμιο. Το Oρφανοτροφείο έχει μεταφερθεί εδώ και χρόνια, τώρα κινδυνεύει να κλείσει λόγω οικονομικών προβλημάτων. Τα ορφανά στους δρόμους. Ο Τζων Χιλλ, προτεστάντης ιεραπόστολος στην κατεστραμμένη Αθήνα του 1830, έγραφε στους συγγενείς του στην Αμερική ότι δεκάδες ορφανά ζητιανεύουν, έχοντας χάσει τους δικούς τους στην Επανάσταση. Οι ανέστιοι πένητες διέτρεχαν την πόλη στα μέσα του 19ου αιώνα. Η αστυνομία τους συγκέντρωνε σε δυο τμήματα, στο Κακουργοδικείο και το 6ο, μαζί με φρενοβλαβείς και ποινικούς. Συνέχεια ανάγνωσης

Η ποιητική του χώματος

Standard

Μνήμη Γιώργου Χ. Χουρμουζιάδη (1932-2013)

του Γιάννη Χαμηλάκη

                                    «τι σόι κόκκαλα φοράει το σκοτάδι;

                                                   πώς είναι εκεί;  έχει θρόισμα;

                                                   εδώ –όπως τ’ άφησες–»

                                                   Γ. Πρεβεδουράκης, Κλέφτικο (2013)

Φωτογραφία του Φώτη Υφαντίδη

Φωτογραφία του Φώτη Υφαντίδη

Τον συνάντησα πρώτη φορά στο Ρέθυμνο, στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Εγώ προπτυχιακός φοιτητής, σχεδόν στο πτυχίο, και όμως ακόμα αναρωτιόμουν κατά πόσο η αρχαιολογία μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από στείρα τυπολογική ανάλυση, θετικιστική αφήγηση ή φορμαλιστική ιστορία τέχνης· κατά πόσο  μπορεί να είναι κάτι πέρα από τον αναχωρητισμό, να επικοινωνεί με την κοινωνία και τις έγνοιες της, να μην είναι παντελώς αδιάφορη στις πολιτικές συγκρούσεις του σήμερα.

Η πρόσκληση στάλθηκε μέσω του πολιτιστικού συλλόγου της πόλης, κι αυτός την αποδέχτηκε μετά χαράς. Έκανε λοιπόν το ταξίδι απ’ τη Θεσσαλονίκη, να μας μιλήσει για την επανέκθεση της  αρχαιολογικής συλλογής του Μουσείο του Βόλου, την οποία είχε επιμεληθεί κάποια χρόνια πριν. Και, μέσα απ’αυτή, να μας πει για το μουσείο-σχολείο όπως το ήθελε, και όχι ναό, για την τυραννία της γυάλινης βιτρίνας, για την ιεροποίηση και φετιχοποίηση του αρχαιολογικού αντικειμένου, αλλά και την αντιπρόταση που κατάφερε να υλοποιήσει, κόντρα στην κατεστημένη μουσειολογία. Η αίθουσα όπου γινόταν η διάλεξη, στο Λύκειο των Ελληνίδων, στην παραλία του Ρεθύμνου, σκοτεινή και άχαρη· γύρω μας «παραδοσιακές» στολές και –τι ειρωνεία!– μέσα σε γυάλινες βιτρίνες,  η βαλσαμωμένη εθνική μνήμη να μας επιτηρεί εν είδει Πανοπτικού. Και όμως, μόλις άρχισε η ομιλία, και η εθνική ρητορεία, και η αρχαιολογική ορθοδοξία, και ο μουσειογραφικός κανόνας, έχαναν αργά-αργά, μπροστά στα μάτια μας, την παντοδυναμία τους, το δυναστευτικό τους βάρος πάνω στους ώμους μας. Ακόμα και σήμερα, κάθε φορά που ξεναγώ τους φοιτητές μου στο Μουσείο  του Βόλου  και βλέπω στα μάτια τους καταρχάς την έκπληξη και κατόπιν τον ενθουσιασμό, διαπιστώνω πως ο Γιώργος Χουρμουζιάδης κατόρθωσε κάτι που λίγοι καταφέρνουμε: να ενεργοποιήσει τις απτικές ικανότητες της όρασης, να απελευθερώσει την αισθητηριακή, συναισθηματική και μνημονική δύναμη της υλικότητας. Συνέχεια ανάγνωσης

Ψάχνοντας για μάγισσες στον Μεσαίωνα

Standard

Η ισχύς των στερεοτύπων

του Ρογήρου

Άλμπρεχτ Ντύρερ, «Τέσσερις μάγισσες» 1497

Άλμπρεχτ Ντύρερ, «Τέσσερις μάγισσες» 1497

«Στην ελληνική πολιτική σκηνή υπάρχει ένα κυνήγι μαγισσών. Αν θέλουν μάγισσες, ας τις αναζητήσουν στον Μεσαίωνα». Με τον τρόπο αυτό απαντούσε, πριν λίγους μήνες, ιστορικός και μέλος του Κοινοβουλίου στις (κακόπιστες στις περισσότερες περιπτώσεις) επικρίσεις που δεχόταν, επειδή είχε επιχειρήσει να αποδομήσει κάποιον από τους μύθους που περιέχει η επίσημη εθνική αφήγηση της Ιστορίας. Καταφεύγοντας σε έναν άλλο μύθο, η ιστορικός υπέκυπτε, χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί, σε ένα στερεότυπο πολύ πιο ισχυρό, μια και αφορά την πιο συκοφαντημένη ιστορική περίοδο. Αξίζει να το συζητήσουμε, εκτός όλων των άλλων, μιας και οι «μάγισσες στον Μεσαίωνα» αποτελούν κοινό τόπο σαφώς εδραιωμένο στον δημόσιο λόγο και στη συλλογική συνείδηση.

***

Δεν θα ήταν, βεβαίως, δυνατό να υποστηριχθεί ότι οι πρακτικές μαγείας και μαγγανείας ήταν άγνωστες στις μεσαιωνικές κοινωνίες. Απαντούν, άλλωστε, σε όλες τις εποχές και όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, ενώ κάποιες από αυτές ενσωματώνονται, επίσημα ή ανεπίσημα, σε θρησκείες. Όποιος όμως προσπαθήσει να μελετήσει τον Μεσαίωνα αναζητώντας ψυχώσεις και κυνήγια μαγισσών θα έχει την εντύπωση ότι διασχίζει μια έρημο και, φυσικά, θα απογοητευθεί.

Μερικές παράγραφοι σε ένα σύγγραμμα εκκλησιαστικού δικαίου των αρχών του 9ου αιώνα, όπου ο τότε επίσκοπος Ραιτίας προτείνει την επιβολή ατιμωτικών ποινών (χωρίς, πάντως, να μνημονεύει ρητώς τη θανατική ποινή) σε όσους ασχολούνται με τη μαγεία και μαγγανεία. Στοργικές συμβουλές για την καθοδήγηση των παραπλανημένων αυτών ψυχών από τον ηγούμενο Ρηγίνο της Πρυμ, περίπου έναν αιώνα αργότερα. Κανένα ίχνος διωγμών, δικών και καταδικών! Είναι προφανές ότι η μαγεία ως κοινωνικό φαινόμενο δεν απασχόλησε ιδιαίτερα την κοινωνία του Μεσαίωνα. Συνέχεια ανάγνωσης

Ιστορία και προτιμήσεις: το ζήτημα της αυτονομίας της Νεολαίας Λαμπράκη

Standard

του Σταύρου Παναγιωτίδη

)

 Η απόφαση για τη δημιουργία της ενιαίας Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος, άνοιξε μια μικρή συζήτηση για την αυτονομία των αριστερών οργανώσεων νεολαίας. Εκεί αναδείχθηκε και το ζήτημα ότι στη συλλογική αριστερή συνείδηση θέση προτύπου αυτόνομης, μαζικής και ριζοσπαστικής οργάνωσης νεολαίας έχει η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη (ΔΝΛ). Πολλές φορές, με βάση αυτή την εικόνα της ΔΝΛ, συγκροτούνται και θέσεις για τον χαρακτήρα που πρέπει να έχουν σήμερα οι οργανώσεις μας, συνήθως με τρόπο μονοδιάστατο. Πέρα από το λάθος του ιστορικού αναχρονισμού, της εξέτασης δηλαδή του παρελθόντος με τα κριτήρια του παρόντος, αυτή η μέθοδος στηρίζεται σε μια λανθασμένη βασική προκείμενη: την πεποίθηση για την ουσιαστική αυτονομία της Νεολαίας Λαμπράκη. Η αντίληψη πως η δυναμική και η μαζικότητα της ΔΝΛ πήγαζε κυρίως από τον «αυτόνομο» χαρακτήρα της και την απουσία ρητής σύνδεσής της με το κόμμα της ΕΔΑ είναι λανθασμένη, και μάλιστα για πολλούς λόγους, τους οποίους το άρθρο δεν μπορεί παρά να παρουσιάσει επιγραμματικά.

Πρώτον, διότι, ήδη από το 1963, πριν τη δημιουργία της ΔΝΛ, η Νεολαία ΕΔΑ είχε αρχίσει να μαζικοποιείται έντονα.[1]

Δεύτερον, διότι η πολιτική σύνδεση της ΔΝΛ με την ΕΔΑ ήταν απολύτως γνωστή, τόσο λόγω της γενικότερης γραμμής της και της διαρκούς αναφοράς της ΕΔΑ στη ΔΝΛ, όσο και επειδή η οργάνωση είχε προκύψει από τη συγχώνευση της Δημοκρατικής Κίνησης Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης με τη Νεολαία ΕΔΑ. Αυτή η σύνδεση γινόταν παραδεκτή ακόμα και σε βασικά κείμενα της Νεολαίας Λαμπράκη, όπου η συμφωνία με το πρόγραμμα της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής της ΕΔΑ (που ήταν το πρόγραμμα του ΚΚΕ) αναφερόταν ρητά ως όρος για την ένταξη στην οργάνωση.[2]

Τρίτον, είναι προφανώς λανθασμένο να μιλάμε για «αυτονομία», ειδικά με τους σημερινούς όρους, για μια οργάνωση της οποίας η δημιουργία αποφασίστηκε από την εκτός Ελλάδας ηγεσία του ΚΚΕ[3] στη Ρουμανία, ενώ για να γραφτούν τα ιδρυτικά της κείμενα ο Τάκης Μπενάς και ο Αντρέας Λεντάκης ταξίδεψαν στο Βουκουρέστι — κείμενα που μάλιστα έφτασαν στην Ελλάδα, μετά την επιστροφή των δυο τους, αλλαγμένα από την ηγεσία του κόμματος.[4] Συνέχεια ανάγνωσης

Τι ψάχνει η σύγχρονη λογοτεχνία στην ιστορία;

Standard

 Σκέψεις πάνω στο έργο της Μάρως Δούκα

της Άννας Μαρίας Δρουμπούκη

 

«Άτιμο πράγμα η Ιστορία. Πέφτει πάνω στη ζωή και την πλακώνει».

Σοφία Νικολαΐδου, Απόψε δεν έχουμε φίλους.[1]

Μάρω Δούκα

Μάρω Δούκα

Η ελληνική πεζογραφία τείνει τα τελευταία χρόνια να αναπτύξει μια προνομιακή σχέση με την ιστορική αναπαράσταση: Από τους διωγμούς των Εβραίων της Θεσσαλονίκης με την Εβραία Νύφη του Δαβέττα, τον Εμφύλιο και τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης μέχρι τις ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας και της Οδησσού, τον Εθνικό Διχασμό, το Βυζάντιο, τους Τουρκοκρητικούς (Αθώοι και φταίχτες, Μάρω Δούκα) και τον Αγώνα του 1821 (Ρέα Γαλανάκη). Η λίστα είναι μακρά, ιδιαίτερα για όσους από εμάς ασχολούμαστε με τη δεκαετία του ‘40: Πολιορκία, Ιαγουάρος του Κοτζιά, το Κιβώτιο του Αλεξάνδρου, το Πένθιμο Εμβατήριο του Πατατζή, η Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα της Ζέη ή η Κάθοδος των Εννιά και η Ορθοκωστά του Βαλτινού…

Συγγραφείς που θεωρήθηκε ότι «παρεκκλίνουν» και δεν ακολούθησαν τον δρόμο της υπεράσπισης των κομματικών ιδανικών στη γραφή τους, όπως ο Άρης Αλεξάνδρου και ο Δημήτρης Χατζής, έπιασαν το νήμα της ιστορίας, άλλοτε με συνέπειες και άλλοτε με προσωπικές ματαιώσεις. Ο πρώτος έγραψε τα ποιήματά του και το θεατρικό του έργο Αντιγόνη εκτοπισμένος στη Μακρόνησο και απομονωμένος από τους συνεξόριστούς του. Αρκετά χρόνια αργότερα, στο Παρίσι πια, έγραψε ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεότερης ελληνικής πεζογραφίας, το συγκλονιστικό Κιβώτιο. Όσο για τον Δημήτρη Χατζή, το διήγημά του «Ανυπεράσπιστοι», δημοσιευμένο στην Επιθεώρηση Τέχνης το 1964, προκάλεσε την αντίδραση του κομματικού μηχανισμού. Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος μας θυμίζει ότι ο ταγματάρχης του Δημοκρατικού Στρατού Ασπροπόταμος το χαρακτηρίζει «φιλολογικό φτύσιμο, που καλά θα ’κανε ο άκαπνος συγγραφέας να το κρατήσει για τον εαυτό του». Ο κομματικός «Λογοτεχνικός κύκλος» που συνεδρίασε εσπευσμένα έκρινε ότι το διήγημα «Ανυπεράσπιστοι» του Δ. Χατζή φανερώνει υποχώρηση του συγγραφέα στην πίεση της αστικής ιδεολογίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Αρχείο Στ. Καλλέργη: Ψηφίδες από τον σχεδιασμό της σοσιαλιστικής πολιτείας

Standard

stavrosss

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Aπό τις εκδόσεις της Βιβλιοθήκης του Μουσείου Μπενάκη κυκλοφορεί, τις επόμενες μέρες, ο τόμος Αρχείο Σταύρου Καλλέργη: Ψηφίδες από τον σχεδιασμό της σοσιαλιστικής πολιτείας. Πρόκειται για τον αναλυτικό κατάλογο του αρχείου του έλληνα σοσιαλιστή σε επιμέλεια του ιστορικού Κωστή Καρπόζηλου, που ανασυνθέτει τη ζωή και τη δράση του, με πολλά άγνωστα στοιχεία. Από την εισαγωγή του επιμελητή, που αποτελεί μια πρωτότυπη αυτοτελή μελέτη, προδημοσιεύουμε το κομμάτι που αναφέρεται στα ύστερα χρόνια, της απόσυρσης και της ιδιώτευσης του Καλλέργη. Για τις ανάγκες της παρούσας δημοσίευσης, έχουν απαλειφθεί οι υποσημειώσεις.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

του Κωστή Καρπόζηλου

 kostisΗ εποχή της ιδιώτευσης (1900-1926). Η καθημερινότητα του Σταύρου Καλλέργη στο γύρισμα του 20ού αιώνα είχε μικρή συνάφεια με τους προσανατολισμούς της προηγούμενης ζωής του. Ο άνθρωπος που είχε περιγράψει τη «νοικοκυροσύνη» ως συνώνυμη της κοινωνικής καθυστέρησης μετατρεπόταν σε δραστήριο μεταπράτη με επεκτεινόμενες εμπορικές δραστηριότητες. Ύστερα από την απολογητικού ύφους Επιστολή του 1898 δεν υπάρχουν τεκμήρια που να αποκαλύπτουν ενδεχόμενες εσωτερικές ταλαντεύσεις που παρήγαγε αυτή η μεταβολή. Ο Καλλέργης πρέπει να συνειδητοποίησε νωρίς ότι η κρητική κοινωνία σε μικρό βαθμό αποδεχόταν τις κοινωνικές και πολιτικές του αντιλήψεις. […]

Το «Εμποροπαραγγελιοδοχικόν Γραφείον Σταύρου Γ. Καλλέργη» στον Πάνορμο, προμήθευε καταστήματα στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο με τα προϊόντα της περιοχής: χαρούπια, λάδι, σαλιγκάρια και ελαιοπυρήνα. Το 1901 ο Καλλέργης επιχείρησε να διευρύνει τις δραστηριότητές του συνεργαζόμενος με τον ηρακλειώτη έμπορο Σπυρίδωνα Ιωάννου. Η συνεργασία αποσκοπούσε στην εισαγωγή υφασμάτων και ενδυμάτων της «ελληνικής βιομηχανίας» και στην εξαγωγή κρητικών αγροτικών προϊόντων στο ελληνικό κράτος. Το δίκτυο συνεργατών του νέου σχήματος περιλάμβανε τις πόλεις της Κρήτης (Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο και το λιμάνι του Πάνορμου), την Αθήνα και τον Πειραιά. Ο κόσμος του Σταύρου Καλλέργη κινούνταν πλέον γύρω από τις παραγγελίες, τις συναλλαγματικές, την Τράπεζα Κρήτης, τους προμηθευτές, την κίνηση των φορτίων, το κατάστημα υφασμάτων «Φωτόπουλος – Λιαγκρής» στην Αθήνα. Στο πλαίσιο αυτό ο Καλλέργης επέστρεψε στην Αθήνα, προκειμένου να ενισχύσει τη συνεργασία του οίκου του με αθηναϊκά καταστήματα και βιοτεχνίες. Υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες η ελπιδοφόρα συνεργασία μετατράπηκε σε εξαιρετικά σύντομο διάστημα σε οικονομική αποτυχία, με χρέη έναντι του αθηναίου εμπόρου Νικολάου Μπαλάσκα και ρήξη με τον Ιωάννου. Συνέχεια ανάγνωσης

Η ουτοπία, εκεί έξω, στους δρόμους

Standard

του Αντώνη Λιάκου

Τζόρτζιο ντε Κίρικο, "Το μυστήριο καιη  μελαγχολία ενός δρόμου", 1914

Τζόρτζιο ντε Κίρικο, «Το μυστήριο καιη μελαγχολία ενός δρόμου», 1914

 Την Τετάρτη 22 Μαΐου απονεμήθηκαν τα κρατικά λογοτεχνικά βιβλία 2012 (για βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2011), στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Δημοσιεύουμε στη συνέχεια όσα είπε ο Αντώνης Λιάκος (στον οποίο δόθηκε το βραβείο δοκιμίου-κριτικής για το βιβλίο του Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία: Οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης (εκδ. Πόλις).

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

 Θα ήθελα να ευχαριστήσω την επιτροπή που επέλεξε να τιμήσει ένα ιστορικό βιβλίο. Νομίζω πως οι δίαυλοι ανάμεσα στην Ιστορία και τη λογοτεχνία, που ποτέ δεν έπαψαν να λειτουργούν υπόγεια και εκλεκτικά, θα πρέπει και θεσμικά να ανοίξουν. Άλλωστε, η ιστοριογραφία υπήρξε στην αρχαιότητα κλάδος της ρητορικής, στην Αναγέννηση μιλούσαν για Arte Historica, σήμερα λέμε για την ποιητική της Ιστορίας. Σε μια εποχή ανοιγμάτων, ας ανοίξουν όλα τα βραβεία σε έργα μεστά ιδεών και σκέψεων. Η Ιστορία δεν είναι απλώς η αποτύπωση του παρελθόντος· είναι μια δημιουργική σχέση με το παρελθόν.

Αυτή τη δημιουργική σχέση με το παρελθόν την έχουμε ανάγκη όταν το παρελθόν καταστρέφεται όπως η Νινευή, και εμείς, ως άλλοι Λωτ, καιγόμαστε από την επιθυμία να στραφούμε πίσω, να το κοιτάξουμε, αλλά ταυτόχρονα όρος της διάσωσής μας είναι να το ξεχάσουμε. Σ’ αυτή την αμφιθυμία απαντά δημιουργικά και η Ιστορία και η λογοτεχνία. Εκείνη τουλάχιστον που δεν φοβάται την ετερότητα στα παγκάκια των πλατειών και δεν υποκύπτει στην κοινοτοπία του καθημερινού κακού, του «ηθικού πανικού» που δημιουργεί η εξουσία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Συνέχεια ανάγνωσης

Γενοκτονία των Εβραίων: η ανάδυση μιας δύσκολης μνήμης

Standard

  Μια μνήμη εμβληματική όλων των θυμάτων του ρατσισμού

συνέντευξη της ιστορικού Οντέτ Βαρών-Βασάρ

Οντέτ Βαρών-Βασάρ

Οντέτ Βαρών-Βασάρ

H Oντέτ Βαρών-Βασάρ είναι γνωστή  για το έργο της τόσο ως μεταφράστρια όσο και ως ιστορικός (θυμίζουμε  τη  μελέτη της Η ενηλικίωση μιας γενιάς. Νέοι και νέες στην Κατοχή και την Αντίσταση, Αθήνα 2009). Πρόσφατα, στον τόμο Η ανάδυση μιας δύσκολης μνήμης. Κείμενα για τη γενοκτονία των Εβραίων (εκδ. Εστία) συγκεντρώνει κείμενά της, που αποτυπώνουν την έρευνά της για τα ζητήματα της γενοκτονίας των Εβραίων, της λήθης, της μνήμης και του στοχασμού πάνω σε αυτά. Ο τόμος που μόλις κυκλοφόρησε σε δεύτερη συμπληρωμένη έκδοση (σε δύο κείμενα επιπλέον) σήμερα Κυριακή 19 Μαΐου, ώρα 18.00, στο Φιλολογικό Καφενείο (περίπτερο 13), της Διεθνούς ΄Εκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Ομιλητές: Γρηγόρης Αμπατζόγλου, Γιώργος Αντωνίου, Κώστας Γαγανάκης, Βασίλης Κωνσταντίνου, με συντονίστρια τη  συγγραφέα. Με την ευκαιρία της έκδοσης μιλήσαμε με τη Ο. Βαρών-Βασάρ για τα ζητήματα που θέτει το βιβλίο.

Στρ. Μπ.

 Ο τόμος ξεκινάει με ένα παράθεμα του Ίμρε Κέρτες (το οποίο αναφέρεται και στο επιλογικό κεφάλαιο), το οποίο χαρακτηρίζει το Ολοκαύτωμα «ζωτικό ζήτημα για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό», καθώς και για το «απροσμέτρητο ηθικό» περιεχόμενό του. Γιατί το διάλεξες αυτό ως μότο του βιβλίου;

Πράγματι, ήθελα να ανοίγει και να κλείνει το βιβλίο με το ίδιο αυτό απόσπασμα από ένα δοκιμιακό κείμενο του Ούγγρου νομπελίστα Ίμρε Κέρτες. Στο παράθεμα αυτό βρίσκω συμπυκνωμένα πολλά ουσιαστικά ζητήματα που συνάδουν με τις βασικές κατευθύνσεις του βιβλίου μου: το ότι το «Ολοκαύτωμα», η γενοκτονία των Εβραίων, που είναι ο όρος που επιλέγω, δεν είναι ένα στενά εβραϊκό ζήτημα, δεν μπορεί να περιορίζεται στη μνήμη ενός μόνο λαού, του λαού των θυμάτων, ούτε το πένθος για τα σχεδόν 6.000.000 θύματα είναι πένθος μόνο των βιολογικών απογόνων τους. Είναι πένθος για όλη την Ευρώπη, αφού σ’ αυτήν την γεωγραφική και πολιτισμική περιοχή, που επαίρεται για τον υψηλό της πολιτισμό, έλαβε χώρα το γεγονός της εξόντωσής τους με πρωτοφανείς μεθόδους.

Παιδιά παίζουν στο μνημείο του Ολοκαυτώματος της Ρόδου

Παιδιά παίζουν στο μνημείο του Ολοκαυτώματος της Ρόδου

Άνθρωποι από όλες σχεδόν τις χώρες που συγκροτούν την Ευρώπη σήμερα ήσαν αυτοί οι «Εβραίοι», τους οποίους ο ναζισμός υπέδειξε ως μια χωριστή και περίκλειστη κατηγορία, περιορίζοντάς τους σε ένα μόνο από τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς τους, με τον γνωστό του μηχανισμό κατηγοριοποίησης ομάδων πληθυσμού, απομόνωσής τους και τελικά εξόντωσής τους (η αρχή είχε γίνει με την ευάλωτη κατηγορία των διανοητικά ανάπηρων και κορυφώθηκε με την εξόντωση για φυλετικούς λόγους των Ρομ και των Εβραίων). Η μνήμη του γεγονότος κατέχει σήμερα πια (ύστερα από δεκαετίες σιωπής, αμφισβητήσεις και αρνήσεις και μετά από μεγάλο αγώνα) μια κεντρική θέση στην συλλογική ευρωπαϊκή μνήμη και αποτελεί διακύβευμα για μια ευρωπαϊκή ταυτότητα που είναι υπό συγκρότησιν. Αν οι Εβραίοι είναι όπως λέει η Ανέτ Βιβιορκά, το «μέλος–φάντασμα της Ευρώπης, το μέλος που της έχει αφαιρεθεί», τα θέματα του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, της «ανοχής» του άλλου –ήδη η λέξη είναι προβληματική!- , της συνύπαρξης είναι καίρια για την Ευρώπη του σήμερα. Η γνώση που αποδεσμεύει η προσέγγιση του «Ολοκαυτώματος» μπορεί όντως να αποδειχτεί απροσμέτρητη και τα μαθήματά του, ηθικά και πολιτικά, απαραίτητα. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κριτική για τους «Θρυμματισμένους καιρούς» του Ε. Χομπσμπάουμ

Standard

Αποσπάσματα από τρεις κριτικές για το βιβλίο του Χομπσμάουμ: του ιστορικού  στο Columbia Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του δημοσιογράφου Jonathan Derbyshire, αρχισυντάκτη πολιτιστικών του περ. The New Statesman, (The New Statesman, 9.4.2013) και του ιστορικού στο Hertford College της Οξφόρδης Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013). Οι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων»

«Παγκοσμιοποιημένος» πριν την παγκοσμιοποίηση

του Μαρκ Μαζάουερ

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Έργο του Ρ. Χάουσμαν

Μετά τον θάνατο του Έρικ Χομπσμπάουμ, πέρσι, ακούστηκαν πολλά εγκώμια για τον ευρυμαθέστατο ιστορικό, αλλά και αρκετές κριτικές, που σε ορισμένες περιπτώσεις άγγιζαν την περιφρόνηση, για τον απολογητή του κομμουνισμού. Ούτε τα εγκώμια ούτε οι κριτικές όμως κατάφεραν να μας δείξουν την σημασία του Χομπσμπάουμ ως διανοητή. Και τώρα έρχεται αυτή η μεταθανάτια συλλογή διαλέξεων, δοκιμίων και κριτικών — που μοιάζει μάλλον ένα πολύχρωμο πανέρι με κείμενα, με κύριο θέμα τις αλλαγές στην κουλτούρα και τις ιδέες τα τελευταία 200 χρόνια. Οι περισσότεροι αναγνώστες θα βρουν και εδώ τη διεισδυτική οπτική του Χομπσμπάουμ, όπως την ξέρουν και από τα έργα του για τη Βιομηχανική Επανάσταση και την εξάπλωση του ιμπεριαλισμού. Όμως, το πραγματικό ενδιαφέρον του τόμουέγκειται, κατά τη γνώμη μου, σε όσα μας δείχνει για τον ίδιο τον άνθρωπο, στο ότι μας θυμίζει πόσο ιδιαίτερος και σπουδαίος ιστορικός ήταν.

«Παγκοσμιοποιημένος» ο ίδιος, πολύ προτού η λέξη γίνει κλισέ, καθώς η σκέψη και η γραφή του κινούνταν με άνεση στις ηπείρους και τους ωκεανούς του πλανήτη. Ας σταθούμε σε μία μόνο παράγραφο από τους Θρυμματισμένους καιρούς, που αναφέρεται στη μελέτη των θρησκειών σε όλο τον κόσμο: σε λίγες φράσεις, ανασκοπεί τον χαρισματικό προτεσταντισμό στην Αμερική, την αναβίωση του ισλαμισμού στην Ινδονησία, τις ωδίνες του τοκετού της Ορθοδοξίας και του καθολικισμού στο πρώην σοβιετικό μπλοκ, τη συνεχιζόμενη εκκοσμίκευση στην εκβιομηχανισμένη Δύση. Ευτυχώς για όλους μας, παραδέχεται ταπεινά ότι η γνώση του για τον βουδισμό στην Ταϋλάνδη είναι περιορισμένη. Το χρονολογικό εύρος είναι ίσως λιγότερο εντυπωσιακό — αν και κάθε μελετητής που θα μπορεί να γράψει, ταυτόχρονα, για την αγροτική οικονομία της Ευρώπης και την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ στον 21ο αιώνα θα αισθανόταν τουλάχιστον ίλιγγο.

Η γνώριμη αφήγηση του Χομπσμπάουμ, με τον ιδιαίτερο παιχνιδιάρικο τρόπο του, είναι πανταχού παρούσα στους Θρυμματισμένους καιρούς, και μερικές φορές πρέπει να τσιμπηθούμε για να θυμηθούμε ότι κάποια από τα κείμενα του τόμου γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που είχε περάσει τα ενενήντα. Γιατί οι δισεκατομμυριούχοι αγοράζουν ποδοσφαιρικές ομάδες και δεν φτιάχνουν όπερες; Τι έχουν να μας πουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου το 2012 για τις εθνικές εορτές; Γιατί δεν υπάρχει στην Κίνα κάτι αντίστοιχο με τα αμερικάνικα ράντσα; Οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις, συνεχίζονταν, μέχρι το τέλος.

 

Μελαγχολία και ενσυναίθηση

του Τζόναθαν Ντερμπυσάιρ

Σε μια κριτική για το βιβλίο του συνοδοιπόρου του ιστορικού Ράφαελ Σάμιουελ με θέμα τον χαμένο κόσμο του βρετανικού κομμουνισμού (Raphael Samuel, The Lost World of Communism, 1986), o Xομπσμπάουμ εξήρε τη «μελαγχολική ενσυναίσθηση» (melancholy empathy) του συγγραφέα «για ένα αμετάκλητα χαμένο παρελθόν». Οι Θρυμματισμένοι καιροί, το τελευταίο έργο του Χομπσμπάουμ, διαθέτει ένα ανάλογο χαρακτηριστικό — αν και αυτή η μελαγχολική ικανότητα ενσυναίσθησης δεν αφορά, εδώ, το βρετανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, του οποίου έγινε μέλος όταν έφτασε στην Αγγλία από το Βερολίνο, σε ηλικία δεκαπέντε ετών το 1933, αλλά την τέχνη και τον πολιτισμό της «αστικής κοινωνίας», που κατέρρευσε μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέχεια ανάγνωσης

«Αριστερά και Αστικός Πολιτικός Κόσμος, 1940-1960»: οι περιλήψεις των ανακοινώσεων του συνεδρίου

Standard

 «Αριστερά και Αστικός Πολιτικός Κόσμος, 1940-1960»:

Τετάρτη 17 Απριλίου-Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Αμφιθέατρο Σάκη Καράγιωργα ΙΙ, Πάντειο Πανεπιστήμιο

 Οργανωτική Επιτροπή: Αικ.Αρώνη-Τσίχλη, Στ. Παπαγεωργίου, Π. Παπαστράτης, Μ.Λυμπεράτος

 afissa_genikiΟΙ ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ

Από το Διχασμό στον Εμφύλιο: Διερευνώντας τη στάση των προσφύγων του ΄22 στην Αττική και στη Μακεδονία

Αγτζίδης Βλάσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η πλήρης ανατροπή των κοινωνικών και ιδεολογικών παραμέτρων στον ελλαδικό χώρο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επέτρεψε να δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα ώστε να εμφανιστούν νέες δυνάμεις και προσεγγίσεις που ανέτρεπαν τις παραδοσιακές κατεστημένες ισορροπίες. Στις κοινωνικοπολιτικές αντιθέσεις του Μεσοπολέμου διακρίνεται μια μετασχηματισμένη επιβίωση του Διχασμού σε συνθήκες ακραίας πόλωσης και αντιπαράθεσης μεταξύ γηγενών και προσφύγων. Σημαντικό –έως καθοριστικό- ρόλο στη δημιουργία αυτής της κρίσιμης μάζας είχε η παρουσία των προσφύγων του ’22, κοινωνικά ομογενοποιημένων, απειλούμενων, αποκλεισμένων και περιθωριοποιημένων, που επιζήτησαν την επιβίωση μέσα από την ανάπτυξη νέων συλλογικών μορφών οργάνωσης. Το περιβάλλον που διαμορφώθηκε με την κατάληψη της Ελλάδας από τον Άξονα, επέτρεψε στις νέες αυτές δυνάμεις να αποκτήσουν ιδιαίτερη ισχύ. Το διαφορετικό περιβάλλον σε Αττική και Μακεδονία θα επηρεάσει με συγκεκριμένο τρόπο και θα λάβει σαφείς πολιτικές μορφές κατά την περίοδο της συγκρότησης των νέων πολιτικών σχηματισμών την περίοδο της Κατοχής.

Οι Σλαβόφωνοι της Δυτικής Μακεδονίας 1936-1950, από την ενσωμάτωση στην εξώθηση. Κοινωνικές συγκρούσεις και πολιτική συμπεριφορά.

Αλεξίου Κώστας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Στην εργασία εξετάζεται η κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά του σλαβόφωνου πληθυσμού της Δυτικής Μακεδονίας, επιλεκτικά από το 1922 και εστιάζει στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950 που αποτέλεσε το κύκνειο άσμα αγώνων μισού και πλέον αιώνα, για μια αξιοπρεπή διαβίωση του και όχι μόνο. Η αναφορά στην περίοδο του Μεσοπολέμου κρίθηκε αναγκαία, για την κατανόηση της ιστορικής συνέχειας, που οδήγησε το σλαβόφωνο πληθυσμό της Δυτικής Μακεδονίας, από τον αγώνα για ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος, στην εξώθηση από τα όριά του. Η εργασία αυτή συντάσσεται με την τάση της Κοινωνικής Ιστορίας, αποφεύγοντας τα μεγάλα γεγονότα, αναδεικνύοντας την τοπική μικροϊστορία, την καθημερινότητα των ανθρώπων, τις αγωνίες και τις προσδοκίες τους, οι οποίες, μέσα από τη δράση, διαμόρφωσαν τελικά την ιστορική πραγματικότητα. Ειδικά στη δεκαετία 1940-1950, ο πολιτικός λόγος των πρωταγωνιστών, οι πολιτικοί ανταγωνισμοί, η ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος ,ο αγώνας για τη μονοπώληση της βίας, οι αντιπαραθέσεις μεταξύ προσφύγων-εντοπίων και η τελική έκβαση των πραγμάτων,έχουν απίστευτοενδιαφέρον και ιδιαίτερη αξία, τόσο για την κατανόηση των πολιτικών εξελίξεων, όσο και για τη διαμόρφωση της πολιτικής συμπεριφοράς και δράσης του σλαβόφωνου πληθυσμού. Η μεταβολή άλλωστε, της πολιτικής συμπεριφοράς των σλαβόφωνων, που, από την ένταξή τους, προπολεμικά, στο συντηρητικό Λαϊκό κόμμα, κατέληξαν στην πλήρη ταύτισή τους με την πολιτική του ΚΚΕ, ως μονόδρομο, συνιστά πρόκληση για κάθε ιστορικό και ‘’δημιουργεί την περιέργεια, για μια βουτιά στον ιστορικό αυτό λασπότοπο, όσους κινδύνους και αν περικλείει’’.

  Συνέχεια ανάγνωσης

Ένα ιστορικό συνέδριο στο Πάντειο

Standard

 «Αριστερά και Αστικός Πολιτικός Κόσμος στις δεκαετίες του 1940 και 1950», 17-20 Aπριλίου

(το πρόγραμμα του συνεδρίου στο τέλος του ποστ)

του Μιχάλη Λυμπεράτου και του Προκόπη Παπαστράτη

Έργο του Βάλια Σεμερτζίδη

Έργο του Βάλια Σεμερτζίδη

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια η επιστημονική παραγωγή και η έρευνα αναφορικά με την Ιστορία της δεκαετίας του 1940 συνεχίζει να προκαλεί το ενδιαφέρον μίας πλειάδας νέων ερευνητών, ενώ το ενδιαφέρον αυτό έχει περάσει και στην δεκαετία του 1950 όπου η αντίστοιχη ενασχόληση παρέμενε μέχρι τώρα πολύ περιορισμένη. Στόχος του Συνεδρίου είναι να αποτυπώσει αυτή την έρευνα.

Παράλληλα έχει επίμονα καλλιεργηθεί η εντύπωση ότι είναι πλήρης η παραγωγή της ιστορικής γνώσης της περιόδου της Κατοχής και του Εμφυλίου. Στο πλαίσιο αυτό επιχειρήθηκε μια αλλαγή του μεθοδολογικού παραδείγματος και του επιστημονικού προτύπου, στη βάση μεταμοντέρνων προσεγγίσεων, που υποβάθμισαν τον ταξικό παράγοντα και τις σχέσεις πολιτικής εκπροσώπησης, δημιουργώντας παρανοήσεις ή αναπαράγοντας ξεπερασμένα πλαίσια ανάλυσης.

Έτσι, μέσα από τη μονόπλευρη απόδοση ιστορικού βάρους σε δευτερεύουσες αντιθέσεις και βιώματα που αφορούσαν στην ατομική εμπειρία και αποθέωναν ως ιστορική πηγή την «μαρτυρία», αναπαράχθηκε υπόρρητα η λογική των «εγκλημάτων» της Αριστεράς, ανασταίνοντας την εποχή πριν τη μεταπολίτευση, τότε που την παραγωγή του «ιστορικού» λόγου αναλάμβανε ο στρατός και οι κρατικές Επιτροπές Ασφαλείας. Μοναδικός στόχος να αναζητηθούν οι βίαιες επιβεβαιώσεις της λογικής των «τριών γύρων», ώστε να «προστατευθεί» το έθνος και νομιμοποιηθεί ο κατατρεγμός κατά των οπαδών της Αριστεράς.

 Ωστόσο, παρά τη σιγουριά κάποιων ότι οι υπάρχουσες ιστορικές αναλύσεις ολοκλήρωσαν την εικόνα της περιόδου, δεκάδες ζητήματα προκαλούν ακόμα την απορία του ιστορικού αλλά και σύγχυση στη δημόσια μνήμη. Είτε δεν επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις είτε αρκούνται σε αντιφατικές εκτιμήσεις που αφορούν στην αναπαραγωγή των παλιών σχημάτων σκέψης. Ζητήματα που αναφέρονται στην πραγματική φύση της Κατοχής από κοινωνική σκοπιά, τον τρόπο που αναπαράχθηκαν διαιωνίστηκαν και επεκτάθηκαν οι ταξικές αντιθέσεις, το πώς συντελέστηκε η παραγωγή νέων αστικών στρωμάτων, το τι εξηγεί την εμπλοκή στη Δεκεμβριανή σύγκρουση, όταν αυτή έρχεται σε πλήρη ρήξη με την προγενέστερη πολιτική της ομαλής μετάβασης της εξουσίας που προώθησε η ηγεσία της Αριστεράς, όλα είναι θέματα απολύτως ανοικτά στην έρευνα και την ερμηνεία. Συνέχεια ανάγνωσης

Το κομμένο σκοινί της εκπαίδευσης

Standard

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ

του  Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Έργο του Ρόυ Λιχτενστάιν, 1965

Έργο του Ρόυ Λιχτενστάιν, 1965

Αν κάτι ήταν πρωτόγνωρο, την προπερασμένη Τετάρτη και Πέμπτη στο αμφιθέατρο Αργυριάδη στα Προπύλαια, δεν ήταν η συνεύρεση και ο διάλογος, ούτε οι ιστορίες που ακούσαμε για τις δυσκολίες των καθηγητών στα σχολεία. Δεν ήταν οι σοκαριστικές αφηγήσεις τους για τις νεοναζιστικές ιδέες και στάσεις που επελαύνουν, τις απειλές που δέχονται, την αδιάφορη, ακόμη και εχθρική, στάση των ιθυνόντων απέναντι στις πρωτοβουλίες τους. Το πρωτόγνωρο δεν ήταν καν  η εντυπωσιακή συμμετοχή των εκπαιδευτικών, κατά εκατοντάδες, το μεσημέρι,  μετά από κάμποσες ώρες διδασκαλίας, και η παραμονή τους στο ασφυκτικά γεμάτο αμφιθέατρο έως το τέλος των εργασιών, αργά το βράδυ.

Το πρωτόγνωρο  και συγκλονιστικό, για όσους βρεθήκαμε εκεί, ήταν η βεβαιότητα ότι το σχολείο  λειτουργεί χάρη σ’ αυτούς τους ανθρώπους που δίνουν καθημερινά τη δική τους μάχη, παρακινημένοι από την αγάπη γι’ αυτό που κάνουν, για τους μαθητές και τις μαθήτριές τους. Μια μάχη που δίνουν τις περισσότερες φορές αβοήθητοι, αποκομμένοι από μια κοινωνία που μοιάζει να αδιαφορεί επί της ουσίας για το τι συμβαίνει στις τάξεις.

Αυτό το «κομμένο σκοινί» θελήσαμε να ξαναπιάσουμε, μιλώντας για τον φασισμό και τη διδασκαλία του στην εκπαίδευση, στο διήμερο που οργάνωσε, στις 13 και 14 Μαρτίου, ο Τομέας Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Θέλαμε αφενός να διερευνήσουμε τρόπους με τους οποίους μελετάμε σήμερα ένα ιστορικό φαινόμενο που καθόρισε τον 20ό αιώνα, και  αφετέρου να συζητήσουμε για το πώς μιλάμε γι’ αυτό στο σχολείο, εντός της τάξης μα και στο προαύλιο: να δούμε την έλξη που ασκούν συχνά στους μαθητές οι νεοναζιστικές ιδέες, οι ρατσιστικές συμπεριφορές, η βία που τις συνοδεύει. Ιστορικοί, εκπαιδευτικοί, παιδαγωγοί, κοινωνικοί επιστήμονες ανταλλάξαμε, συχνά διαφωνώντας, σκέψεις και ερωτήματα σε έναν ανοιχτό διάλογο. Συνέχεια ανάγνωσης

#συνδικαλισμός 2013 στην Ελλάδα [Τα βίντεο της εκδήλωσης]

Standard

Το βίντεο (σε τρία μέρη) από την εκδήλωση που διοργάνωσαν τα «Ενθέματα» της Κυριακάτικης Αυγής και το Red Notebook την Τετάρτη 20 Μαρτίου στο Στέκι Μεταναστών-Κοινωνικό Κέντρο (Τσαμαδού 15), με τη συμμετοχή των Στέφανου Βαμιεδάκη, Μάρκου Βογιατζόγλου, Αποστόλη Καψάλη και Πέτρου Λινάρδου-Ρυλμόν και τίτλο #συνδικαλισμός 2013 στην Ελλάδα.

Συνέχεια ανάγνωσης