Το τέλος του «δημοκρατικού καπιταλισμού» στην Ευρώπη

Standard

Συνέντευξη του Βόλφγκανγκ Στρέεκ στον Τζόνας Μπιρτς και τον Γιώργο Σουβλή

Μιλάει για τη μεταδημοκρατία,  την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση, τον ΣΥΡΙΖΑ, το μέλλον της πλήρους απασχόλησης

μετάφραση:Γιάννης Χατζηδημητράκης

 

Ο Γερμανός οικονομολόγος και  κοινωνιολόγος Wolfgang Streeck βρέθηκε συχνά στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, τα τελευταία χρόνια,  με τις παρεμβάσεις του για τη λιτότητα, τα αίτια της παγκόσμιας κρίσης και το μέλον της Ε.Ε. Δημοσιεύουμε σήμερα, με μικρές περικοπές, τη συνέντευξη που έδωσε στον Jonah Birch (New York University) και τον Γιώργο Σουβλή (Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας) και δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Jacobin», στις 26.2.2016.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

 

Έχετε υποστηρίξει τα τελευταία χρόνια ότι ο «δημοκρατικός καπιταλισμός» στην Ευρώπη κινείται όλο και περισσότερο προς την κατεύθυνση ενός κοινωνικού και οικονομικού μοντέλου που ιεραρχεί τις επιταγές της αγοράς και την επιχειρηματική κερδοφορία πάνω από τις απαιτήσεις για δημοκρατική ισότητα και κοινωνική αλληλεγγύη. Πώς εξελίχθηκε αυτή η διαδικασία και πώς δένει με αυτήν η κρίση που ξέσπασε μετά το 2008 στην Ευρωζώνη;

Η δημοκρατία στον καπιταλισμό είναι δημοκρατία στον βαθμό που διορθώνει τα αποτελέσματα των δράσεων των αγορών προς την κατεύθυνση της ισότητας. Η οικονομική απελευθέρωση αποσυνδέει τη δημοκρατία από την οικονομία — την καθιστά στεγνή. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που ονομάζουμε μεταδημοκρατία: η πολιτική ως μαζικό θέαμα, ως κομμάτι της βιομηχανίας του θεάματος. Ένας τρόπος αποσύνδεσης της δημοκρατίας από την οικονομία είναι η μεταβίβαση της οικονομικής πολιτικής από τα χέρια των εθνικών κοινοβουλίων και των κυβερνήσεων στα χέρια «ανεξάρτητων» θεσμών όπως οι κεντρικές τράπεζες και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, και Διεθνών Οργανισμών όπως το ΔΝΤ. Το ευρώ, όπως θεσπίστηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, έχει με αυτό τον τρόπο αποδημοκρατικοποιήσει –αλλά σε καμία περίπτωση αποπολιτικοποιήσει– τη νομισματική και οικονομική πολιτική στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Ουσιαστικά, έχει επιβληθεί μια πολιτική σκληρού νομίσματος στο σύνολο της Ευρωζώνης, υπό την οποία μερικές χώρες, όπως η Γερμανία, μπορεί να ευημερούν, ενώ πολλές άλλες όχι. Συνέχεια ανάγνωσης

Νεοφιλελεύθεροι αυτοματισμοί: Τηλεπιλότοι χωρίς πλήρωμα και επιβάτες

Standard

του Βασίλη Δρουκόπουλου

                                             «Η λέξη “μεταρρύθμιση” η οποία κάποτε σήμαινε βελτιώσεις για                                              τη πλειονότητα τώρα σημαίνει τη μείωση του κόστους εργασίας.                                                Η “ένωση” στο ευρωπαϊκό πλαίσιο δεν υπονοεί πλέον μια                                                          εθελοντική συλλογικότητα για αμοιβαία αλληλεγγύη αλλά την                                                     επιβολή στις χώρες σκληρών ordo-φιλελεύθερων ελέγχων»                                                                                 Susan Watkins (2014) 

Χρήστος Καρράς, «Γέννηση», 1979

Χρήστος Καρράς, «Γέννηση», 1979

Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Βιέννης για την Οδική Κυκλοφορία (1968) δεν νοείται μεταφορικό μέσο χωρίς οδηγό. Όμως ο γερμανός υπουργός Μεταφορών συγκρότησε μια επιτροπή για να επεξεργαστεί ένα νομικό πλαίσιο που θα επιτρέπει την κυκλοφορία αυτοοδηγούμενων ή ρομποτικών οχημάτων. Η πώληση των πρώτων γερμανικών αυτοκινήτων αυτού του είδους τοποθετείται το 2020 ενώ σε τμήμα του αυτοκινητοδρόμου Α9 στη Βαυαρία θα επιτρέπονται τα σχετικά τεστ (Kate Connolly, «Rules for cars without drivers», The Guardian Weekly, 13.2.2015, σ. 44).

Σε αντίθεση με αυτό, το τεστ του αυτόματου πιλότου της νεοφιλελεύθερης οικονομικής διαχείρισης δεν περιορίζεται σε ένα μόνον τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου. Όπως ήταν γνωστό από καιρό και όπως επανήλθε στην επικαιρότητα με αφορμή τις κυβερνητικές διαπραγματεύσεις, το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα φαίνεται να κυριαρχεί σε όλη την ευρωπαϊκή σκηνή. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι. Εδώ αξίζει μια πολύ συνοπτική εξιστόρηση. Συνέχεια ανάγνωσης

Αριστερή κυβέρνηση: πώς θα πετύχει;

Standard

 Παγκόσμιος καπιταλισμός, Ευρώπη και Αριστερά

του Χρήστου Λάσκου

Έργο του Robert Bereny

Έργο του Robert Bereny

1. Πού πάει το πράγμα; Είναι πιθανή μια συστημική κατάρρευση; Όπως σημείωνε ο σπουδαίος συμβουλιακός κομμουνιστής Πάουλ Μάτικ, πριν 30 χρόνια, «στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό κάθε κρίση μπορεί να εξελιχτεί σε τελική κρίση».

Πολλοί (από τον συμβουλιακό Ρόμπερτ Κουρτς και τον αναρχικό γεωγράφο Ντέιβιντ Γκράμπερ, μέχρι τον απολύτως μέινστριμ Ντέιβιντ Γκόρντον του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ, τον Μίνκι Λι που προφητεύει την χαοτική, τύπου Μαντ Μαξ, μετεξέλιξη του καπιταλισμού και τον Ιμάνουελ Βαλερστάιν, για τον οποίο το σύστημα τα επόμενα χρόνια θα αναφωνήσει «Τετέλεσται»), αμφισβητούν τη δυνατότητα του καπιταλισμού να διατηρήσει, έστω και μετριασμένη, την παραγωγική του δυναμική. Επιπλέον, έχει αναδειχθεί η αδυναμία του να ικανοποιήσει βασικές ανθρώπινες ανάγκες πολύ μεγάλου τμήματος του παγκόσμιου πληθυσμού, άρα και η μη νομιμοποίησή του, μαζί με την καθολική ανορθολογικότητα, από τη σκοπιά της σύνολης ανθρωπότητας.

Ξέρω ότι πολλοί σύντροφοι θεωρούν την αναφορά σε τέτοια «αποκαλυψιακά» ζητήματα εκκεντρικότητα. Χωρίς να μπορώ να επεκταθώ, θα επισημάνω κάποιους οδοδείκτες που μας προσανατολίζουν μέσα στο μακροϊστορικό πεδίο, ενώ, ταυτόχρονα, μας προσγειώνουν στο σήμερα. Συνέχεια ανάγνωσης

Σκέψεις για μια αριστερή επανίδρυση της Ευρώπης

Standard

Ευρώπη, δημοκρατία, κοινωνικός πειραματισμός

του Ευκλείδη Τσακαλώτου

tsakalotos

Ζακ Λίπσιτς, «Η αρπαγή της Ευρώπης, ΙV», 1941

Μετά  το 2008 παρατηρούμε μια εντυπωσιακή έλλειψη νέων ιδεών από τη μεριά των συστημικών δυνάμεων. Στο πολιτικό επίπεδο ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να προχωρά ακάθεκτος, να μην έχει υποστεί σημαντικές πολιτικές ήττες, αλλά συγχρόνως δεν φαίνεται να λύνει κανένα από τα προβλήματα που ανέδειξε η μεγάλη κρίση: ούτε οι κοινωνικές ανισότητες, ούτε το αχαλίνωτο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ούτε οι μακροοικονομικές ανισορροπίες διορθώνονται έστω και μερικώς. Ακούγονται κριτικές φωνές που ανησυχούν για το μέλλον του συστήματος. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς και ο Πωλ Κρούγκμαν έχουν ασκήσει δριμεία κριτική στην ασκούμενη μακροοικονομική πολιτική, που έχει οδηγήσει τόσες χώρες στην παγίδα χρέους και στη συνέχιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Ο Ραγκουράμ Ραγιάν και ο Βόλφγκανγκ Στρικ έχουν αναδείξει το αδιέξοδο των πολιτικών προτεραιοτήτων των ελίτ που δεν αναγνωρίζουν κανένα κοινωνικό συμβόλαιο, για παράδειγμα προς τους συνταξιούχους και τους νέους, λες και τα μόνα συμβόλαια που πρέπει να τηρηθούν ως ιερή υποχρέωση είναι τα συμβόλαια προς τους πιστωτές και τις χρηματαγορές.

Είναι σημαντικό ότι όλο και πιο πολλές «κεντρώες» φωνές αμφισβητούν ότι ο καπιταλισμός μπορεί να νομιμοποιηθεί σε αυτή τη βάση. Και αυτή η αμφισβήτηση, τον τελευταίο καιρό, έχει αναπτύξει και μια εσωτερική δυναμική. Μπορεί ορισμένοι οικονομολόγοι, όπως ο Κρούγκμαν και ο Στίγκλιτς να ξεκίνησαν με μια τεχνοκρατική κριτική, ως κεϋνσιανοί, όσον αφορά την ασκούμενη οικονομική πολιτική, αλλά όλο και περισσότερο ασκούν πολιτική κριτική στις ελίτ. Φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι μια αλλαγή θα βασιστεί σε κοινωνικές διεργασίες που θα αμφισβητήσουν την ισχύ αυτών των ελίτ.

Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι αυτές οι ανησυχίες έχουν και θεσμικό αντίκτυπο. Έτσι, δεν είναι πια περιθωριακές οι προτάσεις για μια διαφορετική οικονομική και χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική για την ευρωζώνη. Δεν είναι μόνο η Αριστερά που μιλάει για μια Ευρώπη η οποία  θα βασίζεται σε ένα μεγαλύτερο κεντρικό προϋπολογισμό, στις δημοσιονομικές μεταβιβάσεις, στην κοινοτικοποίηση του χρέους,  μια πιο συντονισμένη και επεκτατική μακροοικονομική πολιτική, μια πολύ διαφορετική κεντρική τράπεζα κλπ. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τους τομείς όπου χρειάζεται περισσότερη υπερεθνική ρύθμιση: τις χρηματαγορές, την πάταξη της φοροδιαφυγής (off-shore, φορολογικοί παράδεισοι κλπ.), την προστασία του περιβάλλοντος.

Η Αριστερά έχει μεγάλη συμβολή σε αυτή τη συζήτηση. Υπάρχουν, βεβαίως, αποχρώσεις και διαφωνίες, τόσο για τις λεπτομέρειες των θεσμικών προτάσεων όσο και για το πόσο ρεαλιστικό είναι να πιστεύει κανείς στη δυνατότητα ενός διαφορετικού συσχετισμού που θα επιβάλει μια νέα αρχιτεκτονική. Αλλά οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αριστερών δυνάμεων για μια άλλη αρχιτεκτονική δεν βρίσκονται στον αέρα. Έτσι, ξέρουμε ποιο θεσμικό πλαίσιο χρειαζόμαστε προκειμένου να στηριχθούν οι προτάσεις μας, στο εθνικό επίπεδο, για μια διαφορετική πολιτική με στόχο να αντιμετωπίσουμε την ύφεση, την ανεργία και την ανθρωπιστική κρίση.

Συνέχεια ανάγνωσης

Η πτώση του υπαρκτού (νεο)φιλελευθερισμού

Standard

του Στάθη Στασινού

Πριν δύο χρόνια, και η τελευταία μαζορέτα του (νεο)φιλελευθερισμού καταλάβαινε πως το πάρτυ τελείωσε και άρχισε να κατευθύνεται προς τα αποδυτήρια ντροπιασμένη, με τα πον-πον να σέρνονται στη λάσπη. Τραπεζίτες έσκυβαν το κεφάλι ζητώντας συγγνώμη από το κοινό και –η μεγαλύτερη προσβόλα όλων– μια κεϋνσιανή οικονομολόγος («η κυρία Κρούγκμαν»·βλ. http://www.youtube.com/watch?v=pWTyU_pbFGM)[1] πήρε το Νόμπελ Οικονομίας.

Γκέοργκ Τάππερτ, «Καν-καν», 1911

Σήμερα, και σχεδόν τρία χρόνια μέσα στην κρίση, οι τραπεζίτες ελέγχουν ξανά το παιχνίδι ολοκληρωτικά, ο νεοφιλελευθερισμός κηρύττει πως η μόνη οδός της σωτηρίας των ψυχών είναι ακόμα περισσότερος μονεταρισμός, φτώχεια και αντιθέσεις, και «η κα Κρούγκμαν» συνεχίζει να θεωρείται κάτι λίγο περισσότερο από τον τρελό του χωριού. Πώς στο διάολο φτάσαμε ως εδώ;

Ο σοσιαλισμός των πλουσίων

Παρά τη νεοφιλελεύθερη μάντρα, όλες οι κυβερνήσεις ήξεραν πως στις περιόδους ύφεσης το κράτος πρέπει να βοηθά την οικονομία να ορθοποδήσει. Ας το θεωρήσουμε ως το καντηλάκι του κεϋνσιανισμού, που άναβε ακόμα και στα πιο σκοτεινά χρόνια. Ένας μικρός πόλεμος από εδώ, μερικές επιδοτήσεις, λίγα βιοκαύσιμα παραπέρα, σημασία έχει να ρίξεις χρήμα στην αγορά, μαζί με ένα γενναίο πασπάλισμα χαμηλότοκων δανείων.

Δεν είναι παράλογο πως κι αυτή τη φορά οι κυβερνήσεις αποφάσισαν να απαντήσουν με τα ίδια «κεϋνσιανά» όπλα. Το μόνο που έλειπε από τη συνταγή ήταν τα νέα δάνεια, καθώς η κρίση ξεκίνησε από τον υπερβολικό και αλόγιστο δανεισμό των τραπεζών. Τι συνέβη και δεν έδεσε το γλυκό; Ο ημι-κεϋνσιανισμός που ακολουθήθηκε δεν ήταν απαραίτητα η σωστή απάντηση στην κρίση και, σαν να μην έφτανε αυτό, η οικονομική ελίτ τον έκοψε και έραψε στα μέτρα της, καθιστώντας τον μια ακόμα λέξη κενή περιεχομένου (σαν τον σοσιαλισμό). Ας δούμε δυο-τρία βασικά προβλήματα.

Συνέχεια ανάγνωσης