Να πάρουμε το κράτος στα σοβαρά

Standard

Κυβέρνηση της Αριστεράς: η ώρα της πράξης-3

Το κείμενο βασίζεται  στην εισήγηση στην  εκδήλωση «Κυβέρνηση της Αριστεράς: η ώρα της πράξης», που οργάνωσαν τα «Ενθέματα» και το RedNotebook, το Σάββατο 14 Φεβρουαρίου.

του Δημήτρη Χριστόπουλου

Η Αριστερά ως τα σήμερα είτε δεν έπαιρνε σοβαρά το κράτος, είτε το έπαιρνε σοβαρά μόνο ως αντίπαλο. Ήρθε η ώρα να πάρουμε στα σοβαρά το κράτος όχι μόνο ως αντίπαλο διότι απλώς το κράτος δεν είναι ένα πράγμα. Το κράτος είναι πριν απ’ όλα μια κοινωνική σχέση, είναι –παραθέτω Πουλαντζά  –«η υλική συμπύκνωση ενός συσχετισμού δυνάμεων ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις όπως αυτή εκδηλώνεται με ειδικό τρόπο μέσα στους κόλπους του ίδιου του κράτους».

Rene Magritte - The cicerone

Rene Magritte – The cicerone

Το πλεονέκτημα μεταξύ άλλων αυτής της θέσης είναι ότι θέτει ανάγλυφα ένα σοβαρό ζήτημα στρατηγικής σημασίας: το γεγονός ότι το κράτος δεν είναι ένα μονολιθικό μπλοκ, χωρίς χαραμάδες, που θα αντιμετώπιζαν οι «μάζες» μετωπικά όντας έξω απ’ αυτό και που θα έπρεπε να το αποδιαρθρώσουν συνολικά μέσω μιας μετωπικής εξέγερσης. Αντίθετα, επειδή το κράτος είναι «μια υλική συμπύκνωση ενός συσχετισμού δυνάμεων» διατρέχεται από αντιφάσεις. Είναι ουσιωδώς τόπος αντιφάσεων, και μάλιστα στο σύνολο των μηχανισμών του, τόσο στους μηχανισμούς εκείνους όπου ο πληθυσμός δίνει το φυσικό του παρόν, όπως η εκπαίδευση, όσο και στους μηχανισμούς όπου είναι φυσικά απών, όπως κατεξοχήν η δημόσια διοίκηση.

Στο πεδίο των πολιτειακών μηχανισμών που χαρακτηρίζονται από τη μαζική παρουσία των ανθρώπων, η Αριστερά, λόγω συνδικαλιστικής δράσης, έχει μια επαφή. Με τα καλά και τα κακά της φυσικά που παρέλκει εδώ να αναφερθούν. Ωστόσο, στους υπόλοιπους μηχανισμούς, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά. Διότι, κακά τα ψέματα, η Αριστερά πάσχει από έναν λειτουργικό αναλφαβητισμό στη γλώσσα της δημόσιας διοίκησης. Διαβάζουμε, αλλά δεν γράφουμε. Δεν έχουμε μάθει να γράφουμε διοικώντας το κράτος. Κι αυτό είναι μεγάλο έλλειμμα. Συνέχεια ανάγνωσης

Το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός

Standard

του Γιάννη Σταφίδα

Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για το τι σημαίνουν, για τους κατοίκους της Κεφαλονιάς, τα χτυπήματα του Εγκέλαδου: φόβο, τρόμο, πόνο, ανατροπή της καθημερινότητας, απώλεια των κόπων μιας ζωής, καταστροφή. Τα λόγια των ανθρώπων, οι εικόνες κτιρίων και προσώπων μας το δείχνουν εύγλωττα. Και, συνάμα, οι σεισμοί, για τους Κεφαλονίτες αλλά και όλους εμάς τους «υπόλοιπους», μας θυμίζουν τι πραγματικά είναι σημαντικό στη ζωή: «καταρχάς, αυτή η ίδια η ζωή· αλλά και όσα τείνουμε να θεωρούμε αυτονόητα, όπως το να έχεις ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι και να μην είσαι έκθετος στη βροχή και το κρύο» (editorial του left.gr, 4.2.2014).

Έργο του Ρόι Λιχτενστάιν, 1979

Έργο του Ρόι Λιχτενστάιν, 1979

Για τον σεισμό αυτό καθαυτό δεν μπορεί να κάνει κανείς τίποτα: ούτε να τον αποτρέψει ούτε να προβεί σε αξιόπιστες προγνώσεις. Μπορεί ωστόσο, και πρέπει, να κάνει πολλά, πριν και μετά. Δεν μιλάω σε φιλοσοφικό και υπαρξιακό επίπεδο, για τις σοβαρές αναστοχαστικές διαδικασίες που μπορεί να ανακινήσει ένα τέτοιο σοκ. Μιλάω για ενέργειες πρόληψης, ελαχιστοποίησης των δεινών και αποκατάστασης. Μένω στο «μετά», μια που αυτή την περίοδο διανύουμε, και μένω σε τρεις λέξεις: κράτος, αλληλεγγύη, αυτοοργάνωση.

Ξεκινάω από το κράτος. Τέτοιες μέρες, και ο πιο ακραιφνής αντικρατικιστής γίνεται ένθερμος θιασώτης του κράτους, δεν μπορεί να αρνηθεί τη σημασία του. Ο ρόλος του είναι καθοριστικός, όχι μόνο για την «αποκατάσταση των υλικών ζημιών», μα κυρίως για να ξαναπάρει μπρος μια ολόκληρη κοινωνία, οικονομία, καθημερινότητα. Τέτοιες μέρες, καταρρέουν σαν τραπουλόχαρτα, πιο εύκολα από ό,τι ρίχνει τα κτίρια ο σεισμός, οι διάφορες «προφανείς» –και απολύτως κυνικές– ατομικιστικές αποφάνσεις. Ποιος μπορεί να πει, λ.χ, οι Κεφαλονίτες να βρουν τη λύση μόνοι τους, ότι είναι άξιοι της μοίρας τους ή γιατί να πληρώνουμε όλοι εμείς, αφού ούτε σπίτια έχουμε εκεί ούτε θα πάμε ίσως ποτέ κ.ο.κ; Τέτοιες «σοφίες» (που σε άλλες περιστάσεις ακούγονταν, λ.χ. «γιατί να πληρώνω ΕΡΤ αφού δεν έχω τηλεόραση») φαίνονται εδώ απλώς εξοργιστικές και ανόητες. Συνέχεια ανάγνωσης

Επικίνδυνοι πολίτες τότε και τώρα

Standard

Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας στα ελληνικά των «Επικίνδυνων πολιτών» 

 συνέντευξη της Νένης Πανουργιά

 nea neniΗ μελέτη της Νένης Πανουργιά Επικίνδυνοι πολίτες. Η ελληνική Αριστερά και η κρατική τρομοκρατία, που μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά (μετάφραση: Νεκτάριος Καλαϊτζής, εκδ. Καστανιώτης·είχε πρωτοκυκλοφορήσει στα αγγλικά το 2009, από τις Fordham University Press) είναι ένα βιβλίο με πολλαπλό ενδιαφέρον και σημασία: Σημασία επιστημονική (καθώς μελετάει, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της ιστορίας και της κοινωνικής ανθρωπολογίας ένα θέμα κομβικό για την ελληνική μεταπολεμική ιστορία), αλλά και πολιτική (καθώς το ερώτημα πώς το σύγχρονο κράτος κατασκευάζει τους εκάστοτε «επικίνδυνους πολίτες» επανακάμπτει απειλητικά στην Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα). Για όλα αυτά μιλήσαμε με τη συγγραφέα Νένη Πανουργιά (New School for Social Research, Νέας Υόρκης), που βρέθηκε στην Αθήνα.

4-panourgia-a

Μακρόνησος, 1949.

 Τα «επικίνδυνα» άτομα είναι μια έννοια που εμφανίζεται στη Γαλλία με την ανάπτυξη των πρώτων ασύλων. Την έννοια την παίρνω από τον Φουκώ, που βλέπει να αποδίδεται επικινδυνότητα στους ανθρώπους με ψυχική ασθένεια, και δεν τους ονομάζει βέβαια πολίτες. Ο Φουκώ δεν περιγράφει μια εφήμερη κατάσταση ή σχέση (μεταξύ κράτους-ιατρικού κατεστημένου-ασθενών), αλλά δείχνει όλη τη δομή των μηχανισμών που εμπλέκονται και καλούνται να καθορίσουν τον ψυχικά ασθενή ως πρακτικά και δυνητικά επικίνδυνο. Στο βιβλίο βάζω την έννοια αυτή της επικινδυνότητας να συνομιλήσει με την έννοια του πολίτη, το ελληνικό κράτος, την Αριστερά.

Η έννοια, όπως έχει δείξει ο Νίκος Αλιβιζάτος, ανάγεται στο 1871, στον νόμο περί ληστείας, συγκροτείται όμως ως καταστατική κατηγορία του κράτους με το ιδιώνυμο, το 1929. Βέβαια, δεν πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο· ας θυμηθούμε τη Γερμανία και την αντιμετώπιση των πρώτων συνδικαλιστών, των Σπαρτακιστών κλπ. Στην Ελλάδα, η διαρκής συγκρότηση του πολίτη ως επικίνδυνου είναι κάτι που ιδρύεται με το ιδιώνυμο και φτάνει μέχρι σήμερα.

  Θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι η έννοια σταματάει το 1974 (ή το 1981), ή τουλάχιστον ότι έχουμε θεμελιώδεις διαφορές.

 Ασφαλώς υπάρχουν διαφορές. Το 1974 βέβαια είναι τομή, ταυτόχρονα όμως υπάρχουν συνέχειες, στο επίπεδο της λογικής και των πρακτικών του κράτους.

Μετά το 1974, η εννοιολόγηση της Αριστεράς ως επικίνδυνης είναι διαφορετική, για προφανείς λόγους – με πρώτο τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Ωστόσο, η αντιμετώπιση της Αριστεράς, και μετά την πτώση της Χούντας δεν παύει να εμπεριέχει την παλιά αντίληψη γι’ αυτήν ως επικίνδυνο μέρος του κοινωνικού σώματος. Και, βέβαια, κάτι θέλω να τονίσω ότι δεν υπάρχει μία ενιαία Αριστερά – όσο κι αν εμφανίζεται έτσι στην «κοινή γνώμη». Στο θέμα που συζητάμε, η ζώνη της επικινδυνότητας» δεν συμπεριλαμβάνει, λ.χ. το ΚΚΕ· στη δεδομένη συγκυρία περιλαμβάνει συλλήβδην τον ΣΥΡΙΖΑ, την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και τον χώρο πέραν αυτών, τον αντιεξουσιαστικό. Και υπάρχουν βέβαια «εξάρσεις» όπως τον Δεκέμβρη του 2008. Συνέχεια ανάγνωσης

Πλειστηριασμοί, «κόκκινα δάνεια», ακίνητη περιουσία: Η λογική του παράλογου

Standard

 της Δήμητρας Σιατίτσα

Χανς Μέμιντορφ, "Σπίτι-κεφάλι"

Χανς Μέμιντορφ, «Σπίτι-κεφάλι»

Το έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές: τα μέτρα αποτελούν «μονόδρομο», «ορθολογική επιλογή», «μόνη λύση για την έξοδο από την κρίση» κ.ο.κ. Κι ας έχουν αποτύχει ακόμα και στους ίδιους τους ρητά διακυρηγμένους στόχους τους, τα μέτρα νομιμοποιούνται μέσα από τη ρητορική της ορθολογικής επιλογής, η οποία (μετά την απαραίτητη διαδικασία κάθαρσης και εξυγίανσης), θα σταθεροποιήσει, θα εξορθολογίσει και θα εκσυγχρονίσει την οικονομία και τον διοικητικό μηχανισμό. Η ρητορική, παρά τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις, επιμένει, ενώ οι συνέπειες αντιμετωπίζονται με κυνισμό.

Ας σταθούμε σε ένα βασικό, για τον μνημονιακό σχεδιασμό, και επίκαιρο τις μέρες αυτές σημείο: την απελευθέρωση των πλειστηριασμών και τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας. Αναζητώντας τη λογική τους, διακρίνουμε δύο βασικούς άξονες.

Ο πρώτος ανάγεται στο κεντρικό νεοφιλελεύθερο αξίωμα ότι οι περιορισμοί δρουν στρεβλωτικά στην «ελεύθερη» λειτουργία της αγοράς, εμποδίζοντας την αυτορρύθμισή της. Υποστηρίζεται, έτσι, ότι ο έλεγχος/περιορισμός των διαδικασιών κατάσχεσης υποθηκευμένων (ή μη) ακινήτων παρεμβαίνει αρνητικά, τόσο στη σταθεροποίηση των τραπεζών όσο και στην αναθέρμανση της κτηματαγοράς. Συνέχεια ανάγνωσης

Η δημοκρατία είναι μια έννοια διφορούμενη

Standard

Μια εκτενέστερη εκδοχή της συνέντευξης δημοσιεύεται στο RedNotebook (rnbet.gr)

Για τη δημοκρατία, τη «Λατινική Αυτοκρατορία» της Ευρώπης, τον Φουκώ, τον Μπένγιαμιν και τον Καρλ Σμιτ, την «κατάσταση εξαίρεσης»

Συνέντευξη του Τζόρτζιο Αγκάμπεν

στην Αναστασία Γιάμαλη και τον Δημοσθένη Παπαδάτο-Αναγνωστόπουλο

O Tζ. Αγκάμπεν στην Αθήνα, στην εκδήλωση που οργάνωσαν οι Νέοι-Νέες του ΣΥΡΙΖΑ και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς

Από την ομιλία του Τζ. Αγκάμπεν στην Αθήνα, στην εκδήλωση που οργάνωσαν οι Νέοι-Νέες του ΣΥΡΙΖΑ και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς

Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν βρέθηκε στην Αθήνα, το προηγούμενο Σάββατο. Μίλησε, στο ασφυκτικά γεμάτο αμφιθέατρο της Τεχνόπολης, με θέμα  «Μια θεωρία για την εξουσία της απογύμνωσης και της ανατροπής», στην κεντρική εκδήλωση που οργάνωσαν, για τα σαράντα χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου οι Νέοι-Νέες του ΣΥΡΙΖΑ και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς,  Την Κυριακή, μετά την πορεία του Πολυτεχνείου, τον συνάντησαν και συζήτησαν μαζί του η Αναστασία Γιάμαλη εκ μέρους της Αυγής και ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος εκ μέρους του RedNotebook.

Το Σάββατο είπατε, ακολουθώντας τον Φουκώ, ότι η «λογική» της νεωτερικής εξουσίας δεν είναι η αντιμετώπιση των κρίσεων, αλλά η διαχείριση των συνεπειών τους. Είναι άραγε μοιραία η ενσωμάτωση μιας πολιτικής δύναμης που θέλει να αντιμετωπίσει τις αιτίες των προβλημάτων στη λογική αυτή; Και, αντίστροφα: ένα εγχείρημα «αλλαγής των ορίων», μπορεί να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει, αν ταυτόχρονα δεν διεκδικεί να αλλάξει τα πράγματα; 

4-agaben-1Θεωρώ το σημείο αυτό (ότι οι νεωτερικές  ή τουλάχιστον οι σύγχρονες κυβερνήσεις δεν θέλουν να κυβερνήσουν αντιμετωπίζοντας τις αιτίες, αλλά μόνο τις συνέπειες) εξαιρετικά σημαντικό. Γιατί αυτό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, σε σχέση  με την παραδοσιακή αντίληψη που έχουμε –σύμφωνα με την αντίληψη του Φουκώ για το κυρίαρχο κράτος– για την εξουσία.

Έχουμε μια εξουσία που απλώς διαχειρίζεται συνέπειες. Ήταν πολύ καθαρό στην περίπτωση του αστυνομικού που δολοφόνησε τον Κάρλο Τζουλιάνι, το 2001, ο οποίος είπε το απίστευτο: η αστυνομία δεν διαχειρίζεται την τάξη, αλλά τους μπελάδες, την αταξία. Αυτή είναι η κατάσταση στην οποία ζούμε, όχι μόνο στην εσωτερική, αλλά και στην εξωτερική πολιτική λ.χ. των ΗΠΑ: να δημιουργείς ζώνες αταξίας, ώστε να μπορείς να τις διαχειρίζεσαι επ’ ωφελεία σου.

4-agaben-2Στην Ιταλία, τα κόμματα της Αριστεράς παγιδεύτηκαν σ’ αυτή τη λογική της διαχείρισης των συνεπειών. Είναι πιο εύκολη και αποδίδει περισσότερο. Είναι άραγε μοιραίο να συμβεί αυτό; Ίσως όχι. Αποτελεί, όμως, μια ακόμα ένδειξη ότι η πολιτική εννοιολογία πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε κάτι που δεν είναι ούτε αιτία ούτε συνέπεια· χρειάζεται να βρούμε κάτι τρίτο ως τον σωστό τόπο της πολιτικής. Θεωρώ απαραίτητη μια μεγάλη εννοιολογική αλλαγή,  αλλιώς θα χάσουμε. Είναι αδύνατο να νικήσεις μια εξουσία, αν δεν καταλάβεις τη λογική της.

Σε ένα πρόσφατο άρθρο θυμίσατε τη «Λατινική Αυτοκρατορία» του Αλεξάντρ Κοζέβ (1947). Εκεί ο Κοζέβ προτείνει τη συγκρότηση μιας «αυτοκρατορίας» της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, οι οποίες σε συνεργασία με τα κράτη της Μεσογείου θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την ανερχόμενη Γερμανία. Θεωρείτε ένα τέτοιο σχέδιο δυνητικό αντίβαρο στον ηγεμονισμό της Μέρκελ, φαίνεται ότι οι ηγέτες αυτών των χωρών ενδιαφέρονται περισσότερο για την επιτυχία του «δόγματος Μέρκελ» στις χώρες τους, παρά για τις επιπτώσεις του δόγματος σε μια Ευρώπη όλο και πιο διαιρεμένη.

Ήταν κυρίως μια πρόκληση για να ξεκινήσει μια κριτική στην Ευρώπη. Ήθελα να θυμίσω ότι η  σημερινή Ευρώπη, ακόμα και από θεσμικής άποψης, είναι μη νομιμοποιημένη. Όπως ξέρετε, το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα δεν είναι Σύνταγμα, αλλά μια συνθήκη μεταξύ κρατών — δηλαδή το αντίθετο ενός Συντάγματος, αφού τα Συντάγματα φτιάχνονται από τον λαό. Το μοντέλο του Κοζέβ είναι ενδιαφέρον γιατί δεν βασίζεται σε μια αφηρημένη ενότητα, αλλά σε μια πολύ συγκεκριμένη ενότητα, που στηρίζεται στην παράδοση, τον τρόπο ζωής, τη θρησκεία.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ισχυρός προνοιακός μηχανισμός, όχι αστυνομικά μέτρα

Standard
ΟΡΑΤΑ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΟΥΣ ΡΟΜΑ-1

Συνέντευξη του Γιώργου Μόσχου, Βοηθού Συνήγορου του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού

Φωτογραφία του Ευθύμιου Μελεγγίδη

Φωτογραφία του Ευθύμιου Μελεγκίδη

Θα θέλαμε, καταρχάς, ένα σχόλιό σας για τη στάση όσων ενεπλάκησαν στην υπόθεση της τετράχρονης Μαρίας (ΜΜΕ, Χαμόγελο του Παιδιού, κρατικές υπηρεσίες).

 Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά, μια υπόθεση που επικεντρωνόταν στην προσωπική ιστορία ενός παιδιού υπήρξε αφορμή για εκτενή τηλεοπτικά προγράμματα και ρεπορτάζ, που ωστόσο δεν αρκέστηκαν στην ενημέρωση του κοινού και την αντικειμενική αναζήτηση των παραγόντων που συνέθεταν το ιστορικό της υπόθεσης, αλλά έδωσαν χώρο σε ποικίλες εικασίες, στερεοτυπικές προσεγγίσεις σε βάρος μιας πληθυσμιακής ομάδας (του τύπου «οι τσιγγάνοι κλέβουν παιδιά») και καλλιέργεια τρομολαγνικών και ρατσιστικών αντιλήψεων. Η εξακολουθητική αναπαραγωγή της εικόνας της μικρής, που δόθηκε στη δημοσιότητα με εισαγγελική διάταξη για συγκεκριμένο σκοπό, ακόμη μάλιστα και όταν ο σκοπός εξέλειπε (δηλαδή όταν εντοπίστηκαν οι φυσικοί γονείς της), όσο και άλλου οπτικοακουστικού υλικού, σε συνδυασμό με αυθαίρετες γενικεύσεις και αναλύσεις, συνιστά παραβίαση της ιδιωτικής ζωής της ανήλικης αλλά και γενικότερα προσβολή της παιδικής ηλικίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Το μαχαίρι και το γιαούρτι

Standard

του Θέμη Παπαδέα

themos

Χαρακτικό του Γκόγια

Η βία είναι ένα ζήτημα κρίσιμο: για τα κινήματα, την Αριστερά και τη δημοκρατία. Η πρόσφατη σχετική συζήτηση, λοιπόν, θα ήταν καλοδεχούμενη, αν δεν προσέκρουε σε ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο: από πλευράς όσων την ανακινούν, γίνεται προσχηματικά. Κίνητρο δεν είναι ο προβληματισμός ούτε κάποια υγιής –έστω και συντηρητική– ανησυχία για την ένταση της βίας. Το ερώτημα, «Καταδικάζετε ή όχι τη βία;» (που έθετε ο Γ. Μιχελάκης στην «Ανατροπή») με υψωμένο το δάχτυλο, έχει άλλο στόχο: να στριμώξει την Αριστερά, και γι’ αυτό είναι ακατάλληλο για την εκκίνηση μιας ουσιαστικής συζήτησης. Αναζητώντας τις βάσεις μιας τέτοιας κουβέντας, θέλω να θέσω τρία σημεία.

Πρώτον, πριν καταδικάσουμε ή εγκρίνουμε, πρέπει να κατανοήσουμε. Το «καταδικάζω τη βία από όπου και αν προέρχεται», πέραν των άλλων, είναι πολύ εύκολο. Αν κάποιος ενδιαφέρεται ή ανησυχεί ειλικρινά για τη βία, πρέπει να εγκύψει σε αυτήν. Τον Δεκέμβρη του 2008, λ.χ., πριν απ’ όλα, πριν προχωρήσει κανείς σε αξιολογήσεις, έπρεπε να αντιληφθεί την έκταση και την ποιότητα του φαινομένου. Συνέχεια ανάγνωσης

Tι είναι βία και ποια τα όρια της

Standard

 Πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο

του Χρήστου Ηλιάδη

SELIDA 7 SVSTO

Ο Καβάφης στην υπηρεσία της «μη βίας», ανά την Αθήνα. Θα ακολουθήσουν: ΓΑΜΗΣΑΤΩΣΑΝ (Αποστόλου Παύλου, Α΄ προς Κορινιθίους επιστολή), […] ΜΟΙΧΕΥΣΕΙΣ (Από τις Δέκα Εντολές, Έξοδος) και άλλα χωρία.

Τις τελευταίες ημέρες έχει και πάλι ανάψει η αντιπαράθεση για το τι είναι βία και πότε (πρέπει να) την καταδικάζουμε. Η επανάληψη από τον πρωθυπουργό της φράσης «η βία πρέπει να καταδικάζεται από όπου και αν προέρχεται» αναζωπύρωσε τη συζήτηση, επαναφέροντας εύλογα ερωτήματα για τη βία των ΜΑΤ, τη βία ως μέσο άμυνας, τη βία των κοινωνικών διεκδικήσεων.

***

Σε πρόσφατη τηλεοπτική εκπομπή («Ανατροπή», 14.10.2013) συμπυκνώθηκαν πολύ χαρακτηριστικά οι δύο κυρίαρχες σήμερα απόψεις για το πότε η βία πρέπει να γίνεται αποδεκτή. Και οι δύο, νομίζω, οδηγούν σε αδιέξοδο.

Την πρώτη άποψη συμμερίζονταν σχεδόν όλοι το πάνελ (με μηδαμινή ανεκτικότητα στην αντίθετη άποψη και  μεγάλη ευκολία στην εκφορά λεκτικής βίας προς τον εκφραστή της — την ίδια στιγμή που καταδίκαζαν τη βία). Η άποψη μπορεί να συνοψισθεί στη φράση: «Κάθε βία που ασκείται εκτός των πλαισίων του νόμου είναι πολιτικά καταδικαστέα και πρέπει να διώκεται ποινικά». Δηλαδή, το κράτος αποκλειστικά ορίζει την αποδεκτή βία –και έχει το μονοπώλιό της–, ενώ κάθε κοινωνική πρακτική διαμαρτυρίας πρέπει να κινείται αυστηρά στο πλαίσιο του νόμου, διαφορετικά πρέπει να υπάρχει πολιτική καταδίκη και ποινική δίωξη. Η άποψη αυτή (όπου τα πολιτικά όρια ανοχής ή αποδοχής της βίας ταυτίζονται με τα νομικά) δεν είναι «εφεύρεση» του εγχώριου μπλοκ εξουσίας αλλά κυρίαρχη στις δυτικές φιλελεύθερες κοινωνίες — με τη σημαντική διαφοροποίηση ότι σε αυτές συνήθως οι αποφάσεις για τα όρια του νόμου και η άσκηση της πολιτικής ακολουθεί πιο δημοκρατικά πρότυπα. Συνέχεια ανάγνωσης

Η βία και η προπαγάνδα

Standard

του Κώστα  Χ. Χρυσόγονου

Έργο του Μαρκ Σαγκάλ

Έργο του Μαρκ Σαγκάλ

Τις τελευταίες μέρες, η συγκυβέρνηση έχει εξαπολύσει  μια επικοινωνιακή επίθεση, με αφορμή την υποτιθέμενη μη καταδίκη όλων των μορφών βίας από κόμματα της αντιπολίτευσης — και κατεξοχήν τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει, μας λένε, «καλή» και «κακή» βία, και άρα η μη  καταδίκη σημαίνει επιδοκιμασία της βίας και κατατάσσει το κόμμα στα «άκρα», καθιστώντας ενδεχομένως το ίδιο ή μέλη του υποψήφια για ποινικές και άλλες διώξεις.

Στα παραπάνω υπάρχουν εμφανή στοιχεία «ηθικοπλαστικής» υπεραπλούστευσης και τελικά διαστρέβλωσης  ενός  σύνθετου  νομικού και πολιτικού ζητήματος. Η έννομη τάξη δεν αποδοκιμάζει αδιακρίτως κάθε μορφή βίας. Αντίθετα μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις επιτάσσει τη βίαιη αντίδραση σε μια επίσης βίαιη δράση, όπως ιδίως στο άρθρο 120 παρ. 4 του Συντάγματος, το οποίο καλεί κάθε πολίτη να αντισταθεί με όλα τα μέσα σε κάθε απόπειρα βίαιης κατάλυσης του Συντάγματος. Σε άλλες περιπτώσεις, το ισχύον δίκαιο απλώς επιτρέπει τη χρήση βίας, όπως π.χ. σε καταστάσεις άμυνας ή έκτακτης ανάγκης (άρθρα 22 και 25 του Ποινικού Κώδικα). Και σε άλλες, τις περισσότερες, ποινικοποιεί τη χρήση βίας, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις και με την πρόβλεψη εγγυήσεων διαφόρων ειδών για τον κατηγορούμενο. Συνέχεια ανάγνωσης

Μια άλλη χώρα…

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Χαρακτικό της Καίτε Κόλβιτς

Χαρακτικό της Καίτε Κόλβιτς

Σε μια άλλη χώρα. Εκεί έμοιαζε να ξυπνήσαμε το πρωί του περασμένου Σαββάτου: ο Μιχαλολιάκος σιδεροδέσμιος στον εισαγγελέα, οι αρχές να εξαρθρώνουν τη συμμορία, τα κανάλια να βοούν, αστυνομικοί να ξηλώνονται και άλλα πολλά, που δεν τα φανταζόμασταν ούτε στα πιο ηλεκτρισμένα μας όνειρα…

Πράγματι, η ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής αποτελεί τομή. Μια τομή διόλου αναμενόμενη — ας σκεφτούμε ότι μέχρι προχθές βασικό αίτημα αλλά και φόβος μας ήταν «να μην περιοριστεί η υπόθεση στον Ρουπακιά και τρεις-τέσσερις ακόμα». Γιατί, ανεξάρτητα από τις επιφυλάξεις, τις οποίες μπορούμε, αλλά και πρέπει να έχουμε, αυτό που γίνεται δεν είναι (μόνο) σόου, επικοινωνιακό «κόλπο» ή παιχνίδι: είναι, πρώτα απ’ όλα, πραγματικό. Έτσι, το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να αναγνωρίσουμε την τομή. Και στην αποτίμησή της χρειάζεται να κάνουμε διακρίσεις. Το ότι η κυβέρνηση, λ.χ., θα κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την επιχείρηση δεν συνεπάγεται και ότι τη σχεδίασε γι’ αυτό τον λόγο. Επίσης, πέραν του ότι το πρωτεύον είναι το χτύπημα του νεοναζισμού και όχι οι «κεφαλοποιήσεις», αδυνατώ να αντιληφθώ γιατί η Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα (που τώρα δικαιώνονται πλήρως) δεν μπορούν να αξιοποιήσουν αυτή την εξέλιξη.

Ως αριστεροί και αντιφασίστες, λοιπόν, όσο κι αν είμαστε ανήσυχοι (και οι μη προφυλακίσεις ενέτειναν την ανησυχία), σκεπτικοί (για την αποναζιστικοποίηση του κρατικού μηχανισμού) ή αηδιασμένοι (για τα ΜΜΕ που χθες πρόβαλλαν τους νεοναζί και σήμερα μεταβλήθηκαν σε πασιονάριες του αντιφασισμού), δεν μπορούμε παρά να χαιρόμαστε για την ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης. Αυτό άλλωστε δεν ζητάγαμε τόσο καιρό, επίμονα, από το κράτος; Προσωπικά, αν οι συλλήψεις μου προξένησαν κατάπληξη, χαρά και ανακούφιση, η δεύτερη κατάπληξη μου γεννήθηκε από όσους φίλους ένιωσαν μόνο εντελώς διαφορετικά συναισθήματα: ανησυχία, καχυποψία, την αίσθηση του «κόλπου» κλπ. κλπ.

Όσον αφορά ειδικότερα την αποφυλάκιση της τριπλέτας Κασιδιάρη-Παναγιώταρου-Μίχου, κάνω τρεις σκέψεις.

Πρώτον, η αποφυλάκιση, παρότι συνιστά καθοριστικά κακή εξέλιξη, κυρίως στο ερευνητικό-δικαστικό επίπεδο, όπως θα εξηγήσω, δεν αρκεί, από μόνη της, για να ανατρέψει όσα έχουν δρομολογηθεί.

Δεύτερον, σε ένα ευνομούμενο κράτος η απόφαση θα μπορούσε ακόμα και να μας ικανοποιεί, καθώς θα έδειχνε λ.χ. ότι τηρούνται αυστηρά δικονομικές εγγυήσεις. Στην Ελλάδα όμως του 2013 όποιος πει κάτι τέτοιο μοιάζει αφελής. Με μια δικαιοσύνη που μοιράζει προφυλακίσεις σαν στραγάλια (σε διάφορους φτωχοδιάβολους ή κατοίκους των Σκουριών), που ήταν για χρόνια από τυφλή μέχρι θεότυφλη έναντι των νεοναζί, η μη προφυλάκιση μόνο ανησυχία, αν όχι οργή, προξενεί. Με άλλα λόγια, το βασικό πρόβλημα συνοψίζεται σε πέντε λέξεις: Δεν έχουμε εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη. Βαριά κουβέντα, αλλά πρέπει να την πούμε, αν θέλουμε να συζητήσουμε ειλικρινά. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο Μιχαλολιάκος αντιγράφει τα λόγια του Χίτλερ

Standard

του Δημήτρη Ψαρρά

Στα «Ενθέματα» της Κυριακής δημοσιεύσαμε  τη συνέντευξη του Δημήτρη Ψαρρά, με θέμα τι πρέπει να γίνει για την αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής. Η συνέντευξη ολοκληρώθηκε την Πέμπτη το βράδυ. Το Σάββατο το απόγευμα του ζητήσαμε, ένα σύντομο σχόλιο για την κατάσταση που διαμορφώνεται μετά τις συλλήψεις Μιχαλολιάκου και λοιπών στελεχών της Χρυσής Αυγής, το Σάββατο το πρωί. Μας είπε:

PSAA «Οι συλλήψεις βουλευτών και στελεχών της Χρυσής Αυγής με την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής συμμορίας είναι το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της ναζιστικής ομάδας. Είναι γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια έχουν φτάσει στη δικαιοσύνη υποθέσεις με κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος και μάλιστα έχουν τελεσιδικήσει, χωρίς να σκεφτεί κανείς ότι οι δικογραφίες αυτές περιγράφουν τη δράση μιας οργάνωσης, όπως αυτή που αντιμετωπίζει το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα. Το γεγονός ότι μόνο σήμερα ενεργοποιήθηκε το αυτονόητο ανακλαστικό της δικαιοσύνης ασφαλώς αποδεικνύει ότι τόσο καιρό υπήρχε ανοχή στη δράση της οργάνωσης, αν όχι υπόθαλψη της δραστηριότητάς της.

Οι λόγοι που οδήγησαν την κυβέρνηση στην αλλαγή της στάσης της απέναντι στη Χρυσή Αυγή είναι πολλοί. Αλλά ο κύριος δεν είναι άλλος από την απόφαση της ίδιας της Χρυσής Αυγής να κλιμακώσει τη δράση της τις τελευταίες μέρες. Η κλιμάκωση αυτή εκδηλώθηκε μέσα σε λίγες μόνο μέρες με τη δολοφονική επίθεση στα μέλη του ΚΚΕ, την επίδειξη στρατιωτικής ισχύος στο Μελιγαλά και εν τέλει την οργανωμένη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Αν δεν επενέβαινε ούτε αυτή τη φορά η κυβέρνηση και η δικαιοσύνη, θα ήταν σαν να αποδέχονταν οριστικά την πρωτοκαθεδρία της Χρυσής Αυγής και την υποκατάσταση του κράτους από τα Τάγματα Εφόδου. Συνέχεια ανάγνωσης

Μια «κουρτίνα» που σκίστηκε ξαφνικά…

Standard

ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ-1

συνέντευξη του Δημήτρη Ψαρρά

Από τη μεγάλη αντιφασιστική πορεία, Αθήνα, 25.9.2013

Από τη μεγάλη αντιφασιστική πορεία, Αθήνα, 25.9.2013

Ο αγώνας κατά του νεοναζισμού και του φασισμού βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, καθώς η δολοφονία του Παύλου Φύσσα –δυστυχώς, «χρειάστηκε» μια δολοφονία– άλλαξε πολλά. Προσπαθήσαμε την προηγούμενη φορά να θυμίσουμε τις ευθύνες και να αποτιμήσουμε την κατάσταση. Σήμερα, εστιαζόμαστε σε ένα ερώτημα κατεπείγον και κρίσιμο: Ποια είναι τα άμεσα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης των νεοναζί, σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα, ποια είναι τα σωστά και ποια τα λάθος βήματα; Μιλήσαμε, με αυτό το αγωνιώδες ερώτημα, με τρεις ειδικούς: Τον δημοσιογράφο Δημήτρη Ψαρρά, τον κατεξοχήν ειδήμονα και μελετητή της Χρυσής Αυγής· τη δικηγόρο Κλειώ Παπαπαντολέων, αντιπρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η οποία θα μόλις έδωσε στη δημοσιότητα συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής (η ίδια η Κλ. Παπαπαντολέων έχει αντιμετωπίσει επανειλημμένα τους νεοναζί στα δικαστήρια, από εποχής «Περιάνδρου» μέχρι σήμερα)· και τον Fabian Virchow, ειδήμονα σε θέματα νεοναζισμού στην Ευρώπη, καθηγητή Πολιτικής Θεωρίας στο Ντύσελντορφ, επικεφαλής της Ομάδας Μελέτης του Ακροδεξιού Εξτρεμισμού.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Μια κρίσιμη στιγμή για το αντιφασιστικό κίνημα

Στάση λεωφορείου, Ίσλιγκτον, Βόρειο Λονδίνο. Φωτoγραφία του Paul Misson, από το flickr

Στάση λεωφορείου, Ίσλιγκτον, Βόρειο Λονδίνο.
Φωτoγραφία του Paul Misson, από το flickr

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα προξένησε αναταράξεις σε πολλά επίπεδα: στα ΜΜΕ, στην κοινή γνώμη, την κυβέρνηση κλπ. Πώς αξιολογείς τη νέα κατάσταση;

Δυστυχώς, χρειάστηκε να υπάρχει και Έλληνας μεταξύ των θυμάτων της ναζιστικής βίας για να προκληθούν αυτές οι «αναταράξεις». Τίποτα παρόμοιο δεν συνέβη όταν βλέπαμε τα αλλεπάλληλα ρατσιστικά εγκλήματα, με στόχο μετανάστες, να περνούν στα «ψιλά» του δελτίου ειδήσεων. Ακόμα και έτσι, όμως, νομίζω ότι έχουν αλλάξει τα πράγματα. Λες και ξαφνικά σκίστηκε η κουρτίνα που προστάτευε τόσα χρόνια τη δράση της ναζιστικής συμμορίας και φάνηκε η πραγματικά εγκληματική της φύση. Όσο κι αν αυτή η διαπίστωση προκαλεί μελαγχολικές σκέψεις για το επίπεδο της δημοκρατίας μας, είναι αλήθεια ότι η έκρηξη του ενδιαφέροντος για τη δράση της Χρυσής Αυγής έχει ήδη προκαλέσει την απόλυτη απομόνωση της οργάνωσης. Για πρώτη φορά εκδηλώνεται τόσο καθολικό το αίτημα αντιμετώπισης της δράσης της και δεν ακούγονται παρά μόνο αδύναμες οι φωνές που επιχειρούν να καλύψουν τα εγκλήματά της πίσω από τις ευθύνες των μνημονιακών κυβερνήσεων, ευθύνες που είναι εντελώς άλλης τάξης και πρέπει κατά κύριο λόγο να αντιμετωπιστούν πολιτικά.  

  Σε αυτό το νέο τοπίο, ποιες πιστεύεις ότι είναι οι καίριες κινήσεις που πρέπει να γίνουν από πλευράς του αντιφασιστικού κινήματος και της Αριστεράς;

Η Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα, από τα πράγματα, δικαιώνονται. Ήταν απελπιστικά μόνοι τόσα χρόνια, όταν επέμεναν ότι η ανοχή στη δράση των ναζιστών και η αδιαφορία μπροστά στη δημιουργία χρυσαυγίτικων θυλάκων στο εσωτερικό του κρατικού μηχανισμού απειλούν την ίδια τη δημοκρατία. Αυτό που επείγει σήμερα είναι να μη φοβηθούμε μπροστά στο αντικειμενικό γεγονός ότι την πρωτοβουλία κινήσεων την έχει η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός. Συνέχεια ανάγνωσης

Τι πρέπει να γίνει στη δικαιοσύνη και την αστυνομία: Μέτρα άμεσα και αποτελεσματικά

Standard

ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ-2

Συνέντευξη με την Κλειώ Παπαπαντολέων

NO PASARAN! Μαδρίτη, 1936

NO PASARAN! Μαδρίτη, 1936

Ποια είναι τα άμεσα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής;

Καταρχάς, πρέπει να προβούμε σε μια διάκριση μεταξύ του κόμματος ως οργανισμού και των επιμέρους εγκληματικών δράσεων των μελών του. Με βάση αυτή τη διάκριση, θεωρώ ότι είναι απολύτως εσφαλμένο και αποπροσανατολιστικό να τεθεί το κόμμα εκτός νόμου: όχι απλώς γιατί ένα κόμμα μπορεί να επανέλθει με διαφορετική ονομασία και ως εκ τούτου διαρκώς να βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο, αλλά και γιατί η κήρυξη κομμάτων εκτός νόμου είναι δημοκρατικά ολισθηρή. Η Γερμανία, που το έχει εφαρμόσει, έχει τη δική της συνταγματική και πολιτική ιστορία· δεν νομίζω ότι τέτοια παραδείγματα είναι «εξαγώγιμα» ευχερώς και αζημίως για το πολίτευμα. Ο πιο ασφαλής δρόμος για μια συντεταγμένη πολιτεία και, σε κάθε περίπτωση, ο πιο ασφαλής δρόμος για την Ελλάδα σήμερα είναι να επικεντρωθεί ο δικαστικός μηχανισμός στις επιμέρους εγκληματικές δράσεις που τελούνται από τα μέλη αυτής της οργάνωσης. Συνέχεια ανάγνωσης

Νεοναζισμός: Η γερμανική εμπειρία

Standard
ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ-3

Συνέντευξη με τον Φάμπιαν Βίρχοου

Ο Φ. Βίρχοου

Ο Φάμπιαν Βίρχοου

Τι μας δείχνει η γερμανική εμπειρία για τα νεοναζιστικά κόμματα και μορφώματα; Ποια αντιμετώπιση (από το κίνημα, το κράτος, τη δικαιοσύνη, τα ΜΜΕ, τα δημοκρατικά πολιτικά κόμματα) ήταν πετυχημένη και ποια άστοχη;

Πολύ σύντομα, μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη στρατιωτική σύνθλιψη του γερμανικού φασισμού, οι παλιοί ναζί άρχισαν να οργανώνονται ξανά. Παράλληλα, δεν έλειψαν ποτέ οι διαμαρτυρίες και οι αντιστάσεις — ακόμη κι αν προέρχονταν από μια κοινωνική μειοψηφία, στην οποία σημαντικό ρόλο έπαιζαν τα συνδικάτα. Οι ακροδεξιοί δυσκολεύτηκαν έτσι να προωθούν δημόσια την ιδεολογία τους και να οργανώνονται ανενόχλητοι. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, οι αντιφασιστικές ενέργειες αποκτούν όλο και μεγαλύτερη νομιμοποίηση· αμφισβητούν, λόγου χάρη, τη χρήση του δημόσιου χώρου από τους νεοναζί, στήνοντας οργανωμένους αποκλεισμούς ως απάντηση σε ακροδεξιές συγκεντρώσεις, πορείες και εκδηλώσεις. Αυτό το θεωρώ μεγάλη και σημαντική αλλαγή.

Διαδήλωση κατά των νεοναζί, Βερολίνο, 22.8.2013

Διαδήλωση κατά των νεοναζί, Βερολίνο, 22.8.2013

Από την πλευρά του κράτους, τώρα. Αφενός βλέπουμε τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και σε επίπεδο κρατιδίων μια υποτίμηση της σημασίας της ναζιστικής δράσης. Αφετέρου όμως υπάρχει μια συνεχιζόμενη πολιτική απαγορεύσεων, η οποία μπορεί να μην έχει επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο έχει συμβάλει αισθητά στην περιθωριοποίηση των οργανωμένων ακροδεξιών.

Κατά τη γνώμη μου, η πιο ηχηρή ήττα του αντιφασιστικού κινήματος στη Γερμανία ήταν η αδυναμία του το 1992 να παρέμβει αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια των πολυήμερων πογκρόμ στο Ρόστοκ. Η μεγαλύτερη πρόκληση για το κίνημα ήταν, και παραμένει, η καταπολέμηση του ευρέως διαδεδομένου καθημερινού ρατσισμού και ο αγώνας για την εξασφάλιση ίσων δικαιωμάτων για όλους τους ανθρώπους που ζουν στη Γερμανία. Συνέχεια ανάγνωσης

Δ. Ψαρράς, Κλ. Παπαπαντολέων, Φ. Βίρχοου για τη Χρυσή Αυγή στα αυριανά «Ενθέματα»

Standard
Aντιφασιστικό πόστερ, 1944

Aντιφασιστικό πόστερ, 1944

Τα αυριανά «Ενθέματα» (που τυπώθηκαν πριν γίνουν γνωστές οι συλλήψεις του Ν. Μιχαλολιάκου και δεκάδων άλλων στελεχών της Χρυσής Αυγής), κυκλοφορούν με  τρεις συνεντεύξεις για τη «Χρυσή Αυγή». Μιλάνε ο Δημήτρης Ψαρράς και η Κλειώ Παπαπαντολέων, απαντώντας στο ερώτημα «τι πρέπει να γίνει για την αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής», και ο Φάμπιαν Βίρχοου, που μιλάει για τη γερμανική εμπειρία αντιμετώπισης του νεοναζισμού.  Δημοσιεύουμε  σήμερα δυο μικρά αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις του Δ. Ψαρρά και της Κλειώς Παπαπαντολέων, που δημοσιεύονται ολόκληρες στα κυριακάτικα «Ενθέματα»:

Δημήτρης Ψαρράς: «Η κουρτίνα που σκίστηκε ξαφνικά…. Μια κρίσιμη στιγμή για το αντιφασιστικό κίνημα»: «Η Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα, από τα πράγματα, δικαιώνονται. Ήταν απελπιστικά μόνοι τόσα χρόνια, όταν επέμεναν ότι η ανοχή στη δράση των ναζιστών και η αδιαφορία μπροστά στη δημιουργία  χρυσαυγίτικων θυλάκων στο εσωτερικό του κρατικού μηχανισμού απειλούν την ίδια τη δημοκρατία. Αυτό που επείγει σήμερα είναι να μη φοβηθούμε μπροστά στο αντικειμενικό γεγονός ότι την πρωτοβουλία κινήσεων την έχει η κυβέρνηση και ο κρατικός μηχανισμός. Πρέπει να μη χάνουμε από το νου μας το γεγονός ότι, όσο μικροκομματικά κι αν είναι τα κίνητρα της κυβέρνησης, στην πραγματικότητα έχει συρθεί σ’ αυτή τη θέση από τη δική μας στάση. […]  Η Αριστερά, εκτός από το να αναδεικνύει και να καταλογίζει ευθύνες, δεν πρέπει να διστάσει ακόμα και να επικροτήσει κυβερνητικές κινήσεις στην κατεύθυνση της εξάρθρωσης της Χρυσής Αυγής. Το κέρδος θα είναι δικό της».

Κλειώ Παπαπαντολέων: Μέτρα άμεσα, αποτελεσματικά και χωρίς ακροβασίες: «Ο πιο ασφαλής δρόμος για μια συντεταγμένη πολιτεία και, σε κάθε περίπτωση, ο πιο ασφαλής δρόμος για την Ελλάδα σήμερα είναι να επικεντρωθεί ο δικαστικός μηχανισμός στις επιμέρους εγκληματικές δράσεις που τελούνται από τα μέλη αυτής της οργάνωσης. […] Η ανυπόφορη αδράνεια της Πολιτείας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια συνταγματικών εγγυήσεων. Αυτός είναι ένας ορατός κίνδυνος, που μπορεί να οδηγήσει σε  διπλή απώλεια: όχι μόνο η συστηματική ατιμωρησία να έχει θρέψει την ανέλεγκτη βία εξοικειώνοντας μια κοινωνία στα μαχαιρώματα και στα «μπραβιλίκια», αλλά να φέρνει τώρα επιπλέον μια κοινωνία αντιμέτωπη με ένα εν θερμώ ξεκαθάρισμα, άνευ όρων και άνευ κανόνων.» Συνέχεια ανάγνωσης

Έγκλημα. Και η τιμωρία;

Standard

ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΩΝ ΔΟΛΟΦΟΝΩΝ

της Συντακτικής Επιτροπής των Ενθεμάτων

 2-valavaniTην Πέμπτη τα πρωτοσέλιδα βοούσαν, καταδικάζοντας το ναζιστικό έγκλημα. Δεν μιλάμε για την Αυγή, τον Ριζοσπάστη ή την Εφημερίδα των Συντακτών, αλλά για εφημερίδες που αλλιώς μας είχαν συνηθίσει: «Δολοφονία-σοκ από νεοναζί» (Η Καθημερινή), «Σοκ από το έγκλημα της Χρυσής Αυγής» και εικονογράφηση μια σβάστικα διαγραμμένη  (Τα Νέα) κ.ο.κ. Και, το μεσημέρι της ίδιας μέρας, ο πρωθυπουργός δεν μίλησε, άλλη μια φορά, για τη «θεωρία των δυο άκρων», αλλά για «επιγόνους των νεοναζί».

Πράγματι, η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν σοκ για πολλούς, ακόμα και για μας. Κανένας όμως, και ειδικά αναλυτές και διαμορφωτές της κοινής γνώμης, δεν μπορεί να εκπλήσσεται. Είχαν προηγηθεί εμπρησμοί και επιθέσεις σε μετανάστες, μαχαιρώματα και πάμπολλα άλλα περιστατικά εγκληματικής βίας των νεοναζί, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του  Σαχτζάτ Λουκμάν. Αν και δεν μπορούσαμε να προβλέψουμε το θύμα, το γεγονός ήταν απολύτως προβλέψιμο, όπως και οι δράστες. Και εδώ πρέπει να μιλήσουμε για ευθύνες. Όχι  φυσικά επιχαίροντας ή  «θριαμβολογώντας»  –καμιά χαρά, μονάχα η θλίψη και η οργή αρμόζουν εδώ– αλλά για να ξέρουμε.

Πρέπει λοιπόν να πούμε ότι η Νέα Δημοκρατία και η κυβέρνηση, με σειρά, όχι πια παραλείψεών τους, αλλά ενεργειών τους έδωσαν στους νεοναζί το μήνυμα ότι μπορούν να δρουν ανενόχλητοι. Τέτοιες ενέργειες ήταν η απόσυρση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, η συχνή «κατά λάθος» ψήφος βουλευτών  (της Ν.Δ. αλλά και του ΠΑΣΟΚ) κατά της άρσης της ασυλίας Χρυσαυγιτών βουλευτών, ακριτομυθίες –που ποτέ δεν διαψεύστηκαν– του γ.γ. της κυβέρνησης Τάκη Μπαλτάκου για ενδεχόμενη συνεργασία Ν.Δ.-Χρυσής Αυγής, η συστηματική αποφυγή καταδίκης της νεοναζιστικής βίας (πιο πρόσφατο παράδειγμα, η σιωπή  Ν.Δ. και κυβέρνησης για τη δολοφονική επίθεση  εναντίον του ΚΚΕ στο Πέραμα) και αντ’ αυτής η καλλιέργεια της θεωρίας των δύο άκρων (πιο αποκρουστικό παράδειγμα, ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, που, λίγες μόνο ώρες μετά τη δολοφονία, επέλεξε να επιτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ…). Συνέχεια ανάγνωσης

Η μεταρρύθμιση δεν είναι (απαραιτήτως) απορρύθμιση

Standard

Για τον επαναπατρισμό μιας αμφίσημης έννοιας στις δημόσιες πολιτικές

του Δημήτρη Χριστόπουλου

Ζαν Μέτσινγκερ, «Η Σφίγγα», 1920

Ζαν Μέτσινγκερ, «Η Σφίγγα», 1920

Στις μέρες μας, μιλάμε συνέχεια για μεταρρυθμίσεις χωρίς να προσδιορίζουμε για τι συζητάμε.[1] Ξεκινώ λοιπόν από την αυτονόητη παραδοχή ότι ‘μεταρρυθμίσεις’ κενές περιεχόμενου δεν δύνανται να υπάρχουν διότι καμιά διαδρομή δεν έχει νόημα αν δεν αναφέρουμε «από πού προς πού».  Έτσι και η μεταρρύθμιση. Όσο σημαντική όμως είναι η μεταρρύθμιση για το νεοφιλελευθερισμό, διότι με αυτήν καταστρέφει και δημιουργεί, άλλο τόσο είναι για ένα πειστικό πρόγραμμα ανατροπής του. Διότι και αυτό καλείται και να καταστρέψει αλλά κυρίως να δημιουργήσει.

Ποια μεταρρύθμιση;

Η κυρίαρχη περί μεταρρύθμισης αντίληψη κανοναρχεί σε όλα τα πεδία οικονομικής και κοινωνικής ζωής τις νέες αλήθειες της τεχνολογίας του κυβερνείν, με τον ίδιο τρόπο που οι αλήστου μνήμης κεντρικές επιτροπές του ΚΚΣΕ έθεταν τη σοβιετική κοινωνία ενώπιον απίθανων πλάνων παραγωγής με προβολή δεκάδων ετών στο μέλλον και φυσικά ολέθρια αποτελέσματα: όπως ακριβώς ακούμε εδώ και μερικά χρόνια τους ενσαρκωτές του κυρίαρχου μεταρρυθμιστικού λόγου να υπαγορεύουν το μέλλον μας μέσω προβλέψεων που διαρκώς διαψεύδονται.[2] Συνέχεια ανάγνωσης

Οι δομές ψυχικής υγείας και το «ελαστικό» κοινωνικό κράτος

Standard

του Πάνου Παπαδόπουλου

Έργο του Όσκαρ Κοκόσκα, 1921

Έργο του Όσκαρ Κοκόσκα, 1921

Στην ψυχική υγεία, πολλοί εργαζόμενοι είναι απλήρωτοι εδώ και έξι μήνες. Τι πιο αναμενόμενο, εν μέσω κρίσης; Ωστόσο, η κρίση στην ψυχική υγεία έχει αρχίσει από το 2005. Πώς συνέβη αυτό;

Στο δημόσιο και δωρεάν σύστημα ψυχικής υγείας περιλαμβάνονται 65 περίπου ΜΚΟ (ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, σωματεία ή αστικές εταιρείες) που αναπτύσσουν περίπου 220 μονάδες ψυχικής υγείας, κυρίως οικοτροφεία και ξενώνες αποασυλοποίησης, αλλά και μια σειρά άλλων υπηρεσιών: κέντρα ημέρας, κινητές μονάδες κλπ. Διαθέτουν δηλαδή περίπου το 50% των «κρεβατιών» σε μονάδες αποασυλοποίησης και συνολικά περίπου το 30% του συνόλου των μονάδων ψυχικής υγείας.

Η επίσημη αιτιολογία για την τόσο μεγάλη ανάπτυξη του λεγόμενου «τρίτου τομέα» στην ψυχική υγεία ήταν η δυνατότητά του να απορροφά γρήγορα και χωρίς πολλές «γραφειοκρατικές διαδικασίες» (π.χ. ΑΣΕΠ) τα κονδύλια της Ε.Ε. Υπάρχουν όμως και άλλοι δύο, ανομολόγητοι, λόγοι. Ο πρώτος είναι ένα ιδιότυπο πελατειακό κράτος: εκτός από κάποιους καθηγητές ψυχιατρικής και λίγες γνωστές ΜΚΟ που ενεπλάκησαν στο εγχείρημα, οι περισσότεροι φορείς δημιουργήθηκαν ad hoc, από σχετικούς και άσχετους, με την αξιοποίηση «πολιτικών επαφών». Ο δεύτερος και σημαντικότερος λόγος είναι η στρατηγική επιλογή του νεοφιλελεύθερου κράτους, ήδη προ της κρίσης, για «ελαστικοποίηση» του κοινωνικού κράτους. Συνέχεια ανάγνωσης

Η ελληνική κρίση ως εκβιασμός και οργανωμένο έγκλημα

Standard

 της Δέσποινας Λαλάκη

«Τράβαγα φωτογραφίες στο κεντρικό προεκλογικό περίπτερο του ΣΥΡΙΖΑ. Η ικανοποίηση ήταν έκδηλη για τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ (παρά τη σχετική απογοήτευση της απώλειας της πρώτης θέσης). Κάποια στιγμή, το μάτι μου πήρε έναν κουλουριασμένο άνθρωπο. Πλησίασα και του τράβηξα μια φωτογραφία. Δεν ξέρω… Ίσως ευθύνεται η εκλογική νίκη της φασίζουσας Ν.Δ. του Αντώνη Σαμαρά ή τα επίμονα υψηλά ποσοστά της Χρυσής Αυγής, αλλά αυτή η φωτογραφία με ανατριχιάζει. Μέρες Δημοκρατίας Βαϊμάρης…». AΓΓΕΛΟΣ ΚΑΛΟΔΟΥΚΑΣ

Το αποτέλεσμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου έχει, ως επί το πλείστον, ερμηνευθεί ως ψήφος εμπιστοσύνης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Θα ήθελα, εδώ, να προσφέρω μια διαφορετική ανάγνωση.

Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Τσαρλς Τίλλυ χρησιμοποιεί μια ενδιαφέρουσα αναλογία ανάμεσα στο κράτος, όπου εδρεύει η οργανωμένη βία, και τον εκβιασμό ή το οργανωμένο έγκλημα. Ορίζοντας ως εκβιαστή «κάποιον ο οποίος δημιουργεί μια απειλή και έπειτα απαιτεί χρήματα για τον περιορισμό της», έτσι ώστε να αποκτήσει τον έλεγχο και να παγιώσει τη δύναμή του, ο Τίλλυ λέει ότι το κράτος και η κυβέρνηση διαφέρουν λίγο από το οργανωμένο έγκλημα, στον βαθμό που οι απειλές, από τις οποίες προστατεύουν τους πολίτες, είναι πλασματικές ή απορρέουν από τη δική τους δράση.[1]

Λαμβάνοντας υπόψη μας την εξαθλίωση και την κοινωνική υποβάθμιση που έχει προκαλέσει στη χώρα τα τελευταία χρόνια η πολιτική διακυβέρνηση, ως αποτέλεσμα δικών της οικονομικών και πολιτικών σχεδιασμών, πάντα υπό την απειλή μιας οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής καταστροφής, η αναλογία του Τίλλυ μας προσφέρει ένα χρήσιμο εργαλείο, έτσι ώστε να εκτιμήσουμε την παρούσα κρίση, καθώς και τους μηχανισμούς του υπάρχοντος καθεστώτος φόβου.

Το ΠΑΣΟΚ, υπό το ένδυμα του «δημοκρατικού σοσιαλισμού» κυβέρνησε για περισσότερο από τριάντα χρόνια, οδεύοντας σταθερά από κεϋνσιανές οικονομικές πολιτικές σε άκρατο νεοφιλελευθερισμό. Η ΝΔ, με την οποία εναλλάσσεται στην εξουσία από το 1981, πρέσβευε τον «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό». Σήμερα, μετά από τρεις δεκαετίες νεποτισμού, αχαλίνωτης διαφθοράς και οικονομικών σκανδάλων, η ιδεολογική σύγκλιση των δύο κομμάτων είναι πλήρης.

Η συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. επιτάχυνε την ελληνική οικονομία. Με τη βοήθεια σημαντικών οικονομικών εισροών, το ΠΑΣΟΚ ήταν σε θέση να κάνει μια σημαντική αναδιανομή του πλούτου. Στο μεταξύ, ωστόσο, ο «δημοκρατικός σοσιαλισμός», εγκλωβισμένος στις πελατειακές σχέσεις και την αναξιοκρατία, εξελίχτηκε σε μια διαδικασία εκδημοκρατισμού της διαφθοράς. Η διαβόητη πλέον και χυδαία δήλωση του τότε αντιπροέδρου της κυβέρνησης Θόδωρου Πάγκαλου, το 2010, «Μαζί τα φάγαμε», αναφέρεται ακριβώς στις κυβερνητικές τακτικές οι οποίες επί χρόνια εξασφάλιζαν θέσεις εργασίας στους ψηφοφόρους, σε μια συνεχώς επεκτεινόμενη γραφειοκρατική μηχανή, που υπηρετούσε αυτό τον σκοπό. Συνέχεια ανάγνωσης

Η κυβέρνηση της Αριστεράς, η δημοκρατία και το κόμμα

Standard

 Η «κυβέρνηση της Αριστεράς» αποτέλεσε ένα από τα βασικά επίδικα της προεκλογικής αντιπαράθεσης. Λόγω της σημασίας του, και καθώς εκτιμάμε ότι θα παραμείνει στο προσκήνιο (ακόμα και στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σχηματίσει κυβέρνηση), δημοσιεύουμε σήμερα το κείμενο του Θ. Παρασκευόπουλου, συντονιστή της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο βασίζεται στην ομιλία του στην εκδήλωση των «Ενθεμάτων» και RedNotebook «Τι σημαίνει κυβέρνηση της Αριστεράς»; (1.6.2012). Η ομιλία του Κώστα Αθανασίου, στην ίδια εκδήλωση, δημοσιεύθηκε στα «Ενθέματα» την προηγούμενη Κυριακή (https://enthemata.wordpress.com/2012/06/10/oarkoudos/).

 του Θόδωρου Παρασκευόπουλου

Σουζάν Βαλαντόν, «Η πρόγνωση του μέλλοντος ή η χαρτορίχτρα», 1912

Σκεφτόμουν, όσο μιλούσε ο Κώστας Αθανασίου, πόσο θα χαιρόντουσαν την κουβέντα μας, αλλά πιο πολύ την κατάσταση που δίνει αφορμή γι’ αυτή τη συζήτηση, δύο άνθρωποι που δεν ζουν πια: ο προκάτοχος του Στρατή στη διεύθυνση των «Ενθεμάτων», ο Άγγελος Ελεφάντης και ο προκάτοχος του Κώστα στη θέση του συντονιστή της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, ο Γιάννης Μπανιάς.

To ζήτημα του κόμματος, στο οποίο αναφέρθηκε και ο Κώστας, είναι το πιο κρίσιμο, κατά τη γνώμη μου, αυτή τη στιγμή. Ίσως κρισιμότερο από τις λεπτομέρειες του κυβερνητικού προγράμματος, είναι να υπάρξει γρήγορα η δομή εκείνη η οποία θα μας επιτρέψει, εάν έρθει η καλή εκείνη ώρα που θα σχηματιστεί η κυβέρνηση της Αριστεράς, να είμαστε δημοκρατικοί.  Η Θεανώ Φωτίου μας έλεγε, σε μια συζήτηση, ότι τα κόμματα φτιάχνονται όταν ο κόσμος κινείται, όταν ο κόσμος θέλει να τα φτιάξει.  Βρισκόμαστε σε αυτή τη στιγμή. Πρέπει, αμέσως μετά τις  εκλογές, να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για την ίδρυση του κόμματός μας. Συνέχεια ανάγνωσης