Το «Κεφάλαιο», μια διαρκής αναγνωστική πρόκληση

Standard

Για τη νέα ελληνική μετάφραση του «Κεφαλαίου» του Μαρξ (εκδ. ΚΨΜ)

Η νέα ελληνική έκδοση του Κεφαλαίου του Μαρξ (1052 σελ.) είναι, αφεαυτής, εκδοτικό και επιστημονικό γεγονός, για τα ελληνικά γράμματα. Πολύ περισσότερο που η μετάφραση, που βασίζεται στην πιο πρόσφατη και οριστική έκδοση του Κεφαλαίου από τα MEGA (2013) αξιοποιεί όλη την πρόσφατη έρευνα, και πλαισιώνεται από την εισαγωγή, τις πραγματολογικές σημειώσεις και τα Ευρετήρια και Παραρτήματα (τα τελευταία καταλαμβάνουν 300 σελίδες), αναδεικνύοντας τις διαδοχικές επεξεργασίες του μαρξικού. Ο έπαινος είναι παραπάνω από επιβεβλημένος, προς όλους τους ανθρώπους (τον μεταφραστή και την ευρύτερη ομάδα που τον πλαισίωσε, καθώς και τις εκδόσεις ΚΨΜ) που αναμετρήθηκαν χρόνια με το γιγάντιο εγχείρημα αντιμεπίζοντας όλες τις δυσκολίες: γλωσσικές, επιστημονικές, χρονικές και υλικές. Μιλήσαμε, με την ευκαιρία αυτής της σημαντικής στιγμής με τον μεταφραστή Θανάση Γκιούρα, καθηγητή πολιτικής θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

συνέντευξη του μεταφραστή Θανάση Γκιούρα

Τη συνέντευξη πήρε ο Στρατής Μπουρνάζος

Η παρούσα ελληνική έκδοση ακολουθεί την έκδοση των ΜEGA. Ας ξεκινήσουμε από τα MEGA, αυτό το μεγάλο επιστημονικό και εκδοτικό εγχείρημα.

O Mαρξ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

O Mαρξ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

Τα MEGA αποτελούν ακρωνύμιο της ονομασίας Marx-Engels-Gesamtausgabe, δηλαδή της έκδοσης των Απάντων των δύο συγγραφέων. Συγχρόνως βέβαια –κατά διαβολική, ως είθισται να λέγεται, σύμπτωση– το ακρωνύμιο ταυτίζεται με την ελληνική λέξη «μέγα», η οποία χρησιμοποιείται εκγερμανισμένη στην καθομιλουμένη γερμανική και σε άλλες γλώσσες. Πρόκειται λοιπόν, αν ακολουθήσουμε το λογοπαίγνιο, για μια μεγαλειώδη από κάθε άποψη έκδοση, οι απαρχές της οποίας φθάνουν μέχρι τη μεσοπολεμική περίοδο χωρίς τότε να τελεσφορήσει, καθώς ο πρωτεργάτης της προσπάθειας και ένας από τους πρώτους «μαρξολόγους» του 20ού αιώνα, ο Σοβιετικός Ντάβιντ Ριαζάνοφ, εκτελέστηκε στο πλαίσιο των σταλινικών εκκαθαρίσεων, επειδή, όπως ειπώθηκε, προκαλούσε σύγχυση στο προλεταριακό κίνημα. Το εγχείρημα ξεκίνησε και πάλι μετά τον πόλεμο τη δεκαετία του 1970, γι’ αυτό και μιλάμε για MEGA2, για την δεύτερη φάση των MEGA. Πρόκειται για ένα εγχείρημα διεθνούς εμβέλειας, το οποίο συντονίζεται από την Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου-Βρανδεμβούργου, και έχει ως σκοπό να δημοσιεύσει σε επιστημονικά επιμελημένες εκδόσεις όλα τα κείμενα, τα χειρόγραφα και τις ευρισκόμενες επιστολές του Μαρξ και του Ένγκελς. Στην τελική μορφή προβλέπεται να περιλαμβάνει 114 τόμους. Στο Συνέδριο που οργανώνουν οι εκδόσεις ΚΨΜ στις 18 και 19 Μαρτίου θα υπάρξει εισήγηση από τον συντονιστή της Ακαδημίας, τον Γκέραλντ Χούμπμαν (Gerald Hubmann) ακριβώς για τα MEGA. Η βοήθεια της Ακαδημίας ήταν μεγάλη, τόσο αναφορικά με την ενημέρωση για την πορεία της διεθνούς έρευνας όσο και για τις διάφορες δυνατότητες προσέγγισης των μαρξικών κειμένων. Το γεγονός ότι πλέον έχουν δημοσιευθεί στα MEGA όλα τα χειρόγραφα του Μαρξ για το Κεφάλαιο, δηλαδή τόσο αυτά που επιμελήθηκε ο Ένγκελς όσο και εκείνα που δεν έλαβε υπόψη, μας επιτρέπει να σχηματίσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για την πρόθεση του Μαρξ. Συνέχεια ανάγνωσης

Στόχος ζωής η έκδοση του «Κεφαλαίου»

Standard

Βασίλης Γραμέλης, Δημήτρης Γκόβας, εκ μέρους των εκδόσεων ΚΨΜ

Παραδώσαμε στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό μια νέα μετάφραση και έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου του Καρλ Μαρξ. Μια προσπάθεια πολλών χρόνων και ένας από τους μεγάλους στόχους μας, ένα «έργο ζωής» για τις εκδόσεις μας, πραγματοποιείται με αυτό τον τόμο. Ήταν μια εργασία με πολλές παραμέτρους, άγνωστα εμπόδια, πολλές δυσκολίες και μεγάλες προκλήσεις, την οποία οφείλουμε στην ακούραστη ομάδα των ανθρώπων που για χρόνια εργάστηκαν μεθοδικά, με επιμονή και επιστημονική αρτιότητα πάνω στο πρωτότυπο κείμενο του Μαρξ: του Θανάση Γκιούρα, του Διονύση Γράβαρη, του Θωμά Νουτσόπουλου, του Διονύση Γράβαρη, της Βάσως Μπαχούρου και του Ηλία Γεωργαντά.

Για τη σημασία του ίδιου του μαρξικού έργου δεν θέλουμε να προσθέσουμε κάτι. Ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Ιδρύματος Μαρξ-Ένγκελς και διευθυντής του προγράμματος MEGA, Γκέραλντ Χούμπμαν, στο σημείωμα-χαιρετισμό του για τη νέα ελληνική έκδοση, όπως και ο πρόλογος των συντελεστών, παρουσιάζουν με πληρότητα την ιστορική θέση του μείζονος μαρξικού έργου, αλλά και τη σημασία που έχει μια νέα επιστημονική έκδοση του Κεφαλαίου στον 21ο αιώνα. Συνέχεια ανάγνωσης

«Jacobin»: μαρξισμός, κουλτούρα και ταξική ανάλυση στον 21ο αιώνα

Standard

Ένα αριστερό περιοδικό με ευρεία απήχηση

Μέσα σε μία μόλις πενταετία το περιοδικό Jacobin κατάφερε όχι να αναδειχθεί όχι μόνο σε «ηγετική φωνή της αμερικανικής Αριστεράς, με άρθρα πάνω στην πολιτική, την οικονομία και τον πολιτισμό, σε μια σοσιαλιστική προοπτική», αλλά σε σημείο αναφοράς για την Αριστερά, διεθνώς (με πάνω από 10.000 συνδρομητές και πάνω από 700.000 διαδικτυακούς αναγνώστες ανά μήνα) — και ειδικότερα για μια νέα γενιά αριστερών, που δίνουν έμφαση σε ζητήματα θεωρίας και ταξικής πάλης, όπως άλλωστε ο ιδρυτής και οι βασικοί του συνεργάτες. Ο ιστορικός Γιώργος Σουβλής (υποψήφιος δρ στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας) συνάντησε τον Bhaskar Sunkara, ιδρυτή και εκδότη του Jacobin, στο πλαίσιο του συνεδρίου Historical Materialism, τον Νοέμβριο του 2014 και συζήτησε διά μακρών μαζί του. Μια σύνοψη της συζήτησης, έπειτα από διαδοχικές επεξεργασίες και επικαιροποιήσεις, με τη βοήθεια του Bhaskar, μπορείτε να διαβάσετε σήμερα. Εμείς, πρέπει να ευχαριστήσουμε θερμά τον Μπασκάρ Σουνκάρα, τον Γιώργο Σουβλή, καθώς και τον Δημήτρη Ιωάννου, που ανέλαβε το επίπονο έργο της απομαγνητοφώνησης και μετάφρασης.

«Ε»

Συνέντευξη του Μπασκάρ Σουνκάρα στον Γιώργο Σουβλή

                                                         Μιλάει για το περιοδικό «Jacobin» και τη διαδρομή του, το Οccupy Wall Street, τον Μπ. Σάντερς, τον ΣΥΡΙΖΑ, τους Podemos

Απομαγνητοφώνηση και μετάφραση Δημήτρης Ιωάννου

Πες μας κάποια πράγματα για σένα, τις σπουδές σου, την ένταξή σου στην Αριστερά κλπ.

Γεννήθηκα το καλοκαίρι του 1989. Οι γονείς μου είχαν έρθει ένα χρόνο νωρίτερα στις ΗΠΑ, μετανάστες από το Τρινιντάντ και το Τομπάγκο. Ήμουν ο μικρότερος από πέντε αδέλφια και ο μόνος που γεννήθηκε στις ΗΠΑ. Έτσι, στην οικογένειά μου μπορείς να δεις την τυπική διαταξική πορεία του μετανάστη. Τα περισσότερα από τα αδέλφια μου δεν πήγαν στο πανεπιστήμιο και είχαν λιγότερες ευκαιρίες από όσες είχα εγώ, που μεγάλωσα σε μια περιοχή με καλά δημόσια σχολεία, πρόσβαση σε βιβλιοθήκες κ.λπ. Οπότε, οι ταξικά εξηγήσιμες ανισότητες ευκαιριών ήταν σε μένα προφανείς από πολύ νωρίς, όπως και το πόσα πράγματα στη ζωή οφείλονται στην τύχη.

Από πολύ νέος ενδιαφερόμουν για έναν ακτιβισμό με αριστερό-προοδευτικό πρόσημο. Ωστόσο, πέρα από αυτή την ευρεία κεντροαριστερή προδιάθεση, δεν πολιτικοποιήθηκα. Η πραγματική ένταξή μου στην Αριστερά έγινε μέσω της διανοητικής δραστηριότητας: μια και οι γονείς μου δούλευαν ως αργά, πήγαινα στη βιβλιοθήκη μετά το σχολείο και, γύρω στην έβδομη τάξη [η δική μας 1η γυμνασίου], δηλαδή στα 12 ή 13 μου, ανακάλυψα τον Φόρο Τιμής στην Καταλονία του Τζορτζ Όργουελ, και μέσω αυτού τη συζήτηση γύρω από τον Ισπανικό Εμφύλιο και τον Τρότσκι. Συνέχεια ανάγνωσης

Η ιστοριογραφία συνοδεύει τον 20ό αιώνα και παρεμβαίνει σ’ αυτόν

Standard

5-liakos-bΣυνέντευξη του Αντώνη Λιάκου με την ευκαιρία του διεθνούς  συνεδρίου History of of TwentiethCentury Historiography 

Μιλάει για τη σχέση ιστορίας-πολέμου-έθνους, την «απο-ευρωποίηση» της ιστοριογραφίας, τη μικροϊστορία, τον μαρξισμό

4-liakosΚοιτάζοντας το πρόγραμμα του συνεδρίου, μου κάνει εντύπωση το μέγεθος (130 σύνεδροι) αλλά και η προέλευση των συνέδρων — από τη Νότιο Αμερική έως την Ανατολική Ασία… Γιατί αυτό το συνέδριο και γιατί τώρα;

Ζούμε σ’ έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς, αλλά και στον οποίο το ενδιαφέρον για την ιστορία γίνεται ολοένα μεγαλύτερο και πιο μαζικό. Το ερώτημα είναι πώς φτάσαμε έως εδώ. Έχουμε πολλές μελέτες για το πώς διαμορφώθηκε η ιστοριογραφία τον 19ο αιώνα, τότε που συγκροτήθηκε ως κλάδος, συνδέθηκε με τη συγκρότηση του έθνους, και η ιστοριογραφία από σχόλη έγινε επάγγελμα. Ποιο είναι όμως το προφίλ της στον 20ό αιώνα; Και, κυρίως, πώς η ιστορία του 20ού αιώνα διαμόρφωσε την ιστοριογραφία; Η ιστοριογραφία δεν είναι ένας κλειστός κόσμος, που διαμορφώνεται με άξονα την εσωτερική του δυναμική. Βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση με όσα συμβαίνουν, ακόμα κι αν αφορά την αρχαιότητα ή τους προϊστορικούς πολιτισμούς. Και αυτός ο αιώνας είδε δύο Παγκόσμιους Πολέμους με κατακλυσμιαία αποτελέσματα, είδε εξανδραποδισμούς λαών, αναγκαστικές μετοικεσίες, είδε την αποαποικιοποίηση, την εκτόξευση της τεχνοεπιστήμης, την αλλαγή της σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα, μεγάλες και συμπαγείς αντιμαχόμενες ιδεολογίες, την παγκοσμιοποίηση που έκανε τον κόσμο ένα αλληλοσυνδεδεμένο σύνολο, αλλά και τις συνεχείς κρίσεις. Ένας αιώνας πολύ διαφορετικός από τον 19ο. Η ιστοριογραφία δεν καταγράφει απλώς το παρελθόν· συνοδεύει τον αιώνα, τον σχολιάζει, παρεμβαίνει δημιουργώντας συνειδήσεις, ανταποκρίνεται σε ανάγκες.

Ντιέγκο Ριβέρα, «Άνθρωπος στο σταυροδρόμι», 1933. Από την αφίσα του συνεδρίου

Ντιέγκο Ριβέρα, «Άνθρωπος στο σταυροδρόμι», 1933.
Από την αφίσα του συνεδρίου

Ποιοι είναι οι «αρμοί» αυτών των αλλαγών;

Αν συγκρίνεις φωτογραφίες από συνέδρια ιστορικών στις αρχές και στα τέλη του 20ού αιώνα καταλαβαίνεις. Τότε λίγοι, ανήκαν στις υψηλές ελίτ, άνδρες βεβαίως, Ευρωπαίοι, με προνομιακές σχέσεις με το κράτος. Σήμερα, οι ιστορικοί είναι εκατοντάδες χιλιάδες, σε όλο τον κόσμο: άνδρες και γυναίκες, από όλες τις φυλές, κυρίως από μεσαία στρώματα, οι περισσότεροι/ες χωρίς σταθερή δουλειά. Το επάγγελμα έχει μαζικοποιηθεί, έχει αλλάξει το προφίλ του ιστορικού.

Το αναγνωστικό κοινό επίσης έχει διευρυνθεί. Η εγγραμματοσύνη διευρύνθηκε, η μετάβαση από την τυπογραφία στην εικόνα και στην ψηφιακή εποχή, ο πολλαπλασιασμός εθνών και κοινωνικών ομάδων σε αναζήτηση ιστορίας, όλα αυτά άλλαξαν το κοινό των ιστορικών. Δεκάδες νέες χώρες αναδύθηκαν τον 20ό αιώνα, και αυτές είχαν ανάγκη την ιστορία και τους ιστορικούς για να φιλοτεχνήσουν το προφίλ τους. Άλλαξε, επίσης, ο τρόπος χρηματοδότησης. Κάποτε κρατικός, τώρα πολυκεντρικός, δεν εξαφανίστηκε ο έλεγχος, άλλαξε ο τύπος, πάντως εξασφάλισε περισσότερη ελευθερία, αν και δεν ακούγονται όλες οι απόψεις με την ίδια ισχύ. Αυτά έχουν ασφαλώς επιπτώσεις στους προσανατολισμούς της ιστορίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο Μαρξ στον καθρέφτη

Standard

(απόσπασμα από την Εισαγωγή του ομότιτλοθυ βιβλίου, εκδ. Παπαζήση)

 του Παναγιώτη Νούτσου

Ο Μαρξ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

Ο Μαρξ από τον Ντέιβιντ Λιβάιν

Τι είναι λοιπόν ο «καθρέφτης»; Τούτο θα το συζητήσουμε με τον ίδιο τον Μαρξ (§§.1-28). Εδώ, χωρίς να προκαταλάβω τους όρους των ερωταποκρίσεων, υπογραμμίζω ότι ο ερωτώμενος με το έργο του προτίθεται να αντιπαρατεθεί σε κάθε μορφή «ειδωλοποίησής» του, με την επακριβή προσκόμιση των θέσεών του, και αντίστοιχα ο ερωτών υπόσχεται να διατυπώνει έτσι τις ερωτήσεις του (βλ. και Αριστοτέλης, Ανaλυτ. πρότερα 1, 1, 3), ώστε να προϋποθέτουν το συνδυασμό της γνώσης των έργων του Μαρξ, των συνθηκών της ιστορικής ανάδυσης και εκδίπλωσης της σκέψης του, των μορφών πρόσληψης και επεξεργασίας της καθώς και των πόλων της κριτικής που ασκήθηκε, από τη δημοσίευση των κειμένων του έως σήμερα. Επιπλέον, με το διαρκή αυτοέλεγχο της «ἐρωτητικῆς τέχνης» (Αριστοτέλης, Σοφ.ἔλεγχοι 11, 9) να αποκλείεται η προνομιακή χρήση της αντωνυμίας: ούτε ως δικός «μου» ούτε ως δικός «του» ή έστω του καιρού «του» και του καιρού «μας» να αξιοποιείται ο «καθρέφτης».

Χέγκελ και Μαρξ του Ντέιβιντ Λιβάιν

Χέγκελ και Μαρξ του Ντέιβιντ Λιβάιν

Ώσπου, βέβαια, να πάρει εμπρός η πένα ή το πληκτρολόγιο ερεθιστικός για την εκκίνηση είναι ο σεφερικός στίχος: «Τ’ άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης» (Ποιήματα, 300). Όσο για τη μέριμνα να μην επονομασθεί κανένας από τους δυο μας «καθρεφτάκιας», κατά το ιδιόλεκτο προσωνύμιο του «ειδωλοποιού» Ναρκίσσου, θα μπορούσε να σχεδιαστεί εξυπαρχής ένα κείμενο που, χωρίς ν’ αφήσει τίποτε ανερώτητο, να μην καταντήσει «Εγχειρίδιο» ή «Compendium», αλλά να διεξαχθεί ως μια ζωηρή «συνομιλία» στο «Salon d’ antidote», με τους θαμώνες σε εγρήγορση και τα πολλά «κάτοπτρα» καλογυαλισμένα. Απέναντι σε ένα απ’ αυτά σταθήκαμε με τη σύντροφό μου, στο κυλικείο του Μουσείου της Ακροπόλεως (19.1.2013), όταν μου υπέδειξε ότι με κοίταζε αμήχανα και μάλλον παραπονιάρικα ο Μarx με το διαπεραστικό βλέμμα του. Από τη στιγμή εκείνη επανήλθα ως «βηματιστής» στο σύνολο του έργου του ή «ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Σταθμοὶ τῆς Καρόλου πορείας» (βλ. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί Ι, 59, 9) Συνέχεια ανάγνωσης

«Επιτέλους, σύντομα — ψωμί και τριαντάφυλλα!»[1]

Standard

Μια αναφορά στο ανέκδοτο κείμενο  του Αλτουσέρ «Θέσεις του Ιούνη»

Δημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα του κειμένου «Θέσεις του Ιούνη»   Ολόκληρο το κείμενο θα δημοσιευτεί στο τεύχος Οκτωβρίου του περιοδικού Ουτοπία, πλαισιωμένο από ένα αφιέρωμα στον Αλτουσέρ και την πολιτική θεωρία.

του Φρίντερ Όττο Βολφ

μετάφραση: Γιώργος Σουβλής, επιμέλεια: Στάθης Κουβελάκης

Εισαγωγή του Στάθη Κουβελάκη

AlthusserΤο κείμενο που ακολουθεί απεικονίζει στο έπακρο την αμφιλεγόμενη θέση του έργου του Αλτουσέρ που εκτείνεται από το τραγικό γεγονός του 1980 ως τον θάνατό του, μια δεκαετία αργότερα. Συνέχεια ή ρήξη με την προηγούμενη σκέψη του; Απέλπιδες προσπάθειες ενός συντετριμμένου υποκειμένου ή νέα δημιουργική αρχή για το στοχασμό του; Είναι τελικά ο «ίδιος» Αλτουσέρ που γράφει το Για τον Μάρξ και ο «ζωντανός νεκρός» που υπογράφει την εκτός κάθε ορίου «αυτοβιογραφία» του; Στις Θέσεις του Ιούνη τα ερωτήματα αυτά, που διατρέχουν την ίδια τη σκέψη του Αλτουσέρ, παίρνουν μια νέα τροπή, καθότι εδώ ο λόγος του μας φτάνει διαμοσελαβημένος από τον λόγο του φίλου του Φρίντερ Όττο Βολφ, που προσπάθησε ανεπιτυχώς να τις δημοσιεύσει αλλά προσέκρουσε στην άρνηση των κληρονόμων. Αναγκαστικά λοιπόν, η ίδια η μορφή του κειμένου τροποποιείται και παίρνει το χαρακτήρα μιας «αναφοράς».

Οι Θέσεις του Ιούνη έχουν αναμφισβήτητα μια ονειρική χροιά και αποπνέεουν μια ιδιόμορφη αισιοδοξία για το εγχείρημα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, που μοιάζει με αντεστραμμένη εικόνα της καταθλιπτικής ατμόσφαιρας των γραπτών της περιόδου 1978-1980, αλλά και αρκετών κατοπινότερων. Φαίνεται ότι ορισμένοι θεώρησαν ότι αποτελεί κάτι σαν θεωρητικό παραλήρημα, αλλά το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί για όλα τα κείμενα που γράφτηκαν μετά το 1980 και είναι πλέον στο μεγαλύτερο μέρος τους δημοσιευμένα.

Ας σημειώσουμε εδώ μόνο ότι, αν και αδημοσίευτο (αλλά προσβάσιμο στο κατατεθειμένο αρχείο των χειρογράφων του), το κείμενο αυτό απετέλεσε ένα βασικό τεκμήριο  της μεταμοντέρνας ερμηνείας  της σκέψης του ύστερου Αλτουσέρ που διατύπωσε ο Αντόνιο Νέγκρι το 1993[2] και άσκησε ισχυρή επίδραση σε όλη τη συζήτηση που ακολούθησε. Οι Θέσεις αυτές σίγουρα αποτυπώνουν μια θεωρητική μετατόπιση, ειδικά όταν διαγράφουν την ταξική πάλη ως κινητήρια ιστορική δύναμη, αλλά σχεδόν εξίσου και μια ριζοσπαστικοποιημένη εκδοχή του πυρήνα της αλτουσεριανής σκέψης, όταν π.χ. αποφαίνονται ότι «τα πάντα κρίνονται σε τελευταία ανάλυση στο πεδίο της ιδεολογικής πάλης και της φιλοσοφικής παρέμβασης». Κυρίως όμως ξαναπιάνουν και ξετυλίγουν ένα βασικό νήμα του αλτουσεριανού έργου που αφορά τη σχέση της φιλοσοφίας με την πολιτική πρακτική, ένα νήμα που γνωρίζουμε τώρα ότι διαπερνούσε υπόγεια τη δουλειά του από τη δεκαετία του 1970 και ήρθε στο φως με τη μεταθανάτια δημοσίευση των εξαιρετικά σημαντικών κειμένων του για τον Μακιαβέλι. Αυτός είναι ο Αλτουσέρ που προσπαθεί να σκεφτεί την ιδιαιτερότητα της πολιτικής και την «αστάθμητη» τροχιά που χαράζουν οι διαδράσεις της ενδεχομενικότητας και των ιστορικά προσδιορισμένων καθορισμών. Είναι ο Αλτουσέρ της συγκυρίας, και όχι της δομής, του «κενού», δηλαδή της ενικότητας των συμβάντων, αλλά και της επανδιατύπωσης της κομμουνιστικής προοπτικής. Μια προοπτική που ορίζεται πλέον ως προσπάθεια μετασχηματισμού των «νησίδων κομμουνισμού» που εμπερικλείει ο σημερινός κόσμος σε ένα νέο απελευθερωτικό κίνημα, πέρα από τη μορφή-κόμμα, ίσως και πέρα από τον μαρξισμό, αλλά που, σε ρήξη με τη μεταμοντέρνα αντίληψη, επιμένει στον στόχο του «να κάνουμε το περιθώριο κέντρο».

Στο κείμενο αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Αλτουσέρ, ταυτιζόμενος πλήρως με την «μοναξιά» των στρατευμένων στοχαστών στους οποίους έχει ανεφερθεί, επιχειρεί, με μια ύστατη ζαριά, να σπάσει το τείχος της σιωπής και της απομόνωσης που τον περιέβαλλε και, όπως ο Μακιαβέλι που τόσο θαύμαζε, να «στοχαστεί το καινούργιο».

***

Η «ΑΝΑΦΟΡΑ» ΤΟΥ ΦΡΙΝΤΕΡ ΟΤΟ ΒΟΛΦ ΣΤΙΑ «ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ» ΤΟΥ ΑΛΤΟΥΣΕΡ

13974_althusser13ruedesarchivesΘέση 6

[…] «Υπάρχει η ιδέα στον Μαρξ, και πάνω από όλα στους Ένγκελς, Λένιν, Μάο, πως οι επιστημονικές έννοιες είναι έγκυρες μόνο όταν διαθέτουν ως υπόβαθρο μια σωστή φιλοσοφία» (γαλ. «philosophie juste»), και πως […] ενδέχεται να μπορούν χρησιμοποιηθούν μόνο στη βάση του σωστού προσανατολισμού που παρέχεται από μια τέτοια σωστή φιλοσοφία» (Θ6). Σε αυτή την μακροσκελή έκτη θέση, ο Aλτουσέρ πρώτα επισημαίνει πως μια τέτοια «σωστή φιλοσοφία» δεν μπορεί να βρεθεί «στον θεωρητικό ανθρωπισμό του νεαρού Μαρξ, δηλαδή στη φιλοσοφική θεωρία της φοϋερμπαχιανής αποξένωσης» και υπογραμμίζει ότι «ο θεωρητικός αντιανθρωπισμός του Μαρξ είναι η προϋπόθεση: 1) της επιστημονικής του θεωρίας των κοινωνικών σχηματισμών 2) του πρακτικού, αδελφικού ανθρωπισμού του κομμουνισμού». [3] Ο Αλτουσέρ ωστόσο επιμένει πως ο Μαρξ ποτέ «δεν είχε επιχειρήσει να συστηματοποιήσει αυτήν τη φιλοσοφία»: στη Γερμανική Ιδεολογία[4] (την οποία ο Αλτουσέρ διαβάζει ακολουθώντας την ανάλυση του Ζωρζ Λαμπικά)[5] «ο Μαρξ θεωρεί πως η φιλοσοφία είναι μόνο ιδεολογία, και ως εκ τούτου ψευδαισθητική». Κατόπιν, oΜαρξ «επαναπροσεγγίζει ανοικτά τον Χέγκελ “αντιστρέφοντάς” τον (όπως έχω επισημάνει πρόκειται για μια μάλλον ασαφή έννοια συντηρητικής φύσης)». Βασικά, ο Mαρξ ποτέ δεν εγκατέλειψε την ιδέα πως η φιλοσοφία ήταν μια μορφή ιδεολογίας» ή την ιδέα ότι ήταν ένας «θετικός επιστήμονας» (γαλ. «savant positif»), «στην παράδοση των επιστημόνων φυσικών και δαρβινιστών του 19ου αιώνα». Ο Αλτουσέρ περιγράφει τη χρήση του Χέγκελ [6] από τον Μαρξ με έννοιες που δανείζεται από τον Γκαστόν Μπασελάρ, ο Μαρξ χρησιμοποιεί τον Χέγκελ «τόσο για να στηριχθεί ο ίδιος σε συγκεκριμένες έννοιες και την κίνηση τους (ως ένα είδος φιλοσοφικού στηρίγματος) όσο και για να καταπολεμήσει τις στρεβλωμένες εκδοχές τους (ως ένα είδος επιστημολογικού εμποδίου)», μόνο για να προσθέσει πως υπό αυτήν την οπτική για τον Marx «το εμπόδιο ήταν πάντα πιο καθοριστικής σημασίας από ό,τι ήταν το στήριγμα» – και ο Marx δεν ήταν ποτέ πραγματικά ικανός να «αναμετρηθεί ουσιωδώς με τον Χέγκελ», και ειδικότερα με την δική του σχέση με την φιλοσοφία του Χέγκελ. Συνέχεια ανάγνωσης

Συμβάν, πολιτικό υποκείμενο και κράτος στον Μπαντιού

Standard

Ο Αλαίν Μπαντιού θα  βρεθεί στην Αθήνα και θα δώσει τρεις διαλέξεις:

1. Η πρόσληψη του Πλάτωνα στη σύγχρονη φιλοσοφία (Γαλλικό Ινστιτούτο, Πέμπτη 23.1., ώρα 18.30).

2. Ο Λακάν και η αντι-φιλοσοφία (αμφιθέατρο Δρακόπουλου, Πανεπιστημίου 30, Παρασκευή 24.1., ώρα 19.00).

3. Η πολιτική και η κρίση (Νομική Σχολή, Σάββατο 25.1., ώρα 19.00)

 του Δημήτρι Βεργέτη

 alain-badiouΤο «βελούδινο διαζύγιο» της πολιτικής από τη φιλοσοφία υπήρξε μια μάστιγα στην ιστορία του μαρξισμού, τροφοδοτούμενη από τον θρίαμβο του σταλινισμού και των ευπρεπισμένων μεταλλάξεών του. Ο Μπαντιού είναι ο στοχαστής που επανασυνέδεσε την πολιτική με τη φιλοσοφία, εισάγοντας στην πολιτική τη βαθμίδα του υποκειμένου, σε ρήξη με τον στρουκτουραλισμό και τις ιδεολογίες της συνείδησης. Η πρωτότυπη σύμπραξή τους μέσω του υποκειμένου επιτρέπει να χαρτογραφήσουμε ένα νέο, συμβαντικό χώρο επαναδιατύπωσης των πολιτικών χειραφέτησης. Το θρυλούμενο τέλος της πολιτικής, είτε ως κυνικό μοτίβο είτε ως μελαγχολία της απορρόφησης του πολιτικού στον διαχειριστικό πραγματισμό, αποδεικνύεται πλέον ατελέσφορος εξορκισμός στην αφύπνιση της ιστορίας και στην απρόβλεπτη ανάδυση της ρηξιγενούς τοπικής του συμβάντος, εκεί όπου η πραγματικότητα αδυνατεί να τιθασεύσει το πραγματικό των κοινωνικών συγκρούσεων.

 Στον Μπαντιού, όμως, το υποκείμενο δεν παραπέμπει σε κάποιο κοινωνιολογικό δεδομένο ή μια δομική συλλογικότητα, που θα προϋπήρχαν της πολιτικής, αλλά σε ένα ετερογενές και εύθραυστο μετασυμβαντικό μόρφωμα υπό διαρκή διάπλαση. Το υποκείμενο δεν προηγείται της πολιτικής, καθότι έπεται του συμβάντος. Η σχέση τους δεν είναι απριορικά ή τελεολογικά συναρθρώσιμη, αλλά αστάθμητη, γιατί το καθεστώς του συμβάντος αποκλίνει από την εμπειρική αμεσότητα του γεγονότος. Το υποκείμενο μορφοποιείται μέσα σε πολιτικές χειραφέτησης, που έχουν ως γενέθλιο λίκνο όχι την τοπική της παραγωγής και τις συστημικές αντιθέσεις της, αλλά μια τέτοια ρήξη της οποίας η εστία δεν είναι δομικά προδιαγεγραμμένη. Το συμβάν δεν συντελείται στο προδιαγεγραμμένο σημείο συμπύκνωσης προσημασμένων ταξικών αντιθέσεων. Συνέχεια ανάγνωσης

Eυρωπαϊκή Ένωση: Η διαιρετική τομή δεν είναι ανάμεσα σε κράτη ή κυβερνήσεις, αλλά ανάμεσα σε τάξεις

Standard

Ο Φρανκ Ντέπε θα μιλήσει στην Αθήνα, την Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου, στην 7η Ετήσια Διάλεξη Πουλαντζά (βλ. στο τέλος του άρθρου)

Συνέντευξη του Φρανκ Ντέπε

Συνέντευξη: Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος. Μετάφραση από τα γερμανικά: Κρινιώ Παππά

frank_ntepeΟ Φρανκ Ντέπε μαζί με τον Ρούντι Ντούτσκε,  ήταν ένα από τα βασικά στελέχη του Κεντρικού Συμβουλίου της «Σοσιαλιστικής Γερμανικής Ένωσης Φοιτητών», που πρωτοστάτησε στα γεγονότα του 1968. Μαθητής του Βόλφγκαγκ Άμπεντροτ, σπούδασε πολιτική επιστήμη και κοινωνιολογία στα πανεπιστήμια της Φρανκφούρτης του Μάρμπουργκ, όπου και δίδαξε πολιτική επιστήμη από το 1972 μέχρι το 2006. Το συγγραφικό του έργο είναι πολυσχιδές, περιλαμβάνοντας βιβλία για το έργο πολιτικών στοχαστών, όπως ο Μακιαβέλι και ο Μπλανκί, καθώς και για θέματα όπως ο ιμπεριαλισμός, ο αυταρχικός καπιταλισμός και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα ελληνικά έχει εκδοθεί Η νέα διεθνής τάξη. Ο κόσμος πέρα από τον ανταγωνισμό των συστημάτων (εκδ. Λιβάνη-Νέα Σύνορα, 1995). Παράλληλα με το συγγραφικό και ακαδημαϊκό του έργο, ο Ντέπε έχει αναπτύξει πλούσια πολιτική δράση. Μετέχει στη συντακτική επιτροπή δύο σημαντικών περιοδικών του αριστερού χώρου στη Γερμανία, Sozialismus και Ζ, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, ενώ είναι μέλος του Die Linke.

***

 Ας ξεκινήσουμε με μια ερώτηση αυτοβιογραφικού χαρακτήρα. Τη δεκαετία του ’60 σπουδάσατε διαδοχικά στα πανεπιστήμια της Φρανκφούρτης και του Μάρμπουργκ. Κάθε ένα από αυτά τα δύο αντιστοιχούσε  σε μια διαφορετική σχολή σκέψης. Πώς επηρέασαν αυτές οι σχολές το έργο σας;

Το 1961 ξεκίνησα να σπουδάζω κοινωνιολογία  στη Φρανκφούρτη, με καθηγητές  τον Χορκχάιμερ, τον Αντόρνο  και τον Μαρκούζε, ο οποίος ήταν τότε επισκέπτης καθηγητής. Εκείνη την περίοδο δεν γνώριζα τίποτα σχετικά με τον μαρξισμό, τις εργατικές κινητοποιήσεις, την κριτική θεωρία και τη «Σχολή της Φρανκφούρτης». Ωστόσο, μέσα από την αντιπαράθεση με τον φασισμό, τη συμμετοχή μου σε αντιμιλιταριστικές κινητοποιήσεις, αλλά και μέσα από τις μουσικές μου αναζητήσεις–έπαιζα τότε  τζαζ–, είχα υιοθετήσει μια κριτική στάση απέναντι στην πολιτική κατάσταση, όπως διαμορφωνόταν την περίοδο του Αντενάουερ και του Ψυχρού Πόλεμου. Στη διάρκεια των σπουδών μου στη Φρανκφούρτη κατανόησα τον φιλοσοφικό  πυρήνα της κριτικής θεωρίας, κυρίως μέσα από το έργο του Μαρκούζε  Λόγος και Επανάσταση,  τα μαθήματα των Αντόρνο-Χορκχάιμερ  και, τέλος, το έργο του Μαρξ.

Συνέχεια ανάγνωσης

Ο θάνατος του παρελθόντος σημαίνει και θάνατο της ιδέας ενός διαφορετικού μέλλοντος

Standard

Συνέντευξη της Λουτσιάνα Καστελίνα  στον Γιώργο Σουβλή και την Ντανιέλα Κιρόνι

Η Λουτσιάνα Καστελίνα μιλάει στα «Ενθέματα» για την εμπειρία του Il Manifesto, τον Λ. Μάγκρι, τη σημασία του Γκράμσι και τα συμβούλια του 21ου αιώνα. Επίσης, για τον κομβικό ρόλο ενός σύγχρονου αριστερού κόμματος στην υπέρβαση των ασυνεχειών του κινήματος, και τους κινδύνους της άμεσης δημοκρατίας. Και, τέλος, εκτιμά ότι η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί κορυφαίο γεγονός για ολόκληρη την ευρωπαϊκή Αριστερά.

 

Την εποχή του "Il Manifesto"

Την εποχή του «Il Manifesto»

Υπήρξατε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας που συσπειρώθηκε γύρω από την εφημερίδα Il Manifesto, έναν από τους σημαντικότερους πυρήνες διαφωνούντων κομμουνιστών στην Ευρώπη μετά το 1968. Θεωρείτε ότι υπάρχει κάτι στη συγκεκριμένη ιστορική εμπειρία το οποίο μπορεί να εμπνεύσει την σύγχρονη ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά;

 Κάθε εποχή έχει την ιδιαιτερότητά της. Θα ήταν λάθος να σκεφτούμε ότι αυτό το οποίο κάναμε με την εφημερίδα Il Manifesto και το Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας για τον Κομμουνισμό (PdUP), τη δεκαετία του 1970, μπορεί να επαναληφθεί σήμερα. Είχαμε τότε την τύχη να βρισκόμαστε σε μια ιστορική συγκυρία όπου: Πρώτον, οι συσχετισμοί δύναμης για την Αριστερά, στην Ιταλία και στον υπόλοιπο κόσμο, ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκοί. Δεύτερον, έπειτα από τη δεκαετία του 1960, πλούσια σε εμπειρίες αγώνων, πολιτισμικών ζυμώσεων και θεωρητικών συζητήσεων, υπήρχε επιτέλους το πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ιδεών που υπερέβαιναν τις ορθόδοξες και αποστεωμένες εκδοχές του μαρξισμού. Γι’ αυτό τον λόγο το Ιταλικό 1968, του οποίου αποτελούσαμε μέρος –παρότι διαφοροποιούμασταν σε σχέση με τις άλλες ομάδες της Νέας Αριστεράς, καθώς η ηγετική ομάδα μας είχε προηγουμένως υπηρετήσει επί μακρόν στις τάξεις του ΚΚΙ– ήταν ένα κίνημα καλλιεργημένο, καθόλου ενστικτώδες ή πρωτόγονο όπως ισχυρίστηκαν ορισμένοι. Και, τρίτον, υπήρχε στην ιταλική πολιτική σκηνή ένα κυρίαρχο αριστερό κόμμα (ΚΚΙ), έναντι του οποίου τηρούσαμε κριτική στάση, έχοντας, ταυτόχρονα, απόλυτη συνείδηση του κομβικού του ρόλου. Γι’ αυτό και πάντα είχαμε την αυτοαντίληψη μιας προσωρινής οργάνωσης: βασική μας επιδίωξη δεν ήταν να δημιουργήσουμε ένα μεγάλο κόμμα, ένα νέο κομμουνιστικό κόμμα, αλλά να συμβάλουμε σε μια επανίδρυση ολόκληρης της Αριστεράς.

Η Λουτσιάνα Καστελίνα με τον Λούτσιο Μάγκρι

Η Λουτσιάνα Καστελίνα με τον Λούτσιο Μάγκρι

O στόχος αυτός δεν επετεύχθη: εν μέρει λόγω των λαθών μας, και σε μεγάλο βαθμό επειδή η σημαντικότερη πολιτική δύναμη την οποία είχαμε ως σημείο αναφοράς, το ΚΚΙ, μετά τον θάνατο του Μπερλινγκουέρ ήταν ανίκανη να αντιληφθεί τις νέες αντιφάσεις της εποχής (το περιβαλλοντικό ζήτημα, το ζήτημα του φύλου κλπ.) υπέστη μια εκφυλιστική διαδικασία, μέχρι τη διάλυση του. Και όμως, πιστεύω ότι η υπόθεση για την οποία αγωνιστήκαμε ήταν σωστή και βοήθησε να αποφύγουμε οποιουδήποτε είδους σεχταριστική ή αυτοαναφορική συμπεριφορά.

 Και όσον αφορά την ευρωπαϊκή Αριστερά σήμερα;

 Σε αντίθεση με τις πολιτικές δυνάμεις που γεννήθηκαν από το κύμα του 1968, τα αριστερά κόμματα και κινήματα της Ευρώπης δρουν σήμερα με δεδομένη τη βαριά ήττα της Αριστεράς, σε μια κατάσταση δυσμενή λόγω της εγγενούς αδυναμίας της αλλά και της εσκεμμένης αυτοκτονίας που διέπραξε. Κάθε κομμουνιστική εμπειρία, πλέον, έχει ακυρωθεί, σαν ο 20ός αιώνας να ήταν μόνο μια συσσώρευση λαθών και φρικαλεοτήτων, παραγνωρίζοντας εντελώς το ότι ήταν επίσης μια εποχή σημαντικών κατακτήσεων και επαναστάσεων (οι οποίες, αν και τελείωσαν με άδοξο τρόπο, όπως στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης, είναι πολύ καλύτερο που συνέβησαν καθώς μας βοηθούν να σκεφτούμε το αδιανόητο, πηγαίνοντάς μας πέρα από τα λιμνάζοντα ύδατα του παρόντος). Συνέχεια ανάγνωσης

Ο μαρξισμός, ο Αλτουσέρ και ο οικοσοσιαλισμός

Standard

Μια συναρπαστική διανοητική και πολιτική διαδρομή με άξονα τον μαρξισμό

Συνέντευξη του Φρίντερ Όττο Βολφ στον Στάθη Κουβελάκη

 

Ο Φρίντερ Όττο Βολφ (από το http://www.diesseits.de)

Ο Φρίντερ Όττο Βολφ είναι από τις πιο εμβληματικές μορφές της μαρξιστικής και ριζοσπαστικής σκέψης στη Γερμανία. Γεννημένος το 1943, αποτελεί σημείο αναφοράς της πανεπιστημιακής αριστεράς του Βερολίνου, από την αρχή της δεκαετίας του 1970. Συνεργάτης του Αλτουσέρ και επιμελητής της έκδοσης των έργων του στα γερμανικά, ο Φ.-Ο. Βολφ είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις διανοούμενου με πλούσια πολιτική δράση. Μέλος αρχικά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, από το 1961 ως το 1971, ενεργός κατόπιν στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, εντάχθηκε στο κόμμα των Πράσινων και υπήρξε από τις ηγετικές μορφές της αριστερής του πτέρυγας και ευρωβουλευτής για δύο θητείες (1984-89 και 1994-1999), προτού αποχωρήσει από αυτό λόγω της δεξιάς στροφής του. Είναι συγγραφέας οχτώ βιβλίων για τη μαρξιστική θεωρία, τον οικοσοσιαλισμό, τον ανθρωπισμό και, πιο πρόσφατα, το σχέδιο μιας «ριζοσπαστικής φιλοσοφίας», που συνδυάζει διαφορετικές προβληματικές και ρεύματα σκέψης ενταγμένα σε μια χειραφετητική κατεύθυνση. Τον συναντήσαμε στο Βερολίνο στις αρχές Ιουνίου.

Σ.Κ.

 Μια πολιτικο-θεωρητική διαδρομή

 Τι θα έλεγες στον έλληνα αναγνώστη συνοψίζοντας τη διανοητική και πολιτική σου πορεία;

Μεγάλωσα σε ένα είδος σχιζοειδούς κατάστασης: στο κλασικό λύκειο, όπου φοίτησα, κυριαρχούσε ένας αντιδραστικός ουμανισμός, με έντονα ελιτίστικο χαρακτήρα. Είχα όμως επηρεαστεί από αρκετούς ανένταχτους σοσιαλιστές και κομμουνιστές, φίλους των γονιών μου, κάτι που επέτρεψε να πάρω αποστάσεις από το σχολικό περιβάλλον. Μπαίνοντας στο πανεπιστήμιο, από τη μια ήθελα να σπουδάσω φιλοσοφία, και από την άλλη να εμβαθύνω τη γνώση που ήδη είχα του μαρξισμού και της ψυχανάλυσης, χωρίς όμως να τις θεωρώ ως βάση μιας ακαδημαϊκής καριέρας. Σ’αυτό ακολουθούσα τη συμβουλή ενός Γερμανοεβραίου ακαδημαϊκού που είχε σταδιοδρομήσει στην Οξφόρδη και κρατούσε μια κυνική απόσταση από τα γερμανικά ακαδημαϊκά πράγματα. Έτσι, σε ηλικία 23 ετών έκανα την υφηγεσία μου στο Πανεπιστήμιο του Σααρμπρύκεν για τον Τόμας Χομπς, υπό την επίβλεψη ενός αριστερού σοσιαλδημοκράτη καθηγητή, οπαδού του Καρλ Σμιτ.

Ο Λουίς Αλτουσέρ στην École Normale Supérieure, στην οδό Ulm, στο Παρίσι, 19.5.1978. Στον πίνακα διαβάζουμε «Το μέλλον διαρκεί πολύ». Φωτογραφία του Jacques Pavlovsky.

Ο Λουίς Αλτουσέρ στην École Normale Supérieure, στην οδό Ulm, στο Παρίσι, 19.5.1978. Στον πίνακα διαβάζουμε «Το μέλλον διαρκεί πολύ». Φωτογραφία του Jacques Pavlovsky.

Αυτή η διχασμένη συνείδηση δεν μπορούσε να κρατήσει για πολύ. Η φοιτητική αμφισβήτηση που ξέσπασε στη Γερμανία το 1967 άλλαξε το τοπίο και με οδήγησε στο να θέσω υπό αίρεση την όλη μου στρατηγική. Δραστηριοποιήθηκα σε πολιτικούς και θεωρητικούς κύκλους και έκτοτε προσπάθησα να συνδυάσω αυτή τη δραστηριότητα με την ακαδημαϊκή μου δουλειά, ενσωματώνοντας σ’ αυτήν μια μαρξιστική κριτική ανάλυση, κάτι που δεν είχα κάνει ως τότε. Το 1971 μετακόμισα στο Βερολίνο και πήρα μέρος στις ακαδημαϊκές και πολιτικές μάχες που διεξάγονταν μέσα και γύρω από τον πανεπιστημιακό χώρο.

Το 1974 ξεσπάει η Επανάσταση των Γαριφάλων στην Πορτογαλία. Είχα σχέσεις με ανθρώπους που προσπαθούσαν να στήσουν ένα αριστερό πανεπιστήμιο εκεί. Βρέθηκα στην Πορτογαλία το 1976-1977 για να διδάξω κοινωνική θεωρία και μαρξισμό στο πανεπιστήμιο της Κοΐμπρα, με τον Μποαβεντούρα ντε Σούζα Σάντος. Εκείνη την εποχή συνάντησα επίσης στο Παρίσι τον Αλτουσέρ, με τον οποίο είχαν έρθει σε επαφή ορισμένοι φοιτητές μου· κάναμε μεγάλες συζητήσεις για τη φιλοσοφία και τον μαρξισμό, αλλά και για την Πορτογαλική Επανάσταση. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Θεολογία της Απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική

Standard

Ένα παράδειγμα γόνιμης συνάντησης Αριστεράς και χριστιανισμού  

Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας στα ελληνικά της «Θεολογία της Απελευθέρωσης» του Γκ. Γκουτιέρες

 του Μικαέλ Λεβί και του Κώστα Αθανασίου

Τοιχογραφία του Cerrero Barredo (του κατεξοχήν ζωγράφου της θεολογίας της απελευθέρωσης), στον καθεδρικό ναό της πόλης Sao Felix do Araguaia (Βραζιλία)

Τοιχογραφία του Cerrero Barredo (του κατεξοχήν ζωγράφου της θεολογίας της απελευθέρωσης), στον καθεδρικό ναό της πόλης Sao Felix do Araguaia (Βραζιλία)

Το τελευταίο διάστημα έχει επανέλθει στο προσκήνιο η συζήτηση για τη σχέση ανάμεσα στην Αριστερά και τη θεολογία ή την Εκκλησία. Ωστόσο, από τα πολύ ενδιαφέροντα κείμενα που δημοσιεύονται, απουσιάζει συνήθως η αναφορά στην εμπειρία της πιο σημαντικής και γόνιμης συνάντησης μεταξύ Αριστεράς και χριστιανισμού, όπως εκφράστηκε στο ρεύμα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, ειδικά στη Λατινική Αμερική, και η οποία προήλθε από μια πραγματική ριζοσπαστικοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων και ανθρώπων πιστών στον χριστιανισμό και από τη μετακίνησή τους προς το χώρο της Αριστεράς.

Η Θεολογία της Απελευθέρωσης είναι ένα σώμα κειμένων που αποτελεί τη θεωρητική έκφραση ενός ευρύτατου κινήματος το οποίο εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1960, πολύ πριν γραφτούν τα βασικά κείμενα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, και το οποίο θα μπορούσε να ονομαστεί Χριστιανισμός της Απελευθέρωσης — ένα κίνημα που περιλαμβάνει κοινότητες βάσης, λαϊκές (αγροτικές, εργατικές, ιθαγενικές) θρησκευτικές ομάδες, κινήματα γειτονιάς και ακτημόνων κ.λπ.

Αν θέλαμε να επιλέξουμε ένα χαρακτηριστικό της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, αυτό θα ήταν η ταξική επιλογή, η ταξική μεροληψία υπέρ των φτωχών. Η κρίσιμη διαφορά με τη φιλεύσπλαχνη φιλανθρωπία της επίσημης Εκκλησίας είναι ότι για τη Θεολογία της Απελευθέρωσης οι φτωχοί δεν νοούνται ως αντικείμενα (βοήθειας, συμπόνιας, ελεημοσύνης) αλλά ως δρώντα υποκείμενα της ιστορίας τους, ως δρώντα υποκείμενα της απελευθέρωσής τους. Συνέχεια ανάγνωσης

Γαλλία, η επιστροφ­ή του Πουλαντζά

Standard

Μια συζήτηση του Στάθη Κουβελάκη τους Νικολά Βιεγεκάζ και Ραζμίγκ Κεσεγιάν

Ο Νίκος Πουλαντζάς 20.1.1978. Φωτογραφία της Sophie Bassouls.

Ο Νίκος Πουλαντζάς 20.1.1978. Φωτογραφία της Sophie Bassouls.

Μετά από τριάντα χρόνια ολοκληρωτικής εξαφάνισης του Νίκου Πουλαντζά από το εκδοτικό τοπίο και γενικότερα από την θεωρητική συζήτηση της Γαλλίας επανεκδόθηκε και κυκλοφόρησε πριν από λίγες βδομάδες από τον εκδοτικό οίκο Les prairies ordinaires το ύστατο έργο του, Κράτος, εξουσία, σοσιαλισμός, που θεωρείται και η πνευματική του διαθήκη. Είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα μείζον γεγονός, η σημασία του οποίου υπερβαίνει τον εκδοτικό χώρο και συνδέεται με τις γενικότερες διεργασίες που συντελούνται στη χώρα όπου, μετά την παγκόσμιας εμβέλειας άνθιση των τριών πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, η ριζοσπαστική θεωρία και η αριστερή πολιτική υπέστησαν ίσως την πιο εντυπωσιακή, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθίζηση. Για να συζητήσουμε τα επίδικα αυτής της ενδιαφέρουσας συγκυρίας συναντήσαμε τους συντελεστές της επανέκδοσης του πουλαντζιανού έργου: τον υπεύθυνο των εκδόσεων Les prairies ordinaires και δοκιμιογράφο Νικολά Βιεγεκάζ και τον Ραζμίγκ Κεσεγιάν, καθηγητή κοινωνιολογίας στη Σορβόννη που επιμελήθηκε και προλόγισε τον τόμο, ο οποίος περιλαμβάνει επίσης έναν επίλογο του γνωστού θεωρητικού του κράτους και συνεχιστή της παράδοσης του έλληνα μαρξιστή Μπομπ Τζέσοπ.

Στ. Κ.

 Μια τόσο μακρόχρονη απουσία

O Ραζμίγκ Κεσεγιάν (αριστερά) και ο Νικολά Βιεγεκάζ (δεξιά)

O Ραζμίγκ Κεσεγιάν (αριστερά) και ο Νικολά Βιεγεκάζ (δεξιά)

Στάθης Κουβελάκης: Η σημασία της επανέκδοσης του Κράτος, εξουσία, σοσιαλισμός γίνεται αντιληπτή αν αναλογιστούμε ότι εδώ και 30 χρόνια τα βιβλία του Πουλαντζά είχαν εντελώς εξαφανιστεί από τα βιβλιοπωλεία. Το παράδοξο αυτής της απουσίας είναι ότι, όπως τονίζεις Ραζμίγκ στον πρόλογό σου, αποτελεί μια γαλλική πρωτοτυπία. Πράγματι, τόσο στον αγγλόφωνο και ισπανόφωνο χώρο όσο και στη Γερμανία, ο Πουλαντζάς διατήρησε μια εκδοτική παρουσία και δε σταμάτησε να αποτελεί σημείο αναφοράς στην θεωρητική συζήτηση, αν και πιο διακριτικά απ’ ό,τι στο παρελθόν. Σ’ αυτό συνέβαλαν οι παρεμβάσεις διανοητών όπως ο Τζέσοπ, ο Πάνιτς, ο Λακλάου, ο Μάρτιν, ο Χιρς και ο Ντεμίροβιτς. Η πρώτη ερώτηση δεν μπορεί λοιπόν παρά να αφορά τους λόγος της τόσο μακρόχρονης απουσίας του Πουλαντζά στην ίδια τη χώρα όπου έζησε το μεγαλύτερο μέρος  της ζωής του και όπου πρωτοδημοσιεύτηκε το σύνολο του έργου του.

 Ραζμίγκ Κεσεγιάν: Μπορούμε να επικαλεστούμε τρεις βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι στη Γαλλία ο αντικομμουνισμός έφθασε, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, σε απίστευτα ύψη. Από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970 και καθ’ όλη τη διάρκεια της επομένης, ξεσπάει ένα εξαιρετικά επιθετικό αντικομμουνιστικό κύμα, που οφείλεται κυρίως στην ισχύ που διατηρούσε στη Γαλλία το κομμουνιστικό κίνημα κατά την περίοδο που είχε προηγηθεί. Η αντικομμουνιστική αντίδραση αποτελεί με μια έννοια την άλλη όψη αυτής της ισχύος. Ο Πουλαντζάς ήταν συνδεδεμένος, με την ευρεία έννοια, με αυτήν την ιστορία, και γι αυτό μοιράστηκε την απόρριψη και τη λήθη που υπέστη οτιδήποτε θύμιζε αυτό το κίνημα. Η «λήθη» του ονόματός του υπήρξε λοιπόν οργανωμένη, όπως οργανωμένη ήταν και η εξαφάνιση από τη δημόσια συζήτηση διανοητών όπως ο Λεφέβρ, ο Γκολντμάν, ο Μπετελέμ, ο Αλτουσέρ και πολλοί άλλοι. Συνέχεια ανάγνωσης

Θρυμματισμένοι καιροί: κουλτούρα και κοινωνία στον 20ό αιώνα

Standard

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

του Έρικ Χομπσμπάουμ

μετάφραση: Νίκος Κούρκουλος

6-HOBSBWAM-aΤις επόμενες μέρες κυκλοφορεί, από τις εκδόσεις Θεμέλιο, σε μετάφραση Νίκου Κούρκουλου, το βιβλίο του Έρικ Χομπσμπάουμ Θρυμματισμένοι καιροί. Η μεταθανάτια αυτή συλλογή δοκιμίων, που κυκλοφόρησε στα αγγλικά μόλις πριν ένα μήνα, καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, σχετικά με την κουλτούρα και την κοινωνία του 20ού αιώνα: ο Καρλ Κράους, η αρ νουβώ, ο μύθος του καουμπόι, η ποπ, τα φεστιβάλ του 21ου αιώνα, οι σχέσεις τέχνης και επανάστασης μετά το 1917, οι δεσμοί τέχνης και εξουσίας είναι ορισμένα από τα θέματα που θίγονται με τον γνωστό συναρπαστικό τρόπο του Χομπσμπάουμ. Προδημοσιεύουμε σήμερα ένα εκτενές απόσπασμα από τον Πρόλογο και μικρά αποσπάσματα από τρεις κριτικές: του Mark Mazower (Financial Times, 29.3.2013), του Jonathan Derbyshire (The New Statesman,9.4.2013) και του Roy Foster (The Irish Time, 13.4.2013).

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Κολάζ του Κουρτ Σβίτερς, 1947

Λίγες σελίδες είναι πιο οικείες σήμερα από την προφητική περιγραφή του Καρλ Μαρξ για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της δυτικής καπιταλιστικής βιομηχανοποίησης. Όμως, καθώς ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός του 19ου αιώνα εγκαθίδρυε την κυριαρχία του πάνω σ’ έναν πλανήτη τον οποίο έμελλε να μεταμορφώσει μέσω της κατάκτησης, της τεχνολογικής υπεροχής και της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας του, κουβαλούσε μαζί του κι ένα ισχυρού γοήτρου φορτίο από δοξασίες και αξίες, που θεωρούνταν φυσιολογικά ανώτερες από άλλες. Ας τις ονομάσουμε «ευρωπαϊκό αστικό πολιτισμό», έναν πολιτισμό που δε συνήλθε ποτέ από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι τέχνες και οι επιστήμες ήταν εξίσου κεντρικές όσο και η πίστη στην πρόοδο και την εκπαίδευση γι’ αυτήν τη σίγουρη για τον εαυτό της κοσμοθεωρία, και αποτέλεσαν πράγματι τον πνευματικό πυρήνα που αντικατέστησε την παραδοσιακή θρησκεία. Γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σ’ αυτόν τον «αστικό πολιτισμό», ο οποίος συμβολίζεται παραστατικά στο μεγάλο δακτύλιο από δημόσια κτίρια των μέσων του 19ου αιώνα που περιβάλλουν το παλιό μεσαιωνικό και αυτοκρατορικό κέντρο της Βιέννης: το Χρηματιστήριο, το Πανεπιστήμιο, το Burgtheater, το μνημειακό Δημαρχείο, το κλασικό Κοινοβούλιο, τα τιτάνια μουσεία της ιστορίας της τέχνης και της φυσικής ιστορίας, το ένα αντίκρυ στο άλλο, και φυσικά την καρδιά κάθε αστικής πόλης εκείνου του αιώνα που σεβόταν τον εαυτό της, τη Μεγάλη Όπερα. Αυτοί ήταν οι τόποι όπου οι «καλλιεργημένοι άνθρωποι» ασκούσαν τη λατρεία τους στους βωμούς της κουλτούρας και των τεχνών. Μια εκκλησία του 19ου αιώνα προστέθηκε στο φόντο μόνο σαν όψιμη παραχώρηση προς το δεσμό μεταξύ Εκκλησίας και αυτοκράτορα.

Όσο πρωτόφαντο κι αν ήταν, αυτό το πολιτιστικό σκηνικό είχε βαθιές ρίζες στην παλιά ηγεμονική, βασιλική και εκκλησιαστική κουλτούρα πριν τη Γαλλική Επανάσταση, δηλαδή στον κόσμο της εξουσίας και του μεγάλου πλούτου, τους κλασικούς πάτρωνες των υψηλών τεχνών και θεαμάτων. Επιβιώνει ακόμα σε σημαντικό βαθμό μέσα από τη διασύνδεση παραδοσιακού κύρους και οικονομικής δύναμης, που επιδεικνύεται σε δημόσιο θέαμα, αλλά δεν περιφράσσεται πια από την κοινωνικά αποδεχτή αύρα της γέννησης ή της πνευματικής αυθεντίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Για την «Ουτοπία», τον μαρξισμό και την ενότητα της Αριστεράς

Standard

 ΕΚΑΤΟ ΤΕΥΧΗ «ΟΥΤΟΠΙΑ»

«Αφού λοιπόν όλοι οι αριστεροί θέλουμε τον  σοσιαλισμό, ας αρχίσουμε να λέμε καλημέρα.Οι αριστεροί να βρεθούμε μαζί στους καθημερινούς αγώνες. Να συνομιλήσουμε. Να προχωρήσουμε σε θεωρητικό-πολιτικό διάλογο, προϋπόθεση για ουσιαστικές και βιώσιμες συνεργασίες»

συνέντευξη του Ευτύχη Μπιτσάκη

To εκατοστό τεύχος της "Ουτοπίας"

To εκατοστό τεύχος της «Ουτοπίας»

Από το 1992, η Ουτοπία αποτελεί ένα μάχιμο και πλούσιο βήμα για τη διανόηση της Αριστεράς, καλλιεργώντας συστηματικά και με συνέπεια τη μαρξιστική προσέγγιση σε όλους τους τομείς. Εκατό τεύχη, περίπου είκοσι χιλιάδες σελίδες συνεισφορά στην κίνηση των ιδεών. Σε αυτές τις χιλιάδες σελίδες, αξίζει να σημειωθεί η προσοχή στις φυσικές επιστήμες και τα αφιερώματα (σε θέματα φιλοσοφικά, οικονομίας ψυχολογίας, τέχνης, αλλά και επίκαιρα θέματα, όπως το έθνος και ο εθνικισμός). Ιδιαίτερη παράμετρος, η εικονογράφηση με έργα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, ουσιαστική και όχι συμβατική, με τη φροντίδα της Μαρίας Κοκκίνου. Καθώς η Ουτοπία συμπλήρωσε εκατό τεύχη (ήδη κυκλοφορεί το εκατοστό πρώτο), συζητήσαμε, για όλα αυτά και πολλά άλλα, με την ψυχή του εγχειρήματος, Ευτύχη Μπιτσάκη. Τον ευχαριστούμε θερμά και ευχόμαστε, με το ίδιο πάθος και πλούτο, η Ουτοπία να συνεχίζει να μας χαρίζει απλόχερα ιδέες και προβληματισμούς.

Στρ. Μπ.

 

Ευτύχης Μπιτσάκης

Ευτύχης Μπιτσάκης

Ξεκινάω από το όνομα. «Ουτοπία». Ένας τίτλος που μπορεί ίσως να ξενίζει για ένα αριστερό και μαρξιστικό περιοδικό.

 H ιδέα για την Ουτοπία γεννήθηκε το 1991, αμέσως μετά την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, σε εποχή γενικευμένης απογοήτευσης. Θεωρήσαμε, τότε, ότι ένα περιοδικό Θεωρίας και Πολιτισμού, ήταν ανάγκη της στιγμής. Προφανώς θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα αριστερό, μαρξιστικό περιοδικό. Γιατί όμως Ουτοπία; Για δύο λόγους. Πρώτο, θέλαμε να αποφύγουμε, για ευνόητους λόγους, έναν παραδοσιακό μαρξιστικό τίτλο. Δεύτερο, Ουτοπία, ως γνωστόν, σημαίνει αυτό που δεν υπάρχει. Την ίδια στιγμή σημαίνει αυτό που δεν υπάρχει ακόμα. Για μας, ο σοσιαλισμός, παρά την κατάρρευση, ήταν το μη εισέτι υπάρχον· μια μη πραγματωμένη δυνατότητα που ωριμάζει ως η επαναστατική υπέρβαση των αντινομιών του υπαρκτού καπιταλισμού.

Όπως είναι γνωστό, σ’ ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, η κοινωνία γεννούσε και γεννά ουτοπίες. Ουτοπίες νοσταλγικές ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος όπως οι ουτοπικές αντιλήψεις ή τα ουτοπικά σχεδιάσματα του Ησίοδου (χρυσή εποχή του Κρόνου), του Πλάτωνα (εναντίον του χρήματος και του πλούτο) ή ουτοπία του Ιάμβλιχου με το ηλιόλουστο νησί των ευτυχισμένων θνητών, ακόμα και του Βιργίλιου όπου συναντάμε αναμνήσεις της αρχαϊκής κοινοκτημοσύνης. Τέλος, η επανάσταση των δούλων στη Μικρά Ασία, με αρχηγό τον Αριστόνικο, επεχείρησε να ιδρύσει στην πράξη μια κοινοκτημονική κοινωνία. Την Πολιτεία του Ήλιου. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ευρώπη, τροφοδότησε νέες ουτοπίες. Την σαρκαστική κριτική του Έρασμου, την κοινοκτημονική ουτοπία του Μόρους, αλλά και την τεχνοκρατική ουτοπία του Φράνσις Μπέηκον. Αλλά την ίδια περίοδο αναπτύχθηκε ο πόλεμος των χωρικών, το κίνημα των Αναβαπτιστών, η χριστιανική-κοινοκτηματική ουτοπία του Καμπανέλλα, το κίνημα των ισοπεδωτών, και οι πρώιμες κομμουνιστικές ουτοπίες του Μπαμπέφ, των Μορλύ και Μαλμπύ, και τέλος οι σοσιαλιστικές ουτοπίες των Σαιν Σιμόν, Φουριέ και Όουεν, πρόδρομοι της μαρξιστικής θεωρίας. Υπάρχουν συνεπώς ουτοπίες αντιδραστικές, ριζοσπαστικές, αλλά και επαναστατικές. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αδιαφορία

Standard

 του Αντόνιο Γκράμσι

μετάφραση: Κωνσταντίνα Ευαγγέλου

  Το κείμενο  που ακολουθεί περιλαμβάνεται στον τόμο Piove, governo ladro! [Βρέχει, κλέφτες κυβερνήτες!] Editori Riuniti, Ρώμη 1996, σ. 59-60). Πρόκειται για πολεμικά κείμενα που σχολιάζουν τα ιταλικά ήθη και γράφτηκαν για την εφημερίδα-όργανο του ιταλικού σοσιαλιστικού κόμματος Avanti! μεταξύ του 1916 και 1918.

Κ. Ευ.

GRAMSCIΕίναι πράγματι ο δυνατότερος μοχλός της Ιστορίας. Αλλά αντίστροφα. Αυτά που συμβαίνουν, το κακό που ενσκήπτει πάνω σε όλους τους ανθρώπους, το εν δυνάμει καλό που μια πράξη αδιαμφισβήτητης αξίας μπορεί να προκαλέσει, δεν οφείλονται στην πρωτοβουλία των λίγων που πράττουν, όσο στην αδιαφορία, στην απουσία[1] των πολλών. Ό,τι συμβαίνει, δεν συμβαίνει τόσο επειδή μερικοί θέλουν να συμβεί, όσο διότι η μάζα των πολιτών εκχωρεί τη βούλησή της, κι αφήνει (κάποιους ελεύθερους) να πράττουν,  αφήνει να συσσωρεύονται οι κόμποι που στη συνέχεια μόνο το σπαθί μπορεί να κόψει, και επιτρέπει την άνοδο στην εξουσία σε ανθρώπους, κάτι που στη συνέχεια μόνο μια εξέγερση μπορεί να ανατρέψει.

 Ο φαταλισμός που φαίνεται να κυριαρχεί στην Ιστορία είναι ακριβώς η απατηλή όψη αυτής της αδιαφορίας, αυτής της απουσίας. Διάφορα γεγονότα ωριμάζουν στη σκιά, επειδή χέρια εντελώς ανεξέλεγκτα υφαίνουν το πανί της συλλογικής ζωής, και η μάζα το αγνοεί. Τα πεπρωμένα μιας ολόκληρης εποχής μανιπουλάρονται σύμφωνα με τις στενές θεωρήσεις, με τους άμεσους σκοπούς μικρών δραστήριων ομάδων, και η μάζα των πολιτών το αγνοεί. Αλλά τα γεγονότα που ωρίμασαν ξεχύνονται, το υφασμένο στη σκιά πανί φτάνει στο τέλος του, και τότε φαίνεται πως ο φαταλισμός τα παρασέρνει όλα και όλους, πως η Ιστορία δεν είναι παρά ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη, ένας σεισμός, όπου όλοι είναι θύματα: κι αυτοί που ήθελαν κι αυτοί που δεν ήθελαν, κι αυτοί που ήξεραν κι αυτοί που αγνοούσαν, κι αυτοί που ήταν δραστήριοι, κι αυτοί που ήταν αδιάφοροι. Συνέχεια ανάγνωσης

Για μια οικολογική ανθρωπολογία

Standard

του Γ.Π. Στάμου

Έμιλ Νόλντε, «Χορός», 1910

Έμιλ Νόλντε, «Χορός», 1910

Σε τούτο το κείμενο θα προσπαθήσω να μιλήσω για μια οικολογική ανθρωπολογία, τα βασικά στοιχεία της οποίας θα αναζητήσω στα Χειρόγραφα του 1844, και μάλιστα στο εδάφιο όπου ο Μαρξ πραγματεύεται την έννοια της αλλοτρίωσης. Αναφέρει, συγκεκριμένα, εκεί ότι ο άνθρωπος εξωτερικεύει τις δυνάμεις του στο κοινωνικό αλλά και το φυσικό περιβάλλον. Οι δυνάμεις αυτές είναι μυϊκές αλλά και διανοητικές, αισθητικές, ηθικές, ό,τι τελοσπάντων συγκροτεί τη δυνατότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται και να παρεμβαίνει. Θα διακινδυνεύσω να θεωρήσω ότι τα παραπάνω μπορούν να αναγνωστούν σε αναφορά τόσο με τον κοινωνικό όσο και με τον ατομικό άνθρωπο. Με άλλα λόγια, θα θεωρήσω ότι σε ένα βαθμό το σύμπλοκο των δυνάμεων που θα εξωτερικευτούν προσδιορίζεται ιδιοσυγκρασιακά, σε μεγάλο όμως βαθμό αυτό θα καθοριστεί και από τη θέση του καθενός στο πλαίσιο του κοινωνικού καταμερισμού. Άλλες δυνάμεις θα εξωτερικεύσει ο οικοδόμος και άλλες ο δάσκαλος.

Το σημαντικό που υπογραμμίζουν τα Χειρόγραφα είναι ότι μέσα από αυτή την εξωτερίκευση ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τις δυνατότητές του, ή, καλύτερα, αποκτά συνείδηση του εαυτού του. Και πάνε λίγο παρακάτω, για να μας πουν ότι με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος φυσικοποιείται· αυτό, στο πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται η κουβέντα, θα πει ότι αποκτά συνείδηση όχι μόνο της κοινωνικής αλλά και της υλικής του υπόστασης, και γενικότερα των σχέσεών του με τους άλλους ανθρώπου καθώςκαι με τη φύση. Συνέχεια ανάγνωσης

Στήβεν Ρέσνικ (1938-2013): ένας σημαντικός μαρξιστής οικονομολόγος

Standard

του Χάρη Κωνσταντινίδη

Στ. Ρέσνικ

Στ. Ρέσνικ

Την Τετάρτη 2 Ιανουρίου έχασε τη μάχη με τον καρκίνο σε ηλικία 74 ετών ο αμερικανός μαρξιστής οικονομολόγος Stephen Resnick. Ο Ρέσνικ ήταν ομότιμος καθηγητής των οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Μασσαχουσέττης στο Άμχερστ και ήταν γνωστός για τη μαρξιστική προσέγγιση που ανέπτυξε κυρίως μέσα από τη μακροχρόνια συνεργασία του με τον καθηγητή Richard Wolff.

Ο Ρέσνικ σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή στο ΜΙΤ σε ηλικία 26 ετών. Ξεκίνησε την καριέρα του στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ το 1965, με κύριο αντικείμενο μελέτης του την οικονομική ανάπτυξη και τα διεθνή οικονομικά. Η ριζοσπαστικοποίηση της έρευνάς του κατά την κορύφωση του πολέμου του Βιετνάμ και η αντίθεσή του στην παρουσία έφεδρων αξιωματικών του αμερικανικού στρατού στο Γέιλ τον οδήγησε, για μικρό διάστημα, στο City College of New York. Συνέχεια ανάγνωσης

Έρικ Χομπσμπάουμ: ένας άνθρωπος του 20ού αιώνα

Standard

της Βίκυς Καραφουλίδου

 Παρακολουθώντας το έργο του Έρικ Χομπσμπάουμ μπορεί κανείς να ανιχνεύσει μια ιδιαίτερη μέριμνα για την αναζήτηση και τη διασφάλιση μιας αφήγησης συνεκτικής και μεστής νοήματος. Για τον βρετανό ιστορικό, η ιστοριογραφία ως «αίσθηση του παρελθόντος», δηλαδή ως βούληση να κατανοηθεί το χθες με τους δικούς του όρους και να ανιχνευθούν οι αλλαγές και οι μεταμορφώσεις του (E. Hobsbawm, Για την Ιστορία, μτφρ. Π. Ματάλας, Αθήνα 1998, σ. 25), πάντοτε συνδέεται έμμεσα με το παρόν και το μέλλον, με τη θέση μας μέσα στον χρόνο, θέση από την οποία δεν μπορούμε να ποτέ να ξεφύγουμε. Το κατεξοχήν ερώτημα που διαχρονικά διατρέχει τη σκέψη του δεν είναι άλλο –κάθε φορά– από το «πώς φτάσαμε ως εδώ;»

Στον Χομπσμπάουμ, η μαρξιστική μέθοδος ανανεώνει την ιστοριογραφική πρακτική, δοκιμάζει τις προϋποθέσεις της έρευνας, προσανατολίζει εκ νέου τα ζητούμενα της και διευρύνει δυναμικά το πεδίο της επιστήμης. Το αίτημα εξάλλου για μια πρωτίστως οικονομική και κοινωνική, αλλά εν τέλει σφαιρική και καθολική ιστορία, έφερε κοντά τους άγγλους μαρξιστές ιστορικούς του PastandPresent με τα γαλλικά Annales, ως πορείες διακριτές μεν αλλά εφαπτόμενες (στο ίδιο, σ. 220-227). Συνέχεια ανάγνωσης

Δεν υπάρχει «υπεύθυνος καπιταλισμός»

Standard

Από την τελευταία  πολιτική συνέντευξη του Έρικ Χομπσμπάουμ (ΒΒC, 19 Iανουαρίου 2012)

Φωτογραφία του Πήτερ Μάρλοου

Ο καπιταλισμός δεν έχει καμία σχέση με την υπευθυνότητα

Ως οικονομικό σύστημα, ο καπιταλισμός δεν έχει καμία σχέση με την υπευθυνότητα. Έχει σχέση με την ανάπτυξη και το κέρδος. Πιστεύω ότι τα τελευταία σαράντα χρόνια ο καπιταλισμός ανέπτυξε ένα είδος παθολογικού εκφυλισμού, σε σχέση με τα λεγόμενα του Άνταμ Σμιθ, ο οποίος πίστευε ότι η έννοια της υπευθυνότητας στον καπιταλισμό δεν υφίσταται, αφού όλα τα καλά αποτελέσματα θα έρχονταν από την ελεύθερη αγορά — με την προϋπόθεση ότι η ελεύθερη αγορά θα λειτουργούσε με απόλυτη ελευθερία.

Ο μαρξισμός δεν είναι  ουτοπική λύση

Ο μαρξισμός δεν είναι ουτοπική λύση. Ο Μαρξ προσδιορίζει τα  μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, τα οποία ο καπιταλισμός δεν μπορεί και δεν θέλει να λύσει. Και  αυτή τη στιγμή το κυριότερο πρόβλημα, πρόβλημα που πρόκειται να ενταθεί ακόμα περισσότερο, είναι ότι, στη διαδικασία μετασχηματισμού του κόσμου μέσω της καπιταλιστικής συσσώρευσης και της εξαιρετικής εξέλιξης της υψηλής τεχνολογίας, ένα στοιχείο της παραγωγής είναι πια το πλεόνασμα να προσδιορίζεται απ’ τη ζήτηση, όπου πλεόνασμα είναι και η εργατική δύναμη. Συνέχεια ανάγνωσης

ΑΦΙΕΡΩΜΑ-7: Οι ξεχασμένες φωνές που ξαναζωντανεύουν

Standard

του Τρίστραμ Χαντ

Προς πώλησιν («Guardian», 22.1.2011)

Στους πρόποδες του Χάμπστεντ Χιθ, όπου ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Έγκελς συνήθιζαν να κάνουν τον απογευματινό τους περίπατο, βρίσκεται το σπίτι του Έρικ και της Μαρλίν Χομπσμπάουμ. Η είσοδος στο σαλόνι της οδού Νάσινγκτον, για μια συζήτηση με τον Χομπσμπάουμ, ήταν παράλληλα και ένα ταξίδι στους μεγάλους ιδεολογικούς αγώνες του 20ού αιώνα των άκρων. Εδώ οι ιδέες είχαν σημασία, η ιστορία σκοπό, και η πολιτική έπαιζε κεντρικό ρόλο.

Το εύρος του έργου και η εμβέλεια της πνεύματός του με εντυπωσίαζαν πάντα. Έως το τέλος της ζωής του, επέμεινε να συναντά διανοούμενους, ποτέ δεν απέτυχε να «βασανίσει» έναν αντίπαλο και συνέχισε να γράφει. Σε ένα απογευματινό τσάι με τον Χομπσμπάουμ η συζήτηση θα μπορούσε να απλωθεί από τα επιτεύγματα του προέδρου Λούλα στη Βραζιλία και τα όρια του Ισάια Μπερλίν ως ιστορικού, μέχρι την κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Δυτική Βεγγάλη και το τι έπρεπε να είχε κάνει ο Ραλφ Μίλιμπαντ με τους γιους του, τον Ντέιβιντ και τον Εντ. Συνέχεια ανάγνωσης