του Στρατή Μπουρνάζου

Ζαν Μέτσινγκερ, «Η σφίγγα», 1920
Το παρωχημένο και εσωστρεφές πανεπιστήμιο της μεταπολίτευσης φεύγει, το σύγχρονο ανώτατο ίδρυμα της αριστείας, της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης έρχεται. Μ’ αυτή τη φράση συνόψισε το ρεπορτάζ της Ελευθεροτυπίας (27.9.2010) τις αλλαγές που εξήγγειλαν στους Δελφούς ο πρωθυπουργός και η υπουργός Παιδείας. «Αριστεία», «ανταγωνιστικότητα», «ανάπτυξη»: ωραίες λέξεις, στ’ αλήθεια. Ας μη μείνουμε όμως στις λέξεις, τα ωραία –ή τα λιγότερο ωραία– λόγια, τη ρητορεία ή τις τουφεκιές στον αέρα, όπως, για παράδειγμα, ότι «καταργείται» (διά νόμου;) «η διδασκαλία στα αμφιθέατρα». Πίσω από τις λέξεις, κάτι αλήθεια σημαντικό κρύβεται εδώ.
Εν αρχή, όλη η εξουσία στα συμβούλια διοίκησης: αυτά, στα οποία θα μετέχουν και «δυνάμεις από την κοινωνία», κατά το πρότυπο των αμερικανικών board of trustees, θα έχουν τον αποφασιστικό λόγο. Οι πρυτάνεις, που μπορεί να επιλέγονται ακόμα και με διαγωνισμό, περιορίζονται στα ακαδημαϊκά ζητήματα, στις συγκλήτους μετέχουν «διακεκριμένες εξωπανεπιστημιακές προσωπικότητες», ενώ καταργείται ουσιαστικά η φοιτητική συμμετοχή.
Η χρηματοδότηση συνδέεται ευθέως με την αξιολόγηση, η οποία εισάγεται ως μέθοδος πειθάρχησης και τιμωρίας, ενώ το κράτος αποσύρεται εμμέσως αλλά σαφώς, όπως δείχνουν η δημιουργία ανεξάρτητης αρχής χρηματοδότησης και η χρηματοδότηση ανά φοιτητή και όχι ανά ίδρυμα. Τη στιγμή δηλαδή που, μέσω των «συμβουλίων διοίκησης», καταργείται η ουσιαστική αυτοτέλεια των ΑΕΙ-ΤΕΙ, θεσπίζεται η «οικονομική αυτοτέλειά» τους: τα ιδρύματα πρέπει «αυτοτελώς» να τα βγάλουν πέρα, αναζητώντας κρατική και ιδιωτική χρηματοδότηση, χορηγίες, δίδακτρα κ.ο.κ.