Παραγωγική Ανασυγκρότηση και οικολογία

Standard

Η σημασία της εμπλοκής των τοπικών κοινωνιών

 του Γ. Π. Στάμου

Αν κάτι αναδείχθηκε καθαρά τον καιρό των Μνημονίων, είναι η αδήριτη ανάγκη αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με τη γεωργία να αποτελεί το βασικό πεδίο της παραγωγικής ανασυγκρότησης. Από όσο είμαι σε θέση τουλάχιστον να γνωρίζω, η παρέμβαση του οικολογικού κινήματος στη σχετική συζήτηση είναι ανύπαρκτη. Είμαι της γνώμης, ωστόσο, ότι χωρίς την οικολογική προοπτική η οποιαδήποτε απόπειρα ανάταξης του χώρου της γεωργίας θα οδηγήσει και πάλι στα γνωστά αδιέξοδα.

Διαμαντής Διαμαντόπουλος – Kαρπούζια

Τι μπορεί να προσφέρει η οικολογική προοπτική, και μάλιστα η αριστερή; Την ιδέα ότι η κατανόηση των φαινομένων της γεωργικής παραγωγής δεν είναι υπόθεση γεωργικών τεχνικών, αλλά διαμορφώνεται στο πλαίσιο μιας συζήτησης όπου μετέχουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι. Σε ότι αφορά την Αριστερά, βασική της επιδίωξη είναι να εδράσει τη συζήτηση στο έδαφος του ρεαλισμού, την παραδοχή δηλαδή ότι είναι άλλο πράγμα τα φυσικά φαινόμενα που τρέχουν εκεί έξω και άλλο η γνώση που αποκτάμε γι’ αυτά μέσω έντονης διανοητικής προσπάθειας και συλλογισμών. Να πει, με άλλα λόγια, ότι τα φυσικά φαινόμενα εκεί έξω διαθέτουν τη δική τους αντικειμενική δυναμική, ανεξάρτητα από την αντίληψη και τη γνώση που σχηματίζουν οι άνθρωποι για αυτά. Να προσθέσει, όμως, ότι ο τρόπος που κατανοούμε τα αντικειμενικά φυσικά αντικείμενα είναι διαδικασία κοινωνική και αντανακλά τον συσχετισμό κοινωνικών δυνάμεων. Κατά συνέπεια, διαθέτει ισχυρά ιδεολογικά φορτία, εξυπηρετεί κοινωνικά προτάγματα και πραγματώνεται σε ένα πεδίο κοινωνικών συγκρούσεων. Συνέχεια ανάγνωσης

Για μια πολεμική οικονομία σε καιρό ειρήνης

Standard

του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου 

Η αγωνία για την έκβαση της διαπραγμάτευσης έχει σκεπάσει με μαύρο σεντόνι την ελληνική κοινωνία τους τελευταίους μήνες, πολλαπλασιάζοντας την απόγνωση που κυριαρχεί έπειτα από τόσα χρόνια εφαρμογής των Μνημονίων. Υπό το φως των πρόσφατων εμπειριών μας στο πεδίο της διαπραγμάτευσης, ποια είναι επί της ουσίας η σημασία των εξελίξεων;

Στάνλεϋ Άντερσον, «Ψεύτικοι Θεοί», 1949

Στάνλεϋ Άντερσον, «Ψεύτικοι Θεοί», 1949

Πρώτα απ’ όλα διαπιστώνουμε ότι, δυστυχώς, έχουμε ανάγκη τις δόσεις των δανειστών με τον τρόπο του ναρκομανούς, καθώς λειτουργούμε σε ένα παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο στο οποίο η σχέση πιστωτή – οφειλέτη έχει αναχθεί σε θεμελιώδη κοινωνική σχέση. Το χρέος χρησιμοποιείται ως εργαλείο μιας τεχνικής διακυβέρνησης και ελέγχου των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων, όπως αναδεικνύει και ο Μαουρίτσιο Λατσαράτο στο βιβλίο του Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου (εκδ. Αλεξάνδρεια, 2014).

Εκτός από αυτό, όμως, οφείλουμε να δούμε κατάματα και μια άλλη κρίσιμη διάσταση: το παραγωγικό υπόβαθρο της χώρας είναι σαθρό, κι όσο αυτό δεν αλλάζει θα συνεχίσουμε να είμαστε απολύτως εξαρτημένοι από εξωγενείς παράγοντες, και να συμπεριφερόμαστε με τον τρόπο του «συλλογικού ναρκομανούς».

Η ακύρωση των ψευδαισθήσεων «περί καλής Ευρώπης που θα πειστεί από τα επιχειρήματά μας» έχει κι αυτή τη βαρύτητά της για την πολιτική μας ωρίμανση. Προκύπτει πλέον καθαρά ότι το Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο πρωτοστατεί σε μια άγρια, πολιτική, παραγωγική και κοινωνική μεταμόρφωση του πλανήτη, ανάλογη σε ένταση και συνέπειες με τη διαδικασία του τελευταίου τέταρτου του 19ου αιώνα όταν, μέσα από φρικτές καταστροφές, εγκαθιδρύθηκε ένα πρωτόφαντο καθεστώς παγκόσμιας ανισότητας, το οποίο δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη γέννηση του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου (η διαδικασία περιγράφεται από τον Mike Davis στο Late Victorian Holocausts. El Nino famines and the making of the Third World, Verso 2000). Συνέχεια ανάγνωσης

Πέρα από την ανάπτυξη

Standard

Αναζητώντας τα εργαλεία της Αριστεράς για την ανασυγκρότηση της οικονομίας

του Γιάννη Μάργαρη και της Έλενας Παπαδοπούλου

 

Φερνάν Λεζέ, «Ο μέγας Ιούλιος», 1945

Φερνάν Λεζέ, «Ο μέγας Ιούλιος», 1945

«Οι πολιτικοί της ευρωζώνης βρίσκονται αντιμέτωποι με τρεις επιλογές: να προχωρήσουν σε πολιτική ένωση, να αποδεχτούν το καθεστώς μιας χρόνιας στασιμότητας, να διαλύσουν την ΟΝΕ. Έχοντας αποκλείσει την πρώτη επιλογή, δύο είναι τα πιθανά ενδεχόμενα: ύφεση και αποτυχία. Ή και τα δύο διαδοχικά». Αυτά έγραφε, πριν δύο εβδομάδες, ο Wolfgang Munchau στους Financial Times, ενδεικτικά για το πώς το πρόσφατο «μίνι κραχ» άνοιξε ξανά τη συζήτηση για ένα νέο επεισόδιο ύφεσης στην ευρωζώνη, σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον με όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά «μόνιμης στασιμότητας».

Στο πλαίσιο της δομικής κρίσης του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, το κυνήγι της ανάπτυξης δεν είναι απλή υπόθεση, ιδιαίτερα όταν κατ’ εξακολούθηση σκοντάφτει στις δομικές αντιφάσεις του συστήματος. Για την Αριστερά, όμως, το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο. Δικός μας στόχος δεν είναι η επαναφορά της δυναμικότητας του καπιταλισμού, αλλά εκείνες οι αναδιαρθρώσεις στο παραγωγικό μοντέλο και τις εσωτερικές του σχέσεις που θα αλλάξουν σταδιακά τον ρόλο της κοινωνίας στον σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικών που την αφορούν. Η σύνδεση της ανάπτυξης με την ανάγκη του κοινωνικού μετασχηματισμού βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής μας και πρέπει να μπολιάσει κάθε προγραμματική και κινηματική μας πρωτοβουλία: η ίδια η έννοιά της αποκτά νόημα μόνο ως κομμάτι μιας συνολικότερης διαδικασίας, αυτής που ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να περιγράψει με τον όρο «παραγωγική ανασυγκρότηση». Συνέχεια ανάγνωσης

Δημοσιονομική πολιτική, παραγωγική ανασυγκρότηση και Αριστερά

Standard

του Ευκλείδη Τσακαλώτου

Mπαλτύς, «Το παιχνίδι με τις κάρτες», 1948-1950

Mπαλτύς, «Το παιχνίδι με τις κάρτες», 1948-1950

Στην πρόσφατη συζήτηση εντός της Αριστεράς για τον ρόλο της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να ξεχωρίσουμε τα πρωτεύοντα από τα δευτερεύοντα ζητήματα. Πρέπει καταρχάς να διαχωρίσουμε τον ρόλο της δημοσιονομικής πολιτικής στη διάρκεια μιας κρίσης, ή όταν υπάρχει στενότητα χρηματοδοτικών πηγών, από την μία, και σε κανονικές συνθήκες από την άλλη. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι η Αριστερά εντάσσει αυτή τη ζήτηση στο πιο σημαντικό ζήτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας. Θα υποστηρίξω εδώ ότι η προσέγγιση της Αριστεράς έχει ορισμένα κοινά σημεία, τόσο με τις προσεγγίσεις των κεϋνσιανών όσο και με εκείνες των οικονομικών της προσφοράς, αλλά εν τέλει τις υπερβαίνει και τις δύο. Συνέχεια ανάγνωσης