Αυτοδιοικητικές επιλογές: Τα δέντρα και το δάσος

Standard

του Αλέξη Οικονομίδη

Ρενέ Μαγκρίτ, "Ο ευαγγελισμός", 1930

Ρενέ Μαγκρίτ, «Ο ευαγγελισμός», 1930

Ορισμένες σκέψεις, με αφορμή τον διάλογο που ξεκίνησε στις σελίδες των «Ενθεμάτων» για τις αυτοδιοικητικές επιλογές και τη σχέση του «τοπικού» με το «εθνικό» με το σχόλιο του Αντώνη Λιάκου και την απάντηση του Χρήστου Σίμου.

1. Οι άνθρωποι δεν βιώνουν μια ενιαία τοπικότητα, την οποία στις επικείμενες εκλογές καλούνται να συνδέσουν πλήρως, μερικώς ή καθόλου με την κεντρική πολιτική αναμέτρηση. Η ίδια η τοπικότητα εμπεριέχει ήδη –και παράγει συνεχώς– διαφορές, και μάλιστα όχι μόνο ποσοτικές: η πόλη δεν είναι ένα μεγάλο χωριό, ούτε η μητρόπολη είναι, απλώς, μια μεγάλη πόλη. Οι διαφορές κλίμακας συγκροτούν –έχουν συγκροτήσει προ πολλού– διαφορετικές ποιότητες.   

2. Γι’ αυτό άλλωστε, ακόμη και στο βαθύτερο σημείο της κρίσης, μια μικρή ή μεσαία πόλη δεν θα ζήσει ποτέ το φαινόμενο που διεθνώς περιγράφεται ως «μητροπολιτική οδύνη»: τη μαζική, δηλαδή, εξαθλίωση των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού της, απόρων, αστέγων, ψυχικά ασθενών, αναπήρων, τοξικοεξαρτημένων, με τις ιδιότητες μάλιστα αυτές να συνυπάρχουν συχνά στα ίδια πρόσωπα. Η Αθήνα όχι απλώς ζει αυτό το φαινόμενο, αλλά, επιπλέον, η διαχείρισή του αποτελεί όρο επιβίωσης γι’ αυτήν. Συνέχεια ανάγνωσης

Ασφαλείς πόλεις

Standard

Από  το 2001 έως σήμερα

 του Νίκου Μπελαβίλα

Εντουάρντο Παολότσι, «Ο Βιτγκενστάιν στη Νέα Υόρκη», 1965

 Στις 12 Σεπτεμβρίου του 2001,  μου τηλεφώνησε ο Άγγελος Ελεφάντης, ζητώντας να ετοιμάσω ένα κείμενο για τις ίδιες σελίδες όπου δημοσιεύεται σήμερα αυτό το άρθρο. Θέμα, η ασφάλεια στις πόλεις. Είχε προηγηθεί η επίθεση στους ουρανοξύστες του Μανχάταν. Ο κόσμος ήταν σοκαρισμένος. Του εξήγησα ότι  μου ήταν αδύνατον. Με μερικές χιλιάδες άμαχους νεκρούς στο κέντρο μιας ειρηνικής πόλης –στο όνομα ενός πολέμου που γινόταν αλλού– τι να πεις; Τότε, βέβαια, ούτε που μπορούσαμε να φανταστούμε τις έμμεσες επιπτώσεις ατου γεγονότος, όχι στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής, αλλά στα εσωτερικά μέτωπα των αστικών δημοκρατιών.

Πέρασαν τα χρόνια. Σταδιακά αλλά σταθερά στο όνομα της ασφάλειας άρχιζαν να εισβάλλουν στη ζωή μας καινοφανή μέτρα: νέοι διεθνείς κανονισμοί, ξεγυμνώματα, ολόσωμα σαρώματα σε αεροδρόμια και ένα  μόνιμο καθεστώς εκτός δικαίου στις πτήσεις, απόλυτη απομόνωση των λιμανιών από τον έξω κόσμο, συναινετική ανοχή στον έλεγχο του διαδικτύου και των επικοινωνιών. Το επόμενο βήμα ήταν η  ευθεία έκπτωση της  ελευθερίας αλλά και της ανθρώπινης ζωής ως αξίας. Στην αρχή τούτο αφορούσε τους συλληφθέντες στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», αυτούς που βασανίζονταν ή εξαφανίζονταν από προσώπου Γης στο Γκουαντάναμο, στο Αμπού Γκράιμπ, στις μυστικές πτήσεις της CIA. Μετά άρχισε να αφορά και άλλους. Εν ψυχρώ εκτελέσεις στους  υπόπτων, απλών παραβατών ή και άσχετων στους δρόμους, στο Λονδίνο, στο Λος Άντζελες, στο Παρίσι. Συνέχεια ανάγνωσης

Το κέντρο της Αθήνας, τοπική εκδοχή της παγκόσμιας πόλης

Standard

ΝΕΕΣ ΥΒΡΙΔΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

της Φωτεινής Μαργαρίτη

Σύμφωνα με την Σάσκια Σάσεν (Κοινωνιολογία της παγκοσμιοποίησης, 2007), η παγκοσμιοποίηση ως αλληλεξάρτηση αλλά και ως πλέγμα παγκόσμιων θεσμών και νέων σχηματισμών, που παράγουν πολύπλοκα και πολυσθενή αστικά στιγμιότυπα, εγκατοικεί στο εθνικό.

Στο Χουαξί, ένα χωριό 2.000 κατοίκων ΒΔ της Σαγκάης. 35.000 εσωτερικοί μετανάστες εργάζονται χωρίς άδεια παραμονής, αναγκασμένοι να διαμένουν έξω από τα όρια του.

Η πόλη είναι πλέον ένα στρατηγικό πεδίο όπου πολλαπλές υπερεθνικές πολιτικές και υπερσυνοριακές διαδικασίες διασταυρώνονται και παράγουν νέους χωρικούς σχηματισμούς.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η μετάλλαξη του κέντρου της Αθήνας δεν συνιστά απλώς μια τοπική ιδιομορφία αλλά σε μεγάλο βαθμό την τοπικοποίηση του παγκόσμιου.

Μετανάστευση και υβριδικές μορφές του αστικού χώρου. Το παγκόσμιο κεφάλαιο και η νέα εργατική δύναμη των μεταναστών είναι δύο σημαντικές περιπτώσεις υπερεθνικών φορέων σήμερα. Η μετανάστευση αποτελεί αιχμή της παγκοσμιοποίησης. Ως εργαλείο προσέγγισης του αστικού χώρου, επιτρέπει να εντοπίσουμε πρωτόγνωρες υβριδικές μορφές, οι οποίες εξελίσσονται σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο κέντρο της Αθήνας.

Η παράνομη μετανάστευση, η βιομηχανία του σεξ ή το εξωθεσμικό εμπόριο, αποτελούν, σύμφωνα με την Σάσεν, φαινόμενο συστημικό, ισοδύναμο της απορρύθμισης στα ανώτατα επίπεδα της οικονομίας και συνιστούν «ρυθμιστικά χάσματα», αντί του εγκλήματος και της παραβατικότητας.

Το φαινόμενο καθίσταται ιδιαίτερα περίπλοκο, καθώς οι παραπάνω επικερδείς δραστηριότητες διευθύνονται από υπερεθνικά παγκόσμια δίκτυα, που εύκολα, λόγω των τεχνολογιών επικοινωνίας, διαφεύγουν της «επιτήρησης». Καταγράφονται μεν στο «περιθώριο» της θεσμικής παγκόσμιας οικονομίας, αλλά βρίσκονται σε στενή διαπλοκή μ’ αυτήν και τις αναλαμβάνει ένας πολυπληθής μετακινούμενος πληθυσμός που ζει σε καθεστώς συνεχούς μετάβασης στις πόλεις.

Ο ξένος, Ι: Στα σύνορα Μεξικού και ΗΠΑ. «Στον τόπο που δεν ξέρω το όνομά μου. Στον τόπο που είμαι, και δεν είμαι», λέει χαρακτηριστικά ο Κάρλος Φουέντες μιλώντας για τα σύνορα Μεξικού-ΗΠΑ. Συνέχεια ανάγνωσης

Φύση και Αστική Δυναμική: Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη

Standard

Επιστημονικό συμπόσιο στη μνήμη της Τζένης Κοσμάκη

Τζένη Κοσμάκη

Την Παρασκευή 3 Ιουνίου, ο Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ διοργανώνει διεθνές επιστημονικό συμπόσιο με θέμα «Φύση και Αστική Δυναμική: Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη», προκειμένου να τιμήσει το επιστημονικό έργο της καθηγήτριας Τζένης Κοσμάκη που διακόπηκε βίαια με τον αιφνίδιο χαμό της τον Σεπτέμβριο του 2010. Όπως σημειώνουν οι οργανωτές, «επιστήμονας, δασκάλα, στέλεχος με σημαντικές ευθύνες στην οργάνωση και διοίκηση του Τομέα και της Σχολής η Τζένη Κοσμάκη, παρουσία σημαντική, οξυδερκής, ουσιαστική, με το δικό της ήρεμο και επίμονο τρόπο εντόπιζε και αναδείκνυε συστηματικά ζητήματα και έννοιες που μερικά χρόνια αργότερα έγιναν όχι μόνο επίκαιρα, αλλά και σχεδόν αυτονόητα, στην επιστημονική συζήτηση, όπως ο αστικός ιστός ως βασικό πεδίο προσέγγισης της πόλης, η ανάγκη καθιέρωσης σχεδιασμών ενδιάμεσης κλίμακας, το λανθάνον δυναμικό του πολεοδομικού περιβάλλοντος, ο συμμετοχικός και οικολογικός σχεδιασμός, η φύση στην πόλη και η έμφαση στους αστικούς υπαίθριους χώρους». Το Συμπόσιο, όπως τονίζουν «επιθυμεί να συμβάλει στην παρουσίαση και ανάδειξη των πρακτικών επέμβασης και αλληλεπίδρασης μεταξύ αστικών και φυσικών συστημάτων και της σημασίας των αστικών υπαίθριων χώρων για τη βιωσιμότητα των σύγχρονων πόλεων. Μια συζήτηση εξαιρετικά επίκαιρη ως προς την τρέχουσα πολιτική αναπλάσεων στο κέντρο της Αθήνας καθώς και τη διερεύνηση των δυνατοτήτων εφαρμογής, γενικότερα, στην ελληνική πόλη».

Με την ευκαιρία αυτού του σημαντικού συμποσίου, στο οποίο μετέχουν διεθνούς κύρους έλληνες και ξένοι αρχιτέκτονες (όπως ο J. Beinart, ο P. Ceccarelli, η A. Vernez-Moudon), μιλήσαμε με τον αρχιτέκτονα πολεοδόμο Δημήτρη Λουκόπουλο και την επίκουρη καθηγήτρια της Αρχιτεκτονικής Ελένη Χανιώτου, μέλη της οργανωτικής επιτροπής.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Σχεδιάζοντας με τη φύση στην πόλη

του Δημήτρη Κ. Λουκόπουλου

«Σχεδιάζοντας με τη Φύση στην πόλη» σημαίνει ότι προσπαθούμε να ενσωματώσουμε στον αστικό σχεδιασμό τους ίδιους τους φυσικούς μηχανισμούς, μάλλον, παρά μεμονωμένα φυσικά στοιχεία. Εγκαταλείπουμε, το πιο απλό παράδειγμα, τη λογική του μεμονωμένου άλσους ή πάρκου και επιδιώκουμε τη δημιουργία ενός δικτύου αστικού και περιαστικού πρασίνου. Η έκταση και η συνέχεια αυτού του δικτύου ευνοούν την ανάπτυξη «ζωντανών» οικοσυστημάτων που, με τη σειρά τους, παρέχουν τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια στους κατοίκους των πόλεων: θερμική άνεση, ευκαιρίες αναψυχής, αισθητικής απόλαυσης… Δεν είναι λοιπόν μόνο πρόβλημα απόκρισης σε ποσοτικές προδιαγραφές (τόσα τ.μ./κάτοικο) αλλά κυρίως διατήρησης ενός φυσικού μηχανισμού συνυφασμένου με τη ζωή.

Τα ποτάμια και οι χείμαρροι; Από τη φύση τους αποτελούν δίκτυα. Δεν είναι μόνο ότι διασφαλίζουν την απορροή και μας προστατεύουν από την πλημμύρα. Κατά μήκος τους υπάρχει υγρασία, και επομένως κατάλληλες συνθήκες για ανάπτυξη βλάστησης, και ακόμα ευνοούν την κυκλοφορία του ανέμου, τον «εξαερισμό» της πόλης που βοηθάει στον έλεγχο των θερμοκρασιών και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Τα δίκτυα λοιπόν αλληλοκαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό και μπορούν να εξυπηρετούν ταυτόχρονα περισσότερους από έναν σκοπούς. Γιατί να μην τα αξιοποιήσουμε;

Η αστικοποίηση μιας περιοχής δεν σημαίνει ότι τα στοιχεία και οι μηχανισμοί της φύσης που λειτουργούν στην επικράτεια της πρέπει να αφανιστούν, ούτε όμως και να αποτελέσουν εμπόδιο για την ανάπτυξη της πόλης. Πόλη και Φύση μπορεί να συνυπάρξουν κάτω από όρους. Αυτή η τάση στον σχεδιασμό, που αναπτύσσεται χρόνια τώρα (θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε «οικολογική προσέγγιση του σχεδιασμού», αν η λέξη δεν είχε ακυρωθεί από την υπέρμετρη χρήση της) προχωράει πέρα από τη συμβατική οπτική, ότι πρέπει να έχουμε πολύ πράσινο, τόσα ποσοστά, μας λείπει ένα πάρκο εδώ και να διατηρήσουμε ανοικτό ένα ρέμα εκεί. Αυτό είναι το ζητούμενο του συμποσίου: να προσεγγίσουμε τα πράγματα βαθύτερα, στο επίπεδο των ίδιων των μηχανισμών της φύσης. Συνέχεια ανάγνωσης