Από την Γκιαούρ Ιζμίρ στην Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων
Το Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ ανακήρυξε, την Παρασκευή 22 Μαΐου επίτιμο διδάκτορα την ιστορικό Πόπη Πολέμη, τιμώντας τη συμβολή της στην ιστορία του βιβλίου και των ιδεών. Για τους ανθρώπους με το έργο το ήθος και την προσφορά της Πόπης Πολέμης, δεν χρειάζονται πολλά και ηχηρά λόγια. Γι’ αυτό θα πούμε μόνο ότι, στην περίπτωση αυτή, η τιμή επιστρέφει στο τιμώντα. Και θα σταματήσουμε εδώ, για να παραθέσουμε όσο το δυνατόν εκτενέστερα αποσπάσματα από την ομιλία της στην τελετή – μια τελετή που δεν ήταν τελετή, αλλά μια γιορτή όπου περίσσευε η χαρά, η συγκίνηση και τα ειλικρινή αισθήματα.
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
της Πόπης Πολέμη
Μαζί με τις θερμές ευχαριστίες για την τιμητική απόφαση του Τμήματος Φιλολογίας, θα ήθελα να ξεκινήσω τη σύντομη αυτή κατάθεση με την ομολογία ενός παλαιού κρίματος, κι ας μην πιστεύω στην δι’ εξομολογήσεως εξιλέωση. Όταν τον περασμένο Οκτώβρη η Μαίρη Μικέ, παλαιά συμφοιτήτρια και φίλη, μου έκανε λόγο για την επικείμενη πρόταση που κατέληξε να μας συγκεντρώσει σήμερα εδώ, η συγκίνηση ήταν εύλογη, προπάντων γιατί η πρωτοβουλία πήγαζε από το Τμήμα με το οποίο με συνδέουν τόσες αναμνήσεις. Ελπίζω οι φίλοι να με συγχωρήσουν αν πω πως, ούτως ή άλλως, η τιμή μού φάνηκε υπερβολική. Ωστόσο, δεν είναι αυτός ο λόγος που η πρώτη αντίδραση ήταν ευγενικά να αρνηθώ. Είναι γιατί μου είχε κακοφανεί πολύ όταν ο Φίλιππος Ηλιού αποδέχθηκε την αντίστοιχη πρόταση από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, για την οποία πίστευα ότι δικαίως του έγινε, αλλά ήμουν απόλυτα πεπεισμένη πως ο ίδιος δεν θα συναινούσε. Βλέπετε, όταν είχα κτυπήσει την πόρτα του τον Σεπτέμβρη του ’82, αυτό συνέβη, μεταξύ των άλλων, επειδή εκείνος ο αποσυνάγωγος αριστερός ουδεμία σχέση είχε με πανεπιστήμια και επίσημους θεσμούς. Εξού και η απογοήτευση, καθώς θεώρησα πως δεχόταν να ενσωματωθεί συμβολικά σε ό,τι τον έβρισκε αντίθετο, αφού προηγουμένως τον είχε αποκλείσει. Η ειρωνεία δε ήταν πως το τηλεφώνημα της Μαίρης ήρθε ακριβώς είκοσι χρόνια μετά την τελετή εκείνη της 25ης Οκτωβρίου του 1994, στη χαρά της οποίας αγενώς είχα αρνηθεί να συμμετάσχω. Σαν κάποιος να μου τραβούσε το αυτί, γελώντας με συγκατάβαση. Συνέχεια ανάγνωσης