του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Οι Καστανιές βλέπουν διαδηλώσεις αραιά και πού. Η τελευταία ήταν τον περασμένο Μάιο, πάλι για το φράχτη. Η προηγούμενη δεν ξέρει κανείς. Αυτή τη φορά είμαστε 500 άνθρωποι: αριστεροί και αριστερές, το Δίκτυο και η Αντιρατσιστική Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης, αναρχικοί, αλληλέγγυοι/ες απ’ την Πάτρα, την Αθήνα και τη Λάρισα μέχρι την Καβάλα, την Αλεξανδρούπολη και την Κομοτηνή. Φτωχό χωριό, το κοντινότερο στη στρατιωτική ζώνη. Χαμηλά σπίτια με αυλές, κτίρια σαν σε προετοιμασία αγγελοπουλικού σκηνικού, ηλικιωμένοι κάτοικοι. Παλιά ζούσαν τη φαντασίωση του ακρίτα· ελληνοτουρκικά σύνορα. Σήμερα παραπονιούνται ότι, αν και ακρίτες, είναι παρατημένοι στην τύχη τους. Μια γυναίκα λέει ότι δεν βρίσκει να πουλήσει το βόδι. Ένας άλλος μας τη λέει: «Τώρα μας θυμηθήκατε;». Η υποδοχή μας αμφίθυμη, απ’ όσους τουλάχιστον είναι ακόμα στο δρόμο στις πέντε το απόγευμα, με τέτοιο κρύο.
Την προηγούμενη φορά η διαδήλωση συνέχισε Ορεστιάδα. Τώρα μένει στις Καστανιές. Κρατάει λιγότερο από μισή ώρα, μέχρι τη σύγκρουση με την αστυνομία στο σημείο του αποκλεισμού. Αν και –υπερβολικά– σύντομη, και παρά τη μικρή ορατότητά της στην περιοχή, είναι ήδη πολιτικό γεγονός και γι’ αυτήν τοποθετούνται όλοι: ο Άνθιμος (φυσικά εναντίον…), ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής («ιδεολογικά υπέρ, αλλά…»), κόμματα και ΜΜΕ (σε διάφορες αποχρώσεις της συμπάθειας). Οι καραβιές και οι χαμένες ζωές, οι αλλεπάλληλες σύνοδοι κορυφής και οι ευρω-φράχτες, και φυσικά ο σπόρος της αλληλεγγύης, που μήνες τώρα καρπίζει από τη Λέσβο ως την Ειδομένη, έχουν ετοιμάσει το έδαφος. Η διαδήλωση είναι πολιτικό γεγονός: μειοψηφικό στην εκκίνηση, που όμως απευθύνθηκε πλειοψηφικά στην κοινωνία, κέρδισε πολιτική νομιμοποίηση, και με την Ελλάδα να μετρά καθημερινά πνιγμούς, και την ηθική υπεροχή. Γι’ αυτό θα έχει και συνέχεια. Συνέχεια ανάγνωσης