Ο περίπλους του Magnum και η άγονη φωτογραφική γραμμή

Standard

της Πηνελόπης Πετσίνη

"Ολυμπιακές Αρετές", σκαρίφημα του ιστορικού τέχνης Ian Jeffrey, που περιγράφει project της πρότασης του Φωτογραφικού Δικτύου στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα. Θεσσαλονίκη, 2001.

«Ολυμπιακές Αρετές», σκαρίφημα του ιστορικού τέχνης Ian Jeffrey, που περιγράφει project της πρότασης του Φωτογραφικού Δικτύου στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα. Θεσσαλονίκη, 2001.

Tο 1997, ο τότε Yπουργός Πολιτισμού Eυάγγελος Bενιζέλος ανακοινώνει τη δημιουργία ενός νέου θεσμού, της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, αντί του συνήθους προγράμματος πολιτιστικών εκδηλώσεων που συνοδεύουν τους αγώνες. Την ίδρυση του θεσμού ακολοθούν μεγαλεπήβολες εξαγγελίες, ρητορικός μαξιμαλισμός περί «Πολιτισμού των Πολιτισμών» και αιτήματα στους φορείς να υποβάλουν μεγαλόπνοα σχέδια. Η εκτεταμμένη και κοστολογημένη πρόταση των φορέων του Φωτογραφικού Δικτύου, που κατατέθηκε στον αρμόδιο οργανισμό (ΟΠΕΠ) μετά από αίτημα του ΥΠ.ΠΟ, δεν είχε καν την τύχη να λάβει μια απάντηση. Ένας τριετής σχεδιασμός που περιελάμβανε αναθέσεις έργων, εκθέσεις, σεμινάρια, θεωρητικές εκδόσεις και τη δημιουργία μιας συλλογικής ιστορίας της ελληνικής φωτογραφίας, αγνοήθηκε προκλητικά και στη θέση του ήρθε μια πολυδάπανη έκθεση του γαλλικού πρακτορείου Magnum. Έτσι, η μόνη φωτογραφική δράση της Πολιτιστικής Oλυμπιάδας υπήρξε η έκθεση «Περίπλους, 12 Φωτογράφοι του Magnum στη Σύγχρονη Eλλάδα». 

O Περίπλους

Το γενικό σκεπτικό της παραγωγής βασιζόταν στην Ελλάδος Περιήγησι του Παυσανία: Δέκα τα βιβλία του Παυσανία, δέκα και οι φωτογράφοι του Magnum. Δεδομένου ότι, κατά τα άλλα, τόσο οι τόποι όσο και το ίδιο το σκεπτικό του σύγχρονου Περίπλου ουδεμία σχέση είχαν με το έργο του Παυσανία, είναι προφανές ότι αυτό δεν ήταν παρά ένα εύρημα για να δώσει λίγη αρχαιοελληνική αίγλη στο όλο εγχείρημα. Στο ίδιο πνεύμα, την κάθε ενότητα συνόδευε ένα αρχαίο κείμενο –κανένα από τα οποία δεν ήταν του Παυσανία. Συνέχεια ανάγνωσης

Μisafir: Mια φωτογραφία και δυο-τρία πράγματα που ξέρω γι’αυτήν

Standard

Της Μαγδαληνής Βαρούχα

Ένας χρόνος, έξι τεύχη, πάνω από σαράντα συνεργάτες, είναι ο σύντομος απολογισμός του διαδικτυακού, φωτογραφικού περιοδικού Misafir που εκδίδεται από τους φωτογράφους Γιάννη Κωσταρή στη Χίο και Φανή Τσακιρίδου στην Αθήνα.

Φωτογραφία του Γιάννη Κωσταρή

Φωτογραφία του Γιάννη Κωσταρή

«Ξεκινήσαμε με ένα δοκιμαστικό τεύχος το καλοκαίρι του ’14, τώρα ετοιμάζουμε το έβδομο τεύχος, προσπαθούμε να είμαστε αυστηροί με το υλικό που δημοσιεύουμε, να βρίσκουμε νέους συνεργάτες –οι περισσότεροι δεν είναι επαγγελματίες–, ωστόσο ο καθένας και η καθεμιά νομίζουμε έχουν  κάτι ενδιαφέρον να πουν», μας λέει ο φωτογράφος και εμπνευστής του Misafir Γιάννης Κωσταρής, που τα τελευταία δυο χρόνια ζει στη Χίο. Η  σχέση της φωτογραφίας με τον λόγο είναι ένα ζήτημα το περιοδικό προσπαθεί να διερευνήσει με διάφορους τρόπους, έχοντας ως άξονα τη λέξη του τίτλου, που παραπέμπει στον ξένο, συνεχίζει ο Γιάννης. Συνέχεια ανάγνωσης

Η φωτογραφία ως τρόπαιο: Όχλος, λιντσάρισμα και αναμνηστική καταγραφή

Standard

20.10.2015: Τέσσερα χρόνια από την εκτέλεση Καντάφι

της Πηνελόπης Πετσίνη

Άνδρας κρατά φωτογραφία του νεκρού Καντάφι μετά την ανακοίνωση του θανάτου του. Τρίπολη, Λιβύη, 20 Οκτωβρίου 2011.

Άνδρας κρατά φωτογραφία του νεκρού Καντάφι μετά την ανακοίνωση του θανάτου του. Τρίπολη, Λιβύη, 20 Οκτωβρίου 2011.

Η «δημοσιογραφία των πολιτών» είναι πλέον ένας όρος-πασπαρτού, που περιγράφει οποιονδήποτε: από τον επαναστάτη της Αραβικής Άνοιξης μέχρι τον γείτονα που ανησυχεί γι’ αυτό που συμβαίνει δίπλα του. Αρκετές εικόνες αυτού του είδους είναι πια πασίγνωστες: από τα αναμνηστικά στιγμιότυπα των βασανιστηρίων στο Άμπου Γκράιμπ μέχρι τις φωτογραφίες κινητών από την εκτέλεση του Σαντάμ Χουσεΐν. Πιο πρόσφατο παράδειγμα, η σύλληψη και εκτέλεση του Μουαμάρ Καντάφι στις 20 Οκτωβρίου 2011, η οποία μεταδόθηκε ευρύτατα και λεπτομερειακά από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης πρωτίστως με τις εικόνες που δημιούργησαν και διακίνησαν οι αυτόπτες μάρτυρες (ή συμμετέχοντες) στο λιντσάρισμά του. Ήδη από την αρχή των γεγονότων, το Al Jazeera μετέδιδε ότι οι εξελίξεις γίνονταν γνωστές από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης «χάρη σε θαρραλέους πολίτες-δημοσιογράφους», κάποιοι εκ των οποίων ήταν επαναστάτες. Και, όπως παρατήρησε ένας ανταποκριτής, «αυτοί που ρίσκαραν τη ζωή τους για να ανατρέψουν το καθεστώς Καντάφι αναγνώριζαν την αξία τόσο του Καλάζνικοφ όσο και της φωτογραφικής μηχανής στη διεξαγωγή ενός πολέμου». Συνέχεια ανάγνωσης

Μνήμη και Λήθη: Η φωτογραφία και τα ίχνη της Ιστορίας

Standard

της Πηνελόπης Πετσίνη

Θωμάς Γερασόπουλος, από τη σειρά «Site of Memories»: «H Σπηλιά του Ζαχαριάδη»

Θωμάς Γερασόπουλος, από τη σειρά «Site of Memories»: «H Σπηλιά του Ζαχαριάδη»

Στον ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο, η οξύτατη ιστοριογραφική διαμάχη για το «τραυματικό παρελθόν» –τη δεκαετία του 1940, και συγκεκριμένα την Κατοχή και τον Εμφύλιο– βρέθηκε στο αποκορύφωμά της μια δεκαετία πριν, υποχρεώνοντας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Πολυμέρης Βόγλης, όσους ασχολουνται επιστημονικά με την περίοδο να επανεξετάσουν κριτικά τις βεβαιότητες και τις υποθέσεις τους. Προφανώς και αυτό το ενδιαφέρον δεν ήταν καινούριο (το αποδεικνύει άλλωστε ένα πλήθος άρθρων και δοκιμίων των προηγούμενων δεκαετιών, όπως των Χάγκεν Φλάισερ, Μαρκ Μαζάουερ, Γιώργου Μαργαρίτη, Τασούλας Βερβενιώτη κλπ.). Αυτή η τελευταία έκρηξη ενδιαφέροντος χαρακτηρίστηκε από μια «στροφή στην κοινωνία» που επεδίωξε να αναδείξει την αλληλεπίδραση μεταξύ του κοινωνικού και του πολιτικού, διπλωματικού, στρατιωτικού παράγοντα, ενώ ταυτόχρονα επανέφερε στη συζήτηση τη σχέση ιστορίας και μνήμης δίνοντας έμφαση στο κοινωνικό πλαίσιο αλλά και στην εγγραφή της μνήμης στον χώρο. Η συμφιλίωση του γνωστικού πεδίου της παραδοσιακής ιστοριογραφίας με έννοιες όπως αυτές της συλλογικής μνήμης του Μορίς Αλμπάκς ή των μνημονικών τόπων του Πιερ Νορά, οδήγησε, αν μη τι άλλο,  σε πιο δυναμικές προσεγγίσεις του παρελθόντος. Συνέχεια ανάγνωσης

Αναπαριστώντας την Ελληνική Ύφεση

Standard

Φωτογραφικές αφηγήσεις της κρίσης

της Πηνελόπης Πετσίνη

Από την αρχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Ελλάδα αποτελεί τακτικό θέμα στα διεθνή μέσα ενημέρωσης.  Απεικονίζεται ως μια από τις πιο άσχημα πληγείσες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια χώρα με αστρονομικό χρέος, πολύ υψηλή ανεργία και έντονες κοινωνικές εντάσεις, εξαιτίας των εξοντωτικών προγραμμάτων λιτότητας που της έχουν επιβληθεί.

Λουίζα Γκουλιαμάκη, «Διαμαρτυρία αγροτών ενάντια στο υψηλό κόστος παραγωγής», Αθήνα 6.2.2013 (από τη σειρά Greek Crisis).

Λουίζα Γκουλιαμάκη, «Διαμαρτυρία αγροτών ενάντια στο υψηλό κόστος παραγωγής», Αθήνα 6.2.2013 (από τη σειρά Greek Crisis).

Καθώς βάθαινε η ύφεση στην Ελλάδα, το θέαμα της ελληνικής κρίσης προβλήθηκε εκτενέστατα από τα παγκόσμια ειδησεογραφικά πρακτορεία μέσω σοκαριστικών εικόνων όπως αυτή της Λουίζας Γκουλιαμάκη. Οι εικόνες απελπισμένων Αθηναίων να αγωνίζονται να αρπάξουν σακούλες με φρούτα που μοίραζαν αγρότες και παραγωγοί (στο πλαίσιο διαμαρτυρίας ενάντια στα υψηλά κόστη παραγωγής) κυριάρχησαν στα ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης.  Τη θριαμβευτική και γεμάτη αίγλη οπτική αφήγηση των Ολυμπιακών Αγώνων, του Euro και της Eurovision που διατυμπανιζόταν μόλις πριν μία δεκαετία, διαδεχόταν η εικόνα μιας φτωχής, υπερχρεωμένης χώρας, αφήνοντας για μια ακόμα φορά τους Έλληνες μετέωρους σχετικά με την ταυτότητά τους και τη θέση τους στην Ευρώπη. Συνέχεια ανάγνωσης

Η φυσική τάξις των πραγμάτων

Standard

 KI  ΥΣΤΕΡΑ ΓΙΝΑΜΕ ΩΡΑΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

στον Τόλη

Για μερικούς θα μπορούσε να είναι ο ορισμός της ευτυχίας. Κατά κάποιο τρόπο συνάγεται εκ της εικόνος, φυσικά και αβίαστα: Η φάτσα της ηλικιωμένης εκδοχής (της σύγχρονης, μιλώντας σε αφηγηματικό χρόνο) είναι σαφώς η πλέον χαρούμενη, περισσότερο και από αυτή του ανέμελου πιτσιρικιού. Τι άραγε προκαλεί αυτή την ιλαρότητα; Η ανάμνηση των προηγούμενων φωτογραφικών ενσταντανέ, το στοίχημα με τη ζωή που πιθανά είχε βάλει σε καθένα από αυτά; Ένα στοίχημα που κέρδισε: έστι μεν τεκμήριον οράν η φωτογραφία.

Και τι γίνεται όταν διαταράσσεται αυτή η «φυσική τάξις των πραγμάτων»; Όταν στη φωτογραφία που καδράρεις λείπει κάποιο πρόσωπο; Όταν δεν μπορείς, από πολύ νωρίς, να συνοδεύεσαι από τα πιο προσφιλή σου πρόσωπα σε καμιά φωτογραφία; Τι νόημα έχει τότε το οποιοδήποτε στοίχημα;

 Θα θυμηθώ την ρήση του Μ. Καραγάτση πάνω στην οποία έστησε τον «Γιούγκερμαν»: «Η μοίρα των θεών είναι η λήθη, η μοίρα των ανθρώπων ο θάνατος». Ο θάνατος, όπως οι κενές θέσεις των προσώπων στις φωτογραφίες σου. Όπως τα δάκρυα που παίρνουν τις θέσεις τους.  Όπως η αδυναμία να καταλάβεις το γιατί. Συνέχεια ανάγνωσης

Έπαρση και υποστολή

Standard

 ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΓΙΝΑΜΕ ΩΡΑΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

Είναι νομίζω δύσκολο να σχολιάσεις μια φωτογραφία που έχεις τραβήξει. Άλλωστε, μετά το κλικ της μηχανής, σπάνια επιστρέφω σε μια φωτογραφία. Και πάλι τότε για να τη διαβάσω με έναν διαφορετικό, από τον αρχικό, τρόπο.

Πριν λίγα χρόνια, χαζεύοντας από το πίσω παράθυρο της δουλειάς στον ακάλυπτο, το βλέμμα σταμάτησε σε μια ελληνική σημαία που κρεμασμένη μια απλώστρα. Οι υποθέσεις πολλές. Μια πατριωτική οικογένεια σε μια περιοχή με πολλούς μετανάστες; Ναι, αλλά γιατί η γαλανόλευκη με μανταλάκια, συντροφιά με τα ασπρόρουχα και όχι σε κοντάρι; Εν είδει προφύλαξης της μπουγάδας; Από αιδώ για τα εσώρουχα; Άραγε δεν έβρισκε κάποιο άλλο πανί η νοικοκυρά; Δεν έμαθα ποτέ. «Υπεστάλη», όταν πιθανόν αναχώρησαν οι ιδιοκτήτες της.

Την θυμήθηκα ξανά με αφορμή έναν κόσμο που υψώνει το λάβαρο· έναν κόσμο που δεν αναγνωρίζω. Τα «παλικάρια» και τις εφόδους τους που — τα ξυρισμένα κεφάλια  συντεταγμένα με τις σημαίες– πλασάρονται ως οι μόνοι γνήσιοι δικαιούχοι και καπηλεύονται τη χρήση της. Φαινόμενο σαφώς όχι πρωτόγνωρο, αλλά σίγουρα ανησυχητικό. Δεν νομίζω να έχω δακρύσει ποτέ αντικρίζοντας την γαλανόλευκη, ωστόσο σηματοδοτούσε κάποια πράγματα για μένα. Αλλά φοβάμαι ότι έχω αρχίσει να βλέπω σημαία και να ανατριχιάζω, και όχι από συγκίνηση. Εκεί που κάποιοι κάνουν έπαρση, εγώ βλέπω υποστολή.

Αγγελική Χριστοδούλου Συνέχεια ανάγνωσης