«Μαζί μας είχαμε παιχνίδια, τρεις τσάντες παιχνίδια ο καθένας…»
του Ύβο Φίτζχερμπερτ
μετάφραση: Μαρία Καλαντζοπούλου
Η βομβιστική επίθεση, το μεσημέρι της Δευτέρας 20 Ιουλίου, στο Πολιτιστικό Κέντρο Αμάρα του Σουρούτς θα καταγραφεί στην ιστορία ως τραγωδία. Το Σουρούτς είναι μια συνοριακή πόλη που απέχει 15 χιλιόμετρα απ’ το Κομπάνι κι έχει λειτουργήσει ως κέντρο επιχειρήσεων ανακούφισης και ως κόμβος για όλες τις δραστηριότητες υποστήριξης στην περιοχή.
Για πολλούς, το Αμάρα ήταν ένα ιερό μέρος και καταφύγιο για πρόσφυγες που δραπέτευαν από τις μάχες στο Κομπάνι, για πολλούς μήνες. Λειτούργησε ως βάση συντονισμού για τις προσπάθειες υποστήριξης των δεκάδων προσφυγικών καταυλισμών που ήταν σκορπισμένοι σ’ όλη την πόλη, και ως κέντρο της διεθνούς αλληλεγγύης και των αντιπροσωπειών που επισκέπτονταν την περιοχή.
Κατά τη διάρκεια των μαχών, που άρχισαν τον περασμένο Σεπτέμβριο, για όσους δημοσιογράφους και ακτιβιστές ήρθαν να προσφέρουν την υποστήριξή τους, το Αμάρα ήταν το σπίτι τους. Πέρασα πολλές εβδομάδες στο πολιτιστικό κέντρο κάνοντας πολυάριθμα ταξίδια στη συνοριακή γραμμή, κι αυτό ήταν ένα μέρος που μας έφερνε όλους σε επαφή.
Εκτός του ότι ήταν ο κόμβος για τους ανθρώπους που έρχονταν από το εξωτερικό, το κέντρο λειτούργησε επίσης ως καταφύγιο για παιδιά. Πολλά εργαστήρια για τα παιδιά οργανώθηκαν εδώ, ενώ παραμένει μόνιμα αναρτημένη στην κεντρική αίθουσα μια έκθεση παιδικής τέχνης.
Ένας ειδικός στόχος
Η βομβιστική επίθεση στόχευε ειδικά μια ομάδα αλληλεγγύης που ονομαζόταν Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Οργανώσεων Νεολαίας (Socialist Federation of Youth Associations, SGDF). Τα νεαρά της μέλη είχαν έρθει να βάλουν ένα χέρι στην προσπάθεια ανοικοδόμησης και σκόπευαν να περάσουν στο Κομπάνι, όπου θα συμμετείχαν στο χτίσιμο μιας παιδικής χαράς. Τα θύματα της σφαγής προέρχονταν κυρίως από την Κωνσταντινούπολη, και πολλά ήταν φοιτητές και φοιτήτριες. Συνέχεια ανάγνωσης