Β. Τρομοκρατία και τρομοκράτηση

Standard

Πέρασαν εβδομήντα χρόνια- 2

Του Βασίλη Κρεμμυδά

υπερ του βασιλεωςΈνα παιδάκι δέκα, έντεκα, δώδεκα χρoνών δεν μπορεί να θυμάται λεπτομέρειες· ούτε το «κλίμα» της παιδικής εποχής του καν· κάτι να του κολλήσει στο μυαλό, μπορεί. Εμένα μου κόλλησε, δε βγήκε ποτέ από το μυαλό μου δηλαδή, ένα όνομα: Μαγγανάς. Στο άκουσμα μόνο «έρχεται ο Μαγγανάς!» τρέχαμε να κρυφτούμε, να γλιτώσουμε από την αντικομμουνιστική μανία αυτού του εγκληματία: διαθέτοντας πολυπληθή και πάνοπλη συμμορία είχε αναλάβει από μόνος του να εξαφανίσει κάθε εαμικό υπόλοιπο στη νότια Μεσσηνία· έφτασε στο σημείο να καταλάβει ολόκληρη πόλη, την Καλαμάτα, να συλλάβει 80 ομήρους και να εκτελέσει 14 στελέχη του ΕΑΜ.

Σημαδιακός χρόνος το 1945· έπρεπε να «τακτοποιηθούν» πολλά από τα πράγματα που προέκυψαν από τον πόλεμο και την Kατοχή. Από την Κατοχή πολλοί βγήκαν κατεστραμμένοι υλικά, εξουθενωμένοι ψυχικά — και διωκόμενοι. Βγήκαν οι πεινασμένοι· βγήκαν και οι πλούσιοι — οι νεοπλούσιοι. Και ας προσέξουμε: στην Κατοχή –και για κάμποσα χρόνια μετά– δεν πείνασαν όλοι! Συνέχεια ανάγνωσης

Α. Εικόνα καταστροφής

Standard

 Πέρασαν εβδομήντα χρόνια

του Βασίλη Κρεμμυδά

Θα μπορούσα να το πω και αλλιώς, ίσως πιο κομψά, ίσως πιο επιστημονικά: «συμπληρώνονται φέτος εβδομήντα χρόνια!». Προτιμώ το «πέρασαν»· από πότε; από το 1945. Και τι έγινε το 1945; τίποτε, αλλά πάρα πολλά.

Θέλω να περιδιαβάσω, έτσι το λέγαμε παλιά, αυτά τα εβδομήντα χρόνια κοιτάζοντας τα από βαθειά όπως τα είδα — όχι, δεν πρόκειται για προσωπικές αφηγήσεις και βιώματα: και να ήθελα να το κάνω, αμφιβάλλω αν θα μπορούσα· η ματιά του ιστορικού έχει κυριαρχήσει σε κάθε έκφανσή μου, θέλω-δε θέλω. Αυτό που λέω, επομένως, είναι ότι για να γράψω τα σημειώματα που θα ακολουθήσουν δεν έχω κάνει πρωτογενή έρευνα.

Αίθουσα σχολείου, 1945-46. Φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου (Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείο Μπενάκη)

1945 λοιπόν, και η χώρα μετράει τις πληγές της· θα καταφέρει να τις μετρήσει; όχι! είναι αμέτρητες. Είχαν καταστραφεί όλα από τον πόλεμο και την Κατοχή. Και εντωμεταξύ, στο τέλος του προηγούμενου έτους ο Τσώρτσιλ μεγάλος νικητής του πολέμου, με το στρατηγό Σκόμπι, ήρθαν να ενισχύσουν τη νόμιμη κυβέρνηση – ποια ήταν αυτή και από πού ήταν νόμιμη; και με τον βασιλιά τι θα γινόταν; και τα Δεκεμβριανά; και επιτέλους αυτή η ελληνική κοινωνία που έβγαινε από έναν πόλεμο, από μια σκληρή Κατοχή και μια μεγαλειώδη Αντίσταση τι ήταν; Ποια ήταν η μορφή και ο χαρακτήρας της; Θα τα δούμε όλα αυτά. Συνέχεια ανάγνωσης

Τι ψάχνει η σύγχρονη λογοτεχνία στην ιστορία;

Standard

 Σκέψεις πάνω στο έργο της Μάρως Δούκα

της Άννας Μαρίας Δρουμπούκη

 

«Άτιμο πράγμα η Ιστορία. Πέφτει πάνω στη ζωή και την πλακώνει».

Σοφία Νικολαΐδου, Απόψε δεν έχουμε φίλους.[1]

Μάρω Δούκα

Μάρω Δούκα

Η ελληνική πεζογραφία τείνει τα τελευταία χρόνια να αναπτύξει μια προνομιακή σχέση με την ιστορική αναπαράσταση: Από τους διωγμούς των Εβραίων της Θεσσαλονίκης με την Εβραία Νύφη του Δαβέττα, τον Εμφύλιο και τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης μέχρι τις ελληνικές κοινότητες της Μικράς Ασίας και της Οδησσού, τον Εθνικό Διχασμό, το Βυζάντιο, τους Τουρκοκρητικούς (Αθώοι και φταίχτες, Μάρω Δούκα) και τον Αγώνα του 1821 (Ρέα Γαλανάκη). Η λίστα είναι μακρά, ιδιαίτερα για όσους από εμάς ασχολούμαστε με τη δεκαετία του ‘40: Πολιορκία, Ιαγουάρος του Κοτζιά, το Κιβώτιο του Αλεξάνδρου, το Πένθιμο Εμβατήριο του Πατατζή, η Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα της Ζέη ή η Κάθοδος των Εννιά και η Ορθοκωστά του Βαλτινού…

Συγγραφείς που θεωρήθηκε ότι «παρεκκλίνουν» και δεν ακολούθησαν τον δρόμο της υπεράσπισης των κομματικών ιδανικών στη γραφή τους, όπως ο Άρης Αλεξάνδρου και ο Δημήτρης Χατζής, έπιασαν το νήμα της ιστορίας, άλλοτε με συνέπειες και άλλοτε με προσωπικές ματαιώσεις. Ο πρώτος έγραψε τα ποιήματά του και το θεατρικό του έργο Αντιγόνη εκτοπισμένος στη Μακρόνησο και απομονωμένος από τους συνεξόριστούς του. Αρκετά χρόνια αργότερα, στο Παρίσι πια, έγραψε ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της νεότερης ελληνικής πεζογραφίας, το συγκλονιστικό Κιβώτιο. Όσο για τον Δημήτρη Χατζή, το διήγημά του «Ανυπεράσπιστοι», δημοσιευμένο στην Επιθεώρηση Τέχνης το 1964, προκάλεσε την αντίδραση του κομματικού μηχανισμού. Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος μας θυμίζει ότι ο ταγματάρχης του Δημοκρατικού Στρατού Ασπροπόταμος το χαρακτηρίζει «φιλολογικό φτύσιμο, που καλά θα ’κανε ο άκαπνος συγγραφέας να το κρατήσει για τον εαυτό του». Ο κομματικός «Λογοτεχνικός κύκλος» που συνεδρίασε εσπευσμένα έκρινε ότι το διήγημα «Ανυπεράσπιστοι» του Δ. Χατζή φανερώνει υποχώρηση του συγγραφέα στην πίεση της αστικής ιδεολογίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Αντίσταση ή υπακοή;

Standard

22 Iουλίου: 70 χρόνια από τη μαζικότερη αντιστασιακή κινητοποίηση της Κατοχής

 

του Μενέλαου Χαραλαμπίδη

 8888888888888888888888Σπάνια βλέπουμε την Αντίσταση κατά την περίοδο της Κατοχής ως ένα τεράστιο ηθικό, πολιτικό και ψυχολογικό δίλλημα που έθεσε τις επιλογές, διαμόρφωσε τις συνειδήσεις και καθόρισε τις ζωές των ανθρώπων: Αντίσταση ή υπακοή; Δράση ή αναμονή; Τον πρώτο χρόνο της Κατοχής, κάθε αντίσταση ενάντια στον κατακτητή φαινόταν μάταιη. Ο αήττητος στρατός της ναζιστικής Γερμανίας κατέλαβε αστραπιαία σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Οι υποστηρικτές της υπακοής απέναντι στους κατακτητές και της στάσης αναμονής έως τη λήξη του πολέμου δικαιώνονταν από τις εξελίξεις. Η κατάσταση επιδεινώθηκε με το ξέσπασμα του κατοχικού λιμού. Η τρομοκρατία της πείνας και των 50.000 περίπου νεκρών, διέγραψε το δίλλημα αυτό από τις σκέψεις των λιμοκτονούντων Αθηναίων. Τα λαϊκά στρώματα γνώρισαν την απόλυτη ανθρωπιστική κρίση της βιολογικής εξόντωσης, τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης εξανεμίζονταν από τον πληθωρισμό και η ακίνητη περιουσία της πωλούνταν στους μαυραγορίτες, ακόμη και μερίδα των μεγαλοαστών του Μεσοπολέμου έχασε τις επιχειρήσεις της που έκλειναν λόγω των τεραστίων ελλείψεων σε πρώτες ύλες και εμπορεύματα. Η πλήρης εξαθλίωση βύθιζε την ελληνική κοινωνία σε αδράνεια. Η καθημερινότητα αναλωνόταν στην προσπάθεια εξεύρεσης τροφίμων. Φαίνεται λοιπόν ότι είχε δίκιο ο Γιόζεφ Γκαίμπελς, όταν έγραφε στο ημερολόγιό του:  «Οι κάτοικοι των κατεχόμενων περιοχών είναι βουτηγμένοι στις υλικές έγνοιες. Η πείνα και το κρύο είναι στην ημερήσια διάταξη. Άνθρωποι που η μοίρα τους έχει χτυπήσει τόσο σκληρά, σε γενικές γραμμές δεν κάνουν επαναστάσεις».[1]

Η εξέλιξη που ανέστρεψε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, που επανέφερε το δίλημμα αντίσταση ή υπακοή, δεν ήταν η απόλυτη απόγνωση και εξαθλίωση του πληθυσμού, αλλά η εμφάνιση της οργανωμένης αντίστασης. Στην Αθήνα, από την άνοιξη του 1942, με την ύφεση του λιμού, οι αντιστασιακές οργανώσεις δραστηριοποιούμενες στους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης, κατάφεραν να κινητοποιήσουν μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων, που αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη του μαζικότερου αντιστασιακού κινήματος πόλεων πανευρωπαϊκά. Οι συνεχείς μικρές και μεγάλες κινητοποιήσεις έφτασαν στο απόγειό τους τον Φεβρουάριο-Μάρτιο  του 1943, όταν ο αγώνας ενάντια στην πολιτική επιστράτευση οδήγησε στην απόσυρσή της και την αποφυγή της αποστολής δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων στα γερμανικά εργοστάσια για καταναγκαστική εργασία.[2] Η μεγάλη νίκη της Αντίστασης, σε συνδυασμό με την κατάρρευση της φασιστικής Ιταλίας, αναπτέρωσε τις ελπίδες του κατεχόμενου λαού. Η Αντίσταση κέρδιζε ανέλπιστες, μέχρι πριν λίγους μήνες, νίκες, πείθοντας όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού για το αναγκαίο της δράσης της. Το δίλημμα αντίσταση ή υπακοή έμπαινε ξανά με διαφορετικούς πλέον όρους. Συνέχεια ανάγνωσης

Αριστερά και αστικός πολιτικός κόσμος: ένα συνέδριο στο Πάντειο, 17-20.4.2013

Standard

Ο καθοριστικός ρόλος της Αριστεράς τις δεκαετίες 1940 και 1950

του Προκόπη Παπαστράτη

 Το συνέδριο «Αριστερά και πολιτικός κόσμος, στις δεκαετίες του 1940 και 1950», που οργανώθηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου υπήρξε ένα συνέδριο αξιοπρόσεκτο από πολλές απόψεις: της επιλογής της θεματολογίας, της συμμετοχής πολλών νέων ερευνητών, για τα ιστοριογραφικά και πολιτικά ζητήματα που θέτει, ζητήσαμε από τον Προκόπη Παπαστράτη, εκ των οργανωτών, να μας συνοψίσει το κλίμα και τα συμπεράσματα του συνεδρίου.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

TELIKOS PROKΗ οργάνωση συνεδρίων για αυτή την περίοδο (τις δεκαετίες  του 1940 και 1950), ένα ενδιαφέρον θέμα που έχει τη δική του ιστορία, έχει ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όπως αρκετοί γνωρίζουν, ενώ άλλοι επιλέγουν να ξεχνούν. Αυτή η διαδικασία συνέβαλε, σε συνδυασμό με τις διδακτορικές διατριβές που είχαν ήδη υποστηριχθεί ή ήταν σε εξέλιξη (όχι φυσικά στην Ελλάδα), να ανοίξει η συζήτηση και η μελέτη σε νέα πλαίσια.  Ως γνωστόν, η συζήτηση αυτή δεν είχε σταματήσει ποτέ, σε πείσμα των απαγορεύσεων και των διοικητικών μέτρων που εκπορεύονταν από τους θεωρητικούς ταγούς της εθνικοφροσύνης.

Παρά τη διάχυτη αισιοδοξία την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης, ήταν τουλάχιστον σαφής η δυσπιστία και η βολική αδράνεια απέναντι στη σύγχρονη ιστορία, και συγκεκριμένα στη δεκαετία του 1940.  Στην αναζήτηση των αιτίων, που αναπόφευκτα απασχολούσε την κοινωνία, αυτό το νέο έναυσμα επέβαλε ουσιαστικά το τεκμήριο της επιστημονικότητας, σε ευθεία αντιπαράθεση με την ψυχροπολεμική επιχειρηματολογία που είχε επιβληθεί άνωθεν.

Από τον τίτλο και τη θεματική του Συνεδρίου επισημαίνεται ο καθοριστικός ρόλος που διαδραματίζει η Αριστερά σ’ αυτές τις δύο δεκαετίες.  Αυτό είναι εμφανέστερο στη δεκαετία του 1940, όπου η δυναμική εδραίωση και απήχηση του ΕΑΜ, ως εν δυνάμει εναλλακτικής πολιτικής λύσης, αναγκάζει τον ξένο παράγοντα να προσαρμόσει ριζικά τα αρχικά του σχέδια ώστε, να αποτρέψει την πολιτική και κυρίως την υποτιθέμενη στρατιωτική απειλή του ΕΑΜ.  Αλλά και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου η δια πυρός και σιδήρου απόρριψη κάθε διαπραγματευτικής πρότασης στοχεύει στην εξάλειψη αυτής της επιρροής της Αριστεράς. Συνέχεια ανάγνωσης

Νεοναζί: το Ολοκαύτωμα της μνήμης

Standard

Η καινούργια ταινία του Στέλιου Κούλογλου «Νεοναζί: το Ολοκαύτωμα της μνήμης», με αφετηρία την άνοδο της Χρυσής Αυγής, ερευνά την μνήμη, τη λήθη και την ιστορική αλήθεια στη σύγχρονη Ελλάδα. Το ντοκιμαντέρ επικεντρώνεται στα εγκλήματα των ναζί κατακτητών στα Καλάβρυτα, το Δίστομο και τον Χορτιάτη, συνδυάζοντας συγκλονιστικές μαρτυρίες επιζώντων, άγνωστο αρχειακό υλικό, τα  αφοπλιστικά λόγια των μαθητών του Λυκείου στο Δίστομο και τις αποκαλυπτικές δηλώσεις εκπροσώπων της Χρυσής Αυγής που επιχειρούν να πάρουν τη ρεβάνς, 70 χρόνια μετά την ήττα του ναζισμού. Συζητήσαμε με τον Στέλιο Κούλογλου για τα ζητήματα που θέτει η ταινία.

Στρ. Μπ.

«Ορφανά από το Δίστομο». Φωτογραφία του Ντιμίτρι Κέσελ,Οκτώβριος - Νοέμβριος 1944

«Ορφανά από το Δίστομο». Φωτογραφία του Ντιμίτρι Κέσελ,
Οκτώβριος – Νοέμβριος 1944

Πώς ξεκίνησες, γιατί αποφάσισες να κάνεις αυτή την ταινία;

Μετά τις εκλογές του 2012 και την άνοδο της Χρυσής Αυγής, αποφάσισα να καταγράψω μαρτυρίες για τα εγκλήματα των ναζί στην Ελλάδα, στην διάρκεια της Κατοχής. Ήθελα να θυμίσω τι είχε συμβεί και συγχρόνως με ενδιέφερε να καταλάβω τις αιτίες που η ιστορική μνήμη φαινόταν να έχει εξασθενίσει, ακόμη και στις μαρτυρικές πόλεις. Γιατί μετά τις εκλογές του περασμένου Μαΐου, τα ΜΜΕ μετέδωσαν ότι η Χρυσή Αυγή έλαβε περίπου 1.000 ψήφους στα  Καλάβρυτα και το Δίστομο. Τις αμέσως επόμενες μέρες, στην ερώτηση αν είναι νεοναζί και αν σχετίζονται με τον Χίτλερ, οι εκπρόσωποι της Χρυσής Αυγής απαντούσαν: «Οι δημότες στα Καλάβρυτα και το Δίστομο απάντησαν ήδη, με την ψήφο τους». Στην πορεία ανακάλυψα ότι η είδηση ήταν κατασκευασμένη.

 Είχε γίνει μεγάλος θόρυβος τότε για τις ψήφους στις μαρτυρικές πόλεις…

Τα Καλάβρυτα και το Δίστομο είναι καλλικρατικοί δήμοι, αλλά τα συνεχή ρεπορτάζ το απέκρυψαν. Λέγανε π.χ. ότι στο Δίστομο η Χρυσή Αυγή είχε πάρει 350 ψήφους, αλλά μετράγανε και τις ψήφους από την Αράχοβα, τα Άσπρα Σπίτια, όλα τα γύρω χωριά. Μέσα στο Δίστομο, η Χρυσή Αυγή είχε πάρει 8 ψήφους. Οι μαθητές του Διστόμου λένε στο ντοκιμαντέρ ότι επεσήμαναν το λάθος στα τηλεοπτικά συνεργεία που κατέφθασαν επιτόπου, αλλά δεν συμπεριέλαβαν τις διαμαρτυρίες στα ρεπορτάζ τους.

 Θεωρείς ότι η ιστορική μνήμη μπορεί να είναι αποτελεσματικό όπλο στον αγώνα κατά του νεοναζισμού και της Χρυσής Αυγής; Το ρωτάω αυτό γιατί υπάρχει και η άποψη ότι το βάρος πρέπει να πέσει στο σήμερα, στην εγκληματική της δράση κλπ.

Υπάρχει μια ιστορική συνέχεια, την οποία είναι απαραίτητο να υπογραμμίζουμε, αντιμετωπίζοντας την Χρυσή Αυγή: ότι πρόκειται για πολιτικούς απόγονους των ταγματασφαλιτών. Η ταινία είναι «ένα ντοκιμαντέρ μέσα στο ντοκιμαντέρ». Πήγα σε ένα λύκειο στο Δίστομο και τους πρόβαλα ένα ντοκιμαντέρ για τις ναζιστικές θηριωδίες στα Καλάβρυτα, στον Χορτιάτη, στο Άουσβιτς. Ύστερα κατέγραψα τη συζήτηση με τους μαθητές, που ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Συνέχεια ανάγνωσης

Το ανεξόφλητο παρελθόν των ελληνογερμανικών σχέσεων

Standard

Συνέντευξη της Κατερίνας Κράλοβα στον Σπύρο Κακουριώτη

 

Kατερίνα Κράλοβα

Οι ταραγμένες σχέσεις Ελλάδας – Γερμανίας, από την περίοδο της Κατοχής μέχρι και τις μέρες μας, αποτελούν το αντικείμενο έρευνας της ιστορικού Κατερίνας Κράλοβα, καθηγήτριας στη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Καρόλου της Πράγας. Η μελέτη της Τσέχας ιστορικού, που ειδικεύεται σε θέματα σύγχρονης ελληνικής και βαλκανικής ιστορίας, πρόκειται να κυκλοφορήσει τους επόμενους μήνες και στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, με τον (προσωρινό) τίτλο Το ανεξόφλητο παρελθόν: Οι ελληνογερμανικές σχέσεις στη σκιά του ναζισμού, προσφέροντας μια διαφορετική, «από τα έξω», ματιά σε αυτή τη σχέση. Με την ευκαιρία αυτή, μιλήσαμε μαζί της, με επίκεντρο τα ζητήματα των αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου.

Σπ. Κ.

Μπορείτε να μας δώσετε μια γενική εικόνα για το βιβλίο σας;

Το Ανεξόφλητο παρελθόν, που εκδόθηκε φέτος από τον έγκυρο επιστημονικό εκδοτικό οίκο της Πράγας Karolinum, αφορά το μη επαρκώς ερευνημένο θέμα των ελληνογερμανικών σχέσεων μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόκειται ίσως για τη μοναδική μελέτη που επιχειρεί να καλύψει όλη αυτήν την περίοδο και επιχειρεί μια διερεύνηση των διαδικασιών με τις οποίες η ελληνική κοινωνία διαχειρίστηκε την κληρονομιά της ναζιστικής κατοχής, ιδιαίτερα δε το θέμα των εγκλημάτων πολέμου, όπως και των γερμανικών αποζημιώσεων για τα θύματα. Τα θέματα αυτά αναλύονται σε επίπεδο πολιτικό και νομικό, ενώ επισημαίνεται ο ρόλος που διαδραμάτισαν τα οικονομικά συμφέροντα στις ελληνογερμανικές σχέσεις.

Γερμανοί στρατιώτες στη Θεσσαλονίκη, καθ’ οδόν προς την Αθήνα, Απρίλιος 1941 (Bundesarchiv, Koblenz)

Πώς και ασχοληθήκατε με ελληνικό θέμα;

Δεν είναι η πρώτη φορά που καλούμαι να δώσω απάντηση στην ίδια λίγο-πολύ στερεότυπη ερώτηση: Γιατί εγώ, μια Τσέχα ιστορικός, χωρίς ελληνικές ή γερμανικές ρίζες, αποφάσισα να ασχοληθώ με το θέμα. Έχω σπουδάσει στη Γερμανία και στην Ελλάδα, όμως, πέραν των προσωπικών σχέσεων που απέκτησα με την Ελλάδα και τους πολίτες της, το αρχικό έναυσμα συνδέεται με την αντίληψη ότι στην ιστορία δεν υπάρχουν «εθνικές αποκλειστικότητες». Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει: Τα πλέον φρικτά γεγονότα μπορούν κατ’ επανάληψη να σημειωθούν σε εντελώς διαφορετικές χώρες, ανεξαρτήτως πολιτικών συγγενειών ή γεωγραφικών αποστάσεων. Χάρη στους Έλληνες φίλους μου γνώρισα πιο καλά την ιστορία της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, συνειδητοποιώντας πως οι Γερμανοί κατακτητές δεν εξολόθρευσαν χωριά μόνο στην πατρίδα μου, ότι δεν ήταν μόνο οι Εβραίοι της Κεντρικής Ευρώπης που οδηγήθηκαν στους θαλάμους αερίων, ότι δεν ήταν μόνο στις χώρες του Ανατολικού μπλοκ που συνεργάτες των κατακτητών πέρασαν στην υπηρεσία των νέων καθεστώτων παραμένοντας ατιμώρητοι, ενόσω τα πραγματικά θύματά τους μάταια περίμεναν κάποια δικαίωση.

Πώς κρίνετε τη στάση της Γερμανίας απέναντι στις διεκδικήσεις ιδιωτών, όπως του Διστόμου;

Τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’60 η Ομοσπονδιακή Γερμανία προβάλλει σταθερά τον ισχυρισμό ότι τις νομικές υποχρεώσεις προς τα πληγέντα κράτη τις έχει εκπληρώσει. Στις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν οι κυβερνήσεις της Βόννης κυριαρχούσαν τα πολιτικά συμφέροντα της Γερμανίας, τα οποία ενδεχομένως υπαγόρευαν θετική στάση προς τους εταίρους της. Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της Δ. Γερμανίας αποδείχτηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικοί σε ό,τι αφορά την αποφυγή δημιουργίας οποιουδήποτε δεδικασμένου, ακόμα και στις περιπτώσεις που η χώρα προέβαινε σε διάφορες φιλικές χειρονομίες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το θέμα του ηθικού χρέους συρρικνώθηκε στην υποχρέωση της Γερμανίας να εξοφλήσει κάποιες οικονομικές διεκδικήσεις. Μετά το 1989, το επίκεντρο του δημόσιου λόγου μετατοπίστηκε από την απάλειψη των αδικιών του παρελθόντος στη βελτίωση των σχέσεων, από τη συμφιλίωση στη συγγνώμη. Ωστόσο, από νομικής πλευράς η προσέγγιση αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως κανονιστική πραγματικότητα. Συνέχεια ανάγνωσης

H ρεμπέτισσα Αγγέλα Παπάζογλου μιλάει για τους ταγματασφαλίτες

Standard

Τα χαΐρια μας εδώ. Ονείρατα της άκαυτης και της καμένης Σμύρνης (εκδ. Επτάλοφος-Ταμείον Θράκης, 2003) είναι μια καταγραφή της προφορικής μαρτυρίας της Αγγέλας Παπάζογλου, από τον γιο της Γεώργιο Παπάζογλου: για τη Σμύρνη, τον ξεριζωμό, την προσφυγιά και τη μετέπειτα ζωή της στην Κοκκινιά. Δημοσιεύουμε σήμερα ορισμένα αποσπάσματα, στα οποία η Παπάζογλου μιλάει για τους ταγματασφαλίτες (μας τα υπέδειξε η φίλη Ελένη Καρασαββίδου), καθώς ο γνήσιος λαϊκός της λόγος είναι, αρκετές φορές, πιο εύγλωττος από πολλές σελίδες αρθρογραφίας.

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

της Αγγέλας Παπάζογλου

 

Ταγματασφαλίτες στον Κάλαμο της Αττικής

Ο αρχηγός τους –ηλέγανε– επί Γερμανών ήτανε ο Ράλλης. Έτσι έλεγε ο λαός… Αυτός τα είχε όλα σοφιστεί. Δικά του ήτανε τα τάγματα ασφαλείας — γερμανοτσολιάδες που τσι λέγανε.

«Κουκουέδες», λέει, «σκοτώνουνε. Τι κάνετ’ έτσι; Δε σκοτώνουνε Έλληνες. Καλά τους κάνουνε… Θέλετε να σας γκρεμίσουνε τσ’ εκκλησιές; Να σας πάρουνε τα κορίτσια; Για το καλό μας τσι σκοτώνουνε… για νάχουμε πατρίδα κι οικογένεια και θρησκεία… γι’ αυτό τσι σκοτώνουνε… για το καλό σας». Αν σου πω, βρε Γιώργο, ποιοι τα λέγανε αυτά στη γειτονιά δε θα το πιστέψεις.

Στη Σμύρνη αυτό οι Τούρκοι το λέγανε «γιοκλαμά», που ζώνανε μια περιφέρεια και στη γωνιά στεκούντανε ένας με τ’ αυτόματο κι απαγορευούντανε να βγεις έξω από την πόρτα σου, να μη βγεις έξω, να ’μπουνε να ψάξουνε ένα ένα σπίτι… Τότε κατάλαβα πως γερμανικό θα ’ναι το κόλπο αυτό. Ας το λέγανε οι Τούρκοι «γιοκλαμά».

Ζώνανε το μέρος τη νύχτα… Άκου ρεζίληδες… ολόκληρος γερμανικός στρατός ε; Να ζώνει γυναικόπαιδα και άοπλους, πεινασμένους, μισοπεθαμένους, ύστερα από τόση πείνα και μαρτύρια και σκλαβιά. Κι αμολούσανε μες στο μπλόκο τα λυσσασμένα τα σκυλιά, αυτοί τσι μαύροι τσι προδότες και τσι τσολιάδες του Ράλλη, και ηκάναμε τα πιο μεγάλα αίσχη και εγκλήματα τσ’ οικουμένης.

Και σηκωνούμαστε, μάτια μου, ένα πρωί κι ήμαστε κι εμείς μπλοκαρισμένοι. Δηλαδή τόπιαμε μέχρι τον πάτο όλο το δηλητήριο της σκλαβιάς. Τι δηλητήριο… Ήπιαμε αναμμένα κάρβουνα. Μασήσαμε την ίδια την φωτιά… την κατάπιαμε. Συνέχεια ανάγνωσης

Σκηνές από την κατοχική Αθήνα

Standard

 ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΓΙΝΑΜΕ ΩΡΑΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ

Άστεγοι προσπαθούν να ζεσταθούν πάνω στους αεραγωγούς του ηλεκτρικού στην Ομόνοια, τον χειμώνα του 1941-1942. Εναλλακτικός τίτλος: Άνθρωποι και κουρέλια. Η ναζιστική Κατοχή ως καθημερινή αποστέρηση των βασικών αναγκών του ανθρώπου, ως βίαιο κουρέλιασμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο φασισμός επιστράτευσε κάθε διαθέσιμο όπλο για την επιβολή της κυριαρχίας του. Ο θάνατος είτε ακαριαίος είτε αργός είναι πάντα θάνατος. Και, στην προκειμένη περίπτωση, σίγουρα δεν γίναμε ωραία φωτογραφία.

ΥΓ. Η φωτογραφία αποτελεί μέρος του αφιερώματος των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) στην Κατοχή και τον αντιφασιστικό αγώνα, το οποίο θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα τους (www.askiweb.eu) και στη σελίδα τους στο facebook http://www.facebook.com/askigr?fref=ts την προσεχή εβδομάδα.

Στάθης Παυλόπουλος Συνέχεια ανάγνωσης

Πλαστές ταυτότητες που έσωσαν ζωές στην κατεχόμενη Αθήνα

Standard

27 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ: ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΒΡΙΑΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΥΤΟΣ

του Κλέωνα Ιωαννίδη

(ιστολόγιο της Βασιλικής Μετατρούλου: http://xyzcontagion.wordpress.com)

Αθήνα, Μάρτιος του 1944. Ένα δεκατετράχρονο τότε Εβραιόπουλο διηγείται μετά από 65 χρόνια:

«Όταν ακούσαμε στη γειτονιά πως έρχονται τα γερμανικά αποσπάσματα που μάζευαν τους Εβραίους, εγώ και ο Χριστιανός φίλος μου κρυφτήκαμε στην αυλή του σπιτιού στο οποίο έμενε τότε η οικογένειά μου. Ο Έλληνας διερμηνέας μας ρώτησε τα ονόματά μας.

Αριστοτέλης, απάντησα

-Δημήτρης, είπε ο φίλος μου

Ο Γερμανός επικεφαλής έκανε ένα νόημα, και ένας στρατιώτης μας τράβηξε κάτω τα παντελόνια. Ο διερμηνέας περιεργάστηκε τα γεννητικά μας όργανα, και, δείχνοντας εμένα μόνο, έκανε νόημα στους στρατιώτες να με συλλάβουν[1]».

Πλαστή ταυτότητα του Αλφρέσου Κοέν (περ. "Χρονικά", τχ. 33,Νοέμβριος 1980)

Η περιτομή «πρόδωσε» το μυστικό του παιδιού, και φαίνεται ότι το ελληνοπρεπές όνομα που το είχαν δασκαλέψει να χρησιμοποιεί, δεν ήταν αρκετό να το σώσει από τις συνέπειες της εφαρμογής της «τελικής λύσης», που ξεδιπλωνόταν πλέον σε όλη την ελληνική επικράτεια. Και, εάν στην Αθήνα και στις άλλες ιταλοκρατούμενες περιοχές, το σχέδιο βιομηχανικής εξόντωσης των Ελλήνων Εβραίων δεν είχε προχωρήσει ακόμη, αυτό οφειλόταν στην απροθυμία των ιταλικών αρχών κατοχής να συμπράξουν. Όμως, έπειτα από την συνθηκολόγηση της Ιταλίας τον Σεπτέμβριο του 1943, ο διοικητής του Sonderkommando Άλφρεντ Ρόζεμπεργκ, κύριος ιδεολόγος του ναζιστικού καθεστώτος, θα έκλεινε οριστικά το ζήτημα της ύπαρξης «υπανθρώπων» στην Ελλάδα. ‘Ηταν η ώρα να εφαρμοστούν και στην Αθήνα οι περιβόητοι «Νόμοι της Νυρεμβέργης».

Στην Αθήνα, τις παραμονές του πολέμου, η εβραϊκή κοινότητα αριθμούσε 3.000 άτομα. Στον πίνακα με τους πληθυσμούς «πριν» και «μετά» (την Κατοχή, εννοείται) ανά περιοχή της Ελλάδας, η Αθήνα είναι η μόνη κοινότητα που «σπάει» την καταθλιπτική ομοιομορφία των «ποσοστών εξόντωσης», 89%, 94%, 98% κ.ο.κ.[2]. Πράγματι, βλέπουμε στο «μετά» τον αριθμό των 4.930 ψυχών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός της έλευσης στην πόλη διωκόμενων Εβραίων από άλλες περιοχές της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης. Στα μέσα του 1943, ο αριθμός των Εβραίων που επισκέπτονταν τις Συναγωγές έφτανε στις 5.000[3]. Συνέχεια ανάγνωσης

Η Αθήνα δεν έχει λησμονήσει

Standard

Ένας γερμανός δημοσιογράφος γράφει για τις γερμανικές αποζημιώσεις

του Achim Beer

Aθήνα, 27 Απριλίου 1941. Στην Ακρόπολη υψώνεται η σβάστικα (Αρχείο Κ. Μεγαλοκονόμου)

Έσση, Οκτώβριος 2011. Τον περασμένο Μάρτιο κατέβαζαν στα χέρια, στα σκαλάκια έξω από το ελληνικό Κοινοβούλιο, τον Μανώλη Γλέζο, έναν οργισμένο γέροντα 89 ετών με το πρόσωπο συσπασμένο από τον πόνο των δακρυγόνων. Ήταν στην πρώτη γραμμή της διαδήλωσης, όπως πάντα· εκεί ήταν και πριν εβδομήντα χρόνια η θέση του. Μια νύχτα του Μάη του 1941 σκαρφάλωσε στην Ακρόπολη και ξέσκισε τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, η οποία ανέμιζε εκεί, διότι ο στρατός του Χίτλερ είχε μόλις καταλάβει τη χώρα. Ο Μανώλης Γλέζος μισούσε τους ναζί, τώρα μισεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και είναι ο γνωστότερος ανάμεσα σε ένα αυξανόμενο πλήθος Ελλήνων, οι οποίοι δεν θέλουν να αποκαλούνται διαρκώς από τους απογόνους των ναζί τεμπελχανάδες — και οι οποίοι υπενθυμίζουν στη Γερμανία ανοιχτούς λογαριασμούς. Κι έτσι, ο οργισμένος γέροντας πρόσθεσε τον ανθρώπινο πόνο, τον ληστευμένο πλούτο και τα έξοδα των δυνάμεων Κατοχής τα οποία αποσπάστηκαν με τη βία και μετά παρουσίασε τον λογαριασμό: «Υπολογίζω», είπε, «ότι μας οφείλουν 162 δισεκατομμύρια ευρώ». Συνέχεια ανάγνωσης

Μια ιστορική πρόκληση: το ΕΑΜ

Standard

ΕΒΔΟΜΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΕΑΜ

 του Σπύρου Ι. Ασδραχά

Για το ΕΑΜ είναι εύκολο στον καθένα να μιλήσει, με έξαρση μάλιστα, αν ανήκει στη γενεαλογία του. Όσοι ήταν ώριμοι στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 έχουν  πάρει το μονοπάτι του θανάτου. Λίγοι από τους νέους της δεκαετίας του 1940 επιζούν. Όσοι ανήκουν στη μικρότερη ηλικιακή κλάση που το αγκάλιασε, τα Αετόπουλα, σήμερα κοντεύουν να γίνουν ογδοηντάρηδες· άλλοι απ’ αυτούς, όσοι βίωσαν φυσιολογικά, έφυγαν και απομείναντες πήγαν στο ξόδι τους. Το ΕΑΜ όμως δεν είναι μια διαγεναϊκή μνήμη που κρατά όσο και η προφορική διαιώνισή της: το ΕΑΜ είναι ιστορία, και η ιστορία δεν έχει τέλος, γιατί δεν είναι μόνο η περιγραφή συμβάντων, αλλά μια ανασηματοδοτούμενη επιθυμία, βούληση και ερμηνευτική προκείμενη του παρόντος. Έχει γίνει μια ζώσα ιστορία.

ΕΑΜ, δηλαδή Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Ας αναστοχαστούμε αυτές τις τεταμένες λέξεις. Εθνικό: ο κύριος συντελεστής του, το ΚΚΕ, ήταν κόμμα διεθνιστικό που υπερέβαινε το έθνος μέσω μιας τάξης που από υποτελής γινόταν ηγεμονική, της εργατικής τάξης· μιας τάξης επαναστατικής.

Η συγκυρία του πολέμου ανάδειξε τον πατριωτισμό, κι αυτός δεν μπορούσε να είναι παρά εθνικός, αφού ο πόλεμος έφερνε αντιμέτωπα κράτη, συνεκτικός δεσμός των οποίων ήταν η εθνική ιδεολογία. Η μητέρα του διεθνισμού ήταν μια αυτοκρατορία πολυσύνθετη, που θέλησε να μεταλλαχθεί σε υπερεθνική ταξική ενότητα. Η πραγματολογία όμως της ιστορίας δεν είναι ταυτόσημη με τη λογική της: το διαλεκτικό σχήμα θέση-αντίθεση-σύνθεση προσέκρουε  στη μεσοχρονική –όπως πιστευόταν– διάρκεια, και στη διαλεκτική αντιπαρατασσόταν η λεγόμενη «τυπική λογική»: ή – ή. Η λήψη αποφάσεων υποτασσόταν, στη συγκεκριμένη συγκυρία, σ’ αυτή τη λογική. Ο πόλεμος δεν μπορούσε παρά να είναι πατριωτικός, δηλαδή εθνικός. Πόλεμος, για τους ηττημένους, απελευθερωτικός.

Απελευθέρωση από ποιους; Όχι από τους ταξικούς κυρίαρχους, αλλά από τους εχθρούς της πατρίδας, συνεπώς του έθνους, του αστικού έθνους στην περίπτωση των χωρών που δεν ανήκαν στους κρατικούς σχηματισμούς που απέρρεαν από την επανάσταση του 1917. Με ποιον μοχλό; Το Μέτωπο. Είχε ήδη δοκιμαστεί ο μοχλός αυτός στο κοινωνικό πεδίο.  Το Μέτωπο συνεπαγόταν τη σύγκλιση ετεροτήτων χάρη  σε έναν γενικώς αποδεκτό ενοποιητικό παράγοντα, την απελευθέρωση από την ξένη κατοχή. Αυτό θέλησε να πραγματοποιήσει το ΕΑΜ, και εν πολλοίς το πραγματοποίησε. Συνέχεια ανάγνωσης

Ο δυναμισμός και η παλλαϊκή αποδοχή του ΕΑΜ στόχος των αντιπάλων του

Standard

του Προκόπη Παπαστράτη

Συνεδρίαση λαϊκής αυτοδιοίκησης στο χωριό Βλάσι Αγράφων, 1943. Φωτογραφία του Σπύρου Μελετζή

Η απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ, τον Ιούλιο του 1941, να καλέσει τον ελληνικό λαό σε αντίσταση και να προτείνει στους αστούς πολιτικούς ηγέτες να συνεργαστούν με το ΕΑΜ προκαλεί την άρνηση των τελευταίων και την ταυτόχρονη απειλή για αιματηρή και αδελφοκτόνο καταστολή ενός τέτοιου κινήματος.  Αυτό υπογραμμίζει κατηγορηματικά ο Στ. Γονατάς, αρχηγός των Συντηρητικών Φιλελεύθερων, στα μέσα  Σεπτεμβρίου του 1941, στον εκπρόσωπο του ΚΚΕ Θανάση Χατζή.

Τόσο η πρόταση αυτή  όσο και η άρνηση προσδιορίζουν άμεσα το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα αναπτυχθεί το κίνημα της Αντίστασης. Σαφή απόδειξη αυτής της αδιάλλακτης στάσης είναι η εχθρική στάση που θα τηρήσουν οι αστοί πολιτικοί ηγέτες, με αξιοζήλευτη συνέπεια, απέναντι σ’ αυτήν τη συνεργασία σ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής.  Αυτή η εχθρότητα και η ενδόμυχη παραδοχή της σημασίας του ΕΑΜ και συνακόλουθα του κινδύνου που ενέχει για τα στενά πολιτικά τους συμφέροντα τους οδηγεί να επιλέξουν την αντιπαράθεση από τη συνεργασία.  Αυτή η επιλογή της αντιπαράθεσης εξηγείται από την αδυναμία της αστικής πολιτικής ηγεσίας να κατανοήσει γιατί στις νέες συνθήκες που επιβάλλει η τριπλή κατοχή το ΕΑΜ κερδίζει συνεχώς έδαφος.

Σε αντίθεση με το ΕΑΜ που απευθύνεται άμεσα στο λαό και αναθέτει πρωτοβουλίες για την υλοποίηση ενός ευρύτατου φάσματος δραστηριοτήτων, με αποτέλεσμα να κερδίζει εμπιστοσύνη σε μια συνεχώς διευρυνόμενη λαϊκή βάση, η στάση που τηρούν οι προσωπικότητες του αστικού πολιτικού χώρου, που εξακολουθούν να συμπεριφέρονται ως αρχηγοί πολιτικών κομμάτων, δείχνει ότι δεν εμπιστεύονται τον κόσμο που διατείνονται ότι εκπροσωπούν.  Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης οφείλεται στις εγγενείς αδυναμίες του πελατειακού συστήματος που τους διατήρησε στην εξουσία μέχρι το 1936, αδυναμίες τις οποίες αδυνατούν να υπερβούν στη διάρκεια της Κατοχής. Συνέχεια ανάγνωσης

Τότε και τώρα: παραλληλισμοί επί ξυρού ακμής

Standard

της Ιωάννας Παπαθανασίου

Η κρίσιμη συγκυρία στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική κοινωνία καλεί την Αριστερά να αντιμετωπίσει την επέτειο των εβδομήντα χρόνων από την ίδρυση του ΕΑΜ με διαφορετικούς όρους. Μας καλεί να εγκαταλείψουμε τους πανηγυρικούς και τις ανέξοδες συνθηματολογίες που είθισται να συνοδεύουν τις επετείους και να στοχαστούμε κάποια σημαντικά ιστορικά παράλληλα. Ξεχασμένα στον πάγκο του ιστορικού, ανάμεσα στα εργαλεία της δουλειάς μας, σωρεύονται τα ανάλεκτα του πρόσφατου παρελθόντος που συναντούν τους σύγχρονους προβληματισμούς για το ρόλο της Αριστεράς στη σημερινή πολυεπίπεδη κρίση. Τα ιστορικά τεκμήρια δεν προβάλλουν ανυπέρβλητα χάσματα ανάμεσα στις δυστοκίες και τις ανεπάρκειες του «σήμερα» με το «λαμπερό και ηρωικό χθές». Αντίθετα, υπογραμμίζοντας τις αποκλίσεις, επιβεβαιώνουν τον ρόλο της Ιστορίας: η γνώση μας για το παρελθόν συμβάλλει στην κατανόηση και στην αναζήτηση λύσεων για τον παρόντα χρόνο.

Ποιο λοιπόν ήταν και τι ήθελε το ΕΑΜ; Αν η απάντηση στο ερώτημα περικλείεται ήδη από τα χρόνια της Αντίστασης στην περίφημη μπροσούρα του Δ. Γληνού, στις χιλιάδες σελίδες που έχουν γραφεί για την ιστορία της Αντίστασης, οι ερμηνείες για το εαμικό «φαινόμενο» ποικίλουν, επηρεασμένες πρωτίστως από τα κυρίαρχα ιδεολογικά σχήματα, τις αντιπαλότητες και τις συναινέσεις που χαρακτήρισαν κάθε εποχή. Ανεξάρτητα ωστόσο από τις ερμηνείες και τα σχήματα, οι συνθήκες και πολύ περισσότερο οι ανάγκες που οδήγησαν στην ίδρυση του ΕΑΜ φαίνεται ότι έχουν σημαντικές αναλογίες με όσα επιτάσσει η σημερινή συγκυρία.

Ακροβατώντας επί ξυρού ακμής, θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε επιγραμματικά κάποια σημεία, δηλώνοντας τις αποστάσεις μας από την επίσημη ιστορία. Είναι γεγονός ότι οι καλογυαλισμένες «επίσημες εκδοχές», που αντιστοιχούν στις ποικίλες κομματικές αποχρώσεις της Αριστεράς, με κυρίαρχη πάντα την εκδοχή του ΚΚΕ, καλλιέργησαν για χρόνια με επιτυχία τη λογική μιας αδιάλειπτης ενότητας ανάμεσα στο περίφημο γράμμα-προσκλητήριο στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του Ν. Ζαχαριάδη του Οκτωβρίου 1940 και στην έναρξη της Αντίστασης. Στον άξονα αυτό, τόνισαν τη γραμμικότητα συνδέοντας –συχνά επιλεκτικά– κάποιες ιστορικές αποφάσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ με αντίστοιχα κομματικά σώματα και ολομέλειες που υπάκουσαν εκ των υστέρων σε συνεχόμενη αρίθμηση. Τα περισσότερα έργα της αριστερής ιστοριογραφίας ακολούθησαν εν πολλοίς τις ίδιες κατευθύνσεις. Ενσωμάτωσαν την κυρίαρχη εκδοχή υπογραμμίζοντας από τη μια μεριά την ανάγκη της συνέχειας και το αλάθητο του κόμματος στη φάση της ανασύνταξής του, και από την άλλη την εαμική εποποιία. Έτσι, τα βερνίκια που έδωσαν λάμψη στην ιστορία της περιόδου συγκάλυψαν σημαντικές πτυχές της. Συνέχεια ανάγνωσης

Μνήμες και άνθρωποι μιας σπουδαίας εποχής: η μαρτυρία του Λ. Σάντα

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

H γυναίκα του Λάκη Σάντα, Κλεοπάτρα Μαυροπούλου, μαζί με τη φίλη της Φιφή Πρωτογερέλη

Διαβάζοντας τη μαρτυρία Μια νύχτα στην Ακρόπολη… Μνήμες από μια σπουδαία εποχή του Λάκη Σάντα (εκδ. Βιβλιόραμα, 2010), ο αναγνώστης θα βρει πλήθος πληροφοριών, για πολλά, μικρά και μεγάλα: την καθημερινότητα του αντιστασιακού αγώνα στην Αθήνα, σκηνές από τον αγώνα στο βουνό, την επίταξη ενός γερμανικού καϊκιού στο Γαλαξίδι (που στη συνέχεια έγινε το πρώτο καράβι του ΕΛΑΝ, με επικεφαλής τον καπετάν Ζαχαριά), ρεαλιστικές σκηνές των Δεκεμβριανών, τον Μακαμπή και άλλους Εβραίους συναγωνιστές στον ΕΛΑΣ, το διάστημα του «λυκόφωτος» της ημινομιμότητας-ημιπαρανομίας από τη Συμφωνία της Βάρκιζας μέχρι την έναρξη του Εμφυλίου, τη μορφωτική δουλειά, τις διαλέξεις, τα μαθήματα, στους κόλπους των πολιτικών εξορίστων στην Ικαρία, τη βαρβαρότητα της Μακρονήσου.

Η αξία της μαρτυρίας του Λάκη Σάντα δεν προκύπτει μόνο από τις αφηγηματικές αρετές του, από το γεγονός ότι μας διηγείται, απλά, τίμια και με χάρη, την προσωπική του ιστορία. Αλλά και από το ότι η ιστορία τούτη δεν είναι μόνο η δική του ιστορία· είναι και η ιστορία χιλιάδων ανθρώπων στα χρόνια της Κατοχής, της Αντίστασης, του Εμφυλίου και του μετεμφυλίου· και αυτό ακριβώς είναι που κάνει τη μαρτυρία του να ξεφεύγει από την περιοχή του βιώματος και της λογοτεχνίας και να εισέρχεται ορμητικά στην επικράτεια της Ιστορίας. Συνέχεια ανάγνωσης

Lutto (Πένθος)

Standard

του Παύλου Κρέμου

Γνωρίζουμε τον Παύλο Κρέμο με πολλές ιδιότητες: καλό φίλο και σύντροφο, παθιασμένο συζητητή, αγωνιστή δοσμένο ψυχή τε και σώματι στην υπόθεση της ανανεωτικής Αριστεράς, ιδρυτή του Χώρου Τέχνης «Εύμαρος» (που εδώ και λίγους μήνες επαναλειτουργεί, διανύοντας μια δεύτερη άνοιξη). Με τη συλλογή διηγημάτων Fin de siècle όμως, που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες, ανακαλύψαμε ένα ακόμα χάρισμά του: του διηγηματογράφου. Τα έντεκα κείμενα του τόμου, αυτοβιογραφικά ως επί το πολύ, ξεκινούν από την Κατοχή και φτάνουν μέχρι τις μέρες μας, με τα χρόνια του αντιδικτατορικού αγώνα και της Ιταλίας να κυριαρχούν. Και πιστεύω ότι αυτό που τα κάνει ξεχωριστά –πέρα από τις αφηγηματικές αρετές του συγγραφέα, που ξέρει να γράφει (όπως και να λέει) ωραία τις ιστορίες του–, είναι το πάθος που περικλείουν, ένα πάθος για τη ζωή, την πολιτική, την Αριστερά, τους ανθρώπους, διασώζοντας στιγμές αληθινές, και γι’ αυτό τόσο δυνατές.

Από το Fin de siècle, με το οποίο εγκαινιάζονται οι εκδόσεις του Εύμαρου (υπεύθυνος: Πέτρος Κακολύρης), δημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο διήγημα. Είχε πρωτοδημοσιευθεί στον Πολίτη (τχ. 150, Δεκέμβριος 2006). Τα σκίτσα του Χρήστου Πικριδά προέρχονται από τον τόμο, όπου σχολιάζουν και ζωντανεύουν, με το γνώριμο στοχαστικό και λιτό τρόπο του σκιτσογράφου, τα διηγήματα του Κρέμου.

Στρ. Μπ.

 

Σκίτσο του Χρήστου Πικριδά

In memoriam για έναν νεκρό πενήντα δύο χρόνια μετά το θάνατό του

Αφιερώνεται στην Ειρήνη Ιωάννοβιτς,

που μου έδειξε πώς να ανασυντάσσω το παρελθόν μου

 και να ελπίζω για το μέλλον μου

Στο κέντρο της Αθήνας, Αιόλου και Αγίου Μάρκου, βρίσκεται η εκκλησία που την αποκαλούν Χρυσοσπηλιώτισσα. Ο αρχιτεκτονικός της ρυθμός είναι απροσδιόριστος, αποπνέει όμως μια βαθιά ιεροσύνη και ίσως λίγη θλίψη. Είτε αν κοντοσταθείς απλώς να την κοιτάξεις είτε αν, ως πιστός, θελήσεις να προσκυνήσεις είτε ακόμη κι αν προσπεράσεις, απλός διαβάτης που τρέχει στις δουλειές του, δεν μπορεί, κάτι μέσα στην ψυχή σου θα σκιρτήσει. Το παραδέχονται αυτό όλοι οι Αθηναίοι που ρώτησα.

Ο γύρω τόπος είναι άχρονος. Αναλλοίωτος, παρά τις ωραιοποιήσεις που επιδιώκει στο οδόστρωμα η εκάστοτε δημοτική αρχή. Γιατί είναι τόπος μνήμης και συγκέντρωσης ανθρώπων αενάως, πολύ πριν από το 1836, όταν ο καλός αρχιτέκτονας Κλεάνθης φρόντισε για την ανοικοδόμηση του ναού, έως το 1944, οπότε λαμβάνει χώρα η μικρή μας ιστορία. Έως και σήμερα, που τα βήματά μου μ’ έφεραν εδώ όπου στάθηκα για να ξαποστάσω και να συλλογιστώ, μήπως βοηθηθώ και τακτοποιήσω τις δικές μου αναμνήσεις, απόγονος εγώ μιας οικογένειας που κατά τον Πόλεμο κατοικούσε πολύ κοντά, επί της οδού Αιόλου.

Πίσω στον Δεκέμβρη του ’44, λοιπόν. Από την Πεντέλη έχει κατεβάσει παγετό, τα μαγκάλια όμως είναι ακόμα παροπλισμένα και τα σώματα ταλαιπωρημένα, χορτάτος δεν είναι κανείς, η φυματίωση καραδοκεί πανταχού παρούσα κι αρχίζει να χασκογελά μαζί με το βορινό αγέρι, το παρελθόν πονάει και το μέλλον διαρκεί πολύ. Όμως, αν και όλα είναι τόσο εύθραυστα, υπάρχει ελπίδα. Η κυβέρνηση Εθνικής Ενώσεως με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου υπόσχεται ένα καλύτερο αύριο για όλους, η τεράστια εαμική παράταξη που με αντιφάσεις και αντιθέσεις παλεύει να διασφαλίσει τις κατακτήσεις του λαού μετέχει στην κυβέρνηση. Νικητές του πολέμου που τελειώνει είμαστε, άλλωστε. Εαμίτες και Σύμμαχοι. Δημοκράτες, κομμουνιστές, ακόμη και φιλοβασιλικοί.

Μπορούμε να συνυπάρξουμε. Πριν από λίγες μέρες η Αθήνα γιόρτασε την Απελευθέρωση.

Σκίτσο του Χρήστου Πικριδά

Είμαστε στην αρχή των «Δεκεμβριανών», όπως μάθαμε να τα λέμε μετά, κάποιου μήνα που μάλλον θα ’πρεπε να σβηστεί από τη συγκεκριμένη χρονιά, έτσι ηχούσε ο λόγος των μεγαλύτερων στ’ αυτιά της δικής μου παιδικής ηλικίας, δεκαπέντε με είκοσι χρόνια αρ­γότερα. Ήταν ο μήνας «που άρχισαν τα κομμουνιστοσυμμοριτικά εγκλήματα», όπως μας νουθετούσε ο θεολόγος και φανατικός Ζωίτης Βάρτσος στα Θρησκευτικά. Εποχή μεγάλης συμφοράς και διχασμού, για την οποία καλύτερα να μην ομιλούμε, μας προέτρεπαν οι συντηρητικοί κεντρώοι, αλλά τελείως σκοτεινή και ακατανόητη εποχή για εμάς, παιδιά αριστερών μαχητών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που ενώ οφείλαμε να είμαστε περήφανοι για τους γονείς μας και να χαιρόμαστε που η Ελλάδα μας είχε λευτερωθεί από τη ναζιστική Κατοχή, με μεγάλη αντιθέτως σπουδή αυτοί μας επέβαλλαν το νόμο της σιωπής εξοβελίζοντας τον Δεκέμβρη στον απαγορευμένο κόσμο της λήθης. Θες από το φόβο του μετεμφυλιακού μακελειού και των διώξεων που επέβαλλαν οι νικητές για τουλάχιστον μία τριακονταετία, θες από αμηχανία για το ότι τελικώς δεν έγινε δυνατόν η παράταξή μας να υπάρξει ειρηνικά στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση. Κάτι μπερδεμένα ακούγαμε μόνον για τον Δεκέμβρη. Κάτι που στην καλύτερη περίπτωση, μέσω διφορούμενων σημασιοδοτήσεων και αυτοσαρκασμού, να μας κινούσε αργότερα την περιέργεια: Μαθαίναμε το τραγουδάκι «Μας πήραν την Αθήνα… νανούμ νανούμ νανούμ, μονάχα για ένα μήνα…». Οι Εγγλέζοι την πήραν!; Μα γιατί; Οι Εγγλέζοι ήταν δικοί μας σύμμαχοι. Ακούγαμε ότι κάποιος Σκόμπυ, Άγγλος σύμμαχος κι αυτός, όχι ναζιφασίστας, δηλαδή από τους «καλούς», σαν τον Τζων Γουέην και το καστ του, που τους θαυμάζαμε στον κινηματογράφο του ’6ο στη «Μεγαλύτερη μέρα του πολέμου» να εφορμούν στις ακτές της Νορμανδίας και με καπνισμένα πρόσωπα να φέρνουν από τη Δύση, μαζί με τον αέρα της νίκης επί του φασισμού, το όνειρο μιας δημοκρατικής εποχής ευημερίας και πανανθρώπινης ευτυχίας. Αυτός ο Σκόμπυ όμως που έκανε απόβαση στον Πειραιά… Κύριε ελέησον! Δεν κόμισε γλαύ­κας παρά «ήρθε με αεροπλάνα και ρουκετοβόλα, μέσα στην Αθήνα να τα κάψει όλα… μόνο το Κολωνάκι να το αφήσει, γιατί το βράδυ εκεί θα κατουρήσει…», όπως έλεγε το σατιρικό τραγουδάκι σε ρυθμό φοξ-τροτ. Και επίσης ακούγαμε, αλλά βλέπαμε και με τα ίδια μας τα μάτια, ότι όχι οι ήρωες μα οι συνεργάτες των Γερμανών και οι δωσίλογοι, αυτοαποκαλούμενοι έκτοτε εθνικόφρονες, είχαν το πάνω χέρι, γι’ αυτό μόκο… Ηθικώς ο Εφιάλτης μπορεί να είναι καταδικασμένος στις συνειδήσεις μας, αδιαλείπτως από την Αρχαιότητα, αλλά καλού κακού ας μην θεωρηθεί ότι κάτι υπονοείται για συγχρόνους μας.

Χρειάστηκε να περάσει μισός αιώνας για ν’ ανοίξουν οι ιστορικοί το κουτί της Πανδώρας και ν’ αρχίσει δειλά δειλά «ο Δεκέμβρης» να αποκτά τις πραγματικές του διαστάσεις. Συνέχεια ανάγνωσης

Η πολιτική διαχείριση της συλλογικής μνήμης: Με αφορμή μια εκδήλωση στα Καλάβρυτα

Standard

του Δημήτρη Χασάπη

Στα τέλη Απριλίου πραγματοποιήθηκαν στα Καλάβρυτα δύο διαδοχικές εκδηλώσεις αφιερωμένες στη μνήμη του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος: τη μαζική εκτέλεση όλου του ανδρικού πληθυσμού και την πυρπόληση της πόλης από τον Γερμανικό στρατό κατοχής τον Δεκέμβρη του 1943. Η πρώτη εκδήλωση, οργανωμένη από τη Δημοτική Επιχείρηση Πολιτισμού και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), περιελάμβανε εισηγήσεις ιστορικών και συζήτηση για τα ερωτήματα, τα προβλήματα και τις προοπτικές έρευνας της «ταραγμένης δεκαετίας» 1940-1950, ενώ η δεύτερη μια παρουσίαση του έργου του Γερμανού ιστορικού συγγραφέα Χέρμαν Φρανκ Μάγερ (1940-2009) οργανωμένη από τον Δήμο της πόλης και το Πανεπιστήμιο Πατρών, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το θάνατό του.

Κώστας Πλακωτάρης, "Αντίποινα"

Ο Μάγερ αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση αυτοδίδακτου ιστορικού ο οποίος μελέτησε ουσιαστικές πτυχές του Καλαβρυτινού ολοκαυτώματος. Το 1963 ξεκινάει μια έρευνα αρχείων και μαρτυριών αναζητώντας τα ίχνη του πατέρα του, αξιωματικού της Βέρμαχτ, ο οποίος εκτελέστηκε από αντάρτες του ΕΛΑΣ το 1943. Μια έρευνα δηλαδή με απολύτως προσωπικά κίνητρα στην αφετηρία της, κατά την πρόοδο της οποίας όμως ο Μάγερ, επιχειρώντας να κατανοήσει τη «λογική των αντιποίνων» σε συνθήκες πολέμου, ξεπερνάει την προσωπική του περίπτωση και οδηγείται στη μελέτη των εγκληματικών δραστηριοτήτων του γερμανικού στρατού κατοχής στην Ελλάδα. Επικεντρώνει την έρευνά του στη δράση της 1ης και της 117ης Ορεινής Μεραρχίας, οι οποίες στο πλαίσιο αντιποίνων για τις δραστηριότητες των Ελλήνων ανταρτών διαπράττουν το 1943 και το 1944 μαζικά εγκλήματα στην Ήπειρο και στην Πελοπόννησο. Έργο της 1ης Ορεινής Μεραρχίας είναι οι μαζικές εκτελέσεις των κατοίκων και οι καταστροφές χωριών της Ηπείρου (Κομμένο, Κεφαλόβρυσο, Μουσιωτίτσα, Λυγκιάδες, κ.ά.), καθώς και η μαζική δολοφονία των Ιταλών στρατιωτών της Κεφαλονιάς, ενώ αποκορύφωμα της δράσης της 117ης Ορεινής Μεραρχίας αποτέλεσε το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων. Συνέχεια ανάγνωσης