Ασφυξία

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Η λέξη «ασφυξία», μεταφορικά και κυριολεκτικά, είναι ίσως αυτή που συνοψίζει καλύτερα όσα έγιναν την Τετάρτη στο κέντρο της Αθήνας. Και, ακόμα, αγανάκτηση, φόβος, απελπισία, πείσμα, κουράγιο, πόνος, όλα αυτά μαζί, ένα μείγμα συναισθημάτων που ξεχειλίζει. Τα ζήσαμε, τα ακούσαμε, τα είδαμε: μέσα από διηγήσεις, φωτογραφίες, βίντεο, κομμάτι-κομμάτι το ψηφιδωτό της ζοφερής μέρας έχει ανασυντεθεί — δεν χρειάζεται να το υπενθυμίσω. Αξίζει όμως να σκεφτούμε: Ποια είναι τα στοιχεία που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα της Τετάρτης;

«Η παλαιά φρουρά». Χαρακτικό του Καρλ Ρέσινγκ, από το λεύκωμα "Η προκατάληψή μου ενάντια στην εποχή μας", Βερολίνο 1932.

To πρώτο, σίγουρα, είναι η έκταση και η ένταση της αστυνομικής βίας. Οι εικόνες αποδεικνύονται, για άλλη μια φορά, μάρτυρες αψευδείς: ο χημικός πόλεμος, οι έφοδοι ενάντια σε ειρηνικούς διαδηλωτές και θαμώνες καφετεριών, η επέκταση των «επιχειρήσεων» μέχρι το Μοναστηράκι, η συνέχισή τους με αμείωτη ένταση για ώρες δημιουργούν μια εικόνα ποιοτικά διαφορετική από τις συνηθισμένες.

Ωστόσο, όσο τρομακτικές κι αν ήταν οι παραπάνω εικόνες, δεν είναι αυτές το σημαντικό στα γεγονότα της Τετάρτης. Το σημαντικό είναι εκείνο που κρύβεται πίσω τους, το πώς έγιναν πραγματικότητα. Αν ψάχνουμε λοιπόν το κόκκινο νήμα που τις ενώνει (από τις πρωινές επιθέσεις στα μπλόκα μέχρι το γιουρούσι των έφιππων Δελτάδων και τις χειροβομβίδες κρότου-λάμψης μέσα στο μετρό), αυτό είναι το σχέδιο διάλυσης της διαδήλωσης, της εκκένωσης του Συντάγματος –για χθες και για πάντα–, του αφανισμού του κινήματος των πλατειών. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε με «αυθαιρεσίες», όπως λεγόταν, άλλες φορές, από επίσημα χείλη. Ίσως το κάθε όργανον να έβαλε την προσωπική πινελιά του, κέντησε όμως πάντα στον καμβά του κυβερνητικού σχεδίου. Με δυο λόγια, η δράση της αστυνομίας ήταν σχεδιασμένη και ταυτόχρονα ανεξέλεγκτη, κατευθυνόμενη και συνάμα εκτός ορίων.

Και αν σε άλλες περιπτώσεις έχουμε συζητήσει, και από τις σελίδες αυτές, για τους «κουκουλοφόρους» και τα τυφλά σπασίματα, τούτη τη φορά η τυφλή και  ανεξέλεγκτη βία προερχόταν από τα ΜΑΤ. Αυτή κυριάρχησε, διαμόρφωσε το τοπίο και την πορεία των γεγονότων. Την Τετάρτη, το ζήτημα –κάτι που αναγνώρισαν ακόμα και τα κανάλια– δεν ήταν τα «μπάχαλα», αλλά ο χημικός πόλεμος και η αστυνομική βαρβαρότητα. Ακούω αρκετούς φίλους και φίλες να καταγγέλλουν τους τύπους με τις βαριοπούλες που έσπαγαν και κατέστρεφαν. Πράγματι. Ας ξαναπούμε πόσο βλαπτική είναι αυτή η στάση, πόσο αντιστρατεύεται το κίνημα, ότι μπορεί να δίνει πάτημα στην αστυνομική βία. Πιστεύω όμως ότι χάνουμε την ουσία, πολιτικά και ερμηνευτικά, αν επικεντρωθούμε σ’ αυτό, τη δεδομένη στιγμή. Δεν είναι θέμα ανοχής στους «μπάχαλους», αλλά  ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης. Αυτό που παίχθηκε προχθές, και υλοποιήθηκε με κάθε τρόπο, ήταν η κυβερνητική απόφαση διάλυσης της διαμαρτυρίας και του Συντάγματος.

***

Δεν ξέρω αν ακούσατε τις δηλώσεις Παπουτσή και Λοβέρδου. Δεν εξέφρασαν, έστω και προσχηματικά, τη λύπη τους, όπως είθισται· είπαν ότι η αστυνομία έπραξε το καθήκον της. Θα ήταν φαιδρές, αν δεν ήταν ανησυχητικές. Μια κυβέρνηση που αδιαφορεί για το τι συνέβη και την κατακραυγή, που δεν προσπαθεί έστω να δικαιολογηθεί, δείχνει όχι μόνο κυνισμό, αλλά και ότι έχει πάρει διαζύγιο από την πραγματικότητα. Και αυτό είναι το επικίνδυνο, καθώς φανερώνει ότι δεν λειτουργούν  στοιχειώδεις μηχανισμοί ελέγχου. Και έτσι δεν χρειάζεται μεγάλη αναλυτική δεινότητα για να συμπεράνουμε ότι οι ζοφερές εικόνες της Τετάρτης είναι πρωτοφανείς, αλλά όχι οι τελευταίες.

***

Πού μπορεί να κρύβεται η ελπίδα, πού να βρούμε την ελπίδα μας μέσα σ’ όλα αυτά; Πιστεύω, στον κόσμο που εδώ κι ένα μήνα συγκεντρώνεται καθημερινά στο Σύνταγμα. Στις ομάδες των Αγανακτισμένων που έστησαν τα πρόχειρα ιατρεία, στους γιατρούς που τα στελέχωσαν, στις σκηνές αλληλεγγύης, στους πολίτες που κατέφθαναν με γάζες, στην περίθαλψη των τραυματιών, στη συγκινητική στάση των εργαζόμενων του μετρό. Στο πλήθος που συγκεντρώθηκε ξανά την Πέμπτη το βράδυ στην πλατεία. Αρκούν όλα αυτά; Σίγουρα όχι, αλλά είναι μια αχτίδα, σκιαγραφούν μια άλλη στάση ενάντια στη βία και τη βαρβαρότητα, μια παρακαταθήκη για ένα κίνημα μαζικό, ειρηνικό και αποφασιστικό. Αν η κυβέρνηση επιλέγει τη σωματική σύγκρουση και τους ψεκασμούς, είναι λάθος να απαντήσουμε στο ίδιο επίπεδο, της «στρατιωτικής αντιπαράθεσης». Το Σύνταγμα και οι πλατείες της χώρας πρέπει να παραμείνουν τόποι όπου σπάει στην πράξη ο φόβος και η βία, όπου οι πολίτες συγκεντρώνονται, συζητάνε, αναζητούν, διεκδικούν και πραγματώνουν το αίτημα για «πραγματική δημοκρατία».

ΥΓ. Είχα ολοκληρώσει το άρθρο όταν έφτασε στα χέρια μου η ανακοίνωση της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη. Την παραθέτω αυτούσια:

«Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη πολλάκις έχει εκφράσει την απόλυτη αντίθεσή της στη χρήση βίας από όπου κι εάν προέρχεται σε νόμιμες διαδηλώσεις. Ιδιαίτερα αναφορικά με την παράνομη χρήση βίας από την πλευρά της Αστυνομίας, επισημαίνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή η Αστυνομία δεν είναι συμμορία να χτυπά αδιακρίτως. Έχει επίσης επισημάνει ότι μια διαδήλωση διατηρεί το νόμιμο και ειρηνικό χαρακτήρα της ακόμα και όταν μια μειοψηφία εκτοξεύει πέτρες, ακόμα και μολότοφ, στα ΜΑΤ. Ως εκ τούτου, η διάλυσή της είναι παράνομη. Μετά τα επεισόδια των δύο τελευταίων ημερών 28 και 29/6, κατά τις οποίες καταλύθηκε πλήρως το θεμελιώδες πολιτικό δικαίωμα της δημόσιας διαμαρτυρίας, η Ένωσή μας δεν μπορεί παρά να εκφράσει την αγανάκτησή της αλλά και την αμηχανία της.

Αγανάκτηση, γιατί είναι αδιανόητο σε μια δημοκρατική χώρα να καταλύονται πολιτικά δικαιώματα από αστυνομικές δυνάμεις, η δε Πολιτεία, όχι απλώς επί έτη να κωφεύει, αλλά και διαρκώς να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής παράνομων και αντισυνταγματικών πρακτικών. Αμηχανία, αφενός γιατί το Υπουργείο Υγείας δεν έπραξε ουδέν ενώ κινδύνευε η υγεία και η σωματική ακεραιότητα όχι μόνο των διαδηλωτών αλλά και γιατρών, φαρμακοποιών καθώς και οποιουδήποτε βρισκόταν στο ευρύτερο πεδίο δράσης των ΜΑΤ. Αφετέρου, γιατί το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είτε δίνει εντολές προς αυτήν την κατεύθυνση είτε αδυνατεί να επιβληθεί στα υφιστάμενα σώματά του τα οποία δρουν ανέλεγκτα μεν, ένοπλα δε.

Και το κυριότερο, επισημαίνει τη διάχυτη πεποίθηση ότι η βία και τα χημικά δεν αποτελούν πλέον κυρίως μέσο διάλυσης μιας ομάδας που εκτρέπεται σε πράξεις βίας: στην πράξη, αποδέκτης τους είναι ο γενικός πληθυσμός, ο καθένας μας, είτε βρίσκεται εκεί είτε όχι, με σκοπό ώστε αύριο να ξημερώσει μια νέα μέρα σε ένα κενό Σύνταγμα. Κενό Σύνταγμα πράγματι…».

«Η παλαιά φρουρά». Χαρακτικό του Καρλ Ρέσινγκ, από το λεύκωμα «Η προκατάληψή μου ενάντια στην εποχή μας», Βερολίνο 1932.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s