Το ελληνικό δίδαγμα: Μην τα παρατάτε!

Standard

H  σουηδή δημοσιογράφος  Kajsa Ekis Ekman στην Αθήνα της κρίσης

Η  Κάισα Έκις Έκμαν (Kajsa Ekis Ekman), γνωστή δημοσιογράφος στη Σουηδία, με ερευνητική δουλειά σε θέματα όπως το τράφικινγκ, η κλιματική αλλαγή, τα δικαιώματα των γυναικών, έφτασε στην Αθήνα τον Ιούλη του 2011, στην καρδιά του κινήματος των πλατειών. Έζησε δυο χρόνια σε ένα σπίτι με Έλληνες και βίωσε την καθημερινότητα της κρίσης και της αντίστασης: μίλησε με νέους, κινηματίες, επιχειρηματίες, πολιτικούς, εργαζόμενους, παρακολούθησε τις διαδηλώσεις. Την εμπειρία της την αποτυπώνει στην Κλεμμένη άνοιξη, ένα χρονικό της κρίσης, που θέλει να αποδομήσει τους μύθους, εντάσσοντας το Ελληνικό Ζήτημα στην παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Το βιβλίο, σε μετάφραση Κατερίνας Φέτση και πρόλογο Άρη Χατζηστεφάνου, μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος.

Συνέντευξη της Κάισα Έκις Έκμαν

 10670115_728100563927740_5969697284509129154_nΠοιο ήταν το αρχικό σας κίνητρο για να ασχοληθείτε με την Ελλάδα;

Κάθε καπιταλιστική κρίση αποτελεί και ένα στιγμιότυπο μιας ιδεολογικής μάχης. Οι άρχουσες τάξεις, αφού ξόδεψαν όλα τα χρήματα, αφήνοντας την κοινωνία ερειπωμένη, χρησιμοποίησαν  στη συνέχεια τα μέσα ενημέρωσης που ελέγχουν, προσπαθώντας να πείσουν τους πάντες ότι για την κρίση φταίει ο λαός. Ακόμα χειρότερα, ότι η λύση στην κρίση είναι  να πάρουν ακόμα περισσότερα χρήματα και δικαιώματα από τον λαό, και να τα δώσουν στις άρχουσες τάξεις. Αυτό βέβαια βρίσκεται σε αντίθεση με εκείνο που γνωρίζουμε, ότι δηλαδή ότι οι καπιταλιστικές κρίσεις ξεσπούν είτε λόγω των κραδασμών του συστήματος είτε λόγω της απερισκεψίας των οικονομικών ελίτ. Εάν ο λαός δεν αντιτάξει τις δικές του ερμηνείες για την κρίση, κινδυνεύουμε να καθηλωθούμε στην αυτο-ενοχοποίηση, την απέχθεια για τον εαυτό μας και την ψυχολογία της μιζέριας. Στην τωρινή περίπτωση, η κρίση ήταν πιο σοβαρή σε ορισμένες χώρες από ό, τι σε άλλες. Λόγω των εμπορικών ανισορροπιών η κρίση έπληξε την περιφέρεια, ενώ οι χώρες του «πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης έμειναν αλώβητες. Τα μέσα ενημέρωσης αυτών των χωρών ξεκίνησαν μια εκστρατεία, κατηγορώντας την ελληνική εργατική τάξη για την κρίση, χρησιμοποιώντας διάφορα πολιτισμικά στερεότυπα. Η εικόνα του «τεμπέλη Έλληνα κηπουρού ή νοσοκόμας»  εμπεδώθηκε στη Σουηδία. Συνέχεια ανάγνωσης

Kοινωνικές και χωρικές ανατροπές στην Αθήνα της κρίσης

Standard

της Ελένης Πορτάλιου

Μετά τα δακρυγόνα. Ο χορός της χαράς. «Αγανακτισμένοι», Σύνταγμα 2011

Μετά τα δακρυγόνα. Ο χορός της χαράς. «Αγανακτισμένοι», Σύνταγμα 2011

Η Αθήνα είναι μια πόλη σε ανθρωπιστική κρίση, σύμφωνα με τον ορισμό των Γιατρών του Κόσμου, που αναφέρεται σε μαζικές καταστάσεις φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Από κοινωνική-χωρική άποψη, η κρίση γίνεται αντιληπτή σε τρία αλληλοσυμπληρούμενα επίπεδα: α) την κοινωνία της πόλης, β) τον δημόσιο και ιδιωτικό αστικό χώρο, γ) την επιτήρηση της πόλης και τη γενικευμένη καταστολή (από την κρατική εξουσία και τις εγκληματικές συμμορίες).

Η φτωχοποίηση της κοινωνίας γενικεύεται και διαρκεί

kotziaΗ Αθήνα –ειδικότερα το Κέντρο– συγκέντρωνε πάντα ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Άνεργοι, πένητες, άστεγοι, χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών, πρόσφυγες και μετανάστες αναζητούσαν στην πόλη κοινωνικές δομές, εργασία, αλληλεγγύη των διερχομένων, γενικότερα στήριξη για την επιβίωσή τους. Σήμερα η κατάσταση αυτή έχει διαχυθεί σε όλο το σώμα της πόλης, αφορώντας ευρύτατα κοινωνικά στρώματα, που παλιότερα διέθεταν τα βασικά προς το ζην ή/και ευημερούσαν. Συνέχεια ανάγνωσης

#συνδικαλισμός 2013 στην Ελλάδα [Τα βίντεο της εκδήλωσης]

Standard

Το βίντεο (σε τρία μέρη) από την εκδήλωση που διοργάνωσαν τα «Ενθέματα» της Κυριακάτικης Αυγής και το Red Notebook την Τετάρτη 20 Μαρτίου στο Στέκι Μεταναστών-Κοινωνικό Κέντρο (Τσαμαδού 15), με τη συμμετοχή των Στέφανου Βαμιεδάκη, Μάρκου Βογιατζόγλου, Αποστόλη Καψάλη και Πέτρου Λινάρδου-Ρυλμόν και τίτλο #συνδικαλισμός 2013 στην Ελλάδα.

Συνέχεια ανάγνωσης

Να επανεφεύρουμε την έννοια του συνδικαλισμού

Standard

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ 2013

Αποσπάσματα από τις προφορικές τοποθετήσεις στην εκδήλωση που οργάνωσαν «Ενθέματα» και RedNotebook, την Τετάρτη 20 Μαρτίου, με συντονιστή τον Πέτρο Λινάρδο-Ρυλμόν, στο Στέκι Μεταναστών-Κοινωνικό Κέντρο (Τσαμαδού 15).

του Στέφανου Βαμιεδάκη

Διαδήλωση υπαλλήλων, Αθήνα, 1927 (αρχείο ΓΣΕΕ)

Διαδήλωση υπαλλήλων, Αθήνα, 1927 (αρχείο ΓΣΕΕ)

Το ερώτημα της σχέσης συνδικαλιστικού κινήματος και Αγανακτισμένων είναι δύσκολο. Κατά τη γνώμη μου, δεν υπήρξε κάποια οργανική σύνδεση. Ειδικά στην αρχή, υπήρχε αμοιβαία καχυποψία. Οι Αγανακτισμένοι, όπως το έζησα από κοντά, θεωρούσαν το επίσημο συνδικαλιστικό κίνημα μέρος του προβλήματος, έναν φορέα που μετείχε στο σύστημα εναντίον του οποίου είχαν ξεσηκωθεί. Το έπαιρνε η μπάλα, συγκέντρωνε κι αυτό την οργή.

Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Όσο και αν δεν υπήρχε οργανική σύνδεση, από την άλλη Αγανακτισμένοι και συνδικαλιστικό κίνημα δεν ήταν δύο τελείως ξέχωρα πράγματα. Το κορύφωμα του κινήματος, τον Ιούνιο, καθόλου τυχαία, συνέπεσε με δύο γενικές απεργίες. Σε αυτές οι πορείες, δύο μαζικότατες πορείες, κατέληξαν στο Σύνταγμα και γέμισαν την πλατεία που ήταν άδεια μέχρι τότε. Και αυτή η «συνάντηση» δημιούργησε πολιτικό γεγονός, παραλίγο να πέσει η κυβέρνηση.

Αξίζει, ακόμα, να δούμε, κοινωνιολογικά, ποιοι απάρτισαν τους Αγανακτισμένους: συνταξιούχοι, άνεργοι, φοιτητές — ένα κομμάτι δηλαδή που ντεφάκτο κινείται εκτός των δομών του συνδικαλιστικού κινήματος. Συνέχεια ανάγνωσης

Πέραν της γενικής απεργίας

Standard

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ 2013

Αποσπάσματα από τις προφορικές τοποθετήσεις στην εκδήλωση που οργάνωσαν «Ενθέματα» και RedNotebook, την Τετάρτη 20 Μαρτίου, με συντονιστή τον Πέτρο Λινάρδο-Ρυλμόν, στο Στέκι Μεταναστών-Κοινωνικό Κέντρο (Τσαμαδού 15).

του Μάρκου Βογιατζόγλου

Απεργία στη Σιτροέν, 1938. Φωτογραφία του Willy Ronis

Απεργία στη Σιτροέν, 1938. Φωτογραφία του Willy Ronis

Από το γεγονός ότι στις γενικές απεργίες του Ιουνίου του 2011, τα μπλόκα που είχαν καλέσει οι Αγανακτισμένοι ήταν έρημα, η πλατεία Συντάγματος άδεια και μόλις εμφανίζεται η απεργιακή διαδήλωση η πλατεία πλημμυρίζει, τεκμαίρεται ότι, αν μη τι άλλο, σε συμβολικό επίπεδο, η αξία της γενικής απεργίας παραμένει μεγάλη στην ελληνική κοινωνία. Αναρωτιέμαι όμως: Πέραν της γενικής απεργίας, τι άλλο κόμισε το συνδικαλιστικό κίνημα στο γενικότερο κίνημα αντίστασης στη λιτότητα, εναντίον του Μνημονίου; Ελάχιστα πράγματα. Αν πάρουμε έναν προς έναν τους εργατικούς αγώνες, μετράμε μόνο ήττες.

Παράλληλα, τα τρία τελευταία χρόνια κατέδειξαν με το πιο σαφή τρόπο την αποτυχία του μοντέλου του ΠΑΜΕ. Το ΠΑΜΕ ξεκινούσε από σχετικά ευνοϊκή θέση: δεν ήταν άμαζο, είχε παρουσία τους χώρους δουλειάς, πολλές φορές οι άνθρωποί του στέκονταν ηρωικά εκεί, μοίραζαν φυλλάδια, αψηφώντας τις διώξεις (βέβαια, αυτά τα φυλλάδια συχνά έλεγαν: «Όλοι στο Σύνταγμα, θα μιλήσει η Αλέκα Παπαρήγα για τη λαϊκή οικογένεια…). Παρά ταύτα, στους χώρους εργασίας το ΠΑΜΕ γνώρισε, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, συντριπτική ήττα, με αποκορύφωμα τη «μητέρα όλων των απεργιών», τη Χαλυβουργία, όπου, εκτός από το ίδιο, δυστυχώς ηττηθήκαμε όλοι μαζί, με πρώτους βέβαια τους ίδιους τους χαλυβουργούς. Γενικότερα με τον μνημειώδη σεχταρισμό και την καθηλωτική εμμονή του στη νομιμότητα, το ΠΑΜΕ, και το ΚΚΕ, όχι μόνο δεν πέτυχε νίκες, αλλά δημιούργησε στην ελληνική κοινωνία την εικόνα ότι δεν μετέχει στην αντίσταση.

Προχωράω. Τι κάνουμε με τους άνεργους; Είναι ένα από τα πρώτα ερωτήματα, όταν έχουμε 30% ανεργία. Μέχρι στιγμής, οι πιο κινηματικοί φτιάχνουν μια επιτροπή, μια πρωτοβουλία, ένα σωματείο ανέργων. Ωστόσο, η εμπειρία των Αγανακτισμένων μας έχει δώσει ένα διαφορετικό, πολύ χρήσιμο μάθημα. Στο Σύνταγμα (αλλά και στην Πλατεία Ταχρίρ, στην Πλάθα ντελ Σολ, στην Τυνησία), για πρώτη φορά είδαμε ανέργους να κινητοποιούνται μαζικά. Συνέχεια ανάγνωσης

«Η Μεταπολίτευση κατοχύρωσε ένα κοινωνικό συμβόλαιο»

Standard

Συνέντευξη του Κορνέλ Μπαν στον Κωστή Κορνέτη

Ο Κορνέλ Μπαν στο Σύνταγμα, Δεκέμβριος 2012

Ο Κορνέλ Μπαν στο Σύνταγμα, Δεκέμβριος 2012

Με την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, κυριάρχησε στη δημόσια σφαίρα ένας λόγος σύμφωνα με τον οποίο η «κουλτούρα» της Μεταπολίτευσης –που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν μια επιτυχημένη περίπτωση οικοδόμησης ενός άρτιου δημοκρατικού συστήματος– ευθύνεται για όλα τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας από το 1974 και μετά. Το περιοδικό Ιστορείν σε συνεργασία με το Freie Universitaet του Βερολίνου οργάνωσε επιστημονικό συνέδριο, προτείνοντας θεματικές πέρα από τις στερεοτυπικές κριτικές και τις ηγεμονικές αφηγήσεις που προτείνει η παρούσα κρίση, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου αναστοχασμού για την πρόσφατη ιστορία μας με θέμα «Μεταπολίτευση: Από τη μετάβαση στη δημοκρατία στην οικονομική κρίση;», με κεντρικό ομιλητή τον ρουμάνο πολιτικό επιστήμονα Cornel Ban.

Ο Μπαν είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, με ερευνητική έμφαση στην ιστορία της πολιτικής οικονομίας. Ενώ δηλώνει οπαδός του Κέυνς –«η υιοθέτηση μέτρων λιτότητας είναι ο θρίαμβος των αντι-κεϋνσιανών ιδεών στην ΕΕ», όπως λέει χαρακτηριστικά– έχει ασχοληθεί διεξοδικά με την εξαιρετικά αμφιλεγόμενη ιστορία της εμπλοκής του ΔΝΤ στην Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: «το σημερινό ΔΝΤ δεν είναι αυτό των παπούδων μας ή των πατεράδων μας: είναι πιθανότερο να βρει κάποιος «ετερόδοξη» οικονομική σκέψη στο ερευνητικό προσωπικό του σήμερα από ότι στις Βρυξέλλες», σημειώνει με νόημα. Όντας σε πλεονεκτική θέση για να συγκρίνει διαφορετικούς οικονομικούς κύκλους στην πρόσφατη ιστορία, ο Ban θεωρεί πως η «μακρά» οικονομική κρίση της δεκαετίας του ’70 λειτούργησε με διαφορετικούς όρους από την σημερινή ύφεση γιατί «ο κόσμος ήταν πολύ πιο απλός»: «το εργατικό κίνημα δεν ήταν αποδυναμωμένο, ο κόσμος δεν είχε μεγάλες αντοχές στον νεοφιλελευθερισμό, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο δεν ήταν τόσο ισχυρό, και οι συντάξεις και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη δεν είχαν αποκτήσει «χρηματοπιστωτικό» χαρακτήρα»».

O Μπαν έχει ασχοληθεί εκτενώς και με την εδραίωση της δημοκρατίας σε χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης στα τέλη του ’70 και του ’80 αντίστοιχα. Αυτό τον καιρό ολοκληρώνει το βιβλίο του για την πολιτική οικονομία της κρίσης, με έμφαση στο ρόλο των οικονομικών ιδεών και την αλληλεπίδραση μεταξύ διεθνών και εγχώριων παραγόντων εστιάζοντας στα παραδείγματα χωρώ με δικτατορικό παρελθόν, όπως η Βραζιλία, η Ισπανία και η Ρουμανία. Μιλήσαμε μαζί του μερικές μέρες πριν έρθει στην Αθήνα για να δώσει την ομιλία του με θέμα «Τα φαντάσματα των μεταβάσεων: Οι ανολοκλήρωτες μεταδικτατορικές πολιτικές στην Νότια και την Ανατολική Ευρώπη», και του θέσαμε μερικά ερωτήματα σε σχέση με δυο από τους βασικούς άξονες του συνεδρίου του Ιστορείν – γιατί επανεξετάζουμε τις μεταβάσεις στην δημοκρατία τον καιρό της κρίσης και πώς μπορούμε να δούμε τη Μεταπολίτευση σε ένα συγκριτικό πλαίσιο.

Κωστής Κορνέτης

"Δον Κιχώτης", έργο του Αλέξη Κυριτσόπουλου

«Δον Κιχώτης», έργο του Αλέξη Κυριτσόπουλου

Είστε κεντρικός ομιλητής του συνεδρίου του περιοδικού «Ιστορείν», που εστιάζει στην ελληνική Μεταπολίτευση. Ποια είναι η άποψή σας για την ελληνική περίπτωση, σε σχέση με άλλες μεταβάσεις, για παράδειγμα την ισπανική; Αποτελεί «εξαίρεση»;

 Η ελληνική περίπτωση παρουσιάζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με την ισπανική. Στη φάση της εδραίωσης της δημοκρατίας, τόσο ο Φελίπε Γκονθάλεθ όσο και ο Ανδρέας Παπανδρέου κατοχύρωσαν ένα κοινωνικό συμβόλαιο που θα μπορούσε να συνοψιστεί στο εξής: μέτρια –αλλά πραγματική– αναδιανομή για κοινωνικοπολιτική ειρήνη. Το κράτος εγγυόταν επιδόματα για τους ηλικιωμένους, τους ανάπηρους, τους ανέργους. Προφανώς, κάτι τέτοιο επήλθε με το κόστος της υψηλής ανεργίας στους νέους, ειδικά στην Ισπανία, αλλά συνολικά η συμφωνία μετάβασης έγινε αποδεκτή από ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας. Θα έπρεπε ίσως να προσθέσει κανείς τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις σε σχέση με το  κοινωνικό φύλο, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό. Συνέχεια ανάγνωσης

Οι περιπέτειες της «αξιοπρέπειας» ως πολιτειακής αρετής

Standard

Από τα παγκόσμια κινήματα στους «Αγανακτισμένους»

του Μιχάλη Μπαρτσίδη και της Φωτεινής Τσιμπιρίδου

Indignados, Μαδρίτη 2011

Indignados, Μαδρίτη 2011

Η «αξιοπρέπεια» ως βασικό συστατικό μιας προσδοκώμενης αρετής πολιτειότητας [civic virtue] τείνει να κυριαρχήσει στον δημόσιο λόγο των κοινωνικών κινημάτων από τη δεκαετία του 1990 και μετά, με παγκοσμιοτοπικούς όρους. Στο πλαίσιο αυτό, μπορούμε να αναφέρουμε τις δημόσιες πολιτικές περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διατυπώνουν τα κινήματα σε περιοχές με δημοκρατικό έλλειμμα (χώρες της Μέσης Ανατολής), τα μοντέλα αντίστασης που εμπνέονται από τους Ζαπατίστας και τα κινήματα εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης. Η παρουσία της «αξιοπρέπειας» γίνεται καθοριστική τα τελευταία τρία χρόνια στα κοινωνικά κινήματα των πλατειών (Indignados στην Ισπανία, ελληνικές πλατείες), όπως και στα κινήματα της «Αραβικής Άνοιξης». Καθώς η έννοια της αξιοπρέπειας συνεχίζει να αποτελεί κεντρικό διακύβευμα έως και στο παγκόσμιο κίνημα του Οccupy Wall Street, στον ελληνικό δημόσιο χώρο και στη συγκυρία της ελληνικής κρίσης ο όρος χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως, όχι μόνο από τους ακτιβιστές αλλά και από παράγοντες της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Συνέχεια ανάγνωσης

«Αγανακτισμένοι» και Χρυσή Αυγή

Standard

του Αντώνη Λιάκου

Πλατεία Συντάγματος 2011. Από την ιστοσελίδα http://www.opinionpost.gr

Υπάρχει μια ιδεολογική εκστρατεία  για να σβήσουν  τα όρια ανάμεσα στην Αριστερά και στην Ακροδεξιά, ανάμεσα στις ρατσιστικές επιθέσεις και τις λαϊκές κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες. Μια από τις ιδέες, που κινδυνεύει να παγιωθεί, είναι η συμμετοχή της Χρυσής Αυγής στο κίνημα των «Αγανακτισμένων», και η ανάδειξή της μέσα από αυτό, το καλοκαίρι του 2011 στην Πλατεία Συντάγματος.

Επισκέφθηκα πολλές φορές την Πλατεία, παρακολουθώντας και την Πάνω Πλατεία με τις ελληνικές σημαίες και τις κρεμάλες, και την Κάτω με τις γενικές συνελεύσεις. Είναι φυσικό ότι σε παρόμοια κινήματα συμμετέχουν άνθρωποι με πολύ διαφορετικές ιδέες.  Αλλά τις ημέρες αυτές  οι Χρυσαυγίτες δεν ήταν στο Σύνταγμα: κυνηγούσαν και κακοποιούσαν μετανάστες στην Πατησίων και στην Αχαρνών.  Μια φορά προσέγγισαν οργανωμένα την πλατεία, και αποκρούστηκαν. Υπήρχαν φυσικά πολλοί εθνικιστές  στην Πάνω Πλατεία. Αλλά όχι οργανωμένη παρουσία της Χρυσής Αυγής.

Την  ιδέα ότι η Χρυσή Αυγή συμμετείχε στους «Αγανακτισμένους «την πρωτοδιάβασα σε άρθρο πολιτικού επιστήμονα του ιστορικού αναθεωρητικού ρεύματος σε κυριακάτικη εφημερίδα: «Οι εθνικοσοσιαλιστές […] στην “άνω πλατεία”, έγιναν ένα με το πλήθος […] «Η Χρυσή Αυγή γεννήθηκε στον Άγιο Παντελεήμονα, αλλά μεγάλωσε και νομιμοποιήθηκε πολιτικά στην πλατεία Συντάγματος», έγραφε ο Νίκος Μαραντζίδης (Η Καθημερινή, 20.5.2012). Συνέχεια ανάγνωσης

Δημοκρατία Under Construction: Από τους δρόμους στις πλατείες

Standard

 Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α/συνέχεια ο συλλογικός τόμος Δημοκρατία Under Construction: από τους δρόμους στις πλατείες (Εμπειρίες-αναλύσεις-ντοκουμέντα), μια προσπάθεια αποτύπωσης και ανάλυσης των «πλατειών», ενός από τα μείζονα κινηματικά γεγονότα της χρονιάς που τελειώνει, από ανθρώπους που μετείχαν σε αυτό. Δημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα από τον πρόλογο των επιμελητών, Χρήστου Γιοβανόπουλου και Δημήτρη Μητρόπουλου, που δίνουν το στίγμα του έργου.

Στρ. Μπ.

του Χρήστου Γιοβανόπουλου και του Δημήτρη Μητρόπουλου

…Διότι τους ήρθε ξαφνικό και δεν έχουν προμηθευτεί το νέο αλφάβητο της ζωής: Η παραπάνω φράση, προερχόμενη από μέιλ που στάλθηκε στη λίστα της Ομάδας Επικοινωνίας της πλατείας Συντάγματος τις μέρες του Ιουνίου 2011, θέτει το βασικό ζήτημα που η προσπάθεια μας επιχειρεί να ανιχνεύσει. Δηλαδή να αρχίσουμε να διακρίνουμε το «νέο αλφάβητο» που άρχισε να αρθρώνεται στο Σύνταγμα και σε όλες τις άλλες πλατείες της χώρας, αλλά και του κόσμου. Ένα αλφάβητο που φτιάχνεται συλλογικά και σταθερά, μέσα από το μοίρασμα προηγούμενων, αλλά κυρίως το γέννημα νέων, πρωτόγνωρων, κοινών εμπειριών. Μια διαδικασία ανοιχτή, απρόβλεπτη, που μοιάζει να κινείται άλλες φορές με εκκωφαντική ταχύτητα και άλλες φορές πολύ αργά, με εκπλήξεις και λάθη, ακριβώς όπως η διαδικασία μέσα από την οποία ένα παιδί αρχίζει και μαθαίνει να μιλάει. Συνέχεια ανάγνωσης

Ασφυξία

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Η λέξη «ασφυξία», μεταφορικά και κυριολεκτικά, είναι ίσως αυτή που συνοψίζει καλύτερα όσα έγιναν την Τετάρτη στο κέντρο της Αθήνας. Και, ακόμα, αγανάκτηση, φόβος, απελπισία, πείσμα, κουράγιο, πόνος, όλα αυτά μαζί, ένα μείγμα συναισθημάτων που ξεχειλίζει. Τα ζήσαμε, τα ακούσαμε, τα είδαμε: μέσα από διηγήσεις, φωτογραφίες, βίντεο, κομμάτι-κομμάτι το ψηφιδωτό της ζοφερής μέρας έχει ανασυντεθεί — δεν χρειάζεται να το υπενθυμίσω. Αξίζει όμως να σκεφτούμε: Ποια είναι τα στοιχεία που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα της Τετάρτης;

«Η παλαιά φρουρά». Χαρακτικό του Καρλ Ρέσινγκ, από το λεύκωμα "Η προκατάληψή μου ενάντια στην εποχή μας", Βερολίνο 1932.

To πρώτο, σίγουρα, είναι η έκταση και η ένταση της αστυνομικής βίας. Οι εικόνες αποδεικνύονται, για άλλη μια φορά, μάρτυρες αψευδείς: ο χημικός πόλεμος, οι έφοδοι ενάντια σε ειρηνικούς διαδηλωτές και θαμώνες καφετεριών, η επέκταση των «επιχειρήσεων» μέχρι το Μοναστηράκι, η συνέχισή τους με αμείωτη ένταση για ώρες δημιουργούν μια εικόνα ποιοτικά διαφορετική από τις συνηθισμένες.

Ωστόσο, όσο τρομακτικές κι αν ήταν οι παραπάνω εικόνες, δεν είναι αυτές το σημαντικό στα γεγονότα της Τετάρτης. Το σημαντικό είναι εκείνο που κρύβεται πίσω τους, το πώς έγιναν πραγματικότητα. Αν ψάχνουμε λοιπόν το κόκκινο νήμα που τις ενώνει (από τις πρωινές επιθέσεις στα μπλόκα μέχρι το γιουρούσι των έφιππων Δελτάδων και τις χειροβομβίδες κρότου-λάμψης μέσα στο μετρό), αυτό είναι το σχέδιο διάλυσης της διαδήλωσης, της εκκένωσης του Συντάγματος –για χθες και για πάντα–, του αφανισμού του κινήματος των πλατειών. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε με «αυθαιρεσίες», όπως λεγόταν, άλλες φορές, από επίσημα χείλη. Ίσως το κάθε όργανον να έβαλε την προσωπική πινελιά του, κέντησε όμως πάντα στον καμβά του κυβερνητικού σχεδίου. Με δυο λόγια, η δράση της αστυνομίας ήταν σχεδιασμένη και ταυτόχρονα ανεξέλεγκτη, κατευθυνόμενη και συνάμα εκτός ορίων. Συνέχεια ανάγνωσης

Η μέθοδος της ασφυξίας

Standard

αναδημοσίευση από την Καθημερινή 1.7.2011

του Παντελή Μπουκάλα

Διπλός ήταν ο στόχος του κυβερνώντος κόμματος την Τετάρτη: να αποσπάσει το «ναι» των βουλευτών του για το Μεσοπρόθεσμο και να αδειάσει επιτέλους την πλατεία Συντάγματος από τους «Αγανακτισμένους». Αφού λοιπόν το Μεσοπρόθεσμο είναι ασφυκτικό για τα λαϊκά και τα μικρομεσαία στρώματα, επέλεξε και η κυβέρνηση τη μέθοδο της ασφυξίας για να πραγματοποιήσει και τον πρώτο στόχο της και τον δεύτερο. Οσοι πράσινοι βουλευτές είχαν δείξει σημάδια ασυμφωνίας, άρνησης, εναντίωσης ή και αποσκίρτησης, πολιορκήθηκαν μέχρις ασφυξίας από επιφανείς υπουργούς και κορυφαία κομματικά στελέχη. Τι ακριβώς διημείφθη ανάμεσα στους συντρόφους και συναγωνιστές, τους υποψήφιους αντάρτες από τη μια και τους παιδονόμους τους από την άλλη, μονάχα ο Σούπερ Κοριός το ξέρει, αλλά δεν θα μας το πει. Δεν θα πέφταμε έξω πάντως αν υποθέταμε ότι σ’ αυτά τα απόρρητα αλισβερίσια, και απειλές θα ακούστηκαν, και εκβιασμός παγκαλικής ποιότητας θα ασκήθηκε με μπόλικη αποστασιολογία, και πιθανά «ατοπήματα» και «υπερβάσεις» θα ανασύρθηκαν προς εκφοβισμό, και υποσχέσεις γενναιόδωρες θα δόθηκαν. Το αποτέλεσμα το είδαμε: η δημοκρατία θριάμβευσε. Συνέχεια ανάγνωσης

Η επόμενη μέρα

Standard

της Ιωάννας Μεϊτάνη

Πέμπτη πρωί, ξυπνάω με τις ειδήσεις. Είναι η επόμενη μέρα, απ’ αυτές που λόγω της προηγούμενης προτιμάς να μην ξυπνήσεις. Κανένα αίσθημα επιτυχίας, καμιά άγρια χαρά, τίποτα: μόνο θλίψη, απαισιοδοξία και βουβή οργή για την ανείπωτη αδικία. Σηκώνομαι και βλέπω τα βίντεο και τις φωτογραφίες. Με υπόκρουση όλη μέρα τις ενημερωτικές εκπομπές και την άλλη πραγματικότητα της κυβέρνησης και των λοιπών πολιτικών. Κατήφεια, μαυρίλα.

Λεπτομέρεια από άτιτλο σκίτσο μάνγκα του Κατουσίρο Ότομο, 2009

Την Τετάρτη πολλοί φίλοι μου δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν μέσα στο όργιο της αγριάδας και της βίας: έκατσαν κάτω και έβαλαν τα κλάματα. Από την αδικία και την απελπισία. Μου λένε για το μίσος στα μάτια των οργάνων της αστυνομίας. Εγώ το είδα μόνο από μακριά: την πρώτη επέλαση με μηχανάκια στην Αμαλίας. Οι πίσω καβαλάρηδες ήταν όρθιοι και ανέμιζαν στον αέρα τα γκλομπ τους. Έκανα στην άκρη τρομαγμένη. Θαύμασα όσους περπάτησαν στη μέση του δρόμου και τους απώθησαν.

Γύρισα σπίτι με τα πόδια, κοιτώντας μόνο τα παπούτσια μου. Πίσω μου το Σύνταγμα βουτηγμένο στο τοξικό σύννεφο. Μπροστά μου η παράλληλη πραγματικότητα: σε καφενεία λίγο πιο έξω απ’ το κέντρο, ο κόσμος παραγγέλνει φρεντοτσίνο καραμέλα. Εκεί κάπου η απελπισία με παραλύει. Συνέχεια ανάγνωσης

Η πρόταση για Αναθεώρηση του Συντάγματος απόπειρα παράκαμψης των προβλημάτων

Standard

Η Ιφιγένεια Καμτσίδου μιλάει στον Νίκο Φίλη

για τη συνταγματικότητα του Μνημονίου, τα δημόσια αγαθά, την κρίση του κοινοβουλευτισμού και της πολιτικής, την άμεση και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία

Ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν το τελευταίο διάστημα ήταν η κυβερνητική πρόταση για αναθεώρηση του Συντάγματος και δημοψήφισμα. Πέρα από τις άμεσες πολιτικές συνεπαγωγές του, το θέμα έχει μια σειρά ευρύτερες θεσμικές και ιδεολογικές παραμέτρους. Με την ευκαιρία αυτή, συζητήσαμε με τη συνταγματολόγο Ιφιγένεια Καμτσίδου, επίκουρη καθηγήτρια στο ΑΠΘ. Η Ι. Καμτσίδου τονίζει ότι η πρόταση για αναθεώρηση δεν είναι απλώς μια λανθασμένη απάντηση στα προβλήματα της χώρας, αλλά και μια προσπάθεια να μετατεθεί ο δημόσιος διάλογος και να παρακαμφθούν τα θέματα για τα οποία οι κυβερνώντες οφείλουν να αναλάβουν την πολιτική ευθύνη. Επίσης, σχολιάζει ότι η πρόταση του πρωθυπουργού για δημοψήφισμα εισάγει τον καισαρισμό στο πολιτικό σύστημα. Και υπογραμμίζει: «Χωρίς οργανωμένη αντιπαράθεση, χωρίς εναλλακτικά σχέδια για το περιεχόμενο της γενικής πολιτικής της χώρας, ο κοινοβουλευτισμός απονεκρώνεται».

«ΕΝΘΕΜΑΤΑ»

Τζιουζέππε Καπογκρόσι, «Γυμνό και πανοπλία», 1931

Η Oλομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με πληροφορίες, κρίνει το Mνημόνιο συνταγματικό και απορρίπτει την προσφυγή που έχουν καταθέσει κοινωνικοί φορείς. Πώς σχολιάζετε την εξέλιξη αυτή, όταν μάλιστα ανώτατα δικαστήρια άλλων ευρωπαϊκών χωρών (Ρουμανία, Λετονία) έχουν κρίνει ότι ανάλογες διατάξεις αντίκεινται στα Συντάγματά τους ή στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου;

Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ δεν έχει εκδοθεί ακόμη και το αποτέλεσμα δεν είναι γνωστό. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι πραγματοποιήθηκαν διασκέψεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, το περιεχόμενο των οποίων είναι, σύμφωνα με τον νόμο, μυστικό. Δυσκολεύεται λοιπόν κανείς να πιστέψει ότι κάποιος από τους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς που συμμετείχαν στις διασκέψεις παραβίασε τις συνταγματικές υποχρεώσεις του και διέδωσε όσα διεμείφθησαν σε αυτές. Πιθανότερο θεωρώ ότι οι σχετικές «πληροφορίες» δόθηκαν στη δημοσιότητα από αυτούς που ενδιαφέρονται για τη στήριξη και την εφαρμογή των ρυθμίσεων του Μνημονίου και αναζητούν στην δικαστική κρίση πρόσθετη βοήθεια. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως οι έλληνες δικαστές βρίσκονται ενώπιον μιας εξαιρετικά δυσχερούς υπόθεσης: καλούνται να αποφανθούν αν η δανειοδότηση της χώρας με τους όρους του Μνημονίου, η οποία παρουσιάζεται ως αναγκαία προϋπόθεση για την «σωτηρία της πατρίδας», δηλαδή ως λόγος «υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος», μπορεί να δικαιολογήσει δραστικούς περιορισμούς των συνταγματικών δικαιωμάτων, να λειτουργήσει στην ουσία ως θεμέλιο μιας «ήπιας», πλην μακρόχρονης, αναστολής του συστήματος των συνταγματικών ελευθεριών. Ωστόσο, η θεσμοθετημένη αναστολή των δικαιωμάτων, αυτό που είναι ευρύτερα γνωστό ως «κατάσταση πολιορκίας», πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 48 Συντ. με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και απόφαση της Βουλής, γεγονός που μαρτυρά ότι ο συντακτικός νομοθέτης αναθέτει τη διαδικασία σε όργανα που προέρχονται από και λογοδοτούν προς τον λαό. Η εμπλοκή της δικαστικής εξουσίας διαφοροποιεί τους όρους με τους οποίους αντιμετωπίζεται πλέον το πρόβλημα· αφενός υπογραμμίζεται πως οι δεσμεύσεις προς τους διεθνείς οργανισμούς βρίσκονται υπό δικαστικό έλεγχο σε ό,τι αφορά τον σεβασμό και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, πως σε ένα κοινωνικό κράτος δικαίου η αρχή salus patriae suprema lex esto δεν μπορεί να εφαρμοστεί, αφετέρου αναγνωρίζεται στον δικαστή η εξουσία να αξιολογεί πολύ πιο ουσιαστικά ποιοι λόγοι συγκροτούν το δημόσιο συμφέρον και να καταφάσκει ή να αρνείται τη συνδρομή τους, έστω και σε ευθεία αντιπαράθεση προς την δημοκρατικά νομιμοποιημένη κυβέρνηση. Συνέχεια ανάγνωσης

Η παράξενη και σημαντική Τετάρτη 15 Ιουνίου

Standard

του Στρατή  Μπουρνάζου

Όλοι σκεφτόμασταν ότι η Τετάρτη 15 Ιουνίου θα είναι μια παράξενη μέρα. Λίγες μέρες μετά, μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε και σημαντική. Όχι μόνο επειδή σηματοδότησε την αρχή του τέλους της κυβέρνησης και τη δρομολόγηση λύσεων συγκυβέρνησης — κάτι που, όπως και να το αξιολογεί ο καθένας, αποτελεί τομή στην πρόσφατη ιστορία μας. Αλλά και επειδή, ταυτόχρονα, συνιστά σημαντικό γεγονός στην ιστορία των κινητοποιήσεων των τελευταίων χρόνων. Η συγκέντρωση της Τετάρτης ήταν πολύ μεγάλη — δεν είναι όμως αυτό που την κάνει ξεχωριστή, αλλά ορισμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά της.

Σύνταγμα. Ο χορός της χαράς

Πρώτον, σε αυτήν συνυπήρξαν απεργοί και «αγανακτισμένοι»: η συνάντηση πραγματοποιήθηκε και, παρά τις εκ προοιμίου δυσκολίες, απεδείχθη πετυχημένη. Η Τετάρτη υπήρξε το επιστέγασμα όλων των προηγούμενων ημερών και, ταυτόχρονα, ένα σημαντικό βήμα μπρος. Το γεγονός άλλωστε ότι σύνθημα που ξεχώρισε ήταν «Ψωμί, Παιδεία Ελευθερία, η Χούντα δεν τελείωσε το ’73» κάτι δηλώνει για τη συνάντηση αυτή.

Δεύτερον, δεν κυριάρχησαν η βία και τα τυφλά σπασίματα. Εις πείσμα των τηλεοπτικών εικόνων, αρκούσε μια βόλτα το απόγευμα στη Σταδίου ή την Πανεπιστημίου για να το αντιληφθεί κανείς. Ούτε όμως και η εξαιρετικά δυσανάλογη χρήση χημικών εκ μέρους των ΜΑΤ κατάφερε να σφραγίσει τη μέρα. Αντίθετα, τον τόνο έδωσαν ο μαζικός, ειρηνικός, ο αποφασιστικά ειρηνικός και αποφασισμένος μαζί, χαρακτήρας της διαμαρτυρίας. Και εδώ έπαιξε σπουδαίο ρόλο ότι, όλες τις προηγούμενες μέρες, εμπεδώθηκε το αίσθημα ότι οι άνθρωποι μπορούν να διαμαρτύρονται ειρηνικά, να κουβαλάν τα παιδιά τους, να έρχονται γέροντες και γερόντισσες, και η κάθοδος στον δρόμο να μην ισοδυναμεί με κάθοδο στα Τάρταρα — και αυτό είναι μια κατάκτηση σε σχέση με την κατάσταση των τελευταίων χρόνων, μια κατάκτηση του κινήματος των πλατειών.

Τρίτον, η πλατεία Συντάγματος, παρά τον καταιγισμό ασφυξιογόνων, το απόγευμα ήταν και πάλι γεμάτη. Ο κόσμος ερχόταν κατά κύματα, ξανάφευγε βέβαια λόγω της χημικής βροχής, ξαναρχόταν. Και μόλις τα κατάφερε,  είδαμε εικόνες που αληθινά αξίζουν όσο πολλές λέξεις: μια αλυσίδα ανθρώπων, που ξεκινούσε από το σιντριβάνι και αγκάλιαζε την πλατεία, καθάριζε, με μπουκαλάκια νερού, την πλατεία από τα χημικά. Βοήθησε και μια μάνικα, αλλά η πλατεία πλύθηκε μπουκάλι μπουκάλι — σκεφτείτε το, είναι σαν να πλένεις ένα δωμάτιο με δαχτυλήθρα. Και μετά ένας χορός –αξίζει να δείτε την εικόνα– ένας χορός λυτρωτικός και χαρούμενος για το κράτημα της πλατείας· και το βράδυ, όπως πάντα, η συνέλευση. Ήταν μια μεγάλη νίκη, όπως το έγραψε και πρωτοσέλιδα η Αυγή την Πέμπτη, ότι το Σύνταγμα κρατήθηκε — και αυτό, πιστεύω, πρέπει να αποδοθεί στη γόνιμη συνάντηση απεργιακής πορείας και Αγανακτισμένων, στο νικηφόρο πολιτικό μείγμα που παρήγαγε. Συνέχεια ανάγνωσης

Ποιος θα καταλάβει το Σύνταγμα;

Standard

του Αλέξανδρου Κεσσόπουλου

Πάμπλο Πικάσο, "Ταύρος και άλογο", 1931

Το κίνημα της αγανάκτησης και της αμφισβήτησης του τρόπου λειτουργίας του πολιτικού συστήματος συνεχίζει ακάθεκτο να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της χώρας, παρά τις επιθέσεις που δέχθηκε τις τελευταίες ημέρες. Κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των πρωτοφανών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας των αγανακτισμένων πολιτών είναι αφενός η μαζικότητα και η διάρκειά τους και αφετέρου το ετερόκλητο του πλήθους και η πανσπερμία των αιτημάτων που διατυπώνονται. Αν επιχειρούσε κάποιος να αναλύσει, όχι τα στοιχεία τα οποία ενώνουν τους διαδηλωτές και σε γενικές γραμμές είναι προφανή, αλλά αυτά που διαφοροποιούν τη στάση τους, θα μπορούσε να προβεί στην εξής βασική κατηγοριοποίηση: μια μερίδα των Αγανακτισμένων αντιλαμβάνεται ως αιτία της κρίσης την κυριαρχία του άκρατου οικονομικού φιλελευθερισμού και, συνεπώς, διεκδικεί την επιστροφή της πολιτικής στο προσκήνιο και την υποταγή της οικονομίας σε αυτήν, ενώ μια άλλη θεωρεί ότι η επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου ολόκληρης σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας έχει προέλθει από φαινόμενα κακοδιαχείρισης και, κυρίως, διαφθοράς του πολιτικού προσωπικού της χώρας.

Οι διαφορετικές αυτές προσλήψεις της πραγματικότητας διαμορφώνουν δύο πολιτικές και ιδεολογικές τάσεις στο εσωτερικό του κινήματος των αγανακτισμένων, που, κατά τη γνώμη μου, βρίσκονται σε μια συγκρουσιακή σχέση μεταξύ τους. Η πρώτη από αυτές διατυπώνει το αίτημα του εκδημοκρατισμού της λειτουργίας των πολιτικών θεσμών και, ταυτόχρονα, αναζητεί στις λαϊκές συνελεύσεις τις γενικές κατευθύνσεις θεσμικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα αφαιρέσουν από τα διάφορα κέντρα οικονομικής ισχύος, κυρίως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, την τεράστια πολιτική δύναμη που έχουν αποκτήσει, ώστε αυτή να επιστρέψει και ουσιαστικά στα χέρια του τυπικού φορέα της, του κυρίαρχου λαού. Η δεύτερη τάση κινείται μάλλον αντίρροπα, καθώς διαθέτει έντονα αντιπολιτικά και αντικοινοβουλευτικά χαρακτηριστικά, τα οποία εκφράζονται μέσω συνθημάτων, δρώμενων και χειρονομιών, που δηλώνουν πλήρη απαξία όχι μόνο για όλους ανεξαιρέτως τους πολιτικούς, αλλά και για την ίδια την μορφή του πολιτεύματος. Με άλλα λόγια, εξελίσσεται στην πλατεία Συντάγματος, και όπου αλλού συναθροίζονται Αγανακτισμένοι, μια διαπάλη ανάμεσα στο αίτημα για εμβάθυνση της δημοκρατίας και τις κραυγές που απαιτούν τη συρρίκνωσή της. Συνέχεια ανάγνωσης

Τι είναι και πού πηγαίνει το κίνημα των Αγανακτισμένων;

Standard

της Ντίνας Τζουβάλα

Αλμπέρτο Τζιβέρι, «Ο χορός», 1937

Έπειτα από ένα σχεδόν μήνα κινητοποιήσεων στις πλατείες της χώρας, το ερώτημα τι είναι και πού πηγαίνει το κίνημα των «Αγανακτισμένων» παραμένει ανοικτό.  Σίγουρα κάποιες απόπειρες απάντησης μοιάζουν πιο εφικτές σήμερα, καθώς υπάρχει περισσότερο πραγματολογικό υλικό στη διάθεσή μας. Η απεργία και η περικύκλωση της Βουλής την περασμένη Τετάρτη, καθώς και τα όσα ακολούθησαν, μπορούν να είναι αρκετά διαφωτιστικά για το τι όντως συμβαίνει.

Όσες και όσοι κάνουν κριτική στο κίνημα των Πλατειών «από τα αριστερά»  θέτουν σε αντιπαράθεση τον «γνήσιο» ταξικό αγώνα με τη «διαταξική σούπα» των Αγανακτισμένων. Ο πρώτος υλοποιείται από τα συνδικάτα και τις δυνάμεις της Αριστεράς και της αναρχίας, με αποκορύφωμα –στην παρούσα φάση–τις γενικές απεργίες. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια-ος που συντάσσεται με τις δυνάμεις της εργασίας  και αμφισβητεί την κομβικότητα της οργάνωσης στους χώρους εργασίας, τη δύναμη των απεργιών ή τη γραφειοκρατικοποίηση και απαξίωση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Παρ’ όλα αυτά, η απόρριψη του κινήματος Πλατειών με ένα τέτοιο σκεπτικό παραβλέπει κάτι: το 20% των ανέργων και τον απροσδιόριστα μεγάλο αριθμό –κυρίως νέων– εργαζομένων, οι οποίοι βρίσκονται σε ένα μεταίχμιο μεταξύ ανεργίας και εργασίας, δουλεύοντας κάποιες μέρες το μήνα ή την εβδομάδα, κυρίως υπό τον νομικό μανδύα του δελτίου παροχής υπηρεσιών. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, ακριβώς επειδή είναι  αποκλεισμένοι από την εργασία, αδυνατούν δομικά να χρησιμοποιήσουν την αποχή από αυτή ώστε να πιέσουν την εργοδοσία και την κυβέρνηση. Είμαι απόλυτα πεισμένη ότι η Πλατεία Συντάγματος, της οποίας η καθημερινή λειτουργία απαιτεί  αφιέρωση χρόνου, δεν θα μπορούσε να κρατηθεί τόσες μέρες αν δεν κάλπαζε η ανεργία, γεγονός που «εξασφαλίζει» πολύ ελεύθερο χρόνο, ειδικά σε νέες και νέους. Ίσως αυτός ο τρόπος οργάνωσης και διαμαρτυρίας να μην είναι ο πλέον αποτελεσματικός γι’ αυτές τις προσφάτως περιθωριοποιημένες κατηγορίες. Όποιος και όποια όμως έχει κατά νου κάτι αποτελεσματικότερο και «ταξικότερο» ας το προτείνει. Σε αντίθετη περίπτωση, επιβεβαιώνεται η  ανησυχητική υποψία ότι υπάρχουν πολιτικοί χώροι με αναφορά στο κίνημα που κάνουν πολιτική όπως ακριβώς έκαναν την εποχή που επικρατούσε η πλήρης απασχόληση και η ανεργία ήταν περιορισμένη. Αν μη τι άλλο, κάτι τέτοιο είναι πολύ πιο προβληματικό από το αν στο Σύνταγμα υπάρχουν πέντε, δέκα ή πενήντα πέντε ελληνικές σημαίες. Συνέχεια ανάγνωσης

Το πλήθος στην πλατεία και στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων

Standard

στο τέλος του post δημοσιεύεται μια εκτενέστερη και αναλυτικότερη μορφή του άρθρου

 του Κώστα Δουζίνα

 Πλήθος και Αριστερά

Near Ground Zero, NYC, 2009. Φωτογραφία του Δημήτρη Μέλλου, από την έκθεση «Its Strangest Patterns» (γκαλερί Taf, Νορμανού 5, Μοναστηράκι)

Οι επαναστάσεις στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, τη Συρία, το Μπαχρέιν και την Υεμένη, οι «αγανακτισμένοι» στην Ισπανία και την Ελλάδα θέτουν το πλήθος στην πλατεία, στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων. Εντούτοις, οι αντιδράσεις της Αριστεράς για το «Σύνταγμα» ήταν αρκετά επιφυλακτικές και οι θεωρητικές προσεγγίσεις σχεδόν ανύπαρκτες. Η αδυναμία πρόβλεψης, και ακόμα περισσότερο κατανόησης, του φαινομένου σχετίζονται, πιστεύω, με τη σχετική αδιαφορία της Αριστεράς και της θεωρίας για τις μεταμαρξιστικές και μεταδομιστικές τάσεις. Το άρθρο επιχειρεί μια προσπάθεια ανάλυσης της «επανάστασης της πλατείας», με εργαλείο τη σύγχρονη πολιτική φιλοσοφία. Εκεί ίσως ανακαλύψουμε ιδέες για την προσαρμογή της αριστερής στρατηγικής στις συνθήκες του ύστερου βιοπολιτικού καπιταλισμού.

Πλήθος και βιοπολιτική στον ύστερο καπιταλισμό

Από πού έρχεται το πλήθος; Γεμίζουν οι πλατείες από τυχαία σύμπτωση στο Κάιρο, τη Μαδρίτη και την Αθήνα ή κάτι τέτοιο αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της εποχής μας;

Η οργάνωση της κοινωνίας υπηρεσιών του ύστερου καπιταλισμού έχει αλλάξει τις βασικές παραμέτρους της ριζοσπαστικής πρακτικής και θεωρίας. Ο νεοφιλελευθερισμός ωθεί τους ανθρώπους να κατανοούν τη ζωή τους και να σχετίζονται με τους άλλους ως καταναλωτές χωρίς όρια, ως μηχανές επιθυμίας. Ως αποτέλεσμα, η ολοκλήρωση οικονομίας-κοινωνίας-πολιτικής είναι άμεση, έντονη και οργανώνεται μέσω του ελέγχου της υποκειμενικότητας και της επιθυμίας. Ο άνθρωπος που δανείζεται για να καταναλώσει έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον και συμφέρον για την επιτυχή λειτουργία του καπιταλισμού, πιστεύει σ’ αυτήν. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αμεσότητα του Συντάγματος

Standard

του Στρατή Μπουρνάζου

Ανρί Ματίς, «Το έλκηθρο», 1943

Τα άρθρα για τα κυριακάτικα γράφονται, όπως ξέρετε, κάμποσες μέρες πριν. Έτσι, σε μια περίοδο που τα γεγονότα τρέχουν, ο αρθρογράφος κινδυνεύει σοβαρά είτε να αναδειχθεί σε μετά Χριστόν προφήτη, προβλέποντας με πολύπλοκους και προσεκτικούς συλλογισμούς κάτι που φαντάζει εντελώς αυτονόητο τη στιγμή της δημοσίευσης, είτε όσα γράφει να βρίσκονται εντελώς εκτός τόπου και, κυρίως, χρόνου. Ίσως και οι λίγες σκέψεις που ακολουθούν και γράφονται Πέμπτη βράδυ να μην ξεφύγουν από αυτήν τη μοίρα, να μοιάζουν αδύναμες, λίγες και παλιωμένες, να έχουν βουλιάξει, το απόγευμα και το βράδυ της Κυριακής, σε μια λαοθάλασσα  που θα ’χει πλημμυρίσει το Σύνταγμα, τις πλατείες της Ελλάδας και της Ευρώπης. Άμποτες.

Από τα προηγούμενα «Ενθέματα» πολύ νερό κύλησε στ’ αυλάκι. Το πρώτο, και πολύ σημαντικό, είναι ότι οι συγκεντρώσεις στις πλατείες έδειξαν ότι δεν αποτελούν φαινόμενο της μιας ημέρας και νύχτας: συνεχίζονται, τη στιγμή που γράφω, για εννιά συναπτές ημέρες, με μεγάλη μαζικότητα, με αποκορύφωμα την προηγούμενη Κυριακή. Έτσι, ακόμα και όσοι ήταν επιφυλακτικοί στην αρχή, ακόμα κι εκείνοι που εξακολουθούν να έχουν τις αντιρρήσεις τους, δεν μπορούν, εκτός αν θέλουν να διαρρήξουν πλήρως τη σχέση τους με την πραγματικότητα, να αγνοήσουν αυτό που συμβαίνει στις πλατείες: είναι το γεγονός που σφραγίζει τις εξελίξεις όλο το τελευταίο διάστημα, αυτό που δίνει τον τόνο, αυτό που άλλαξε άρδην το κλίμα και την πολιτική ατζέντα. Συνέχεια ανάγνωσης

Η αντ-αγανάκτηση έφτασε

Standard

του Δημήτρη Σεβαστάκη

Χαρακτικό του Ότο Νίκελ, από το λεύκωμα «Πεπρωμένο», 1930

Οι καινούριες μεγάλες συγκεντρώσεις είναι ένα τοιχογράφημα, σχηματίζουν ένα μεγάλο απόθεμα από ίχνη. Ο καθένας, μέσα από την facebook πειθαρχία, θεωρεί  ότι επανεγγράφεται με νέους όρους στο κοινωνικό σώμα. Το ρέμα λοιπόν μπορεί να πάει στο παντού, να απλώσει ρευστό και αχαλίνωτο ή να στεγνώσει σε μια παρακυβερνητική κατάπτωση. Μπορεί να εκφράσει, αλλά μπορεί και να σβήσει, αφού ο καθένας αισθάνεται ήδη πληρωμένος μέσα  σε μια γλωσσική-συμβολιστική ολικότητα. Άρα, όσο ορμητικά ήρθε τόσο αποφασιστικά μπορεί να αποσυρθεί. Κι αυτό ενδεχομένως θα γεννήσει ακόμα εντονότερα την ανάγκη αναφοράς, την ανάγκη σύνθεσης ευδιάκριτου πολιτικού προσώπου, εννοιολογικής νομιμοποίησης, ερμηνευτικής ακρίβειας. Και για τους θεατές του κινήματος και για τους θαμώνες. Αυτά τα στοιχεία συστήνουν το ελάττωμα και το προτέρημα της παρθένας και καθαρής μαζικότητας.

Από την άλλη πλευρά όμως,  ο έλεγχος ενός μαζικού κοινωνικού σκιρτήματος που πάει να γίνει λόγιο από αχανές που ήταν, που πάει ν αρπάξει ένα κομμάτι ιστορίας ή έστω να διασκεδάσει θυμικά την κρίση και την ματαίωση, είναι σύνθετο «καθήκον». Οι κουρασμένες ελίτ, οι πυρήνες μιντιακής και κυβερνητικής εξουσίας, δύσκολα μπορούν να σκεφτούν πάνω στα απροσδόκητα. Προτιμούν τα εύκολα, τις τετράγωνες κατηγοριοποιήσεις, όπως ακριβώς έχουν εκπαιδευτεί. Κάθε εκτροπή, για παράδειγμα, περιφράσσεται στους κουκουλοφόρους. Στην περίπτωση των social networks τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα αφού τα Μέσα είναι οικεία και νομιμοποιημένα στην οικιακή τάξη. Όλες  οι πολιτικές εκφωνήσεις που υποχρεώθηκαν να εξοικειωθούν  με την γκατζετ-παπανδρεϊκή μονομανία, μοιάζουν ανεξοικείωτες με το εγερτικό ρέμα που η τελευταία συνεπιφέρει. Σαν να συμβαίνει για πρώτη φορά, σα να κατέβηκε στην πραγματικότητα και να μην είναι μέρος της. Οι διάφορες πολιτικές επεξεργασίες, οι περιγραφές είναι εσωστρεφείς, τυφλές ή ρυπαρές. Συνέχεια ανάγνωσης

Η συναίνεση και οι αγανακτισμένοι

Standard

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ

του Νίκου Σαραντάκου

Αβραάμ Ράτνερ, "Φωτιά", 1932

 Δυο λέξεις κονταροχτυπιούνται για τον τίτλο της λέξης του μήνα που μας πέρασε, οπότε για να μην αδικήσω καμιά τους θα ασχοληθώ σήμερα και με τις δύο. Καταρχάς έχουμε τη συναίνεση, που ακούστηκε πάρα πολύ επειδή οι δανειστές μας, που μας έβαλαν, όχι και πολύ συναινετικά είναι η αλήθεια, το μαχαίρι στο λαιμό, ζητούν να συναινέσει και η αντιπολίτευση στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα ειδάλλως, λένε, δεν θα εκταμιευθεί η περίφημη πέμπτη δόση του δανείου και από τον Ιούλιο μας απειλούν ότι το ταμείον θα είναι μείον.

Συναίνεση λοιπόν, λέξη αρχαία, από το ρήμα συναινώ, που είναι βέβαια σύνθετο, από το συν και το αινώ, το οποίο παράγεται από το ουσιαστικό αίνος, που είναι ομηρικό. Και επειδή αινώ θα πει υμνώ, αν η σημασία υπαγορευόταν πάντοτε από την ετυμολογία (φυσικά αυτό δεν ισχύει) θα μπορούσαμε να πούμε ότι όσοι συναινούν υμνούν όλοι μαζί κάτι· τι άραγε; τις αγορές προφανώς. Βέβαια, στην πραγματικότητα συναινώ σημαίνει «συγκατατίθεμαι, συμφωνώ», αν και στην αρχαιότητα υπήρχε επίσης η σημασία «παραχωρώ» — μερικοί θα έλεγαν ότι υπάρχει ακόμα.

Ο αίνος, που ήταν ο λόγος ο βαθύς, ο γεμάτος νόημα, και στη συνέχεια ο ύμνος και το εγκώμιο, επιβιώνει στην εκκλησιαστική γλώσσα (όπως άλλωστε και το αινώ), ενώ σαν σύνθετο τον βρίσκουμε στον έπαινο. Της ίδιας οικογένειας είναι και το αίνιγμα. Συνέχεια ανάγνωσης