ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ
του Βαγγέλη Καραμανωλάκη

Μαξ Μπέκμαν, «Οι ηθοποιοί», 1941-2
Μύρισε ο κόσμος βαρβατίλα τις τελευταίες μέρες. Ανέκδοτα για τις σεξουαλικές πρακτικές και τις στάσεις που χρησιμοποιεί ο Στρως Κανν, το πώς κατά βάθος ήθελέ τα και έπαθέ τα η καμαριέρα ή μάλλον δεν έπαθε και τίποτα, στην τελική. Δεκάδες μαίηλ με τα ίδια στερεότυπα αστειάκια, μαγκιές για το πώς ενώ όσο πήδαγε την Ελλάδα ο γάλλος επιβήτορας δεν έπαθε τίποτα, μόλις άγγιξε την καμαριέρα καταστράφηκε, σενάρια για το πώς του τη στήσανε. Δεν ξέρω εάν του τη στήσανε ή όχι. Για την ακρίβεια δεν με ενδιαφέρει και πολύ, τουλάχιστον τόσο όσο με ενδιαφέρει η συμπεριφορά που αναδύεται πίσω από όλες αυτές τις αντιδράσεις. Θα μου πεις δεν τις ήξερες; Μπορεί και ναι, μα ήλπιζα ότι δεν αφορούσαν έναν χώρο συνομηλίκων, γνωστών, φίλων που έμοιαζε, θεωρητικά τουλάχιστον, να μην υποκύπτει σε όλη αυτή την υποτίμηση των γυναικών που χρόνια παρατηρούμε γύρω μας.
Ξέρω τι θα μου πούνε πολλοί, ακόμα και από τους πιο κοντινούς: Υπερβολές. Δεν θα συμφωνήσω. Ανήκω σε μια γενιά που μεγάλωσε στη δεκαετία του 1970, ενηλικιώθηκε στις αρχές του 1980. Έζησε στον απόηχο ενός φεμινιστικού κινήματος που αναπτύχθηκε την ίδια εποχή διεκδικώντας μια ισότιμη μεταχείριση, φέρνοντας ονόματα νέων συγγραφέων, ιδεών, συλλογικοτήτων: Άλις Σβάρτσερ, Σίλα Ροουμπόθαμ, το Σπίτι των Γυναικών, οι πορείες για τους βιασμούς, τα φεμινιστικά έντυπα, η Σκούπα, η Κατίνα, η Δίνη. Ήταν όλα αυτά μαζί, και δίπλα τους ό,τι έμοιαζε να ανοίγει το δρόμο για μια αντίληψη της σεξουαλικότητας από διαφορετικούς δρόμους, με ανοιχτούς ορίζοντες, το ΑΚΟΕ, το Αμφί, η Λάβρυς, η Πάολα. Μια σεξουαλικότητα στενά συνδεδεμένη με την πολιτική, η απελευθέρωση μιας επιθυμίας που αφορούσε όλους ανεξαρτήτως προτιμήσεων, το «κορμί μου είναι μόνο η αφορμή», όπως έγραφε ο Άρης Δαβαράκης. Μέλη μιας νεότερης γενιάς πιστεύαμε ότι μπορούσαμε να διαφοροποιηθούμε από εκείνα που οι πατεράδες μας κουβάλαγαν: τον άντρα-κυνηγό, εκείνον που, παρά την «προοδευτικότητά» του, αντιμετώπιζε τις γυναίκες ως θήραμα. Πώς πήγαν όλα αυτά σιγά-σιγά περίπατο για να καταλήξουμε εδώ; Και δεν αναφέρομαι μόνο στη χλιαρή υποστήριξη ή στην πραγματικότητα στην πλήρη αδιαφορία για το δικαίωμα λ.χ. των ομοφυλοφίλων να παρελάσουν στην Αθήνα. Αναφέρομαι σε όλα όσα μοιράζομαι αυτές τις μέρες με φίλους και γνωστούς, όλα όσα διαβάζω στις «έγκριτες» αναλύσεις μέσα από τα οποία ξεχύνεται η βαθιά υποτίμηση του γεγονότος αλλά κυρίως η υποβάθμιση της βίας που αυτό εμπεριέχει, της εξουσίας που για μια ακόμη φορά αναδίδει.
Ασφαλώς μπορώ να καταλάβω την καχυποψία που μας δημιουργεί η αυστηρότητα της αμερικάνικης δικαιοσύνης, η επίδειξη ενός προσώπου ισότητας και δημοκρατικής αντιμετώπισης την ώρα που εκατοντάδες άνθρωποι κρατούνται χωρίς να υπάρχει καμία διασφάλιση των δικαιωμάτων τους. Και αυτό τι σημαίνει; Ότι δεν θα πρέπει να εκμεταλλευθούμε τα ρήγματα και τις αντιφάσεις αυτού του συστήματος, ότι δεν θα πρέπει να επικροτήσουμε το γεγονός ότι ένας μεγαλόσχημος καταγγέλλεται για σεξουαλικό αδίκημα και αυτό δεν κουκουλώνεται, ότι κατηγορείται για την κατάχρηση της δύναμης που του έδινε η θέση του; Κυνηγώντας το δάσος, ας μη χάνουμε το δέντρο.