Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το πρόσφατο σχετικό νομοσχέδιο

Standard

του Πάνου Παπαδόπουλου

Με τον όρο κοινωνική οικονομία ή τρίτος τομέας εννοούμε όλες εκείνες τις δραστηριότητες που, ακόμη και όταν έχουν οικονομικό αντικείμενο, δεν έχουν σκοπό το κέρδος, αλλά την προώθηση ενός κοινωνικού σκοπού. Περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων: από φιλανθρωπικά ιδρύματα, εθελοντικές ομάδες και μη κυβερνητικές οργανώσεις μέχρι συνεταιρισμούς και κοινωνικές επιχειρήσεις.

Βάσω Κατράκη, «Ψαράδες με καπέλα»

Στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι θεσμοί της κοινωνικής οικονομίας έχουν μακρά ιστορία και αξιοσημείωτη παρουσία στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, ο κοινωνικός τομέας απασχολεί το 10% του εργατικού δυναμικού και έχει κύκλο εργασιών που ανέρχεται σε δεκάδες δισ. Ευρώ, ενώ στην Ιταλία λειτουργούν αυτή τη στιγμή περίπου 7.500 περίπου κοινωνικοί συνεταιρισμοί. Στην Ελλάδα, αντίθετα, οι οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας έχουν μικρή επιρροή, αλλά κατά κοινή ομολογία υπάρχουν πολλά περιθώρια ανάπτυξης.

Κεντρικό ρόλο στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας έχει η κοινωνική επιχείρηση. Παρότι τυπικά πρόκειται για κερδοσκοπική επιχείρηση, η κοινωνική επιχείρηση προτάσσει τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, της βιώσιμης ανάπτυξης και της δημοκρατικής συμμετοχής σε βάρος της επιδίωξης κέρδους. Με αρχές όπως «ένα μέλος, μία ψήφος», περιορισμένη ή και καθόλου διανομή κερδών, και με σκοπούς την αλληλεγγύη των μελών του (π.χ. καταναλωτικοί συνεταιρισμοί), την κοινωνική και επαγγελματική ενσωμάτωση  ευπαθών ομάδων (άτομα με αναπηρία, μετανάστες, χρήστες ουσιών κ.λπ.) ή την επιδίωξη ενός γενικότερου σκοπού (π.χ. δίκαιο εμπόριο), οι κοινωνικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τα όποια κέρδη τους για την επίτευξη των σκοπών τους (π.χ. αύξηση των θέσεων εργασίας, επέκταση δραστηριοτήτων), και όχι το αντίστροφο.

Κοινωνική οικονομία και Αριστερά

Γίνεται φανερό από τα παραπάνω ότι οι βασικές αρχές της κοινωνικής οικονομίας δεν βρίσκονται μακριά από τη στρατηγική της Αριστεράς για μια άλλη οικονομία. Η οικονομία των αναγκών, ως ένα μοντέλο για την υπέρβαση της οικονομίας του κέρδους, μπορεί να αντλήσει από την εμπειρία  των οργανώσεων της κοινωνικής οικονομίας. Εκτός από το γενικότερο θέμα των «στρατηγικών μετάβασης» και της δημιουργίας «εναλλακτικών μοντέλων» μέσα στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας –συζήτηση ακόμη ανοιχτή–, ζητήματα όπως η οργάνωση του χώρου εργασίας και η ιεραρχία, ο τρόπος λήψης αποφάσεων και τα εργατικά δικαιώματα μπορούν να τεθούν σε νέα βάση. Αλλά και στο πλαίσιο δημιουργίας μιας ασπίδας προστασίας της κοινωνίας, και ειδικά των πιο ευάλωτων στρωμάτων της, από την κρίση, η κοινωνική οικονομία έχει πολλά να προσφέρει. Προτάσσοντας την κοινωνική αλληλεγγύη και δημιουργώντας θέσεις εργασίας για πιο αδύναμα μέλη της, οι οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια από τις απαντήσεις της κοινωνίας στις επιπτώσεις της κρίσης. Η κοινωνική Αριστερά έχει ήδη μακρά παρουσία σε ανάλογα εγχειρήματα αλληλεγγύης, τα οποία θα μπορούσαν να προωθηθούν από τη θέσπιση ενός ευέλικτου και δημοκρατικού πλαισίου, που θα δίνει τη δυνατότητα για περαιτέρω ανάπτυξή τους με όρους αυτονομίας.

Υπάρχουν όμως και σοβαρές κριτικές τοποθετήσεις στο εγχείρημα της κοινωνικής οικονομίας. Κατά μια άποψη, οι οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας απλώς αντιγράφουν και αναπαράγουν τις πρακτικές της οικονομίας του κεφαλαίου, τόσο ως προς τη λήψη των αποφάσεων όσο και ως προς της αμοιβές, δημιουργώντας μια τάξη στελεχών — golden boys από τη μια μεριά και πενιχρά αμειβόμενων εργαζομένων χαμηλής εξειδίκευσης από την άλλη. Υπάρχει επίσης η θέση ότι η ανάπτυξη του τομέα της κοινωνικής οικονομίας αποτελεί μέρος της στρατηγικής του (νεοφιλελεύθερου) κράτους να εγκαταλείψει μέρος των υπηρεσιών πρόνοιας και να τις αναθέσει στους φορείς της κοινωνικής οικονομίας, με αβέβαια αποτελέσματα ως προς τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα των υπηρεσιών αυτών, ή ότι, σε κάθε περίπτωση ακόμη και σε αυτό τον χώρο, θα επικρατήσει το πελατειακό σύστημα και η ευνοιοκρατία. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι υπαρκτοί, αλλά τόσο συγκεκριμένα παραδείγματα κοινωνικών επιχειρήσεων και οργανισμών όσο και ο δημοκρατικός χαρακτήρας της κοινωνικής οικονομίας δείχνουν ότι εν πολλοίς ο χώρος είναι ανοιχτός σε διαμόρφωση από τα κάτω και οι κοινωνικοί συσχετισμοί που θα προκύψουν είναι πολύ πιο σημαντικοί από οποιοδήποτε σχεδιασμό.

Ένα νομοσχέδιο με σοβαρές ελλείψεις

Τον χώρο αυτό επιχειρεί να ρυθμίσει η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο που πρόσφατα βγήκε σε διαβούλευση. Όμως, παρά τον βαρύγδουπο τίτλο του («Θεσμοθέτηση της Κοινωνικής Οικονομίας και της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας»), το νομοσχέδιο πολύ απέχει από το να ρυθμίζει συνολικά τον χώρο της κοινωνικής οικονομίας. Πέρα από τους γενικόλογους ορισμούς και τη θεσμοθέτηση της νομικής μορφής της κοινωνικής επιχείρησης, όπου σωστά επιλέγεται ο τύπος του συνεταιρισμού, πολλές πτυχές παραπέμπονται στις καλένδες ή απουσιάζουν εντελώς, θέτοντας ερωτηματικά για τις προθέσεις της κυβέρνησης. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι και μόνο το γεγονός της απουσίας ουσιαστικού διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους και τους (λιγοστούς έστω) φορείς της κοινωνικής οικονομίας/επιχειρηματικότητας διαστρεβλώνει στην πράξη μια από τις βασικές ορίζουσες του τρίτου τομέα, αυτή της «από τα κάτω» πρωτοβουλίας. Ενώ δηλαδή η κοινωνική επιχείρηση/οικονομία είναι κατεξοχήν υπόθεση της ενεργοποίησης της κοινωνίας των πολιτών, η κυβέρνηση σπεύδει να ρυθμίσει «από τα πάνω», χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τα αιτήματα και τις ανάγκες του κόσμου της κοινωνικής οικονομίας. Τον ουσιαστικό διάλογο δεν μπορεί φυσικά να υποκαταστήσει η υποβολή ανώνυμων σχολίων σε έναν δικτυακό τόπο.

Το βασικό πρόβλημα όμως του νομοσχεδίου είναι ότι δεν περιέχει τις αναγκαίες ρυθμίσεις για ένα υποστηρικτικό πλαίσιο που θα βοηθήσει τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας/επιχειρηματικότητας να αναπτυχθούν, καθώς η θέσπιση της κοινωνικής επιχείρησης από μόνη της δεν αρκεί. Για παράδειγμα, είναι αυτονόητο ότι αν δεν δοθούν χρηματοδοτικά κίνητρα και διευκολύνσεις είναι αδύνατον να μιλάμε για ανάπτυξη της κοινωνικής επιχείρησης, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης και στο εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον που αυτή δημιουργεί. Τέτοια κίνητρα θα μπορούσαν να είναι η ολική ή μερική απαλλαγή από τον ΦΠΑ ή τις ασφαλιστικές εισφορές, η λειτουργία ενός μηχανισμού εγγυοδοσίας και μικροπιστώσεων και η εξασφάλιση αρχικού κεφαλαίου. Ενώ δηλαδή η κυβέρνηση υποστηρίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό κερδοσκοπικό τομέα με διάφορα κίνητρα μέσω των αναπτυξιακών νόμων, για τις οργανώσεις της κοινωνικής οικονομίας το μόνο που προσφέρει είναι, στην καλύτερη περίπτωση, οι γραφειοκρατικές και δαιδαλώδεις διαδικασίες των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης. Αλλά και σε άλλα θέματα το νομοσχέδιο διακρίνεται για την εκκωφαντική σιωπή του. Λείπουν παντελώς οι διατάξεις για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, την ένταξη της οπτικής της κοινωνικής οικονομίας στα πανεπιστήμια και τις σχολές και την δικτύωση των φορέων της κοινωνικής οικονομίας. Αλλά και στα θέματα με τα οποία τελικά ασχολείται ο υπό ψήφιση νόμος, είναι έκδηλη η βιασύνη, η προχειρότητα και η ασάφεια. Πώς αλλιώς εξηγείται η παρουσία των μεταναστών στις ευπαθείς ομάδες, αλλά όχι των προσφύγων, ή το ότι το θέμα των απαιτούμενων κριτηρίων για ένταξη των οργανώσεων της κοινωνικής οικονομίας στο σχετικό μητρώο του Υπουργείου Εργασίας παραπέμπεται να διευθετηθεί με υπουργική απόφαση;

Ανακεφαλαιώνοντας: Η κατεύθυνση που θα πάρει η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα δεν εξαρτάται τόσο από τις αποσπασματικές και βιαστικές ρυθμίσεις της κυβέρνησης όσο από τον βαθμό ενεργοποίησης των πολιτών και τον συσχετισμό που θα δημιουργηθεί στην κοινωνία. Η κοινωνική Αριστερά, με την τόση εμπειρία της στο πεδίο της κοινωνικής αλληλεγγύης, δεν μπορεί να λείπει από αυτή τη συζήτηση που μόλις τώρα ξεκινάει.

Ο Πάνος Παπαδόπουλος είναι νομικός και εργάζεται για το Πρόγραμμα «Ψυχαργώς»

2 σκέψεις σχετικά με το “Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το πρόσφατο σχετικό νομοσχέδιο

  1. Πίνγκμπακ: Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το σχετικό νομοσχέδιο | Ο Τοίχος

  2. Πίνγκμπακ: Η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα και το σχετικό νομοσχέδιο | Ο Τοίχος

Σχολιάστε