ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Η γλώσσα του σοσιαλισμού

Standard

 Ταξική προοπτική και εθνική ιδεολογία στον ελληνικό 19ο αιώνα

της Βίκυς Καραφουλίδου

 Τα «Ενθέματα», με ιδιαίτερη χαρά,  αναγγέλλουν την κυκλοφορία της μελέτης της Β. Καραφουλίδου Η γλώσσα του σοσιαλισμού. Ταξική προοπτική και εθνική ιδεολογία στον ελληνικό 19ο αιώνα (εκδ. Βιβλιόραμα), που θα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία την επόμενη Πέμπτη. Με χαρά, όχι τόσο επειδή η συγγραφέας τυγχάνει φίλη, αλλά επειδή πρόκειται για ένα βιβλίο προικισμένο: ένα απαιτητικό και συνάμα εξόχως ενδιαφέρον θέμα, ένα φιλόδοξο ερευνητικό σχέδιο,  πραγματώνονται με το απαιτούμενο θεωρητικό εύρος και την κατάλληλη πραγματολογική τεκμηρίωση, χαρίζοντάς μας μια άρτια μελέτη. Δεν μένει παρά να το διαπιστώσετε, ιδίοις όμμασι.

Στρ. Μπ.

Horace Vernet (χαράκτης: J. P. M. Jazet), «Μάστιγες του 19ου αιώνα: σοσιαλισμός και χολέρα». Επιχρωματισμένη χαλκογραφία. Από το εξώφυλλο του βιβλίου (μακέτα: Εριφύλη Αράπογλου)

 Στη δημιουργία ενός πυκνού πλέγματος επιχειρημάτων κατά του σοσιαλισμού και της νεωτερικής ταξικής διαστρωμάτωσης, κοντά στα μοτίβα αμφισβήτησης της βιομηχανίας, της ύπαρξης προλεταριάτου και της απόρριψης του εθνικά επιζήμιου εμφυλίου πολέμου, έρχονταν να προστεθούν και άλλες δύο καθοριστικές αρνήσεις, αυτές της επιστήμης και του δυτικού πολιτισμού. […] Ο «σοσιαλισμός» συγκαταλεγόταν χλευαστικά στις επιστημονικές θεωρίες της [ευρωπαϊκής] μόδας και περιγραφόταν ως ξένες έγνιες και παράξενες έννοιες. Το διακύβευμα πάντως διαφαινόταν ακόμα καθαρότερα, όταν ο Κ. Χατζόπουλος στηλίτευε ακριβώς αυτόν τον στρουθοκαμηλισμό απέναντι στον ευρωπαϊκό κόσμο. Η Ελλάδα ανήκε στη Δύση και έπρεπε κάποια στιγμή να το πάρει οριστικά απόφαση: Κ’ εμείς ενώ απ’ τόνα μέρος πασχίζομε να συγκοινωνήσωμε και σιδηροδρομικώς με την Ευρώπη, απ’ τ’ άλλο θέλομε ν’ αντισταθούμε στην εξέλιξη, που θα μας φέρη κατ’ ανάγκη η στενότερη συνάφειά μας τον πολιτισμό της. […] Κινέζικη τακτική […] Ο πολιτισμός αυτός, θέλοντας και μη θα σας κατακτήση. Στο πλάι του, και στην υποστήριξη μιας Ευρώπης-προτύπου, με τον πολιτισμό και τις επιστήμες της, στρατεύονταν όχι μόνο οι δηλωμένοι σοσιαλιστές, αλλά και όλοι οι δημοτικιστές που είχαν υπερασπιστεί, άμεσα ή έμμεσα, τον Σκληρό. Πιο γλαφυρός ανάμεσά τους, ο Φώτος Πολίτης, διατρέχει με το βλέμμα μια Γερμανία που γνωρίζει αρκετά καλά για να τη ζηλέψει βαθιά, συγκρίνοντάς την ανηλεώς με τις ανεπάρκειες της «θλιβερής» του πατρίδας. Εκεί, εργασία, μόρφωση, βιβλιοθήκες, φοιτήτριες, ζωντανές συζητήσεις, πολιτική: Η θρησκεία, ο σοσιαλισμός, το ζήτημα της χειραφέτησης, είναι θέματα από καθημερνές διαλέξεις. […] για όλα τα κοινωνικά ζητήματα. Κι’ ο εργάτης, κι’ ο μπακάλης, κ’ η δούλα, πάνε το βράδυ κι ακούνε. Εδώ, τεμπελιά, το καφέ του Ζαχαράτου, αρχαιολογία και πατριαρχικά ράσα, επικίντυνη επιπολαιότητα, φοβισμένα κορίτσια που κρατάνε το φουστάνι της μάννας τους: Είναι αστείο να λέμε πως είμαστε έξυπνη φυλή, όταν μας λείπει το  δ η μ ι ο υ ρ γ ι κ ό   π ν ε ύ μ α […] ο  χ α ρ α κ τ ή ρ α ς λείπει από κάθε έργο μας […] Κι’ αν τολμήση κανείς καμμιά φορά ν’ ανοίξη μια χαραμάδα, για να φυσήξη ελαφρά μέσα ο καθαρός αγέρας […] θαν τον πνίξουν οι καλοθελητάδες του έθνους και θα σπάσουν τις καμπάνες τους οι εκατόν ογδόντα πέντε εκκλησίες που λειτουργάνε στην Αθήνα, φωνάζοντας το λαό ν’ αποτελειώση τον προδότη.

Σε αυτόν τον μακρύ διάλογο, οι κομβικοί άξονες της διαμάχης είχαν γίνει ξεκάθαροι: νεωτερικότητα/Δύση/βιομηχανία/επιστήμη/ταξική κοινωνία. Από τη μία πλευρά, η δυσπιστία. Από την άλλη, ο θαυμασμός. Στο ενδιάμεσο, η συμβιβαστική τακτική του εκδότη, που αγκάλιαζε με φροντίδα όλα ανεξαιρέτως τα παιδιά του, φωτισμένα μυαλά […] και ψυχές φιλελεύτερες […] σοσιαλίστες και νατσιοναλίστες, εξίσου: θα δώσουνε στο τέλος τα χέρια κ’ έτσι σιγά σιγά θα γεννηθεί στην πατρίδα μας ένας καινούριος σοσιαλισμός που να ταιριάζει και με την ψυχή μας, και με τη ζωή μας, και με το κλίμα μας, ακόμα και με τα όνειρά μας τα εθνικά, ένα είδος να πούμε  Ρ ω μ α ί ϊ κ ο ς  σ ο σ ι α λ ι σ μ ό ς. Η προσδοκία δεν ευοδώθηκε. Αντίθετα, φαίνεται πως, με αφορμή το διάλογο πάνω στο έργο του Σκληρού, η ασθενής συζυγία σοσιαλισμού και δημοτικισμού έφερε στο φως κάτι άλλο. Το πρόπλασμα ενός ευρύτερου προοδευτικού χώρου, που θα υπερασπιζόταν την κοινωνική ευαισθησία, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, την εξυγίανση των κοινωνικών, πολιτικών και εκπαιδευτικών δομών, τη χειραφέτηση από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, την ευθυγράμμιση με την Ευρώπη. Σε μια αρκετά καλά υπολογισμένη ανταλλαγή, όπως τουλάχιστον τη βλέπει κανείς εκ των υστέρων, οι σοσιαλιστές προσέφεραν κοινωνικό έρεισμα, οι δημοτικιστές δημόσιο ακροατήριο και πολιτική νομιμοποίηση. Και οι δύο από κοινού σμίλευαν το πρώτο μόρφωμα μιας ευρύτερης «αριστεράς». Μιας αριστεράς που δεν θα συμφωνούσε πάντα στις προτεινόμενες λύσεις του κοινωνικού ζητήματος, αλλά θα στήριζε συστηματικά κάθε απόπειρα που έκρινε πως διευκόλυνε την προοδευτική κίνηση του ανθρώπινου χρόνου. Από τη στιγμή αυτή και πέρα, ο «σοσιαλισμός», ως γενικότερη απελευθερωτική διαδικασία δίχως ευκρινές τέλος, έμπαινε στη δημόσια πολιτική, ανοίγοντας δειλά το δρόμο τόσο για τη συνεργασία με τον Βενιζέλο, όσο και για τις αλλεπάλληλες στρατηγικές και θεωρητικές διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του μέχρι πρότινος συμπαγούς κοινωνικού λόγου.

Στο νέο σκηνικό, το παιχνίδι των ονομάτων έτεινε να ευθυγραμμιστεί με τα γεγονότα. Στο εσωτερικό του δημοτικισμού, δεν ήταν, όπως έλεγε μάλλον καταχρηστικά ο Ταγκόπουλος, μόνον οι σοσιαλίστες και οι νατσιοναλίστες. Ήταν, ακριβέστερα ίσως, οι αρνητές και οι φίλοι της προόδου. Κάτι είχε αλλάξει και άρχισε να λέγεται ανοιχτά. Μέχρι πρότινος, στον Νουμά, οι δημοτικιστές εμφανίζονταν ως ένας ενιαίος κόσμος, ανοιχτός, ανήσυχος, ριζοσπαστικός. Οι νεωτεριστές: ο Μ. Ζαβιτζιάνος επισήμανε την ταυτολογία του Μ. Τσιριμώκου, όταν εκείνος έγραφε: αφού πρώτα αναγνωρίσουμε τους νεωτεριστάς, θα τους καλέσουμε ναναλάβουν τη μόρφωση του λαού. Και απαντούσε: Ποιοι θα καλέσουνε ποιους; Νεωτεριστάς δε στοχάζουμαι παρά την τάξη τω δημοτικιστώνε. Ο συντηρητισμός, η οπισθοδρομικότητα, ο «σχολαστικισμός» ή ο «δασκαλισμός» ήταν «εκτός», ανήκαν αποκλειστικά στους άλλους […].

Μετά τον Σκληρό, η αντίθεση συντήρησης και προόδου, μετατοπιζόταν και εγγραφόταν στο ίδιο το εσωτερικό του δημοτικισμού. Από τη μια πλευρά, ξέρουμε πως ήταν ο εθνικιστικός λόγος που πρώτος άλλαζε –σε γενικές γραμμές– τη φυσιογνωμία του. Σε αντίθεση με το συμμετοχικό και φιλελεύθερο πολιτικό πνεύμα του προηγούμενου αιώνα, τώρα εγκολπωνόταν ισχυρά αντιορθολογικά στοιχεία, προβαίνοντας σε μία άνευ προηγουμένου εξύμνηση της θεσμικής ή παρακρατικής βίας. Από την άλλη, η συζυγία σοσιαλισμού και αριστερόστροφου δημοτικισμού. Παρότι συμμεριζόταν, στην πλειοψηφία των φορέων της, το κυρίαρχο φαντασιακό των εθνικών διεκδικήσεων, εμφανιζόταν ως η αλυσιδωτή αντίδραση που διαμόρφωνε, στον αντίποδα της εθνικιστικής σκλήρυνσης, ένα ενιαίο δημοκρατικό, ορθολογικό και εκσυγχρονιστικό μέτωπο. Ο «σοσιαλισμός», ως οιονεί συνώνυμο της προοδευτικότητας, ήταν η ελάχιστη αφετηρία, σχεδόν η αφορμή, στη χάραξη ενός κύκλου με χαρακτηριστικά μεγαλύτερη διάμετρο: αριστοκράτες, μιλιταριστές, ολιγαρχικοί και σοσιαλιστές.

Η τομή γινόταν αμφίδρομα αποδεκτή από τους άμεσα ενδιαφερομένους. Εκεί όπου ο Ι. Δραγούμης ειρωνευόταν το αξίωμα πως εβαίνομεν προς την… Πρόοδον, ο Α. Δελμούζος έβλεπε τους κατά βάθος συντηρητικούς. Κυρίως όμως καταγραφόταν η εσωτερική αφομοίωση των επιθετικών προσδιορισμών, η απαρασάλευτη βεβαιότητα του αυτοχαρακτηρισμού: Είναι αλήθεια πως η επιμονή των αντίθετων της σοσιαλιστικής θεωρίας είχε κάπιο συντηρητικό στοιχείο μέσα της, που θα μπορούσε να λεχθεί οπισθοδρομικό, εάν η συντηρητικότης όταν επιβάλλεται από την πραγματικότητα και από την αλήθεια ισοδυναμεί με οπισθοδρομικότητα. Και αν η προοδευτικότης ισοδυναμεί με κάθε άρνηση της πραγματικότητας και με το γοργοακολούθημα πάσης φαντασιοπληξίας. Ή αλλιώς: Εμείς πρέπει να κουνήσουμε πλήθια – κι όχι προς τα π ί σ ω παρά ε μ π ρ ό ς. Τη δεκαετία του 1890, ούτε ο Δρακούλης ούτε ο Καλλέργης είχαν γράψει ή διαβάσει τον «σοσιαλισμό» ανάλογα. Συνέβη στις αρχές του 20ού αιώνα, από το Κοινωνικόν μας Ζήτημα και μετά.

ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

Πότε εμφανίστηκε και πώς συγκροτήθηκε η σοσιαλιστική γλώσσα στην Ελλάδα του 19ου αιώνα; Ήταν ή όχι ιστορικά δυνατός ο σοσιαλιστικός λόγος στα καθ’ ημάς; Πώς εισαγόμενες λέξεις, έννοιες και αντιλήψεις εντάχθηκαν  στο πνευματικό και κοινωνικό περιβάλλον του χώρου υποδοχής; Πότε άρχισε να γίνεται ορατή η ταξικότητα της ελληνικής κοινωνίας και με ποιους όρους;

Αφετηρία, οι τελευταίες εκλάμψεις του ηττημένου νεοελληνικού Διαφωτισμού, το 1833. Έκτοτε, από τα πρώτα βήματα του ελληνικού Βασιλείου, με ενδιάμεσους σταθμούς τον επτανησιακό ριζοσπαστισμό και τη μεγάλη ανατολική κρίση του 1875-1878, μέχρι τον Σταύρο Καλλέργη και τον Γεώργιο Σκληρό στις αρχές του 20ού αιώνα, η μελέτη αυτή επιχειρεί να καταγράψει τους σταθερούς περιορισμούς που θέτει στη συγκρότηση της σοσιαλιστικής κριτικής η κοινωνική σύνθεση του ελληνικού χώρου αφενός, και, αφετέρου, η εθνική ιδεολογία. Μια ιδεολογία που, πολύ γρήγορα και σε πολύ μεγάλο βαθμό, «διαβρώνει» τον δημόσιο λόγο, διεγείροντας διαρκώς το κοινό αίσθημα προς ικανοποίηση άλλων, πιο «επιτακτικών», πολιτικών, κοινωνικών και εδαφικών αναγκών.

Horace Vernet (χαράκτης: J. P. M. Jazet), «Μάστιγες του 19ου αιώνα: σοσιαλισμός και χολέρα». Επιχρωματισμένη χαλκογραφία. Από το εξώφυλλο του βιβλίου (μακέτα: Εριφύλη Αράπογλου)

4 σκέψεις σχετικά με το “ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: Η γλώσσα του σοσιαλισμού

  1. Πάντως, αυτό που δεν έχει μελετηθεί, αλλά αντιθέτως έχει υποβαθμιστεί δραματικά, είναι η σοσιαλιστική ιδεολογία στον ελληνισμό της Ανατολής, Τόσο στους Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όσο και στους Έλληνες της Ρωσίας. Από τα αποσπασματικά στοιχεία που γωρίζουμε, πρέπει να υπήρξε ένα πολύ ενδιαφέρον σοσιαλιστικό κίνημα, που συνομιλούσε με τα πλέον προχωρημένα στοιχεία των άλλων εθνικών ομάδων σ’ ένα περιβάλλον μετασχηματισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γνωρίζουμ επίσης ότι για ιστορικούς λόγους η βιομηχανική εργατική τάξη απαρτιζόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό από Έλληνες, οι οποίοι εξοντώθηκαν μαζικά είτε κατά την έναρξη της Γενοκτονίας μετά το 1914 (στα Αμελέ Ταμπουρού κ.λπ.) είτε με τη νίκη του κεμαλικού εθνικισμού του ’22. Χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι η εκτέλεση των 700 μεταλλωρύχων στη Μπάλια (Βιθυνία) από τα κεμαλικά στρατεύματα.

    Επίσης, εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει η ανάπτυξη των σοσιαλιστικών ιδεών στους Πόντιους του Σοβιετικού Καυκάσου και της Νότιας Ρωσίας. Ιδιαίτερο συμβολισμό έχει το γεγονός ότι το ΠΡΩΤΟ ελληνικό αντικαπιταλιστικό έργο γράφτηκε από τον Γιώργο Φωτιάδη στο Βατούμι το 1905. Ο Φωτιάδης, όπως και αρκετοί άλλοι Έλληνες πήραν μέρος στην αποτυχημένη εξέγερση του 1905 και αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη βαθμιαία προσχώρησή τους σε πιο ριζοσπαστικές θεωρήσεις. Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι το ΣΕΚΕ ήρθε σε επαφή με την Κομιντέρν με τη διαμεσολάβηση των Ποντίων. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι μαζί με το Λιγδόπουλο, δολοφονήθηκε και ο Αρίων Αλεξάκης μέλος του ΚΚΡ(μπ) και υπεύθυνος της Κομιντέρν για τα Βαλκάνια. Αυτή ακριβώς την παράδοση έφεραν στην Ελλάδα οι Ποντοκαυκάσιοι πρόσφυγες, οι οποίοι υπήρξαν η πρώτη σχετικά συμπαγής ομάδα που εντάχθηκε στην Αριστερά και επάνδρωσε μαζικά το (α’ και β’) αντάρτικο στη δεκαετία του 40.

    Απλώς η αφόρητη και ενοχλητική ελλαδοκεντρική και κρατικοκεντρική προσέγγιση της Αριστεράς, η ρατσιστική της στάση προς τους πρόσφυγες του ’22 (όχι ως πρόσωπα, αλλά ως ιστορική εμπειρία) οδήγησαν σ’ αυτή την υποβάθμιση και την ανυπαρξία μελετών γύρω απ’ όλα αυτά που προαναφέρθηκαν. Με μια έννοια, το αστικό ιδεολόγημα της Ελλάδας ως «μητρόπολης του ελληνισμού» αποθεώθηκε με την πρακτική της ελλαδικής Αριστεράς.

    Μ-π

    • Νομίζω οτι το τελεφταίο παρί αποθεωτικής πρακτικής της αριστεράς, κάνει την πολιτική σου επιθυμία ιστορική πραγματικότητα. Δεν είναι πάντα κακό αυτό. Παρόλα αυτά δε λαμβάνει υπόψιν τις ιδιαίτερες συνθήκες των αρχών και του μέσου του 20ου αιώνα, και το γεγονός οτι ο Ελληνικός εμφύλιος δεν είναι απλά ένα ακόμα επεισόδιο της γενική σύγκρουσης καπιταλισμο-σοσιαλισμού, αλλά ο σημαντικότερος μετά τον ισπανικό. Κοντολογίς ωραία να τα λέμε αυτά τα (φυσικά και κατ εμένα εξοργιστικά) περί εθνικεντροσμού, αλλά να έχουμε στο μυαλό μας πως αυτή η ανάλυση δεν έχει καμία σχέση με ιστορία, αν αυτό μας ενδιαφέρει πια.

  2. Πίνγκμπακ: -Ο συντηρητισμός της ελλαδικής Αριστεράς και ο ελληνισμός της Ανατολής « Πόντος και Αριστερά

  3. «Απλώς η αφόρητη και ενοχλητική ελλαδοκεντρική και κρατικοκεντρική προσέγγιση της Αριστεράς, η ρατσιστική της στάση προς τους πρόσφυγες του ’22 (όχι ως πρόσωπα, αλλά ως ιστορική εμπειρία) οδήγησαν σ’ αυτή την υποβάθμιση και την ανυπαρξία μελετών γύρω απ’ όλα αυτά που προαναφέρθηκαν. Με μια έννοια, το αστικό ιδεολόγημα της Ελλάδας ως “μητρόπολης του ελληνισμού” αποθεώθηκε με την πρακτική της ελλαδικής Αριστεράς.»

    Απλώς…. ΚΑΛΟ!

Σχολιάστε