Είναι δυνατή η ρύθμιση του χώρου σε εποχή γενικευμένης απορρύθμισης;

Standard

 ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΘΗΝΑΣ/ΑΤΤΙΚΗΣ 2021

 της Ελένης Πορτάλιου

 Το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας/Αττικής 2021 (Αύγουστος 2011) βρίσκεται ήδη εδώ και τρεις μήνες σε διαβούλευση. Το ΡΣΑ 1985, το οποίο θα αναθεωρηθεί, εκτιμήθηκε, από διαφορετικές οπτικές, ως ανεπαρκές ή/και ξεπερασμένο, ενώ είχε υπονομευτεί με έκτακτες παρεκκλίσεις και δεν είχε, εν πολλοίς, υλοποιηθεί εξαιτίας της απουσίας μελετών και πολιτικών εφαρμογής του. Εξέφραζε, πάντως, τις επιστημονικές κυρίως προσδοκίες για τη ρύθμιση του χώρου, με κριτήρια το δημόσιο συμφέρον, την περιφερειακή αποκέντρωση, την ισόρροπη ανάπτυξη, την περιβαλλοντική προστασία και την οικιστική αναβάθμιση. Είχε συχνά λειτουργήσει υποστηρικτικά στους αγώνες για την προστασία του περιβάλλοντος και την αναχαίτιση κερδοσκοπικών επιθέσεων στο χώρο της Αττικής.

Αθήνα, δεκαετία του 1960.

Το Χωροταξικό Σχέδιο Αττικής, που εκπονήθηκε επί υπουργίας Σουφλιά, έγινε αντικείμενο δριμείας κριτικής, κυρίως λόγω του υπερσυγκεντρωτισμού που αποδεχόταν και ενθάρρυνε στην περιφέρεια της Αττικής, και της πλήρους ασυμβατότητάς του με την περιβαλλοντική προστασία σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής. Δεν θεσμοθετήθηκε τελικά.

Ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια, και πολύ περισσότερο πρόσφατα, χωρίς σοβαρό αντικείμενο παρέμβασης. Ακριβέστερα, ο χώρος της Αττικής μετασχηματίζεται με τον αυτόματο πιλότο της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής και της γενικευμένη αυθαιρεσίας, με επιμέρους αποφάσεις υπέρ μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, με διάχυση των λειτουργιών του αστικού στον εξωαστικό χώρο, με καταστροφή του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς και απαξίωση του δημόσιου χώρου και των δημόσιων αγαθών ως κοινού πλούτου, προσβάσιμου και διαθέσιμου σε όλους.

Ο ΟΡΣΑ είχε ελάχιστα παρεμβατικό ρόλο σε αντικείμενα της αρμοδιότητάς του, αποψιλώθηκε από ανθρώπινο δυναμικό και μετατοπίστηκε σε σχεδιαστικές ασκήσεις έργων που αποτελούν αντικείμενα των δήμων. Το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου ΡΣΑ Αθήνας/Αττικής 2021 αποτελεί μια υπόμνηση του αντικειμένου-ων του ΟΡΣΑ, και έλκει την καταγωγή του στην πρώτη εποχή υπουργίας της Τ. Μπιρμπίλη, η οποία, παρά τους συμβιβασμούς που αποδέχθηκε, παραχώρησε γρήγορα τη θέση της στον γνήσιο εκφραστή της ιδιωτικής αυθαιρεσίας, της υποτέλειας στα ισχυρά εργολαβικά συμφέροντα, της περιβαλλοντικής καταστροφής και της χωρικής απορρύθμισης: τον τέως υπουργό Οικονομίας Γ. Παπακωνσταντίνου.

Η αντίφαση χωρικών ρυθμιστικών αρχών και πολιτικών απορρύθμισης

Το ΡΣΑ Αθήνας/ Αττικής 2021 επιχειρεί, λοιπόν, να συγκροτηθεί στη βάση χωρικών ρυθμιστικών αρχών που επικαλούνται την ισόρροπη, κοινωνικά δίκαιη και περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη, η οποία όμως δεν αποτυπώνεται πάντα στις συγκεκριμένες προτάσεις, και πάντως προσκρούει στις ήδη θεσμοθετημένες πολιτικές απορρύθμισης όπως: το ειδικό χωροταξικό για τον τουρισμό, η fast track περιβαλλοντική εκποίηση, η ασύδοτη νομιμοποίηση αυθαιρέτων για τη χρηματοδότηση όχι του πράσινου ταμείου αλλά του χρέους κατά 95%, η πετρελαιοκίνηση σε Αθήνα και Πειραιά, η αλλαγή χρήσης σε δάση και δασικές εκτάσεις σε ποσοστό 20% για κατασκευή αθλητικών και τουριστικών εγκαταστάσεων, το πάγωμα αναδασώσεων, η επαναλειτουργία λατομείων, η δυνατότητα διόρθωσης του πρώτου κυρωμένου δασικού χάρτη, η απεμπόληση κυριότητας του δημοσίου σε χορτολιβαδικές εκτάσεις, η εγκατάσταση ελαιοτριβείων σε δάση, η ανάπτυξη των ΑΠΕ σε οποιαδήποτε θαλάσσια έκταση, η προσθήκη νέων χρήσεων σε εκτός σχεδίου περιοχές κλπ.

Εξάλλου, σημεία του ΡΣΑ Αθήνας/Αττικής συμβιβάζονται προκαταβολικά με τις τρέχουσες κυρίαρχες πολιτικές εκποίησης των δημόσιων χώρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η απόδοση του Μητροπολιτικού Πάρκου Ελληνικού στην ιδιωτική εκμετάλλευση.

Μέσα, λοιπόν, από τις αντιφάσεις του ΡΣΑ Αθήνας/Αττικής ως προς τον εαυτό του και, κυρίως, ως προς την ήδη ψηφισθείσα έκτακτη νομοθεσία απορρύθμισης, προβάλλει η υπαρκτή πολιτική που προκρίνει φωτογραφικές ζώνες ανισόρροπης ανάπτυξης, θεωρεί το περιβάλλον πόρο προς εκμετάλλευση, διευρύνει και πολλαπλασιάζει τις χωρικές ανισότητες, απαξιώνει τις κοινωνικές υποδομές, ιδιωτικοποιεί και εμπορευματοποιεί τον δημόσιο χώρο και εκλαμβάνει τον πολιτισμό ως φτωχό παρία του λεγόμενου «τουριστικού προϊόντος», ενώ θεσμοί και χώροι πολιτισμού καταρρέουν. Είναι χαρακτηριστική η αμηχανία του ΡΣΑ/Α στο άρθρο 33 που αναφέρεται στην «υλοποίηση προγραμμάτων στο πλαίσιο ενίσχυσης της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής», τα οποία αφορούν ευθέως την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και έχουν ήδη εξαιρεθεί από οποιαδήποτε ρύθμιση. Εδώ, το ΡΣΑ/Α σηκώνει απλώς τα χέρια.

Ακολουθεί μια αναλυτικότερη προσέγγιση του ΡΣΑ/Α

Επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα

 1. «Η ενίσχυση της θέσης της Αθήνας/Αττικής στο σύστημα των ευρωπαϊκών και διεθνών μητροπόλεων, που αποτελεί στρατηγικό στόχο του παρόντος, θεωρείται προϋπόθεση για την οικονομική της ανάπτυξη και τη σταδιακή αναστροφή των αρνητικών συνεπειών από την οικονομική κρίση».

Η μητρόπολη Αθήνα θεωρείται ως «επιχειρηματικός σύνδεσμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Μέση Ανατολή και τις χώρες της Ασίας, καθώς και –από κοινού με τη Θεσσαλονίκη –με τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τις χώρες του Εύξεινου Πόντου».

Η θέση αυτή αφορά προσανατολισμούς της σύνολης οικονομικής πολιτικής και όχι πρωτογενείς επιλογές του ΡΣΑ/Α. Απ’ αυτή την άποψη, θα πρέπει να αποτιμηθεί η εμπειρία της εξόδου του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια και των επενδύσεων που οδήγησαν σε κοινωνικό ντάμπινγκ και στο σημερινό αίτημα των επιχειρηματιών για ζώνες ελεύθερες από οποιαδήποτε εργατική νομοθεσία, με μισθούς των παρακείμενων χωρών (Βουλγαρία, Ρουμανία). Η Ελλάδα επωφελήθηκε αρχικά από τις εξαγωγές αλλά, ταυτόχρονα, επλήγησαν οι τοπικές αγορές με τη μετακίνηση των καταναλωτών σε γειτονικές πόλεις, όπως τα Σκόπια. Άλλωστε, η σημερινή θέση της Ελλάδας στην ευρωζώνη και η χωρική πραγματικότητα της Αθήνας/Αττικής είναι σχεδόν απαγορευτικές για τον ρόλο της πρωτεύουσας ως Ευρωπαϊκής πύλης στην Ασία και τη Μέση Ανατολή. Γι’ αυτό το ΡΣΑ/Α ορθώς επισημαίνει ότι η περιβαλλοντική, πολιτιστική, οικιστική και ρυθμιστική αναβάθμιση της Αθήνας είναι προϋπόθεση για τον παραπάνω ρόλο.

2. Η αποκέντρωση και η ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών, που αποτελούσαν παλαιότερους οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους, αντικαθίστανται «με τον ρόλο της Αθήνας ως πόλου ενίσχυσης της αναπτυξιακής δυναμικής στο σύνολο της χώρας». Επιδιώκεται η «ενίσχυση και στοχευμένη χωρικά εξειδίκευση του αναπτυξιακού ρόλου της Πρωτεύουσας στους τομείς συγκριτικών πλεονεκτημάτων της : πολιτιστική μητρόπολη, κέντρο έρευνας, εκπαίδευσης και τεχνολογικής ανάπτυξης, τουριστικός πόλος διεθνούς ακτινοβολίας, περιοχή ενίσχυσης της αγροτικής παραγωγής, κέντρο προηγμένων υπηρεσιών όπως χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ασφάλειες, ναυτιλία, πεδίο ενίσχυσης/υποδομής μεταποιητικών δραστηριοτήτων, διεθνής κόμβος μεταφορών και διαμετακομιστικού εμπορίου, κέντρο παροχής υπηρεσιών υγείας, πόλος αθλητισμού».

Από τα παραπάνω και όπως εξειδικεύονται στη συνέχεια, δεν προκύπτει η διάχυση αυτής της αμφιλεγόμενης ανάπτυξης σε άλλες περιφέρειες, αλλά μεγαλύτερος συγκεντρωτισμός στην Αττική, αφού όλες οι οικονομικές δραστηριότητες είναι επιθυμητές και συνακόλουθα διευρύνονται οι σημερινές περιοχές χωροθέτησής τους, ακολουθώντας, συχνά, τις αγοραίες τάσεις. Για παράδειγμα, η περιοχή γύρω από το Αεροδρόμιο, ορίζεται ως «υποδοχέας νέων οικονομικών δραστηριοτήτων», ενώ είναι φανερό ότι η επιλογή αυτή αντιφάσκει με την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα στα Μεσόγεια και τη διαφύλαξη της γεωργικής γης, που καταγράφονται επανειλημμένα ως βασικός στόχος του ΡΣΑ/Α, υπονομεύονται όμως από παράπλευρες αντιθετικές ρυθμίσεις. Εξάλλου, καθώς η ύφεση δεν ευνοεί επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς, όσες γίνουν θα βασιστούν στην ασύδοτη εκμετάλλευση του περιβάλλοντος και της εργασίας. Χαρακτηριστική είναι η επέκταση της διαδικασίας fast-track, που προωθείται με νέο πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης, για επιπλέον άρση εμποδίων στην επιχειρηματικότητα.

Όσον αφορά την προσέγγιση της Αθήνας «ως κέντρου έρευνας, εκπαίδευσης και τεχνολογικής ανάπτυξης», ο στρατηγικός αυτός στόχος έχει ήδη ναυαγήσει, προσκρούοντας στην εκπαιδευτική πολιτική της Α. Διαμαντοπούλου και στην απαξίωση της βασικής έρευνας και της εφαρμοσμένης που αφορά  αντικείμενα πέραν από συγκεκριμένες επιχειρηματικές ανάγκες.

Επίσης, σχετικά με τον τριτογενή τομέα, η Αττική, ήδη κόμβος μεταφορών και εμπορίου, επιβαρύνεται με τις ρυθμίσεις του ΡΣΑ/Α, που ενισχύει τον διαμετακομιστικό της ρόλο, επιτρέποντας τον συγκεντρωτισμό και τη διάχυση του χονδρικού εμπορίου-αποθηκών-logistics. Ο διαμετακομιστικός ρόλος του Πειραιά ενισχύεται με περαιτέρω συγκεντρώσεις δραστηριοτήτων. Σήμερα, στους τομείς του διαμετακομιστικού εμπορίου επικρατούν άθλιες συνθήκες εργασίας (Cosco, υπό διαμόρφωση καρτέλ στις μεταφορές κλπ.). Σε κάθε περίπτωση, η αντίληψη ότι η σχέση με την Ε.Ε. συνίσταται στη διαμετακομιστική δυνατότητα της Αθήνας-Αττικής είναι σήμερα η κυρίαρχη άποψη για τη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων, σε βάρος της ισόρροπης ανάπτυξης του ευρωπαϊκού χώρου και του περιβάλλοντος. Επιπλέον, όσον αφορά το λιανικό εμπόριο, τα malls επιτρέπονται παντού, ακόμα και στον εκτός σχεδίου χώρο. Όσον αφορά την ανάπτυξη που προβλέπεται σε τομείς όπως ασφάλειες, χρηματοπιστωτικές και άλλες υπηρεσίες, που απαιτούν γραφειακές υποδομές και έχουν επιβαρύνει ήδη υπερβολικά το αστικό περιβάλλον, ας σημειωθεί ότι αυτοί οι τομείς είναι ήδη εξαιρετικά κορεσμένοι και η σχετική αγορά ακινήτων βρίσκεται σε μεγάλη κρίση.

3. Στο πλαίσιο της παραπάνω προσέγγισής του, το ΡΣΑ/Α κινείται στις γραμμές της ιστορικής διαίρεσης της Αττικής σε υποβαθμισμένες και μη χωρικές ενότητες, διατηρώντας και ενισχύοντας τη συσσώρευση οχλουσών χρήσεων στη Δυτική Αθήνα/Αττική: Ελαιώνας, Θριάσιο.

Ο Ελαιώνας είναι ήδη, σύμφωνα με το Π.Δ. 1995, υποδοχέας πλήθους δραστηριοτήτων, ενώ η καθυστέρηση εφαρμογής του Διατάγματος και όλα όσα έγιναν με τη λεγόμενη «διπλή ανάπλαση» έχουν αποτρέψει τη δημιουργία πράσινων ζωνών, που θα λειτουργούσαν στοιχειωδώς εξυγιαντικά απέναντι στη ρύπανση των δυτικών περιοχών (Αθήνα, Ταύρος, Ρέντης, Αιγάλεω, Περιστέρι). Εντούτοις, ο Ελαιώνας, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στο άρθρο 45, γίνεται υποδοχέας όλων των δυνατών χρήσεων, πολύ πέραν όχι μόνο των χωρικών δυνατοτήτων του αλλά και της κείμενης νομοθεσίας .

Όσον αφορά την Ελευσίνα, η προσέγγισή της ως πολιτιστικού, εμπορικού και οικιστικού υποδοχέα, ταυτόχρονα με την εντατική βιομηχανική της ανάπτυξη, δεν μπορεί να αναιρέσει την επικίνδυνη ρύπανση της βιομηχανικής ζώνης στην ευρύτερη περιοχή και την ωρολογιακή βόμβα των επεκτάσεων της Χαλυβουργικής και της ΠΕΤΡΟΛΑ, που δυναμιτίζουν οποιοδήποτε μέτρο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.

4. Το ΡΣΑ/Α ορθώς επιλέγει την αρχή της «συμπαγούς πόλης», χωρίς την οποία είναι αδύνατη η ισορροπία ανάμεσα στη φύση και την πόλη, η προστασία του περιβάλλοντος, η διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα. Απ’ αυτή την άποψη επιδιώκει να ανασυγκροτήσει τον αστικό χώρο και να κατευθύνει τις παρεμβάσεις και την οικοδομική δραστηριότητα εντός των οργανωμένων σχεδίων πόλεως. Όμως, η αποδοχή της εκτός σχεδίου δόμησης, αντιφάσκει με την παραπάνω επιλογή και διαιωνίζει την καταστροφή του εξωαστικού χώρου. Η απουσία ριζικής αντιμετώπισης του θέματος ανοίγει στη συνέχεια τον δρόμο για την εμφύτευση πάσης φύσεως δραστηριοτήτων, έστω και υπό προϋποθέσεις, στον εξωαστικό χώρο.

5. Η επιλογή της ενίσχυσης του πρωτογενούς τομέα στην Αττική είναι ένα θετικό στοιχείο του ΡΣΑ/Α, καθώς μάλιστα συνοδεύεται από συγκεκριμένα μέτρα που συγκεκριμενοποιούνται σε κάθε χωρική ενότητα και στα παραρτήματα. Αντιμετωπίζει τις καλλιέργειες ταυτόχρονα και ως πολιτιστικό πόρο που διαμόρφωσε ιστορικά το αττικό τοπίο. Περιορίζει τη δόμηση στα υποστηρικτικά της παραγωγής κτήρια.

Παρ’ όλ’ αυτά, η οικιστική εξωαστική διάχυση και η επέκταση του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα σε στενή γειτνίαση με αγροτικές περιοχές, λειτουργούν ανταγωνιστικά απέναντι στη γεωργία και τη κτηνοτροφία και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στη χωρική ενότητα Δυτικής Αττικής, απαγορευτικά, καθώς εδώ τίθεται επιπλέον θέμα ρύπανσης των εδαφών και επικινδυνότητας των αγροτικών προϊόντων. Είναι χαρακτηριστική η συνέχιση της ανεξέλεγκτης ρύπανσης του Ασωπού με δραματικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Σ’ αυτό το θέμα το ΡΣΑ/Α περιορίζεται σε αναφορά μόλις μιας γραμμής. Για μια ουσιαστική προστασία της αγροτικής γης θα έπρεπε να οριοθετηθούν οι οικισμοί, των οποίων τμήματα ή τα κέντρα προστατεύει το ΡΣΑ, και η δόμηση να περιοριστεί εντός των οργανωμένων σχεδίων.

6. Σχετικά με την Αθήνα/Αττική «ως τουριστικό πόλο διεθνούς ακτινοβολίας», το ΡΣΑ/Α παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση φυσικών και πολιτιστικών μνημείων και συνόλων, που εντάσσει σε συγκοινωνούσες πολιτιστικές διαδρομές. Όμως, η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου προϋποθέτει ένα σύνολο σημειακών μελετών εφαρμογής, αναπλάσεων και προστασίας μέσω της κήρυξης διατηρητέων μνημείων και, οπωσδήποτε, πολιτική χρηματοδότησης και δημοσίων επενδύσεων. Οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν συνάδουν με την κυρίαρχη οικονομική πολιτική, η οποία όχι μόνο απαξιώνει τα πολιτιστικά αγαθά αλλά δεν καλύπτει και τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις βιωσιμότητας και λειτουργίας πολιτιστικών θεσμών και χώρων (βλ. λειτουργία μουσείων, αρχαιολογικών χώρων, κατεδάφιση ή μη κήρυξη διατηρητέων μνημείων, κατάρρευση ιστορικών συνόλων και συνολικά ιστορικών περιοχών, απόσυρση της οικονομικής στήριξης από δυναμικούς τομείς σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας κλπ.).

Συναφής προϋπόθεση για την Αθήνα/Αττική ως τουριστικό πόλο διεθνούς ακτινοβολίας είναι η απελευθέρωση και ανάπλαση του παράκτιου μη εμπορευματικού ή παραγωγικού χώρου. Παρότι το ΡΣΑ/Α αναφέρεται στις αναγκαίες ρυθμίσεις, είναι γνωστό ότι μέχρι σήμερα ούτε καν η μικρή παραλία, που άνοιξε με αγώνες στο Ελληνικό, δεν έχει αποδοθεί στον δήμο, ενώ το Διάταγμα 2004 για την απελευθέρωση των ακτών δεν έχει εφαρμοστεί. Τα παραπάνω, λοιπόν, αποτελούν διακήρυξη αρχών, και όχι γενικές κατευθύνσεις που θα βρουν εφαρμογή σε συγκεκριμένες μελέτες, αποφάσεις και χρηματοδοτήσεις.


Οικονομική ανάπτυξη περιβαλλοντικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη

Η περιβαλλοντική προστασία με αναφορά στην κλιματική αλλαγή υποστηρίζεται αναλυτικά στο ΡΣΑ/Α, με τη διαφύλαξη και ανάδειξη όλων των φυσικών συντελεστών. Υπάρχουν εκτεταμένες αναφορές στα δασικά οικοσυστήματα («δεν επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης των δασών και δασικών εκτάσεων», θέση που έχει όμως ήδη υπονομευτεί με πρόσφατο νόμο), στους ορεινούς όγκους, στη βιοποικιλότητα, στην κύρωση των δασικών χαρτών –και εδώ υπάρχουν ήδη παρεμβάσεις–, στην προστασία ευαίσθητων υγροτοπικών και παράκτιων οικοσυστημάτων, σε κηρύξεις μνημείων της φύσης, στο «πράσινο τόξο» που προκύπτει από την αδιάσπαστη συνέχεια χώρων πρασίνου από τον Σαρωνικό έως τον Κορινθιακό και τον Ευβοϊκό, στα δίκτυα αστικών φυτεύσεων, στον φορέα διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών-βιοτόπων Αττικής, στη διαχείριση των υδάτων, τα υδατορεύματα, τους υγροβιότοπους και τα μνημεία και τοπία υδάτινου ενδιαφέροντος.

Το πρόβλημα είναι ότι η ενεργοποίηση όλων αυτών των στόχων εξαρτάται από Προεδρικά Διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις, καθώς και ενδοπεριφερειακά προγράμματα προστασίας, πράγμα που καθιστά στα περισσότερα σημεία του το ΡΣΑ/Α ένα φιλοπεριβαλλοντικό ευχολόγιο.

Διακηρυγμένος στόχος του ΡΣΑ/Α είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής για όλους τους κατοίκους, η κοινωνική συνοχή και η άμβλυνση των φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού.

Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα, οι λαϊκές συνοικίες και περιοχές στο σύνολο της Αττικής υποβαθμίζονται, καθώς καταρρέουν οι κοινωνικές υποδομές και η περιβαλλοντική προστασία, και γενικεύονται η νέα φτώχεια, η επισφάλεια και η ανεργία. Αναφερόμενο το ΡΣΑ/Α στον δήμο της Αθήνας αλλά και σε άλλες περιοχές, προτείνει μέτρα αναβάθμισης (κοινωνική κατοικία, αναπλάσεις, πράσινο κλπ.). Είναι γεγονός, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αθήνα, ότι μια πόλη υπό κοινωνική κατάρρευση δεν μπορεί να γίνει πόλος έλξης νέων δραστηριοτήτων όπως αυτές που προτείνει το ΡΣΑ/Α. Ακόμα και στην περίπτωση που η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα θα στραφεί στον ιστορικό αστικό χώρο, αυτό θα έχει προκύψει από προηγούμενη παρέμβαση του κράτους, με δημόσιες ρυθμίσεις και επενδύσεις, οι οποίες θα δημιουργήσουν το πλαίσιο της συνολικής αναβάθμισης.

Απ’ αυτή την άποψη, η απαρίθμηση όλων των δυνατών παρεμβάσεων, που δεν υπάρχει καμία περίπτωση να χρηματοδοτηθούν, αποτελεί μεν πλήρης καταγραφή συσκοτίζει όμως το μείζον πρόβλημα της φτώχειας που οδηγεί στην υποβάθμιση. Αντίθετα, ένα οικονομικό, κοινωνικό και οικολογικό πρόγραμμα στήριξης των υποβαθμισμένων περιοχών στον αστικό χώρο, στο πλαίσιο της ανατροπής γενικότερα της σημερινής οικονομικής πολιτικής, αποτελεί βασική προϋπόθεση κοινωνικής συνοχής και αντιμετώπισης του κοινωνικού αποκλεισμού και πρέπει, από πολλές απόψεις, να έχει προτεραιότητα. Απ’ αυτή τη σκοπιά, όσον αφορά την Αθήνα, η στέγαση και σίτιση των άπορων συμπολιτών μας, οι βρεφονηπιακοί σταθμοί, τα δημοτικά ιατρεία, τα σχολεία κλπ. προέχουν έναντι της ενοποίησης τμημάτων του ιστορικού κέντρου μέσω της πεζοδρόμησης της οδού Πανεπιστημίου.

Βασικός παράγοντας της ανάκτησης-αναβάθμισης του αστικού χώρου και της απελευθέρωσης της καθημερινής ζωής από τη δυναστεία των χρονοβόρων μετακινήσεων, είναι η βιώσιμη κινητικότητα. Το ΡΣΑ/Α επιδιώκει να οργανώσει την κυκλοφορία με τρόπους οι οποίοι συμβάλλουν στην αποφόρτιση των οδικών αξόνων, να αποτρέψει τις μετακινήσεις με ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, να προκρίνει τα μέσα σταθερής τροχιάς και τα δημόσια μέσα μεταφοράς και να υποδείξει ως σημερινούς τρόπους εναλλακτικής μετακίνησης το ποδήλατο και τις πεζές διαδρομές. Περιγράφει ένα ολοκληρωμένο σύστημα μεταφορών και κυκλοφορίας πεζών και αυτοκινήτων, τμήματα του οποίου, όπως το ποδηλατικό δίκτυο, θα έπρεπε να έχουν ήδη εφαρμοστεί.

Το πρόβλημα εδώ είναι ότι ασκούνται ήδη πιέσεις από επιστημονικούς φορείς (π.χ. συγκοινωνιολόγοι) και κυρίως από τα κυρίαρχα εργολαβικά συμφέροντα για τη συνέχιση της χρηματοδότησης μεγάλων οδικών έργων, όπως οι αυτοκινητόδρομοι στον Υμηττό. Ήδη η απαράδεκτη απόφαση υπέρ της πετρελαιοκίνησης υπονομεύει τη σχέση βιώσιμης ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας, ενώ η κατάργηση γραμμών και η μείωση δρομολογίων πλήττουν σοβαρά το σύστημα των δημόσιων συγκοινωνιών.

Επίλογος: ο τετραγωνισμός του κύκλου

Η εκπόνηση ενός Ρυθμιστικού Σχεδίου που θα προδιαγράφει το όραμα της συνεκτικής πόλης, της προστασίας της φύσης και του περιβάλλοντος, της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, της ισόρροπης ανάπτυξης/αποανάπτυξης, της αναδιανομής του παραγόμενου πλούτου, της ισότιμης πρόσβασης στα δημόσια αγαθά και της διασφάλισης σε όλους και όλες του δικαιώματος στην κατοικία και τις κοινωνικές υποδομές, ισοδυναμεί στις σημερινές συνθήκες με τον τετραγωνισμό του κύκλου.

Το ΡΣΑ/Α 2021 προσπαθεί να συμφιλιώσει την πολεοδομία την μεγάλων ρυθμιστικών δημόσιων παρεμβάσεων με την απορρύθμιση του χώρου στην εποχή του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού και τη χωρική δικαιοσύνη-περιβαλλοντική προστασία με την κυριαρχία των μνημονιακών πολιτικών διάλυσης της κοινωνίας και καταστροφής του περιβάλλοντος. Απ’ αυτή την άποψη, βρίσκεται μπροστά σε ανυπέρβλητες αντιφάσεις. Η πολεοδομία δεν μπορεί να ασκήσει πρωτογενώς κοινωνική, οικονομική, περιβαλλοντική πολιτική. Γι’ αυτό και ένα Ρυθμιστικό Σχέδιο προϋποθέτει κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές που οδηγούν σε μια εναλλακτική διέξοδο από την κρίση.

Η Ελένη Πορτάλιου είναι  δημοτική σύμβουλος  του δήμου Αθηναίων με την Ανοιχτή Πόλη και διδάσκει στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ.

 

 

Αθήνα, δεκαετία του 1950. Φωτογραφία του Δημήτρη Χαρισιάδη ((«Η Ελλάδα του μόχθου, 1900-1960. Συλλογή Νίκου Πολίτη», εκδ. Ριζαρείου Ιδρύματος-Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου)

Σχολιάστε