Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα…

Standard

ΑΝΤΙΚΛΙΜΑΚΑ

 του Κώστα Αθανασίου

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

Βίκτορ Χάρα. Γκράφιτι σε τοίχο του Σαντιάγο. Φωτογραφία του «Eterno Resplandor de una mente se cuerpo», από το flickr

«Το τραγούδι μου είναι μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα», τραγουδούσε ο Βίκτορ Χάρα, ο συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής που δολοφονήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1973, στο Στάδιο της Χιλής, λίγες μέρες μετά το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοτσέτ. Μετά τον βομβαρδισμό της Λα Μονέδα, του προεδρικού μεγάρου της Χιλής, και τον θάνατο του Σαλβαδόρ Αλιέντε, ο στρατός εισέβαλε στο Πολυτεχνείο, όπου βρισκόταν και ο Βίκτορ Χάρα, μαζί με φοιτητές και καθηγητές. Όσοι επέζησαν μεταφέρθηκαν στο Στάδιο της Χιλής — ανάμεσά τους και ο Χάρα. Εκεί βασανίστηκε επί τέσσερις μέρες. Το πτώμα του βρέθηκε πεταμένο σε ένα χαντάκι. Είχε δεχτεί δύο σφαίρες στον δεξί κρόταφο, είχε 16 πύλες εισόδου σφαίρας και 12 πύλες εξόδου στον θώρακα, 6 πύλες εισόδου και 4 πύλες εξόδου στην κοιλιά, είχε δύο τραύματα από σφαίρες στο δεξί χέρι και 18 πύλες εισόδου και 14 πύλες εξόδου στα πόδια. Συνολικά, είχε δεχτεί 44 σφαίρες. Ο Έκτορ Ερέρα, ο υπάλληλος που τον εντόπισε, δυσκολεύτηκε να τον αναγνωρίσει.

«Ήταν γεμάτος χώματα και είχε πολλές πληγές. Τα μαλλιά του ήταν κολλημένα από αίμα και λάσπη και το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο από τα χτυπήματα. Δεν ήμουν σίγουρος». Ο Ερέρα ειδοποίησε τη σύζυγο του Χάρα, Τζόαν. Με δυσκολία και με κίνδυνο της ζωής τους κατάφεραν να πάρουν τη σορό από το νεκροτομείο και να τη θάψουν, τρεις μέρες μετά.

Η Τζόαν Χάρα, στο βιβλίο της Βίκτορ Χάρα: ένα μισοτελειωμένο τραγούδι, θυμάται εκείνες τις μέρες (αποσπάσματα πρωτοδημοσιεύτηκαν στα ελληνικά στο περιοδικό Σήματα καπνού, τχ. 9, Οκτώβριος 2001):

11 Σεπτεμβρίου

Εκείνο το πρωί, ο Βίκτορ έπρεπε να τραγουδήσει στο Πολυτεχνείο, στα εγκαίνια μιας έκθεσης με θέμα τη φρίκη του εμφυλίου πολέμου, όπου θα μιλούσε ο Αλιέντε. «Δεν θα γίνει», του είπα. «Όχι, αλλά νομίζω πως πρέπει να πάω έτσι κι αλλιώς». Είχε αποφασίσει να πάει, υπακούοντας στις οδηγίες του συνδικάτου. Ήταν αδύνατο να αποχαιρετιστούμε όπως έπρεπε. «Θα γυρίσω μόλις μπορέσω, μαμίτα… ξέρεις ότι πρέπει να πάω… να μείνεις ήρεμη». «Τσάο…». Όταν γύρισα το κεφάλι, ο Βίκτορ δεν ήταν πια εκεί. Ξανατηλεφώνησε κατά τις τέσσερις και μισή. «Πρέπει να μείνω εδώ… Πρωί-πρωί, μόλις λήξει, θα έρθω σπίτι… Μαμίτα, σ’ αγαπάω». Το βράδυ [της μεθεπόμενης μέρας] χτυπάει το τηλέφωνο. Μια άγνωστη φωνή, πολύ νευρική, ζητάει τη συντρόφισσα Τζόαν. «Εγώ είμαι». «Δεν με ξέρεις, συντρόφισσα, αλλά έχω ένα μήνυμα για σένα από τον άντρα σου. Μόλις βγήκα από το Στάδιο της Χιλής. Ο Βίκτορ είναι εκεί. Μου ζήτησε να σου πω να προσπαθήσεις να είσαι ήρεμη και να μείνεις σπίτι με τις μικρές. Δεν πιστεύει ότι θα τον αφήσουν να βγει από το στάδιο…».

18 Σεπτεμβρίου

Ακούω θόρυβο στην πόρτα, σαν κάποιος να προσπαθεί να μπει. Βγαίνω στο παράθυρο και βλέπω έναν νεαρό. «Με συγχωρείτε, αλλά έπρεπε να σας συναντήσω… Λυπάμαι, πρέπει να σας πω ότι ο Βίκτορ είναι νεκρός… Βρήκαν το πτώμα του στο νεκροτομείο. Πρέπει να έρθετε, γιατί η σορός είναι εκεί ήδη 48 ώρες και αν δεν τη ζητήσει κανείς θα θαφτεί σε κοινό τάφο». […] Κοιτάζω τις σειρές των γυμνών σωμάτων που καλύπτουν το πάτωμα, στοιβαγμένα σε σωρούς, τα περισσότερα με ανοιχτές πληγές, μερικά με τα χέρια ακόμα δεμένα στην πλάτη… εκατοντάδες πτώματα. […] Ήταν ο Βίκτορ… Είχε τα μάτια ανοιχτά και έμοιαζε να κοιτά μπροστά, έντονα και προκλητικά, παρά την πληγή στο κεφάλι και τους τρομερούς μώλωπες στο μάγουλο. Τα ρούχα του είχαν γίνει κουρέλια… το στήθος διάτρητο από σφαίρες και μια ανοιχτή πληγή στην κοιλιά… τα χέρια του έμοιαζαν να κρέμονται από τα μπράτσα σε μια παράξενη γωνία, σαν να του είχαν σπάσει τους καρπούς»…

Μετά από τέσσερις μέρες βασανιστηρίων, ένας αξιωματικός με το παρατσούκλι «ο Πρίγκιπας» είχε φωνάξει στον Βίκτορ Χάρα: «Τραγούδα τώρα, αν μπορείς, καργιόλη». Και ο Χάρα τραγούδησε, το Βενσερέμος, τον ύμνο της Λαϊκής Ενότητας. Έξαλλοι οι στρατιωτικοί, άρχισαν να τον χτυπούν πάλι και τον έσυραν σε μια άκρη για να τον εκτελέσουν.

Η φρίκη της δολοφονίας του Βίκτορ Χάρα ζωντάνεψε ξανά πριν από λίγο καιρό. Μετά από σχεδόν σαράντα χρόνια, δικαστήριο του Σαντιάγο παρέπεμψε σε δίκη οκτώ αξιωματικούς του στρατού ως υπεύθυνους για τη δολοφονία. Οι τέσσερις συνελήφθησαν τον Δεκέμβριο, για να αφεθούν τον Μάρτιο ελεύθεροι με εγγύηση όσο περιμένουν τη δίκη, ενώ οι συγγενείς του Χάρα και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζητούν να εκδοθεί από τις ΗΠΑ, όπου ζει από το 1990, ο Πέδρο Μπαριέντος, που θεωρείται ο ένας από τους δύο φυσικούς αυτουργούς της δολοφονίας. Για τη δολοφονία του Χάρα έχει ήδη καταδικαστεί σε φυλάκιση ένας στρατιώτης, αλλά είναι η πρώτη φορά που διώκονται αξιωματικοί του στρατού.

Από την πρώτη στιγμή, ο Βίκτορ Χάρα μετατράπηκε σε σύμβολο της αντίστασης στη χούντα του Πινοτσέτ· ήταν ένας άνθρωπος τρυφερός που βρέθηκε αντιμέτωπος με την πιο αδιανόητη βαρβαρότητα. Ένας άνθρωπος που τραγουδούσε ότι η ζωή μας δεν έχει φτιαχτεί για να ’ναι γεμάτη από σκιές και θλίψη. Η απόδοση δικαιοσύνης ίσως διώξει, τελικά, μερικές από τις σκιές.

 

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα…

  1. Πίνγκμπακ: Μια σκαλωσιά που φτάνει στ’ άστρα… | abatris

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s